Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2024

Hello - Good bye

Hello - Good bye... Γκαλερί Θάλεια, Άλιμος 

Ομαδική έκθεση ζωγραφικής με την Κάλλη Καστώρη, τον Βασίλη Σούλη και τον Παντελή Ψαρρά. Guest artist ο Γιώργος Μπαρδάκας

Ως θεωρητική αφετηρία της έκθεσης αυτής (και του τίτλου της βέβαια) στάθηκε ένα κείμενο του Freud από το 1920 στο οποίο ο πατέρας της ψυχανάλυσης διαπραγματεύεται τη βαθιά σχέση ανάμεσα στην οδύνη της απώλειας και την ηδονή της κατάκτησης. Παρατηρώντας ο ίδιος τον μόλις 1,5 έτους εγγονό του να παίζει μ' ένα παιχνίδι που τη μια το έριχνε μακριά και την άλλη το τραβούσε κοντά του - Fort und Da στα γερμανικά - συνειδητοποίησε πως ο μικρός σκηνοθετούσε μια τεχνητή απώλεια χάνοντας για λίγο το παιχνιδάκι του (fort) για να το ξαναβρεί αμέσως μετά, ανακουφισμένος (da). Ο Φρόιντ μίλησε τότε για την πρώτη συνειδητοποίηση της απώλειας (εν προκειμένω της μητέρας) αλλά και της ωρίμανσης μέσα από την περιπέτεια και την διακινδύνευση. Τη Χαρά μέσα από το πάθος.
Πολύ περισσότερο, από αυτό το δίπολο, δηλαδή την αρχετυπική και συμβολική κίνηση από το σημείο α ως το σημείο β, ξεκινάει κάθε "αφήγηση", μικρή ή μεγάλη, σπουδαία ή ασήμαντη, είτε πρόκειται για κείμενα είτε για εικόνες. Το "ταξίδι" αυτό της ψυχής, η έκθεση της από την ασφάλεια στην περιπέτεια αποτελεί την απαρχή κάθε αισθητικής - συναισθηματικής εμπειρίας, κάθε τέχνης. Από το ταξίδι του Οδυσσέα ως τα πιο απλοϊκά σχήματα που χαζεύουμε στις σαπουνόπερες τις τηλεόρασης: Κάποιος φεύγει (δράση), χάνεται για ένα διάστημα (δράμα) και στο τέλος επιστρέφει (happy end). Έτσι δημιουργείται η ιστορία. Θα έλεγα πώς από αυτό το αρχετυπικό σχήμα αφορμάται κάθε αφηγηματική τέχνη. Και βέβαια συμπεριλαμβάνω σε αυτή τη διαδικασία και τη ζωγραφική.
 Οι τρεις παρουσιαζόμενοι ζωγράφοι, η Κάλη Καστόρη, ο Βασίλης Σούλης και ο Παντελής Ψαρράς, αφηγούνται, κι αυτοί με τη σειρά τους, τις δικές τους οπτικές ιστορίες κινούμενοι ανάμεσα στον φωτορεαλισμό και τον εξπρεσιονισμό επιμένοντας τόσο στον σχολιασμό των "παθημάτων" του σύγχρονου κόσμου όσο και την καταβύθιση στον εσωτερικό βίο. Οι ιστορίες τους, αν και πολύπλοκες ή πολυεπίπεδες, κινούνται πρωτίστως ανάμεσα σ' ένα καλωσόρισμα (hello) και σε έναν αποχαιρετισμό (good bye). Μια διελκυστίνδα ανάμεσα στο θετικό και το αρνητικό. Την αισιοδοξία του (κάθε) νέου χρόνου και την κατάθλιψη που αφήνει η αποχώρηση του παλιού. Hello και Good bye δηλαδή.
Θα έλεγα συνοπτικά ότι η ζωγραφική γεννήθηκε από τη ντροπή του κενού, η μουσική από τον φόβο της σιωπής και η ποίηση από την αγωνία των λέξεων να γίνουν εικόνες.
Κατά τα λοιπά και για μένα ισχύει αυτό που έγραψε κάποτε ο αείμνηστος φίλος Χάρης Καμπουρίδης ότι δηλαδή αντιμετωπίζει και τη φωτογραφία και τον κινηματογράφο ως συνέχεια της ζωγραφικής. Αυτής της αρχέγονης, ανεξάντλητης, πάρα τις κασσάνδρες, μήτρας των εικόνων θα συμπλήρωνα. Πρόκειται για τον αέναο όσο και πεισματικό διάλογο, τα δάνεια ή τα αντιδάνεια, ανάμεσα στην κινούμενη εικόνα και την στατική. Το fort και το da ή το hello και το good bye που εξετάζουμε εδώ. Αφού τα πάντα εκκινούν από μία λευκή επιφάνεια, από μία οθόνη, ένα άσπρο χαρτί, ένα κάδρο, ένα πλάνο. Απ'την άλλη η ζωγραφική - γραφική - γραφή είναι τόσο αρχαία όσο και το προπατορικό αμάρτημα και είναι το ευνοημένο (ευλογημένο) μέσον δια του οποίου ο λόγος γίνεται σάρκα. Και που το φως γεννιέται από τη σκιά όπως ακριβώς το ορατό από το αόρατο. Ποτέ αντίθετα. Συνεχώς.
Δεν χρειάζονται παραδείγματα νομίζω για να αποδείξει κανείς ότι οι πιο σημαντικοί σκηνοθέτες του κινηματογράφου, οι πιο σημαντικοί φωτογράφοι έχουν κατεξοχήν εικαστική παιδεία, έχουν υπάρξει φανερά ή κρυφά ζωγράφοι, σχεδιαστές ή εικονογράφοι ενώ βαθύτερη φιλοδοξία τους είναι να κάνουν ταινίες τόσο ωραίες όσο κι ένας πίνακας ζωγραφικής, από αυτούς που θαυμάζουμε στα μουσεία ή τις απρόσιτες συλλογές των βαθύπλουτων. Και με την έκθεση αυτή εξετάζω τις ουσιαστικές σχέσεις αλλά και τις διαφορές ανάμεσα στη ζωγραφική, τη φωτογραφία και τον κινηματογράφο ανάμεσα στο ενσταντανέ και την σεκάνς όπως τις διατυπώνουν με ενάργεια οι τρεις ταλαντούχοι δημιουργοί, η Κάλλη, ο Βασίλης και ο Παντελής διατηρώντας ο καθένας και την καλλιτεχνική του ιδιαιτερότητα και την αυτοτέλεια της γραφής του. Δημιουργώντας έργα που αντέχουν και σε μια δεύτερη ή και τρίτη ανάγνωση. Έργα που μιλούν για την μοναξιά, την αδυναμία επικοινωνίας, το ανικανοποίητο, τις όλο και πιο προβληματικές σχέσεις των ανθρώπων αλλά και τις πολλαπλές κρίσεις που γενικότερα χαρακτηρίζουν την εποχή μας.
Τέλος, θέλω να υπογραμμίσω πως όσο πιο εύκολο στην πρόσληψη του είναι ένα έργο, τόσο πιο φτωχό στην αισθητική του αποτίμηση. Όπως για παράδειγμα εκείνος ο κινηματογράφος του εντυπωσιασμού που στοχεύει σ' ένα, όσο το δυνατόν, πιο μαζικό κοινό - το χρήμα γαρ - και επιδιώκει με κάθε τρόπο την άμεση και εύκολη συγκίνηση. Την αδιαμεσολάβητη από την οποιαδήποτε νοητική διεργασία. Όμοια ακριβώς μ' εκείνη τη ζωγραφική που επιδεικνύει, σχεδόν αποκλειστικά, τα τεχνικά - αφηγηματικά της προσόντα στοχεύοντας στον ρηχό ενθουσιασμό των αδαών και τις υψηλές τιμές στην αγορά της τέχνης. Όμως χωρίς βαθύτερο τρόμο, χωρίς δέος, δεν υφίσταται και βαθύτερη συγκίνηση. Και στην πατούσα έκθεση ο προσεκτικός θεατής θα έχει πολλές ευκαιρίες και να προβληματιστεί και να συγκινηθεί.

ΥΓ. Στην Εθνική Πινακοθήκη αυτό τον καιρό εκτίθεται ένα ιστορικό έργο, το σπονδυλωτό περιβάλλον του Βλάση Κανιάρη με τον χαρακτηριστικό τίτλο "Arrivederci - Willkommen", από την δεκαετία του '70. Σε αυτό ο δήμαρχος μιας ιταλικής πόλης αποχαιρετά τους συμπολίτες του που μεταναστεύουν από το Νότο με το τρένο για τον Βορρά, εν προκειμένω την Γερμανία, για να εργαστούν ως γκάσταρμπάιτερ. Ένα ταξίδι δηλαδή από το "εδώ" στο "εκεί" και που αφορούσε επίσης στην Ελλάδα, την Ισπανία, την πρώην Γιουγκοσλαβία ή την Τουρκία. Hello και Good bye δηλαδή και ο εικαστικός σχολιασμός ενός δραματικού, κοινωνικού φαινομένου με χιλιάδες ατομικές περιπέτειες και ευρύτατες, πολιτικές επιπτώσεις...

ΥΓ. Γκαλερί Θάλεια. Σήμερα από τις 6 μμ τα προεγκαίνια. Μεταμορφώσεως 1, στη συμβολή λεωφόρων Αμφιθέας και Ποσειδώνος, στο Καλαμάκι. Αύριο, τα επίσημα εγκαίνια από τις 7 μμ με ζωντανή μουσική και γαλλικά κρασιά. Βλέπετε η γκαλερίστρια μας είναι Γαλλίδα.

Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2024

Δεν είναι αόρατες!

Ζήτω οι γυναίκες! Που δεν είναι αόρατες!

Όσοι είδατε την ταινία του κατ' εξοχήν εικαστικού Λάνθιμου και μπήκατε στη συζήτηση περί φεμινισμού ή αντιφεμινισμού, θα ήταν ωραίο να ολοκληρώσετε αυτό το νοητικό σας ταξίδι σε μιαν ανάλογη τέχνη που επίσης θέτει ερωτήματα, επισκεπτόμενοι το ΕΜΣΤ και τις εκθέσεις της Χρύσας Ρωμανού (1931 - 2006) και της Λήδας Παπακωνσταντίνου (1945). Όπως επίσης και την έκθεση της Ρένας Παπασπύρου (1938) στην Εθνική Πινακοθήκη. 
Πρόκειται αληθινά για την εκδίκηση - μετά από μία νικηφόρα επίθεση - των γυναικών απέναντι σε μία, συνήθως, "αντρικής οπτικής" ιστορία της τέχνης. Επειδή μιλάμε συχνά - και εγώ μαζί - την περίφημη γενιά του '60 με τον Κεσσανλή, τον Κανιάρη, τον Θόδωρο, τον Παύλο ή τον Δανιήλ αλλά ξεχνάμε τις εξίσου σημαντικές γυναίκες της όπως είναι η Ρωμανού ή  η Καναγκίνη. Ή, από τη γενιά του '70 αναφέρουμε τον Λαζόγκα, τον Αληθεινό, τον Μπουτέα ή τον Βαρώτσο αλλά δεν υπογραμμίζουμε, όσο τουλάχιστον αξίζει, την μεγάλη παρουσία της Παπασπύρου, της Διοχάντης  ή της Παπακωνσταντίνου. 
Κατ'αρχάς η Ρωμανού: Θυμάμαι όλα εκείνα τα μοναδικά βράδια στα Βριλήσσια, με ουίσκι και με τον αεικίνητο Νίκο να λέει αστεία και να θυμάται της απίστευτες ιστορίες του Παρισιού ενώ η κομψή, μινιόν Χρύσα διακριτικά σε μία γωνιά να καπνίζει συνεχώς αφήνοντας στον σύντροφό της τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Παρότι και η ίδια κυρίαρχησε στο λεγόμενο art mecano κατά τη διαμονή της 20 ολόκληρα χρόνια στο Παρίσι. Από το 1961 ως το 1981. Συγκινητική όθεν η αναδρομική της στο ΕΜΣΤ με τα κολλάζ του διεθνούς Λούνα Παρκ και των διαφόρων χαρτών από τις πόλεις του κόσμου που λάτρεψε ή μίσησε. Πραγματικές και φανταστικές. 
Έπειτα η Λήδα Παπακωνσταντίνου: η γυναίκα -  ξωτικό, η σάρκινη γυναίκα, η γυναίκα - είδωλο. Μία χορταστική έκθεση, άψογα παρουσιασμένη, που δείχνει το εύρος της δουλειάς της, από την performance ως τη ζωγραφική, τη γλυπτική και τις τόσο ποιητικές της κατασκευές, όπως για παράδειγμα η Τοστιέρα του Ζενέ. Αλλά και το χειροποίητο θέατρο στις Σπέτσες. Έργο σταθερά αυτοβιογραφικό, πολιτικό, φεμινιστικό, διάφανο, ευρηματικό και απρόβλεπτο. Μία ολόκληρη εποχή μπροστά στα μάτια μας την οποία ζήσαμε οι παλαιότεροι από τις εκθέσεις του Δεσμού ως τα φεστιβάλ της Αυγής ή τις Μπιενάλε στη Θεσσαλονίκη...
Α propos το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και η διευθύντρια του μάς συστήνουν επίσης σ' ένα εντυπωσιακό show μιαν άγνωστη καλλιτέχνιδα - σε μένα τουλάχιστον - της διασποράς που γεννήθηκε στην Γερμανία και σταδιαδρομεί και εκεί και στο Βέλγιο, την Δανάη Ανεσιάδου (1977). Στην Αριάδνη άρεσαν περισσότερο οι γκιλοτίνες της και σε μένα τα γλυπτά - κίονες από ρητίνη που μου θύμιζαν ανάλογες κατασκευές του επίσης γερμανοθρεμμένου Μιχάλη Αρφαρά. 
Τέλος η Ρένα Παπασπύρου, πρώτη γυναίκα - καθηγήτρια της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών από το 1992 που σπούδασε ζωγραφική και ψηφιδωτό - μωσαϊκό και που έκτοτε επικεντρώθηκε στις εικόνες που κρύβει η ύλη, τα βρώμικα πατώματα και οι ξεφλουδισμένοι τοίχοι για να βρει φόρμες, σχήματα, παραστάσεις ολόκληρες, και αναστήσει πρόσωπα σε ένα μοναδικό όσο και απόλυτο ρεαλισμό του αφηρημένου! Χιλιάδες, μικροσκοπικά πρόσωπα που μας κοιτάνε ανάμεσα από τις κουκίδες και τα σκοτεινά στίγματα των μωσαϊκών δαπέδων ή από τα αντίστοιχα πλακάκια. Εμμονική στην ιδέα της η Παπασπύρου την εξαντλεί κυριολεκτικά ως το μη περαιτέρω σ' ένα πυκνό δίχτυ σημασιών και ερμηνειών. Όπως εξάλλου και η Bella Baxter!

ΥΓ. Αυτό που κυρίως με ενθουσίασε, είναι η υπεράσπιση της ιστορικότητας δηλαδή η μελέτη και η παρουσίαση της ιστορίας της σύγχρονης τέχνης μας όπως της αξίζει, από τα δύο κεντρικά μας μουσεία. Είναι κάτι για το οποίο και εγώ προσωπικά και άλλοι συνάδελφοι μας έχουμε αγωνιστεί επί δεκαετίες. Δηλαδή όχι μόνο το επικαιρικό αλλά το διαχρονικό. Αρκεί και τα δύο μουσεία να μην φοβούνται τον διάλογο και να μην απορρίπτουν την κριτική. Νομίζω ότι οι νεότεροι έχουν να μάθουν από εμάς, τους παλαιότερους, αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα.
Πέρασα, που λέτε, πολύ ωραία χθες, μετά την βόλτα στην Ακρόπολη και σας συστήνω να επισκεφθείτε και εσείς τα μουσεία μας, τα οποία δεν υστερούν πια σε τίποτε από τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά και αυτό κανείς οφείλει να το αναγνωρίσει. Για να γνωρίσετε τις γυναίκες που είναι δίπλα μας και είναι εξίσου υπεύθυνες για το κοινό μας, πολιτιστικό πρόσωπο. Για τις γυναίκες που λάμπουν και δεν είναι αόρατες!

Τετάρτη 20 Δεκεμβρίου 2023

Για τη Σημαία μας

Σημαίες, σημασίες και ασήμαντοι Σημαίες, σημασίες και ασήμαντοι 

Τί κρίμα να δίνεται δημοσιότητα σ' ένα έργο τέχνης ή μια έκθεση μόνο μετά από κάποιο, θεωρούμενο, σκάνδαλο! Όπως εν προκειμένω στην σύνθεση της εικαστικής δημιουργού και περφόμερ Γεωργίας Λαλέ. Γνωρίζω την Λαλέ και τιμώ τη δουλειά της ενώ παράλληλα πιστεύω ότι αληθινός σκοπός του καλλιτέχνη δεν είναι να διακοσμεί τον κόσμο αλλά να τον αναλύει, να τον εξηγεί κι όσο μπορεί, να τον αλλάζει. 
Σεβόμενος, τέλος, τις ευαισθησίες όλων των συμπατριωτών μου υπενθυμίζω πως ΔΕΝ πρόκειται για την ελληνική σημαία αλλά για ένα φεμινιστικό σχόλιο με ΘΈΜΑ την σημαία και αναφορά στη σύγχρονη, ελληνική κοινωνία πράγμα που είναι εντελώς διαφορετικό.
 Άρα δεν υπάρχει παραποίηση ή προσβολή συμβόλου. Δεν υπάρχει πρόθεση βεβήλωσης, τουναντίον. Οι μικροαστοί μπερδεύουν την εικόνα με την πραγματικότητα και αυτό που μοιάζει με αυτό που είναι. Η Γεωργία Λαλέ με τρυφερό και αισθηματικό τρόπο ανάγει τη δική της σημαία σε σύμβολο της γυναικείας οδύνης. Στο κάτω κάτω αυτή η πατρίδα ανήκει σε όλους. Και ιδιαίτερα στους πιο κατατρεγμένους, στους πιο αδύναμους. Και η Λαλέ κεντάει σεντόνια κακοποιημένων γυναικών σε ροζ - το παραδοσιακά "γυναικείο" χρώμα - για να οπτικοποιήσει έτσι την μοίρα των θήλεων σ' έναν κόσμο που φτιάχτηκε από άντρες για άντρες. Θυμίζω, επίσης, ανάλογα έργα που αποθεώθηκαν, όπως λ.χ την "Ελληνική Σημαία" του Παύλου από χαρτί μασικοτέ και πλέξιγκλας (sic) που φτιάχτηκε μόλις η πατρίδα μας μπήκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ούτε αυτό το έργο ΉΤΑΝ η ελληνική σημαία. Αναφερόταν απλώς σ' αυτή. Θυμίζω την ξεσκισμένη "Ελληνική Σημαία" του Βλάση Κανιάρη πάνω από την γερμανική στο ΕΜΣΤ, έργο που σχολιάζει τις σχέσεις Γερμανίας - Ελλάδας και αναφέρεται στους Έλληνες γκασταρμπάϊτερ και τη φιλοξενία των τευτόνων φίλων μας.
 Περιμένω, άρα, οι διευθύνσεις ΕΜΣΤ και Εθνικής Πινακοθήκης να πάρουν θέση σχετικά και να αντιδράσουν. Αν δεν μιλήσουν τώρα, έστω και συμφωνώντας με την κυβέρνηση, τότε, πότε; Ποιός, διάβολε, είναι ο ρόλος τους, ο ρόλος μας, ως διανοουμένων αν δεν παίρνουμε θέση σε θέματα που αφορούν στην ιστορία της τέχνης και την κριτική; Επειδή είναι κρίμα να σπιλώνεται έτσι προβοκατόρικα μια εικαστική πρωτοβουλία του Προξενείου στην Νέα Υόρκη. Το οποίο εν προκειμένω λειτουργεί και ως εκθεσιακός χώρος. Και βέβαια σ' έναν εκθεσιακό χώρο δεν αποκαθηλώνονται έργα. Κι είναι κρίμα που η δημοκρατία μας λογοκρίνει και δαιμονοποιεί έργα της σύγχρονης τέχνης σαν να είναι χούντα. Και μάλιστα μετά από παρέμβαση - καταγγελία "ευαίσθητων" ακροδεξιών ή "καλαίσθητων" παραθρησκευτικών  οργανώσεων. Δεν φτάνει που οι πολιτικοί μας δεν χρησιμοποιούν την σύγχρονη τέχνη ως εθνικό επιχείρημα για τον τόπο, την απαξιώνουν κιόλας.

ΥΓ. Και επειδή ο υπουργός Εξωτερικών που είναι και καθηγητής πανεπιστημίου δήλωσε ότι αποκαθήλωσε το έργο επειδή ήταν σε δημόσιο κατάστημα, ιδού η (κουρελιασμένη) σημαία του Κανιάρη στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ). Πιο δημόσιο δεν γίνεται!

Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2023

Άνοιξη;

Πολιτιστική Άνοιξη μέσα στον Δεκέμβριο!

   
Να λοιπόν που συμβαίνουν και πράγματα υψηλού, αισθητικού επιπέδου σ' αυτή την μίζερη πόλη, σ' αυτές τις περίεργες γιορτές της αγκουσεμένης ευτυχίας και οφείλει κανείς να το υπογραμμίσει. 
Καταχάρηκα χτες, μετά από ευγενική πρόσκληση του απερχόμενου δημάρχου, την πρεμιέρα μιας ευρηματικότατης αναβίωσης των θρυλικών "Απάχηδων των Αθηνών" του Ν. Χατζηαποστόλου, του δικού μας Στράους και πατέρα της ελληνικής οπερέτας στο ιστορικό θέατρο Ολύμπια. Άψογη ορχήστρα, εκλεκτοί ερμηνευτές και χορωδία, φωτισμοί, σκηνικά υψηλού επιπέδου, καλαίσθητα κοστούμια και ένα επαγγελματικότατο σύνολο καθοδηγημένο  από τον παλιό μου φίλο Βασίλη Μαυρογεωργίου. Άψογος αρχιμουσικός με μπρίο βιεννέζικο ο Κορνήλιος Μιχαηλίδης. Τρεισήμισι χορταστικές ώρες παράστασης με τις αθάνατες μελωδίες που τις πρωτοακούσαμε από τις γιαγιάδες και τους παππούδες μας για να τις ξανατραγουδήσουμε κι εμείς σήμερα. Τα μεγάλα ατού της παράστασης είναι το πολυεργαλείο που λέγεται Άγγελος Παπαδημητρίου και βέβαια ή διαχρονική Ζωζώ Σαπουντζάκη που στα 90 και χρόνια της κατάφερε να λάμπει επί σκηνής και να δονεί ένα ολόκληρο θέατρο. Μη χάσετε λοιπόν αυτή την παράσταση! Στα πολύ θετικά είναι και το κομψό, ενημερωμένο πρόγραμμα της παράστασης σε επιμέλεια του Πολιτιστικού Οργανισμού του Δήμου Αθηναίων. Είχα δει και την προηγούμενη, διεθνή παραγωγή της "Σεμέλης" του Χαίντελ με τον διεθνή πια αρχιμουσικό Γιώργο Πέτρου. 
Οφείλω εδώ να πω ότι ο κ. Μπακογιάννης, στον οποίον έχω κατά καιρούς ασκήσει πολύ αυστηρή κριτική, αφήνει στον κ. Δούκα μια σημαντική πολιτιστική υποδομή έχοντας δίπλα του γνώστες του χώρου όπως η σύμβουλος Κατερίνα Κοσκινά , οι επικεφαλής της Δημοτικής Πινακοθήκης Χριστόφορος Μαρίνος και των Ολυμπίων Ολιβιέ Ντεκότ, ο Γιώργος Βλαστός κ.α. 
Πιένες και ουρές (!) γνώρισε χτες και το ΕΜΣΤ όπως δείχνει η φωτογραφία του φίλου μου, αρχιτέκτονα Γιώργου Τριανταφύλλου που είχε πάει στα εγκαίνια της έκθεσης "Τί θα συνέβαινε στον κόσμο αν κυβερνούσαν οι γυναίκες;" μαζί με πλήθος κόσμου. Η Κατερίνα Γρέγου διαθέτοντας άποψη, έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα σταθερό κοινό, αποτελούμενο κυρίως από νέους και μάλιστα από τον μικρόκοσμο της ΑΣΚΤ  ή των συναφών σχολών, όπως και να συνδυάσει τα έργα του μουσείου με ιδιωτικές συλλογές. Δεν είναι μικρή η συμβολή του αθόρυβου πλην ουσιαστικού προέδρου του ιδρύματος ζωγράφου Άγγελου Αντωνόπουλου.  Αναμφισβήτητα μεγάλη επιτυχία είναι η έκθεση, η αφιερωμένη στον Ιάννη Ξενάκη.
Τέλος, καινούργιος αέρας πνέει - επιτέλους - και στην Εθνική Πινακοθήκη, υπό την νέα της διεύθυνση, και απτό παράδειγμα αποτελεί η αναδρομική της σπουδαίας Ρένας Παπασπύρου, πρώτης γυναίκας καθηγήτριας στην Ανωτάτη, Σχολή Καλών Τεχνών.
 Έχω κατά καιρούς εκφράσει την διαφωνία μου για τον τρόπο με τον οποίο το Υπουργείο Πολιτισμού επιλέγει τους επικεφαλής των κρατικών μας μουσείων, δηλαδή φαβοριτικά και χωρίς ανοιχτές διαδικασίες η προκήρυξη θέσεων, αυτό όμως δεν με εμποδίζει να γράψω θετικά όταν διαπιστώνω πως κάτι θετικό συμβαίνει.
Χωρίς λοιπόν διάθεση γκρίνιας διαπιστώνω εδώ μία μικρή σύγχυση αρμοδιοτήτων ανάμεσα στα δύο κορυφαία μουσεία της νεοελληνικής τέχνης. Μου φαίνεται δηλαδή πώς η έκθεση της Ρένας Παπασπύρου ταιριάζει περισσότερο στο ΕΜΣΤ,
 - όπως εξάλλου συμβαίνει με την Λήδα Παπακωνσταντίνου -  και λιγότερο στην Εθνική Πινακοθήκη η οποία θα έπρεπε να επικεντρωθεί στους παλιότερους καλλιτέχνες και τις ιστορικές περιπτώσεις. Λόγου χάρη εκκρεμούν  δραματικά  αναδρομικές των μεγάλων αγνώστων Βασιλείου Χατζή, Θεόφραστου Τριανταφυλλίδη ή Διαμαντή Διαμαντόπουλου - οι νεότεροι δεν έχουν ακούσει καν τα ονόματα αυτά - αλλά και ομαδικές παρουσιάσεις όπως για παράδειγμα η Ομάς Τέχνη, ο Κεφαλληνός και το εργαστήρι του, η Σχολή της Θεσσαλονίκης, ο Ελληνικός Υπερρεαλισμός κ.λπ.

 Σημ. Τέλος κάνω έκκληση προς τις διευθύνσεις των μουσείων μας - κατά σύμπτωση 99% είναι γυναίκες - είτε αυτά είναι κρατικά, είτε δημοτικά, είτε ιδιωτικά να ανοιχτούν τολμηρά σε νεότερες και νεότερους συναδέλφους, ιστορικούς τέχνης, επιμελητές ή μουσειολόγους και να επιτρέψουν και σε αυτούς να αναλάβουν πρωτοβουλίες, να προτείνουν ιδέες και να οργανώσουν εκθέσεις. (Όπως, ας πούμε, είναι απαράδεκτο ότι στο ΚΑΣ δεν μετέχουν ιστορικοί τέχνης, διακεκριμένοι συντηρητές ή μουσειολόγοι παρά μόνο η αυλή της Μενδώνη). Δεν επιτρέπεται τα μουσεία μας να αποτελούν κλειστά κυκλώματα προσωποπαγούς εξουσίας. Το ίδιο ισχύει και για το Βυζαντινό Μουσείο και την διευθύντρια του το οποίο πλέον δείχνει συστηματικά εκθέσεις σύγχρονης τέχνης. Αναμένουμε.


Τρίτη 5 Δεκεμβρίου 2023

Μισή Τζοκόντα, μίσος ολόκληρο


Μήπως είμαστε ανυπόληπτοι πολιτιστικά;

Η Ελλάδα μόνο μέσω του δυναμικού, πολιτιστικού της παρόντος μπορεί να υπερασπιστεί την αρχαία κληρονομιά της και να πρωταγωνιστήσει στη διεθνή συγκυρία. Είναι αναξιοπρεπές και το κυριότερο, είναι λάθος, να εμφανιζόμαστε σαν οι φτωχοί συγγενείς που διεκδικούν την περιουσία του μακαρίτη. Αυτή η στάση αυξάνει την γνωστή αλαζονεία των Βρετανών και τους επιτρέπει να μας κάνουν ψυχρά ντους όπως αυτό που έγινε προχθές στον Έλληνα πρωθυπουργό.  Κάποιος θα έπρεπε να τον έχει προφυλάξει. Και από το Υπουργείο Πολιτισμού και από το Υπουργείο Εξωτερικών και από την πρεσβεία. Σε χθεσινό δημοσίευμα τους πάντως οι Times, σε αντίθεση με τον Guardian, συνέχισαν την επίθεση φιλίας προς την Ελλάδα υποστηρίζοντας για μία ακόμα φορά το αίτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα και διαφωνώντας με την συνεχιζόμενη επίσημη, βρετανική άρνηση. Εκφράζοντας έτσι την γενικότερη - προσωπικά δεν έχω πειστεί - μεταστροφή της αγγλικής, κοινής γνώμης αλλά και βρίσκοντας μίαν ακόμα ευκαιρία για να επιτεθούν στον όλο και πιο αδύναμο πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου από το Πετζάμπ, τον κ. Σούνακ. Παρ' όλη όμως τη διεθνή κινητικότητα και την ελληνική επιμονή πιστεύω πως και το Βρετανικό Μουσείο, ανεξάρτητος θεσμός αναμφισβήτητα που δύσκολα ποδηγετείται, αλλά και οι εκάστοτε κυβερνήσεις της άλλοτε Μεγάλης Βρετανίας δεν θα πάρουν ποτέ μιαν απόφαση τελεσίδικης επιστροφής, παρά την κλιμακούμενη, διεθνή πίεση - σύμφωνα με τα εγχώρια ΜΜΕ - εκτός και αν το νομικό πλαίσιο που πρέπει να διαμορφωθεί, είναι, κατά κάποιο τρόπο, υπέρ τους. Δηλαδή αναγνωρίζει το δικαίωμα κτήσης - που θα πει a priori πολιτιστικής υπεροχής - και δεν ανοίγει τον ασκό του Αιόλου επιτρέποντας έτσι και σε άλλες χώρες να διεκδικήσουν τους δικούς τους μοναδικούς θησαυρούς. Θησαυρούς τους οποίους η η αποικιοκρατική "φιλοκαλία" των Βρετανών έχει υφαρπάξει από όλο τον πλανήτη. Αυτό που, τέλος, ξέρουν πολύ καλά οι φίλοι και σύμμαχοι μας αλλά που συνήθως αγνοεί η ελληνική, πολιτική τάξη, είναι ότι τα  μουσεία αρθρώνουν κυρίως πολιτικό λόγο και αποτελούν πρωτίστως πολιτικά επιχειρήματα (ως προς το κύρος και τη δύναμη ενός έθνους) και λιγότερο πολιτιστικά και καλλιτεχνικά. Με άλλα λόγια και στο Λούβρο, και στο Μουσείο της Περγάμου του Βερολίνου, η Γλυπτοθήκη του Μονάχου αλλά και στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης η συσσώρευση έργων τέχνης από τόσο διαφορετικούς πολιτισμούς υποστηρίζει κυρίως το συγκεκαλυμμένο ή προφανές imperium των χωρών που στήνουν τέτοια αχανή μουσεία και επιχειρηματολογεί ως προς το δικαίωμα τους για παγκόσμια κυριαρχία. 
Άρα, όπως σωστά υποστηρίζουν οι Times, μόνο ως  χρησιδάνειο και υπό πολλές προϋποθέσεις ή ανταλλάγματα θα μπορούσαν οι Βρετανοί να επιστρέψουν τα μάρμαρα του Παρθενώνα. Φοβάμαι, εν προκειμένω, πως η πολιτική που ακολουθεί η Ελλάδα εδώ και μισόν αιώνα δεν είναι η ενδεδειγμένη με τα Υπουργεία Πολιτισμού και Εξωτερικών να ποντάρουν περισσότερο σε συναισθηματικά και λιγότερο σε πολιτικά επιχειρήματα. Ας σημειωθεί εδώ ότι ο πρώτος που έθεσε θέμα επιστροφής των κλοπιμαίων του Έλγιν, ήταν ο βασιλιάς Όθων. Τέλος εντυπωσιακό το επιχείρημα του κ. Μητσοτάκη ως προς την κομμένη Μόνα Λίζα με μια όμως διαφορά:
 Έστω και μισός ο πίνακας του Λούβρου, περιέχει το σύνολο των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που τον καθορίζουν και τον κάνουν απολύτως ξεχωριστό. Έστω και ένα μόνο τμήμα του περιέχει πλήρως και την ιδιαίτερη γραφή και τις καινοτομίες και την ιδιοφυή αισθητική του Leonardo da Vinci. Το ίδιο συμβαίνει αν ακούσουμε ένα μόνο μέρος, το largo ή το adagio από μία συμφωνία του Μπετόβεν. Μπορούμε από το μέρος να προσεγγίσουμε το όλον. Διαθέτουμε την απαραίτητη και αναγκαία, αισθητική πληροφορία. Όμως στον αρχαίο ναό και ιδιαίτερα στον Παρθενώνα η γλυπτική αρματωσιά του δεν αποτελεί εξωτερικό διάκοσμο αλλά οργανικό συστατικό της δομής του. "Οντολογικό" και αναπόσπαστο στοιχείο της υλικής και της αισθητικής του ολοκλήρωσης. Ο Χάιντεγκερ έχει γράψει σχετικά ένα πολύ διεισδυτικό κείμενο. Έτσι δεν έχει το Λονδίνο τον μισό Παρθενώνα και η Αθήνα τον υπόλοιπο. Δεν πρόκειται δηλαδή για κάτι που - κατάντησε να - είναι ατελές. Στην ουσία δεν έχουν τίποτε και οι δύο αφού εδώ το μέρος επ' ουδενί υποκαθιστά το όλον. Αυτό που διαθέτουν κυρίως το Λονδίνο αλλά μοιραία και η Αθήνα είναι ένα πολυδιαφημισμένο, τουριστικό προϊόν. Συγκεκριμένα: Στο Λονδίνο βρίσκονται οι 56 από τις 97 πλάκες από τη Ζωφόρο και στην Αθήνα οι 40. Επίσης 64 μετόπες εκεί και 48 εδώ. Για να μην αναφέρω τα αετώματα και την άθλια παρουσίαση τους. Αλλά και τον θλιβερό τρόπο που καλύπτει το Βρετανικό Μουσείο τα κενά των γλυπτών:  "Marbles still in Athens".
Είναι ευρύτερα γνωστό πως η περίφημη "Συναυλία των Αγγέλων" του Greco στην Εθνική Πινακοθήκη που αγόρασε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στο Μεσοπολέμο δια του τότε διευθυντή Ζαχαρία Παπαντωνίου, είναι το επάνω, κομμένο (!) μέρος μιας ευρύτερης σύνθεσης, ενός "Ευαγγελισμού" και το μεγαλύτερο, το κάτω τμήμα, βρίσκεται στη Μαδρίτη. Εν προκειμένω, το τεμαχισμένο έργο μπορεί να λειτουργεί αυτοτελώς και ως προς τα δύο του τμήματα. Για αυτό εξάλλου εκτίθεται το ένα εδώ και το άλλο εκεί χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα, ενώ κατά καιρούς τα έχουν ενώσει για τις ανάγκες κάποιας περιοδικής έκθεσης. Για τον Παρθενώνα όμως κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική. Τα τμήματα που αφαίρεσε ο Έλγιν, δεν έκοψαν απλώς τον ναό στη μέση, δεν τον ακρωτηρίασαν, τον ακύρωσαν πλήρως ως αισθητική μονάδα. Και έκτοτε τον διατηρεί έτσι ακυρωμένο ένα ακατανόητο μίσος, ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας προς ό τι ο Παρθενώνας αντιπροσωπεύει. Γιατί περί αυτού πρόκειται. Κι αυτό είναι ένα διαρκές έγκλημα που βαρύνει ολόκληρο τον δυτικό πολιτισμό. 

ΥΓ. Αλλαγή παραδείγματος: Πρόσφατα, το Hellenic Diaspora Foundation δια του Προέδρου του κ. Βασίλη Καλογηράτου επαναπάτρισε εξ ιδίων πόρων περί τα 20 ιστορικά έργα του μεγαλύτερου καλλιτέχνη της Ελληνικής Διασποράς και ενός εκ των κορυφαίων του 20ου αιώνα διεθνώς, του Θεόδωρου Στάμου (1922 -1997), ισάξιου του Rothko και του Pollock. Κι όμως, αυτό το μείζον, πολιτιστικό γεγονός πέρασε παγερά αδιάφορο από την επίσημη, ελληνική Πολιτεία. Δεν είναι κρίμα; Δεν θα ήταν ένα ακόμη επιχείρημα για τον πρωθυπουργό; Κι άλλη χτυπητή ένδειξη της πολιτιστικής μας ανεπάρκειας. Ο Στάμος δώρισε στην Εθνική Πινακοθήκη, μετά την πτώση της Χούντας, 45 έργα των καλύτερων περιόδων του με το αίτημα να εκτίθενται μόνιμα. Έτσι και συνέβη τότε αλλά δεν συμβαίνει πλέον σήμερα. Θα ήταν άρα υπερβολή αν κάποιος μας χαρακτήριζε πολιτιστικά ανυπόληπτους;

Κυριακή 12 Νοεμβρίου 2023

Τρεις θάνατοι και κάποιοι γυμνοί γλουτοί



Να ντύσουμε τους γυμνούς, θα μπορούσε να λέγεται αυτό το κείμενο κυρίως γιατί αναφέρεται στους εξής τρεις, πολύ κρίσιμους για την ιστορία της τέχνης, θανάτους: 
Πιο συγκεκριμένα, το 1564 πεθαίνει ο γίγαντας Μιχαήλ Άγγελος σχεδόν ενενήντα χρονών ενώ το 1565, έναν χρόνο μετά, πεθαίνει ο επίσης υπέργηρος πάτρονας του Πάπας Πίος Δ. Τον τελευταίο τον ξέρουμε από τα πολλά πορτρέτα του και ιδιαίτερα εκείνο του Τισιανού. Το 1566, τέλος, πεθαίνει ο πολύ νεότερος Daniele da Volterra, ζωγράφος και μαθητής του Michelangelo, ο επονομαζόμενος Braghettone. Που θα πει ο βρακωτής! Πώς δένουν όλα αυτά; Περιμένετε και θα δείτε...
Νομίζω ότι δεν υπήρξε στην ιστορία της τέχνης πιο ισχυρή αλλά και πιο αντιφατική προσωπικότητα από τον Μιχαήλ Άγγελο Μπουοναρότι. Εκείνον τον φλωρεντινό δημιουργό που συνέδεσε τους γοτθικούς εφιάλτες του μεσαιωνικού κόσμου με την πιο υψηλή αισθητική της Αναγέννησης, που αναβίωσε την αρχαιότητα με έναν εντελώς προσωπικό, δικό του τρόπο και που προανήγγειλε τις εξελίξεις της γλυπτικής ως τα κράσπεδα του 20ου αιώνα και τον Ροντέν. Που μπορεί να στέκεται ως γλύπτης δίπλα στον Φειδία και τον Πραξιτέλη χωρίς κανένα αίσθημα μειονεξίας. Αλλά και πλάι σε αρχιτέκτονες όπως ο Ικτίνος, ο Μπρουνελέσκι ή ο Μπορομίνι και ζωγράφους όπως ο Ραφαήλ, ο Γκόγια ή ο Σεζάν. Να μην ξεχάσω τα σονέτα του που συνηχούν μ' εκείνα του Σαίξπηρ. Τον άνθρωπο λοιπόν αυτόν τον σέβονταν, τον ζήλευαν αλλά και τον έτρεμαν για τους θυμούς ή την αδιαλλαξία του όλοι οι σύγχρονοι του. Από τους δούκες της Φλωρεντίας ως τους πάπες της Ρώμης. Οι ίδιοι, οι ομότεχνοι του επινόησαν μίαν ιδιαίτερη λέξη για να περιγράψουν την αίσθηση που ανέδιναν τα έργα του, ζωγραφικά και γλυπτικά, την περιώνυμη terribilità. 
Ο Michaelangelo, μόλις 33 ετών, αναλαμβάνει το τεράστιο έργο να ζωγραφίσει την οροφή το μονόχωρου ναού της Καπέλα Σιξτίνα, μέσα στο παπικό παλάτι του Βατικανού. Πρόκειται για μίαν ανώμαλη επιφάνεια περισσότερο από 200 τετραγωνικά μέτρα την οποία τιθασεύσει οργανώνοντας σε παράλληλες ζώνες αφηγηματικές, πολυπρόσωπες ενότητες, εμπνευσμένες από την Παλαιά Διαθήκη, (Γέννηση του κόσμου, δημιουργία του Αδάμ, Έξωση των πρωτοπλάστων, Κατακλυσμός κ.ο.κ. Αλλά και Προφήτες, Σίβυλλες, ignudi, δηλαδή πλάσματα που δορυφορούν τον Παλαιό των Ημερών κ.α για να πλαισιώνουν τις κεντρικές εικόνες). Εδώ δουλεύει σε πολύ δύσκολες συνθήκες επί τέσσερα χρόνια έχοντας μόνο έναν βοηθό, σκαρφαλωμένος στις σκαλωσιές και υπηρετώντας το ακραία επιβλητικό και αποκαλυπτικό όραμα του. Πρόκειται για μία σύνθεση την οποία μιμήθηκε αριστοτεχνικά ο Ραφαήλ και που θα εμπνεύσει όλους τους επιγόνους, τους λεγόμενους μανιεριστές. Από τον Ποντόρμο στον Ρόσο Φιορεντίνο και από τον Αντρέα Ντελ Σάρτο στον Παρμιτζιανίνο. Το έργο αυτό απογείωσε τη φήμη του νεαρού δημιουργού, τον κατέστησε απαραίτητο στον παντοδύναμο, τότε Πάπα Ιούλιο Β από την οικογένεια Ντέλα Ρόβερε αλλά και σε όλους τους διαδόχους του, τον Λέοντα και τον Κλήμη από την οικογένεια των Μεδίκων ή τους Παύλους και τους Πίους από τις οικογένειες των Καράφα ή των Φαρνέζε. Ο Μικελάντζελο κατάφερε να υπηρετήσει, ή μάλλον το αντίστροφο, επέτυχε να τον υπηρετήσουν στην διάρκεια της πολυκύμαντης ζωής του, επτά πάπες!
Το 1534 ο καλλιτέχνης εγκαθίσταται οριστικά στη Ρώμη εγκαταλείποντας τη γενέτειρα του Φλωρεντία, την εποχή ακριβώς που επιστρέφουν μετά από εξορία οι πρώτοι του προστάτες, οι Μέδικοι. Στη Ρώμη αποδέχεται την παπική παραγγελία για να επιστρέψει στην Καπέλα Σιξτίνα και να αγιογραφήσει τον κεντρικό τοίχο της, αυτόν που βρίσκεται πίσω από την Αγία τράπεζα, αποδίδοντας εκεί το θέμα της Δευτέρας Παρουσίας. Δηλαδή, ενοποιώντας θεματικά το παρεκκλήσιο, να περάσει από την Παλαιά Διαθήκη στην Καινή Διαθήκη και τον θριαμβευτή Χριστό άλλα και στα φρικτά οράματα της Αποκάλυψης του Ιωάννη. Αρχίζει λοιπόν να δουλεύει εντατικά απ' το 1536 και ολοκληρώνει το έργο το 1541. Αρκεί να πω ότι μόνο για να διαμορφώσει τον τοίχο και να τον καταστήσει κατάλληλο για μία τέτοια ζωγραφική - κλείνοντας ένα παράθυρο και διαγράφοντας παλαιότερες τοιχογραφίες - χρειάστηκε έναν ολόκληρο χρόνο! Πρόκειται για την πλέον πολυσύνθετη δημιουργία του: μία ανθρωπότητα που είναι έρμαιο των δυνάμεων του σύμπαντος και στροβιλίζεται σε έναν άπειρο χώρο γύρω από τη κυρίαρχη μορφή του Χριστού - Δία ή Χριστού, Απόλλωνα! Η σύνθεση αναπαριστά το εσχατολογικό δράμα του ανθρώπινου γένους αλλά και το ατομικό δράμα του καλλιτέχνη του ίδιου μία και ζωγράφισε τον εαυτό του απαξιωτικά δίνοντας τη μορφή του στο δέρμα που κρατάει στα χέρια του ο Απόστολος Βαρθολομαίος. Ήταν τόσο συνταρακτική η εντύπωση που προκάλεσε η Δευτέρα Παρουσία στο κοινό ώστε κατά τη στιγμή των αποκαλυπτηρίων, στις 31 Οκτωβρίου 1541, ο ίδιος ο Πάπας Παύλος Γ, Φαρνέζε, γονυκλινής ικέτευσε "Κύριε μη μνησθής των αμαρτιών μου κατά την ημέρα της κρίσεως Σου". Το έργο παρουσιάζει σε μία εκθαμβωτική - μπαρόκ δίνη περισσότερες από 300 μορφές που στροβιλίζονται για να συναντήσουν την αναπόφευκτη μοίρα τους. Οι μπεάτοι τον παράδεισο, οι νταμνάτοι την κόλαση. Οι επτά άγγελοι της Αποκαλύψεως φυσάνε τις μοιραίες, τις τρομερές τους σάλπιγγες. Η αγωνία του Μιχαήλ Αγγέλου για την επερχόμενη Θεία Δίκη ταιριάζει απόλυτα με το πνεύμα της εποχής. Η παπική πολιτική μέσω της μεγαλοφυΐας του τρομερού Τοσκανού κραδαίνει μιαν απειλή προειδοποιώντας: Ο μόνος δρόμος της σωτηρίας είναι η Καθολική Εκκλησία. Ήδη η αντιμεταρρύθμιση μέσα από το έργο αυτό έχει ξεκινήσει. Ο Πάπας Παύλος Γ που ήταν νόθος γιός του δούκα Πιέρ Λουίτζι Φαρνέζε ο οποίος δολοφονήθηκε το 1547 από τον Κάρολο Ε, τόσο εντυπωσιάστηκε από τον Μπουοναρότι ώστε τού παράγγειλε δύο ακόμη ζωγραφικές συνθέσεις για το προσωπικό του παρεκκλήσιο, την Cappella Paolina τις οποίες και φιλοτέχνησε από το 1542 ως το 1550. Πρόκειται για την Μεταστροφή του Παύλου και την Σταύρωση του Πέτρου. Τί σύμπτωση, τα ίδια θέματα, μετά από μισόν αιώνα, θα ζωγραφίσει συνταρακτικά, ένας άλλος Μικελάντζελο, ο μεγάλος τυχοδιώκτης του μπαρόκ, ο Καραβάτζιο στο παρεκκλήσι Cerasi της Σάντα Μαρία Ντελ Πόπολο. 
Όμως τα πράγματα δεν είναι ποτέ ιδανικά όταν μία μεγαλοφυής δημιουργία κατεβαίνει να συναντήσει την κοινωνία των ανθρώπων και τις σκοπιμότητες τους. Από την πρώτη κιόλας παρουσίαση του έργου διάφοροι σεμνότυφοι ή επαγγελματίες πουριτανοί εξέφραζαν σιωπηρά στην αρχή και με ένταση αργότερα τον αποτροπιασμό τους για τα γυμνά σώματα τα οποία στροβιλίζονται στον ουρανό της Δευτέρας Παρουσίας. Μόνο που βέβαια κανείς δεν εν τολμούσε να διαμαρτυρηθεί ανοιχτά στον τρομερό γέροντα. Ούτε ο πάπας ο ίδιος. Έπρεπε να πεθάνει πρώτα ο Μιχαήλ Άγγελος και μόνο τότε ο Πάπας Πίος Δ τόλμησε, εφαρμόζοντας και τις αποφάσεις της συνόδου στο Τρέντο, ν' αναζητήσει τρόπους ώστε η υπερβατική ζωγραφιά που έλαμπε δίπλα στα ιδιαίτερα του διαμερίσματα να καταστεί πιο κόσμια. Η λύση λεγόταν Danielle Volterra, μαθητής του Μιχαήλ Αγγέλου, ο οποίος και ανέλαβε να ευπρεπίσει τα προκλητικά γυμνά, δηλαδή να τους φορέσει αδοιοθύλακες. Να ζωγραφίσει, μ' άλλα λόγια, βρακάκια πάνω στα επίμαχα γυμνά τών υπερφυσικών μορφών της σύνθεσης. Επειδή ο Μικελάντζελο ακολουθούσε τα αρχαία πρότυπα και κλασικότροπες φιγούρες του ήταν γυμνές επειδή έτσι θα τις έφτιαχναν ο Φειδίας ή ο Απελλής. Κι ενώ στήνονται πάλι σκαλωσιές για τις... διορθώσεις, ο Πάπας επείγεται να πεθάνει την επόμενη χρονιά, το 1565, και έτσι δεν προλαβαίνει να δει τα αποτελέσματα της... πλαστικής επέμβασης. Όμως η μοίρα είναι αμείλικτη. Την επόμενη χρονιά, το 1566 πεθαίνει και ο Volterra χωρίς να έχει ολοκληρώσει - ευτυχώς - τις επιζωγραφίσεις του. Έτσι, το έργο παραμένει από τότε έως σήμερα ανέγγιχτο από άλλο, βέβηλο χέρι. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν αργότερα ο Greco από τη Βενετία που ήταν εγκατεστημένος σχεδόν τέσσερα χρόνια, επισκέπτεται τη Ρώμη,  τού ζητούν να αναλάβει αυτός την αποκατάσταση των προκλητικών εικόνων. Ήταν το σωτήριον έτος 1570 και στον θρόνο του Αγίου Πέτρου είχε ανέβει ο Πάπας Πίος ο Ε. Δηλαδή να ντύσουμε τους γυμνούς, ή καλύτερα να ντύσουμε τους νεκρούς. Τους τωρινούς και τους μέλλοντες. Ο Δομήνικος προς τιμήν του αρνήθηκε, πρότεινε όμως εξίσου υπερφίαλα στον ποντίφικα:  γκρεμίστε αυτόν τον τοίχο κι εγώ θα σας τον φτιάξω καλύτερο! Ο διάδοχος του Πίου Ε ήταν ο Γρηγόριος ΙΓ που ανέβηκε στον θρόνο το 1572. Επρόκειτο για έναν φωτισμένο διανοούμενο  ο οποίος δεν είχε χρόνο να ασχολείται με βρακάκια και πάνες! Ας σημειωθεί ότι ήταν αυτός που εκσυγχρόνισε  το Ιουλιανό ημερολόγιο και έκτοτε φέρει το όνομα του: Γρηγοριανό! 

Είναι ο ντουνιάς ανακριτής
και ψάχνει να δικάσει
κι όσοι παράνομα αγαπούν,
σαν νυχτοπούλια τριγυρνούν,
 σ' αυτήν εδώ τη πλάση.

Να ντύσουμε τους γυμνούς, θα μπορούσε να λέγεται αυτό το κείμενο κυρίως γιατί αναφέρεται σε εξής τρεις, πολύ κρίσιμους για την ιστορία της τέχνης, θανάτους: 
Πιο συγκεκριμένα, το 1564 πεθαίνει ο γίγαντας Μιχαήλ Άγγελος σχεδόν ενενήντα χρονών και το 1565 πεθαίνει ο επίσης υπέργηρος πάτρονας του Πάπας Πίος Δ. Τον τελευταίο τον ξέρουμε από τα πολλά πορτρέτα του και ιδιαίτερα εκείνο του Τισιανού. Το 1566, τέλος, πεθαίνει ο πολύ νεότερος Daniele da Volterra, ζωγράφος και μαθητής του Michelangelo, ο επονομαζόμενος Braghettone. Που θα πει ο βρακωτής! Πώς δένουν όλα αυτά; Περιμένετε και θα δείτε...
Νομίζω ότι δεν υπήρξε στην ιστορία της τέχνης πιο ισχυρή αλλά και πιο αντιφατική προσωπικότητα από τον Μιχαήλ Άγγελο Μπουοναρότι. Εκείνον τον φλωρεντινό δημιουργό που συνέδεσε τους γοτθικούς εφιάλτες του μεσαιωνικού κόσμου με την πιο υψηλή αισθητική της Αναγέννησης, που αναβίωσε την αρχαιότητα με έναν εντελώς προσωπικό, δικό του τρόπο και που προανήγγειλε τις εξελίξεις της γλυπτικής ως τα κράσπεδα του 20ου αιώνα και τον Ροντέν. Που μπορεί να στέκεται ως γλύπτης δίπλα στον Φειδία και τον Πραξιτέλη χωρίς κανένα αίσθημα μειονεξίας. Αλλά και πλάι σε αρχιτέκτονες όπως ο Ικτίνος, ο Μπρουνελέσκι ή ο Μπορομίνι και ζωγράφους όπως ο Ραφαήλ, ο Γκόγια ή ο Σεζάν. Να μην ξεχάσω τα σονέτα του που συνηχούν μ' εκείνα του Σαίξπηρ. Τον άνθρωπο λοιπόν αυτόν τον σέβονταν, τον ζήλευαν αλλά και τον έτρεμαν για τους θυμούς ή την αδιαλλαξία του όλοι οι σύγχρονοι του. Από τους δούκες της Φλωρεντίας ως τους πάπες της Ρώμης. Οι ίδιοι, οι ομότεχνοι του επινόησαν μίαν ιδιαίτερη λέξη για να περιγράψουν την αίσθηση που ανέδιναν τα έργα του, ζωγραφικά και γλυπτικά, την περιώνυμη terribilità. 
Ο Michaelangelo, μόλις 33 ετών, αναλαμβάνει το τεράστιο έργο να ζωγραφίσει την οροφή το μονόχωρου ναού της Καπέλα Σιξτίνα, μέσα στο παπικό παλάτι του Βατικανού. Πρόκειται για μίαν ανώμαλη επιφάνεια περισσότερο από 200 τετραγωνικά μέτρα την οποία τιθασεύσει οργανώνοντας σε παράλληλες ζώνες αφηγηματικές, πολυπρόσωπες ενότητες, εμπνευσμένες από την Παλαιά Διαθήκη, (Γέννηση του κόσμου, δημιουργία του Αδάμ, Έξωση των πρωτοπλάστων, Κατακλυσμός κ.ο.κ. Αλλά και Προφήτες, Σίβυλλες, ignudi, δηλαδή πλάσματα που δορυφορούν τον Παλαιό των Ημερών κ.α για να πλαισιώνουν τις κεντρικές εικόνες). Εδώ δουλεύει σε πολύ δύσκολες συνθήκες επί τέσσερα χρόνια έχοντας μόνο έναν βοηθό, σκαρφαλωμένος στις σκαλωσιές και υπηρετώντας το ακραία επιβλητικό και αποκαλυπτικό όραμα του. Πρόκειται για μία σύνθεση την οποία μιμήθηκε αριστοτεχνικά ο Ραφαήλ και που θα εμπνεύσει όλους τους επιγόνους, τους λεγόμενους μανιεριστές. Από τον Ποντόρμο στον Ρόσο Φιορεντίνο και από τον Αντρέα Ντελ Σάρτο στον Παρμιτζιανίνο. Το έργο αυτό απογείωσε τη φήμη του νεαρού δημιουργού, τον κατέστησε απαραίτητο στον παντοδύναμο, τότε Πάπα Ιούλιο Β από την οικογένεια Ντέλα Ρόβερε αλλά και σε όλους τους διαδόχους του, τον Λέοντα και τον Κλήμη από την οικογένεια των Μεδίκων ή τους Παύλους και τους Πίους από τις οικογένειες των Καράφα ή των Φαρνέζε. Ο Μικελάντζελο κατάφερε να υπηρετήσει, ή μάλλον το αντίστροφο, επέτυχε να τον υπηρετήσουν στην διάρκεια της πολυκύμαντης ζωής του, επτά πάπες!
Το 1534 ο καλλιτέχνης εγκαθίσταται οριστικά στη Ρώμη εγκαταλείποντας τη γενέτειρα του Φλωρεντία, την εποχή ακριβώς που επιστρέφουν μετά από εξορία οι πρώτοι του προστάτες, οι Μέδικοι. Στη Ρώμη αποδέχεται την παπική παραγγελία για να επιστρέψει στην Καπέλα Σιξτίνα και να αγιογραφήσει τον κεντρικό τοίχο της, αυτόν που βρίσκεται πίσω από την Αγία τράπεζα, αποδίδοντας εκεί το θέμα της Δευτέρας Παρουσίας. Δηλαδή, ενοποιώντας θεματικά το παρεκκλήσιο, να περάσει από την Παλαιά Διαθήκη στην Καινή Διαθήκη και τον θριαμβευτή Χριστό άλλα και στα φρικτά οράματα της Αποκάλυψης του Ιωάννη. Αρχίζει λοιπόν να δουλεύει εντατικά απ' το 1536 και ολοκληρώνει το έργο το 1541. Αρκεί να πω ότι μόνο για να διαμορφώσει τον τοίχο και να τον καταστήσει κατάλληλο για μία τέτοια ζωγραφική - κλείνοντας ένα παράθυρο και διαγράφοντας παλαιότερες τοιχογραφίες - χρειάστηκε έναν ολόκληρο χρόνο! Πρόκειται για την πλέον πολυσύνθετη δημιουργία του: μία ανθρωπότητα που είναι έρμαιο των δυνάμεων του σύμπαντος και στροβιλίζεται σε έναν άπειρο χώρο γύρω από τη κυρίαρχη μορφή του Χριστού - Δία ή Χριστού, Απόλλωνα! Η σύνθεση αναπαριστά το εσχατολογικό δράμα του ανθρώπινου γένους αλλά και το ατομικό δράμα του καλλιτέχνη του ίδιου μία και ζωγράφισε τον εαυτό του απαξιωτικά δίνοντας τη μορφή του στο δέρμα που κρατάει στα χέρια του ο Απόστολος Βαρθολομαίος. Ήταν τόσο συνταρακτική η εντύπωση που προκάλεσε η Δευτέρα Παρουσία στο κοινό ώστε κατά τη στιγμή των αποκαλυπτηρίων, στις 31 Οκτωβρίου 1541, ο ίδιος ο Πάπας Παύλος Γ, Φαρνέζε, γονυκλινής ικέτευσε "Κύριε μη μνησθής των αμαρτιών μου κατά την ημέρα της κρίσεως Σου". Το έργο παρουσιάζει σε μία εκθαμβωτική - μπαρόκ δίνη περισσότερες από 300 μορφές που στροβιλίζονται για να συναντήσουν την αναπόφευκτη μοίρα τους. Οι μπεάτοι τον παράδεισο, οι νταμνάτοι την κόλαση. Οι επτά άγγελοι της Αποκαλύψεως φυσάνε τις μοιραίες, τις τρομερές τους σάλπιγγες. Η αγωνία του Μιχαήλ Αγγέλου για την επερχόμενη Θεία Δίκη ταιριάζει απόλυτα με το πνεύμα της εποχής. Η παπική πολιτική μέσω της μεγαλοφυΐας του τρομερού Τοσκανού κραδαίνει μιαν απειλή προειδοποιώντας: Ο μόνος δρόμος της σωτηρίας είναι η Καθολική Εκκλησία. Ήδη η αντιμεταρρύθμιση μέσα από το έργο αυτό έχει ξεκινήσει. Ο Πάπας Παύλος Γ που ήταν νόθος γιός του δούκα Πιέρ Λουίτζι Φαρνέζε ο οποίος δολοφονήθηκε το 1547 από τον Κάρολο Ε, τόσο εντυπωσιάστηκε από τον Μπουοναρότι ώστε τού παράγγειλε δύο ακόμη ζωγραφικές συνθέσεις για το προσωπικό του παρεκκλήσιο, την Cappella Paolina τις οποίες και φιλοτέχνησε από το 1542 ως το 1550. Πρόκειται για την Μεταστροφή του Παύλου και την Σταύρωση του Πέτρου. Τί σύμπτωση, τα ίδια θέματα, μετά από μισόν αιώνα, θα ζωγραφίσει συνταρακτικά, ένας άλλος Μικελάντζελο, ο μεγάλος τυχοδιώκτης του μπαρόκ, ο Καραβάτζιο στο παρεκκλήσι Cerasi της Σάντα Μαρία Ντελ Πόπολο. 
Όμως τα πράγματα δεν είναι ποτέ ιδανικά όταν μία μεγαλοφυής δημιουργία κατεβαίνει να συναντήσει την κοινωνία των ανθρώπων και τις σκοπιμότητες τους. Από την πρώτη κιόλας παρουσίαση του έργου διάφοροι σεμνότυφοι ή επαγγελματίες πουριτανοί εξέφραζαν σιωπηρά στην αρχή και με ένταση αργότερα τον αποτροπιασμό τους για τα γυμνά σώματα τα οποία στροβιλίζονται στον ουρανό της Δευτέρας Παρουσίας. Μόνο που βέβαια κανείς δεν εν τολμούσε να διαμαρτυρηθεί ανοιχτά στον τρομερό γέροντα. Ούτε ο πάπας ο ίδιος. Έπρεπε να πεθάνει πρώτα ο Μιχαήλ Άγγελος και μόνο τότε ο Πάπας Πίος Δ τόλμησε, εφαρμόζοντας και τις αποφάσεις της συνόδου στο Τρέντο, ν' αναζητήσει τρόπους ώστε η υπερβατική ζωγραφιά που έλαμπε δίπλα στα ιδιαίτερα του διαμερίσματα να καταστεί πιο κόσμια. Η λύση λεγόταν Danielle Volterra, μαθητής του Μιχαήλ Αγγέλου, ο οποίος και ανέλαβε να ευπρεπίσει τα προκλητικά γυμνά, δηλαδή να τους φορέσει αδοιοθύλακες. Να ζωγραφίσει, μ' άλλα λόγια, βρακάκια πάνω στα επίμαχα γυμνά τών υπερφυσικών μορφών της σύνθεσης. Επειδή ο Μικελάντζελο ακολουθούσε τα αρχαία πρότυπα και κλασικότροπες φιγούρες του ήταν γυμνές επειδή έτσι θα τις έφτιαχναν ο Φειδίας ή ο Απελλής. Κι ενώ στήνονται πάλι σκαλωσιές για τις... διορθώσεις, ο Πάπας επείγεται να πεθάνει την επόμενη χρονιά, το 1565, και έτσι δεν προλαβαίνει να δει τα αποτελέσματα της... πλαστικής επέμβασης. Όμως η μοίρα είναι αμείλικτη. Την επόμενη χρονιά, το 1566 πεθαίνει και ο Volterra χωρίς να έχει ολοκληρώσει - ευτυχώς - τις επιζωγραφίσεις του. Έτσι, το έργο παραμένει από τότε έως σήμερα ανέγγιχτο από άλλο, βέβηλο χέρι. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν αργότερα ο Greco από τη Βενετία που ήταν εγκατεστημένος σχεδόν τέσσερα χρόνια, επισκέπτεται τη Ρώμη,  τού ζητούν να αναλάβει αυτός την αποκατάσταση των προκλητικών εικόνων. Ήταν το σωτήριον έτος 1570 και στον θρόνο του Αγίου Πέτρου είχε ανέβει ο Πάπας Πίος ο Ε. Δηλαδή να ντύσουμε τους γυμνούς, ή καλύτερα να ντύσουμε τους νεκρούς. Τους τωρινούς και τους μέλλοντες. Ο Δομήνικος προς τιμήν του αρνήθηκε, πρότεινε όμως εξίσου υπερφίαλα στον ποντίφικα:  γκρεμίστε αυτόν τον τοίχο κι εγώ θα σας τον φτιάξω καλύτερο! Ο διάδοχος του Πίου Ε ήταν ο Γρηγόριος ΙΓ που ανέβηκε στον θρόνο το 1572. Επρόκειτο για έναν φωτισμένο διανοούμενο  ο οποίος δεν είχε χρόνο να ασχολείται με βρακάκια και πάνες! Ας σημειωθεί ότι ήταν αυτός που εκσυγχρόνισε  το Ιουλιανό ημερολόγιο και έκτοτε φέρει το όνομα του: Γρηγοριανό! 


Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2023

Όλα νάυλον!

Παντελής Ψαρράς, Ten years after

(Εγκαίνια αύριο, Πέμπτη στον Τεχνοχώρο)

"Η ικανότητα να χρησιμοποιώ σωστά τα μέσα μου λιγοστεύει όσο αυξάνεται ο αριθμός τους"
Ρομπέρ Μπρεσόν 

Να επιστρέψουμε στο κάλλος. Να χωρέσει μέσα μας η ομορφιά του κόσμου. Και μάλιστα όχι η προφανής αλλά η άδηλη. Να γυρίσουμε αφεύκτως στην ομορφιά που τόσο εύκολα χάσαμε, που τόσο κυνικά ξεπουλήσαμε, εξορίσαμε από τις ζωές μας. Και μάλιστα στη δύσκολη, την απαιτητική, την όχι αγοραία ομορφιά. Αν οφείλει να υπάρχει ένας και μόνο αδιαπραγμάτευτος στόχος σε μια τόσο "αναίσθητη" εποχή σαν τη δική μας, ας είναι αυτός: Η αναγωγή της αισθητικής σε ηθικό αξίωμα. Το κάλλος και η μεταφυσική του σε πολιτική στάση. Η επιστροφή στην ομορφιά με κάθε τίμημα. Μήπως και σωθεί ο παραπαίων κόσμος.
Σκέφτομαι πως, κατά κανόνα, εμείς οι κριτικοί και ιστορικοί τέχνης ψάχνουμε το καινούργιο στο μέλλον, στους πρωτοεμφανιζόμενους καλλιτέχνες και αυτό ακούγεται πολύ λογικό. Ιδίως επικοινωνιακά. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν το ξάφνιασμα μου όταν βρήκα κάτι που αγνοούσα και όταν εντόπισα το νέο ψάχνοντας στο παρελθόν. Κάτι που αποτέλεσε ιδιαίτερη χαρά αλλά και μεγάλο μάθημα για μένα. Επειδή η χωρίς μέτρο  "μελλοντολαγνεία" και η με κάθε τρόπο "νεολατρεία" αποτελούν έναν εύκολο όσο και πονηρό τρόπο ώστε μία ολόκληρη κοινωνία να αποσείσει τις ευθύνες της τόσο προς τους νέους όσο και ως προς το μέλλον τους.
 Βρήκα, λοιπόν, το καινούργιο στο παρελθόν μελετώντας την περίπτωση του συνομήλικου μου ζωγράφου Μιχάλη Ψαρρά. Τί έκπληξη! Με τον Ψαρρά έχουμε συνυπάρξει στο μικρό καλλιτεχνικό milieu της Αθήνας επί σχεδόν 40 χρόνια, έχουμε συχνά διασταυρωθεί αλλά ποτέ δεν είχα την ευκαιρία να μελετήσω βαθύτερα το έργο του ή να τον γνωρίσω προσωπικά. Και αυτό γιατί ο Μιχάλης Ψαρράς έχει επιλέξει να ζει απομονωμένος, μακριά από δημόσιες σχέσεις ή ανούσιες επαφές και να πραγματοποιεί επιλεκτικές εμφανίσεις αραιά και που. Και εδώ αναφέρομαι στην ατομική του έκθεση στην γκαλερί "Κρεωνίδης", τη δεκαετία του '90, την πολύ πρόσφατη παρουσία του με τα πορτραίτα των προσφύγων στο Ίδρυμα Κακογιάννης και μερικές ακόμα που μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Παρά όμως τις μετρημένες δημόσιες εμφανίσεις του ο ίδιος δουλεύει φανατικά όσο και σιωπηλά εδώ και μισό αιώνα δημιουργώντας διάφορους, θεματικούς κύκλους ώστε να εντάξει τον εικαστικό του προβληματισμό. Το λέω εξαρχής για να μην δημιουργηθούν παρανοήσεις ή παρεξηγήσεις:
Ο ζωγράφος αυτός συμπορεύεται, ήδη από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης και τα νεανικά έργα του, με τους κορυφαίους του ελληνικού εξπρεσιονισμού όπως είναι ο Μάκης Θεοφυλακτόπουλος, ο Σταύρος Ιωάννου, ο Νίκος Χουλιαράς, ο Λάκης Πατρασκίδης, ο Μηνάς, ο Μανώλης Πολυμέρης, ο Κυριάκος Μορταράκος, ο Γιάννης Τζερμιάς, ο Γιάννης Αδαμάκος, ή ο Πέτρος Κουφοβασίλης. Χρησιμοποιώ αυτά τα ονόματα για να δώσω ένα περίγραμμα αισθητικών μορφών που, παρά τις πολύ μεγάλες διαφορές τους, παραμένει κοινό από τα πρώτα ως τα τελευταία έργα αυτών των δημιουργών. Μία κοινή στάση απέναντι στο τέλμα που συχνά λαμπυρίζει παραπλανητικά όσο και ξεδιάντροπα. Δηλαδή στην αποτύπωση με εικαστικά μέσα του κοινωνικού χώρου και στην εμμονή στην ανθρώπινη φιγούρα ως υπαρξιακού δράματος και σωματοποιημένης ιστορίας. Πρόκειται για τη ζωγραφική εκείνη που χρησιμοποιώντας όλη την δυναμική αλλά και τη λαμπρότητα της γλώσσας της δεν εξαντλείται σε διακοσμητικά αποτελέσματα ή πυροτεχνηματικά εφέ.
Από την άλλη πλευρά, ο Παντελής Ψαρράς έχοντας από νωρίς κατακτήσει ένα προσωπικό ύφος διακρίνεται σταθερά για την εξαιρετική σχεδιαστική του ευχέρεια και την παρεπόμενη ικανότητα να ισορροπεί ανάμεσα στην άμεση, ρεαλιστική απεικόνιση - π.χ. τα close up πορτρέτα του - και την σχεδόν "αφηρημένη" οργάνωση της εικόνας όπως π.χ στα τοπία - φιγούρες, ή  οι νεκρές φύσεις του με τα πλαστικοποιημένα τρόφιμα. Αυτή η σχεδιαστική ευκαιρία τον βοηθάει να παράγει επίσης μία καρικατουρίστικη ζωγραφική άλλοτε σχολιάζοντας χιουμοριστικά κι άλλοτε οικτίροντας την ανθρώπινη συνθήκη. Τη φθορά των σωμάτων όχι μόνο μέσα από το ισοπεδωτικό πέρασμα του χρόνου αλλά κυρίως από τα ένδον πάθη και τις αδυναμίες τους. Την, συμβολική, ανημπόρια τους μπροστά στην ομορφιά. Στην τόσο ενδιαφέρουσα έκθεση του "Τεχνοχώρου" ο Ψαρράς παρουσιάζει έργα των τελευταίων χρόνων τα οποία κυρίως σφραγίζονται από την εμπειρία της οικονομικής κρίσης αφενός και της πανδημίας με το συνακόλουθο του εγκλεισμού, αφετέρου.  Ισοπεδωμένοι και εγκλωβισμένοι άνθρωποι που ασφυκτιούν χωρίς διέξοδο, σαν να έχουν τυλιχθεί σ' ένα τρομαχτικό σελοφάν, είτε πιεσμένοι από την οικονομική ένδεια, είτε τρομοκρατημένοι από το σκιάχτρο ενός θανάτου που βρίσκεται παντού. Άνθρωποι πακεταρισμένοι σαν έτοιμοι προς άμεση κατανάλωση! Ένα τέτοιο θέμα τόσο αβανταδόρικο χρειάζεται εξαιρετικά κομψή, διακριτική διαχείριση. 
Θυμάμαι σε μιαν άλλη εποχή, τη δεκαετία του '80 πως ο ζωγράφος Μηνάς Σεμερτζιάν χρησιμοποίησε το ίδιο θέμα των ανθρώπων που τυλίγονται σε ένα διάφανο περιτύλιγμα για να προστατευτούν (;) στην αίθουσα Τέχνης Αθηνών. Νομίζω πως εν προκειμένω η λιτότητα των μέσων είναι βασικό όπλο ώστε να επιτευχθεί η υποβολή των συνθέσεων του Ψαρρά, ή  όπως θα έλεγε πάλι ο σκηνοθέτης της εφηβείας μας Μπρεσόν " Όταν ένα βιολί είναι αρκετό δεν χρειάζεται να χρησιμοποιηθούν δύο". Σοφό. Οικονομία των μέσων, μεγιστοποίηση του μηνύματος. Κυρίως γιατί πίσω από την υπερβολή της αισθητικοποίησης, τόσο της μόδας σήμερα, δηλαδή η εύκολη, η επιβεβλημένη συγκίνηση, ελλοχεύει το κιτς και η, τεράστια, πολιτική του επίπτωση. Κάτι που σκόπιμα κάνουν πως αγνοούν οι πολιτικοί και που, με εγκληματική αφέλεια, μοιάζει να μην αντιλαμβάνονται κι οι καλλιτέχνες. 

* Πλαστική μεμβράνη που συντηρεί ή απομονώνει συνήθως εδώδιμα προϊόντα.