Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2016

Τζαμάλ - Ο δρόμος του Μεταξιού, αλληγορία της πορείας της ζωγραφικής

Μουσείο Μπενάκη - Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης, Αγίων Ασωμάτων 22 και Διπύλου 12, Κεραμεικός

Εγκαίνια: 13/01/2016, ώρα 20:30
Διάρκεια: 14/01/2016 - 14/02/2016
Ώρες λειτουργίας: Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή: 9:00 - 17:00




Απόσπασμα από την εκτενή μελέτη του Μάνου Στεφανίδη που δημοσιεύεται στον κατάλογο:

Παράδοση και σύγχρονη τέχνη

 Η σύγχρονη τέχνη, ως συνέχεια της πουριτανικής παράδοσης του Μοντερνισμού, επιδιώκει να μας ωθήσει για να δούμε την εικόνα του κόσμου κριτικά, να ανακαλύψουμε τις κρυμμένες ερμηνείες του αμφισβητώντας τις παγιωμένες μας ασφάλειες. Να μη φοβόμαστε τον σαρκασμό για τη γελοιότητα που μας περιβάλλει αλλά τη γελοιότητα την ίδια. Αυτό ήδη συνιστά μιαν ανοιχτή πρόκληση επειδή καθιστά τον θεατή συνένοχο του δημιουργού. Ιδού μια καινούρια, όσο και δύσκολη, ελευθερία. Μια καινούρια σχέση ανάμεσα τον πομπό και τον παραλήπτη. Τα πράγματα δεν μπορεί να είναι σήμερα όπως ήταν στο παρελθόν. Νέες προκλήσεις επιβάλλουν διαφορετικές προσεγγίσεις και η ίδια η τέχνη επαναπροσδιορίζει το ρόλο της. Ο κυρίαρχος Δυτικός κόσμος χάνει σταδιακά τα παραδοσιακά του πρωτεία, όπως τολμηρά υποστήριξε ο Νιγηριανός διευθυντής της φετινής Μπιενάλε Βενετίας Okwui Enwezor, ενώ οι ως τώρα υποβαθμισμένοι κόσμοι της Αφρικής ή της Ασίας εισβάλλουν δυναμικά στη παγκόσμια καλλιτεχνική σκηνή. Το ίδιο το ιστορικό Prozess μοιάζει να διορθώνει τα λάθη της Ιστορίας. Ο  Enwezor χαρακτήρισε την τέχνη της εποχής μας ως «postwestlisch», δηλαδή ως μετά-δυτική, χρησιμοποιώντας ενδεικτικά έναν όρο όχι αισθητικό αλλά κοινωνικοπολιτικό. Επίσης από την εποχή της εμπλοκής του στη Documenta του 2002, χρησιμοποιούσε ως εκθεσιακό θέμα τα σύγχρονα, πολιτικά γεγονότα, τις φυλετικές συγκρούσεις σε όλο τον πλανήτη μιλώντας για πολλούς  «Artworlds» και αμφισβητώντας τον παραδοσιακό έναν[1]. Σε αυτό το καινούργιο ιστορικό σκηνικό τοποθετώ την εικαστική έρευνα και τα αισθητικά επιτεύγματα του Τζαμάλ Τζόρατλι, ενός καλλιτέχνη που υπερασπίζεται την πολιτισμική αμοιβαιότητα  Ανατολής και Δύσης και πρωταγωνιστεί στην αναγέννηση των τεχνών που σήμερα ονειρεύεται ο αραβικός κόσμος.

Μιλώντας, τώρα, πιο συγκεκριμένα για την αρχετυπική γέννηση της ζωγραφισμένης εικόνας, θα εθεωρείτο υπερβολή αν λέγαμε πως και οι νεότερες τέχνες, όπως η φωτογραφία ή ο κινηματογράφος, προέρχονται από το συμβολικό κάδρο-πλαίσιο της αναγεννησιακής ζωγραφικής και, άρα, αναφέρονται ευθέως σε αυτό; Υπονοώ βέβαια αυτό το φαντασμαγορικό, ιλλουζιονιστικό «παράθυρο» που ξανοιγόταν στον κόσμο για να τον υποκαταστήσει, σύμφωνα με την παρομοίωση του Alberti. Άρα, ακόμη και η προγονή της ζωγραφικής, η τηλεοπτική εικόνα ή η video art διαθέτουν τίτλους ευγενείας! Αφού και αυτές προέρχονται από το ίδιο πανάρχαιο «κάδρο αφήγησης». Μόνο που βέβαια στην αληθινή ζωγραφική δεν κυριαρχεί η ρηχή φαντασμαγορία αλλά κάτι βαθύτερο και ουσιαστικότερο. Ζωγραφική έχουμε όταν στον καμβά δεν κατατίθεται ο τρόμος του ορατού αλλά το τρομερό ως οπτική δυνατότητα.

Ποιες, όμως, είναι οι τυπικές αλλά και οι ουσιαστικές διαφορές ανάμεσα στην κατακτημένη εικαστική έκφραση της Δύσης και την αναδυόμενη ζωγραφική της Ανατολής; Μεροληπτεί η ιστορία υπέρ της πρώτης ή μήπως αγνοεί τη δεύτερη υπακούοντας σε ανακλαστικά αποικιακού τύπου; Ο Edward Said υποστηρίζει σχετικά ότι η κάθε εποχή και η κάθε κοινωνία κατασκευάζει τους δικούς της «άλλους» που τους τοποθετεί απέναντι. […] Η ανθρώπινη ταυτότητα δεν είναι ούτε φυσική ούτε σταθερή, αλλά αποτελεί διανοητικό κατασκεύασμα, όταν δεν επινοείται καθ’ ολοκληρίαν. « Chaque époque et chaque société recrée ses propres Autres. […] L’identité humaine est non seulement ni naturelle ni stable, mais résulte d’une construction intellectuelle, quand elle n’est pas inventée de toutes pièces. »


Ο Τζαμάλ ως διανοούμενος ζωγράφος, δεν πιστεύει σε αυτές τις θεωρίες αντιπαλότητας ούτε στις στρατηγικές της σύγκρουσης. Ο ίδιος ομνύει σε μιαν ενιαία ζωγραφική όπως ενιαίο είναι και το καλλιτεχνικό υποκείμενο ασχέτως φυλής, χρώματος, ηλικίας, γλώσσας, εποχής κλπ. Πιο συγκεκριμένα έγραφα πρόσφατα: «Σκέφτομαι συχνά πως η ιστορία της τέχνης, όπως εξάλλου και η ιστορία εν γένει, είναι ένα αυθαίρετο κατασκεύασμα χρονολογιών, προσώπων, θέσεων και επιλογών, που επ’ ουδενί αντιπροσωπεύει ή αποτιμά σωστά ολόκληρο το φάσμα της ανθρώπινης σκέψης ή δημιουργίας. Η χρησιμότητά της έγκειται μόνο στο ότι λειτουργεί σαν εργαλείο, σαν το μπαστούνι του τυφλού, ας πούμε, που, ενώ δεν δείχνει τον κόσμο, ο τυφλός δεν μπορεί να υπάρξει στον κόσμο δίχως αυτό. Με την ίδια λογική θα μπορούσε να υπάρξει και μια άλλη ιστορία της τέχνης με εντελώς διαφορετικά πρόσωπα ή γεγονότα, που να διεκδικεί το ίδιο αξιωματικό κύρος σε σχέση με την αενάως φεύγουσα κι ασύλληπτη πραγματικότητα. Η ιστορία λοιπόν, εκτός από αυθαίρετη ―ή, ακριβώς γι’ αυτό― είναι άδικη. Η «αδικία» της όμως, είναι ζωτικής σημασίας, αν θέλουμε να προσεγγίσουμε, έστω, τον κόσμο των μορφών. Εφόσον λοιπόν, ο Θεοτοκόπουλος ή ο Βερμέερ έμειναν άγνωστοι επί αιώνες, γιατί να μην υποθέσουμε ότι υπάρχουν κι άλλες τέτοιες περιπτώσεις, πρόσκαιρα ή και οριστικά χαμένες, η αποκάλυψη των οποίων θα άλλαζε άρδην (;) τα ιστορικά δεδομένα; Η ιστορία βέβαια, δε γράφεται με εικοτολογίες. Πόσο όμως «πραγματική» είναι η πραγματικότητα επί της οποίας ερείδεται; Εξάλλου δεν είναι γεγονός ότι στον αντίποδα μιας προφανούς αλήθειας υπάρχει μια άλλη αλήθεια, προφανέστερη;»[2] "



[1] Die Welten des Okwui Enwezor, Die Welt, Swantje Karich, 2/5/2015
[2] Μάνος Στεφανίδης, Μια Ιστορία της Ζωγραφικής, εκδ. Καστανιώτη, πέμπτη έκδοση συμπληρωμένη, 2007, σελ. 262

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου