Ασπασμός στα άστρα, 2008
“Σώματα; Για ξαναπέστο. Σώματα.
Έχει θαμπώσει, δεν ακούγεται. Ρώτα την αφή.
Θυμάται,πρόφερε ποτέ αυτήν τη λέξη;”
Κική Δημουλά
Στην εποχή που οι εικόνες κυριεύουν τα πράγματα επειδή η ορατότητα καταντήσει δυνάστης και που υπάρχει μόνο ό,τι φαίνεται, η ζωγραφική ζητεί εκ νέου να εκπληρώσει την παλιά της αποστολή. Να μεσιτεύσει διά του ορατού στο αόρατο και να ξαναδιεκδικήσει την ψυχή των πραγμάτων κατοχυρώνοντας όμως πάνω απ' όλα το σώμα τους
Αν ο Duchamp μέσα από μια ντανταϊστική άρνηση καταδίκασε την ζωγραφική του αμφιβληστροειδούς ως χυδαία, σήμερα η ζωγραφική -υπό προϋποθέσεις - αναλαμβάνει μια σταυροφορία εναντίον της χυδαιότητας του ορατού και διεκδικεί την επιφάνεια - θεοφάνεια εκείνου που κρύβεται πίσω από την όραση. Δηλαδή του σώματος που ασπαίρει στην αθανασία του. Για αυτούς τους λόγους συνοπτικά καταδικάζουμε την ζωγραφική της διακόσμησης, για αυτούς τους λόγους αποκηρύσσουμε και εκείνη την ζωγραφική που ντρέπεται για το σώμα της κρυμμένη πίσω από αφηρημένες έννοιες και εξυπνακίστικα τρικ. Γι' αυτό ζητάμε μια ζωγραφική της αποκάλυψης, το πιο δύσκολο!
Ο Ηρακλής Παρχαρίδης μακριά από νεοελληνικές περιγραφικότητες ή ετοιματζίδικες, φολκλόρ συγκινήσεις αρθρώνει έναν εικαστικό λόγο στοχαστικό, αρχιτεκτονημένο, ελεγειακό. Θέμα του η ανθρώπινη ύπαρξη σε έναν κόσμο που διαρκώς χάνει τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του. Μια τέτοια πρόθεση εύκολα θα παρέσυρε κάποιον λιγότερο εγκρατή της τέχνης σε οπτική φλυαρία ή μελοδραματικά κλισέ . Η παιδεία όμως αλλά και ο ψυχισμός του ζωγράφου τον προστατεύουν από τέτοιες ατραπούς. Η ποιητική του πάλι επιβάλλει μέσα από ένα οξυδερκές σχέδιο το χτίσιμο συγκεκριμένων ποιητικών συμβόλων:
Η μορφή, ο οίκος, η πόλις, το δέντρο, το πηγάδι, η ομάδα, το αρχέγονο τοπίο, η μυθική φύση πριν την έλευση των ανθρώπων και των πραγμάτων, η αρχετυπική φιγούρα, ο άντρας, η γυναίκα το παιδί. Το ατέρμονο τοπίο της στέπας... (Η Κική Δημουλά θα το έλεγε αλλιώς: Ερασιτέχνης άνθρωπος είναι πόσο καλύτερα παράπονα να φτιάξω; )
Γιατί η ζωγραφική στις μέρες μας υπάρχει περισσότερο για να υπερασπίζεται παράπονα. Παράπονα, πέρα από οτιδήποτε άλλο. Μέσα από αυτά τα εικαστικά σύμβολα λοιπόν αρθρώνεται από τον Παρχαρίδη -σαν σε σκηνογραφία ενός κειμένου που δεν έχει ακόμα γραφτεί- ο θερμός εικαστικός του λόγος. Ένα θέατρο χωρίς λόγια οι πίνακες του ερευνούν χώρους και καταστάσεις, μύθους και αναπαραστάσεις σε μια ζώνη, θα λέγαμε, λυκόφωτος. Τα υλικά του τώρα είναι πιο άμεσα, γήινα -στόκοι, κάρβουνο, ακρυλικά- και το αποτέλεσμα λιγότερο χρωματικό - κραυγαλέο και περισσότερο υποβλητικό - ελεγειακό. Σαν ξεθωριασμένες τοιχογραφίες ενός Ρούμπλιεφ που δεν ανακαλύφθηκαν ακόμα, ο Παρχαρίδης ζωγραφίζει με μνημειακό τρόπο και υπαινικτικά κιάρο σκούρα τους σχοινοβάτες μια ζωής που κακοφόρμισε Τους μύθους και τα θαύματά μιας θρησκείας που δεν διαθέτει πια πιστούς. Στην εποχή της βασανιστικής ορατότητας των πάντων από τους πάντες και της έκλειψης των αληθινών σωμάτων δηλαδή του απορφανισμού της επιθυμίας, ο Παρχαρίδης βλέπει τον κόσμο με τα μάτια μισόκλειστα… σαν τους παλιούς αγιογράφους. Δηλαδή ονειρεύεται τον κόσμο και ανακαλύπτει τον κόσμο περιπλανώμενος εκεί μέσα, μακριά και βαθιά, στις εσχατιές της ψυχής του.
Το 1870 είναι οι καλλιτέχνες της Αγίας Ρωσίας μετά από προτροπή του κρητικού Βλαντιμίρ Στάσοφ εγκατέλειψαν την πρωτεύουσα και τις αβροδίαιτες συνήθειες της και περιηγήθηκαν τις αχανείς στέπες για να μάθουν την άφωνη ζωή των εξαθλιωμένων μαζών. Λόγω αυτής της τάσης τους ονομάστηκαν Περεντβίσζινικι δηλαδή Περιπλανώμενοι. Ένας Περεντβίζνικ σαν τον Ελία Ρέπιν είναι και ο Παρχαρίδης με αναφορές τόσο στον ρωσικό, υψηλόφρονα ρεαλισμό όσο και στην εικονοποιητική φαντασία του Σαγκάλ. Η περιπέτεια του στη Ζωγραφική όλα αυτά τα χρόνια τον έχει μάθει κάτι. Πως στοχάζεται κάνεις καλύτερα με τα μάτια κλειστά και πως βλέπει πολύ πιο καθαρά τον αβέβαιο, τρομακτικό κόσμο με τα μάτια βουρκωμένα.
(κείμενο που έγραψα το 2011 για την έκθεση του Ηρακλή στην γκαλερί Τιτάνιουμ)
Παιχνίδια, ερώτων υποσχέσεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου