Με
αφορμή τους χάρτες του Γ. Κωστόπουλου
Ημερολόγιο 2015, 173 Χάρτες 16ου - 18ου αιώνα, Εκδόσεις "Τέχνης Οίστρος" |
Ένας χάρτης, περισσότερο από εργαλείο πλοήγησης, είναι μια ευκαιρία για φυγή, για ονειροπόληση επειδή προετοιμάζει εκείνο το ταξίδι που γίνεται με κλειστά τα μάτια. Ο γύρος του κόσμου μέσα από ένα δωμάτιο. Η γοητεία και ο ίλιγγος του αγνώστου που όμως κατοικοεδρεύει στη φαντασία. Του αγνώστου που είναι ο ίδιος μας ο εαυτός. Το ταξίδι που γίνεται προς τα μέσα με οδηγό ένα χάρτη, ο οποίος απεικονίζει τα όσα θαυμαστά δεν πρόκειται ποτέ να συναντήσουμε∙ τα όσα υπέροχα δεν θα δούμε ποτέ...
Ένας χάρτης είναι πρωτίστως ένας συμβολισμός, ένα σημείο που συμπυκνώνει έναν τόπο, ένας κώδικας που εμπεριέχει έναν κόσμο, ένα είδος μαγείας χωρίς καμία μαγική αναφορά. Η λυδία λίθος της περιπέτειας που όμως δεν προκύπτει από την αλχημεία. Αντίθετα. Ένας χάρτης είναι προϊόν γνώσης, εμπειρίας, μετρήσεων, αναγωγών αλλά και μιας ιδιάζουσας ποιητικής που ξέρει ν’ αφαιρεί και να σχηματοποιεί. Που χωράει ένα νησί σε μια παλάμη και εξισώνει μιαν ήπειρο με τον πήχυ ενός χεριού. Που βολεύει σ' ένα κομμάτι χαρτί μιαν έρημο ή μιαν οροσειρά. Που αναποδογυρίζει το θαύμα εν Κανά, ξανακάνοντας νερό και μάλιστα αρμυρό το κρασί των δισταγμών και των φόβων. Ένας χάρτης λέει “προχώρα”, “μη φοβάσαι”, “ο κόσμος είναι και δικός σου”, “διαπέρασε τα σύνορα”, “δεν μπορεί να υπάρχουν όρια για σένα” και άλλα τέτοια ηρωικά πλην κάπως παλαιομοδίτικα, που στην εποχή μας μοιάζουν σαν φλάμπουρα που ηττήθηκαν χωρίς μάχη και που δεν τα φουσκώνει πια κανείς καιρός.
Επειδή στους αληθινούς χάρτες, αυτούς δηλαδή που φιάχτηκαν με αίμα και λάθη και κόστος ζωής, πνέει πάντα ένας σαρωτικός βοριάς, που κάπου κάπου γίνεται πουνέντες και ξεφυσούν ακατάπαυστα το θυμό τους μαστοφόρα κήτη και ο Αχάμπ ή ο Λαφίτ ο πειρατής, αναζητούν απελπισμένα τους συντρόφους του Οδυσσέα και ας ξέρουν πως έχουν πνιγεί μίλια μακριά από τις Εβρίδες, καταπώς μαρτύρησε κι ο Κόλλιας. Κι επειδή σ’ αυτούς τους χάρτες δεν εντοπίστηκε ακόμη ο δόκτωρ Λίβινγκστον, αλλά γιατροπορεύει ακούραστος τους μαύρους ασθενείς του, τριγυρισμένος μ’ εξημερωμένα αγρίμια σαν τον Ορφέα. Κι ούτε ο Στρογκώφ παρέδωσε το μήνυμα, χαμένος κάπου στις στέππες της Σιβηρίας. Σε αυτούς τους χάρτες το παραμύθι δεν τελειώνει ποτέ. Όπως , εξ άλλου, και το ταξίδι.
Επειδή, τέλος, οι χάρτες αυτοί έχουν ζωή και μεταφέρουν πληροφωρίες για ανθρώπους και για τόπους, απομνημονεύουν εκστρατείες ή ναυάγια, όντας οι ίδιοι καθρέφτες της Ιστορίας.
Τι εικονίζουν περισσότερο; Στεριές ή θάλασσες; Τα γνωστά ή τα άγνωστα, τα προσιτά ή τα απάτητα μέρη; Ποιές terrae incognitae; Ποιές Καρχηδόνες που εξάπαντως delendae sunt; Ή, μήπως, το νησί του Thomaς Moore πλάι στη χώρα των Λιλιπουτίων;
Ό,τι κι αν απεικονίζουν, είναι για τα μάτια μου και νομίζω για τα μάτια του φίλου μου Γιώργου Κωστόπουλου που τους συλλέγει ευλαβικά χρόνια τώρα, πολύτιμοι πίνακες του τόπου και του χρόνου, ακριβά σχέδια του τρόπου με τον οποίο η ζωή ανοίγει πάντα δρόμο, μέσα από την επικράτεια του Θανάτου. Είναι επίσης έργα τέχνης τα οποία συνδυάζουν την αισθητική με την χρησημότητα αφού φορές φορές είναι πιο πολύτιμοι απο ό, τι ένα σωσίβιο τη στιγμή της τρικυμίας. Κυρίως όμως οι χάρτες, έτσι όπως μορφοποιούνται από την αρχαιότητα και ωριμάζουν στο Μεσαίωνα για να τελειοποιηθούν στην ύστερη Αναγέννηση του 17ου και του 18ου αιώνα, είναι μνημεία πολιτισμού, ένας locus που συναντιώνται επιστήμη και έμπνευση, μεταφέροντας σε οπτικό επίπεδο τα κέρδη αλλά και τις προκαταλήψεις της κάθε εποχής. Πρωτίστως όμως μεταφέρουν τις μυρωδιές του ταξιδιού κι εκείνη την αψιά γεύση του αίματος που δεν χύνεται εις μάτην.
Η συλλογή του Γιώργου Κωστόπουλου αριθμεί περισσότερους από χίλιους χάρτες φιλοτεχνημένους από τους πιο γνωστούς χαρτογράφους των νεότερων χρόνων, όπως είναι ο V. M. Coronelli, ο P. Bertius, ο F. Piacenza, ο Tournefort, ο J. C. Wagner κ.ά. Ξεκινάει από τον πρώιμο 16ο αιώνα και φτάνει στην Γαλλική Επανάσταση. Τότε δηλαδή που η Ευρώπη εκρήγνυται και η Μεσόγειος παίρνει φωτιά. Αποκλειστικό της θέμα είναι η ελληνική ενδοχώρα και τα νησιά της, όπως τα βλέπουν οι κατακτητές, οι έμποροι και οι τυχοδιώκτες εκείνων των καιρών. Δεσπόζει βέβαια το Αρχιπέλαγος με τα κάστρα, τα ορμητήρια και η ακατάβλητη γοητεία του. Αραγωνέζοι, Γενουάτες, Ενετοί, Οθωμανοί, Άγγλοι, Γάλλοι, Αιγύπτιοι, Καταλανοί, κατακτούν τον τόπο, τα μικρά ή τα μεγάλα νησιά, αλλά και κατακτιώνται απ’ αυτόν. Οι καραβέλες τους γίνονται με τον καιρό κορβέτες και ατμήλατα όπως και οι άγνωστες θάλασσες καταντούν γνωστές. Και τα κρησφύγετα των πειρατών αλώνονται από τα πλοία της γραμμής. 173 χάρτες χωράνε στο παρόν κομψό ημερολόγιο και έπεται του χρόνου η συνέχεια: Χίος, Φολέγανδρος, Μεθώνη, Κύθηρα, Λήμνος, Χάνδακας, Ιθώμη, Ζάκυνθος, Ρόδος, Σαντορίνη, Κάβο Μαλιάς, Cavo d'Oro, Πάτρα, Αρκαδία, Καλαμάτα, Γύθειο, Μεσσίνη, Αγία Μαύρα, Κέρκυρα, κ.α. Προορισμοί μέσα στο χρόνο που υπάρχουν, αιώνες τώρα, εις πείσμα του χρόνου.
Δηλαδή το ταξίδι έπαψε πια να έχει γοητεία; Δηλαδή η περιπέτεια κατάντησε τουρισμός; Όχι, όσο τα μάτια αναζητούν το άγνωστο κι όσο η ψυχή πιστεύει σ’ αυτό που υπάρχει, έστω κι αν δεν φαίνεται, πίσω από την γραμμή του ορίζοντα. Εξάλλου αυτό ακριβώς υπερασπίζονται με τόση πειθώ οι χάρτες του παρόντος ημερολογίου. Αρκεί κανείς να μην φοβάται να τους ταξιδέψει...
Μάνος Στεφανίδης
29 .10. 14
Ένας χάρτης είναι πρωτίστως ένας συμβολισμός, ένα σημείο που συμπυκνώνει έναν τόπο, ένας κώδικας που εμπεριέχει έναν κόσμο, ένα είδος μαγείας χωρίς καμία μαγική αναφορά. Η λυδία λίθος της περιπέτειας που όμως δεν προκύπτει από την αλχημεία. Αντίθετα. Ένας χάρτης είναι προϊόν γνώσης, εμπειρίας, μετρήσεων, αναγωγών αλλά και μιας ιδιάζουσας ποιητικής που ξέρει ν’ αφαιρεί και να σχηματοποιεί. Που χωράει ένα νησί σε μια παλάμη και εξισώνει μιαν ήπειρο με τον πήχυ ενός χεριού. Που βολεύει σ' ένα κομμάτι χαρτί μιαν έρημο ή μιαν οροσειρά. Που αναποδογυρίζει το θαύμα εν Κανά, ξανακάνοντας νερό και μάλιστα αρμυρό το κρασί των δισταγμών και των φόβων. Ένας χάρτης λέει “προχώρα”, “μη φοβάσαι”, “ο κόσμος είναι και δικός σου”, “διαπέρασε τα σύνορα”, “δεν μπορεί να υπάρχουν όρια για σένα” και άλλα τέτοια ηρωικά πλην κάπως παλαιομοδίτικα, που στην εποχή μας μοιάζουν σαν φλάμπουρα που ηττήθηκαν χωρίς μάχη και που δεν τα φουσκώνει πια κανείς καιρός.
Επειδή στους αληθινούς χάρτες, αυτούς δηλαδή που φιάχτηκαν με αίμα και λάθη και κόστος ζωής, πνέει πάντα ένας σαρωτικός βοριάς, που κάπου κάπου γίνεται πουνέντες και ξεφυσούν ακατάπαυστα το θυμό τους μαστοφόρα κήτη και ο Αχάμπ ή ο Λαφίτ ο πειρατής, αναζητούν απελπισμένα τους συντρόφους του Οδυσσέα και ας ξέρουν πως έχουν πνιγεί μίλια μακριά από τις Εβρίδες, καταπώς μαρτύρησε κι ο Κόλλιας. Κι επειδή σ’ αυτούς τους χάρτες δεν εντοπίστηκε ακόμη ο δόκτωρ Λίβινγκστον, αλλά γιατροπορεύει ακούραστος τους μαύρους ασθενείς του, τριγυρισμένος μ’ εξημερωμένα αγρίμια σαν τον Ορφέα. Κι ούτε ο Στρογκώφ παρέδωσε το μήνυμα, χαμένος κάπου στις στέππες της Σιβηρίας. Σε αυτούς τους χάρτες το παραμύθι δεν τελειώνει ποτέ. Όπως , εξ άλλου, και το ταξίδι.
Επειδή, τέλος, οι χάρτες αυτοί έχουν ζωή και μεταφέρουν πληροφωρίες για ανθρώπους και για τόπους, απομνημονεύουν εκστρατείες ή ναυάγια, όντας οι ίδιοι καθρέφτες της Ιστορίας.
Τι εικονίζουν περισσότερο; Στεριές ή θάλασσες; Τα γνωστά ή τα άγνωστα, τα προσιτά ή τα απάτητα μέρη; Ποιές terrae incognitae; Ποιές Καρχηδόνες που εξάπαντως delendae sunt; Ή, μήπως, το νησί του Thomaς Moore πλάι στη χώρα των Λιλιπουτίων;
Ό,τι κι αν απεικονίζουν, είναι για τα μάτια μου και νομίζω για τα μάτια του φίλου μου Γιώργου Κωστόπουλου που τους συλλέγει ευλαβικά χρόνια τώρα, πολύτιμοι πίνακες του τόπου και του χρόνου, ακριβά σχέδια του τρόπου με τον οποίο η ζωή ανοίγει πάντα δρόμο, μέσα από την επικράτεια του Θανάτου. Είναι επίσης έργα τέχνης τα οποία συνδυάζουν την αισθητική με την χρησημότητα αφού φορές φορές είναι πιο πολύτιμοι απο ό, τι ένα σωσίβιο τη στιγμή της τρικυμίας. Κυρίως όμως οι χάρτες, έτσι όπως μορφοποιούνται από την αρχαιότητα και ωριμάζουν στο Μεσαίωνα για να τελειοποιηθούν στην ύστερη Αναγέννηση του 17ου και του 18ου αιώνα, είναι μνημεία πολιτισμού, ένας locus που συναντιώνται επιστήμη και έμπνευση, μεταφέροντας σε οπτικό επίπεδο τα κέρδη αλλά και τις προκαταλήψεις της κάθε εποχής. Πρωτίστως όμως μεταφέρουν τις μυρωδιές του ταξιδιού κι εκείνη την αψιά γεύση του αίματος που δεν χύνεται εις μάτην.
Η συλλογή του Γιώργου Κωστόπουλου αριθμεί περισσότερους από χίλιους χάρτες φιλοτεχνημένους από τους πιο γνωστούς χαρτογράφους των νεότερων χρόνων, όπως είναι ο V. M. Coronelli, ο P. Bertius, ο F. Piacenza, ο Tournefort, ο J. C. Wagner κ.ά. Ξεκινάει από τον πρώιμο 16ο αιώνα και φτάνει στην Γαλλική Επανάσταση. Τότε δηλαδή που η Ευρώπη εκρήγνυται και η Μεσόγειος παίρνει φωτιά. Αποκλειστικό της θέμα είναι η ελληνική ενδοχώρα και τα νησιά της, όπως τα βλέπουν οι κατακτητές, οι έμποροι και οι τυχοδιώκτες εκείνων των καιρών. Δεσπόζει βέβαια το Αρχιπέλαγος με τα κάστρα, τα ορμητήρια και η ακατάβλητη γοητεία του. Αραγωνέζοι, Γενουάτες, Ενετοί, Οθωμανοί, Άγγλοι, Γάλλοι, Αιγύπτιοι, Καταλανοί, κατακτούν τον τόπο, τα μικρά ή τα μεγάλα νησιά, αλλά και κατακτιώνται απ’ αυτόν. Οι καραβέλες τους γίνονται με τον καιρό κορβέτες και ατμήλατα όπως και οι άγνωστες θάλασσες καταντούν γνωστές. Και τα κρησφύγετα των πειρατών αλώνονται από τα πλοία της γραμμής. 173 χάρτες χωράνε στο παρόν κομψό ημερολόγιο και έπεται του χρόνου η συνέχεια: Χίος, Φολέγανδρος, Μεθώνη, Κύθηρα, Λήμνος, Χάνδακας, Ιθώμη, Ζάκυνθος, Ρόδος, Σαντορίνη, Κάβο Μαλιάς, Cavo d'Oro, Πάτρα, Αρκαδία, Καλαμάτα, Γύθειο, Μεσσίνη, Αγία Μαύρα, Κέρκυρα, κ.α. Προορισμοί μέσα στο χρόνο που υπάρχουν, αιώνες τώρα, εις πείσμα του χρόνου.
Δηλαδή το ταξίδι έπαψε πια να έχει γοητεία; Δηλαδή η περιπέτεια κατάντησε τουρισμός; Όχι, όσο τα μάτια αναζητούν το άγνωστο κι όσο η ψυχή πιστεύει σ’ αυτό που υπάρχει, έστω κι αν δεν φαίνεται, πίσω από την γραμμή του ορίζοντα. Εξάλλου αυτό ακριβώς υπερασπίζονται με τόση πειθώ οι χάρτες του παρόντος ημερολογίου. Αρκεί κανείς να μην φοβάται να τους ταξιδέψει...
Μάνος Στεφανίδης
29 .10. 14
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου