Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Βομβίδια πολιτιστικής αφασίας

  • Η πιο ηλίθια διαφήμιση, η πιο προκλητική: Mega μου. Από που και ως που το Mega του Μπόμπολα, του Ψυχάρη και των διαπλεκόμενων δημοσιογράφων και των τουρκικών σίριαλς είναι Mega μου; Εκτός κι αν σκοπεύουν να μας φορτώνουν και τα χρέη του.

  • Όσο περισσότερο γνωρίζω πρόσωπα και πράγματα της τοπικής αυτοδιοίκησης, τόσο πείθομαι πως πρόκειται για το διαχρονικά πιο διεφθαρμένο τμήμα του ελληνικού δημοσίου. Και μάλιστα με την ομόθυμη συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών: εργολάβοι, κτηματομεσίτες, κατασκευαστές, έμποροι και δικηγόροι, καταλαμβάνουν τα σχετικά αξιώματα "συνεργαζόμενοι" με τις κατά τόπους εφορίες, πολεοδομίες, αστυνομίες, δικαστήρια, κλπ. Στις Κυκλάδες για παράδειγμα, πάλαι ποτέ αμαρτωλό βασίλειο του προϊσταμένου πολεοδομίας Σύρου, Τήνου και Μυκόνου, κ. Μπουντούρη, ξέρω αντιδήμαρχο με καταπατήσεις, παράνομα τριώροφα και ανάλογες συναλλαγές με ψηφοφόρους του. Το ζήτημα είναι ότι την ευθύνη για την ανάρρηση αναξίων στα δημοτικά αξιώματα την φέρουμε όλοι εμείς, ο δημοκρατικός και αδούλωτος λαός.

  • Άσχετο: τι έγινε με το Πικάσο της Πινακοθήκης, βρέθηκε ή ακόμα;

  • Διαπλοκή όμως δεν συμβαίνει μόνο στην τοπική αυτοδιοίκηση ή στη κεντρική πολιτική σκηνή. Διαπλοκή έχουμε και στο χώρο του πολιτισμού με πολλούς μαικήνες ή επικεφαλής πολιτιστικών ιδρυμάτων να διαγκωνίζονται για τον έλεγχο, συμβολικό ή πρακτικό, του πολιτιστικού τοπίου διεκδικώντας ανάλογα πολιτικά ή οικονομικά οφέλη σύμφωνα με την παράδοση του αείμνηστου Χρήστου Λαμπράκη. Υπάρχει πάντως ένα ίδρυμα το οποίο ξεχωρίζει για την ανιδιοτέλεια, την έλλειψη φαβοριτισμού και σκοπιμοτήτων, αλλά και την ανεξιθρησκεία ως προς τις καλλιτεχνικές επιλογές. Πρόκειται για το Ίδρυμα Μιχάλη Κακογιάννη στην Πειραιώς. Έναν χώρο ανοιχτό στις πιο διαφορετικές προτάσεις, καθόλου βεντετίστικο ή σνομπ, αλλά άκρως επαγγελματικό και αποτελεσματικό. Και να σκεφτεί κανείς ότι και τα οικονομικά του είναι περιορισμένα, και το προσωπικό του ολιγομελέστατο (αν και πάντα εξυπηρετικότατο).

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

Η εποχή του χάους, δηλαδή των εικόνων




"Θέλετε να δείτε ένα βίντεο με το σκοτωμό του ξαδέλφου μου;"  "Εδώ, στη Συρία, οι πάντες φιλμάρουν τα πάντα". Ποτέ άλλοτε σύγχρονος πόλεμος  ούτε εκείνος στη Βοσνία, ούτε αυτός στο Ιράκ, δεν είχαν τόσο πολύ, τόσο πολλαπλασιαστικά καταγραφεί οπτικά όπως τώρα στη Συρία, διαπιστώνει ρεπορτάζ του Le Monde στις 15/6/2013. Τα κινητά και οι βιντεοκάμερες και των δυο αντιμαχομένων δίπλα στα πολυβόλα απαθανατίζουν ό, τιδήποτε κινεί την περιέργεια οποιουδήποτε. Ποτέ άλλοτε ένας πόλεμος δεν είχε μεταφερθεί στη ψηφιακή πραγματικότητα σε τόσες απειράριθμες εκδοχές των αληθινών συμβάντων και μάλιστα από τους ίδιους τους εμπλεκόμενους: μαχητές, πολίτες, θύματα, δήμιους. -"Θέλετε το βίντεο του νεκρού μου ξαδέλφου;" ρωτάει τη γνωστή από την πεντάμηνη ομηρία της στο Ιράκ, δημοσιογραφο Florence Aubenas ένας νεαρός έξω από την Χομς προτείνοντάς της το κινητό του. Ούτως ή άλλως το επεισόδιο έχει ανεβεί ήδη στο YouTube ανάμεσα σε χιλιάδες ανάλογα. Το καθεστώς των Άσαντ ήταν ανέκαθεν εχθρός της εικόνας επιτρέποντας μόνο ό, τι το ίδιο προπαγάνδιζε. Όταν το 1982, για παράδειγμα, ο στρατός κατέπνιξε κίνημα των Αδελφών Μουσουλμάνων στη Χάμα, σκοτώνοντας περίπου 20000 εξεγερμένους, δεν εμφανίστηκε δημόσια ούτε μια φωτογραφία εκτός από μερικές εικόνες ερειπίων στο κέντρο της πόλης. Άρα το γεγονός εκείνο, σύμφωνα με την ισχύουσα πλέον αξιακή πρακτική, σχεδόν δεν συνέβη για τον ιστορικό του μέλλοντος. Εφόσον δεν βάφτηκε με αίμα ούτε ένα βίντεο-ντοκουμέντο. Και εφόσον δεν συγκλόνισε κανέναν άλλο στο παγκόσμιο χωριό πλην των άμεσα εμπλεκομένων. Και των γυναικών που έμειναν πίσω για να θρηνούν. Σκέφτομαι πως η συγγραφή της ιστορίας είναι πια κάτι πολύ διαφορετικό σε σχέση με ό, τι ήταν μέχρι σήμερα.  Ο Σαάντ Σουλιμπί από το Ντέιρ Εζόρ, στην ανατολική Συρία, ποζάρει στο φακό του le Monde κραδαίνοντας στο δεξί χέρι ένα ημιαυτόματο και στο αριστερό μια βίντεο κάμερα. Ο ίδιος δηλώνει: "Βιντεοσκοπώ τις μάχες αλλά αν μου ρίχνουν, τους ρίχνω κι εγώ". Ο Marc Bloch, κεντρικός ιστορικός των Annales, ήρωας της γαλλικής αντίστασης, εκτελεσμένος από τους Ναζί στις 16 Ιουνίου του 44, γράφει στο κλασικό του βιβλίο "Apologie pour l'histoire" : "Η κριτική μιας μαρτυρίας, εφόσον ασχολείται με ψυχικές πραγματικότητες θα παραμένει πάντα μια λεπτή τέχνη." (Απολογία για την ιστορία, Εναλλακτικές Εκδόσεις, μτφρ. Κώστας Γαγανάκης, σ. 127). Απλοϊκή, λεπτή ή όχι, η εντύπωση του εξεγερμένου πλήθους στη Συρία είναι πως η εικόνα έχει την δύναμη να αλλάξει τα πάντα. Αφού πρώτα καταμετρήσει ψυχρά και επακριβώς το χάος...  

ΥΓ.1 Ένδον σκάπτε! Που θα πει τους νεκρούς αλάφρωνε (απ´ το χώμα τους).  
ΥΓ.2 Ποιο θα είναι αύριο το μεγάλο έργο τέχνης; Μήπως θα είναι στηριγμένο στη μαρτυρία ενός κινητού; Άρχισε να δημιουργείται ήδη; Κάποτε το αίμα που κυλούσε στις μάχες γινόταν έπος, τραγωδία, μυθιστόρημα. Πότιζε τους στίχους της "Ιλιάδας" ή των "Περσών", γέμιζε τις σελίδες στο "Πόλεμος και Ειρήνη". Σήμερα απλώς καταγράφεται σ'ένα βίντεο και η δικαίωσή του εξαρτάται από το πόσοι θα το χαζέψουν σε μια οθόνη. 15000 like; Ήδη αυτό αποτελεί ένα ιστορικό προηγούμενο.  Όμως οι αριθμοί δεν ανασταίνουν ανθρώπους. Απλώς καταμετρούν πόσοι αφανίζονται. 
ΥΓ. 3 Μερικά ακόμα στοιχεία που δεν τα θεωρώ άσχετα: Ο Ροσίνι σταμάτησε να γράφει όπερες λίγο πριν από τα 40 του χρόνια ενώ έζησε άλλα τόσα, και ο Τσέζαρε Παβέζε αυτοκτόνησε στα 42 του απογοητευμένος από την εποχή του και το κομφορμιστικό της πνεύμα. Αμφότεροι ξεμπέρδεψαν ευδοκίμως τη σχέση τους με την τέχνη χωρίς περιττές επαναλήψεις ή την αγωνία του γεροντικού στυλ. Κατά περίεργο τρόπο, το έργο τους είναι συγχρόνως αισθητική πρόταση και ιστορική μαρτυρία. Πολύτιμα και τα δυο για μας σήμερα. Πάντως, για κάθε Ροσίνι και ο Παϊζιέλο του αλλά και ο Μότσαρτ ή ο Βέρντι. Πράγμα που θα πει, όπως συχνά επαναλάμβανε και ο Γιάννης Τσαρούχης: "Ας κάνει ο καθένας μας τη δουλειά του όσο καλύτερα, όσο πιο ρηξικέλευθα μπορεί, κι ας αφήσουμε την ιστορία να κάνει τη δική της." 

Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013

Γράμμα από την εξοχή.

Αγαπητές φίλες, αγαπητοί φίλοι,

-Τι πρέπει να κάνουμε; -Τι μπορούμε να κάνουμε;

Φοβάμαι πως προσποιούμαστε πίσω από μισές αλήθειες, δηλαδή ολόκληρα ψέματα, καθόλου συμφιλιωμένοι με τις φοβίες μας, ελάχιστα ταπεινοί αν και καταφανώς ταπεινωμένοι, εμπρός στις αντιξόοτητες που μας υπερβαίνουν.
-Μπορούν τα κείμενα να αλλάξουν σε κάτι αυτό τον εξευτελισμένο κόσμο;
Προσωπικά φοβάμαι πως όχι.
-Τότε γιατί γράφουμε; -Γιατί εμπλεκόμαστε σε αυτή τη περιπέτεια είτε ως γραφιάδες κατ´ επιλογήν είτε ως υποψιασμένοι αναγνώστες (πράγμα που σημαίνει συνενοχή);
Για τους ίδιους λόγους που οι ναυαγοί πετάνε μποτίλιες στο πέλαγος. Συνυπάρχουν ισόποσα ο ναρκισσισμός και η απελπισία σε αυτή την ενέργεια. Η πατρίδα μας -δηλαδή εμείς οι ίδιοι που έχουμε πάψει προ πολλού όχι να είμαστε νέοι αλλά να νοιώθουμε νέοι- σκοτώνει τα παιδιά της μεθοδικά, χρόνια τώρα. Χωρίς κατ´ ουσίαν καμία αντίδραση. Λες και αυτός ο φόνος δεν μας αφορά. 
-Πού είναι οι "αγανακτισμένοι",  η πνευματική ηγεσία, οι "επαναστάτες", οι εχέφρονες πολίτες, οι γονείς έστω; 
Μοιάζουμε όλοι βολεμένοι στο προσωπικό μας κελί ασφαλείας. Σαν τον Τσοχατζόπουλο, το μόνο, εν τέλει, καταγέλαστο όσο και αξιολύπητο  λόγω folie des grandeurs "θύμα" της σαραντάχρονης κομματίλας. Γεροντοκρατία, αναξιοκρατία, μετριοκρατία -Άδωνι καλημέρα-, κατ´ ευφημισμόν δημοκρατία, με τα ίδια και τα ίδια πρόσωπα να μας τυραννούν και ως εικόνες και ως αντιλήψεις, βαθύτατος συντηρητισμός και από δεξιά και από αριστερά,  ναι σε όλα για να μην αλλάξει τίποτε, ευκολίες, εκπτώσεις ιδεών και προγραμμάτων, κερδίζουμε χρόνο όχι για να λύσουμε αλλά για να απωθήσουμε τα προβλήματα που πάντως μας πνίγουν.  Με τις ενδεχόμενες λύσεις είναι να συχνά χειρότερες από τα προβλήματα τα ίδια. 
-Από που πρέπει να αρχίσει κανείς;
Ασφαλώς από την παιδεία, την τυπική και την ουσιαστική. Κατόπιν από τις μεταξύ μας σχέσεις, τις τυπικές και τις ουσιαστικές. Από την καλήμερα που αρνούμαστε στο διπλανό μας. Από το χαμόγελο προς τον γείτονα. Δηλαδή από τα πιο απλά. Από το χέρι βοηθείας σε αυτόν που βρίσκεται σε αδυναμία. Από την αυτοοργάνωση. Αυτό, δηλαδή, που υπήρξε ανέκαθεν, ιδιαίτερο, συλλογικό μας γνώρισμα και παράδοση. Δεν πιστεύω πια στις επαναστάσεις ούτε και στους επαγγελματίες της επανάστασης. Κυρίως σε αυτούς που την επαγγέλλονται αβρόχοις ποσίν. Χωρίς αστική τάξη αλλά με μικροαστικές, πολιτικές ηγεσίες και νεόπλουτους ολιγάρχες, χωρίς εργατική τάξη αλλά με έναν μαλλιαρό συνδικαλισμό και με εκατοντάδες χιλιάδες απολυμένους ο τόπος μοιάζει να μην διαθέτει κοινωνική ραχοκοκαλιά.  Τη ζωή μας κυβερνούν θρασύδειλα ανθρωπάρια που παίρνουν πόζες σχετικά με ό, τι βαθύτατα αγνοούν. "Πάθος-μάθος" έλεγαν οι παλιοί, κι εμείς έχουμε ακόμα να πάθουμε μήπως και κάποτε μάθουμε.

ΥΓ. Όσο για την απώλεια τις εργατικής τάξης στις κοινωνίες τις τριτογενούς οικονομίας, μικρό το κακό. Σε μας όμως; Δεν μας επιτρέπεται μια τόσο αντιπαραγωγική πολυτέλεια. Να παράγουμε 500 θεολόγους περίπου το χρόνο αλλά όχι μηχανοδηγούς ή εξειδικευμένους εργάτες. Προσωπικά βλέπω μόνο εργαζόμενους, ενώ εργάτες είναι οι μετανάστες που δουλεύουν εποχιακά π.χ. στη Βέροια σε εργασίες που δεν συμφέρει να τις εκτελούν ελληνικά χέρια. Από την άλλη, το δημοσιοϋπαλληλικό πνεύμα κυριαρχεί παντού, όχι μόνο στους διορισμένους  της πρώην ΕΡΤ, αλλά και σε εκείνους τους αγρότες που ζουν ακόμα με το όνειρο της επιδότησης. Είμαι γιος εργάτη. Ο πατέρας μου ήταν τορναδόρος σε μηχανουργείο στο Κερατσίνι. Αργότερα ταξίδεψε με ευεργετικό σε γκαζάδικα. Διερωτώμαι αν υπάρχουν ακόμα εκείνες οι ειδικότητες κι αν οι ηγεσίες της αριστεράς έχουν αντίστοιχα βιώματα και ανάλογη καταγωγή ώστε να ομιλούν έγκυρα εξ ονόματος της εργατικής τάξης. Από την μικρό-μεσοαστική ηγεσία της αριστεράς λείπει σήμερα ένας Αντώνης Αμπατιέλος ή ένας Μήτσος Κωστόπουλος. Ίσως για αυτό η πελατεία τους είναι μάλλον οι δημόσιοι υπάλληλοι και ιδιαίτερα εκείνοι που καλύπτονται από συνδικαλιστική ομπρέλα.



19/7/2013

Μάνος Στεφανίδης   

Τα χρεόγραφα του Θεού


Ο Σαβοναρόλα γιγαντώθηκε 
όταν κατέρρευσε η τράπεζα των Μεδίκων.
Γκρίζα Φλωρεντία του 1494,
ενοχικοί πίνακες του Μποτιτσέλλι,
μια τέχνη που ντρέπεται για
την ύπαρξη της κι ένας Θεός να σε πατάει
στο στήθος με το δεξί Του γόνατο.
Η χαρά της ζωής να γίνεται 
τύψη. Βγάλε αμέσως τα βελούδινα
φόρεσε ράσο και εξομολογήσου.
Πάντα όταν καταρρέει μια τράπεζα
- όπως κακή ώρα η Lehman Brothers-
οι πάντες καμώνονται πως μετανοιώνουν
για την τρυφή του βίου τους
ενώ οι θρησκόληπτοι παίρνουν θάρρος, 
ταυτίζουν τον Θεό τους με χρεόγραφα
και κακαρίζουνε χαιρέκακα:
-Είδατε που σας τα λέγαμε;

Χειρωναξίες


Όσο περισσότερο ελεεινοί είστε, τόσο το καλύτερο.
Ζακ Λακάν


Η μοναδική χειρωνακτική διαδικασία, συν άσκηση, συν γυμναστική, των περισσοτέρων από εμάς είναι να μεταφέρουν τις σακούλες του σουπερμάρκετ στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου και από κει στο ψυγείο. Το ψυγείο! Ένα μικρό, ιδιωτικό μουσείο με πολύτιμα εκθέματα στη κουζίνα σου. Το ανοίγεις και σε τυφλώνει ολοζώντανο και λαμπερό το σημαίνον της ευτυχίας. 
Ανάλογα χειρώνακτες είναι και οι πλείστοι πολιτικοί μας, εκτός της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ (θα καταλάβετε γιατί). Ασκούνται καθημερινά και συστηματικά στο να δένουν τη γραβάτα τους. Μην το θεωρείτε απλό. Για να παραφράσω τον Όσκαρ Ουάιλντ, είναι συχνά το πιο σοβαρό πράγμα που κάνουν στην διάρκεια μιας ολόκληρης μέρας. Εκτός βέβαια και αν πρέπει να επισκεφθούν τον κουρέα τους. 


ΥΓ. Η γραβάτα του κ. Βενιζέλου! Χάρμα ιδέσθαι. Αρκούντως μακριά για να τον περιβάλλει όλον και αρκούντως λεπτή ώστε να μην τον χοντραίνει. Παρεμπιπτόντως ο αντιπρόεδρος δεν τολμάει να εμφανιστεί δημοσίως γιατί οι αγνώμονες πολίτες τον γιουχάρουν. Στη Κρήτη ματαίωσε δυο ομιλίες. Όπως πάνε τα πράγματα σε λίγο θα εμφανίζεται άνετα μόνο στο Mega.  

Πέμπτη 4 Ιουλίου 2013

Για τη Γιάννα Δασκαλάκη-Αγγελοπούλου

Ήμουν από τους πρώτους που μυκτήριζα τη νέα “Μεγάλη Ιδέα” των Ολυμπιακών Αγώνων προφητεύοντας την κατασπατάληση πριν το γεγονός και το χάος μετά. Δεκάδες τα επικριτικά ή σαρκαστικά κείμενά μου στο περιοδικό Αντί και την Ελευθεροτυπία, ήδη από τη δεκαετία του '90. Επίσης, αργότερα, η αρνητική μου κριτική στρεφόταν και προς την ίδια την κυρία Γιάννα Αγγελοπούλου λόγω της εμπλοκής της στη διοργάνωση. Με αποκορύφωμα μιαν εκπομπή της ΕΡΤ στην οποία σατίριζα την τελετή αφής της Ολυμπιακής φλόγας στο Παναθηναϊκό Στάδιο (ο προκλητικός μου λόγος, μάλιστα, στάθηκε τότε αφορμή να με κόψει επί πέντε χρόνια η κρατική τηλεόραση, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα). 
Όμως εκ των υστέρων οφείλει κανείς να παραδεχτεί ότι η Γ.Α. διεκπεραίωσε με απόλυτη επιτυχία μια πολυεπίπεδα δύσκολη εργασία που άλλοι επεδίωξαν, σχεδίασαν και της ανέθεσαν σχεδόν τελευταία στιγμή. Επίσης σε ολόκληρο το πανελλήνιο δε θα βρεθεί ένας να ισχυριστεί πως η Γιάννα καταχράστηκε έστω και ένα ευρώ. Το αντίθετο μάλιστα. Ελπίζω λοιπόν να δικαιολογήσετε την αηδία που νιώθω τον τελευταίο καιρό διαβάζοντας έμμεσα ή άμεσα, επικριτικά σχόλια όχι μόνο για το πρόσφατο βιβλίο της κυρίας Γ.Α. αλλά για την πολιτεία της κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων Και μάλιστα από πρόσωπα που τότε την έλειχαν ξεδιάντροπα ή καρπώνονταν ποικίλα οφέλη από τη θέση της. Τελικά νομίζω πως η αντιπάθεια προς τη Γιάννα οφείλεται κυρίως στην υπαρξιακή ζήλια που νιώθουν ένιοι των συμπολιτών μας γιατί η ίδια είναι πολύ πλούσια και πολύ επιτυχημένη. Το αστείο μάλιστα είναι πως οι όψιμοι υβριστές της διεκδικούν και εύσημα αριστεροσύνης. Πάντως, αγαπητοί φίλοι, αριστερός δεν είναι εκείνος που ζηλεύει τον πλούτο του διπλανού αλλά αυτός που περιφρονεί υπαρξιακά και τον πλούτο και το lifestyle και την επίδειξη. Ονειρεύομαι, ως εκ τούτου, μια εποχή που ιδιότητα του νεόπλουτου θα ακούγεται σχεδόν ως ψόγος και που οι άνθρωποι θα αμιλλώνται για ουσιαστικότερα και διαρκέστερα αγαθά. 
Ας κλείσω με προσωπικό τόνο όπως και άρχισα: Παρά τα όσα είχα γράψει και είχα πει τότε, η κυρία Γ.Α. μου ζήτησε να συμμετάσχω στη δημιουργία μιας διαφορετικής, τόσο αισθητικά όσο και ιδεολογικά, εφημερίδας υπό τους Αντώνη Παπαγιαννίδη και Σεραφείμ Κοτρώτσο. Το πείραμα στάθηκε ολιγόζωο, η εφημερίδα έκλεισε, αφού πρώτα αποζημίωσε τους πάντες κι αφού εγώ πρόλαβα να βγάλω τους εννέα από τους δέκα τόμους της δεύτερης έκδοσης του Ελληνομουσείου. Τόμους που η ίδια ύστερα διέθεσε ως προσφορά σε διάφορα σχολεία της χώρας καθώς και στο Μουσείο Μπενάκη. Ελπίζω λοιπόν να συμφωνείτε ότι τουλάχιστον η Γιάννα μάς χάρισε αυτό το μυθικό και λίαν αισιόδοξο 2004. Τότε που όλοι, είτε φωναχτά είτε υπόρρητα, καμαρώναμε για την πατρίδα μας. Για την κατοπινή κατρακύλα, τους απλήρωτους ακόμη λογαριασμούς και την κομματική κοροϊδία, θα πρέπει να ψάξουμε τους πρωταίτιους αλλού. -Βρίζει, όμως, στο βιβλίο της το πολιτικό προσωπικό; Τόσο το καλύτερο! Είναι η ίδια αλαζόνας και υπεροπτική; Ο αναμάρτητος πρώτος... Δεν συμπαθεί τον Βενιζέλο; Ούτε εγώ!

Περί Νταλάρα άρα μάρα


Το αναδημοσιεύω λόγω επικαιρότητας
Φωτο από Wonder Jlaw Wall!




Τι επιδιώκει σήμερα ο Νταλάρας με τις συναυλίες αλλά και με τις συνεντεύξεις του μετά από τα γιαουρτώματα; Τίποτε περισσότερο από το να μας πει πως “ Είμαι ακόμα εδώ” ή “Μη με ξεχνάτε” ή “Έχω ακόμα κάτι να προσφέρω “...
Ε, λοιπόν, αγαπητέ Νταλάρα, δεν είσαι πια εδώ, είσαι προ πολλού αλλού και δεν μπορείς πλέον ούτε να δώσεις ούτε να πεις τίποτα. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια. Απεδείχθης ο τέλειος διπλωμάτης του εαυτού σου, έφτιαξες με τη σύζυγό σου την ιδανική πολιτιστική εταιρία και έγινες εσύ, το λαϊκό παιδί από τη Κοκκινιά, νευραλγικό κομμάτι του κυρίαρχου δήθεν που ταλανίζει τη χώρα από τη Μεταπολίτευση ως σήμερα. Δυστυχώς και για σένα και για όλους εμάς που κάποτε σε τραγουδήσαμε, ξεπάγωσε η τσιμινιέρα και τα παραπονεμένα λόγια έγιναν ευκοίλια στον οχετό του λαϊκισμού που μας πλημμύρισε. Κι εσύ, όπως και ο Σαββόπουλος, κι ο Μικρούτσικος κι ο Τσόκλης, κι ο Φυντανίδης, κι ο Τσουκαλάς, κι ο Βέλτσος, κι ο Ράμφος, κι ο... πήγατε και με τον Αστυφύλακα και με τον Χωροφύλακα παίζοντας εν ου παικτοίς, και με την εξουσία και με την συμπεφωνημένη αμφισβήτησή της. Ανάμεσα σε όλους αυτούς, τους επαγγελματίες “αριστερούς” και τους “προοδευτικούς” επειδή αυτός ήταν ο κυρίαρχος συρμός, εσύ είσαι ασφαλώς, λόγω καταγωγής, ο περισσότερο αθώος. Στο κάτω κάτω, η φωνή σου, από τη χούντα έως σήμερα, τραγούδησε τα πάντα και αρκετά επιτυχημένα: ρεμπέτικα, λαϊκοέντεχνα, λάτιν, Μίκη, Μάνο (παρά τις αισθητικές του αντιρρήσεις), Di Meolla, Sting, Paco de Lucia, Bregovic, αρχοντορεμπέτικα, Πυξ Λαξ, Κατσιμιχαίους, Missa Creola, Χειμερινούς Κολυμβητές κλπ, κλπ. Κι όλα αυτά ισοπεδωμένα κάτω από το ίδιο ψευδοεπικό, ψευδολυγμικό ύφος. Τις μάθαμε πια αυτές τις καλλιτεχνικές πονηριές, τις βαρεθήκαμε. Σε είπανε καθ' υπερβολήν, και ίσως από ζήλια Ντολάρα, Μαγάρα, κα. Όμως τι θα μείνει απ΄ όλα αυτά; Τι και ποιον θα τραγουδάνε οι γενιές αύριο; Νομίζω πως μόνο τον Παγιουμτζή, τον Καζαντζίδη, τον, αδικημένο, Γαβαλά, τον Μπιθικώτση, τη Νίνου, τη Γκρέυ, τον Ξυλούρη. Από σένα θα μείνει μόνο η βλάσφημη φράση του Χάρρυ Κλυνν “Δεν μας χέζεις ρε....” και η διαμάχη σου με τον Τζιμάκο. Μηντιακά δηλαδή πράγματα. Δυστυχώς για σένα εκπροσωπείς μιαν εποχή που τελείωσε δραματικά και με πάταγο. Είσαι κι εσύ ένα κομμάτι της “προοδευτικής” σόουμπιζ που έβαλε το χεράκι της για να απαξιωθεί ακόμα περισσότερο η σοβαρή μουσική σε αυτό τον τόπο και να γιγαντωθούν οι λαϊκοέντεχνες μετριότητες που εξακολουθούν ακόμη να ασχημονούν μελοποιώντας Σολωμό και Καβάφη, ή ευτελίζοντας με τη μουσική τους το ιερό έργο του Χαλεπά. Άρα εις μάτην οι δωρεάν συναυλίες σου στα λαϊκά προάστια εφόσον η πολιτική καριέρα της Άννας τελείωσε άδοξα με την αποχώρηση του Forrest ΓΑΠ και του προσωπικού του θιάσου από την εξουσία. Έχει ήδη ξεκινήσει μια καινούργια εποχή. Με επώδυνες προοπτικές αλλά με κάποια ψήγματα αισιοδοξίας στο βάθος του ορίζοντα. Κατά την άποψη μου θα έπρεπε να διαλέξεις τη σιωπή αντί της φασαριόζικης υστερίας και της αυτοπροβολής. Σε αυτή την νέα εποχή, δεν θα πρωταγωνιστήσεις. Δικαιοσύνη...

ΥΓ.
Ενδεχομένως όταν τελειώσουν τα CD του Πάριου από τη Real News, να υπάρξει χώρος και για κάποια νοσταλγία του τύπου “Μου ξανάρχονται ένα ένα χρόνια δοξασμένα”. Εξάλλου επίκειται και η 25η Μαρτίου και τέτοια άσματα προσφέρονται για την επέτειο.

Τετάρτη 3 Ιουλίου 2013

Athens Voice Περί κακών ηγεσιών

Μπορεί η Σώτη μερικές φορές να μιλάει επί παντός επιστητού ή να τσιρίζει γεροντοκορίστικα, αλλά μερικές φορές κάνει διάνα. Ιδού η απόδειξη (αφήστε που τα λέει πιο καλά από τον Βαρουφάκη):

Από την Σώτη Τριανταφύλλου

Περί κακών ηγεσιών

Οι μαρξιστές –αυτό το ιστορικό είδος των control freaks– πιστεύουν πως τίποτα δεν είναι τυχαίο, πως όλες οι κοινωνικές εξελίξεις οφείλονται σε νομοτέλειες, στις οποίες συγκαταλέγονται οι οργανωμένες συνωμοσίες της άρχουσας τάξης. Ωστόσο, το τυχαίο είναι ισχυρότερο από μας – και καθώς δεν το αναγνωρίζουμε προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε με επιστημονικούς όρους ακόμα και όσα δεν μπορούν να ερμηνευτούν παρά μόνο μέσω της ανθρώπινης βλακείας.
Yπάρχουν, όπως γράφουν συχνά οι δημοσιογράφοι, «καλύτερα» και «χειρότερα» σενάρια, υπάρχουν ευεργετικές και καταστροφικές περιπτώσεις ανθρώπων που βρέθηκαν στην εξουσία, που εμφανίστηκαν στον κατάλληλο τόπο την κατάλληλη στιγμή ή στον κατάλληλο τόπο την ακατάλληλη στιγμή. Πρόκειται για φαινόμενο sliding doors: αν η πόρτα άνοιγε νωρίτερα κάποιος άλλος θα αναδυόταν, αν η πόρτα άνοιγε αργότερα...
Πέραν των ακραίων περιπτώσεων –του Χίτλερ, για παράδειγμα, που θεωρείται ο χειρότερος ηγέτης όλων των εποχών (μολονότι υπάρχουν κάμποσοι που διεκδικούν τη θέση)– η κακή ηγεσία αποτελεί συνδυασμό αναπόδραστων «νομοτελειών» και απλής, κακής τύχης. Υπό αυτή την έννοια, οι κακές ελληνικές ηγεσίες δεν είναι ούτε το εύλογο αποτέλεσμα των συνθηκών, ούτε ένα προϊόν της μοίρας, αλλά μια περίπλοκη συνύφανση ιστορικών δεδομένων και τυχαίων γεγονότων. Λόγου χάρη, το φαινόμενο του σοσιαλιστικού λαϊκισμού που παρατηρήθηκε με τον Ανδρέα Παπανδρέου δεν ήταν αναπόφευκτο και απολύτως δικαιολογημένο από ιστορική άποψη, όπως δεν ήταν αναπόφευκτος, προσφάτως, ο παραγκωνισμός του Ντομινίκ Στρος-Καν από το ΔΝΤ και από τη γαλλική πολιτική σκηνή. Η ιστορία δεν είναι ακριβής επιστήμη όπως τα μαθηματικά και η χημεία.
Εξάλλου, οι κακές ηγεσίες είναι ο κανόνας και οι καλές είναι η εξαίρεση. Απλούστατα, το κοινωνικό σύστημα, ιδιαίτερα στη Δύση, έχει υποστεί τόσες αναβαθμίσεις και επανορθώσεις ώστε φαίνεται να διαθέτει μηχανισμούς feed-back και, μέσω των θεσμών, να προχωρεί όπως το τρένο στη σιδηροτροχιά. Το πρόβλημά μας στην Ελλάδα –να πού θέλω να καταλήξω– είναι ότι οι κακές ηγεσίες είναι ακόμα πολύ σημαντικές διότι δεν υπόκεινται σε ζωντανούς θεσμούς· τα πρόσωπα παραμένουν ισχυρότερα από τους θεσμούς. Αυτές οι ηγεσίες είναι, όπως προαναφέρθηκε, συνδυασμός αντικειμενικών συνθηκών και φαινομένου sliding doors.


Σήμερα παρατηρείται σχεδόν ολόκληρο το πακέτο της παροιμιώδους κακής ηγεσίας: ανικανότητα/αναρμοδιότητα, συντηρητισμός/φόβος έναντι της προόδου, έλλειψη αυτογνωσίας και αναγνώρισης των λαθών, αδιαφορία/αναισθησία, διαφθορά, φατριοποίηση (αυτό που ονομάζεται insular leadership: «τα δικά μας τα παιδιά»), οκνηρία, ψευδολογία. Όλα αυτά δεν συνιστούν απαραβίαστη νομοτέλεια· αντιθέτως, μπορούν να ανατραπούν αν μεταλλαχθούν οι «κακοί οπαδοί» που βρίσκονται σε διαλεκτική σχέση με τους κακούς ηγέτες.
Υπάρχει εξίσωση στην ηγεσία: οι κακοί ηγέτες δεν είναι οι μοναδικοί ένοχοι της κάθε επιδεινούμενης κατάστασης. Οι ηγέτες έχουν ανάγκη οπαδών: ακόμα και οι χειρότεροι εγκληματίες της εξουσίας διέθεταν ισχυρά λαϊκά ερείσματα. Το να διαμαρτυρόμαστε για τις κακές ηγεσίες αλλά να δίνουμε δίκιο σε όσους τις αναδεικνύουν αποτελεί σφάλμα της λογικής.


Εντοπίζω συχνά διάφορα αλλόκοτα άτομα που έχουν καταλάβει θέσεις εξουσίας –από την ελληνική κυβέρνηση μέχρι το ΔΝΤ– και αναρωτιέμαι από πού έρχονται, ποια τυχαία κατάσταση τους τοποθέτησε εκεί, ποιος τους στηρίζει, τι καλύπτει την ασχετοσύνη τους: εγωκεντρικοί απατεώνες, ψυχαναγκαστικοί ψεύτες, εξουσιομανείς αγράμματοι, σεξομανείς νάρκισσοι... Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι έχει σίγουρα πολλούς εχθρούς αλλά δεν βρέθηκε στην κορυφή της ιταλικής εξουσίας μέσω πραξικοπήματος· το ίδιο ισχύει για πολλούς πολιτικούς που θεωρούνται είτε «αντιπαθητικοί» όπως ο Νικολά Σαρκοζί, είτε καταστροφείς και παταγωδώς αποτυχημένοι όπως ο Γιώργος Παπανδρέου.
Είναι εύκολο να διακρίνει κανείς την ανηθικότητα του Χίτλερ, του Στάλιν, του Πολ Ποτ, του Μουγκάμπε, του Μποκάσα ή του Καντάφι. Το δυσκολότερο είναι να διακρίνει τους δράστες των μεγάλων οικονομικών κρίσεων και της κακοδιαχείρισής τους στα πλαίσια των δημοκρατικών κοινωνιών: στο δημοκρατικό πολίτευμα οι κακές ηγεσίες δεν σκοτώνουν μαζικά, αλλά, με τη συναίνεση των κακών οπαδών επιδίδονται σε οικονομικές φρικαλεότητες, οι οποίες ουδόλως αποτελούν φυσιολογικό στάδιο της ιστορίας.
Διαπιστώνουμε μια μάλλον σκοτεινή, αλλά ίσως παροδική πραγματικότητα: λιγοστοί είναι οι νέοι που ενδιαφέρονται για την πολιτική σταδιοδρομία –πιθανώς κομίζοντας ένα καινούργιο ήθος– ενώ, ταυτοχρόνως, φαίνεται να εκπίπτει ή να παραμένει στάσιμο το χαμηλό επίπεδο των ηγεσιών διεθνώς. Αυτό το χαμηλό επίπεδο της πολιτικής συμπληρώνεται και αντιστοιχεί στο εξίσου χαμηλό επίπεδο των στελεχών των διεθνών οργανισμών που έχουν ενισχυθεί στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Ενδεικτικά αναφέρω ότι η κ. Κριστίν Λαγκάρντ χαρακτηρίζεται από βαθιά άγνοια την οποία κρύβει πίσω από ατρόμητη κομψότητα. (Παρακολουθώ τις συνεντεύξεις της, σας διαβεβαιώ πως λέει ό,τι να ’ναι).
To τυχαίο, μαζί με τα μειονεκτήματα της ανθρώπινης φύσης, επικρατεί ακόμα και στις καίριες συνεδριάσεις κορυφής. Οι κακές ηγεσίες παρασύρονται σε οκνηρή ομοφωνία, σε πρόχειρες, βιαστικές και ανόητες αποφάσεις. Η ιδέα ότι όλα όσα συμβαίνουν είναι απόρροια οργανωμένων σχεδίων –με ή χωρίς δεοντολογικό κώδικα– στερείται υλικής βάσης: ηγέτες, σύμβουλοι και παρακαθήμενοι –μερικοί εκλεγμένοι, άλλοι φυτρωμένοι σαν μανιτάρια– αποφασίζουν για όλους εμάς, όχι σπάνια μεταξύ δύο τζιν με τόνικ που μπορούν να γίνουν, άνετα, τρία. Ο Νικολά Σαρκοζί, στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, περνούσε περισσότερο χρόνο στέλνοντας sms στην τότε σύζυγό του με την οποία δεν τα πήγαιναν καθόλου καλά, παρά καταστρώνοντας το κυβερνητικό του πρόγραμμα.
Για μια ακόμη φορά, οι θεσμοί και οι νόμοι καθώς και οι εξαιρέσεις –πολιτικοί με ήθος και όραμα– σώζουν τον κόσμο από το ναυάγιο. Οι ίδιοι αυτοί θεσμοί, νόμοι και πολιτικοί, αν και βασίζονται στη συνεργασία του πλήθους, δεν συντάσσονται με το πλήθος· προπορεύονται, σκέφτονται καλύτερα, σκέφτονται «μπροστά». Για παράδειγμα, ο Φρανσουά Μιτεράν και ο Ρομπέρ Μπαντεντέρ κατάργησαν τη θανατική ποινή αν και πάνω από το 50% των Γάλλων τασσόταν υπέρ της. Το αποτέλεσμα είναι ότι σήμερα ούτε το 15% των Γάλλων δεν κάνει πια λόγο για τη θανατική ποινή. Διανύουμε μια περίοδο χωρίς Μιτεράν και Μπαντεντέρ, στην οποία, ωστόσο, υπάρχει χώρος για καινούργιες ιδέες και πρόσωπα που θα μπορούσαν, ενδεχομένως, να παραμερίσουν τους κακούς ηγέτες – κυρίως όσους θα ονομάζαμε «misleaders» αντί για «bad leaders». Tώρα, περισσότερο από ποτέ, είναι η κατάλληλη στιγμή για να βρεθεί κάποιος στο κατάλληλο μέρος.

Athens Voice Edito #440

Διαβάστε ένα από τα πιο αριστερά κείμενα που έχω διαβάσει πρόσφατα, έστω κι αν το υπογράφει κάποιος που δηλώνει φανατικά μνημονιακός. Αρκεί βέβαια να μην ταυτίζουμε την Αριστερά με τον κρατισμό, τη συντήρηση και την φετιχοποίηση της δημοσιοϋπαλληλίας. Αντί της νεφελωδους έννοιας "λαός", ας ξαναβρούμε το άτομο, το υποκείμενο, τον πολίτη. Μ.Σ.

Από τον Φώτη Γεωργελέ 

Στη Χώρα της Απάτης και της παραπλάνησης, ένα αγαπημένο σενάριο που συχνά επανέρχεται είναι το «λάθος» στο Μνημόνιο. Τα νούμερα που «δεν βγαίνουν», οι λάθος «πολλαπλασιαστές», το χρέος που δεν είναι βιώσιμο. Τώρα είναι η έκθεση του ΔΝΤ που λέει ότι έπρεπε να γίνει αναδιάρθρωση του χρέους από το 2010. Δικαιωθήκαμε, δηλώνουν όλοι αριστερά και δεξιά και επειδή δεν μπορεί όλοι μαζί να είναι δικαιωμένοι, είναι όλοι απλώς υπεύθυνοι. Το χρέος δεν βγαίνει, η προσαρμογή ήταν δύσκολη, η λιτότητα μεγάλη, φωνάζουν όλοι μαζί. Τι λες, ρε φίλε, σοβαρά; Δεν το ’χαμε καταλάβει. Και ποιος είναι υπεύθυνος γι’ αυτό;
Γιατί πιάνουν μισή πρόταση, μια κατόπιν εορτής αμφιλεγόμενη εκτίμηση, την παραποιούν και την εμφανίζουν ως δικαίωση; Για να αποσιωπήσουν τη δεύτερη παράγραφο: Ότι το πολιτικό σύστημα δεν προχώρησε στις δύσκολες πολιτικές, ότι στις μεταρρυθμίσεις, τη μείωση του δημόσιου τομέα, τις ιδιωτικοποιήσεις απέτυχε, ότι προστάτεψε τις δομές του χρεοκοπημένου συστήματος εξουσίας, ότι μοίρασε άδικα τα βάρη.
Τι ακριβώς λέει η έκθεση; Ότι έπρεπε από την αρχή να γίνει αναδιάρθρωση του χρέους, αλλά η Ευρώπη δεν ήταν έτοιμη, φοβόταν το Lehman Brothers effect, φοβόταν δηλαδή την κατάρρευση της ευρωζώνης. Βλέποντας την αποτυχία του ελληνικού πολιτικού συστήματος αλλά και τους δισταγμούς, τις αμφιταλαντεύσεις, τις παλινωδίες της Ευρώπης αυτά τα 4 χρόνια, σωστά το φοβόταν. Στην πραγματικότητα, το ΔΝΤ λέει το ακριβώς αντίθετο απ’ αυτό που λένε αγράμματοι άνθρωποι στα τηλεοπτικά πρωινάδικα. Λέει ότι θα ’ταν πιο καθαρές οι καταστάσεις αν προκρινόταν το ξαφνικό σοκ. Ότι η Ευρώπη θα ’πρεπε, όπως λένε στο χρηματιστήριο, να «γράψει τις ζημιές της». Πράγμα που απαιτούσε όχι τα 110 δις επιπλέον που μας δάνεισε το 2010, αλλά πολλές εκατοντάδες. Με την Ελλάδα και τυπικά χρεοκοπημένη. Οπότε η λιτότητα που σπάει σε πολλά χρόνια τώρα, θα ήταν ακαριαία και πολύ πιο οδυνηρή. Γιατί το λέει αυτό το ΔΝΤ; Γιατί το ΔΝΤ είναι και η Κίνα, η Ρωσία, η Ινδία, η Βραζιλία, το Μεξικό, η Ν. Αφρική, η Τουρκία, ο πλανήτης ολόκληρος, που δεν είναι πια διατεθειμένος να πληρώνει άλλο για να διατηρήσει η Ευρώπη ένα βιοτικό επίπεδο μεγαλύτερο από τις χώρες που τη δανείζουν. 
Η Ευρώπη προτίμησε την ήπια εκδοχή, το βλέποντας και κάνοντας, προτίμησε να κερδίσει χρόνο. Έκανε μια πρώτη μικρή αναδιάρθρωση το 2011, ήταν λίγη, έκανε μεγαλύτερη μείωση το 2012 με το PSI, θα κάνει μάλλον και το 2014. Μειώνοντας συγχρόνως τα επιτόκια, μεταθέτοντας τους τόκους και την εξόφληση του χρέους στο απώτερο μέλλον, στο 2020, στο 2050. Τα κάνει σωστά; Τι πά’ να πει σωστά; Καμία λύση δεν είναι ανώδυνη. Όλες σημαίνουν απώλεια χρημάτων. Αυτή την απλή αλήθεια, στην Ελλάδα, κάποιοι προσποιούνται ότι δεν την καταλαβαίνουν. Ζητάνε άμεση διαγραφή του χρέους. Μόλις γίνει η πρώτη διαγραφή, καταλαβαίνουν ότι οι δανειστές του Δημοσίου δεν είναι τίποτα φρενοβλαβείς κερδοσκόποι αλλά συνήθως οι πιο συντηρητικοί επενδυτές. Συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρείες, ιδρύματα και δημόσιες υπηρεσίες, μικροκαταθέτες που έχουν τοποθετήσει το εφάπαξ τους σε ομόλογα ελληνικού Δημοσίου.
Τότε αλλάζουν αμέσως σημαία, φωνάζουν κάτω τα χέρια από την περιουσία των ταμείων. Μετά, ξανά, σώζετε τις τράπεζες και φορτώνετε με φόρους το λαό. Μόλις επιλέγεται στην Κύπρο η λύση να μη φορτωθεί ο λαός, να χρεοκοπήσουν οι τράπεζες, φωνάζουν η ανάλγητη Ευρώπη μάς παίρνει τις καταθέσεις μας. Ό,τι να ’ναι. Αυτή είναι η μαγεία του λαϊκισμού. Λέει τα πάντα και τα αντίθετά τους, αρκεί να ακούγονται ευχάριστα στ’ αυτιά. Δεν υπάρχει κόστος των αποφάσεων, τα λεφτά δεν είναι λεφτένια, κανείς δεν θα χάσει. Η οικονομία είναι ένα παιχνίδι που στο τέλος πληρώνουν οι Γερμανοί.
Γιατί μας απασχολεί, όμως, εμάς τόσο πολύ το χρέος; Για να μη μιλάμε για το έλλειμμα. Δε λέω, κάθε αναδιάρθρωση, μείωση, επιμήκυνση του χρέους, καλή είναι. Αλλά αυτό είναι ένα θέμα που θα μας απασχολήσει όταν έχουμε να το πληρώσουμε, όταν έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα. Προς το παρόν 2010, ’11, ’12, ’13 έχουμε ακόμα έλλειμμα. Τέσσερα χρόνια ούτε ένα ελληνικό ευρώ δεν έχει βγει για να καλύψει το χρέος. Μόνο δανειζόμαστε καινούργια. Μεγαλώνουμε το χρέος, κάθε χρόνο θέλουμε μερικά δις για να βγάλουμε τη χρονιά. Πόσα χρόνια θέλουμε ακόμα δανεικά; Γιατί κανείς δεν το λέει αυτό;
 Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που 4 χρόνια τώρα κάθε μέρα ασχολούνται με την Ευρώπη, ακόμα κι αν καμιά φορά έχουν δίκιο στην κριτική τους, που σπανίως έχουν, στην πραγματικότητα λένε ψέματα. Γιατί δεν λένε τίποτα για το πραγματικό πρόβλημα. Δεν λένε τίποτα για το άδικο, αντιπαραγωγικό, γραφειοκρατικό, διεφθαρμένο, παρασιτικό μοντέλο που συνεχίζει να κρατάει τη χώρα καθηλωμένη στην ύφεση. Μιλάνε για τα λάθη, τις ευθύνες των ξένων, ανακαλύπτουν εχθρούς, για να κρύψουν τις μάχες που δίνουν στο εσωτερικό για να μην αλλάξει τίποτα. Όπως και να διαχειριστεί το χρέος μας ο υπόλοιπος πλανήτης, καλύτερα ή χειρότερα, το πρόβλημα δεν θ’ αλλάξει. Ελλείμματα δεν μπορούμε πια να παράγουμε. Κι όμως. Την ίδια στιγμή εφευρίσκουν «κίνητρα εθελούσιας εξόδου» στους δημοσίους υπαλλήλους για να βγουν στη σύνταξη. Στέλνουν κι άλλους στη σύνταξη, χρεοκοπούν τα ταμεία, διαλύουν το δημόσιο, για να μη λειτουργήσουν τα πειθαρχικά, για να διασώσουν τους κομματικούς στρατούς, για να μην απολύσουν ούτε έναν επίορκο. Και βλέπουν ότι και την επόμενη χρονιά θα υπάρχει πάλι μια τρύπα 4,5 δις που πρέπει να καλυφθεί. Γι’ αυτό, αρχίζει πάλι το έργο με την Ευρώπη.
Τι ζητάνε όλοι αυτοί οι καλοί, πονόψυχοι άνθρωποι που φωνάζουν για την ύφεση και τη λιτότητα; Γιατί για την ύφεση φωνάζουμε όλοι. Αυτοί που μιλάνε μόνο για την Ευρώπη και τα μνημόνια, τι ζητάνε; Γιατί δεν το λένε; Ωραία, τα μνημόνια και η ύφεση είναι κακά πράγματα, αυτοί τι θέλουν; Τι ζητάνε πρακτικά αυτοί οι πατριώτες, αυτοί οι επαναστάτες; Λεφτά από τη Μέρκελ.
Γράφει ένας απ’ αυτούς: «Υπό κανονικές συνθήκες, θα έπρεπε από την πρώτη στιγμή να γίνει αμέσως αναδιάρθρωση του χρέους, αναχρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών, σε συνδυασμό με μια λογική και μετρημένη λιτότητα». Όχι σαν κι αυτή που έχουμε. Λέει δηλαδή ο γαλαντόμος, να μας χαρίζατε τα 300 δις, να μας δίνατε κι άλλα 50 για τις τράπεζες να μη χάσουμε τις καταθέσεις μας και να μας δίνατε και κάθε χρόνο όχι τα περίπου 20 δις που μας έχετε δώσει μέχρι τώρα, αλλά μερικές δεκάδες περισσότερα για να μην είναι τόσο σκληρή η λιτότητα. Περίεργο, γιατί δεν ήσασταν έτοιμοι από την πρώτη στιγμή να το κάνετε;
Αυτή είναι η επονομαζόμενη «πολιτική οικονομία σύριζα». Που, πιο καλυμμένα, είναι η οικονομία όλου του πολιτικού συστήματος. Θέλουμε να μας χαρίσετε όσα σας χρωστάμε. Να μας δώσετε κι άλλα για να μη χάσουμε τις καταθέσεις μας. Τις διαρθρωτικές αλλαγές που μας λέτε να κάνουμε, δεν θέλουμε να τις κάνουμε. Όχι απλώς δεν θέλουμε, αλλά θέλουμε ακριβώς το αντίθετο. Να διορίσουμε μερικούς ακόμα στο δημόσιο, να τους δώσουμε κίνητρα να βγουν στη σύνταξη στα 50, να κρατικοποιήσουμε κι όσες επιχειρήσεις δεν είναι κρατικές, να ξαναπάρουμε τον ΟΤΕ και την Ολυμπιακή. Και θέλουμε για να τα κάνουμε αυτά, για να μη στενευόμαστε, να μας δίνετε και 24 δις το χρόνο, όπως το 2009, γιατί μ’ αυτά μόνο που μας δίνετε τώρα, δεν βγαίνουμε. Εντάξει; Και μετά, ξέρουμε εμείς τι θα κάνουμε.
Δεν χρειάζεται να σπαταλάμε τόσο χρόνο. Δεν χρειάζονται τόσοι άνθρωποι, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, οικονομολόγοι να το λένε αυτό με τόσο περίτεχνες διατυπώσεις. Το ’χει πει εδώ και χρόνια με μια φράση ο Σταμάτης Γονίδης: Εμάς τους Έλληνες πρέπει να μας πληρώνουν μόνο και μόνο που υπάρχουμε.