"Mécanique", 120x120 cm, Acrylique et encre sur toile, 2010
(Για την έκθεσή της στην Art Tower)
Η ζωγραφική κάποτε αναπαριστούσε τον κόσμο. Σήμερα η ζωγραφική, απαλλαγμένη από πολλές συμβάσεις του παρελθόντος, δεν αναπαριστά αλλά μάλλον στήνει (δημιουργεί) έναν κόσμο. Αυτό είναι η, σχεδόν μεταφυσική, αποστολή της ακροβατώντας ανάμεσα στο ορατό και το αόρατο. Κι ενώ οι άλλες τέχνες της εικόνας αρκούνται στο ν´ αντανακλούν τις πλέον αυτονόητες ή και χυδαίες εικόνες του κόσμου (η φωτογραφία, το σινεμά, η video art ), η ζωγραφική μπορεί πια να λειτουργεί σαν τη μουσική ή τη ποίηση. Δηλαδή ακόμη κι αν αναφέρεται σε πράγματα συγκεκριμένα, να διερευνά την ιδανική τους υπόσταση, τη μυστική τους μαγεία. Κι όταν, μάλιστα, βρίσκει τρόπους ώστε ν´ απαλλάσσεται από τη σαγήνη του ψευτοεντυπωσιασμού και τις στρατηγικές της αγοράς, τότε γίνεται ο κατ´ εξοχήν δίαυλος προς το όνειρο και τη ρέμβη. Ο προνομιακός αγωγός, μ´ άλλα λόγια, που μας οδηγεί μέσα από καταπακτές χρωμάτων και δέσμες φωτός σ´ εκείνο το αρχέγονο φρέαρ, όπου κοιμάται η ύπαρξη.
Η αληθινή ζωγραφική μιλάει πάντα για κάτι που είναι μυστικό και για κάτι που λανθάνει. Εξεικονίζει ό,τι είναι αόρατο από την εργαλειακή λογική και τις ρασιοναλιστικές διαδικασίες. Φωτίζει μ´ ένα μέσα φως ό,τι αντικειμενικά σκοτάζει και δίνει υπόσταση ακόμη και στις σκιές. Τα μαύρα λάμπουν και τα κόκκινα φέγγουν την αιμάτινη τους αλήθεια. Αυτό είναι και το βασικό αίτημα της ζωγραφικής που υπηρετεί η Μυρτώ Σαμουηλίδη: εικόνες αυτάρκεις, συνθέσεις που παραπέμπουν αποκλειστικά στον εαυτό τους και σε ό,τι ο θεατής μπορεί, εντέλει, να δει. Ευαισθησία, λυρισμός, υπόκωφη μελαγχολία, ένα δράμα που δεν πρόλαβε να γίνει τραγωδία, ένα αστείο που μεταμορφώνεται σε λυγμό, μια χρωματική φόρμα που στέκει αναποφάσιστη ανάμεσα στην αφήγηση και το άρρητο· το αίνιγμα και την Θεοφάνεια. Οι πίνακες της Σαμουηλίδη καταπιάνονται πάντα μ´ ένα οπτικό γεγονός, εξεικονίζουν σταθερά μιαν "υπόσταση", δεν είναι ποτέ αφηρημένοι. Όπως επίσης δεν καταδέχονται ποτέ να είναι ανα-παραστατικοί, δηλαδή να λειτουργούν σαν φωτογραφίες. Επειδή φιλοδοξούν να είναι κάτι πολύ πιο σπουδαίο: Να παραμένουν σ´ ένα διαρκές μεταίχμιο αναδυόμενοι απ´ το σκοτάδι και σκιαμαχώντας με το φως. Όσο πιο αβέβαιο είναι το "κείμενο" που υποστηρίζουν, τόσο πιο ενεργειακή να είναι η γοητεία τους.
Η σύγχρονη τέχνη θέλει –πρέπει– να πάρει θέση και να μας ωθήσει να δούμε την εικόνα του κόσμου κριτικά, να ανακαλύψουμε τις κρυμμένες ερμηνείες του αμφισβητώντας τις παγιωμένες μας ασφάλειες. Να μη φοβόμαστε τον σαρκασμό για τη γελοιότητα που μας περιβάλλει αλλά τη γελοιότητα την ίδια. Αυτό συνιστά μιαν ανοιχτή πρόκληση καθιστώντας τον θεατή συνένοχο του δημιουργού. Ιδού μια καινούρια, όσο και δύσκολη, ελευθερία.
02. ΙΙΙ. 2013
Η αληθινή ζωγραφική μιλάει πάντα για κάτι που είναι μυστικό και για κάτι που λανθάνει. Εξεικονίζει ό,τι είναι αόρατο από την εργαλειακή λογική και τις ρασιοναλιστικές διαδικασίες. Φωτίζει μ´ ένα μέσα φως ό,τι αντικειμενικά σκοτάζει και δίνει υπόσταση ακόμη και στις σκιές. Τα μαύρα λάμπουν και τα κόκκινα φέγγουν την αιμάτινη τους αλήθεια. Αυτό είναι και το βασικό αίτημα της ζωγραφικής που υπηρετεί η Μυρτώ Σαμουηλίδη: εικόνες αυτάρκεις, συνθέσεις που παραπέμπουν αποκλειστικά στον εαυτό τους και σε ό,τι ο θεατής μπορεί, εντέλει, να δει. Ευαισθησία, λυρισμός, υπόκωφη μελαγχολία, ένα δράμα που δεν πρόλαβε να γίνει τραγωδία, ένα αστείο που μεταμορφώνεται σε λυγμό, μια χρωματική φόρμα που στέκει αναποφάσιστη ανάμεσα στην αφήγηση και το άρρητο· το αίνιγμα και την Θεοφάνεια. Οι πίνακες της Σαμουηλίδη καταπιάνονται πάντα μ´ ένα οπτικό γεγονός, εξεικονίζουν σταθερά μιαν "υπόσταση", δεν είναι ποτέ αφηρημένοι. Όπως επίσης δεν καταδέχονται ποτέ να είναι ανα-παραστατικοί, δηλαδή να λειτουργούν σαν φωτογραφίες. Επειδή φιλοδοξούν να είναι κάτι πολύ πιο σπουδαίο: Να παραμένουν σ´ ένα διαρκές μεταίχμιο αναδυόμενοι απ´ το σκοτάδι και σκιαμαχώντας με το φως. Όσο πιο αβέβαιο είναι το "κείμενο" που υποστηρίζουν, τόσο πιο ενεργειακή να είναι η γοητεία τους.
Η σύγχρονη τέχνη θέλει –πρέπει– να πάρει θέση και να μας ωθήσει να δούμε την εικόνα του κόσμου κριτικά, να ανακαλύψουμε τις κρυμμένες ερμηνείες του αμφισβητώντας τις παγιωμένες μας ασφάλειες. Να μη φοβόμαστε τον σαρκασμό για τη γελοιότητα που μας περιβάλλει αλλά τη γελοιότητα την ίδια. Αυτό συνιστά μιαν ανοιχτή πρόκληση καθιστώντας τον θεατή συνένοχο του δημιουργού. Ιδού μια καινούρια, όσο και δύσκολη, ελευθερία.
02. ΙΙΙ. 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου