Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 8 Ιουνίου 2017

Στέργιος Στάμος, Opus Magnum


Στη γκαλερί Σκουφά ως τις αρχές Ιουλίου

 


Η έκλειψη της ουσιαστικής εικόνας, στην εποχή της εικόνας, δεν συνιστά μια μορφή θανάτου του κόσμου μας; Εδώ είναι το στοίχημα! Να ζήσει ο καθένας τη ζωή που του ‘λαχε όχι σαν πιόνι αλλά σαν υλικό της ιστορίας. Σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε στον μεταπολεμικό κόσμο, ζούμε το πυροτέχνημα μιας μαζικής φωταψίας που αυτοπροσδιορίζεται ως «τέχνη» αλλά περισσότερο είναι αγορά, διαφήμιση, επικοινωνία, ρηχή εικόνα που προπαγανδίζει το α-νόητο και κυρίως ένα μοντέλο συμπεριφοράς ομότροπης και ομόφρονος που αγκαλιάζει ολόκληρη την υδρόγειο και υποχρεώνει βελούδινα του πάντες, λευκούς, κίτρινους, μαύρους, να καταναλώνουν τις ίδιες αισθητικές (;) πληροφορίες, να γελούν με τα ίδια αστεία του Υoutube, να πληροφορούνται ακαριαία την τελευταία ντρίπλα του Μέσι, την έσχατη –κυριολεκτικά- σαχλαμάρα της Lady Gaga. Κι όλα αυτά φωταγωγημένα μέσα από το περιούσιο φως της πιο άχραντης τεχνολογίας που δίνει υπόσταση στο ασήμαντο, που κάνει το σκουπίδι να λάμπει και που προβιβάζει το γελοίο σε αισθητική. Πρόκειται γι’ αυτή την παγκόσμια γλώσσα η οποία μεθοδικά εξαφανίζει τις τοπικές κουλτούρες και βουβαίνει τις τοπικές γλώσσες αποθεώνοντας την μια και μοναδική εικόνα, το ένα σημαίνον το οποίο διαθλάται σε άπειρα σημαινόμενα, έως εξαφάνισης. Γιατί αυτό είναι το ζητούμενο. Να απολεσθεί το νόημα και η κυρίαρχη εικόνα, ο ουσιαστικός big brother, να αυτοσημαίνεται… Ό,τι βλέπεις, είναι και το απόλυτο περιεχόμενο. Δεν υφίσταται τίποτε πέρα ή πίσω από αυτό... Η έρευνα του Στέργιου Στάμου, χρόνια τώρα, διαφοροποιείται με την ποιότητα της από αυτόν τον ενοχλητικά γενικό κανόνα. Καταθέτοντας την έγκυρη άποψη του για την κρίση στην Ελλάδα αλλά και στον κόσμο. 

Υπάρχει λοιπόν μια μορφή τέχνης που καταπραΰνει διακοσμώντας και προωθεί εκείνη την εφησυχασμένη  αισθητική του ήδη κατακτημένου. Πρόκειται για εκείνη την έκφραση που παρέχει στον επηρμένο μικροαστό την ψευδαίσθηση της καλλιέργειας και το άλλοθι της ευαισθησίας. Εκείνο που συνδέει συνήθως τους δημιουργούς αυτής της έκφρασης με όποιους την καταναλώνουν είναι κάτι υλικό, μια οικονομική σχέση που υποδύεται την πνευματική, μια τιμή αγοράς. Είναι τότε που η αξία του καλλιτεχνικού προϊόντος εξισούται με το χρηματιστηριακό του μέγεθος. Είναι τότε που η καλαισθησία μετριέται με το μέτρο και το έργο γίνεται η τιμή του. Και η τέχνη από μια μυστική κατάδυση του υποκείμενου σε εκείνο το σκοτάδι, που λαμπυρίζει από νοήματα, καταντά μια αυτοεικόνα , ένα αυτοείδωλο όπου το διαφημιστικό σποτ μπορεί να διαθέτει ως μουσικό υπόβαθρο μια καντάτα του Βach αρκούντως μεταλλαγμένη ώστε να καταστεί ακαριαία ακουστική τσίχλα. Ο παγκόσμιος πολιτισμός οφείλει εσπευσμένα να μεταμορφωθεί σε εικόνα των μετρίων και ο λόγος να κενωθεί από τις σημασίες που κάποτε τον λάμπρυναν και να καταντήσει απλά τύπος, σαν τον μπορχεσιανό Φούνες που θυμάται μεν αλλά δεν κατανοεί. Αυτό είναι το νέο δράμα των μορφών. Μια τραγωδία χωρίς τον ίλιγγο του τρόμου αλλά του γελοίου. Και οι σύγχρονοι καλλιτέχνες; Είτε νάνοι που δεν τολμούν να επωμισθούν το βάρος του ονόματός τους, είτε ναυαγοί στα σταροχώραφα του Van Gogh που ψάχνουν για περίστροφο. Αντιλαμβάνεστε βέβαια πως προσωπικά συντάσσομαι με τους δεύτερους. Με την στάση δηλαδή κι όχι την πόζα.


Επειδή υπάρχει και μια άλλη μορφή τέχνης η οποία δεν καταδέχεται να διευθετήσει απλώς  την υφιστάμενη πραγματικότητα αλλά βούλεται και να την αλλάξει. Όχι με βία, πολιτικάντικους τακτικισμούς ή λαϊκίστικη αμετροέπεια αλλά με την τεράστια, πνευματική δύναμη που a priori διαθέτει η αληθινή τέχνη. Αναφέρομαι, δηλαδή, σε εκείνη την έκφραση που δεν ρέπει στην εύκολη, μελοδραματική συγκίνηση ούτε ακόμη στο στιγμιαίο σοκ αλλά οδηγεί ανεπαισθήτως σχεδόν, στον βαθύ  συγκλονισμό. Αυτή είναι η περίπτωση του Στέργιου Στάμου. Γνωρίζω τον καλλιτέχνη Στάμο περισσότερο από είκοσι χρόνια και παρακολουθώ την σταθερή του εξέλιξη από την μια έκθεση στην άλλη και από την παλιότερη στη νεότερη πρόταση. Όλη του την πορεία χαρακτηρίζουν στοχαστικότητα, μεθοδική κατάκτηση διαφορετικών, πολυδιάστατων υλικών - θα έλεγα, από την χειρονομία στην " ήρεμη" τεχνολογία - αλλά και ένα στοιχείο έκπληξης ή ακόμη και αιφνιδιασμού. Ξεκινώντας από το παραδοσιακό τελάρο και τον  εξπρεσιονιστικό, ποιητικό γραφισμό του '90 πέρασε στα τρισδιάστατα, θεατρικά περιβάλλοντα και στις " ιερές συνομιλίες" ζωγραφικών και γλυπτικών προτάσεων, μπολιασμένων κάθε φορά με την αγωνία για την συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Το εδώ και τώρα της ζωής απέναντι στο υπερτοπικό και υπερχρονικό της τέχνης. Ο Στάμος δεν αναρωτιέται, με κάθε καινούριο έργο του, μόνο "τί είναι ένα έργο τέχνης;" αλλά επιμένει να απαντήσει στο ακόμη πιο δύσκολο ερώτημα "γιατί ένα έργο τέχνης σήμερα και για ποιους;" Παρά τον διαρκώς επίκαιρο χαρακτήρα των έργων του όμως η τέχνη του δεν καταδέχεται να είναι απλά πολιτική, δηλαδή καταγγελτική, αλλά επιδιώκει κάτι πολύ πιο φιλόδοξο και σαφώς πιο δύσκολο: να δημιουργήσει εικαστικά περιβάλλοντα - "μνημεία φρίκης"( όπως θα έλεγε ο ποιητής) αλλά και πυρήνες  ενέργειας που θα  βοηθήσουν τον θεατή να κατανοήσει τόσο την εποχή του όσο και τον εαυτό του. Έτσι ώστε το έργο τέχνης να λειτουργεί ως μέθοδος αυτογνωσίας και από την πλευρά του υποψιασμένου θεατή.

Από τις Μεταναστεύσεις του 2010 ως τις Γεωγραφίες του 2017 έχει διανυθεί  ένας εντατικός δρόμος ωρίμανσης του καλλιτέχνη ώστε να μας παρουσιάσει σήμερα το κατά τη γνώμη μου opus magnum της συνολικής του έρευνας. Εδώ ο Στάμος με βαθιά θεατρική αίσθηση αλλά χωρίς θεατρινισμούς εγκύπτει στο δράμα της Ιστορίας και το μεταμορφώνει σε δράμα των μορφών. Αφορμή για την παρούσα πολυεπίπεδη νοηματικά εγκατάσταση είναι οι έντονες αντιθέσεις ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ανατολή,η συνεχιζόμενη τραγωδία στη Συρία, οι εκατόμβες των πνιγμένων στη Μεσόγειο, αλλά και η κρίση στην Ευρώπη και την Ελλάδα η οποία εξελίχθηκε τελικά σε παρακμή. 
-Ερώτηση: Πώς διευθετείται όμως εικαστικά ένα τόσο δραματικά αίμασσον υλικό; Η κόκκινη μπογιά υποδύεται αλλά δεν είναι το αίμα και η εύκολη συγκίνηση δεν αποτελεί αληθινή έκφραση. Γνωρίζοντας όλους αυτούς τους εκφραστικούς κινδύνους ο δημιουργός επιλέγει εν προκειμένω για να προχωρήσει ένα είδος αποστασιοποίησης, κάτι ανάλογο με την μπρεχτική Verfremdung. Εκκινεί όπως έκανε και σε παλιότερες προτάσεις του, από τα realia: Φωτογραφίες, ονόματα των θυμάτων, ανταποκρίσεις, κείμενα, μακέτες βομβαρδισμένων πόλεων και ποικίλο ακόμη πραγματολογικό υλικό.Εδώ ο καλλιτέχνης δεν λειτουργεί ως γκουρού ή θαυματοποιός αλλά υιοθετεί τον ρόλο πολεμικού ρεπόρτερ ή καλύτερα ιστοριοδίφη. Ώστε το αποτέλεσμα της εργασίας του να είναι "αντικειμενικό", αντισυναισθηματικό δηλαδή αμείλικτο και ο θεατής να καταστεί συμμέτοχος της ευρύτερης, κοινωνικής ευθύνης. Γιατί αν το έργο τέχνης δεν είναι σε θέση να κάνει τον άνθρωπο περισσότερο άνθρωπο, τότε διερωτώμαι ποιον άλλο λόγο ύπαρξης διαθέτει. Ο Στάμος μιλάει τώρα για "Γεωγραφία" όπως μιλούσε παλιότερα για "Μεταναστεύσεις". Ο πληθυντικός και στις δύο περιπτώσεις σηματοδοτεί τις διαφορετικές οπτικές γωνιές, τις αντίθετες πολιτικές στιβάδες, τα συγκρουόμενα, πολιτικά συμφέροντα. Ο κόσμος μας είναι ένας και συγχρόνως πολλοί και η εποχή μας εξαιρετικά σημαντική και λόγω των ακροτήτων που την χαρακτηρίζουν αλλά και λόγω της απελπισίας που γεννάνε τα ποικίλα αδιέξοδα που έχει συσσωρεύσει.
Ποιο θα είναι το αύριο ενός πλανήτη συλημένου, υπερθερμασμένου, δηλητηριασμένου από την μόλυνση πραγματική και συμβολική ενός καλπάζοντος, ληστρικού καπιταλισμού, με εκρηκτική την πληθυσμιακή αύξηση και αντίστοιχη απομείωση των φυσικών πόρων; Ποιο είναι το αύριο σε έναν κόσμο όπου η εξουσία και ο πλούτος συγκεντρώνονται σε μια αισχρή μειοψηφία ενώ οι θηριώδεις πλειοψηφίες θα λιμοκτονούν; Πόσες και ποιες γεωγραφίες μπορούν να χωρέσουν αυτόν τον παραλογισμό;

Ο Στέργιος Στάμος και παλιότερα καταπιάστηκε με την εικαστική αποτύπωση μιας Ελλάδας που καταρρέει. Με τις θάλασσες της να έχουν καταστεί νεκροταφεία αθώων και την ενδοχώρα της πεδίο βολής του διεθνοποιημένου, τυχοδιωκτικού κεφαλαίου. Και αυτή τη φορά ο προβληματισμός της πρότασης του συνδέει το παγκόσμιο με το τοπικό  και αντίστροφα. Η  ελληνοπρεπής "μπουγάδα" με τα ματωμένα χαρτιά και τα άπλυτα ενός βρώμικου κόσμου- τόσο συμβολική όσο και ρεαλιστική-  παραπέμπει έμμεσα στη μπουγάδα που έστησε ο Βλάσης Κανιάρης το 1979-80 εντός του πρώην παγοποιείου ΦΙΞ και στο συνταρακτικό έργο του "Hélas- Hellas", ο ζωγράφος και το μοντέλο του". Ο Στάμος συνεχίζει αυτή την υποβλητική ελεγεία για τα πάθη του τόπου και τα πάθη του κόσμου με ένταση αλλά και λιτότητα. Με λιτότητα αλλά και με ένταση σε τρόπον ώστε ο υπόκωφος θρήνος των εικόνων του να καταστεί κραυγή. 

Μάνος Στεφανίδης
 5/5/2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου