Με αφορμή την έκθεσή της στη γκαλερί Art Zone 42 (Βασ. Κωνσταντίνου 42, Αθήνα). Διάρκεια: 25/6 - 19/7/2014
Στο όριο ορατού και αόρατου
Το πιο σημαντικό...
Όταν η εικόνα γίνεται ισοδύναμη με το ποίημα. Κι όταν και αμφότερες, εικόνα και λόγος εξισώνονται με τη μουσική. Είναι τότε που τα ερωτήματα γίνονται πιο σημαντικά από τις απαντήσεις και τα αινίγματα δεν καταδέχονται ερμηνείες.
Απ´ την άλλη, η τέχνη ξεκινάει από τα πιο απλά, αυτά που φαίνονται στους πολλούς σαν ασήμαντα, χτίζει το σπιτι της με τις έσχατες γραμμές που αφήνουν τα κύματα στην ακτή, με τα ίχνη της κιμωλία στον μαύρο πίνακα, με τα γκρίζα του ουρανού όταν συννεφιά ζει, με τα κίτρινα πριν τη καταιγίδα , με τα θραύσματα... Με ό, τι μοιάζει άχρηστο.
Η Αγνή Χρονοπούλου φιάχνει τις εικόνες της από το παράξενο, αλλά όχι ανοίκειο, συνταίριασμα φωτογραφίας και σχεδίου, με τα περιτρίμματα της μνήμης, με τα όστρακα του παρελθόντος που διέσωσαν ένα μισοφαγωμένο πρόσωπο εδώ, ένα μισοφαγωμένο από το σκοτάδι βλέμμα εκεί, το θραύσμα ενός μαρμάρου πιο πέρα που κάποτε ήταν θεός. Ή, άνθρωπος όμορφος σαν θεός, ή πλάσμα ονειρικό και γι αυτό εκ των πραγμάτων ισόθεο.
Κι όλα αυτά επιτυγχάνονται με μικρά μεγέθη που δεν φωνάσκουν, με σίγουρες, αθόρυβες χειρονομίες που μισό αποκαλύπτουν και μισό κρύβουν ώστε, περισσότερο από τον εύκολο εντυπωσιασμό, να διαρκεί η απείρως πολυτιμότερη νοσταλγία.
Αυτό που κυριαρχεί στα δοκίμια της Αγνής Χρονοπούλου, τα οποία μελετούν τη φωτοδοσία-σκίαση και τη γραμμή-γραφή, είναι η βαθύτατη επιθυμία να ζήσει η ίδια το καταθλιπτικό παρόν όχι ονειρευόμενη το μέλλον αλλά, αντίθετα, το παρελθόν. Εκεί, πίσω στις πηγές της ομορφιάς, εκεί που πέπλα και στοιβάδες αιώνων, διάφανοι καταρράκτες και ακίνητα νερά κρύβουν την αχειροποίητη εικόνα. Εκεί που το κάλλος δεν είναι οπτασία ή όραμα αλλά ύλη που όμως έχει σφαγιστεί με την πιο βαθιά πνευματικότητα.
Αυτό είναι το δώρο που η καλλιτέχνις θέλει να προσφέρει στο θεατή της...
Μερικές τώρα ερωτήσεις:
- Μήπως βλέπουμε πραγματικά μόνο όταν δίνουμε νόημα στα γεγονότα; Μήπως με άλλα λόγια, τα γεγονότα υφίστανται μόνο όταν νοηματοδοτούνται από τον παρατηρητή τους;
- Η έκλειψη ουσιαστικής εικόνας που δεσπόζει στην εποχή μας και οφείλεται στον ορυμαγδό των χωρίς νόημα εικόνων, δεν συνιστά μια μορφή θανάτου του κόσμου;
- Η εικαστική τέχνη δεν αποτελεί μια μορφή σωτηρίας του κόσμου, τουλάχιστον ως προς την ουμανιστική του διάσταση;
Αναφέρομαι σε εκείνη τη τέχνη (την ζωγραφική και την άμεση της απόγονο, τη φωτογραφία) η οποία λειτουργεί σταθερά ως μαία καθώς εξακολουθεί να φέρνει στο φώς τις αόρατες σημασίες και τις ιδέες του κόσμου αυτού. Εδώ ακριβώς έγκειται η υπεροχή της. Αυτός είναι ο προνομιακός της δρόμος. Ανέκαθεν ήταν: Να οπτικοποιεί το αόρατο. Αυτή, εξάλλου, είναι και η βαθύτερη φιλοδοξία της Αγνής Χρονοπούλου.
Μερικές,ακόμη, απαντήσεις...
Στην τέχνη, πιστεύω, επιτρέπονται τα πάντα, συγχωρούνται τα πάντα με μια μόνη προϋπόθεση. Να μην είναι ανιαρά. και βέβαια να μην αναπαράγουν το κυρίαρχο αισθητικό μοντέλο της όποιας εξουσίας, πολιτικής ή πνευματικής. Αυτή η ελευθερία είναι αναγκαία για να εκκινήσει το παιχνίδι της δημιουργίας και να διευρυνθεί κάθε φορά η περιπέτεια της τέχνης. Quo vadis σήμερα κυρία ζωγραφική, quo vadis κυρία φωτογραφία, στην εποχή της κυριαρχίας της ηλεκτρονικής εικόνας και της μαζικής παραγωγής οπτικών “ομοιωμάτων” (simulacres);
Οι μοντερνιστές ζητούσαν από τις αρχές του 20ου αιώνα αποκλειστικά την εντελώς νέα μορφή, την επανάσταση μέσα από τη ριζοσπαστική φόρμα. Σήμερα, πάλι, μέσα από κατακτημένες μορφές ή σύμβολα αναζητούμε πάλι ριζοσπαστικά νέο περιεχόμενο. Αυτό που θα ξαναδώσει νόημα όχι μόνο στη σύγχρονη τέχνη αλλά στη ζωή μας την ίδια. Η πρόταση της Αγνής Χρονοπούλου έχει, επιπλέον, στοιχεία conceptual γιατί απευθύνεται και στη όραση και στην νόηση. Κυρίως όμως γιατί προσπαθεί μέσα απ’ το ορατό να φωτίσει τις πυκνές σκιές στις οποίες κρύβεται η όποια αλήθεια των πραγμάτων….
Όπως και να το κάνουμε, οι πολλοί ζουν την πραγματικότητα. Οι λίγοι τη δημιουργούν. Ζούμε, που λέτε, ο καθένας τη μικρή, προσωπική του ιστορία διασταυρωμένοι με άλλους ανθρώπους, κουβαλώντας την αρμόδια πέτρα μας κατά δύναμιν. Αλλά και μετέχουμε στην ευρύτερη ιστορία του είδους μας που γράφεται παράλληλα με εμάς αν και, συνήθως, ερήμην μας. Εδώ είναι το στοίχημα... Να ζήσει ο καθένας την καθημερινότητά του ποιητικά, όντας υλικό αλλά όχι πιόνι της ιστορίας. Αυτή τη φιλοδοξία μονάχα η τέχνη μπορεί να την πραγματοποιήσει.
ΥΓ. Στις φωτογραφίες της Χρονοπούλου υπάρχει, συχνά, ένα εύρημα: Ένα διάφανο πέπλο, ένα κρήδεμνον, ένα μαντηλοδέσι που κληροδοτεί ο Όμηρος στους σημερινούς καιρούς, καλύπτει τα πρόσωπα των ηρώων της. Το περιβάλλον είναι συνήθως υδάτινο. Και είναι τότε που συμβαίνει το θαύμα καθώς σκεπάζοντάς τα, τα αποκαλύπτει...
Μάνος Στεφανίδης
11/6/2014
Όταν η εικόνα γίνεται ισοδύναμη με το ποίημα. Κι όταν και αμφότερες, εικόνα και λόγος εξισώνονται με τη μουσική. Είναι τότε που τα ερωτήματα γίνονται πιο σημαντικά από τις απαντήσεις και τα αινίγματα δεν καταδέχονται ερμηνείες.
Απ´ την άλλη, η τέχνη ξεκινάει από τα πιο απλά, αυτά που φαίνονται στους πολλούς σαν ασήμαντα, χτίζει το σπιτι της με τις έσχατες γραμμές που αφήνουν τα κύματα στην ακτή, με τα ίχνη της κιμωλία στον μαύρο πίνακα, με τα γκρίζα του ουρανού όταν συννεφιά ζει, με τα κίτρινα πριν τη καταιγίδα , με τα θραύσματα... Με ό, τι μοιάζει άχρηστο.
Η Αγνή Χρονοπούλου φιάχνει τις εικόνες της από το παράξενο, αλλά όχι ανοίκειο, συνταίριασμα φωτογραφίας και σχεδίου, με τα περιτρίμματα της μνήμης, με τα όστρακα του παρελθόντος που διέσωσαν ένα μισοφαγωμένο πρόσωπο εδώ, ένα μισοφαγωμένο από το σκοτάδι βλέμμα εκεί, το θραύσμα ενός μαρμάρου πιο πέρα που κάποτε ήταν θεός. Ή, άνθρωπος όμορφος σαν θεός, ή πλάσμα ονειρικό και γι αυτό εκ των πραγμάτων ισόθεο.
Κι όλα αυτά επιτυγχάνονται με μικρά μεγέθη που δεν φωνάσκουν, με σίγουρες, αθόρυβες χειρονομίες που μισό αποκαλύπτουν και μισό κρύβουν ώστε, περισσότερο από τον εύκολο εντυπωσιασμό, να διαρκεί η απείρως πολυτιμότερη νοσταλγία.
Αυτό που κυριαρχεί στα δοκίμια της Αγνής Χρονοπούλου, τα οποία μελετούν τη φωτοδοσία-σκίαση και τη γραμμή-γραφή, είναι η βαθύτατη επιθυμία να ζήσει η ίδια το καταθλιπτικό παρόν όχι ονειρευόμενη το μέλλον αλλά, αντίθετα, το παρελθόν. Εκεί, πίσω στις πηγές της ομορφιάς, εκεί που πέπλα και στοιβάδες αιώνων, διάφανοι καταρράκτες και ακίνητα νερά κρύβουν την αχειροποίητη εικόνα. Εκεί που το κάλλος δεν είναι οπτασία ή όραμα αλλά ύλη που όμως έχει σφαγιστεί με την πιο βαθιά πνευματικότητα.
Αυτό είναι το δώρο που η καλλιτέχνις θέλει να προσφέρει στο θεατή της...
Μερικές τώρα ερωτήσεις:
- Μήπως βλέπουμε πραγματικά μόνο όταν δίνουμε νόημα στα γεγονότα; Μήπως με άλλα λόγια, τα γεγονότα υφίστανται μόνο όταν νοηματοδοτούνται από τον παρατηρητή τους;
- Η έκλειψη ουσιαστικής εικόνας που δεσπόζει στην εποχή μας και οφείλεται στον ορυμαγδό των χωρίς νόημα εικόνων, δεν συνιστά μια μορφή θανάτου του κόσμου;
- Η εικαστική τέχνη δεν αποτελεί μια μορφή σωτηρίας του κόσμου, τουλάχιστον ως προς την ουμανιστική του διάσταση;
Αναφέρομαι σε εκείνη τη τέχνη (την ζωγραφική και την άμεση της απόγονο, τη φωτογραφία) η οποία λειτουργεί σταθερά ως μαία καθώς εξακολουθεί να φέρνει στο φώς τις αόρατες σημασίες και τις ιδέες του κόσμου αυτού. Εδώ ακριβώς έγκειται η υπεροχή της. Αυτός είναι ο προνομιακός της δρόμος. Ανέκαθεν ήταν: Να οπτικοποιεί το αόρατο. Αυτή, εξάλλου, είναι και η βαθύτερη φιλοδοξία της Αγνής Χρονοπούλου.
Μερικές,ακόμη, απαντήσεις...
Στην τέχνη, πιστεύω, επιτρέπονται τα πάντα, συγχωρούνται τα πάντα με μια μόνη προϋπόθεση. Να μην είναι ανιαρά. και βέβαια να μην αναπαράγουν το κυρίαρχο αισθητικό μοντέλο της όποιας εξουσίας, πολιτικής ή πνευματικής. Αυτή η ελευθερία είναι αναγκαία για να εκκινήσει το παιχνίδι της δημιουργίας και να διευρυνθεί κάθε φορά η περιπέτεια της τέχνης. Quo vadis σήμερα κυρία ζωγραφική, quo vadis κυρία φωτογραφία, στην εποχή της κυριαρχίας της ηλεκτρονικής εικόνας και της μαζικής παραγωγής οπτικών “ομοιωμάτων” (simulacres);
Οι μοντερνιστές ζητούσαν από τις αρχές του 20ου αιώνα αποκλειστικά την εντελώς νέα μορφή, την επανάσταση μέσα από τη ριζοσπαστική φόρμα. Σήμερα, πάλι, μέσα από κατακτημένες μορφές ή σύμβολα αναζητούμε πάλι ριζοσπαστικά νέο περιεχόμενο. Αυτό που θα ξαναδώσει νόημα όχι μόνο στη σύγχρονη τέχνη αλλά στη ζωή μας την ίδια. Η πρόταση της Αγνής Χρονοπούλου έχει, επιπλέον, στοιχεία conceptual γιατί απευθύνεται και στη όραση και στην νόηση. Κυρίως όμως γιατί προσπαθεί μέσα απ’ το ορατό να φωτίσει τις πυκνές σκιές στις οποίες κρύβεται η όποια αλήθεια των πραγμάτων….
Όπως και να το κάνουμε, οι πολλοί ζουν την πραγματικότητα. Οι λίγοι τη δημιουργούν. Ζούμε, που λέτε, ο καθένας τη μικρή, προσωπική του ιστορία διασταυρωμένοι με άλλους ανθρώπους, κουβαλώντας την αρμόδια πέτρα μας κατά δύναμιν. Αλλά και μετέχουμε στην ευρύτερη ιστορία του είδους μας που γράφεται παράλληλα με εμάς αν και, συνήθως, ερήμην μας. Εδώ είναι το στοίχημα... Να ζήσει ο καθένας την καθημερινότητά του ποιητικά, όντας υλικό αλλά όχι πιόνι της ιστορίας. Αυτή τη φιλοδοξία μονάχα η τέχνη μπορεί να την πραγματοποιήσει.
ΥΓ. Στις φωτογραφίες της Χρονοπούλου υπάρχει, συχνά, ένα εύρημα: Ένα διάφανο πέπλο, ένα κρήδεμνον, ένα μαντηλοδέσι που κληροδοτεί ο Όμηρος στους σημερινούς καιρούς, καλύπτει τα πρόσωπα των ηρώων της. Το περιβάλλον είναι συνήθως υδάτινο. Και είναι τότε που συμβαίνει το θαύμα καθώς σκεπάζοντάς τα, τα αποκαλύπτει...
Μάνος Στεφανίδης
11/6/2014
Agni
Chronopoulou
-
A
la limite du visible et de l'invisible
Le plus
important.
Lorsque
l'image devient l'égale de la poésie. Et quand toutes deux, image
et parole, sont assimilées à la musique. C'est alors que les
questions deviennent plus importantes que les réponses et que les
énigmes ne supportent pas d'interprétations.
D'autre
part, l'art commence à partir du plus simple, de ce qui parait
insignifiant à la plupart des gens, il bâtit sa maison avec les
ultimes lignes laissées par les vagues sur le rivage, avec les
traces de craie sur le tableau noir, avec les gris du ciel quand il
se couvre, avec les jaunes d'avant la tempête, avec les fragments
... Avec ce qui semble inutile.
Agni
Chronopoulou construit ses images avec le mélange étrange, mais
familier, de photographies et de dessins, avec des miettes de
mémoire, avec les tessons du passé qui sauvèrent un visage à
moitié mangé ici, un regard à moitié caché par l'ombre là-bas,
un fragment de marbre qui était autrefois un dieu plus loin. Ou un
homme beau comme un dieu ou un être onirique et donc, de facto, égal
à un dieu.
Et tout ceci
est réalisé avec de petites grandeurs, avec des gestes sûrs,
calmes qui révèlent autant qu'ils cachent afin que dure, bien plus
que de la facile poudre aux yeux, l'infiniment plus précieuse
nostalgie.
Ce qui
prédomine dans ces essais d'Agni Chronopoulou qui étudient le
clair-obscur et la ligne- écriture, c'est le profond désir de vivre
elle-même ce présent déprimant, non pas en rêvant de l'avenir
mais, au contraire, du passé. Là, au delà des sources de la
beauté, où des voiles et des couches de siècles, des chutes d’eau
transparentes et des eaux stagnantes cachent l'image "non faite
de main d'homme". Là où la beauté n'est pas une apparition ou
une vision mais un matériau qui a été scellé par la plus profonde
spiritualité.
Tel est le
cadeau que l'artiste veut offrir au spectateur.
Quelques
questions:
-Est-ce que
nous voyons la réalité seulement lorsque nous donnons du sens aux
événements? Est-ce que, autrement dit, les événements existent
exclusivement lorsque ils sont chargés de sens par leur observateur?
-La
disparition de l'image essentielle qui domine notre époque et qui
est due à l'invasion d'images sans significations, ne
débouche-t-elle pas sur un forme de mort du monde?
-L'art plastique ne constitue-t-il pas une forme de salvateur du monde, du moins dans sa dimension humaniste?
-L'art plastique ne constitue-t-il pas une forme de salvateur du monde, du moins dans sa dimension humaniste?
Je me réfère
à cet art (la peinture et sa descendante directe, la photographie),
qui fonctionne sans discontinuer comme un "accoucheur", vu
qu'il continue de mettre en lumière les significations invisibles et
les idées de ce monde. C'est exactement là que réside sa
supériorité. Voila son chemin privilégié. Il l'a toujours été:
visualiser l'invisible. Ici réside, de toute manière, l'ambition
profonde d'Agni Chronopoulou.
Quelques
réponses encore...
En art, je
crois, tout est permis, tout est excusé, à une seule condition: que
ce ne soit pas ennuyeux. Et bien entendu qu'on ne reproduise pas le
modèle esthétique dominant de tel ou tel pouvoir, politique ou
spirituel. Cette liberté est nécessaire à la mise en route du
processus de la création et à l’élargissement de l'aventure
artistique. Quo vadis madame la peinture, quo vadis madame la
photographie, à l’époque de la domination de l'image électronique
et de la production massive de clones optiques (simulacres)?
Les
modernistes recherchaient dès le début du XXème siècle
exclusivement la forme entièrement nouvelle, la révolution au
travers de la forme radicale. Aujourd'hui, en revanche, au travers
des formes ou symboles acquis, nous recherchons à nouveau un contenu
radicalement neuf. Ce qui redonnera du sens non seulement à l'art
contemporain mais à notre vie elle-même. La proposition d'Agni
Chronopoulou contient, de plus, des éléments conceptuels car elle
s'adresse et à la vue, et à l'esprit. Surtout parce-qu'elle tente,
par le visible, de mettre en lumière les ombres épaisses où se
cache toute réalité des choses...
Quoiqu'il en
soit, la majorité des gens vivent la réalité. Une minorité la
crée. Nous vivons chacun notre petite histoire personnelle au
contact des autres, chacun portant sa propre pierre selon sa force.
Mais nous participons tous également à l'histoire au sens large de
l’espèce qui s’écrit parallèlement à nous et même, souvent,
à notre insu. Là réside le pari... Que chacun vive son quotidien
de manière poétique, tout en étant la matériau et non pion de
l'histoire. Seul l'art peut réaliser cette ambition.
P.S. Dans
les photographies d'Agni Chronopoulou il y a souvent une trouvaille:
un voile transparent, un “kredemnon”, un foulard qu'Homère
transmet aux jours d'aujourd'hui, recouvre les visages de ses héros.
L'environnement est en général aquatique. Et c'est alors que
survient le miracle, alors que ce voile dissimule les visages, il les
révèle tout a la fois.
Manos
Stefanidis
11/6/2014
(Traduction: Veronique Maire)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου