Η γοητεία των υπαινιγμών
"...Είχε ακριβώς αποφασίσει εδώ και χρόνια να καθυστερεί μπροστά σε μία λύση παρά να σκέφτεται την επόμενη μέρα..."
Τάσος Γουδέλης, Οικογενειακές Ιστορίες, μυθιστόρημα, Κέδρος, 2006.
Η σουρντίνα είναι το μόνιμο γνώρισμα του ύφους του Γουδέλη. Ενός συγγραφέα του οποίου η γραφή έχει καθοριστικά σφραγιστεί από τον φιλμικό λόγο, τις τεχνικές του σινεμά: Συνεχή φλας μπακ, απρόβλεπτα καδραρίσματα, φλουταρίσματα, ανατρεπτικό μοντάζ. Υπογραμμίζω: "Η γοητεία των υποσχέσεων", το τελευταίο βιβλίο του, είναι η πιο ώριμη συλλογή διηγημάτων που έχει ποτέ παρουσιάσει ο βραβευμένος συγγραφέας Τάσος Γουδέλης στα τόσα χρόνια της τόσο ενδιαφέρουσας παραγωγής του. Μια καταβύθιση στην παιδική μνήμη που πέτρωσε σαν το γάλα στο στήθος της λεχώνας. Ένα παιχνίδι ανάμεσα στη γλώσσα και στα όσα η γλώσσα μπορεί να αποκαλύψει ή τιμωρητικά να ενταφιάσει. Εντάφιες λέξεις σαν εντάφια αρώματα ή άσματα για τον Άδωνι ή τον Ιησού.
Εν προκειμένω έχουμε έναν πολυεπίπεδο προβληματισμό, σχετικό με τον άπεφθο πυρήνα της αφήγησης: Γιατί αφηγούμαστε, τί αφηγούμαστε, πώς αφηγούμαστε, ποιά είναι τα όπλα του συγγραφέα, πως λειτουργεί ο τίτλος σ'ένα κείμενο, τί είναι η περίφημη έμπνευση; Και κυρίως γιατί και πώς η αφήγηση μπορεί να φτάσει στον αποδέκτη, τον αναγνώστη; Πώς ο αναγνώστης μπορεί να ταυτιστεί με τον συγγραφέα έτσι ώστε να προκύψει η ηδονή του διαβάσματος; Το πιο δύσκολο.
Ο Τάσος Γουδέλης κάνει και σ' αυτό το βιβλίο αυτό που έκανε ανέκαθεν έκανε. Δηλαδή δείχνει τα εργαλεία της ποιητικής του την κουζίνα της αφηγηματικής του κατασκευής, χωρίς πονηριές ή μεμψιμοιρία προς τον αποδέκτη. Με την γνωστή του κομψότητα ύφους και αμεσότητα έκφρασης. Τότε που να ασήμαντα, τα πλέον προσωπικά γίνονται αξιομνημόνευτα, δηλαδή διεκδικούν δεύτερη ευκαιρία ύπαρξης. Την ιδιότυπη ανάσταση τους. Τώρα πλέον η κεκτημένη του εμπειρία, το μαστοριλίκι, τού επιτρέπουν να επιτυγχάνει τους πιο ουσιαστικούς στόχους με τα λιγότερα δυνατά μέσα. Έχουμε εδώ έναν μινιμαλισμό όχι προγραμματικό αλλά αναβλύζοντα από την ίδια την διαλεκτική της αφήγησης. Και ενώ μείζον αξίωμα του μοντερνισμού είναι να ταυτίζονται η διαδικασία κατασκευής του κειμένου με την αφηγηματική του ανάπτυξη ώστε ο αποδέκτης να μην ολισθαίνει στον κίνδυνο της ψευδαίσθησης, στην περίπτωση του Γουδέλη αυτό γίνεται αβίαστα, θα 'λεγα όχι αξιωματικά, καθώς οι μικρές του ιστορίες έχουν τη γλύκα της πιο εχεμύθης εξομολόγησης αλλά και τον αγχώδη, μερικές φορές παραληρηματικό ή αποσπασματικό τρόπο της της ροής της συνείδησης και του εσωτερικού μονολόγου. Τις μισοαρχινισμένες φράσεις σαν τα όνειρα που δεν τα καλοθυμάται κανείς το πρωί και που επιτρέπουν στον αναγνώστη την ταύτιση. Εξάλλου στη λογοτεχνία όλα επιτρέπονται.
Είναι κοινός τόπος να πει κανείς πως ο καλός συγγραφέας παλεύει με τις μνήμες του άλλοτε εξορκίζοντας τις μέσα από την αισθητική πράξη κι άλλοτε ξαναφτιάχνοντας τις από την αρχή ώστε το παρελθόν να καταστεί μέλλον. Ώστε η μπίλια της πραγματικότητας στριφογυρίζοντας ατέρμονα να κάτσει τελικά στο κόκκινο της φαντασίας. Της "αναπαράστασης" του μη αναπαριστωμένου. Ό τι δηλαδή συμβαίνει και στο σινεμά. Αυτό που στο τέλος εισπράττει ο αναγνώστης...
ΥΓ. ..." Έχει κάνει πια ανάγκη επιβίωσης τις υποσχέσεις, όπως την τροφή που μετά ναρκώνει απαλά τις αισθήσεις και ενώνει τον χρόνο, γιατί δεν μιλάει πια μέσα του η φωνή του παιδιού που απαιτεί την υποκρισία χωρίς να ξέρει..."
Από το διήγημα "Η γοητεία των υποσχέσεων".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου