Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

Requiem για ένα καλοκαίρι



Ρόλοι


Πόσο ανακουφιστικά ωραίο

όταν οι ηθοποιοί ξεντύνονται τους ρόλους τους

κι όταν γίνονται άνθρωποι όπως όλοι πάλι

πεινώντας, κρυώνοντας ή ροχαλίζοντας

όταν κοιμούνται σε λάθος πλευρό

κι όταν λίγο σάλιο τρέχει απ το στόμα τους

αφημένοι στον ύπνο σαν παιδιά.

Οι ηθοποιοί ξεχνάνε τις πίκρες της ημέρας

τις δυσκολίες της εφήμερης δουλειάς τους

φορούν τα καθημερινά τους ρούχα

και ξέρουν πως δεν είναι πια ο Ριχάρδος,

ο Ιάγος, η Αντιγόνη ή η Δεισδαμόνα

Κι αν έτσι περιμένουνε το θάνατό τους

δεν πειράζει λένε είναι κι αυτός ένας ρόλος.

Μ.Σ.


Από τη σοβούσα κρίση η οποία είναι περισσότερο κοινωνική-ιδεολογική και λιγότερο οικονομική, κάποτε θα συνέλθουμε. Και, ενδεχομένως, όλη αυτή η “ταλαιπωρία” να λειτουργήσει παιδαγωγικά για μια κοινωνία που έμαθε να δικαιούται τα πάντα χωρίς να προσφέρει τίποτε. Όμως η πολιτιστική-πνευματική καχεξία δεν θ' ανατραπεί εύκολα. Κυρίως επειδή είμαστε ο τόπος του πιο αφόρητου συντηρητισμού του πιο ανερυθρίαστου δήθεν. Όλα, πλέον, σερβίρονται σε μορφή light και σε σχήμα κωλότσεπης ώστε ώστε να μην θίγει ή τρομάξει το μέσο, κυρίαρχο, γούστο. Και βέβαια απαγορεύονται δια ροπάλου η κριτική -εκτός κι αν είναι αλληλολειχίες, βαρβαριστί αλλαξοκωλιές, ημετέρων-, προπηλακίζεται ο διάλογος, ιδιαίτερα ο οξύς, και μένουν, μόνες, οι υλακές των τηλε-προσωπείων και οι ατάκες τους. Όσο πιο σύντομες τόσο καλύτερα. Το κοινό διψάει για το ευσύνοπτο και οι κυρίαρχες πολιτικές λατρεύουν τη μεταφορά της α-κυριολεξίας σε μορφή σλόγκαν. Πχ. “Ο λαός στην εξουσία” και καθαρίσαμε! Ποιος είπε ότι το μέγεθος δεν παίζει ρόλο; Απόρροια όλων αυτών είναι ο δραματικός απορφανισμός του λόγου και η υποκατάστασή του από ένα ιδιόλεκτο προγλωσσικού χαρακτήρα που κορδακίζεται για τον πλούτο των 150 λέξεων και των ισάριθμων σκέψεων που διαθέτει. Αυτό το είδος μιλιέται ευρύτατα από τους μαθητές του λυκείου ως τους αγορητές του Κυνοβουλίου. Η ίδια σκυλάδικη αισθητική έχει σταδιακά εισχωρήσει παντού. Από το Μέγαρο Μουσικής ως την Εθνική Πινακοθήκη. Πολύτιμος αρωγός της ο παντοδύναμος λαϊκισμός που βασιλεύει στον τόπο επί 30 χρόνια. Α, και να μην ξεχάσουμε και τους χορηγούς μας. Τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο ξεπλένει κάθε τοπική μαφία τις αμαρτίες της δημιουργώντας γοητευτικές εξισώσεις του τύπου Ίντραλοτ-Μεγάρου κλπ. Πρόκειται για τον κυρίαρχο λαϊκισμό που περιέγραψε μοναδικά ο Παναγιώτης Κονδύλης και εικονογράφησε με το έργο του “Ο, τι θέλει ο λαός από πίσω κι από μπρος” ο Βλάσης Κανιάρης. Δυο από τις ελάχιστες περιπτώσεις αντίστασης σε αυτή την πλημμυρίδα του δήθεν που αποτελεί πλέον τον θεσμικό καρκίνο της χώρας. (Να μην ξεχάσουμε ανάμεσα στις ευάριθμες περιπτώσεις αντίστασης τον Βασίλη Καραποστόλη, τον Κωστή Παπαγιώργη, τον Παντελή Μπουκάλα, τον αείμνηστο αναρχικό πότη-ποιητή Ηλία Λάγιο, το Αντί του Παπουτσάκη.)

Να, τώρα, ένα παράδειγμα πολιτιστικής αφασίας: Ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε την εθνική μας συμμετοχή στην εικαστική Biennale της Βενετίας είναι αποκαλυπτικός της γενικότερης πολιτιστικής μας υστέρησης. Αφενός η πολιτεία αργά, βαριεστημένα και με τραγική καθυστέρηση, κινητοποιεί τους αντιδραστικούς μηχανισμούς της -σύμβουλους, υπάλληλους, πολιτιστικάριους και λοιπούς μισθοφόρους της τέχνης -για να επιλεγεί ο εκπρόσωπός μας και αφετέρου όλη η εικαστική κοινότητα μπαίνει στον πειρασμό να πιστέψει στο θαύμα, να συμμετάσχει στις αξιοκρατικές(;) φευ, διαδικασίες μήπως και διεκδικήσει την έξοδο της από την πνιγηρή ενδοχώρα. Προσωπικά, αυτά τα ρεσάλτα μου θυμίζουν την έξοδο του Μεσολογγίου και τη τύχη του. Είναι τέτοια η ανυδρία και η ανυπαρξία πολιτιστικής δράσης ώστε κάθε δυο χρόνια δεκάδες καλλιτέχνες ονειρεύονται μιαν αλλαγή, ένα ζωντάνεμα, διάβολε, του νεκρωμένου σκηνικού το οποίο όμως δεν θα γίνει ποτέ. Και φέτος εφαρμόστηκε η γνωστή συνταγή της επετηρίδας, δηλαδή στέλνουμε έναν ιστορικά καταξιωμένο καλλιτέχνη και όχι αυτό που γίνεται και βράζει σήμερα. Η Διοχάντη είναι μια πολύ σημαντική καλλιτέχνης αλλά βρέθηκε στα Giardini με είκοσι χρόνια καθυστέρηση, αποτέλεσμα της μίζερης δημοσιοϋπαλληλικής κριτικής που κυριαρχεί στο τόπο. ΟΙ περίφημες επιτροπές του Υπουργείου πολιτισμού ντε! Αποτέλεσμα είναι το ελληνικό περίπτερο φέτος άοσμο και άνευρο να λειτουργεί ως οπτικοποιημένη contemplatio ενός ποιητικού αποϋλοποιημένου χώρου και να είναι εξαιρετικά πετυχημένο ανώνυμο γκράφιτι στο εξωτερικό, ξύλινο τοίχο SOLD OUT. Αντίθετα την παράσταση έκλεψε η μεγάλη τοιχογραφία του Στέλιου Φαϊτάκη στην πρόσοψη του δανέζικου (!) περιπτέρου το οποίο είχε πάντως Ελληνίδα επίτροπο και πολύ επιτυχημένη την Κατερίνα Γρέγου!! Με όρους αγοράς θα μιλούσαμε για μιαν ακόμα ελληνική επιτυχία εκτός της κομματικής πολιτιστικής γραφειοκρατίας και των περίφημων κολλητών της τρέχουσας ομάδας εξουσίας.

ΥΓ. Η σκηνή αλησμόνητη: Συναυλία στις Πρέσπες την εποχή του Σημίτη με ποικίλους χρυσοκάνθαρους δημοσιογράφους και πολιτικούς να ψάλουν νταλγκαδιασμένοι τους καημούς του προλεταριάτου. Πρωτοστατούσαν αγκαλιασμένοι οι Λευτέρης Παπαδόπουλος, Γιώργος Λιάνης, Σεραφείμ Φυντανίδης και από κοντά ο Γιάννος και ο Βενιζέλος . Οι σύγχρονοι «άθλιοι» οι κατατρεγμένοι, οι Γιάννηδες – Αγιάννηδες του σοσιαλισμού και της προόδου. Οι κήρυκες επίσης της υποκρισίας, του φιλεύσπλαχνου λαϊκισμού, της θεσμοθετημένης αρπαχτής, της life style μη είδησης και του διαχρονικού δηθενισμού που θάλεγε κι ο Γιάννης Βαρβέρης. Έπειτα… φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Με τα ίδια πρόσωπα grosso modo να πρωταγωνιστούν ακόμη στο προσκήνιο αλλά και στο παρασκήνιο, με συμψηφισμούς, αλλαξοκωλιές, εκατέρωθεν αποσιωπήσεις, αλληλοθαυμαστικούς λιβανωτούς και κλεισμένες δουλειές που αποδίδουν εκατομμύρια. Με εκπομπές στην τηλεόραση, με στημένες συνεντεύξεις και με εξασφαλισμένο το δημόσιο βήμα το οποίο πάντως φθέγγεται μισές αλήθειες, δηλαδή ολόκληρα ψεύδη. Τα πάντα δηλαδή στο βωμό του φαίνεσθαι αφού το είναι εξισούται με το μηδέν. Οι άνθρωποι αυτοί είναι προκλητικά βολεμένοι και παχυδερμικά αδιάφοροι για ο, τι συμβαίνει δίπλα τους, έχουν μάθει να ερμηνεύουν τον κόσμο και την επικαιρότητα με τσιτάτα ή έτοιμες συνταγές και το κυριότερο: δεν θέλουν να ανατραπεί καθόλου η υφιστάμενη κατάσταση. Ως νευραλγικό κομμάτι του καθεστώτος αγωνιούν για την μακροημέρευση του. Όπλα τους η συντήρηση, ο στρογγυλευμένος λόγος, η στρατηγική της πόζας και της λαϊκίζουσας κοινοτοπίας, το τίποτε που κορδακίζεται ότι είναι κάτι. Αυτοί, οι αφανείς πρωταγωνιστές της κρίσης. Αγαπητή φτωχολογιά μαζί τα έφαγαν, και μάλιστα τραγουδώντας... Τα κείμενά μου είναι πάντα ad hominem γιατί homines ευθύνονται για την γενικότερη κατάντια της societas. Γιατί αυτοί κανοναρχούν τον κυρίαρχο λόγο που επαναλαμβάνουν έπειτα υπνωτιστικά οι μάζες. Τιμημένοι ποιητές της αριστεράς που έγιναν χρυσοπληρωμένοι υπάλληλοι του Σημιτικού καθεστώτος κι άλλοι εμπνευσμένοι κοινωνιολόγοι, ακαδημαϊκοί δάσκαλοι που καταδέχτηκαν τους μισθούς της ολυμπιάδας και τις πανάκριβές θέσεις του Βενιζέλου. Αυτοί οι ίδιοι δίνουν σήμερα δακρύβρεχτες συνεντεύξεις σε αριστερά έντυπα αναλύοντας τα αίτια της κρίσης. Αυτά τα συγκεκριμένα κοινωνικά «πρότυπα» ξεκίνησαν τον χορό των «εκπτώσεων» και τις δικαιολογίες του τύπου «αφού αυτός, γιατί όχι κι εγώ;» και φτάσαμε, εδώ που φτάσαμε. Όλα τα άλλα είναι πομφόλυγες εφόσον το ΠΑΣΟΚ είναι εδώ, μαζί και η νοοτροπία του.


1 σχόλιο:

  1. εξαιρετικη προσεγγιση θα συμφωνουσα απολυτα εαν δεν ημουν κατοικος αλλης χωρας με αλλα ισχυρα νομων δηλαδη ενδιαφεροντος δηλαδη δηλαδη απο μια πολη με λευκα πεπλα και αλλα της διασκεδασης, ετσι λεγεται

    ΑπάντησηΔιαγραφή