Πολύ συχνά οι άνθρωποι του πλούτου και της δύναμης αντιμετωπίζονται αμείλικτα από τον υπόλοιπο κόσμο και φορτώνονται με έωλες, κάποτε, κατηγορίες, ανυπόστατες διαδόσεις πληρώνοντας ακριβά αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό που τους ξεχωρίζει. Δηλαδή τον πλούτο και την δύναμή τους. Έτσι, συχνά οι πολύ δυνατοί καθίστανται περίεργα αδύναμοι εμπρός στην δυσπιστία ή και την κακεντρέχεια του πλήθους ενώ πάλι οι αδύναμοι απολαμβάνουν την περίεργη ηδονή της επίδειξης της δικής τους "αδύναμης" δύναμης επί των ισχυρών του πλούτου ή της εξουσίας.
Η Γιάννα Αγγελοπούλου είναι από τα πρόσωπα της δημοσιότητας που έχει υποστεί και συνέχεια υφίσταται την πλέον αμείλικτη κριτική. Κριτική για τα χρήματα της, κριτική για τα φορέματα ή για την αισθητική της, κριτική για την κοινωνική της επιτυχία, κριτική για τον τρόπο που διοργάνωσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες, κριτική για κάθε της δημόσια παρέμβαση, κριτική για όσα λέει αλλά και κριτική τελικά για όσα δεν λέει.
Γιατί τη Γιάννα τη συμπαθούν πολλοί, την παραδέχονται περισσότεροι αλλά και την αντιπαθούν οι πλείστοι. Ακόμη κι όταν διαχειριζόταν με περισσή αξιοπρέπεια το προσωπικό πρόβλημα της υγείας της τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποδέχθηκαν και τότε ανοικτείρμονα.
Για την Γιάννα έχουν γραφτεί και γράφονται άπειρες κακίες και δεν διστάζω να πω ότι υπήρξα κι εγώ κάποτε ένας από τους "κακογράφους" της, στην εποχή του περιοδικού Αντί αλλά και της Ελευθεροτυπίας συμπορευόμενος με την politically correct άποψη της εποχής που ήταν κριτική άνευ όρων από τα αριστερά για τη Γιάννα. Άλλαξα άρδην γνώμη όταν την γνώρισα και συνεργάστηκα μαζί της. Έκτοτε είναι φίλη μου χωρίς έπαρση ή επίδειξη. Δεν θα ξεχάσω ποτέ, τέλος, ότι χάρη στην αμέριστη συμπαράσταση της, πραγματοποιήθηκε η δεύτερη, διορθωμένη και συμπληρωμένη έκδοση του δεκάτομου "Ελληνομουσείου" μου.
Όμως η Γιάννα ανέλαβε πρωτίστως έδειξε ποια είναι, όταν ανέλαβε τελευταία στιγμή τους Ολυμπιακούς Αγώνες, ένα δηλαδή εθνικό στοίχημα, και όταν τους έφερε σε πέρας με απόλυτη επιτυχία. Συχνά μάλιστα σε κόντρα με το κράτος και τους μηχανισμούς του, με την χρόνια μας αβελτηρία αλλά και μετά με τις ποικίλες τρικλοποδιές που κατά καιρούς τής έβαζαν ποικίλοι υπεύθυνοι ή ανεύθυνοι. Κι όμως. Παρ' όλα λέγονταν ή γράφονταν, δεν ήταν αυτή που καταχρέωσε το ελληνικό δημόσιο. Ούτε ήταν εκείνη που αποφάσισε αλλά η πολιτική εξουσία την ανάληψη των αγώνων. Αντίθετα, ήταν εκείνη που τους διεκπεραίωσε και μάλιστα μ' έναν σημαντικά χαμηλό λογαριασμό. Όλοι οι επόμενοι Ολυμπιακοί Αγώνες ήσαν φαραωνικοί, ακριβότεροι, τουτέστιν στοίχισαν πολύ περισσότερο. Μόλις οι Ολυμπιακοί του Λος Άντζελες του 1984 υπήρξαν πιο φθηνοί από τους Ολυμπιακούς της Αθήνας. Κι όμως, η Γιάννα η οποία δεν πήρε καμιάν ηγεμονική αμοιβή αλλά που δούλευε αφιλοκερδώς και η οποία πρόσφερε συχνά πυκνά εξ ιδίων, κατηγορήθηκε για το κόστος των αγώνων όπως επίσης και για την μη εκμετάλλευση των ολυμπιακών κτισμάτων μετά το πέρας των αγώνων! Λες και ήταν δική της ευθύνη η αξιοποίηση της ολυμπιακής κληρονομιάς και όχι της πολιτείας. Λες και άφησε αυτή τις εγκαταστάσεις να ρημάξουν και όχι οι κυβερνήσεις που ακολούθησαν.
Η Γιάννα για ένα μεγάλο διάστημα ιδιώτευσε παρά τις φήμες που την έφερναν ακόμα και στον θώκο του Πρόεδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ευτυχώς ο τόπος σώθηκε από μία τέτοια συμφορά και αντί για την Γιάννα, έχουμε τον κύριο Παυλόπουλο. Η Γιάννα προσπάθησε επίσης να βοηθήσει τον νεαρό πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα μη υπολογίζοντας ταξικές ή ιδεολογικές διαφορές και μάλιστα επιχείρησε να τον προωθήσει στο πιο σκληρό και κλειστό μπλοκ εξουσίας των Ηνωμένων Πολιτειών, δηλαδή στην καρδιά της εξουσίας του δυτικού κόσμου. Μέσω του Ιδρύματος της συνεργάστηκε με το ίδρυμα Clinton επιχειρώντας να προβάλει και την Ελλάδα διεθνώς αλλά και να δώσει στον Έλληνα πρωθυπουργό ένα πολύ ισχυρό βήμα για να προωθήσει τα ελληνικά συμφέροντα. Είδαμε δυστυχώς όλοι πόσο επιπόλαια αντιμετώπισε ο Τσίπρας αυτή τη χειρονομία.
Και βέβαια έκτοτε η Γιάννα απομακρύνθηκε από το πολιτικό προσκήνιο.Τώρα την βλέπουμε πάλι δίπλα σε έναν νέο πρωθυπουργό ο οποίος επιχειρεί να ανατάξει τη χώρα μετά από μία παρατεταμένη απραξία και επίσης παρακολουθούμε μια καινούργια κυβέρνηση να την τοποθετεί επικεφαλής ενός νέου, εθνικού οράματος δηλαδή του εορτασμού για τα 200 χρόνια από την εθνική μας Παλιγγενεσία. Φαντάζομαι προβαίνει σε κάτι τέτοιο γιατί εκτιμά τις οργανωτικές της ικανότητες, το διεθνές της κύρος, τα χρήματα της τα οποία ποτέ δεν δίστασε να προσφέρει για κάποιο κοινωφελή σκοπό και τέλος την εμπειρία που απέκτησε από το 2004. Προφανώς η Γιάννα Αγγελοπούλου δεν είναι η ακαδημαϊκή φιγούρα που θα εκφωνήσει τον πανηγυρικό της 25ης Μαρτίου ούτε ο ερευνητής εκείνος που θα δώσει καινούργιες ερμηνείες στο πολυδιάστατο φαινόμενο της εθνικής μας εξέγερσης. Δεν είναι καν ο λόγιος, ή ο διανοούμενος, ή ο συγγραφέας, ή ο ιστορικός ο οποίος θα γράψει πράγματα περισπούδαστα και αξιομνημόνευτα σχετικά με το γεγονός. Είναι όμως κάτι άλλο που δεν είναι όλοι οι υπόλοιποι που προανέφερα. Είναι η Γιάννα, δηλαδή ένας άνθρωπος της δράσης ο οποίος μπορεί να αναλαμβάνει μεγάλα projects και να τα υλοποιεί με επιτυχία. Και, επαναλαμβάνω, χωρίς υπερβολικό κόστος. Προφανώς θα την πλαισιώσουν οι ειδικοί, προφανέστατα θα δημιουργηθούν ομάδες ή επιτροπές εργασίας, ασφαλώς και θα εμπλακούν τα μουσεία, οι πολιτιστικοί φορείς και η επιστημονική ελίτ της χώρας, τα ΑΕΙ, οι καθηγητές κλπ. Όμως για όλα αυτά χρειάζεται ένας μάνατζερ που θα τα οργανώσει και μάλιστα ένας μάνατζερ που δεν θα "τα πιάνει". Έχετε πολλούς σαν τη Γιάννα στο μυαλό σας; Θα με ενδιέφερε να το μάθω.
ΥΓ. Ήδη ο καθηγητής Αντώνης Λιάκος εξέφρασε τον σκεπτικισμό του για το αφήγημα, το ιδεολόγημα, την ιδεοληψία την κατασκευή ή την φαντασμαγορία της ιστορίας ή ότι άλλο θέλετε που προωθεί η κυβέρνηση παρότι δεν έχει ειπωθεί επί της ουσίας ακόμη τίποτε. Απλώς έγινε μια κίνηση διπλωματίας και αβροφροσύνης εκ μέρους του πρωθυπουργού προς ένα πρόσωπο διεθνούς απήχησης. Προσωπικά πιστεύω πως η Γιάννα δεν θα μας διαψεύσει και επίσης πιστεύω πως το 2021 είναι μία τεράστια ευκαιρία για ένα καινούργιο πατριωτικό, ενωτικό ξεκίνημα και με ιδέες και με σύμβολα και με συναίσθημα και με λογισμό. Και με ρεαλισμό και με όνειρο. Ποιοι είμαστε, που είμαστε, ποιοι μπορούμε να γίνουμε.
Από την άλλη βέβαια αντιλαμβάνομαι πως η μιζέρια είναι επίσης εθνικό μας χαρακτηριστικό και ως τέτοιο αντί να το μυκτηρίζω πια, έχω αποφασίσει τελευταία να το απολαμβάνω.
Οπως πάντα ένα κείμενο του Μάνου μεστό, με λεπτό και ιδιαίτερο άρωμα που ευφραίνει και ταυτόχρονα προβληματίζει.
ΑπάντησηΔιαγραφή