Ο
τρόμος και η αθλιότητα σε εικόνες
Γιάννης Κολιός, Η Δίκη του Γιόζεφ Κ. - Χαρακτική -Τεχνοχώρος 13/11, ώρα 20.00 |
Καιρός
τοῦ
κλαῦσαι,
καιρός τοῦ
μισῆσαι,
καιρός τοῦ
αποθανεῖν.
Αυτή
η δίκη δεν τελειώνει ποτέ. Αυτή η δίκη
συνεχίζεται στο διηνεκές έστω κι αν
είναι γνωστή η ετυμηγορία της. Σε αυτή
τη δίκη δικαζόμαστε όλοι χωρίς οίκτο
και εξαιρέσεις. Και ασφαλώς καταδικαζόμαστε.
Είμαι βέβαιος πια μετά από τόσα διαβάσματα
και ανάλογη, αναγνωστική, εμπειρία.
Κανένα άλλο κείμενο του 20ου
αιώνα δεν συνοψίζει πιο εμβληματικά τα
κακά που προηγήθηκαν στο κόσμο μας, δεν
προοικονομεί τον επικείμενο, απόλυτο
τρόμο. Η “Δίκη” ξεκόβει από τη παράδοση
του Bildungsroman,
μυθολογεί το δράμα της ιστορίας με τους
τρόπους του Benjamin,
προφητεύει το γυμνό, τραγικό τοπίο των
Cantos
του Pound,
δείχνει στον Brecht
πως να λαξεύσει τους ανυπεράσπιστους,
καθημερινούς του ήρωες. Και κάτι
περισσότερο: Ακυρώνει τα εργαλεία και
τις μεθόδους πολυάριθμων κοινωνιολόγων,
πολιτικών αναλυτών, ανθρωπολόγων,
ιστορικών, ψυχολόγων κλπ. Η “Δίκη”, με
την κλειστοφοβική ατμόσφαιρα και την
μοναδική της κορύφωση, καταγγέλλει
έμμεσα όλους προηγηθέντες ουμανισμούς
και προσφέρει στην αισθητική θεωρία
και την επιστήμη έναν καινούργιο όρο.
Έναν όρο που μπορεί άνετα να αντικαταστήσει
τα επίθετα “ζοφερός”, “τρομερός”,
“φρικτός”, κ.α.. Πλέον διαθέτουμε για
τη λέξη “καφκικός”. Ούτε ο Klimt,
ούτε ο Κokoschka,
ούτε ο Malher,
ούτε ο Schnitzler,
ούτε ο Freud,
ούτε ο Wedekind
την κατάκτησαν, παρ’ ότι με τον έναν ή
τον άλλον τρόπο την πλησίασαν.
Ο
Κάφκα, κυρίως με τη “Δίκη” - αλλά και
με τον “Πύργο” ή την “Μεταμόρφωση”-,
αντιμετωπίζει τη μεταφυσική του κακού,
γίνεται ο κατ’ εξοχήν ερμηνευτής –
προφήτης των ποικίλων ολοκληρωτισμών
οι οποίοι θα αυλακώσουν το δέρμα του
προηγούμενου αιώνα. Πριν και μετά το
άγος δυο παγκοσμίων πολέμων. Γίνεται
έτσι εκείνος που είδε πρώτος στην
εποχή του με τα μάτια του τα ίδια την
Κόλαση όπως την ατένισαν ο Dante,
o
Bosch,
o
Blake
ή o
Nietzsche
στη δική τους.
Η
“Δίκη” καταγγέλλει στεντόρεια το
απόλυτο κράτος του Hegel
ως μήτρα του κάθε ολοκληρωτισμού και
θέτει σε κρίσιμη βάσανο τις κοινωνικές
θεωρίες του Marx
αλλά και του Max
Weber.
Αν τα βιβλία μπορούσαν να αλλάξουν τον
κόσμο κι αν οι ιδέες είχαν την δύναμη
να φρονηματίσουν το ανθρώπινο κτήνος
και μόνο η ανάγνωση της “Δίκης” έπρεπε
να αποτρέψει το Ολοκαύτωμα. Το ότι κάτι
τέτοιο δεν συνέβη δεν βαρύνει βέβαια
ούτε τον Κάφκα ούτε mutatis
mutandis
τον Wagner
αλλά όλους εμάς τους υπόλοιπους. Τα
βιβλία είναι όπλα, απαιτούνται όμως και
πολεμιστές. Επίσης τα βιβλία, όπως κι
όλα τα έργα τέχνης γενικότερα, έχουν
την μαγική ιδιότητα να υπερβαίνουν τον
χρόνο, να αποκόβονται απ’ την εποχή που
τα παρήγαγαν
και
να εκπέμπουν την ενέργειά τους στο
διηνεκές. Μόνο που οι αντιστάσεις της
κάθε ιστορικής στιγμής βαίνουν
συρρικνούμενες και η βαρβαρότητα σταθερά
ελλοχεύει…
Υποστήριξα
όλα αυτά για να πω απλά πόσο επίκαιρη
είναι η “Δίκη” και σήμερα και πόσο
αναγκαία είναι η … αναψηλάφησή της.
Νομίζω πως ο κάθε αναγνώστης αυτού του
κειμένου, ακόμη και ο πιο αθώος -δηλαδή
ο πιο αδιάφορος- δεν μπορεί παρά να
σκηνογραφήσει στο μυαλό του τις εμμονικές,
τις ζοφερές εικόνες που ο συγγραφέας
περιγράφει. Οι σελίδες της “Δίκης”
λειτουργούν σαν σκαλέτα για μια ταινία
τρόμου στο μυαλό μας. Έστω κι αν είναι
κυρίως μια πολιτική διακήρυξη. Επίσης
σε ελάχιστα κείμενα της παγκόσμιας
λογοτεχνίας δεν ανακαλεί τόσο άμεσα ο
(ζοφερός) λόγος τη (ζοφερή) εικόνα. Και
αυτό είναι άκρως ενδεικτικό για την
στροφή που θα κάνει ο μοντερνισμός μετά
τον Κάφκα. Το αόρατο οφειλεί να γίνει
οδυνηρά, χειροπιαστά ελέγξιμα ορατό.
Με ανάλογο αίσθημα κινήθηκε κι ο Γιάννης
Κολιός. Υποτάσσοντας στο δεδομένο
καφκικό κλίμα τα σαράντα τόσα του επίμονα
σχέδια. Ο γερμανικός εξπρεσιονιστικός
κινηματογράφος αλλά και τα μαθήματα
του Oskar
Schlemmer
στο Bauhaus
υπήρξαν καθοδηγητές του. Έν
ἀρχῆ
ἦν
ο
χώρος. Γεωμετρικός αλλά και παραμορφωμένος,
ακριβής αλλά και καταχθόνιος.
-Πως
εξεικονίζεται το κακό; Με χάρακα και με
προοπτική!
Στη
συνέχεια έπρεπε να μορφοποιηθεί ο κ.
Josef
K.
Δηλαδή ένας από εμάς. Μια φιγούρα με
μειωμένα στο ελάχιστο τα ανθρωπολογικά
της χαρακτηριστικά ώστε να δοθεί ακόμα
πιο δραματικά το πόσο ανύπαρκτη- ανίσχυρη
είναι εμπρός στην ακαταδάμαστη όσο και
απρόσωπη εξουσία. Προσέξτε: το κράτος
στερεί από τον κύριο Κ. το πρόσωπό του
επειδή ακριβώς και το ίδιο βιώνει το
ιστορικό δράμα της έλλειψης προσώπου.
“Κάποιος
θα πρέπει να συκοφάντησε τον κ. Γιόσεφ
Κ. διότι χωρίς να έχει κάνει τίποτα κακό
ένα ωραίο πρωί συνελήφθη…’’
Η λιτότητα εκφραστικών μέσων και η
παραπειστική απλότητα της αφήγησης που
παραπέμπει σε βιβλική παραβολή, καταντούν
σπαραχτικές.
Όμοια, ακολουθεί και η εικονογράφηση. Με απέριττα μέσα, με chiaroscuro με την απολυτοποίηση του μαύρου και του άσπρου, του συν και του πλην, του σχεδιαστικού κουτιού-κλωβού μέσα στο οποίο εγκιβωτίζεται ο κατηγορούμενος, ο ζωγράφος βρίσκει τον τρόπο για να δηλώσει τα όρια της τραγωδίας.
Όμοια, ακολουθεί και η εικονογράφηση. Με απέριττα μέσα, με chiaroscuro με την απολυτοποίηση του μαύρου και του άσπρου, του συν και του πλην, του σχεδιαστικού κουτιού-κλωβού μέσα στο οποίο εγκιβωτίζεται ο κατηγορούμενος, ο ζωγράφος βρίσκει τον τρόπο για να δηλώσει τα όρια της τραγωδίας.
Είμαστε
αυτό που επιθυμούμε λέει ο Lacan.
Kαι
η εκπλήρωση της επιθυμίας συνιστά μια
πρώτη μορφή του κακού αφού αγνοούμε τι
είναι αυτό που επιθυμούμε. Η επιθυμία
είναι εγγεγραμμένη προτού ακόμη
αποκτήσουμε συνείδηση του εγώ. Μπαίνουμε
στο πεδίο της επιθυμίας μέσα από τη
γλώσσα. Γλώσσα, γραφή (αναπαράσταση της
γλώσσας), εικόνα (συμβολικό είδος γραφής).
Ως επιθυμούντα όντα ζούμε μόνο την
έλλειψη της
(manque
à être).
To
κακό, πάλι, είναι η ψευδαίσθηση που σου
κρύβει την μόνη αλήθεια που δικαιούσαι:
εκείνη του θάνατού σου. Αν το κακό είναι
το αντίθετο του αγαθού κι αν το αγαθό,
το όντως ον, ταυτίζεται με τον θεό, τότε
ο θάνατος του θεού καθιστά το κακό κενό
νοήματος. Το κακό καταντά ένα
trompe
l’oeil
κι
αυτό κάνει ακόμη πιο θλιβερή τη θλιβερή
ανθρώπινη μοίρα. Απ’ την άλλη, η στοιχειακή
δομή των πραγμάτων είναι δομή δυαδική
αντίθετων (Μανιχαϊσμός): μέρα-νύχτα,
ζεστό-κρύο, άσπρο- μαύρο, βόρειο-νότιο,
κόλαση-παράδεισος, άνω-κάτω, συν-πλην,
κλπ. Δυαδική η λειτουργία των υπολογιστών,
διπλή η έλικα του DΝΑ
και τα ζεύγη των γονιδίων. Ο Levi-Strauss
ανάγει τη στοιχειώδη λογική του ανθρώπινου
εγκεφάλου στη “δυαδική” λογική
αντιθέσεων και συσχετισμών. Είναι όμως
η φύση ή ο άνθρωπος που επιβάλλει έτσι
μια στοιχειώδη δομή στα φαινόμενα; Το
αριστερά-δεξιά ή το εμπρός-πίσω νοούνται
πάντα ως προς ένα γνωστικό υποκείμενο.
Όμοια το αγαθό και το κακό. Με
τον θάνατο του θεού το κακό υποστασιοποιείται.
Χωρίς μεταφυσική άλω πια, τρυπώνει στα
κορμιά και τα βασανίζει με επιθυμίες.
Γίνεται ενοχή, απωθημένο, τύψη, λαγνεία,
ταυτίζεται με την αδυναμία, τη φθορά,
τον θάνατο της ύπαρξης, το παράλογο της
ύπαρξης. Αντίθετα προς τον “καλύτερο
δυνατό κόσμο” των διαφωτιστών, το κακό
αφορά στον τρόμο του υποκειμένου εμπρός
στον χρόνο που το κατατρώγει έως τον
απόλυτο αφανισμό του.
Ο
Kant
πρώτος σκέφτηκε σύμφωνα με την οντολογική
δυαδικότητα που παρουσιάσαμε πιο πάνω.
Έκτοτε αυτό που εννοούν οι μοντέρνοι
ως τέχνη δεν είναι παρά η συνέχιση του
ιερού με άλλα μέσα...όταν οι θεοί
εγκαταλείπουν τον κόσμο.1
Ο Εβραίος Κάφκα, με τη “Δίκη”, γίνεται
ο ευαγγελιστής μιας θρησκείας χωρίς
θεό. Και μιας πίστης στην οποία οι ψυχές
φυλακίζουν βασανίζοντας τα σώματά τους
και όχι το αντίθετο. Μοιραία το
σώμα μας, αυτή η σχεδία της ύπαρξης που
διαπλέει το ποτάμι του χρόνου, στιγματίζεται
από το κακό, το οποίο μπορεί να πάρει τα
πρόσωπα ενός διχασμένου “εαυτού” αλλά
κι ενός “άλλου” που μπορεί να απειλεί
ή απλώς να εμποδίζει το δρόμο προς την
ευτυχία (Schmerz).
Το κακό γίνεται το υποκατάστατο του
χαμένου θεού για να παραφράσουμε την
Lou
Andreas
Salomé.
Η
ίδια ως η καλύτερη μαθήτρια του Friedrich
Nietzsche γράφει:
...“Εφόσον ο θεός είναι νεκρός… κανένας
δεν απαλλάσσεται από τα βάσανα και τους
κινδύνους της επινόησης του εαυτού του.
Πρέπει να επινοήσει, να θεμελιώσει και
να αντέξει μόνος του το καλό και το κακό,
το μέτρο και τα όρια.’’2
Αντίστοιχα
ο κυρίος Κ. συνειδητοποιώντας τα δικά
του αδιέξοδα αιφνιδίως μιλάει εξ ονόματος
όλων μας. Ιδού το πολιτικό στοιχείο που
υπαινίχθηκα πιο πάνω: “Ό,
τι συνέβη σε μένα αποτελεί ένα περιστατικό
και σαν τέτοιο δεν έχει μεγάλη σημασία
αλλά είναι χαρακτηριστικό μιας στρεβλής
πολιτικής που στρέφεται και εναντίον
πολλών άλλων. Χάριν αυτών και όχι χάριν
του εαυτού μου στέκομαι τώρα εδώ.” Το
περιεχόμενο της “Δίκης” είναι ταυτόχρονα
πολιτικό και υπαρξιακό. Δεν είναι η
Μοίρα όπως στην αρχαία τραγωδία ούτε η
Ύβρις, αλλά η πολιτική αυθαιρεσία που
συντρίβει τον πολίτη Κ. Και ακριβώς γι’
αυτό αναδεικνύεται σε ανώνυμο, έστω
ήρωα, υποτασσόμενος στον διαλεκτικό
ανορθολογισμό του Διαφωτισμού όπως
περιέγραψε ο Horkheimer.
Ακολούθως και οι εικόνες του Κολιού
επιμένουν στις οξείες γωνίες, στα
(ιδεολογικά και χωροπλαστικά) αδιέξοδα,
στον τρόμο του λευκού και την τρομοκρατία
του μαύρου. Η τέχνη του εξορκίζει τον
φασισμό που καραδοκεί σε κάθε μικροαστική
μας ασφάλεια, σε κάθε ιδεολογική μας
ευκολία. Η φιγούρα του κύριου Κ. οφείλει
να περάσει απ’ όλους τους αναβαθμούς
της ταπείνωσης, του εξευτελισμού, της
ισοπέδωσης, της ντροπής (τα οποία θα
επιβίωνε και μετά από τη φυσική του
εξόντωση) για να συνειδητοποιήσει το
υπαρξιακό του λάθος, τη μέρα που έχασε
ανάμεσα στη Τρίτη και την Τετάρτη. Την
Τετάρτη των Τεφρών τελικά. Όπως το “Μαύρο
Τετράγωνο” του Malevich
κατοχυρώνει τα όρια μεταξύ του χτες και
του αύριο όπως επίσης και το ρίγος αυτής
της μετάβασης, έτσι και τα σχέδια της
“Δίκης” απλουστευμένα ως το μη περαιτέρω
ακριβώς για
να καταστούν εκκωφαντικά, δείχνουν το
κενό που άφησαν η φυγή του θεού και ο
θάνατος της ελπίδας. Ώστε να βλέπουμε
σ’ αυτά κάτι, παραφράζοντας τον Malevich,
σ’ αυτή την φόρμα του απόλυτου, ό,τι
παλιότερα έβλεπαν οι άνθρωποι στο
πρόσωπο του θεού… Απ’ την άλλη καμιά
εικόνα δεν είναι αθώα. Ή, μάλλον, κάθε
εικόνα και το τίμημά της…
ΥΓ.
Η τέχνη όπως και ο έρωτας είναι εκείνο
το ψέμα που υπερασπίζεται όχι γενικά
και αόριστα μιαν αλήθεια, αλλά την
αλήθεια του καθενός.
Neuchâtel
13
Αυγούστου
Μάνος
Στεφανίδης
1Marcel
Gauchet,
Η
απομάγευση του κόσμου Μια
πολιτική ιστορία της θρησκείας Le
desenchantement du monde: Une histoire politique de la religion,
εκδ.Πατάκη,
μτφρ. Άντα Κλαμπατσέα 2011,σελ 422.
2Λίντε
Ζάλμπερ, Λου Αντρέας Σαλομέ, Η βιογραφία
μιας μοιραίας γυναίκας, εκδ. Μελάνι
μτφ. Χριστίνα Λούμελ-Αυγερινού, σ. 78.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου