“ Αισθάνομαι δίπλα μου την ύπαρξη του Πέτερ και αυτό με ανακουφίζει και με παρηγορεί”
Οκτώβριος 1916
1914
Ο Μοντερνισμός, η νέα εποχή που θα διέλυε τις κακοδοξίες και τη δυστυχία του παρελθόντος άρχιζε εκκωφαντικά τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα και τροχοδρομούσε αισιόδοξος προς την καρδιά του 20ου αιώνα, γλιστρώντας εύκολα σαν σε χιόνι στα πρώτα του έτη 1901, 1902, 1903, 1904…
Έπειτα, σαν ρουκέτα ετοιμαζόταν να διεμβολίσει το annus mirabilis 1914, όλοι οι οραματιστές συμφωνούσαν σε αυτό, έχοντας ως πτερύγια επιτάχυνσης το 1910, το 1911, το 1912 και το 1913. Ποτέ άλλοτε η ανθρωπότητα δεν ήταν τόσο κοντά στην αυτοεκπληρούμενη προφητεία της ευτυχίας. Όλα συνέκλιναν σ’ αυτήν: οι επιστήμες, οι τέχνες, οι πρωτοπορίες και οι πρωτοπόροι εκείνου του καιρού: Μαρί Κιουρί, Μαξ Πλανκ, Αϊστάιν, Πικάσο, Ματίς, Απολλιναίρ, Κραίηγκ, Ράινχαρντ, Ταντόρα Ντάνκαν, Αππιά, Αντουάν, Στανισλάφσκι, Τσέχωφ, Τολστόι, Καντίνσκυ, Ντιάνγκιλεφ, Μάλερ, Στράους, Χούσσερλ, Μέγιερχολντ, Μελιές, Σικελιανός, Καβάφης, Μπέκμαν, Ντε Κίρικο, Σατί.. Κανείς δε φανταζόταν πως το βέλος που ριχνόταν με νεανική ορμή προς το μέλλον θα προξενούσε τόσο αίμα, το θρήνο, τόσο θάνατο…
Η γλύπτρια
Η Käthe Kollwitz γεννήθηκε το 1867 στο Καίνιξμπεργκ της Ανατολικής Πρωσίας, πόλη που σήμερα λέγεται Καλίνινγκραντ και ανήκει στη Ρωσία. Σπούδασε καλές τέχνες στο Βερολίνο και άρχισε την παραγωγή των περίφημων χαρακτικών της το 1880. Την επόμενη χρονιά παντρεύτηκε το γιατρό Καρλ Κόλβιτς. To ζευγάρι εγκαταστάθηκε σε μαν εργατική κατοικία του Βόρειου Βερολίνου. Το 1896 γεννιέται ο δεύτερος γιος της Πέτερ. Από το 1898 ως το 1903 διδάσκει διδάσκει σχέδιο και χαρακτική στην καλλιτεχνική σχολή γυναικών του Βερολίνου. Το 1910 έφτιαξε το πρώτο της γλυπτό. Το 1914 ο Peter σκοτώθηκε με τις πρώτες εχθροπραξίες στο μέτωπο της Φλάνδρας. Ο χαμός του τη στιγμάτισε δια βίου και την έσπρωξε στον πασιφισμό και το σοσιαλισμό. Το 1919 η δολοφονία του Karl Liebknecht της ενέπνευσε την ομώνυμη ξυλογραφία. Η φρίκη του πολέμου καταγράφεται έκτοτε σθεναρά στο έργο της. Τον Αύγουστο του 1932 το μνημείο για το γιο της Πέτερ με τον τίτλο “Οι Γονείς” βρίσκει τη θέση του στο γερμανικό στρατιωτικό κοιμητήριο (Deutscher Soldatenfriedhof) στο χωριό Vladslo της Φλάνδρας. Η Κόλβιτς υπήρξε η πρώτη εκλεγμένη γυναίκα στην Πρωσική Ακαδημία των τεχνών αλλά το 1933 οι Ναζί την απομάκρυναν χαρακτηρίζοντας το έργο της “εκφυλισμένο”. Το 1940 ο Καρλ Κόλβιτς απεβίωσε. Το 1942 και ο εγγονός της Πέτερ σκοτώθηκε στο ρωσικό μέτωπο σ’ ένα μακάβριο παιχνίδι της Μοίρας. Το 1943 (23 Νοεμβρίου) το σπίτι της στο Βερολίνο βομβαρδίστηκε από τη RAF και η Κέτε μετακινήθηκε στο Moritzburg κοντά στη Δρέσδη. Θα πεθάνει δυο χρόνια αργότερα στις 22 Απριλίου ενώ ο πόλεμος δεν είχε ακόμη τελειώσει. Το μνημείο για τον Πέτερ βρίσκεται στο Γερμανικό στρατιωτικό νεκροταφείo, ανάμεσα στο Ypres, μεσαιωνική πόλη της Φλάνδρας και το χωριό Vladslo. Σε αυτό τάφηκαν οι εκατοντάδες νεκροί των πρώτων μηνών του πολέμου. Αργότερα οι νεκροί δεν αξιώνονταν πολυτελών ταφών. Ανάμεσα στους τάφους είναι και εκείνος του Πέτερ, σπουδαστή από το Βερολίνο που θυσιάστηκε στα 19 του χρόνια. Η Κέτε πληροφορήθηκε το τρομερό νέο στις 30 Οκτωβρίου του 1914. Αμέσως γεννήθηκε η ιδέα ενός μνημείου σε αναπλήρωση της απώλειας: “O νεκρός να κείτεται με τον πατέρα του στο κεφάλι και τη μητέρα του στα πόδια. Χρέος μου να μην ξεχαστεί η θυσία όλων των εθελοντών.” Η γλύπτρια εργάστηκε σε πολλά προσχέδια χωρίς να ικανοποιείται και το 1919 άφησε προσωρινά την κεντρική της ιδέα, χωρίς όμως και να την εγκαταλείπει, όπως σημείωνε στο ημερολόγιό της. Δώδεκα χρόνια αργότερα το γλυπτό ήταν ολοκληρωμένο (Απρίλιος 1931). Αφού εξετέθη στην Εθνική Πινακοθήκη του Βερολίνου. μεταφέρθηκε και στήθηκε στο Vladslo με την επίβλεψη της, όπου άλλωστε βρίσκεται και σήμερα. Υπολογίζεται ότι περισσότεροι από 9.000.000 ένστολοι σκοτώθηκαν στις μάχες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το μνημείο του άγνωστου στρατιώτη Neue Wache (Krieg dem Kriege)
Στην επέτειο θανάτου του γιού της, στις 22 Οκτωβρίου του 1937 η Κόλβιτς έγραφε στο ημερολόγιό της “εργάζομαι σε ένα μικρό γλυπτό με θέμα την Πιετά. Μια μητέρα μεγάλης ηλικίας που έχει το νεκρό της γιο ανάμεσα στα γόνατά της”. Το έργο ολοκληρώθηκε λίγο πριν την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου -πάντοτε ένας πόλεμος- και παρέμεινε στα κατάλοιπα της καλλιτέχνιδας. Το 1993 ο γλύπτης Harald Haacke το μεγέθυνε σε φυσικό μέγεθος και μετά από εντολή του καγκελαρίου Helmut Kohl το τοποθέτησε στο κέντρο του μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη στο Βερολίνο ως αντιπολεμικό κι αντιφασιστικό σύμβολο και ως σημαίνουσα εικόνα της ενοποιημένης Γερμανίας.
Όντως, το μπρούντζινο γλυπτό με την τυλιγμένη στο σάλι της θρηνωδό μάνα που μοιάζει να ξαναβάζει το νεκρό και σε στάση εμβρύου σώμα του γιού πίσω στη μήτρα της, προξενεί τρομαχτική εντύπωση. Τοποθετημένο κάτω από το ανασκευασμένο oculus του νεοκλασικού κτηρίου του Schinkel –χτισμένο αρχικά ως πρωσικό φρούριο στην περίφημη λεωφόρο Unter den Linden το 1816 πλάι στο εξίσου διάσημο (Humboldt Universität)- η αντιπολεμική Πιετά της Κόλβιτς λάμπει στο ημίφως, μοναχική και απόλυτη στο συμπαγή όγκο της, στη συμπαγή της θλίψη. Καθώς πλησιάζεις το γλυπτό, αναγνωρίζεις τις λεπτομέρειες, το πρόσωπο της μάνας με το χέρι στο στόμα -η απόγνωση είναι πάντα βουβή- και το νεκρό προστατευμένο μα και τόσο απροστάτευτο, ανάμεσα στα σκέλη της. Σε μια θέση αποκαλυπτικά, σπαρακτικά άβολη. Οι ώριμες Πιετά του Michelangelo είναι όλες αντρικές. Στις συνθέσεις της Pietà Rondanini, Palestrina και (del Museo) κυριαρχεί ο νεκρός θεός και ένας άνδρας, ο Ιωσήφ, ο μυστικός μαθητής. Κυριαρχεί, τέλος, η απόλυτη εξίσωση του παραλόγου: ένας θνητός προσπαθεί να ανασηκώσει έναν θεό που όμως έχει πεθάνει. Στη σύνθεση της Κόλβιτς, η υπόθεση είναι, πολύ λογικά, αποκλειστικώς γυναικεία. Μπροστά στα μάτια μας ένα αγρίμι που κλαίει σιωπηλά συγκεντρωμένο στον εαυτό του. Που κουκουβίζει ανήμπορο εμπρός στο ακατάλυτο του θανάτου.
Το μωρό
Είναι ο Θάνατος ένα μωρό που κλαίει.
Πεινάει, τρώει, κοιμάται
και κλαίει.
Θηλάζει, σταματάει λίγο
έπειτα πεινάει πάλι
και κλαίει.
Ο θάνατος κοιτάζει τους ανθρώπους στα μάτια
(αυτοί τον κοιτάνε με τρόμο),
κοιτάζει τη τόση δυστυχία
και κλαίει.
Ο θάνατός, ευαίσθητος, λυπάται τους ανθρώπους,
τους κλείνει τα μάτια
και κλαίει.
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Δέντρο" που κυκλοφορεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου