Το τραγούδι του χωρισμού
Στο είπα ποτέ; Μου λείπεις.
Σε ψάχνω σε πολυσύχναστους δρόμους.
Εκεί που περπατούσαμε παλιά.
Σε βλέπω μέσα στο πλήθος,
να κάθεσαι στο παράθυρο του τρένου,
μόνο που δεν είσαι εσύ.
Μου λείπεις, όμως το συνήθισα.
Όπως ένα πρόβλημα στο παπούτσι
που πάντως δεν σ' εμποδίζει να βαδίζεις.
Κυρίως μου λείπεις τα βράδια
αλλά και δεν μου λείπεις
όσο, τουλάχιστον, φοβόμουν.
Επειδή έρωτας σημαίνει φόβο
κατά βάθος. Ανασφάλεια.
Αν γίνω πιο σαφής, θα 'μαι απλώς γελοίος.
Είναι γυναίκες που ο οργασμός τους
μοιάζει με ρόγχο θανάτου.
Οι πιο μεγάλες ή οι πιο απελπισμένες.
Όπως υπάρχουν κι έρωτες δυστυχείς
είτε είσαι μέσα, είτε έχεις φύγει.
Τα σκέφτομαι όλα αυτά όταν δεν έχω ύπνο.
Όταν πάλι έρχεσαι στα όνειρα μου
είναι όλα τόσο φυσικά. Ξυπνάω
και δεν νιώθω πανικό. Όπως άλλοτε.
Χαμογελάω μέσα στη θλίψη μου.
Επειδή η θλίψη για το ανέφικτο
δεν επιτρέπεται να θεωρείται θλίψη.
Βλέπεις, βολεύτηκα με την απουσία σου.
Βολεύτηκα να κοιμάμαι μόνος.
Ο χρόνος θεραπεύει τα πάντα;
Όχι, ο χρόνος δεν θεραπεύει τίποτα
επειδή ο χρόνος δεν θεραπεύεται.
Απλώς βολεύτηκα
που κοιμάμαι μόνος... Ακούς;
Αυτή η προσομοίωση θανάτου
είναι τόσο αφοπλιστικά φυσική.
Λέω συχνά πως στον έρωτα
ερωτευομάστε τον εαυτό μας
στα έκθαμβα μάτια του άλλου.
Στο χωρισμό πάλι ερωτευόμαστε
τον θάνατο μας. Βολευόμαστε εκεί.
Και είναι ωραία.
Στον κήπο με τα μυστικά λουλούδια
Βγήκα πολύ νωρίς στον κήπο των ονείρων μου από εκείνη τη χαραμάδα που χωρίζει τον έναν κόσμο από τον άλλο, εκείνον του ύπνου και αυτόν που όσοι δεν ονειρεύονται, ονομάζουν πραγματικότητα. Εκεί βγήκα χαράματα, αυγή του χρόνου, στον κήπο με τους έρωτες. Περπάτησα ξυπόλητος για να μην ξυπνήσω εκείνα τα όνειρα που κοιμούνταν ακόμη και να μην ενοχλήσω τις μέλισσες που βοσκούσαν πρώιμη γύρη.
Μοσχοβολούσαν όλα τα λουλούδια ανεξαιρέτως σαν έρωτες και οι έρωτες σαν λουλούδια. Το άρωμα τους έλαμπε σαν φωτιά από μετεωρίτες αμέθυστων. Μέθυσα, ζαλίστηκα, έκοψα όσους περισσότερους έρωτες μπορούσα ως το βράδυ. Μάτωσαν τα χέρια μου από τα αγκάθια τους, χάϊδευα τους μίσχους, η φωτιά των ονομάτων τους πυρπόλησε τα μάτια μου, δεν έβλεπα από ευτυχία. Δεν ήθελα να βλέπω μόνο να νιώθω πως οι λέξεις έγιναν ένα με τα πράγματα.
Γέμισα τότε με έρωτες την αγκαλιά μου, γέμισα όλα τα βάζα, έριξα έρωτες στο περβάζι του παραθύρου σου και τα λουλούδια σταμάτησαν να ευωδιάζουν από ντροπή και ζήλια. Έπειτα έστρωσα με έρωτες τον δρόμο ως το σπίτι, τους άπλωσα απάνω στο κρεβάτι, τους έκρυψα κάτω από τα σεντόνια και τα μαξιλάρια, έρωτες παντού από πάντα, φίλησα τα πέταλα τους όλος προσμονή μήπως και σε μυρίσω, όμως κοιμήθηκα μόνος …
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου