Μελετώντας την εξέλιξη της νεοελληνικής ζωγραφικής οφείλουμε να σταθούμε ιδιαίτερα στη σχέση ανάμεσα στην αγιογραφία, ένα είδος εφαρμοσμένης τέχνης, και στην γενικότερη εικαστική έκφραση. Θα έλεγα, κάπως σχηματικά, ότι ζωγράφοι και αγιογράφοι πορεύονται δίπλα δίπλα ανταλλάσσοντας τεχνικά μυστικά αλλά και αισθητικές εμπειρίες. Από την εποχή ακόμα που ο νεαρός Νικηφόρος Λύτρας βοηθάει τον δάσκαλο του Λούντβιχ Τήρς στην ναζαρηνή αγιογράφηση της Σώτειρας Λυκοδήμου ( ρωσικής εκκλησίας) ως τον Φώτη Κόντογλου και το αισθητικό κίνημα που πυροδότησε λόγω και έργω καθιστώντας επίκαιρο το Βυζάντιο στη καρδιά του Μοντερνισμού, η σχέση γίνεται αδιαμφισβήτητη. Οι μεγάλοι Δασκάλοι είναι και μεγάλοι αγιογράφοι, δηλαδή κομιστές μιας προσωπικής, ανανεωτικής πρότασης: Ο Παρθένης, ο Παπαλουκάς (Μητρόπολη Άμφισσας), ο Αστεριάδης, ο Γουναρόπουλος, ο Βασιλείου (Άγιος Διονύσιος Σκουφά), ο Εγγονόπουλος, ο Τσαρούχης, ο Κοψίδης, ο Μυταράς, ο Σάμιος κλπ. Πρόσφατα έκανα μια πρώτη παρουσίαση της αγιογράφησης του Αγίου Δημητρίου στον Σκαραμαγκά που φιλοτέχνησε το 1948 ο ναύτης τότε Παναγιώτης Τέτσης και ολοκλήρωσαν την δεκαετία του '50 οι Αστεριάδης και Ξινόπουλος. Ένα μικρό κομψοτέχνημα!
Σήμερα θα ήθελα να μιλήσω για δύο σύγχρονους αγιογράφους - ζωγράφους με πειστική, ανανεωτική ματιά. Πρόκειται για τον εβδομηντάρη Μιχάλη Βασιλάκη και τις εικόνες που μού παρουσίασε στο εργαστήριο του στο Ηράκλειο και τον σαραντάρη Χρήστο Παπανικολάου που δραστηριοποιείται την τελευταία δεκαετία στα Τίρανα και στο πλάι του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου ( μητροπολιτικός ναός της Αναστάσεως και παρεκκλήσιο της Γέννησης).
Ο Βασιλάκης αξιοποιεί με εμπνευσμένο μινιμαλισμό μεγάλες μονοχρωματικές επιφάνειες δημιουργώντας νέες συνθέσεις και ισορροπώντας ανάμεσα στο χρυσό και το ασημένιο, το δέος και την υποβολή. Οι ραδινές, υπέρκοψες μορφές του κινούνται σαν μουσική στους υπερβατικούς χώρους που πλάθει με ακρίβεια και αίσθηση του περιττού ώστε ο θεατής να ταξιδεύει στην πιο άπεφθη πνευματικότητα. Ανάμεσα στα νέα θέματα που προτείνει, ιδιαίτερη εντύπωση μού έκανε η Απαλλαγή του Άγγελου. Πρόκειται για έναν θρύλο που άκουσε από μιαν γερόντισσα και τον έκαμε εικόνα.
Κάθε άνθρωπος έχει τον φύλακα Άγγελο του. Όταν όμως εισέρχεται σε μια εκκλησία, όντας προστατευμένος επιτρέπει στον Άγγελο του να τον αφήσει προσωρινά και να βγει έξω κάνοντας το καλό στον κόσμο! Η συγκεκριμένη γερόντισσα πήγαινε στην εκκλησία συχνά ώστε να απαλλάσσει τον δικό της Άγγελο και να βοηθάει έτσι το καλό να εξαπλώνεται στον κόσμο.
Ο Παπανικολάου πάλι οργανώνει ένα διαφορετικό σύμπαν όπου το ιερό συναντάει την Ιστορία και οι καθημερινοί άνθρωποι συμπορεύονται και συναθλούνται με τους μάρτυρες και τους αγίους. Η θριαμβεύουσα εκκλησία από τον ουρανό εγκαθίσταται στην γήινη πραγματικότητα και η καθημερινότητα γίνεται μυσταγωγία. Το θαύμα μάς περιμένει στη γωνία και θα μας προσπεράσει αν δεν έχουμε το βλέμμα αφενός αθώο και αφετέρου ασκημένο.
Ειδικά το Παρεκκλήσι αποτελεί σημαίνουσα πρόταση ενός ολιστικού έργου πέρα και έξω από κατηγοριοποιήσεις ή συμβάσεις. Η ανανέωση εν προκειμένω ξεκινά από την φόρμα - το τριχοειδές, πυκνό πλέγμα γραμμών - γραφών που δημιουργεί τις μορφές - και φτάνει στην θεματολογία που ενσωματώνει τον αγώνα να αναστηθεί η ορθόδοξη παράδοση στην Αλβανία. Πρόκειται για ένα είδος αυτοπροσωπογραφίας με τον πιο συμβολικό και συγχρόνως ουσιαστικό τρόπο. Τότε που η προσωπική ιστορία μπορεί να αφορά στον καθένα...
ΥΓ. Λεπτομέρεια : Την δεκαετία του '90 ο Παπανικολάου ως ναύτης συντηρεί τις αγιογραφίες του Δασκάλου του Τέτση στον Παλάσκα. Η ιστορία είναι μια ζώσα διαδικασία ανατροπών και εκπλήξεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου