Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Θεσμικοί Καρκίνοι

Από τη σοβούσα κρίση η οποία είναι περισσότερο κοινωνική-ιδεολογική και λιγότερο οικονομική, κάποτε θα συνέλθουμε. Και, ενδεχομένως, όλη αυτή η “ταλαιπωρία” να λειτουργήσει παιδαγωγικά για μια κοινωνία που έμαθε να δικαιούται τα πάντα χωρίς να προσφέρει τίποτε. Όμως η πολιτιστική-πνευματική καχεξία δεν θ' ανατραπεί εύκολα. Κυρίως επειδή είμαστε ο τόπος του πιο αφόρητου συντηρητισμού του πιο ανερυθρίαστου δήθεν. Όλα, πλέον, σερβίρονται σε μορφή light και σε σχήμα κωλότσεπης ώστε ώστε να μην θίγει ή τρομάξει το μέσο, κυρίαρχο, γούστο. Και βέβαια απαγορεύονται δια ροπάλου η κριτική -εκτός κι αν είναι αλληλολειχίες, βαρβαριστί αλλαξοκωλιές, ημετέρων-, προπηλακίζεται ο διάλογος, ιδιαίτερα ο οξύς, και μένουν, μόνες, οι υλακές των τηλε-προσωπείων και οι ατάκες τους. Όσο πιο σύντομες τόσο καλύτερα. Το κοινό διψάει για το ευσύνοπτο και οι κυρίαρχες πολιτικές λατρεύουν τη μεταφορά της α-κυριολεξίας σε μορφή σλόγκαν. Πχ. “Ο λαός στην εξουσία” και καθαρίσαμε! Ποιος είπε ότι το μέγεθος δεν παίζει ρόλο; Απόρροια όλων αυτών είναι ο δραματικός απορφανισμός του λόγου και η υποκατάστασή του από ένα ιδιόλεκτο προγλωσσικού χαρακτήρα που κορδακίζεται για τον πλούτο των 150 λέξεων και των ισάριθμων σκέψεων που διαθέτει. Αυτό το είδος μιλιέται ευρύτατα από τους μαθητές του λυκείου ως τους αγορητές του Κυνοβουλίου. Η ίδια σκυλάδικη αισθητική έχει σταδιακά εισχωρήσει παντού. Από το Μέγαρο Μουσικής ως την Εθνική Πινακοθήκη. Πολύτιμος αρωγός της ο παντοδύναμος λαϊκισμός που βασιλεύει στον τόπο επί 30 χρόνια. Α, και να μην ξεχάσουμε και τους χορηγούς μας. Τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο ξεπλένει κάθε τοπική μαφία τις αμαρτίες της δημιουργώντας γοητευτικές εξισώσεις του τύπου Ίντραλοτ-Μεγάρου κλπ. Πρόκειται για τον κυρίαρχο λαϊκισμό που περιέγραψε μοναδικά ο Παναγιώτης Κονδύλης και εικονογράφησε με το έργο του “Ο, τι θέλει ο λαός από πίσω κι από μπρος” ο Βλάσης Κανιάρης. Δυο από τις ελάχιστες περιπτώσεις αντίστασης σε αυτή την πλημμυρίδα του δήθεν που αποτελεί πλέον τον θεσμικό καρκίνο της χώρας. (Να μην ξεχάσουμε ανάμεσα στις ευάριθμες περιπτώσεις αντίστασης τον Βασίλη Καραποστόλη, τον Κωστή Παπαγιώργη, τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, τον αείμνηστο αναρχικό πότη-ποιητή Ηλία Λάγιο, το Αντί του Παπουτσάκη.)

Να, τώρα, ένα παράδειγμα πολιτιστικής αφασίας: Ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε την εθνική μας συμμετοχή στην εικαστική Biennale της Βενετίας είναι αποκαλυπτικός της γενικότερης πολιτιστικής μας υστέρησης. Αφενός η πολιτεία αργά, βαριεστημένα και με τραγική καθυστέρηση, κινητοποιεί τους αντιδραστικούς μηχανισμούς της -σύμβουλους, υπάλληλους, πολιτιστικάριους και λοιπούς μισθοφόρους της τέχνης -για να επιλεγεί ο εκπρόσωπός μας και αφετέρου όλη η εικαστική κοινότητα μπαίνει στον πειρασμό να πιστέψει στο θαύμα, να συμμετάσχει στις αξιοκρατικές(;) φευ, διαδικασίες μήπως και διεκδικήσει την έξοδο της από την πνιγηρή ενδοχώρα. Προσωπικά, αυτά τα ρεσάλτα μου θυμίζουν την έξοδο του Μεσολογγίου και τη τύχη του. Είναι τέτοια η ανυδρία και η ανυπαρξία πολιτιστικής δράσης ώστε κάθε δυο χρόνια δεκάδες καλλιτέχνες ονειρεύονται μιαν αλλαγή, ένα ζωντάνεμα, διάβολε, του νεκρωμένου σκηνικού το οποίο όμως δεν θα γίνει ποτέ.

Επαναλαμβάνω: Ο χώρος των εικαστικών είναι ο πιο αδικημένος εφόσον παραμένει ο λιγότερο κρατικοδίαιτος. Ακόμη και στα κρατικά μουσεία πλέον οι καλλιτέχνες εξ ιδίων χρηματοδοτούν τις εκθέσεις τους. Όποιος διαθέτει χορηγό, εξασφαλίζει και έκθεση. Αυτό υπαγορεύει η λογική της πιο αγοραίας αγοράς (κατά σύμπτωση και η πολιτική του υπουργείου πολιτισμού. Το οποίο δεν φημίζεται για τη λογική του). Γνωρίζω τα μυστικά των επι-ντροπών της Biennale από το 1990. Έως πρόσφατα τις ταλάνιζε το όνειδος της άρνησης να αποσταλεί ο Σαμαράς στα giardini της Γαληνότατης, όνειδος που ξεπλύθηκε πάλι μ' επονείδιστο τρόπο. Οι γνωρίζοντες γνωρίζουν εν πάση περίπτωσει για την 54η Biennale του 2011η επιτροπή συγκροτήθηκε μόλις το Δεκέμβριο του 2010 και η επιλογή της επισημοποιήθηκε τον τρέχοντα Ιανουάριο! Τέτοια ταχύτητα ούτε ο Ζαχόπουλος! Βέβαια τα άλλα κράτη έχουν ανακοινώσει τις συμμετοχές τους από το καλοκαίρι! Αντιλαμβάνεται κανείς πως τα περιθώρια για μιαν αξιοπρεπή εμφάνιση έχουν περιοριστεί δραστικά. Βέβαια κάτι τέτοιο δεν απασχολεί τους γραφειοκράτες του υπουργείου. Αν συνυπολογίσει κανείς και την οικονομική ένδεια, μπορεί κανείς εύκολα να αντιληφθεί το αποτέλεσμα.

Παρ' όλα αυτά και φέτος οι υποψηφιότητες ήσαν υψηλού επιπέδου και συγκροτούσαν από μόνες τους ένα sui generis “μουσείο” σύγχρονης τέχνης. Ένα μουσείο που θα το κανοναρχούσε η ανάγκη έκφρασης και η φιλοδοξία του δημιουργού και όχι η αυθαίρετη “θεωρία” ενός καρεκλοκένταυρου. Τι θέλω να πω: Φέτος η επιτροπή επέλεξε την καθ' όλα άξια και αθόρυβη Διοχάντη με το πολύ σημαντικό έργο και την εξαιρετική της παρουσία τον περασμένο Σεπτέμβριο στην Ελευσίνα. Η Διοχάντη δουλεύει κυρίως με τον χώρο και εξ ορισμού είναι μια δημιουργός ιδανική για μεγάλες εκθέσεις. Και οι λοιπές όμως υποψηφιότητες ήταν μπιεναλικών προδιαγραφών: Ο Νάκης Παναγιωτίδης σε πρόταση του Bruno Corra, το δίδυμο Κυριάκου Κατζουράκη - Μπάμπη Βενετόπουλου, συνεπικουρούμενο από τους Ζουρούδη -Τσιρώνη, ο Γιώργος Χαρβαλιάς και η προφητική video-αλληγορία του, ο Γιώργος Τσακίρης, ο Μανώλης Μπαμπούσης, η πολυσυλλεκτική πρόταση της Νάντιας Αργυροπούλου που συνδυάζει Έλληνες και ξένους τόσο καλλιτέχνες όσο και θεωρητικούς. Ευφυές!

Προτείνω λοιπόν όλες αυτές οι προτάσεις δημοκρατικά μετά το πέρας της Biennale, δηλαδή το προσεχές φθινόπωρο, να εκτεθούν κάπου στην Αθήνα. Το κόστος είναι ελάχιστο και το όφελος τεράστιο. Ο εκθεσιακός χώρος της ΑΣΚΤ είναι ο ιδανικός (αφήστε που σήμερα υπολειτουργεί, πράγμα αδιανόητο για έναν ζωντανό οργανισμό όπως είναι το Πανεπιστήμιο). Έπειτα οι προτάσεις αυτές θα μπορούσαν να προωθηθούν στο εξωτερικό. Με τη κατάλληλη βέβαια πολιτική υποστήριξη. Το ΥΠΕΞ και το ΥΠΠΟΤ θα έπρεπε να διοργανώνουν εκδηλώσεις εξωστρέφειας ως πρεσβευτές του νεοελληνικού πολιτισμού από τη Κωνσταντινούπολη ως τη Νέα Υόρκη. Η αντεπίθεση για την υποστήριξη μιας “άλλης” Ελλάδας θα έπρεπε να είχε αρχίσει. Μας αφορά όλους γιατί μαζί τα φάγαμε. Εξάλλου λεφτά υπάρχουν! Όπως φάνηκε από το Marathon Project. Ο ΟΠΑΠ να ναι καλά και η παραοικονομία του ποδοσφαίρου. Γνωστές όσο και δυσώδεις αλήθειες. Τα διαμάντια στα σκατά, η πιο προ προσφυής αλληγορία του καπιταλισμού. Αρκεί να τολμήσουν οι υπεύθυνοι. Και να μην θεωρήσουν σκατά και διαμάντια αποκλειστικά ιδιωτικό τους νιτερέσο. Ακούει κανείς; Ή, ο θεσμικός καρκίνος έχει κλείσει όλους τους ακουστικούς πόρους αυτού του τόπου;

1 σχόλιο:

  1. κ.Στεφανίδη περιγράφετε το αυτονόητο με τον πιο σαφή και αληθή τρόπο. Αλλά και μόνο αυτή σας η πράξη είναι τραγική από μόνη της σήμερα. Όπως όλες οι οποίες αφορούν το ελλαδικό προτεκτοράτο στο οποίο αναφέρεσθε.
    Ο (κρατικοδίαιτος) πολιτισμός σ΄αυτή τη χώρα γνωρίζουμε όλοι που εξαντλείται. Τραγική πράξη έστω και η απλή αναφορά σε αυτόν όπως και η παραπάνω δική σας.
    Τι να πει κανείς. Κι όπως είπατε το παράδειγμα με τον Σαμαρά τα λέει όλα.
    Αυτά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή