Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014

Το kitsch και πώς να το λατρέψετε

Δεν πλησιάζει μόνο η επέτειος του Πολυτεχνείου αλλά κι εκείνη της κλοπής του Πικάσο από την Εθνική Πινακοθήκη. Κάποιοι το έχουν ήδη ξεχάσει. Συγκινημένοι ίσως από τα οστά της Αμφίπολης και το Ελληνικό τους DNA. Σιγά τώρα να μην ασχοληθούμε με έναν Ισπανό, έστω κι αν είχε αφιερώσει το έργο του στην Αντίσταση του Ελληνικού Λαού. Το παρελθόν ανέκαθεν μας βόλευε, το παρόν είναι αυτό που συνήθως μας δημιουργεί προβλήματα. Ιδού ένα παλιότερο κείμενό μου που όμως παραμένει επίκαιρο κυρίως επειδή επιμένει να μας υπενθυμίζει "οικεία κακά" (με τη καλή έννοια!).


Αυτό που κυριαρχεί χρόνια στην Εθνική Πινακοθήκη είναι το kitsch ως αισθητική επιλογή, με την κ. Μαρίνα Λαμπράκη - Πλάκα αρχιέρειά του. Το πλέον, όμως, ανησυχητικό -τουλάχιστον για όσους έχουν την αφέλεια ν' ανησυχούν- είναι πως μ' αυτό το kitsch μια ολόκληρη κοινωνία βολεύεται και εφησυχάζει. Έτσι νομιμοποιημένο και "αισθητικό", το kitsch διαπερνά την τέχνη, τους εκπροσώπους και την αγορά της, κατακλύζει τα ΜΜΕ ή την τηλεόραση και φτάνει στα κράσπεδα του Κοινοβουλίου, στον πυρήνα της πολιτικής.
Το kitsch γίνεται εντέλει ο μέγιστος πολιτικός συμβολισμός, γίνεται πολιτικός ρόλος. Εκεί ακριβώς οφείλεται η διαιώνιση της θητείας της κ. Λαμπράκη, εκεί αποδίδω πως ακόμη βρίσκεται στο απυρόβλητο και πως τα συνήθως κανιβαλικά ΜΜΕ δεν την έχουν αγγίξει. Είναι, βλέπετε, σαρξ εκ της σαρκός τους.
Με τη διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης δεν έχω τίποτε προσωπικό, όπως δεν έχω τίποτε προσωπικό με τον κ. Μητσοτάκη, ο οποίος τη διόρισε, ή με τον αείμνηστο Λαμπράκη που τη στήριζε. Οι διαφωνίες μου είναι αισθητικές, δηλαδή πολιτικές, και πάντα τις εξέφραζα δημόσια όταν ακόμη ήμουν υφιστάμενός της, συχνά διωκόμενος. Όμως τώρα το θέμα μας δεν είναι η κ. Λαμπράκη ούτε η καριέρα της που λήγει άδοξα και εν μέσω ορυμαγδού (είναι το μόνο σόου στο οποίο δεν πρωταγωνιστεί. Οι κάμερες είναι ανοιχτές, αλλά εκείνη άφαντη!).
Το θέμα μας είναι το kitsch ως χαρακτηριστικό μιας ολόκληρης εποχής, αυτής της Μεταπολίτευσης, και ως σήμα κατατεθέν μιας κοινωνίας που καλύπτεται από ρόλους και περσόνες αλλά όχι από πρόσωπα. Επειδή "ρόλος" είναι ο Άδωνις υπουργός, ρόλος είναι η "φιλάνθρωπη" είδηση με την οποία τελειώνει κάθε βράδυ το Mega, ρόλος ο βαρυαλγών και εκτίων ποινή για χάρη της πατρίδας κ. Βενιζέλος, ρόλος ο γενικός διευθυντής του κρατικού ραδιοφώνου που γίνεται εξώφυλλο στη "Ραδιοτηλεόραση".
Το kitsch είναι εδώ, εύχαρι και κυρίαρχο για να μας πει πως "όλα πάνε καλά" -η συνήθης μεταμοντέρνα συνθήκη- ενώ δεν πάνε. Κι είναι σφάλμα της αριστεράς που, ενώ έχει άποψη για τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά, δεν έχει εξίσου μαχητική και ανατρεπτική άποψη για την Εθνική Πινακοθήκη, την ΕΡΤ ή το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, που αποδέχονται οι διευθυντές τέτοιων θεσμών να διορίζονται από τον εκάστοτε υπουργό Πολιτισμού και να μην προκηρύσσονται οι θέσεις τους μέσα από ανοιχτές διαδικασίες και με εκδήλωση διεθνούς -γιατί όχι;- ενδιαφέροντος.
Οφείλουμε, λοιπόν, πρώτα να θωρακίσουμε τα μουσεία μας κι έπειτα να τα καταστήσουμε ανταγωνιστικά σε σχέση με το παγκόσμιο μουσειολογικό γίγνεσθαι. Αντίθετα, εμείς τ' αντιμετωπίζουμε σαν γκαλερί ή χώρους κοσμικής επίδειξης της εγχώριας νομενκλατούρας. Γι' αυτό και είναι "βαρετά" ή "αντιπαθή" στους νεότερους και γι' αυτό δεν ανταποκρίνονται στον ευρύτερο παιδαγωγικό τους ρόλο. Σ' έναν τόπο όπου κυριαρχούν η ημιμάθεια και το δήθεν -όπου ακόμη και ο θεσμός του πρωθυπουργού είναι τελικά ένας ρόλος- δεν είναι διόλου περίεργη η εξόφθαλμη υποβάθμιση των μουσείων -της βαριάς, πολιτιστικής μας βιομηχανίας- εκ μέρους της πολιτείας. (Φαντάζομαι ότι στο μέλλον ο βουλευτής κ. Βελόπουλος θα εποφθαλμιά το ΥΠΠΟ λόγω του ιδεολογικού του βάρους).
- Και ο Πικάσο; Γιατί δεν ήταν τόσα χρόνια αναρτημένος στα μόνιμα εκθέματα; Γιατί αυτό το έργο - προσφορά στην Αντίσταση των Ελλήνων υπήρξε αποσιωπημένο και ανενεργό; Μα επειδή είναι "άσχημο", επειδή είναι ένα έργο επιθετικό, ένα έργο διαμαρτυρίας που φτιάχτηκε για να ενοχλεί κι όχι για ν' αρέσει. Και η αισθητική του kitsch που πρεσβεύει η Εθνική Πινακοθήκη πλειοδοτεί μόνο σε "κάτι το ωραίον"! Στην τέχνη υπάρχουν όμως έργα που καλύπτουν τη συλλογική μας ανάγκη για εύκολη συγκίνηση και για τα δάκρυα των "ευαίσθητων" και έργα που φτιάχτηκαν για να υπερασπιστούν τα δάκρυα της οδύνης και για να ενοχλήσουν όσους τα προκάλεσαν. Τόσο απλά.
Υπάρχει μια τέχνη διακοσμητική, που γοητεύει τους χορτάτους και τους εφησυχασμένους, και μια τέχνη που καταγγέλλει και ονειρεύεται. Που αμφισβητεί και αυτοαμφισβητείται. Που είναι καχύποπτη και δεν θέλει να καταστεί προϊόν πολυτελείας, γέρας και κοινωνικό status στα χέρια των νεόπλουτων. Που αποτελεί μέσο αυτογνωσίας και κλειδί για να προσπελαθούν τα μυστήρια της ύπαρξης.
- Αν η τέχνη μπορεί να είναι κάτι τόσο γοητευτικό και διεισδυτικό μαζί, επιτρέπεται να τη συγχέουμε με το επιπολάζον, αισθητικό kitsch και τα πολιτικά παράγωγά του;
ΥΓ. 1.: Η απώλεια του Πικάσο που εξυμνεί τη συμμετοχή των Ελλήνων στον πανευρωπαϊκό αντιφασιστικό αγώνα αποκτά και μιαν άλλη, συμβολική διάσταση αυτή τη στιγμή που ένα τμήμα της ευρωπαϊκής ελίτ επιχειρεί να καταστήσει την Ελλάδα πιόνι της. Ποιος δεν το βλέπει;
ΥΓ. 2.: Αν το πολιτικό kitsch πιστεύετε ότι εκπροσωπείται αποκλειστικά από τον Κουλούρη, τότε ζείτε ακόμη στην εποχή της Μεταπολίτευσης!
Σημείωση: 
Στην καταρρέουσα εικαστική μας πραγματικότητα η μυρωδιά της πτωμαΐνης φαίνεται από την έλλειψη κριτικών και κριτικής -το αγλαό επίτευγμα του Ρομαντισμού- από τον απορφανισμό θεωρητικών και θεωρίας -το γέρας του Διαφωτισμού-, από την εξαφάνιση ειδικών, μαχητικών περιοδικών και ψυχωμένων ομάδων έτοιμων να σαρκάσουν τα αόρατα ρούχα του ξεβράκωτου βασιλιά (ελληνιστί High lights). Βέβαια περισσεύουν οι curators, τα «βραβεία», οι «θεματικές» εκθέσεις, και οι πληρωμένες καταχωρίσεις.

Από την κρατική αυθαιρεσία που συνέχεια αυτοσχεδιάζει ξεδιάντροπα, που στελεχώνει μουσεία και θεσμούς με ακατάλληλους μεν, κομματικά εγκάθετους δε και που επιτρέπει χρόνια τώρα από ανικανότητα σε μια σπείρα ανέραστων φανατικών -γεμάτων μωροφιλοδοξία και ζήλια- να κάνει παιχνίδι...

Στην ΑΣΚΤ επί 30 χρόνια διδάσκονταν μόνον τον Alberti, και καπέλα σ' ένα kitsch, νεοαναγεννησιακό τίποτε. Σήμερα, ήρθε η ώρα του θερισμού. Ανάμεσα στους παραστατικούς κορνιζάδες και τα βραβεία ΔΕΣΤΕ η απόσταση είναι ο περίπατος «Φίλιον» - «Ντα Κάπο».

Ας το πούμε απλά: χωρίς θεωρία δεν μπορεί να υπάρξει τέχνη. Κάποτε οι έλληνες καλλιτέχνες γνώριζαν πώς να πουν κάτι και αγνοούσαν τι ήθελαν να πουν. Σήμερα τα «πώς» και τα «γιατί» μπερδεύονται, γλυκά σ' ένα φοντί από στραπατσάδα. Την τέχνη πλέον διακονούν τα Β.Π. παιδιά των μπαμπάδων τους οι οποίοι πλούτισαν νύχτα και φοβούνται να δείξουν τα χέρια τους τη μέρα. Ανορεξικά, ανερωτικά, νευρωτικά πλην φιλήδονα τα ίδια, θεωρούν τέχνη την αδυναμία να βολέψουν το σώμα τους στον κόσμο. Αυτό εξάλλου είναι το θέμα κάθε post μεταμοντερνισμού, κάθε τέχνης στην εποχή του τέλους της τέχνης. Όταν η υπερπροσφορά δεν δημιουργεί μόνο σύγχυση ή πλησμονή αλλά κυρίως κατατονία.

1 σχόλιο:

  1. Μάνο, σε συγχαίρω για τα κείμενά σου, στην Ελλάδα της σύγχυσης, της επικράτησης της μετριότητας, και της ανοησίας, μόνο ένα ελεύθερο μυαλό με συνείδηση και βαθιά γνώση, εκφράζεται με τόσο άμεσο και θαρραλέο λόγο.
    Μ.Τ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή