Βλάσης Κανιάρης, Σχολείο του Αρνάδου, Τήνος 2009
Μόλις σημάνουν τα μεσάνυχτα, / ο Jef το μέγα αυτόματον...
Ν. Εγγονόπουλος.
Τι μπορεί να πει κανείς σ' ένα σύντομο κείμενο; Σχεδόν τίποτε. Και ποιον μπορεί να ενεργοποιήσει; Μάλλον κανένα. Πώς μπορεί να λειτουργήσει η γραφή σ' ένα προσομοιωμένο περιβάλλον όπου το αντίγραφο είναι ο κανόνας και το πρωτότυπο διώκεται; Για ποια πράγματα λοιπόν να πρωτομιλήσω και τι να παραλείψω; Να διατυπώσω ερωτήματα ή να επιχειρήσω απαντήσεις; Να προσπαθήσω χιουμοριστικές διατυπώσεις ή να υιοθετήσω ελεγειακούς τόνους που «πουλάνε» περισσότερο; Ν' αναφερθώ ad hominem, που είναι το δύσκολο και το επικίνδυνο, ή να προβώ σε γενικεύσεις όπως απαιτεί ο συρμός; Μ' άλλα λόγια, να εκτεθώ ή να εκθέσω; Να μιλήσω από τη φαντασιακή καθέδρα του περιοδικού που με φιλοξενεί ή να ψηλαφήσω την κρίση που σοβεί τόσο στο όποιο, επικοινωνιακό, μέσο όσο και σ' αυτή την ίδια τη δυνατότητα της επικοινωνίας; Να πω για τα πράγματα που μου άρεσαν τον τελευταίο καιρό ή για όσα με δυσαρέστησαν; Έχω τη βεβαιότητα ότι όσοι διαβάζουν αυτές τις γραμμές ήδη ξέρουν ό, τι προτίθεμαι να σχολιάσω, άρα το κείμενο παρέλκει οχληρό και φλύαρο. Οι εικόνες θα ήταν μια λύση, μόνο που στην εποχή μας χίλιες εικόνες δεν φτάνουν για να χαρτογραφήσουν το νόημα μίας και μόνης λέξης. Ζητώ τη λέξη λοιπόν. Ζήτω η αναζήτησή της.
Κατά τ' άλλα, σπαράγματα, η μόνη αληθινή μας κατάθεση. Μισόλογα, νεύματα, βλέμματα ερωτηματικά, μικρές οάσεις σιωπής, της πιο επικοινωνιακής γλώσσας κατά βάθος, χειρονομίες εκκωφαντικές και αγγίγματα σκόπιμα. Θραύσματα μορφών και στιγμιότυπων, όπως στην εποχή τού Μπαρόκ. Τότε που ο ζωγράφος έβλεπε τον εαυτό του την ώρα που ζωγράφιζε. Τώρα ο καλλιτέχνης, για παράδειγμα ο Λουκάς Σαμαράς, με το έργο του “Απεκδυόμενος”, παρατηρεί τον εαυτό του τη στιγμή που γυμνώνεται για να πεθαίνει. Ο ναρκισσισμός, ο αυτεπίστροφος ερωτισμός καθίσταται αγωνία ή ρόγχος του χρόνου που χάνεται. Ο δημιουργός έγκλειστος στο διαμέρισμα-ατελιέ-τάφο δεν θέλει να σπαταλήσει τίποτε. Να μην πάει τίποτε χαμένο: ούτε το σώμα ούτε ο χρόνος. Το έργο του είναι απόλυτα συνυφασμένο με την εποχή της μετάβασης, όπως θα 'λεγε ο Νικόλας Κάλας. «Συν-υφασμένο», δηλαδή γυναικείο, με απόλυτη γνώση της οικιακής μικροοικονομίας και της χειρωνακτικής δεινότητας. Ο Σαμαράς (1936) εκφράζει εξαιρετικά την έλλειψη του τόπου, το άξενο. Είναι ξένος ακόμα και σήμερα τόσο στη Ν. Υόρκη όσο και στην Καστοριά. Θα 'λεγα ότι είναι ο τελευταίος φυλακισμένος του Εμφυλίου, τον οποίο κατάφερε να αισθητικοποιήσει με όρους παγκοσμιότητας. Ένας ποιητής στο Μανχάταν...
Θα 'λεγα επίσης, ότι ο Σαμαράς έχει επηρεάσει όλες αυτές τις τρομερές Αμερικανίδες καλλιτέχνιδες που χρησιμοποιούν το σώμα (τους) και την προσομοιωμένη του εικόνα σαν αγχέμαχο όπλο. Δηλαδή την Benglis, τη Sherman, τη Smith, τη Levin. Εμπρός σ' αυτές οι συνομήλικοί τους άρρενες, όπως π.χ. και ο Peter Haley, είναι απλώς τα γρανάζια τού κυρίαρχου μηχανισμού, που παράγουν βαρεμάρα και cocacola art. Στα καθ' ημάς τώρα, μ' ενδιαφέρει πολύ εκείνος ο νεαρός καλλιτέχνης της ΑΣΚΤ, ο Δημήτρης Χ., ο οποίος «πουλούσε» μέσω τού Internet θέσεις τού Δημοσίου και ανάγκασε την πανέξυπνη αστυνομία μας να τον κυνηγήσει (sic), μη κατανοώντας ούτε το εννοιολογικό του χιούμορ ούτε το καταπληκτικό του εύρημα - αποκάλυψη. Το ξεβράκωμα, δηλαδή, ολόκληρης της κυρίαρχης ιδεολογίας και της εξαγοράς της αγοράς εργασίας.
Κατά τ' άλλα, σας θυμίζω την ιστορία του ντανταϊστή Αρθούρου Κραβάν, που ήταν συγγραφέας, εκδότης τού περιοδικού Maintenant (1912) και πυγμάχος συμβολικά. Που θα πει πως αν δεν πυγμαχήσεις για τις ιδέες σου, δεν δικαιούσαι να τις πιστεύεις. Στις 23 Απριλίου του 1916 προκάλεσε τον παγκόσμιο πρωταθλητή βαρέων βαρών Τζακ Τζόνσον σε αγώνα στη Μαδρίτη για να βγει νοκ άουτ απ' τον πρώτο γύρο. Ο ίδιος δήλωνε ανιψιός του Όσκαρ Ουάιλντ, γητευτής φιδιών, αρουραίος ξενοδοχείων και ήταν ο πρώτος που έκανε striking ξεγυμνωνόμενος εμπρός στις κυρίες που ξεναγούσε στην έκθεσή του. Ο Κραβάν αποφάσισε να διασχίσει τη Καραϊβική μ' ένα καρυδότσουφλο, για ν' αποδείξει ότι η γη είναι επίπεδη! Έδωσε ραντεβού στη γυναίκα του, την ποιήτρια Μίνα Λόι, που μόλις τού είχε γεννήσει μια κόρη, να τον συναντήσει δύο μήνες μετά στο Μπουένος Άϊρες. Η ίδια τον έψαχνε χρόνια αργότερα σε φυλακές και αναμορφωτήρια. Δεν βρέθηκαν τα ίχνη του ποτέ.
Κι άλλα θραύσματα: Ο Καραβάτζιο, 1593, αναφερόταν στα αρχεία της αστυνομίας της Ρώμης ως μπράβος. Είχε ζωγραφίσει τον «Βάκχο» του ήδη από το 1591. Ήταν τότε μόλις είκοσι χρόνων. Ο Ρέμπραντ στα 26 του χρόνια ζωγράφισε το «Μάθημα Ανατομίας του Δόκτορα Tulp». Ο Kossuth, ο καλλιτέχνης που οπτικοποίησε τον Wittgenstein επιμένοντας ότι έργο τέχνης είναι ο ο λόγος για την τέχνη και ο διακυβευόμενος ορισμός της, έγραψε το Art after Philosophy το 1969, όταν ήταν 24 ετών. Το 1921-2 η ρώσικη πρωτοπορία διχάζεται ανάμεσα στους ιδεαλιστές σουπρεματιστές και τους καλλιτέχνες-μηχανικούς, τους κονστρουκτιβιστές. Οι τελευταίοι συσπειρώνονται γύρω από το LEF, το «Αριστερό Μέτωπο Καλλιτεχνών»: Ρόντσενκο, Αϊζενστάιν, Μέλνικοφ, Ποπόβα, Μέγιερχολντ, Γκοντζαρόβα. Γυναίκες-ερωμένες και επαναστάτριες! Είδος σε έλλειψη. Θυμάμαι τώρα την Kay Sage (1898-1963), Αμερικανίδα ζωγράφο, που την ανακάλυψαν οι σουρεαλιστές όταν πρωτοπήγε στο Παρίσι, το 1937. Παντρεύτηκε τον Tanguy και αυτοκτόνησε μετά τον θάνατό του. Ήταν η εποχή, που ο Μπόρχες ολοκλήρωνε τις απόψεις του για το ΑΛΕΦ, το πρωτόγραμμα του εβραϊκού αλφαβήτου και σύμβολο των πληθικών αριθμών τών καλώς διατεταγμένων απειροσυνόλων. Από τον Μπόρχες στον Εγγονόπουλο ένα τσιγάρο δρόμος από την Μεσόγειο στον Ατλαντικό εφόσον και το “τσιγάρο” και ο “δρόμος” και η “Μεσόγειος” και ο “Ατλαντικός” είναι πάνω απ' όλα λέξεις. Λέξεις-αινίγματα, η δύναμη και η αδυναμία μας...
ενδεχομένως από την έλλειψη πειστικών απαντήσεων προέλευσης εφευρέθηκε το Θείο, το ανερμήνευτο τέλος και αρχή των πάντων και ισχυροποιήθηκε το εμπειρικό δίπολο της θέσης και της άρνησης της θέσης, θετικό και αρνητικό και προέκυψαν μηχανιστικοί τρόποι προσέγγισης του ανερμήνευτου είτε εξορκίζοντας φόβους είτε εκζητώντας.
ΑπάντησηΔιαγραφήενδεχομένως ακολούθησε η Τέχνη, ως ένας μηχανισμός εξ αυτών της προσέγγισης του ανερμήνευτου, προσδιορισμένη με μεταφυσικούς χαρακτήρες και με όχημα τα ασταθή ίδια της αισθητικής επιβάλλει, καθοδηγεί και ορίζει πρακτικές και συμπεριφορές
ενδεχομένως η Τέχνη δεν ήταν ποτέ όμορφη δηλαδή λογικά αρεστή γιατί ή εξορκίζει δύσμορφους φόβους ή καθοδηγεί κοινωνίες εξορκίζοντας τους φόβους των κρατούντων επιβάλοντας υπερδομές αξεπέραστων προτύπων αρεστού
ενδεχομένως δεν υπάρχει Τέχνη, υπάρχουν αυτοί που τους αρέσει και επειδή το αρεστόν έχει απροσδιόριστες υποκειμενικότητες απροσδιόριστη είναι και η αιτία που το παράγει άρα και δεν κωδικοποιείται λογικά. Επομένως όταν το ανύπαρκτο αίτιο έχει αιτιατό σημαίνει ή ότι το αίτιο είναι τελικά υπαρκτό και προσδιορίζεται ή ότι το αιτιατό είναι προδήλως σκόπιμα κατασκευασμένο εκτός αν άλλως συμβαίνει αν δηλαδή για παράδειγμα η Τέχνη είναι παράγωγο συναισθήσεων απροσδιόριστης συμπλοκής από δημιουργίας.
ενδεχομένως η Τέχνη είναι ατελής μίμηση ιδέας πραγμάτων με σύμβολα βιωματικών κωδίκων αισθήσεων και συναισθήσεων ως καθολική ανάγκη δημιουργίας κατά εικόνα και ομοίωση του Όλου και παρακινήτρια δύναμη εν δυνάμει ασθενών δημιουργών αποδεκτών
ενδεχομένως ο λόγος για Τέχνη είναι η Τέχνη εξ ορισμού και ίσως η μόνη με στόχο που περιγράφεται, σκοπό που αναλύεται, τρόπο που επεξηγείτε, ουσία που προσχηματικά διαμορφώνεται σε Λόγο περιγραφικά, αναλυτικά, επεξηγηματικά, προσχηματικά
ενδεχομένως η Τέχνη ποτέ δεν εγκλωβίζεται σε ναούς και ιερά αλλά διαχέεται πολλές φορές συγκεντρώνεται στις διάτρητες σκιές μικρών υποτακτικών θάμνων παρόχθιων βοσκοτόπων μικρών αναπνοών διακοπτόμενων ρυθμών από ανάγκες και όχι αναγκαστικά
ενδεχομένως σε περιόδους ευμάρειας οι οξύτητες των αισθήσεων και συναισθήσεων ατονούν και για την άσκησή τους εφευρίσκονται νέες ανάγκες όπως για παράδειγμα επαναπροσδιορίζεται το περιεχόμενο της Τέχνης
ενδεχομένως η Τέχνη δεν πουλιέται
ενδεχομένως η Τέχνη αγοράζεται
ενδεχομένως στα όνειρα ξεπλύθηκαν οι Τέχνες του πετροσέλινου περονόσπορου κακοπληρωτή κυκλώνα
ενδεχομένως αυτοαναλώσεις οδηγημένες σε καθάρσεις είναι Τέχνη
του σήμερα για το αύριο
ενδεχομένως οι Τέχνη υπερβαίνει τεχνοποιές υπερβάσεις
ενδεχομένως η Τέχνη ξαναπέθανε
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΙΟΥΝ 2010 / ΣΤΕΛΛΙΟΣ ΣΚΟΥΛΟΣ