Ξαναβλέπω τώρα με άλλα μάτια ένα έργο που πρωτοείδα στο ατελιέ του ζωγράφου στην Εκάλη τριάντα χρόνια πριν. Τί με γοήτευε τότε, τί εξακολουθεί και τώρα να με γοητεύει; Δύσκολο να το πεις. Τα μεγάλα έργα δύσκολα χωράνε σε λόγια.
Ασφαλώς πρόκειται για την ματιέρα του που δημιουργεί όλα αυτά τα μυστικά τοπία, τις ένδον εικόνες, τους εξωπραγματικούς φωτισμούς, τις μικροϊστορίες, τα μικροεπεισόδια. Ασφαλώς πρόκειται για τις εκρήξεις και τα θαύματα που δημιουργεί η κίνηση του χρωστήρα ή της σπάτουλας στον καμβά.
Όμως είναι και κάτι άλλο που έχει να κάνει με την δράση της φόρμας, το δράμα των μορφών που αναδύονται αφηρημένες μεν αλλά και άμεσες. Ανάγλυφες. Υλικές σαν το αίμα. Μυστικές σαν ανομολόγητα συναισθήματα.
Ζωγραφισμένη ύλη, ιερή ύλη, ζωή που πρόλαβε να μετουσιωθεί σε εικόνα. Ζωγραφική που υπερβαίνει το ορατό για να επιτρέψει την θέαση του αόρατου. Τη μυστική χαρά που ελαφρώνει τον πόνο των ανθρώπων και των πραγμάτων .
ΥΓ. Το έργο, νομίζω, εκτέθηκε στη Ντοκουμέντα του 1965. Μεγεθυμένο αποτελεί τον ιδανικό χώρο για να παιχτεί η Ορέστεια. Ή η μικρούλα, η πεισματωμένη, η απόλυτη - και μάλλον αδικημένη - Αντιγόνη του Λιβαθηνού.
* Το πίνακας λέγεται Χρονικό Ε και φιλοτεχνήθηκε το 1963.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου