Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

Φιλάκια!


Ου φίλημα σοι δώσω καθάπερ ο Ιούδας
(Λειτουργία Ιω. Χρυσοστόμου)


Πολιτισμός είναι η κρέμα που μένει όταν βράζουν, χρόνια και αιώνες, στο ζουμί τους τ' ανθρώπινα σύνολα. Τα κόκαλα των προγόνων όταν γίνονται σκόνη. Κάθε κοινωνική δράση, θετική ή αρνητική, παράγει ένα πολιτισμικό υπερπροϊόν δημιουργεί εκείνη την άλω που αργότερα ανθρωπολόγοι και κοινωνιολόγοι θα μελετούν ως τον βασικό συγκολλητικό ιστό της πορείας από τη ζωή του Homo Sapiens στα παιχνίδια του Homo Ludens. Ενώ όμως ο πολιτισμός αφορά τη συντονισμένη ζωή των ομάδων, τους θεσμούς, τις αισθητικές τους επιλογές, τις εκφραστικές εμμονές τους ή το πώς πολεμάνε, αγαπιούνται ή και πεθαίνουν, η τέχνη ακολουθεί έναν πολύ πιο μοναχικό δρόμο. Η τέχνη είναι απότοκος της μοναχικής επιλογής, του τρόπου δηλαδή με τον οποίο το άτομο αποφασίζει να μιλήσει στον εαυτό του -πρωτίστως- για την αγάπη, τον θάνατο, την τρέλα ή την επιθυμία που κατακλύζουν τα υπόλοιπα ανθρώπινα όντα.

Βέβαια, εν αρχή ην ο πολιτισμός, δηλαδή η συνείδηση του ανθρώπου ως προς το ανήκειν σε μια ομάδα. Ήταν τότε που τα πάντα, το κυνήγι, η μάχη, η ταφή των προσφιλών, ο γάμος, η γέννηση, η συλλογή των καρπών, η μετακίνηση των φυλών συνιστούσαν ιεροτελεστίες, εκφράσεις του μεταφυσικού δέους: της χαράς για το υπάρχειν -αρχαϊκό, δηλαδή μειδίαμα- και του ιερού φόβου για το επέκεινα. Ενός φόβου που δεν είχε καθόλου να κάνει με τη σημερινή απόκρυψη του θανάτου, την οφθαλμαπάτη του μη τέλους με την οποία εκπαιδεύονται οι σημερινές κοινωνίες· αυτές που, όπως λέγαμε τις προάλλες, εξορίζουν το πένθος υπέρ μιας διαρκούς, στανικής διασκέδασης μέχρις εσχάτων. Κάτι τέτοιο όμως δεν εξοστρακίζει τον θάνατο. Αντιθέτως... Στις αρχαϊκές κοινωνίες ο θάνατος είναι η φυσική συνέχεια της ζωής. Η Πενθεσίλεια θλίβεται όχι επειδή πεθαίνει αλλά επειδή τη στιγμή του θανάτου της δέχεται κατάστηθα το βλέμμα του έρωτα μέσα από τα μάτια του εκτελεστή της. Πρόκειται για το ανάλογο του «Για δες καιρό που διάλεξε κ.λπ.» της θυσίας στην Αλαμάνα.

-Γιατί δεν μοιρολογούνε πια τους νεκρούς τους οι άνθρωποι; Γιατί δεν τους ξενυχτάνε όπως άλλοτε στα κατάφωτα σαλόνια των σπιτιών τους; Ποιος πολιτισμός τους επιβάλλει να κλείνουν το αγαπημένο σώμα σ' ένα ψυγείο εκείνη την κρίσιμη νύχτα προ της ταφής και οι ίδιοι να καταφεύγουν στα Lexotanil ή τα Ladose μήπως και ξεχάσουν, μήπως και κοιμηθούν, μήπως και δεν νιώσουν πόσο δίπλα τους είναι ο θάνατος; Αλίμονο αν θρηνούσε έτσι τον νεκρό Πάτροκλο ο Αχιλλέας ή την κυρά της την Ηγησώ η θλιμμένη θεραπαινίδα, η κόρη του σπαρακτικά συγκρατημένου επιτύμβιου στο Εθνικό Μουσείο (τέλος του Ε' αι.).


Κατά τ' άλλα, σαχλές ευχές που μόνο σαν αποτροπαϊκές καρικατούρες μπορούν ν' ακουστούν του τύπου «να 'στε καλά», «να 'στε πάντα καλά» και... «φιλάκια». Οι πάντες στέλνουν νοερά «φιλάκια» -με γονατίζουν τα συνεχή υποκοριστικά, αφού ούτε καν την ευθύνη ενός πραγματικού φιλιού δεν αναλαμβάνουν οι άνθρωποι-, στο τραμ, στο μετρό, στους δρόμους. Αναρίθμητα κινητά «φιλάκια» βγάζουν τους βιαστικούς «φιλόφρονες» από την ευθύνη ενός αληθινού ασπασμού. Το φιλί λ.χ. στα χείλη του νεκρού συντρόφου, αυτό που έδωσε ο Ιμπραήμ στον Παπαφλέσσα αλλά δεν είδε η κ. Ρεπούση στο πλαίσιο της πολιτικής του συμψηφισμού των συναισθημάτων και της εξίσωσης των φιλιών. Εφόσον λοιπόν η ιστορία γράφεται με αμοιβαίους (;) συμβιβασμούς και προαποφασισμένες υποχωρήσεις, τότε και οι νέες γενιές ακριβοδίκαια διδάσκονται ότι φιλάμε τους ανθρώπους μόνο μέσα από τα κινητά και τους δίνουμε, αποκλειστικά, φιλάκια. Για να 'ναι πάντα καλά!

Ο πολιτισμός (μας) λοιπόν αφορά συλλογικότητες, ενώ η τέχνη ατομικές περιπτώσεις. Αμφότερες βέβαια οι έννοιες συγκροτούν συγκοινωνούντα δοχεία αφού η τέχνη του ενός, υπό περιπτώσεις, επηρεάζει τον πολιτισμό των πολλών και αντίστροφα η ατομική έκφραση διαποτίζεται από την περιρρέουσαν ατμοσφαίραν. Όταν μάλιστα αυτή η ατμόσφαιρα φενακίζεται ή ανατρέπεται, τότε έχουμε avantgarde. Μόνο που για να υπάρξει πρωτοπορία απαιτείται οι άνθρωποι ν' ανταλλάσσουν γροθιές και χαστούκια κι όχι... φιλάκια. Οταν επέστρεψε ο Γιάννης Ψυχάρης στην Ελλάδα, δήλωσε: Θέλω δόξα και γροθιές! Α propos το «Ταξίδι μου» κυκλοφόρησε το 1888, τη χρονιά που ο Νίτσε και ο Χαλεπάς έπαιρναν το δρόμο για το Ψυχιατρείο. Κι ο Βαν Γκογκ καλλιεργούσε τα πιο ομιλητικά και δακρυρροούντα ηλιοτρόπια στην ιστορία της κηπουρικής. Σκεφθείτε: Ο Καντ θεωρούσε την αρχιτεκτονική των κήπων -ένα είδος κηπουρικής χώρων δηλαδή- ανώτερη από τη ζωγραφική! Επειδή βρισκόταν, έλεγε, πολύ κοντά στη δράση της φύσης. Της Natura Naturans. Τι σας λέω τώρα... Και για όποιον δεν κατάλαβε... φιλάκια!

ΥΓ: Τρελαίνουν επίσης οι τύποι που στέλνουν φιλάκια στο πουθενά φλυαρώντας από ένα μανταλάκι που έχουν στ' αφτί.



7 - 06/05/2007

Οι πολλοί και το δίκαιό τους

William-Adolphe Bouguereau, Amour et Psyche, 1890


Τρώτε σκατά! Τόσες μύγες δεν μπορεί να κάνουν λάθος
(Ανώνυμο γκράφιτι στο Παρίσι)


Η κυρία Πραγματικότητα απόλυτα ικανοποιημένη από τον εαυτό της φόρεσε το πιο ωραίο, διάφανο φόρεμά της που το είχε αγοράσει απ' τον ίδιο ράφτη, ο οποίος είχε ράψει και τα αόρατα ρούχα του βασιλιά, διόρθωσε μεταφορικά το ρουζ στη μύτη της και κατευθύνθηκε περιχαρής στην κεντρική πλατεία. Εκεί ήταν όλα υπέροχα κάτω από έναν λαμπρό ήλιο που φώτιζε τις λέξεις, τα χρώματα, τα πρόσωπα κι επίσης όλα τα λουλούδια, τα πλαστικά στις ζαρντινιέρες, κάνοντάς τα να φαίνονται τόσο αληθινά που έλεγες πως είναι ψεύτικα. Η κυρία Πραγματικότητα κάθισε στο café, και άρχισε να φωτογραφίζει ενθουσιασμένη με το κινητό της τη γύρω πραγματικότητα. Τότε, όλες οι εικόνες μαζί με τις λέξεις τους, οι υπερήφανες μαμάδες που έτρεχαν πίσω από τα μωρά τους, οι νεαροί που χαμογελούσαν στις κοπέλες, οι κοπέλες που έριχναν γλωσσαλγικές ματιές στους νεαρούς, ο σερβιτόρος που σοβαρός κουβαλούσε τις παραγγελίες, όλα δηλαδή τα πράγματα και τα πρόσωπα της πραγματικότητας έγιναν αμέσως ένα κλικ, ένα ενσταντανέ, ένα καρεδάκι στον φακό της κ. Πραγματικότητας· σαν τα παγωμένα πλάνα της ζωγραφικής του Μπαλτύς. Έπειτα, η κυρία Πραγματικότητα έβαλε το κινητό στην τσάντα της, φόρεσε τα σκούρα της γυαλιά για να προστατευθεί από τον ήλιο και αυτόματα όλα τα πράγματα, οι λέξεις και τα πρόσωπα ξεκοκάλωσαν πάλι κι άρχισαν να κινούνται σε πραγματικούς ρυθμούς.

Μόνο που τώρα είχαν την απόχρωση -τι περίεργο- των γυαλιών που φορούσε η κυρία Πραγματικότητα. Της οποίας το ωραίο, διάφανο φόρεμα είχε πια αρχίσει να κιτρινίζει ώσπου έγινε εντελώς καφετί! «Μικρό το κακό» μονολόγησε απτόητη εκείνη. «Θα το πλύνω στο πλυντήριο των εντυπώσεων και σε βαθμούς superrealistic 100% και θα ξαναγίνει πάλι όπως πριν».

Έπειτα σκέφτηκε, όπως το συνήθιζε, το παρελθόν της ως πραγματικότητας και πραγματικά ανησύχησε για το μέλλον της. «Τι θα γίνω, Θεέ μου, αύριο που θα μεγαλώσω;», σιγοψιθύρισε και μελαγχόλησε. Και τότε όλα τα χαρούμενα πράγματα, οι λέξεις και τα πρόσωπα της πλατείας πήραν μιαν γκρενά απόχρωση. Ακόμη και τα πλαστικά λουλούδια του δημάρχου στη ζαρντινιέρα απόκτησαν αιφνίδια γλυκόπικρη γεύση. Άρχισε επίσης να σκοτεινιάζει.

Τότε, ακριβώς, η κυρία Πραγματικότητα άνοιξε την εφημερίδα της για να πληροφορηθεί τα νέα του κόσμου, τα πραγματικά γεγονότα, μήπως και ευθυμήσει λίγο. Δίπλα της το ραδιόφωνο στη διαπασών έλεγε ειδήσεις, ενώ στην εταζέρα του café η τηλεόραση έδειχνε με ενθουσιασμό όλα τα θέματα της πραγματικής τηλεόρασης. Η κυρία Πραγματικότητα διάβαζε πάντα, για να έχει το κεφάλι της ήσυχο, την εφημερίδα με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία, άκουγε τον πιο δημοφιλή ραδιοσταθμό και έβλεπε μόνο τις εκπομπές με τις πλέον θηριώδεις θεαματικότητες. «Δεν μπορεί, αυτοί κάτι θα ξέρουν» σκεφτόταν καθησυχασμένη. Μόνο που έτσι, καθώς απορροφημένη διάβαζε και άκουγε και παρακολουθούσε τα γεγονότα, συνειδητοποίησε έντρομη ότι δεν καταλάβαινε πια τίποτε. «Δεν βλέπω τη μύτη μου» αναφώνησε η κυρία Πραγματικότητα με πραγματική, πλέον, ανησυχία. Και μόλις τότε κατάλαβε πως είχε αποξεχαστεί και φορούσε ακόμη τα μαύρα της γυαλιά στην κομψή, την γεμάτη ρουζ, μυτόγκα της. Κρίμα, γιατί εκείνο το ροζ συννεφάκι που είχαμε γνωρίσει από άλλη ιστορία*, είχε έλθει ακριβώς από πάνω και την κατουρούσε ξεκαρδισμένο.



*Διαβάστε την ιστορία "Του σύννεφου..." πιο πάνω

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Λαμπρά θυρανοίξια για το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

 Απλό και συγκινησιακά φορτισμένο το θέαμα που διοργάνωσαν ο Τάκης Τζαμαριάς και ο Φωκάς Ευαγγελινός φέρνοντας στη σκηνή εικόνες του παλιού Πειραιά, την ιστορία του μυθικού κτίσματος του Ιωάννη Λαζαρίμου και γνωστούς ηθοποιούς σε ρόλους τραγουδιστών. Την παράσταση έκλεψαν η Έλλη Κοκκίδου, η Μπάντα του Λιμενικού, η Φιλαρμονική του Δήμου αλλά και τα πολλά τραγούδια τα αφιερωμένα στο Πειραιά. Στο κλίμα του παλιού ελληνικού σινεμά. Ιλαρή νότα οι παπάδες στην αρχή που φορούσαν τα καλύτερα κουστούμια της βραδιάς. Μικρή παράλειψη οι λίγες αναφορές στη λυρική παράδοση του Δημοτικού Θεάτρου και χαριτωμένο σαρδάμ το μπέρδεμα του Αλεσάντρο Κασόνα με τον Μήτσο Κασόλα. Εντυπωσιακή η βιντεοπροβολή της Εύας Νάθενα στην πρόσοψη του θεάτρου. Συμβολική η παρουσία του γ.γ. του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα γιατί όπως είπε και ο παλαίμαχος Κώστας Γεωργουσόπουλος: το Δ.Θ.Π. υπήρξε επί δεκαετίες έμπεδο της αριστερής διανόησης. Όλη η βραδιά ήταν μια έμμεση ή άμεση αναφορά στην τεράστια προσφορά του Δημήτρη Ροντήρη.
Σημείωση: Στη φωτό με τους παπάδες, ο Διονύσης Σαββόπουλος σιγοψέλνει: "Σώσον Κύριε τον λαόν Σου". Ε, ρε γλέντια!















Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

Η βία που μετράει τη γη



 Από την έκθεση "Προσφορά" στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Δημήτρη Μεράντζα, "Αυτοπροσωπογραφία διά λιθοβολισμού".

Οι δύο θάνατοι στιγμάτισαν το 2013, είναι κατά τη γνώμη μου και τα πιο σημαντικά πολιτικά γεγονότα αυτής της χρονιάς ως τώρα: Εννοώ το θάνατο του νεαρού που εξωπετάχτηκε από το τρόλεϊ και τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Δύο περιπτώσεις βίας που σφραγίζουν τη μοίρα αυτής της κοινωνίας πολύ περισσότερο από τα λεγόμενα για πρωτογενές πλεόνασμα, τις εκλογές στη Γερμανία ή το success story της κυβέρνησης. Και τούτο γιατί η βία που ενδημεί τόσο στην καθημερινότητα μας όσο και σε θεσμικό επίπεδο, είναι πολύ πιο οδυνηρά σημαντική από οποιαδήποτε πολιτική σπέκουλα.
Ποιο άραγε είναι το πιο ανησυχητικό; Αποφασίστε εσείς.
Η τρέλα που τυφλώνει δύο ανθρώπους και τους οδηγεί στα άκρα δια ασήμαντον αφορμήν ή η οργανωμένη βία μιας εγκληματικής ομάδας που έχει διαβρώσει πολλά, αντιθέτων συμφερόντων, κοινωνικά στρώματα, διεισδύοντας επιπλέον στο σκληρό πυρήνα της ελληνικής αστυνομίας ναρκώνοντας τις λειτουργίες της δικαιοσύνης και εκπορθώντας αυτό το ίδιο το κοινοβούλιο; 
Τα πράγματα δεν είναι εύκολα επειδή τα πράγματα αφορούν τον καθένα μας ξεχωριστά, εφόσον όλοι έχουμε αποδεχτεί τη βία ως λογικό (;), δηλαδή αναπόφευκτο κομμάτι της καθημερινότητας μας. Αναφέρομαι στους μικρούς φασισμούς που εκτρέφουμε λίγο πολύ όλοι μας ανεχόμενοι από την καθημερινή αγένεια του διπλανού ως την υποκρισία και το ψεύδος μιας ολόκληρης πολιτείας. Ενός κράτους που αντιμετωπίζει τον πολίτη ως σταθερό και πειθήνιο θύμα του. Να γιατί μίλησα για θεσμική βία χωρίς να υπονοώ αποκλειστικά τη Χρυσή Αυγή.
Η κρίση όμως έχει κι άλλες διαστάσεις : Αποδεχτήκαμε ως κοινωνία τη βελούδινη βία των ΜΜΕ, τα οποία μας έπεισαν πως ο μόνος ένοχος για τα σκάνδαλα των εξοπλιστικών προγραμμάτων ήταν ο Τσοχατζόπουλος, έστω κι ο Σμπώκος, που ήδη καταδικάστηκαν ενώ δεν έχει ούτε καν ηθική ευθύνη, ο τότε πρωθυπουργός, Σημίτης,  ο νυν αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, Βενιζέλος, που απήλλαξε τον Άκη στη βουλή, τα μέλη του ΚΥΣΕΑ που δεν κλητεύθηκαν στο δικαστήριο κλπ.
Πραγματική γάτα, η ελληνική πολιτεία κρύβει επιμελώς και διαχρονικά τις ακαθαρσίες της. Και άλλα φαινόμενα παρακμής: το ότι το ελληνικό αναγνωστικό κοινό ανέβασε από την πρώτη στιγμή της κυκλοφορίας του έως και σήμερα που έχει αποκαλυφθεί το σιχαμένο πρόσωπο του Θέμου Αναστασιάδη, το ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ  στην κορυφή της αναγνωσιμότητας. Παράλληλα, η ιδιωτική τηλεόραση τον ανταμείβει, αυτόν τον ασυμβίβαστο κυνηγό της αλήθειας (!) με πολυετή ροζ εκπομπή, στην οποίαν εξάλλου έχουν παρελάσει όλοι οι σταρ του life style.
Είχα καταγγείλει από τη δεκαετία του '80 και τον Κωστοπουλισμό και τον Τσαγκαρουσιανισμό ως εκπτωτικά φαινόμενα της ελληνικής δημοσιογραφίας. Ο πρώτος για τον μάτσο κωλοπαιδισμό του και τον λαϊκίστικο μπρουταλισμό του και ο δεύτερος για τη δηθενιά ως αισθητική και τον συνδικαλισμό της επιθυμίας.  Αυτό που με εξόργιζε και με εξοργίζει είναι πως αμφότεροι παραμένουν ταλαντούχοι, δηλαδή επικίνδυνοι για όσους ξεγελιούνται από την λάμψη του τσίγκου. Ο Κωστόπουλος, ξεπουπουλιασμένος επέστρεψε ως διασκεδαστής και ο Τσαγκαρουσιάνος επιμένει ακόμη να πουλάει το life style ως αισθητική πρόταση. Παράδοξο: η Κυριακάτικη Αυγή δεν έχει ξεκολλήσει από τις 6.500 φύλλα παρά την αναμφισβήτητη ποιότητα της και παρά την απογείωση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ.  Τις πταίει; Η μίζερη κομματίλα που συνεχίζει να χαρακτηρίζει την εφημερίδα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αλλά και φαινόμενα του τύπου “εργατολόγος” Αλέξης Μητρόπουλος  που δεν ταιριάζουν ούτε στην αισθητική ούτε στην ιστορία της Αριστεράς. Ιδού ο ορισμός του μεταμοντέρνου. Να ψωνίζεις πολιτικές περσόνες από του Αυτιά.  Κατά τα άλλα οι δύο θάνατοι που προανέφερα εξακολουθητικά δείχνουν ποιο είναι το βαθύτερο μας πρόσωπο. Μόνο που αρνούμαστε να το δούμε.
ΥΓ1: Αταξινόμητη -και για αυτό απρόβλεπτη- βία, είναι το φονικό βλέμμα που μου ρίχνει ο νεαρός με τα γουόκμαν στο Μετρό.  Με Θεωρεί υπαίτιο όλων των δεινών του και εν πολλοίς έχει δίκιο.
ΥΓ 2:  Βία επίσης είναι η ρετουσαρισμένη γιγαντοαφίσα του Τράγκα να με τιμωρεί στους δρόμους της πόλης που αγαπάω. Κάποιες εικόνες θα τις πληρώνουμε για καιρό ακόμα.
 ΥΓ 3:  Βία ακόμα, τέλος, είναι τα κλειστά Πανεπιστήμια για τα οποία φταίνε τόσο οι πρυτανείες, τα μέλη ΔΕΠ κλπ, όσο και οι εκάστοτε ηγεσίες του υπουργείου Παιδείας Με τον ξερολισμό και την υποκρισία τους.  Λιγότερο φταίνε οι διοικητικοί υπάλληλοι, έστω κι αν πολλοί απ' αυτούς έχουν προσληφθεί με σκοτεινές διαδικασίες και ψευδή προσόντα.  Προφανώς απ'  όλους τους παραπάνω υπευθύνους, κανείς δεν έμαθε ποτέ για το όργιο μίζας που λαμβάνει χώρα σε κάθε σχεδόν εργολαβία των ΑΕΙ, δεκαετίες τώρα χωρίς να ιδρώσει κανενός το αυτί (κύριε Αφτιά μου).
Το ότι επωφελούνται λίγοι, δεν αθωώνει κανέναν από τους υπόλοιπους. 
ΥΓ 4:  Ή, όπως θα λέγε και ο μέγας Πουλικάκος: «Πολλή αθωότης έπεσε στον τόπο τελευταία».
ΥΓ 5:  Στο τίτλο του κειμένου έπαιζα με τη βία-βιασύνη του εθνικού μας Ύμνου και τη βία-βία της εποχής όταν προέκυψε η βία-βιασύνη του Καβάφη και η γκάφα του Ιδρύματος Ωνάση που βιάστηκε να πολιτικολογήσει εν ου παικτοίς. Έχοντας υποστεί τη βία και των δυο αδελφών Παπαδημητρίου, σκέφτομαι, αγαπητέ δάσκαλε, κ. Μπαμπινιώτη, πως όλα εδώ πληρώνονται. Αλλά κι εγώ, ας πρόσεχα, αγαπητέ Γιάννη Μεταξά. Ή, τουλάχιστον, ας κληρονομούσα ένα κοινωφελές ίδρυμα από το μπαμπά μου. Τώρα ποιος μου φταίει;

Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2013

Ο λεβεντο... 2





Ε, όχι κι έτσι! Είπαμε ότι είναι λεβεντο... αλλά όχι και να πάει κι αυτόφωρο! Τι τα θέλετε... Αν ήτανε στη χώρα μας η μαλακία ποινικό αδίκημα, όλη η Ελλάδα θα είχε γίνει Alcatraz.

ΕΙΔΑ ΤΗ ΜΟΝΙΚΑ!



Πιθανοί τίτλοι: "Που πα' ρε Καραμήτρο" ή "Τι κάνει το άτιμο το χρήμα"


Βλέποντας τις νέες περιπέτειες της Μόνικας -και ζηλεύοντας- θυμήθηκα ένα κείμενο του 2005 που μοιάζει επίκαιρο.
ΜΣ

Ευτυχία η αγάπη δεν έχειΛουί Αραγκόν
 
ΠΑΙΔΙΑ ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ; Μας έβαλαν πάλι ανεπαισθήτως στο τρυπάκι ποιος είναι καλύτερος; Ο βένετος ή ο πράσινος σωτήρας; Αν πούμε πως βλάπτουν την Περσίαν το ίδιο θα είναι μηδενιστικό -κάθε Πέρσης και καλύτερος- και ισοπεδωτικό. Θα έχει όμως ένα πυρήνα αληθείας. Ας αναγνωρίσουμε πάντως στους βένετους καλή πρόθεση, ακόμη, και δύσκολα καλυπτόμενη απειρία. Ένα από τα μείον του κοινοβουλευτικού μας συστήματος είναι ότι η αντιπολίτευση παίζει συνήθως τις αμάδες στα έδρα της Βουλής, ενώ η εκάστοτε κυβέρνηση προχωρεί ασύδοτη στο «πρόγραμμά» της. Ένας κυκεώνας νέων νόμων κατακλύζει κατά κανόνα τους πατέρες του έθνους, οι οποίοι ψηφίζουν αδιάβαστοι κι αλειτούργητοι με μόνη τους τρόπιδα το άγιο πνεύμα και τη κομματική τους ταυτότητα· αμφότερα σε μορφή πύρινων γλωσσών. Ποια τα προβλήματα του τόπου; Το σπάταλο, ανοικονόμητο κράτος με τις ελλειμματικές του επιχειρήσεις, ο εναγκαλισμός κόμματος και κυβέρνησης, η χαμηλή παραγωγικότητα και η χαμηλότερη απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων, τα συνδικαλιστικά κατεστημένα που διατηρούν τις κοινωνικές ανισότητες, η απουσία αναπτυξιακών στόχων κι ενός συνολικότερου οράματος για το ρόλο της χώρας στον κόσμο. Εκτός κι αν μας καλύπτουν ως προς αυτό ο Ζαγοράκης και η Παπαρίζου. Kathisa kai skephtika kai eida oti m' agapas, my lover under cover.Ας χαίρονται γι' αυτές τις επιτυχίες η ΕΡΤ και ο Χριστόδουλος. Επειδή ό,τι και να πεις ούτε ποδόσφαιρο αποκτήσαμε, ούτε μουσικά βελτιωθήκαμε. Η Πέγκυ Ζήνα κυριαρχεί στην πολιτιστική μας ζωή σ' όλες της τις εκδοχές. Και οι επιτελείς του κυρίου Χρήστου βεβαίως βεβαίως. Κατά τ' άλλα η κ. Δαμανάκη μαζί με αρκετούς συναδέλφους της κατέθεσε επερώτηση σχετικά με το μέλλον της Λυρικής Σκηνής και της νέας Όπερας. Γιατί δεν ρωτάει τον κ. Βενιζέλο ή απευθείας τον κ. Λαμπράκη; Τι να σου κάνει και ο κ. Τατούλης; Απλός υφυπουργούλης είναι.

ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΣΥΓΧΥΣΗ χάσαμε και τον βασικό μέτοχο. Υψιπετή συνταγματική σύλληψη του δισέγγονου του Ελευθερίου Βενιζέλου, νόμο του ΠΑΣΟΚ και νεόκοπο καύχημα του κυρ Προκόπη. Οι Γερμανοί το λένε αλλιώς: Drei Professoren Vaterland Verloren. Τρεις καθηγητάδες και χάθηκε η πατρίς. Σ' εμάς στον ευλογημένο Νότο, του Sun που τραγουδούσε ο Αστορ Πιατσόλα, φτάνουνε δυο. Αρκεί να είναι συνταγματολόγοι! Απ' την άλλη, είδε κι απόειδε ο Καραμανλής πως με τους συμβούλους και τους προφεσόρους δεν γίνεται δουλειά αλλά απλώς πληρώνονται βαριά πρόστιμα στην Ε.Ε. και αποφάσισε να στραφεί προς τους Davantzides, στο πλαίσιο μιας Realpolitik που θα 'λεγε και ο Μπίσμαρκ. Οι οποίοι κατά βάθος είναι καλά παιδιά και κιμπάρηδες. Ιδέα! Στην προσεχή Eurovision να μελοποιηθούν οι εξής στίχοι και να προφερθούν αναλόγως:

Davantzi mou, Paliatzi mou prostyche ekmetalleuti mou, agapi mou pantotini mou. Τίτλος του άσματος: Ergolave (Ο εργολάβος).

ΕΙΔΑ ΤΗ ΜΟΝΙΚΑ ΜΠΕΛΟΥΤΣΙ στο Παρίσι! Καθόταν δίπλα μου στο Deux Magots και έπινε τον καφέ της απλώνοντας δυο λευκά χέρια σαν φτερά απόκοσμου πουλιού. Μου φάνηκε πολύ πιο λεπτή και διάφανη απ' ό,τι στο σέλιλοϊντ. Αλλά αυτό που λάτρεψα ήταν η αδιόρατη ανησυχία στο σμαραγδένιο βλέμμα για τον επερχόμενο πανδαμάτορα. Την απαρχή κάποιων ρυτίδων ίσων με τη φρικίαση ακύμαντης λίμνης. Τη φευγαλέα κούραση και τον αναπόδραστο τρόμο όταν εκπροσωπείς το απόλυτο. Αγαπώ την ηλικία των 35 με 40. Αρκεί αυτές οι γυναίκες να έζησαν σωστά τα 20 και τα 25 τους. Τώρα πάλι βρίσκονται σε αποκορύφωμα με το ηλιοβασίλεμα όμως πολύ κοντά. Κάτι τέτοιο εξανθρωπίζει τη μαγεία και καθιστά αξιολάτρευτα τα απειροελάχιστα, ακόμη, σημάδια του χρόνου. Αλίμονο αν το σώμα δεν πρόδιδε την ιστορία του. Αν δεν έφερνε τόσο ορατούς και τόσο κατάσαρκα τους έρωτές του. Τα πάθη του. Τότε το πάθος του δεν θα ήταν αναστάσιμο. Παρά τις αγοραίες διαβεβαιώσεις των πινοκιοτάτων. Φαίνεται ότι την κοίταγα πολύ έντονα και πολύ σοβαρά, γιατί μου χαμογέλασε αμήχανα, χωρίς ίχνος βεντετισμού, της χαμογέλασα κι εγώ, πλήρωσα κι έφυγα. Είχαμε, ήδη ενός είδους σχέση. Ερωτας με το βλέμμα...

ΕΙΔΑ ΟΜΩΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΟΥΓΙΑ! Γελαστός, ηλιοκαμένος (πως λέμε «Πάνος Καμμένος» ή «κόκκινος Πάνος») βάφτιζε κάποιον ή τον βάφτιζαν θα σας γελάσω. Ήταν και μια μελαχρινή μαζί του, ίσως η νονά. Έκανε πάντως δηλώσεις με τα γυάλινα ματάκια του να λάμπουν. Περίμενα ν' ακούσω τις απόψεις του για τον τ. Πατριάρχη Ιεροσολύμων και για τα μυστικά που θα μας αποκάλυπτε και για το πόσο θα δικαιωνόταν. Τι διάβολο επιτετραμμένος του ήταν τόσο καιρό. Χαράμι πήγαν τόσες ώρες τηλεφλυαρίας και υπαινιγμών και επιθέσεων προς πάντα διαφωνούντα; Δε βαριέστε. Αυτό είναι η τηλεόραση. Άρρητα, αθέμιτα κουκιά μαγειρεμένα. Στη προκειμένη περίπτωση «κουγιά», και μάλιστα άβραστα.

ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΠΑΝΤΩΣ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ ΤΟΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟ. Ίσως επειδή δεν υπάρχουν ειδήσεις. Σαν τον Lorca (19.8.1935). Οι πιο τυχεροί τον Ιούλιο ή τον Ιούνιο· σαν τον Καρυωτάκη ή τον Αναγνωστάκη. Α propos, δείτε στον ΝΟΥΜΑ, την πολιτιστική επιθεώρηση που εκδίδει στον Πύργο ο Γιάννης Νικολόπουλος, το αφιέρωμα στον ψάλτη της Γρανάδας που έγραψε «Αν πεθάνω, αφήστε το μπαλκόνι ανοιχτό» αλλά και τις επιλογές για τους ποιητές της θάλασσας. Π.χ. τον Γιώργο Σαραντάρη που έγραψε το εκπληκτικό «Η θάλασσα θρυμματίστηκε σε αναρίθμητα κρύσταλλα... Σαν να στερήθηκαν τα παιδιά τους, τότε ξαναγίνονται οι θάλασσες...». Δείτε, επίσης ,στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας την έκθεση «Συλλογή Γ. Τσολοζίδη» σε ευφάνταστη παρουσίαση του επιμελητή Αντώνη Τσάκαλου και μη χάσετε τη «Νύχτα των δολοφόνων» του Πολάνσκι και βέβαια τη «Μαλένα» μας. Προπάντων όμως μη χάσετε την πανσέληνο που επιμένει και απειλεί να πυρπολήσει τις Κυκλάδες και ν' αποικίσει το Αιγαίο, χτίζοντας λεωφόρους ως τον ουρανό από αναλυτό χρυσάφι.


ON OFF - 24/07/2005

Οι δημιουργοί και τα έργα τους

Σ' ευχαριστώ Μεγακλή!



 

 
Jeanne-Irène Caniaris

Νίκος Τρανός

Άγγελος Παναγιωτίδης

Παναγιώτης Τανιμανίδης

Απόστολος Γιαγιάννος
(Ο καλλιτέχνης είπε στον Πρωθυπουργό: "Κλέψανε έναν Πικάσο, σας έφερα έναν άλλον!")

Ελένη Παυλοπούλου

Θόδωρος Παπαγιάννης

Δημήτρης Κούκος

Χρυσόστομος 

Σταύρος Διακουμής

Ειρήνη Κανά

Άγγελος Σκούρτης

Χρήστος Σανταμούρης

Ελένη Οικονόμου

Στέλιος Γαβαλάς

Μανόλης Αναστασάκος

Αντωνία Παπατζανάκη

 Κώστης Γεωργίου


Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013

Ποιος φοβάται τις εικόνες;

Από την έκθεση που τρέχει αυτό το καιρό στο Musee d'Orsay "Masculin/Masculin"
Pierre et Gilles, Mercure, 2001

Αγγέλικα Βαξεβανίδου, 2011

Canova, Musée de l'Hermitage

Μανόλης Αναστασάκος, Art Athina, 2013

Άγγελος Σπάρταλης, Ανεζίνα, 2012



Ποιος φοβάται τις εικόνες;
Ποιος φοβάται την αλήθεια τους; 
Ποιος φοβάται το γυμνό σώμα;
Ποιος φοβάται τη σύγχρονη τέχνη;
Ποιος φοβάται το πρόσωπό του στον καθρέφτη;

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

OFFERING – GREEK ARTISTS AT THE NATIONAL ARCHAEOLOGICAL MUSEUM

 "Kridemnon"* or Modern art under the watchful gaze of the Brilliant Forms

Μετάφραση - translation: Eleni Dragona



 Photo: Jerome Sessini, MAGNUM, L'Hebdo, 12/9/2013


Dimitris Merantzas, Self-portrait by stoning, 2012

Compare the two pictures and their common dramatic meaning.








*Kridemnon
Homer mentions as kridemnon the cloth given by Ino or Lefkothea, daughter of Harmony and Cadmus, to Odysseus, so that he would escape the ferocious waves. Kridemnon, finally, was the band hanging from the seagull's beak, which the ingenious hero grabbed and wrapped around his waist, in order to protect himself from Poseidon's fury. Kridemnon, thus, is an archetypal piece of cloth, a screen of salvation, the transparent passage from the human to the divine, the holy veil, the thread that brings together the irreconcilable, the one that links the past and the present. As a symbolic title for the Exhibition, it is the tribute of modern Greek artists to their ancestors, the ribbon they all offer to the Diadoumenos, which he will finally wrap around his glowing forehead, as an act of resignation, reconciliation, acquiescence, and also hope. Let kridemnon, finally, function as the yarn that will drag up from a secret well all those images for which we have an existential need today...

Takis Poulopoulos


Thodoris Chryssikos




Ι
Even though
you are handicapped, show your hands.
Judge, so that you may be judged.

Manolis Anagnostakis


Modern art is dominated by the anti-heroes of everyday life; at the same time, its divine element sheds its metaphysical shroud and becomes, once again, human. Human blood is so greedily spent, that two thousand years now, the blood of a god is not enough to redeem it. On the contrary, in ancient art man creates gods in his image, and the mortals are blessed by the divine at the exact time when they are rejoicing in their lives, crowned with their archaic smiles, or when they are woefully reflecting upon their mortality, bidding their loved ones goodbye with silent eyes. What are the kouroi and the kores? Do they represent the idealized dead, or the humanized gods? Either way, Croesus, Frasikleia, Aristion, Hegeso, Aristonaftis, the boxer Satyros and the Marathon Boy, they all gained immortality a very long time ago, balancing like fine dancers above ideas and matter, drama and elation, moderation and its excess. Perfection personified, and nothing more.

Ancient heritage is the source to which art returns each time, in order to draw inspiration and meaning. This is part of the aesthetically common phenomena that the historians have deemed "classicisms." Chaerestratus, with his statue of Themis, of the 3d century B.C., found in 1890 in the temple of the same name in Rhamnous, was making a direct reference to the famous prototype constructed by Phidias's favourite disciple, Agoracritus. A similar eclectic taste permeates the time of Augustus both in written works and the plastic arts, while from Pico della Mirandola or Michelangelo, the illustrious minds of the Renaissance, to the Classicist Johann Joachim Winckelmann, ancient Greek art is promoted as the sublime standard. Moreover, during the time of the most resistant avantgarde of the 19th and 20th centuries, from Cézanne to Picasso and from Rodin to Moore, the plastic arts of the Archaic period and the Hellenistic, Pergamene Baroque remain constant reference points.

Modern Greek artistic expression couldn't, of course, not partake in this global consignment, not only for historical reasons, but also for reasons of... proximity, to make a reference to the General Makrygiannis. I believe that Greeks today have the right to be referring to the ancient civilization above everyone else, since they live in close proximity to the brilliant forms of those who created it, sharing the same language. Whether they are worthy heirs of this treasure, or whether they have made the most of the gifts they have received, is a different matter altogether. From the Arabs of the Middle Ages to Kant, and from the Oxford University or Humboldt Universität philologists and archaeologists, who were so fond of the ancient civilization, there are hundreds of personas who brought to light, studied and interpreted the ancient Greek civilization in the eyes of the people: Nietzsche, Wilamowitz, Schliemann, Hegel, Herder, Burke, Byron, Schinkel, Klenze, Chateaubriand, Canova, Thordvaldsen, Schlegel, and Keats, to name but a few.

Back to us now. What are we doing today at the National Archaeological Museum, this vessel of ancient beauty? We are only paying our time-limited tribute, as well as asking for a blessing. There is no room here for comparisons, conflicts, or smart-aleckisms. Each era, after all, has its own cross to bear. However, I hope that modern Greek creation, symbolically expressed through this group of seventy artists, deserves to stand for a while under the watchful gaze of their ancestors, if only for a few days, next to the Daedalic sculptures or the more austere ones, next to the Dipylon amphorae and the white lekythoi. This group, both legitimate and arbitrary ‒ just like every group ‒, democratically includes various trends or contradictions, different ages and career paths, as well as two or three foreign artists, who have been assimilated, however, into our culture. That's the only thing we are asking for, as Seferis would say; to be granted that grace.

The seventy, more or less, exhibitors, arrive with humility and also pride, to show that Greece is still a place for creativity, dignity, offer, art and visualization, and that the desired dialogue is not aimed at the ancient forms receiving and welcoming them, but at the spectators of today. Those, in other words, who often serve as hasty and careless image consumers; who enter museums as if they were supermarkets, demanding that the works reveal to them immediately any secrets they might be harbouring.

That is where the great challenge lies: for the young people, the tourists, a different audience who is not familiar with this field, to become acquainted with the past through the present, and to realize that, in the end, there is an invisible thread connecting things across time, often in spite of time. It might be said that those "things" are completely different to one another; it couldn't be any other way, we would reply, but that does not detract from what contemporary creators have to offer, nor from the significance of such a manifestation of offering. Let's not forget that the seventy artists are donating two thirds of their works' proceeds towards the Museum's needs, as a symbolic gesture, flesh of their flesh.

Sculpture, painting, engraving, photography, constructions, figurative art, abstraction, neorealism, neo-expressionism, minimalism, conceptualism, naivism, surrealism, are only some of the elements comprising the exhibited works, an indication of the pluralism defining our concept. Lastly, I would like to point out the fact that every collective exhibition ‒ especially when there is one curator and one team who are making the decisions ‒ is, by necessity, the product of compromise. For any omission or misunderstanding, mea culpa. Good intentions and the desire to give reflect, however, on all those involved, especially those who, subscribing to an international museological practice, are making an effort to infuse our antiquity-oriented museums with a breath of modern air. Keeping, of course, an equal distance both from the sacrilegious cry and the fearful formalism. 

Venia Dimitrakopoulou

Manolis Anastasakos
ΙΙ

Something has to be at stake, something must be lost in order for a work of art to be born, meaning that the absolute metaphor of the absolute human deprivation must be created. In academic art, on the other hand, a sense of security and placidness are derived from the viewing of a world that is on the one hand familiar, and on the other hand completely accessible.

M.S.

Not the objects, but the people who touch them. This is what essential expression and, of course, Greek Art is interested in. This is why the invisible gods are gazing down at the visible world, delighted, competing with each other in order to resemble the statues dedicated to them by the mortals, striving to be worthy of them.

Classical art remains an ideal that is beyond reach, just like drama and philosophy; regardless of how much we admire it today, I am afraid we are partaking in only a small part of its conceptual range. Just like we can only just glimpse into the everyday life and the social dynamics of the ancient Greeks. In this way, confronted with the works they have produced, we will always feel perplexity and awe. In archaic art, man is gauging his abilities in order to express that which exceeds him. In classical art, that which exceeds him is brought down to human level. A miracle! The terror of existence is slowly turning into rational awareness, and art becomes the mortals' answer to the immortals' arrogance. Man's creations are aware of their immortality; another miracle. Our intruding into the halls of the National Archaeological Museum with modern works might be perceived as an act of insolence; it is done, however, with respect and with a sense of "offering," in order to become a blessing. It could be, also, that some will be irritated by this endeavor, and by those who dare attempt it. It is, however, only a transient situation, one which attempts to activate the "speech" of the silent monuments, old and new, a speech that is often dormant. As a possibility that also allows the present to coexist with the past under its protection. The offering of the creators is deposited here not as a challenge, but as an apprenticeship, striving to reconnect some broken bonds; to rediscover the thread that will allow us to exit the Labyrinth; to reclaim the kridemnon, the magical cloth of Ino, so that we can sail through the tempest. That cloth, on which the face of the world may once again be traced, within the limits, however, of a painting such as those you have around you. We are claiming, in other words, the thread of spiritual tradition, which we want to keep active, but at the same time away from jingoistic flourishings.

This exhibition is being held precisely at a time when we ought to rethink, as a society and as a civilization, our position in history and our role in the European Union, which is being tried today, both as a concept and as a prospect. Humanistic tradition, classical education and art are showing us the way to claim our own path as Modern Greeks. That is the point and the intention of this exhibition; not the appropriation of some standards, which are one way or the other beyond competition, but the involvement of modern drama in the processes of history, in the timeless adventure of the forms.


P.S. 1 In the hall of the Mycenaean exhibits you will find the small, incandescent "Complex of two female deities, with a young god between them" (15th century BC), which, I believe, is a forerunner of Leonardo da Vinci's composition of "The Virgin and Child with Saint Anne" (1513-5, Louvre). So, whether we like it or not, a dialogue exists. The question is how we can carry it through. Vlassis Caniaris (1928-2011) became a great proponent of it with his exhibition "Genethlion," at the Benaki Museum in 2007-8, by erecting a heartrending monument to the ephemeral. Likewise, the modern sculptor Sir Eduardo Paolozzi (1924-2005), with his exemplary discourse with the "Aeginites" at the Munich Sculpture Gallery already in 1988, at the exhibition "Unter Helden und Göttern." Following the same line, the philosopher Salvatore Settis still insists upon speaking in an imposing manner regarding "The Future of the Classical."

There are times when Art is freed from its vulgar obligations or ornamental insecurities and finds itself amidst the tempest on top of the scariest, tallest wave. This miracle can neither be constructed nor announced. It just happens. Hopefully it is happening right now...

P.S.2 The exhibition's objectives can be summarized in the relationship between the figure of Caniaris and the extraordinary Zeus of Kalamis (?). Confronted with the worn down puppet of today, perfection crowns the divine body, highlighting its virtue and prestige. Their only thing in common, a raised flag...




Manos Stefanidis
Assistant Professor at the Department of Theatre Studies
University of Athens
September 18, 2013


Angelos Papadimitriou










ΠΡΟΣΦΟΡΑ – ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ


«Κρήδεμνον»*  ή   Σύγχρονη τέχνη υπό την Σκιάν των Αγλαών Μορφών
 Photo: Jérôme Sessini, MAGNUM, L'Hebdo 12/9/2013

Δημήτρης Μεράντζας, Αυτοπροσωπογραφία δια λιθοβολισμού
Συγκρίνετε τις δυο εικόνες και το κοινό δραματικό τους περιερχόμενο.








*Κρήδεμνον (<κάρα + δέω) = κάλυμμα κεφαλής, πέπλο, κεφαλόδεσμος, καλύπτρα, επάλξεις (μεταφορικά), κρηδεμνόκομος (παράγωγο)

Κρήδεμνον επίσης ονομάζει ο Όμηρος το πανί που έδωσε η Ινώ ή Λευκοθέα, η κόρη της Αρμονίας και του Κάδμου, στον Οδυσσέα για να σωθεί από την οργή των κυμάτων.
Κρήδεμνον ήταν τέλος η ταινία που κρεμόταν από το ράμφος του γλάρου, την οποία άρπαξε ο πολυμήχανος ήρωας και την τύλιξε στη μέση του σαν σχεδία και σαν φυλαχτό για το θυμό του Ποσειδώνα. Άρα το κρήδεμνον είναι ένα αρχετυπικό ύφασμα, μια οθόνη σωτηρίας, το διάφανο πέρασμα από το ανθρώπινο στο θεϊκό, το ιερό ίχνος-μαγνάδι, το νήμα που συνδέει τα διεστώτα, που ενώνει το παρελθόν και το παρόν. Ως συμβολικός τίτλος της Έκθεσης είναι το αφιέρωμα των σύγχρονων Ελλήνων δημιουργών προς τους προπάτορες, η κορδέλα που προσφέρουν όλοι μαζί στον Διαδούμενο να τη δέσει επιτέλους γύρω από το λαμπερό του μέτωπο σαν μια πράξη εγκαρτέρησης, συμφιλίωσης, συγκατάβασης αλλά και ελπίδας. Το κρήδεμνον, τέλος, ας λειτουργήσει σαν μια κλωστή που θα ανασύρει από φρέαρ μυστικό εκείνες τις εικόνες που σήμερα υπαρξιακά χρειαζόμαστε...









Ι

Έστω
ανάπηρος, δείξε τα χέρια σου.
Κρίνε για να κριθείς.

Μανόλης Αναγνωστάκης

Στη σύγχρονη τέχνη πρωταγωνιστούν οι αντι-ήρωες της καθημερινότητας, ενώ το ιερό αποβάλλει την όποια μεταφυσική του και ξαναγίνεται ανθρώπινο. Είναι τόσο άπληστα σπαταλημένο το αίμα των ανθρώπων, ώστε δύο χιλιάδες χρόνια τώρα, δεν αρκεί το αίμα ενός θεού για να το δικαιώσει. Αντίθετα, στην αρχαία τέχνη ο άνθρωπος χτίζει τους θεούς κατ’ εικόνα και ομοίωσίν του και το ιερό ευλογεί τους θνητούς τη στιγμή ακριβώς που χαίρονται τη χαρά της ζωής στεφανωμένοι με τ’ αρχαϊκά τους χαμόγελα ή που θλίβονται για το αναπόφευκτο του θανάτου αποχαιρετώντας τους αγαπημένους με σιωπηλά βλέμματα. Τι είναι οι κούροι και οι κόρες; Εξιδανικευμένοι νεκροί ή θεοί που ενανθρωπίστηκαν; Ούτως ή άλλως ο Κροίσος, η Φρασίκλεια, ο Αριστίων, η Ηγησώ, ο Αριστοναύτης, ο πυγμάχος Σάτυρος ή το παιδί του Μαραθώνα κέρδισαν προ πολλού την αιωνιότητα ισορροπώντας σαν ιδανικοί χορευτές πάνω στις ιδέες και την ύλη, το δράμα και την ιλαρότητα, το μέτρο και την υπέρβασή του. Τίποτε περισσότερο από την τελειότητα μορφοποιημένη.

Η αρχαία κληρονομιά είναι η πηγή προς την οποία η τέχνη κάθε εποχής επιστρέφει για να αντλήσει νόημα και έμπνευση. Πρόκειται για τα αισθητικά κοινά φαινόμενα που οι ιστορικοί ονομάζουν «κλασικισμούς». Ήδη ο Χαιρέστρατος με το άγαλμα της Θέμιδος του 3ου αιώνα π.Χ., που βρέθηκε το 1890 στον ομώνυμο ναό του Ραμνούντα, αναφερόταν άμεσα στο περίφημο πρότυπο που κατασκεύασε ο αγαπημένος μαθητής του Φειδία, ο Αγοράκριτος. Ανάλογο, εκλεκτικιστικό γούστο αναρριπίζει την εποχή του Αυγούστου τόσο στα κείμενα όσο και στις πλαστικές τέχνες, ενώ από τον Pico della Mirandola ή τον Michelangelo, τους λαμπρούς νόες της Αναγέννησης, ως τον θεωρητικό του Κλασικισμού Johann Joachim Winckelmann η αρχαιοελληνική τέχνη προτείνεται ως το ανυπέρβλητο πρότυπο. Αλλά και στις στιγμές της πιο ανυποχώρητης avantgarde του 19ου και του 20ού αιώνα, από τον Cézanne ως τον Picasso και από τον Rodin ως τον Moore, η πλαστική των αρχαϊκών χρόνων ή το ελληνιστικό, το περγαμηνό Μπαρόκ παραμένουν σταθερά σημεία αναφοράς.

Δεν θα μπορούσε η νεοελληνική εικαστική έκφραση να μην μετάσχει αυτής της παγκόσμιας παρακαταθήκης. Όχι μόνο για λόγους ιστορικούς, αλλά απλώς και για λόγους... γειτονίας. Για να θυμηθούμε τον Στρατηγό Μακρυγιάννη. Οι νεοέλληνες δικαιούνται, νομίζω, ν’ αναφέρονται στον αρχαίο πολιτισμό κατά προτεραιότητα επειδή ζουν δίπλα στις αγλαές σκιές εκείνων που τον διαμόρφωσαν και μιλούν, εν πολλοίς, την ίδια γλώσσα. Τώρα, το κατά πόσον είναι αντάξιοι κληρονόμοι αυτού του θησαυρού ή ανάλογα αξιοποίησαν το τάλαντο του Ευαγγελίου, αυτό είναι άλλο ζήτημα. Από τους Άραβες του Μεσαίωνα ως τον Kant και από τους αρχαιολάτρες φιλολόγους και αρχαιολόγους της Οξφόρδης ή του Humboldt Universität είναι εκατοντάδες οι προσωπικότητες που ανέδειξαν, μελέτησαν και ερμήνευσαν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό στα όμματα της ανθρωπότητας: Ο Nietzsche, ο Wilamowitz, ο Schliemann, ο Hegel, ο Herder, ο Burke, ο Byron, ο Schinkel, ο Klenze, ο Chateaubriand, ο Canova, ο Thordvaldsen, ο Schlegel, ο Keats ήσαν κάποιοι από αυτούς.

Κι εμείς; Τι γυρεύουμε εμείς σήμερα σε αυτήν την κιβωτό του αρχαίου κάλλους, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο; Τίποτε περισσότερο από ένα έμπρακτο προσκύνημα περιορισμένης χρονικής διάρκειας και ένα αίτημα ευλογίας. Εδώ δεν χωρούν ούτε συγκρίσεις, ούτε αντιπαραθέσεις, ούτε εξυπνακισμοί. Ούτως ή άλλως η κάθε εποχή φέρει το δικό της σταυρό. Όμως, έστω ως ολιγοήμερη φιλοξενία πλάι στη δαιδαλική γλυπτική ή εκείνη του αυστηρού ρυθμού πλάι στους αμφορείς του Διπύλου και τις λευκές ληκύθους, δικαιούται, ελπίζω, η σύγχρονη ελληνική δημιουργία, συμπτυγμένη συμβολικά στην παρούσα ομάδα των Εβδομήκοντα, να σταθεί για λίγο κάτω από τη σκιά των παππούδων τους. Η ομάδα αυτή, νόμιμη όσο και αυθαίρετη όπως κάθε ομάδα, περιλαμβάνει δημοκρατικά ποικίλες τάσεις ή αντιθέσεις, διαφορετικές ηλικίες και σταδιοδρομίες, όπως επίσης και δυο-τρεις ξένους καλλιτέχνες που έχουν όμως ενσωματωθεί στην ημετέρα παιδεία. Αυτό μόνο ζητάμε, όπως θα έλεγε και ο Σεφέρης, να μας δοθεί αυτή η χάρη.

Οι εβδομήντα περίπου εκθέτες προσέρχονται με ταπεινότητα αλλά και υπερηφάνεια για να δείξουν πως και σήμερα υπάρχει μια Ελλάδα της δημιουργίας, της αξιοπρέπειας, της προσφοράς, της τέχνης και του οραματισμού, και πως ο επιδιωκόμενος διάλογος δεν απευθύνεται προς τις αρχαίες μορφές που τους υποδέχονται και τους φιλοξενούν, αλλά προς τους θεατές του σήμερα. Αυτούς δηλαδή που συχνά λειτουργούν σαν βιαστικοί και απρόσεχτοι καταναλωτές εικόνων. Που μπαίνουν στα μουσεία σαν σε supermarket και που απαιτούν αμέσως από τα έργα ν’ αποκαλύψουν το όποιο μυστικό τους.

Εκεί ακριβώς βρίσκεται και το στοίχημα: οι νέοι, οι τουρίστες, ένα άλλο κοινό που δεν είναι εξοικειωμένο με αυτόν εδώ το χώρο, να γνωρίσει μέσω του παρόντος το παρελθόν και ν’ αντιληφθεί πως, εντέλει, υπάρχει μια αόρατη κλωστή που συνδέει τα πράγματα μέσα στο χρόνο εις πείσμα, συχνά, του χρόνου. Ίσως ειπωθεί πως αυτά ακριβώς τα «πράγματα» είναι παντελώς ανόμοια. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, θα απαντήσουμε, αλλά αυτό δεν απομειώνει διόλου την προσφορά των συγχρόνων δημιουργών και τη σημασία μιας τέτοιας εκδήλωσης προσφοράς. Ας μην ξεχνάμε ότι οι εβδομήντα καλλιτέχνες δωρίζουν τα 2/3 της αξίας των έργων τους, ως συμβολική χειρονομία, σάρκα εκ της σαρκός των, για τις ανάγκες του Μουσείου.

Γλυπτική, ζωγραφική, χαρακτική, φωτογραφία, κατασκευές, παραστατικότητα, αφαίρεση, νεορεαλισμός, νεοεξπρεσιονισμός, μινιμαλισμός, εννοιολογική έκφραση, ναϊβισμός, υπερρεαλισμός, είναι κάποια από τα στοιχεία των εκτιθέμενων έργων, ένδειξη του πλουραλισμού που χαρακτηρίζει την πρότασή μας. Τέλος, θέλω να υπογραμμίσω το γεγονός πως κάθε ομαδική έκθεση –ιδιαίτερα όταν είναι ένας ο επιμελητής και μία η ομάδα που αποφασίζουν– είναι, αναγκαστικά, προϊόν συμβιβασμών. Για τις ελλείψεις, τα κενά ή τις παρανοήσεις λοιπόν, mea culpa. Οι καλές προθέσεις και η διάθεση προσφοράς όμως αντανακλούν σε όλους τους εμπλεκόμενους. Και ιδιαιτέρως σε εκείνους οι οποίοι επιχειρούν, συμφωνώντας με μια διεθνή μουσειολογική πρακτική, να εμφυσήσουν στα αρχαιογνωστικά μας μουσεία σύγχρονη πνοή. Τηρώντας βέβαια ίσες αποστάσεις τόσο από την ιερόσυλη κραυγή όσο και από την έμφοβη τυπολατρία.






ΙΙ

Κάτι πρέπει να διακυβεύεται, κάτι οφείλει να χάνεται για να γεννηθεί ένα έργο τέχνης, δηλαδή να δημιουργηθεί η απόλυτη μεταφορά της απόλυτης ανθρώπινης στέρησης. Στην ακαδημαϊκή τέχνη, πάλι, η ασφάλεια και ο εφησυχασμός προκύπτουν από τη θέαση ενός κόσμου αφενός οικείου και αφετέρου απολύτως προσπελάσιμου.
Μ.Σ.



Όχι τα αντικείμενα, αλλά οι άνθρωποι που τα αγγίζουν. Αυτό ενδιαφέρει την ουσιαστική έκφραση και βέβαια την Τέχνη των Ελλήνων. Γι’ αυτό οι θεοί, αόρατοι, θεώνται τα ορατά και αγάλλονται. Αμιλλώμενοι ώστε να ομοιάσουν στ’ αγάλματα που τους αφιερώνουν οι θνητοί. Να φανούν αντάξιοί τους.

Η κλασική τέχνη παραμένει απρόσιτο πρότυπο, όπως και η τραγωδία ή η φιλοσοφία. Όσο κι αν τη θαυμάζουμε σήμερα, προσλαμβάνουμε, φοβάμαι, ένα μικρό τμήμα του νοηματικού της ανύσματος. Όπως ακριβώς αμυδρά μπορούμε να φανταστούμε την καθημερινότητα και την κοινωνική δυναμική των αρχαίων Ελλήνων. Έτσι, εμπρός στα έργα των χειρών τους θα περισσεύουν πάντα το αίνιγμα και το δέος. Στην αρχαϊκή τέχνη ο άνθρωπος μετράει τις δυνατότητές του για να εκφράσει αυτό που τον υπερβαίνει. Στην κλασική φέρνει αυτό που τον υπερβαίνει στα ανθρώπινα μέτρα. Θαύμα! Ο τρόμος της ύπαρξης γίνεται σιγά-σιγά έλλογη συνείδηση και η τέχνη καθίσταται η απάντηση των θνητών απέναντι στην υπεροψία των αθανάτων. Τα δημιουργήματα των ανθρώπων έχουν συνείδηση της αθανασίας τους. Κι άλλο θαύμα. Ενδεχομένως να θεωρηθεί αυθάδεια η παρέμβασή μας στους χώρους του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου με σύγχρονα έργα, γίνεται όμως με σεβασμό και με διάθεση «διακονήματος», ώστε να προκύψει ευλογία. Ενδεχομένως, επίσης, κάποιοι να ενοχληθούν και από το τόλμημα και τους τολμητίες. Όμως πρόκειται, απλώς, για ένα πέρασμα ελάχιστης διάρκειας, που σκοπεύει να ενεργοποιήσει μίαν «ομιλία» των άφωνων μνημείων, παλιών και καινούργιων. Μιαν ομιλία που συχνά υπνώττει. Ως μια δυνατότητα που επιτρέπει και στο παρόν να συνυπάρξει υπό την προστασία του παρελθόντος. Η προσφορά των δημιουργών κατατίθεται εδώ όχι ως πρόκληση, αλλά ως μαθητεία και επιδιώκει να συνενώσει κάποια σπασμένα νήματα. Να επανεύρει τον μίτο που θα μας οδηγήσει έξω από τον Λαβύρινθο. Να επαναξιοποιήσει το κρήδεμνον, το μαγικό ύφασμα της Ινώς, για να διαπλεύσουμε την τρικυμία. Το πανί εκείνο πάνω στο οποίο μπορεί πάλι να ιχνογραφηθεί το πρόσωπο του κόσμου. Στα μέτρα όμως ενός ζωγραφισμένου πίνακα σαν αυτούς που βλέπετε γύρω. Διεκδικούμε, με άλλα λόγια, την κλωστή της πνευματικής παράδοσης που τη θέλουμε ενεργό μεν αλλά και μακριά από πατριδοκαπηλικές ρητορείες.

Η έκθεση αυτή οργανώνεται τη στιγμή ακριβώς που οφείλουμε να ξανασκεφτούμε ως κοινωνία και ως πολιτισμός τη θέση μας στην ιστορία και το ρόλο μας στην ενωμένη Ευρώπη, η οποία σήμερα  χειμάζεται και ως έννοια και ως προοπτική. Η ουμανιστική παράδοση, η κλασική παιδεία και η τέχνη μάς δείχνουν το δρόμο για να διεκδικήσουμε το δικό μας τρόπο ως Νεοέλληνες. Αυτό είναι το νόημα, αυτή είναι η βούληση της παρούσας έκθεσης. Όχι η οικειοποίηση κάποιων προτύπων, ούτως ή άλλως εκτός σύγκρισης, αλλά η εμπλοκή του σύγχρονου δράματος στην ιστορική διαδικασία, στην περιπέτεια των μορφών διαχρονικά.

Υ.Γ. 1 Στην αίθουσα των μυκηναϊκών εκθεμάτων λάμπει το μικρών διαστάσεων «Σύμπλεγμα δύο γυναικείων θεοτήτων με νεαρό θεό ανάμεσά τους» (15ος αι. π.Χ.), το οποίο νομίζω πως προοικονομεί τη σύνθεση του Leonardo da Vinci με την «Αγία Άννα, την Παναγία και το βρέφος» (1513-5, Λούβρο). Άρα διάλογος, είτε το θέλουμε είτε όχι, υπάρχει. Το θέμα είναι πώς μπορούμε να διεκπεραιώσουμε το διάλογο αυτό. Ο Βλάσης Κανιάρης (1928-2011) τον υποστήριξε λαμπρά με την έκθεση «Γενέθλιον», στο Μουσείο Μπενάκη το 2007-8, στήνοντας ένα σπαρακτικό μνημείο στο εφήμερο. Ή, αναλόγως, ο μοντέρνος γλύπτης Sir Eduardo Paolozzi (1924-2005), όταν συνομίλησε υποδειγματικά με τους «Αιγινήτες» στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου ήδη από το 1988 στην έκθεση «Unter Helden und Göttern». Τηρουμένων των αναλογιών ο φιλόσοφος Salvatore Settis επιμένει να μιλάει με τρόπο υποβλητικό και σήμερα για «Το Μέλλον του Κλασικού».

Υπάρχουν στιγμές που η Τέχνη απαλλάσσεται από τις αγοραίες της υποχρεώσεις ή τις διακοσμητικές ανασφάλειες και βρίσκεται, ενώ γύρω βράζει η τρικυμία, στην κορυφή του τρομερού, του πιο ψηλού κύματος. Αυτό το θαύμα ούτε κατασκευάζεται ούτε προαναγγέλλεται. Απλώς συμβαίνει. Μακάρι να συμβαίνει και τώρα...

Υ.Γ. 2 Τα επιδιωκόμενα της έκθεσης συμπυκνώνονται στη σχέση της φιγούρας του Κανιάρη και του υπερφυούς Δία του Κάλαμι (;). Εμπρός στο καθημαγμένο ανδρείκελο του σήμερα η τελειότητα επιστέφει το θεϊκό σώμα, τονίζοντας την αρετή και το κύρος του. Μόνο τους κοινό σημείο μια αναπεπταμένη σημαία...


Μάνος Στεφανίδης
Επ. Καθηγητής του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών
Πανεπιστήμιο Αθηνών
18 Σεπτεμβρίου 2013