ΟΜΑΔΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ - ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΕΞΠΡΕΣΙΟΝΙΣΜΟ
Trii Art Hub, πεζόδρομος Δράκου 9, Μετρό ΦΙΞ.
Πρόγραμμα Εκδηλώσεων:
21/12/17 ώρα 20:00 Εγκαίνια
22/12/17 ώρα 19:00 Ομιλία και ξενάγηση στην έκθεση, με τον Μάνο Στεφανίδη.
05/01/18 ώρα 18:00 Ομιλία και ξενάγηση στην έκθεση, με τον Μάνο Στεφανίδη.
ώρα 19:00 Ιστορική αναδρομή στον Εξπρεσιονισμό (Ευρώπη και Αμερική) και ανοιχτά εργαστήρια επάνω στις τεχνικές του.
09/01/18 ώρα 18:00 Ομιλία και ξενάγηση στην έκθεση, με τον Μάνο Στεφανίδη
ώρα 19:00 Ζωγραφίστε σαν μεγάλοι εξπρεσιονιστές. Ανοιχτό εργαστήρι για
παιδιά. (Για τα εργαστήρια δηλώστε συμμετοχή στο 210 9210333)
16/01/18 ώρα 20:00 Finissage με τον Μάνο Στεφανίδη και καλλιτέχνες της έκθεσης
Αναφορά στον Μπουζιάνη – Μνήμη Σταύρου Ιωάννου
Στην κάπως ωραιοπαθή και μονοσήμαντη πορεία της ζωγραφικής μας υπάρχει ένας καλλιτέχνης που από μόνος του δημιουργεί ένα ολόκληρο ρεύμα. Πρόκειται για τον Γεώργιο Μπουζιάνη (1885-1959), προφητικό εισηγητή του μεσοπολεμικού Εξπρεσιονισμού στην συντηρητική κοινωνία της Αθήνας. Ο Μπουζιάνης ουσιαστικά ανακαλύπτεται μετά θάνατον από έναν μικρό κύκλο αφοσιωμένων θαυμαστών των οποίων ηγείτο ο εστέτ Γιώργος Μουρέλος αλλά και από τους καλλιτέχνες που γεννήθηκαν μετά το 1940 και ωρίμασαν ως δημιουργοί κατά την περίοδο της Δικτατορίας. Επρόκειτο για κάποιους, ευάριθμους εραστές της χειρονομιακής, παράφορης έκφρασης, εκείνης δηλαδή που έφερνε το ένδον έξω και που απολύμαιναν το τελάρο τους από το οποιοδήποτε ελληνοκεντρικό φολκλόρ. Εννοώ τον Σταύρο Ιωάννου (1945-2009), τον Μάκη Θεοφυλακτόπουλο, τον Μανώλη Πολυμέρη, τον Κυριάκο Μορταράκο κλπ αλλά και τους νεότερους Θράφια, Γιάννη Τζερμιά, Νίκο Κασκούρα, Γιώργο Λαναρά κλπ. Την ομάδα συμπληρώνει ένας μεγάλος Έλληνας της Διασποράς, ο John Christoforou (1921-2014).
Αργότερα βέβαια, κυρίως στην δεκαετία του '80 κατά τον αφελή «επαναστατισμό» της Μεταπολίτευσης έγιναν και ο Μπουζιάνης και ο Εξπρεσιονισμός δημοφιλής μόδα η οποία κορυφώθηκε με την λεγόμενη Πανελλήνια της Μελίνας, στον ΟΛΠ του Πειραιά το 1989, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Ήταν τότε, το 1989 που οργάνωσα στη Δημοτική Πινακοθήκη Αθηναίων την ομαδική έκθεση «Αναφορά στον Μπουζιάνη» με κάποιους ιστορικούς πίνακες του ίδιου του μεγάλου δημιουργού και είκοσι περίπου νεότερων θαυμαστών του. Ερευνώντας για μια ζωγραφική στα όρια της απολυτότητας και της απόγνωσης. Αφού πρέπει να διακυβεύεται, κάτι οφείλει να χάνεται ή και να πεθαίνει για να γεννηθεί ένα έργο τέχνης. Αλλιώς μιλάμε για διακοσμητικότητες. Κάτι πρέπει να λείπει για να ξεδιπλωθεί ένα αφήγημα σημειώνει ο terry Eagleton.
Θα το πω εν είδει αφορισμού. Ο κλασικιστής ζωγράφος ζωγραφίζει τον κόσμο. Ο εξπρεσιονιστής το χάος του κόσμου. Την εσωτερική άβυσσο. Ο μαθητής του Μόραλη Σταύρος Ιωάννου δεσπόζει σε αυτόν τον «κύκλο των χαμένων ποιητών» μαζί με τον Μάκη Θεοφυλακτόπουλο. Αλλά επίσης και με τον Νίκο Χουλιάρα, τον Γιάννη Παρασκευαΐδη, τον Γιάννη Μιχαηλίδη, το Μηνά, τον Μανώλη Πολυμέρη, τον Χρόνη Μορταράκο, τον Κώστα Λάχα, τη Βάνα Ξένου, το Νίκο Κασκούρα, τον Κυριάκο Μορταράκο, το Γιάννη Φωκά, την Πελαγία Κυριαζή, τον Γιάννη Αδαμάκο, τη Μαριλένα Ζαμπούρα, τον Λάκη Πατρασκίδη, τον Γιάννη Κουράκη, τον Γιάννη Αντωνόπουλο, τον Περικλή Γουλάκο, τον Δημήτρη Ράτσικα, τον Θράφια, τον Γιάννη Τζερμιά, τον Γιώργο Μπουρναζάκη, τον Γιώργο Ξένο, τον Θανάση Μακρή, τον Νίκο Κρυωνίδη, τον Τάσο Μαντζαβίνο, τον Γιώργο Λαναρά, τον Εδουάρδο Σακαγιάν κλπ. Το 1983 με την έκθεση του στην Ώρα και τα ανάλογα αφιερώματα του περιοδικού «Εικαστικά» ο Σταύρος Ιωάννου κατοχυρώνοντας την ιδιαίτερη γραφή του, γίνεται ευρύτερα γνωστός. Το 1985 συμμετέχει στην σημαντική έκθεση «Νέοι Έλληνες ζωγράφοι- Διαδρομές» στην Πινακοθήκη Πιερίδη και στο πλαίσιο της «Αθήνας, πολιτιστικής πρωτεύουσας». Ήδη πια βρίσκεται στην πρώτη γραμμή μιας εγχώριας πρωτοπορίας.
Η ιδιαιτερότητα του Σταύρου Ιωάννου έγκειται στο ότι συνδυάζει την δυναμική εξπρεσιονιστική χειρονομία και το βαθύ χρωματικό λυρισμό. Πολιτικοποιημένος αλλά όχι προπαγανδιστής μιας πολιτικής ιδέας μοιράζεται συνεχώς καλλιτεχνικά ανάμεσα στις δυνατότητες του χάους που του προσφέρει η εικόνα αλλά και στην ανάγκη για την ύπαρξη μιας στοιχειώδους δομής της εικόνας. Έστω και αν ψάχνει φαντάσματα σε έναν λαβύρινθο. Ακριβώς για αυτό, τα ώριμα έργα του μοιάζουν με τους σκελετούς ενός φανταστικού κτίσματος, ενός πύργου από τραπουλόχαρτα. Από τις πρώτες του σπουδαστικές νεκρές φύσεις ως τα τελευταία του εκρηκτικά τοπία της Αίγινας, ο Ιωάννου παραμένει μοναδικός κολορίστας, όχι της επιδερμίδας αλλά της ψυχής.
Με ποια χρώματα ζωγραφίζει το inferno; Πώς φωτίζεται το υποσυνείδητο; Ποια εικόνα επαρκεί για να προσεγγίσει το αόρατο, ένδον τοπίο; Ο ζωγράφος της Αφαίρεσης και του αφηρημένου εξπρεσιονισμού μοιάζει με τον τυφλωμένο Οιδίποδα. Αυτό συνιστά και την καταδίκη και τη σωτηρία του. Δεν χρειάζεται να βλέπει επειδή ξέρει ότι η Αφαίρεση καθίσταται μια θεολογία χωρίς θεό. Αφού μέσα από το φως ακόμη και το κενό αποκτά υπόσταση. Και η τέχνη μεταμορφώνεται σε εκείνον τον Λαβύρινθο, στον οποίο ο Μίτος δίνεται στην έξοδο και όχι στην είσοδο.
Πόση ζωή χωράει ο θάνατος; Πόσο νόμιμη είναι η αντιστροφή του προηγούμενου ερωτήματος; Δηλαδή πόσο θάνατο χωράει η ζωή για να είναι πράγματι αντάξια του ονόματός της; Και πόσο, τέλος, αντέχουμε αυτή την ισορροπία ανάμεσα στη λαχτάρα της ζωής και το φόβο του θανάτου; Η τέχνη, με όλα της τα πρόσωπα είναι μια ελπίδα και ένα σωσίβιο απέναντι στον φόβο αυτό. Είναι ένα πολύτιμο κλειδί για να ξεκλειδώσουμε τον ούτως ή άλλως ερμητικά κλειδωμένο κόσμο. Ο Γιάννης Τσαρούχης, ζωγράφος όσο και διανοούμενος, έλεγε συχνά: «Υπάρχουν δύο σχολές έκφρασης. Από τη μια η φαντασία της πραγματικότητας κι απ’ την άλλη η πραγματικότητα της φαντασίας». Να αποτολμήσω και μια τρίτη; Εννοώ το αβέβαιο ταξίδι ανάμεσα στο αντικείμενο και την απομυθοποίησή του, αιτία και για τη σημερινή μας αλλοτρίωση σύμφωνα με το Roland Barthes. Με άλλα λόγια το δράμα των πραγμάτων που δεν αντέχουν (δεν αντέχουμε) το νόημά τους. Ο Σταύρος Ιωάννου, ο Μάκης Θεοφυλακτόπουλος, ο Κυριάκος Μορταράκος, ο Μανώλης Πολυμέρης, ο Θράφια, ο Γιάννης Τζερμιάς, ο Νίκος Κασκούρας, ο Γιώργος Λαναράς κλπ με ενστικτώδεις χειρονομίες, δραματική φόρτιση της πινελιάς και ταξίδια στον λαβύρινθο του υποσυνείδητου έδωσαν εικόνες που αντιστέκονται σε εύκολες ερμηνείες ως αληθινοί διάδοχοι του Γεωργίου Μπουζιάνη.
Σήμερα, με την ομαδική έκθεση στο Trii επιχειρώ, έστω αποσπασματικά, έναν αναστοχασμό και της εποχής και των αισθητικών χαρακτηριστικών που επιβίωσαν έκτοτε συγκροτώντας τη ζωγραφική ιστορία του σήμερα. Αυτό που τελικά ενδιαφέρει. Αναφορά στον Μπουζιάνη λοιπόν δηλαδή αναφορά σ’ εκείνη τη ζωγραφική που αγωνίζεται να καταστήσει εικόνα τα σκοτεινά σύμβολα της ψυχής και να μεταμορφώσει τον υπαρξιακό φόβο σε καταπράυνση. Τέλος, η έκθεση αυτή τιμά την μνήμη ενός φίλου ζωγράφου που έφυγε βασανισμένος και πολύ γρήγορα από κοντά μας αλλά χαρακτήρισε με το ανήσυχο έργο του μια ολόκληρη εποχή.
Trii Art Hub, πεζόδρομος Δράκου 9, Μετρό ΦΙΞ.
Πρόγραμμα Εκδηλώσεων:
21/12/17 ώρα 20:00 Εγκαίνια
22/12/17 ώρα 19:00 Ομιλία και ξενάγηση στην έκθεση, με τον Μάνο Στεφανίδη.
05/01/18 ώρα 18:00 Ομιλία και ξενάγηση στην έκθεση, με τον Μάνο Στεφανίδη.
ώρα 19:00 Ιστορική αναδρομή στον Εξπρεσιονισμό (Ευρώπη και Αμερική) και ανοιχτά εργαστήρια επάνω στις τεχνικές του.
09/01/18 ώρα 18:00 Ομιλία και ξενάγηση στην έκθεση, με τον Μάνο Στεφανίδη
ώρα 19:00 Ζωγραφίστε σαν μεγάλοι εξπρεσιονιστές. Ανοιχτό εργαστήρι για
παιδιά. (Για τα εργαστήρια δηλώστε συμμετοχή στο 210 9210333)
16/01/18 ώρα 20:00 Finissage με τον Μάνο Στεφανίδη και καλλιτέχνες της έκθεσης
Αναφορά στον Μπουζιάνη – Μνήμη Σταύρου Ιωάννου
«Η ψευδαίσθηση δεν μπορεί να είναι ο σκοπός της τέχνης»
Schelling
Υπάρχει μια ζωγραφική που διευθετεί και καθησυχάζει αλλά υπάρχει και
μια ζωγραφική που αναδεύει τα μύχια της ανθρώπινης ύπαρξης που ακυρώνει
τις αισθητικές βεβαιότητες και που ξεβολεύει τους εφησυχασμένους. Που
δεν διακοσμεί αλλά επιχειρηματολογεί για τα δικαιώματα της απελπισίας
και για την τρυφερότητα που συχνά κρύβει η βία κάποιων εικόνων, κάποιων
κειμένων. Η μόνη επιτρεπτή μορφή βίας τελικά.Στην κάπως ωραιοπαθή και μονοσήμαντη πορεία της ζωγραφικής μας υπάρχει ένας καλλιτέχνης που από μόνος του δημιουργεί ένα ολόκληρο ρεύμα. Πρόκειται για τον Γεώργιο Μπουζιάνη (1885-1959), προφητικό εισηγητή του μεσοπολεμικού Εξπρεσιονισμού στην συντηρητική κοινωνία της Αθήνας. Ο Μπουζιάνης ουσιαστικά ανακαλύπτεται μετά θάνατον από έναν μικρό κύκλο αφοσιωμένων θαυμαστών των οποίων ηγείτο ο εστέτ Γιώργος Μουρέλος αλλά και από τους καλλιτέχνες που γεννήθηκαν μετά το 1940 και ωρίμασαν ως δημιουργοί κατά την περίοδο της Δικτατορίας. Επρόκειτο για κάποιους, ευάριθμους εραστές της χειρονομιακής, παράφορης έκφρασης, εκείνης δηλαδή που έφερνε το ένδον έξω και που απολύμαιναν το τελάρο τους από το οποιοδήποτε ελληνοκεντρικό φολκλόρ. Εννοώ τον Σταύρο Ιωάννου (1945-2009), τον Μάκη Θεοφυλακτόπουλο, τον Μανώλη Πολυμέρη, τον Κυριάκο Μορταράκο κλπ αλλά και τους νεότερους Θράφια, Γιάννη Τζερμιά, Νίκο Κασκούρα, Γιώργο Λαναρά κλπ. Την ομάδα συμπληρώνει ένας μεγάλος Έλληνας της Διασποράς, ο John Christoforou (1921-2014).
Αργότερα βέβαια, κυρίως στην δεκαετία του '80 κατά τον αφελή «επαναστατισμό» της Μεταπολίτευσης έγιναν και ο Μπουζιάνης και ο Εξπρεσιονισμός δημοφιλής μόδα η οποία κορυφώθηκε με την λεγόμενη Πανελλήνια της Μελίνας, στον ΟΛΠ του Πειραιά το 1989, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Ήταν τότε, το 1989 που οργάνωσα στη Δημοτική Πινακοθήκη Αθηναίων την ομαδική έκθεση «Αναφορά στον Μπουζιάνη» με κάποιους ιστορικούς πίνακες του ίδιου του μεγάλου δημιουργού και είκοσι περίπου νεότερων θαυμαστών του. Ερευνώντας για μια ζωγραφική στα όρια της απολυτότητας και της απόγνωσης. Αφού πρέπει να διακυβεύεται, κάτι οφείλει να χάνεται ή και να πεθαίνει για να γεννηθεί ένα έργο τέχνης. Αλλιώς μιλάμε για διακοσμητικότητες. Κάτι πρέπει να λείπει για να ξεδιπλωθεί ένα αφήγημα σημειώνει ο terry Eagleton.
Θα το πω εν είδει αφορισμού. Ο κλασικιστής ζωγράφος ζωγραφίζει τον κόσμο. Ο εξπρεσιονιστής το χάος του κόσμου. Την εσωτερική άβυσσο. Ο μαθητής του Μόραλη Σταύρος Ιωάννου δεσπόζει σε αυτόν τον «κύκλο των χαμένων ποιητών» μαζί με τον Μάκη Θεοφυλακτόπουλο. Αλλά επίσης και με τον Νίκο Χουλιάρα, τον Γιάννη Παρασκευαΐδη, τον Γιάννη Μιχαηλίδη, το Μηνά, τον Μανώλη Πολυμέρη, τον Χρόνη Μορταράκο, τον Κώστα Λάχα, τη Βάνα Ξένου, το Νίκο Κασκούρα, τον Κυριάκο Μορταράκο, το Γιάννη Φωκά, την Πελαγία Κυριαζή, τον Γιάννη Αδαμάκο, τη Μαριλένα Ζαμπούρα, τον Λάκη Πατρασκίδη, τον Γιάννη Κουράκη, τον Γιάννη Αντωνόπουλο, τον Περικλή Γουλάκο, τον Δημήτρη Ράτσικα, τον Θράφια, τον Γιάννη Τζερμιά, τον Γιώργο Μπουρναζάκη, τον Γιώργο Ξένο, τον Θανάση Μακρή, τον Νίκο Κρυωνίδη, τον Τάσο Μαντζαβίνο, τον Γιώργο Λαναρά, τον Εδουάρδο Σακαγιάν κλπ. Το 1983 με την έκθεση του στην Ώρα και τα ανάλογα αφιερώματα του περιοδικού «Εικαστικά» ο Σταύρος Ιωάννου κατοχυρώνοντας την ιδιαίτερη γραφή του, γίνεται ευρύτερα γνωστός. Το 1985 συμμετέχει στην σημαντική έκθεση «Νέοι Έλληνες ζωγράφοι- Διαδρομές» στην Πινακοθήκη Πιερίδη και στο πλαίσιο της «Αθήνας, πολιτιστικής πρωτεύουσας». Ήδη πια βρίσκεται στην πρώτη γραμμή μιας εγχώριας πρωτοπορίας.
Η ιδιαιτερότητα του Σταύρου Ιωάννου έγκειται στο ότι συνδυάζει την δυναμική εξπρεσιονιστική χειρονομία και το βαθύ χρωματικό λυρισμό. Πολιτικοποιημένος αλλά όχι προπαγανδιστής μιας πολιτικής ιδέας μοιράζεται συνεχώς καλλιτεχνικά ανάμεσα στις δυνατότητες του χάους που του προσφέρει η εικόνα αλλά και στην ανάγκη για την ύπαρξη μιας στοιχειώδους δομής της εικόνας. Έστω και αν ψάχνει φαντάσματα σε έναν λαβύρινθο. Ακριβώς για αυτό, τα ώριμα έργα του μοιάζουν με τους σκελετούς ενός φανταστικού κτίσματος, ενός πύργου από τραπουλόχαρτα. Από τις πρώτες του σπουδαστικές νεκρές φύσεις ως τα τελευταία του εκρηκτικά τοπία της Αίγινας, ο Ιωάννου παραμένει μοναδικός κολορίστας, όχι της επιδερμίδας αλλά της ψυχής.
Με ποια χρώματα ζωγραφίζει το inferno; Πώς φωτίζεται το υποσυνείδητο; Ποια εικόνα επαρκεί για να προσεγγίσει το αόρατο, ένδον τοπίο; Ο ζωγράφος της Αφαίρεσης και του αφηρημένου εξπρεσιονισμού μοιάζει με τον τυφλωμένο Οιδίποδα. Αυτό συνιστά και την καταδίκη και τη σωτηρία του. Δεν χρειάζεται να βλέπει επειδή ξέρει ότι η Αφαίρεση καθίσταται μια θεολογία χωρίς θεό. Αφού μέσα από το φως ακόμη και το κενό αποκτά υπόσταση. Και η τέχνη μεταμορφώνεται σε εκείνον τον Λαβύρινθο, στον οποίο ο Μίτος δίνεται στην έξοδο και όχι στην είσοδο.
Πόση ζωή χωράει ο θάνατος; Πόσο νόμιμη είναι η αντιστροφή του προηγούμενου ερωτήματος; Δηλαδή πόσο θάνατο χωράει η ζωή για να είναι πράγματι αντάξια του ονόματός της; Και πόσο, τέλος, αντέχουμε αυτή την ισορροπία ανάμεσα στη λαχτάρα της ζωής και το φόβο του θανάτου; Η τέχνη, με όλα της τα πρόσωπα είναι μια ελπίδα και ένα σωσίβιο απέναντι στον φόβο αυτό. Είναι ένα πολύτιμο κλειδί για να ξεκλειδώσουμε τον ούτως ή άλλως ερμητικά κλειδωμένο κόσμο. Ο Γιάννης Τσαρούχης, ζωγράφος όσο και διανοούμενος, έλεγε συχνά: «Υπάρχουν δύο σχολές έκφρασης. Από τη μια η φαντασία της πραγματικότητας κι απ’ την άλλη η πραγματικότητα της φαντασίας». Να αποτολμήσω και μια τρίτη; Εννοώ το αβέβαιο ταξίδι ανάμεσα στο αντικείμενο και την απομυθοποίησή του, αιτία και για τη σημερινή μας αλλοτρίωση σύμφωνα με το Roland Barthes. Με άλλα λόγια το δράμα των πραγμάτων που δεν αντέχουν (δεν αντέχουμε) το νόημά τους. Ο Σταύρος Ιωάννου, ο Μάκης Θεοφυλακτόπουλος, ο Κυριάκος Μορταράκος, ο Μανώλης Πολυμέρης, ο Θράφια, ο Γιάννης Τζερμιάς, ο Νίκος Κασκούρας, ο Γιώργος Λαναράς κλπ με ενστικτώδεις χειρονομίες, δραματική φόρτιση της πινελιάς και ταξίδια στον λαβύρινθο του υποσυνείδητου έδωσαν εικόνες που αντιστέκονται σε εύκολες ερμηνείες ως αληθινοί διάδοχοι του Γεωργίου Μπουζιάνη.
Σήμερα, με την ομαδική έκθεση στο Trii επιχειρώ, έστω αποσπασματικά, έναν αναστοχασμό και της εποχής και των αισθητικών χαρακτηριστικών που επιβίωσαν έκτοτε συγκροτώντας τη ζωγραφική ιστορία του σήμερα. Αυτό που τελικά ενδιαφέρει. Αναφορά στον Μπουζιάνη λοιπόν δηλαδή αναφορά σ’ εκείνη τη ζωγραφική που αγωνίζεται να καταστήσει εικόνα τα σκοτεινά σύμβολα της ψυχής και να μεταμορφώσει τον υπαρξιακό φόβο σε καταπράυνση. Τέλος, η έκθεση αυτή τιμά την μνήμη ενός φίλου ζωγράφου που έφυγε βασανισμένος και πολύ γρήγορα από κοντά μας αλλά χαρακτήρισε με το ανήσυχο έργο του μια ολόκληρη εποχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου