Επειδή ο πολιτισμός βρίσκεται σταθερά σε έλλειμμα, δείτε πόσο επίκαιρο είναι ένα κείμενο που γράφτηκε πριν από 8 χρόνια. Με την Εθνική Πινακοθήκη και το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης κλειστά, -αλλά και με τις κυρίες που τα κατέστρεψαν σταθερά στην εξουσία- το μέλλον δεν είναι πολύ ευοίωνο. Επειδή και τη Μαρίνα και την Άννα θα τις πληρώνουμε για πολύ ακόμα. Και σε πραγματικό και σε συμβολικό επίπεδο.
Άγγελος Παπαδημητρίου, ο Νέος του Κιάτου, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, 2014 |
Τα
μουσεία σύγχρονης τέχνης αντιμετωπίζουν
την εξής εγγενή αντίφαση: οφείλουν να
υπερασπιστούν καλλιτεχνικές μορφές
που ανήκουν στο τώρα και οι οποίες άρα
δεν έχουν δοκιμαστεί από τη βάσανο του
χρόνου. Έτσι συχνά συμβαίνει αυτό που
«εκθέτουν» να είναι κατ' ουσίαν το
κέλυφός τους, το αρχιτεκτόνημα που τα
περιέχει, παρά τα οποιαδήποτε «περιεχόμενα»
(πρβλ. το μουσείο Guggenheim στο Μπιλμπάο.
Επίσης προβάλλουν περισσότερο
«διαδικασίες», «προθέσεις», και λιγότερο
έργα. Περισσότερο έννοιες που
οπτικοποιούνται και λιγότερο εκείνον
τον «χρόνο» που αποκρυσταλλώνει το
πολύτιμο. Παράλληλα, η modernité, έχοντας
αναλάβει το επαχθές καθήκον να ξαναορίσει
«τι είναι τέχνη» και φτάνοντας συχνά
σε προφανή αδιέξοδα του τύπου «όλα είναι
τέχνη», «η τέχνη ολοκληρώθηκε» (Hans
Belting, Arthur Danto, Jovanni Vattimo) και βέβαια στο
προβοκατόρικο «Η ιστορία της τέχνης
μετά το τέλος της ιστορίας της τέχνης»
(Joseph Margolis, 1999), μάλλον ασφυκτιά στα
σύγχρονα μουσεία, αντιδρώντας έτσι στη
στανική «μουσειοποίησή» της. Δίκαια
(το dada χλεύαζε το καλό γούστο), εφόσον
στα μουσεία -οφείλουμε να- θαυμάζουμε
τα εξαιρετικά δημιουργήματα της ιστορίας,
το αποθησαυρισμένο παρελθόν και πάνω
απ' όλα την κρίσιμη μετάλλαξη του
συμβάντος σε ιστορικό γεγονός. Πράγματα
δηλαδή ζόρικα, που έχουν καταστήσει
εκατοντάδες (sic) μουσεία της Ευρώπης και
της Αμερικής κοινότοπες κόπιες του
ίδιου κι απαράλλαχτου μοντέλου: Από τα
readymades του Duchamp στους μαυροπίνακες του
Beuys μέσω των κουτιών Brillo του Warhol· με λίγη
βρετανική ή νεοϋορκέζικη pop και νεοpop
στα διάκενα και πάλι πίσω. Ώστε η αμηχανία
του κοινού να διασκεδάζεται κάπως, είτε
με το kitsch του Koons είτε με τον κυνισμό του
Hirst.
Βλέπετε,
όταν δεν υπάρχουν μεγάλοι δημιουργοί
σαν τον Bonnard, τον Bacon ή τον Fontana, οι μάνατζερ
της τέχνης και η αγορά κατασκευάζουν
σταρ. Εφήμερους μεν, αποδοτικούς δε.
Γράφεται όμως έτσι η Ιστορία; Ναι, αν
επιμείνει κανείς στους υπόγειους
μηχανισμούς και στα κοινωνικά επιφαινόμενα
και σνομπάρει λίγο τις σνομπ βεντέτες
(οι οποίες πάντως γράφουν illustrated «ιστορίες»
καθ' υπαγόρευσιν, καθώς ελέγχουν τα
ΜΜΕ). Βέβαια υπάρχουν και μουσεία-κολοσσοί
πλάι στα μουσεία-supermarkets, όπως είναι το
ΜοΜΑ στη Ν. Υόρκη ή η Neuenazionalgalerie στο
Βερολίνο, όπου εκτίθενται δίπλα στους
προαναφερθέντες οι Monet, Picasso, Matisse,
Kandinsky, Malevich, Magritte, Pollock ή Giacometti. Εκεί δηλαδή
που η ιστορία μπορεί να αισθάνεται,
ακόμη, ασφαλής χτίζοντας νοήματα και
υπηρετώντας σχέσεις ή ερμηνευτικά
σχήματα.
Βένια Δημητρακοπούλου, γλυπτική, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, 2014 |
Στα
καθ' ημάς, τώρα, απόλυτη ψυχραιμία! Εφόσον
ούτε μουσεία διαθέτουμε, ούτε βαρυσήμαντες
συλλογές αλλά ούτε και την αναγκαία
παραγωγή θεωρίας ώστε ν' αποκτήσουν και
τα έργα τον φυσικό τους βιότοπο και οι
δημιουργοί εκείνον τον ιστό που θα
εκφράζει την ιδιαιτερότητά τους μέσα
από μιαν παγκοσμιοποιημένη αισθητική
πραγματικότητα. Έτσι ώστε να μην είναι
ονόματα ατάκτως ερριμμένα σ' ένα
μεταμοντέρνο scrabble αλλά ένα σώμα που
αναπτύσσεται οργανικά πάνω στο δίπολο
εντόπιο-διεθνικό. Διαθέτουμε βέβαια
αιωνόβιες διευθύνσεις που διορίζονται
από πολιτικές ηγεσίες χωρίς προκήρυξη
θέσεων και δημόσια υποβολή υποψηφιοτήτων,
ενώ παράλληλα στα δ.σ. των μουσείων-φαντασμάτων
παρελαύνει ό,τι πετάει και ό,τι κολυμπάει
ευκαιριακώς. Ακόμη και ο δημοσιογράφος
κ. Καπράνος, πρόεδρος, επίσης, του
ασφαλιστικού ταμείου συντακτών. Σ' αυτό
λοιπόν το ιθαγενές μουσείο χωρίς κέλυφος
το οποίο φιλοξενείται συστηματικά στο
Abou Dabi, τα υπόγεια δηλαδή του Μεγάρου
Μουσικής, είδαμε την ταυτολογική έκθεση
«Σε ενεστώτα χρόνο», δηλαδή ό,τι πρέπει
ν' αποφεύγει να δείχνει ένα σοβαρό
μουσείο που διαχειρίζεται το μοντερνιστικό
διακύβευμα: Όχι τα τελευταία ευρήματα
των γκαλερί, όχι τα πιο πρόσφατα πουλαίν
των συλλεκτών και των ΜΜΕ, όχι τις
ατομικές εκείνες περιπτώσεις που
επ' ουδενί συγκροτούν την αντιπροσώπευση
του σήμερα· ούτε και την ωχρή αντανάκλασή
τους. Έχουμε λοιπόν μια εκδήλωση
αφιερωμένη στο πιο έωλο «τώρα», ερήμην
της Ιστορίας, των σχέσεων, των ερμηνειών.
Λες και όλα προέκυψαν από το πουθενά κι
αύριο νέα «όλα» (σαν του Θέμου) θα
διαγράψουν χαρούμενα τα σημερινά
«τίποτε». Εφόσον ουδείς οφείλει τίποτε
σε κανέναν. Ιδού το μεταμοντέρνο μότο.
Ανύπαρκτοι οι, μόλις, χθεσινοί δημιουργοί
μ' ένα έργο όμως ουδόλως ευκαταφρόνητο:
Ο Δημήτρης Ντοκατζής, η Πελαγία Κυριαζή,
ο Άγγελος Σκούρτης, ο Άγγελος Παπαδημητρίου,
ο Γιάννης Κουτρούλης, ο Γιάννης Στεφανάκις,
η Ελένη Νικοδήμου, ο Άγγελος Σπάρταλης,
η Βάνα Ξένου, ο Ανδρέας Βούσουρας, ο
Νίκος Χαραλαμπίδης, η Μαρία Λοϊζίδου,
ο Γιώργος Ξένος, ο Γιάννης Τζερμιάς, ο
Μίλτος Μανέτας, ο Δημήτρης Ζουρούδης,
η Κατερίνα Διακομή, ο Δημήτρης Μεράντζας,
η Σοφία Κοσμάογλου, ο Παντελής Χανδρής,
ο Δημήτρης Τσουμπλέκας, ο Αχιλλέας
Χρηστίδης, ο Σπύρος Βερύκιος, η Κατερίνα
Μερτζάνη κ.λπ. Για να μην αναφερθώ στους
λίγο πιο παλιούς.
Έτσι,
χωρίς ιστό, σαν ένα πουκάμισο που
ξηλώθηκε, εκτίθενται εικόνες χωρίς
σημεία αναφοράς, ούτε εκτός, ούτε εντός.
Πλην, ίσως, του Flash art. Και το χειρότερο:
Ουδείς ψόγος, καμία κριτική παρατήρηση
ή ένσταση. Η ιστορία σταμάτησε (προσωρινά;)
και τώρα παίζει η (αγοραία) εντύπωση. Το
απείκασμα. Η, βαθιά, κρίση της κοινωνίας
έχει καταστεί και κρίση της τέχνης.
Κάποιοι με τις αξίες και τις ζωές μας
μαγειρεύουν γιουβαρλάκια. Κι εμείς τους
το επιτρέπουμε.
Σημ.:
Δεν είναι τυχαίο πως η μόνη εκπομπή
πολιτισμού στο Mega είναι ο συμπαθής
Μαμαλάκης. Στα κρατικά, πάλι, τον πολιτισμό
διακονούν μαμαλάκες, κολλητοί της
διεύθυνσης. Μέχρι να εμφανιστεί ο πατήρ
Δρακουμέλ Καρπαθίων και να τους ρίξει
όλους σε γέεννα πυρός.
Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 7
- 20/04/2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου