Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2011

Ομορφιά για τους νεκρούς. Τζουλιάνο Καγκλής



Κατάργησαν τα μάτια τους· τυφλοί.

Μάρτυρες δεν υπάρχουν πια, για τίποτε.

Γ. Σεφέρης


Για ποιόν άραγε φτιάχνονται σήμερα τα έργα που φτιάχνονται; Το κοινό λιγοστεύει δραματικά, στρέφει τα νώτα του στην ομορφιά από απόγνωση και αντικαθίσταται από βιαστικούς καταναλωτές που προτιμούν αντί της τέχνης τη χρησιμότητα. Οι αληθινοί δημιουργοί, δηλαδή οι ευαίσθητοι, οι απελπισμένοι δημιουργοί που έχουν συνείδηση όλης της ματαιότητας της εποχής αλλά και που ο τρόμος της ομορφιάς τους καίει τα σπλάχνα, ασφυκτιούν τώρα διαπιστώνοντας πως δεν έχουν λόγο καλλιτεχνικής ύπαρξης … παρ΄ όλα αυτά συνεχίζουν. Ίσως ελπίζοντας πως τα έργα τους σήμερα θα βρουν φιλικά βλέμματα και ανοιχτές συνειδήσεις στους θεατές του αύριο. Ξέρουμε όμως με μια βεβαιότητα σχεδόν μαθηματική πως οι άνθρωποι του μέλλοντος θα είναι χειρότεροι –δηλαδή πιο αδιάφοροι- από τους σημερινούς. Με όλο και λιγότερες αισθητικές προσλαμβάνουσες, όλο και λιγότερες εστίες αντίστασης.

Απ’ την άλλη, οι άνθρωποι του παρελθόντος, εξιδανικευμένοι μέσα στα μαύρα τους φωτοστέφανα και τις τέφρες, με δεδομένες τους σημαίες την ανθρωπιά ή την ευαισθησία, θα ήσαν διαχρονικά οι ιδανικοί αποδέκτες των έργων τέχνης.

Άρα ζωγραφίζουμε, όσο ακόμη αντέχουμε να ζωγραφίζουμε, για τους νεκρούς …

Σαν πράξη υψίστης γενναιότητας. Αυτές τις σκέψεις, που επ’ ουδενί θεωρώ μακάβριες, μου προκάλεσε η γνωριμία με τα πρόσφατα έργα του Τζουλιάνο Καγκλή. Ζωγραφικές νοσταλγικές ενός χαμένου παραδείσου, χρωματικές συμφωνίες σε σουρντίνα ώστε να καταστούν εικόνες τα μύχια όνειρα και οι φόβοι των ανθρώπων.

Γιατί, ναι, η ζωγραφική του Καγκλή έχει πλέον το κύρος να μην εκφράζει μόνο το υποκείμενο που την παρήγαγε αλλά και πολύ περισσότερους ανθρώπους. Ανθρώπους οι οποίοι ζουν ανάμεσά μας και έχουν την αξιοπρέπεια να μην φοβούνται τους φόβους ή τις επιθυμίες τους, να θέλουν να ζήσουν αλλιώς. Εφόσον το βλέμμα ποτέ δεν σιωπά, εφόσον ποτέ η ματιά δεν είναι αθώα. Οι συνθέσεις του Τζουλίανο ξεκόβουν πλέον από την ασφάλεια ενός διαλόγου ανάμεσα στην, συνήθως γυναικεία, φιγούρα που χτίζεται με έντονα φωτιστικά κοντράστα και στο υδαρές φόντο που την αγκαλιάζει σαν αμνιακό υγρό και εκτίθενται σε φόρμες πιο επιθετικές, ημιτελείς, σε τοπία που διεκδικούνται από ανθρώπους και αγρίμια, σε φασματικές μορφές που ζουν την έκρηξη της ζωής σαν να ήταν η έκρηξη του θανάτου τους. Αισθησιασμός, σκοτεινιά, αίμα που λάμπει, αίμα που σκοτάζει, σώματα που σπαρταρούν στην κορύφωση της ύπαρξής τους, νεότητα που ανεπαισθήτως βουλιάζει όχι στο γήρας αλλά στην παρακμή ή στο θάνατο. Φιγούρες που έρχονται από ένα παρελθόν της μνήμης και κατευθύνονται στο μέλλον μιας ζωής που δεν θα υπάρξει ανάμεσα στην αφήγηση – αναπαράσταση και στο οπτικό πάρισο του συναισθήματος. Στους πίνακες του Καγκλή εντέλει οι ζωντανοί είναι αγαπημένοι σαν νεκροί….


ΥΓ: Οι γυναίκες του Καγκλή σκύβουν ή χορεύουν ή περιμένουν. Χορός, η πρώτη ή η τελευταία ευκαιρία του θήλεος.



Μάνος Στεφανίδης


4 Φεβρουαρίου 2011


Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

Ελεγεία για το φθαρτό και το εύθραυστο


Η γλυπτική του Σταύρου Διακουμή


ήθελε, συμπεραίνω, να μιλήσει για το χρόνο να καταγγείλει τον παρόν που είναι πάντοτε παρωχημένο

Κώστας Μαυρουδής, Τέσσερις Εποχές, Κέδρος 2011


Λέγεται συνήθως πως η ζωγραφική αντιμετωπίζει δραματική, εκφραστική κρίση. Στην πραγματικότητα κρίση αντιμετωπίζει κυρίως η γλυπτική, μια τέχνη που δεν έχει πια τρόπους να υποστηρίξει την ύπαρξή της στις συνθήκες του ύστερου, παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Στις συνθήκες δηλαδή απορφανισμού και έκλειψης του δημόσιου χώρου. Σήμερα η γλυπτική είναι υποχρεωμένη να λειτουργήσει μονοδιάστατα σαν φετίχ, αποκλειστικά, του ιδιωτικού γούστου. Κάποτε το γλυπτό διατύπωνε το δημόσιο λόγο του στα πιο περίοπτα σημεία των κτηρίων ή των πόλεων. Ήταν συγχρόνως «μνημείο», δηλαδή οπτικοποιημένη μνήμη και βαρυσήμαντος σχολιασμός της συλλογικής ιστορίας αλλά και «άγαλμα», δηλαδή αγαλλίαση του βλέμματος των ανθρώπων που το αγκάλιαζαν ταυτιζόμενοι ψυχικά μαζί του.

Ο όγκος, το βάρος, η σημειολογία των πολύτιμων ή «αιώνιων» υλικών του που συγκροτούσαν το έργο της γλυπτικής κατέληγαν σε μια συγκεκριμένη ρητορική, διατύπωναν ένα «κείμενο» δημοκρατίας που ισορροπούσε ακριβοδίκαια ανάμεσα στην αισθητική και την πολιτική. Σήμερα; Σήμερα το πολυδιαφημισμένο, λόγω συμφερόντων, τέλος, -προσωρινό ασφαλώς αλλά όχι και λιγότερο επώδυνο, της ιστορίας-, σημαίνει επίσης το τέλος της γλυπτικής στην παραδοσιακή ή και νεωτερική μορφή της. Αν ένας εκδικητικός Θεός έπλασε κατ’ εικόνα του τον άνθρωπο για να τον δοκιμάσει και εν τέλει να τιμωρήσει, ο άνθρωπος έφτιαξε και εκείνος με τη σειρά του τους Θεούς καθ’ ομοίωσιν δημιουργώντας με τα χέρια του τα ίδια αυτές τις υπερφυείς κατασκευές με τις οποίες χαίρονται ακόμη και οι Αθάνατοι, τ΄ αγάλματα. Σήμερα η γλυπτική διακόπτει τις σχέσεις της με τη χαρά, με τη μνημειακή φόρμα, με την ηδονή του κατασκευάζειν, με τα παλαιά, σεσημασμένα υλικά. Σήμερα η γλυπτική αναζητεί τον εαυτό της δανειζόμενη μορφές και ιδέες από τη ζωγραφική, τους κώδικες της αρχιτεκτονικής ή το θέατρο, τις τέχνες του αυτοσχεδιασμού, την αισθητική του δρόμου, τις εκφράσεις του τυχαίου. Performance του εαυτού της περισσότερο και εγκατάσταση στο χώρο η γλυπτική επαναπροσδιορίζεται. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, του τόσο σύγχρονου προβληματισμού, βρίσκεται και η γλυπτική παραγωγή του Σταύρου Διακουμή. Ο ίδιος επιμένει να είναι γλύπτης στην εποχή του τέλους (;) της γλυπτικής και να δημιουργεί υβριδικά έργα ικανά να εκπροσωπήσουν το αμφιλεγόμενο πρόσωπο της εποχής, τον τροπικαλισμό των καιρών. Ρομαντική πλην νόμιμη φιλοδοξία. Γιατί αν ο γλύπτης της παράδοσης, ακολουθώντας το παράδειγμα του τραγικού ποιητή, λαξεύει σε αθάνατα υλικά με συμβολικές διαδικασίες τον άνθρωπο που επιβάλλεται στη μοίρα του, ο Διακουμής φτιάχνει απλώς το πρόσωπό του, ψάχνοντας κομμάτια του εαυτού του σε εφήμερα υλικά ή ready made λύσεις. Τα γλυπτά του, ελαφρά και αντιρητορικά, φοράνε τα ρούχα του κατασκευαστή τους, έχουν τα χέρια και το σπασμένο του δάχτυλο και επιμένουν να κρατούν τα μάτια κλειστά οδηγώντας ένδον το βλέμμα τους. Πλήρης ταύτιση δημιουργού και δημιουργήματος! Τα έργα του Διακουμή, σπαραχτικά και σύγχρονα, επιμένουν παρά ταύτα να διαλέγονται με τις φιγούρες της εγχώριας ή της διεθνούς avant-garde, όπως λόγου χάρη τον Georges Segal ή τον Βλάση Κανιάρη. Κυρίως όμως συνομιλούν με γλύπτες της γενιάς του σ’ όλο τον κόσμο που επιμένουν στην ανθρώπινη φιγούρα όπως λ.χ ο Maurizio Catalan, χωρίς κομπασμούς και ηρωικές πόζες. Στη δική του πάντως περίπτωση γίνεται ένα ακόμη βήμα. Στις συνθέσεις του οι φιγούρες τεμαχίζονται, επανασυντίθενται αλλιώς, γίνονται ωραία «τέρατα», έχουν τρία πόδια ή τα κεφάλια στηρίζονται στους μηρούς και τα χέρια. Τέτοιες λύσεις φορτίζουν τα ανθρωπόμορφα αυτά έργα με ιδιάζουσα δραματική αύρα, τα καθιστούν ευάλωτα θραύσματα, όπως και κάθε ανθρώπινο σώμα ανεξαιρέτως. Και εδώ έγκειται το μεγάλο εύρημα της δουλειάς του. Οι φιγούρες του, μελαγχολικές, πλην αξιοπρεπείς, αποτελούν μια ελεγεία στη φθορά και μια σπουδή στο χρόνο που χάνεται. Θέλουν να αντισταθούν με τα ευτελή τους μέσα, κατά βάθος όμως γνωρίζουν τη μοίρα τους. …




ΥΓ: Ο Διακουμής ανήκει στους μαχητικούς δημιουργούς μιας τέχνης περιφερειακής μεν, αλλά όχι περιθωριοποιημένης. Αυτό σήμερα είναι το status των εικαστικών πραγμάτων στην Ελλάδα. Για να πάρετε όμως μια γεύση του τι συμβαίνει διεθνώς, προσέξτε αυτή την είδηση: Σάλο έχει προκαλέσει στην αγορά τέχνης το γεγονός ότι ο διευθυντής του Beaubourg, ο πολύς κ. Pacquement - γνωστός και στην Αθήνα- αγόρασε για το μουσείο του ένα καθ’ ολοκληρίαν άυλο «έργο» του νεαρού καλλιτέχνη Tino Sehgal, προστατευομένου της γκαλερί Marian Goodman, υπό τον τίτλο The Situation. Το «έργο» παραδόθηκε προφορικά χωρίς άλλο αποδεικτικό στοιχείο, βιντεοσκόπηση κλπ. και πληρώθηκε με επιταγή των 50.000€. Πρόκειται για την ιδέα μιας περφόρμανς παρουσιασμένης από ηθοποιούς το 2009 στη γκαλερί, η οποία προφανώς μπορεί να επαναληφθεί με άλλους συντελεστές, αν το Μουσείο που είναι πια ο «ιδιοκτήτης» της ιδέας, το επιθυμήσει. O Sehgal (1976) που είναι αγγλοϊνδικής καταγωγής και ζει στο Βερολίνο, θεωρεί συνθήκη του «έργου» να μην υπάρχει καμία γραπτή ή οπτική μαρτυρία γι’ αυτό, κανένα απολύτως ντοκουμέντο και να πληρωθεί σε ρευστό, χωρίς απόδειξη (sic)! O Alfred Pacquement, απαντώντας στις αιτιάσεις της εφημερίδας Le Monde είπε ότι η πληρωμή με παραστατικά είναι όρος κάθε μουσειακού οργανισμού ενώ ο ιντερνετικός καλλιτέχνης Fred Forest διαμαρτυρόμενος για τα «αόρατα ρούχα του βασιλιά» σάρκασε τη συναλλαγή λέγοντας πως έτσι «προδίδεται η ιδέα του έργου».

Αντιλαμβάνεται κανείς από τ’ ανωτέρω πως σ’ έναν κόσμο υπερδιαφήμισης, εξιμπισιονισμού μιντιακών μυθολογιών και μιας ασύδοτης αγοράς τέχνης έτοιμης να πουλήσει τα πάντα, αρκεί να ικανοποιεί τις απαιτήσεις των mainstream καλλιτεχνών και να «παραμυθιάζει» το σνομπ κοινό της, τα αυτοαναφορικά, βασανισμένα γλυπτά του Διακουμή έχουν μικρή πιθανότητα επιτυχίας. Καλύτερα!

(Περισσότερα στο άρθρο του περιοδικού LHebdo, 21/1/11, με τίτλο l'artiste qui vend du vent, ο καλλιτέχνης που πουλάει αέρα) www.hebdo.ch



Μάνος Στεφανίδης

11 Φεβρουαρίου 2011

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011

Φυσιογνωμικά

Μπορεί ο άτεγκτος κ. Πάγκαλος ν' αποκάλεσε συλλήβδην “τεμπέληδες” τους δημόσιους υπάλληλους τους οποίους πάντως αυτός και οι όμοιοι του διόρισαν αγεληδόν ώστε να θάλλει απρόσκοπτο το πελατειακό κράτος, υπάρχουν όμως κάποιες εξαιρέσεις που δείχνουν με αξιοπρέπεια έναν άλλο δρόμο για να βγούμε από τη κρίση, μακριά από δωρεάν μαγκιές και τζάμπα λεονταρισμούς.

Εδώ και μήνες τα μουσεία και οι αρχαιολογικοί χώροι πάσχουν από έλλειψη φυλακτικού προσωπικού με αποτέλεσμα να ανοίγουν αίθουσες ή μνημεία εκ περιτροπής -ή μήπως εκ “περιντροπής” ;- , να παραμένει κλειστή κατά το ήμισυ η ναυαρχίδα που λέγεται Εθνικό Μουσείο, ή να μην είναι επισκέψιμη η Περίβλεπτος στο Μυστρά όταν “ανοίγει” η Οδηγήτρια. Σε αυτό το κλίμα της πολιτιστικής ξεφτίλας την οποία την αποσιωπούν τα ΜΜΕ -δεν καταβάλλονται βλέπετε οι γλίσχροι μισθοί των φυλακών από το ΥΠΠΟΤ- υπάρχουν πρωτοβουλίες που αντιδρούν θετικά στη κρίση εκτός του γνωστού εκδικητικού συνδικαλισμού. Έτσι, οι επιμελητές, οι συντηρητές και οι διοικητικοί της Εθνικής Πινακοθήκης αλλά και του Βυζαντινού Μουσείου ασκούν εθελοντικά χρέη φυλάκων τα Σαββατοκύριακα.

Ας τους αποδοθούν λοιπόν τα ανάλογα εύσημα για να μην ασχολούμαστε με τους εργαζομένους στο ΥΠΠΟΤ μόνο όταν αποκλείουν την Ακρόπολη (πράξη εκ προοιμίου απαράδεκτη).

ΥΓ 1. Άσχετο ή μήπως απόλυτα σχετικό; Σε πρόσφατη εκπομπή του αφιερωμένη στο ΚΘΒΕ, ο Σπύρος Παπαδόπουλος είχε καλεσμένο ανάμεσα σε σκηνοθέτες, ηθοποιούς και σκηνογράφους τον... Μαλέλη. Ο αθεόφοβος οποίος ομίλησε για τον πολιτισμό ως μοναδικό μας όπλο (sic). Ο κατασκευαστής της Τζούλιας και βασικός υπεύθυνος της τηλε-γελοιότητας μάς νουθέτησε ανερυθρίαστος από κρατικό δίαυλο. Και ουδείς αντέδρασε...

ΥΓ 2. Ρε παιδιά, αν κανείς σας έχει καταλάβει τι ακριβώς μας συμβαίνει, ας το εξηγήσει στον πρωθυπουργό ή τουλάχιστον στη Μιλένα και τον Πεταλωτή μήπως και προλάβουμε να σώσουμε κάτι από το πλοίο που βουλιάζει. Οι φάτσες πάντως της κυβέρνησης, πχ της κας Τζάκρη, σε υποχρεώνουν να γίνεις φυσιονομιστής από απελπισία. Ερώτημα: Από ηλίθιες εκφράσεις, άδεια βλέμματα, προγλωσσικό λόγο και αποκλειστικά επικοινωνιακή αντιμετώπιση των προβλημάτων μπορούν να προκύψουν ευφυείς λύσεις;

ΥΓ 3. Ρέππας ο Μέγας! Συνέλαβε, μέσα από την κρατική Mercedes του, το μεγαλοφυές σχέδιο να στέλνει στο αυτόφωρο όσους δεν πληρώνουν 1.40 ευρώ για εισιτήριο. Λές και δεν υπάρχει η ποινή της καταβολής, για τους παραβάτες, του 60πλάσιου της αξίας. Με τι ασκολούνται Θεέ μου και πόσο μακριά από την πραγματικότητα! Τζάμπα μάγκες της εξουσιας εναντίον τζαμπατζήδων της απόγνωσης. Στην Ελλάδα, μπορείς να καταχράσαι εκατομμύρια χωρίς κανένα πρόβλημα αλλά η Ιαβέρηδες τηε γελοιότητας θα σε κρεμάσουν για ένα ευρώ. Γνώση της κοινωνικής ψυχολογίας μηδέν. Κυρίως γιατί μέσα από τα φυμέ τζάμια της δωρεάν λιμουζίνας βλέπουν την πραγματικότητα παραμορφωμένη. Ίσως αυτό να εξηγεί γιατί αποτυγχάνουν τόσο πανηγυρικά οι κρατούντες σε κάθε τους πρόβλεψη.

ΥΓ 4. Η λατρεία που δείχνουν στον ΓΑΠ όλοι οι ηγέτες της Δύσης, ο Ερντογάν και κυρίως ο Στρως-Καν, πρέπει να μας ευχαριστεί ή να μας βάζει σε βαθειά ανησυχία;

Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011

Φτωχολογιά για σένα κάθε μου τραγούδι

στον Τηλέμαχο Χυτήρη
1) Η σκηνή αλησμόνητη: Συναυλία στις Πρέσπες την εποχή του Σημίτη με ποικίλους χρυσοκάνθαρους δημοσιογράφους και πολιτικούς να ψάλουν νταλγκαδιασμένοι τους καημούς του προλεταριάτου. Πρωτοστατούσαν αγκαλιασμένοι οι Λευτέρης Παπαδόπουλος, Γιώργος Λιάνης, Σεραφείμ Φυντανίδης και από κοντά ο Γιάννος και ο Βενιζέλος . Οι σύγχρονοι «άθλιοι» οι κατατρεγμένοι, οι Γιάννηδες – Αγιάννηδες του σοσιαλισμού και της προόδου. Οι κήρυκες επίσης της υποκρισίας, του φιλεύσπλαχνου λαϊκισμού, της θεσμοθετημένης αρπαχτής, της life style μη είδησης και του διαχρονικού δηθενισμού που θάλεγε κι ο Γιάννης Βαρβέρης. Έπειτα… φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Με τα ίδια πρόσωπα grosso modo να πρωταγωνιστούν ακόμη στο προσκήνιο αλλά και στο παρασκήνιο, με συμψηφισμούς, αλλαξοκωλιές, εκατέρωθεν αποσιωπήσεις, αλληλοθαυμαστικούς λιβανωτούς και κλεισμένες δουλειές που αποδίδουν εκατομμύρια. Με εκπομπές στην τηλεόραση, με στημένες συνεντεύξεις και με εξασφαλισμένο το δημόσιο βήμα το οποίο πάντως φθέγγεται μισές αλήθειες, δηλαδή ολόκληρα ψεύδη. Τα πάντα δηλαδή στο βωμό του φαίνεσθαι αφού το είναι εξισούται με το μηδέν. Οι άνθρωποι αυτοί είναι προκλητικά βολεμένοι και παχυδερμικά αδιάφοροι για ο, τι συμβαίνει δίπλα τους, έχουν μάθει να ερμηνεύουν τον κόσμο και την επικαιρότητα με τσιτάτα ή έτοιμες συνταγές και το κυριότερο: δεν θέλουν να ανατραπεί καθόλου η υφιστάμενη κατάσταση. Ως νευραλγικό κομμάτι του καθεστώτος αγωνιούν για την μακροημέρευση του. Όπλα τους η συντήρηση, ο στρογγυλευμένος λόγος, η στρατηγική της πόζας και της λαϊκίζουσας κοινοτοπίας, το τίποτε που κορδακίζεται ότι είναι κάτι. Αυτοί, οι αφανείς πρωταγωνιστές της κρίσης. Αγαπητή φτωχολογιά μαζί τα έφαγαν, και μάλιστα τραγουδώντας...

2) Το πάρτι βέβαια τελείωσε αλλά μερικοί καθυστερημένοι εορταστές ακόμη τσιφτετελίζονται εξευτελιζόμενοι ως το μη περαιτέρω στις εκπομπούλες του Σπύρου, του Μάκη, της Ανίτας και εσχάτως του Σεραφείμ. Η σαχλαμάρα, η φλυαρία άνευ όρων και ορίων, η αισθητική της ατάκας έχουν αντίστοιχα περάσει από την τηλεόραση στο ραδιόφωνο . Κι όλα αυτά ανακατεμένα συνεχώς και χωρίς καμία διαφοροποίηση με οχετούς ολόκληρους διαφημίσεων, οι οποίες και καλούνται υστερικά να σώσουν την πατρίδα – παρτίδα. Αμ δε; Τα διαφημιστικά πακέτα καταρρέουν και μαζί τους πρώην κολοσσοί όπως ο ΔΟΛ, η Ελευθεροτυπία, το Αlter ή συλλήβδην η «ελεύθερη ραδιοφωνία». Όλοι όσοι έκαναν τις εφημερίδες τους περίπτερα και τα κείμενα τους άλλοθι για γκρίζα σπέκουλα και ροζ διαφημίσεις ας εισπράξουν τώρα τα επίχειρα των προσπαθειών τους. Αφού πρώτα απαξίωσαν τους εκδοτικούς οίκους και τα βιβλιοπωλεία, τις δισκογραφικές εταιρίες και τα δισκοπωλεία, τώρα οι ίδιοι οι εκδότες-εφημεριδάδες απαξιώνουν τα έντυπά τους. Δικαιοσύνη. Διαβάζαμε κάποτε εφημερίδες για τα σχόλια, τις απόψεις και το ύφος τους. Τις διαβάζαμε όχι για τους επαγγελματίες δημοσιογράφους της διεκπεραίωσης, αλλά για τους προικισμένους ελεύθερους συνεργάτες τους. Από τον Άγγελο Τερζάκη ως τον Κωστή Παπαγιώργη και από τον Παπανούτσο ως τον Αριστηνό. Σήμερα τα καταρρέοντα έντυπα τα γράφουν υπάλληλοι φανερών και κρυμμένων αφεντικών με τρισβάρβαρα ελληνικά και ανύπαρκτο στιλ. Όσοι έκαναν φίρμες τον Μάκη ή τον Τράγκα και εκδότες τον Χατζησαρίπολο και τον Θέμο, ας απολαύσουν τώρα τα αποτελέσματα της ηλιθιότητας τους. Υστερικές κυρίες αποστραγγίζουν από τα έντυπά τους, όσους τα έκαναν να ξεχωρίζουν νομίζοντας ότι έτσι κάνουν αφενός οικονομία και αφετέρου επίδειξη δύναμης. Φτάνουν μάλιστα σε τέτοιο σημείο βλακείας ώστε να διαφημίζουν έμμεσα ή άμεσα τα free press που οδήγησαν τον τύπο στο τελικό του μαρασμό. Μωραίνει Κύριος…
Από την άλλη ξεσαλωμένοι οι διαφημιστές μπερδεύουν soft porno, υψηλή τέχνη, χοντροκομμένη μπαλαφάρα, ποιητικό ηθικισμό και κάθε είδους πιθηκισμό μπας και σταυρώσουν πελάτη.. Το είπαμε όμως ήδη: Αμ δε….

3) Ολίγον προτού ορκιστεί ο Καραμανλής ο ολίγος πρωθυπουργός είχε δηλώσει, συμμετέχοντας ως τσιφτετέλλην στο γενικότερο εκτσιφτετελισμό του τόπου πως αγαπημένο του τραγούδι ήταν «το Μερτικό μου απ τη χαρά…» Έκτοτε το άσμα αυτό της οδύνης και της κοινωνικής αδικίας τραγουδήθηκε ουκ ολίγες φορές από βαρυαλγούντα golden boys που τους μείωσαν τα bonus σε ανάλογα μουσικά προγράμματα της ΕΡΤ, εμπνεύσεως Θοδωρή Ρουσόπουλου. Το αστείο είναι πως οι ευνοούμενοι και οι ευνοούμενες της ΝΔ κάνουν ακόμη παιχνίδι στην κρατική τηλοψία στοιχίζοντας πανάκριβα και παρουσιάζοντας προγλωσσικές εκπομπές λόγου δηλαδή πολιτικής σπέκουλας ή δημοσίων σχέσεων.
Ο φίλτατος Κοττάκης είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα κ Χυτήρη μου . Σκέφτομαι πως τουλάχιστον τη δημόσια τηλεόραση και το ραδιόφωνο θα μπορούσατε να τα συμμαζέψετε επιβάλλοντας στοιχειώδη ανανέωση, αξιοκρατία και ... οικονομία. Κάποτε την Αγία Παρασκευή διοικούσαν ο Κ. Μπαστιάς, ο Α Βλάχος, Ο Δ. Ρώμας, ο Δ Χορν, Μ Χατζιδάκις, ο Β. Βασιλικός, ο Α. Πεπονής. Σήμερα;

4) Αλίμονο σήμερα όταν αναφερόμαστε σε συνθέτες σύγχρονης μουσικής το μυαλό μας πηγαίνει φευ στον Κραουνάκη ή έστω, στον Ξυδάκη που «μένει με τη μάνα του» καθότι «την εκδίκηση της γυφτιάς» την πληρώνουμε ακόμη με όλο το δήθεν που την υποστηρίζει. Γιαυτό ακριβώς υπενθυμίζω κάποια ονόματα νεοελλήνων συνθετών μήπως και υπάρξει σχετική ισορροπία στη γενικότερη διάχυτη αγραμματοσύνη και αναισθησία: Μιχάλης Αδάμης, Αργύρης Κουνάδης, Μιχάλης Τραυλός, Μπάμπης Κανάς, Χάρης Βρόντος, Μηνάς Αλεξιάδης, Γιώργος Σισιλιάνος, Δημήτρης Τερζάκης, Μιχάλης Χριστοδουλίδης, Χριστόδουλος Χάλαρης. Στέφανος Γαζουλέας, Βασίλης Τενίδης, Δ. Δραγατάκης κλπ. Ονόματα που μου ΄ρχονται ανάκατα στο μυαλό πλάι σε εκείνα του Βάρβογλη, του Πετρίδη, του Μητρόπουλου ή του Αντίοχου Ευαγγελάτου. Ένας σύγχρονος πολιτισμός δηλαδή στην αφάνεια επειδή μονοπωλούν τα πάντα οι συγκεκριμένες υπερεκτιμημένες μετριότητες.

5) Τα κείμενά μου είναι πάντα ad hominem γιατί hominess ευθύνονται για την γενικότερη κατάντια της societas. Γιατί αυτοί κανοναρχούν τον κυρίαρχο λόγο που επαναλαμβάνουν έπειτα υπνωτιστικά οι μάζες. Τιμημένοι ποιητές της αριστεράς που έγιναν χρυσοπληρωμένοι υπάλληλοι του Σημιτικού καθεστώτος κι άλλοι εμπνευσμένοι κοινωνιολόγοι, ακαδημαϊκοί δάσκαλοι που καταδέχτηκαν τους μισθούς της ολυμπιάδας και τις πανάκριβές θέσεις του Βενιζέλου. Αυτοί οι ίδιοι δίνουν σήμερα δακρύβρεχτες συνεντεύξεις σε αριστερά έντυπα αναλύοντας τα αίτια της κρίσης. Το βίο και την πολιτεία τους είχαμε διεξοδικά παρουσιάσει σε αρκετά τεύχη του περιοδικού «Αντί». Αυτά τα συγκεκριμένα κοινωνικά «πρότυπα» ξεκίνησαν τον χορό των «εκπτώσεων» και τις δικαιολογίες του τύπου «αφού αυτός, γιατί όχι κι εγώ;» και φτάσαμε, εδώ που φτάσαμε. Άρα οι «επώνυμοι» οφείλουν πλέον να δικαιολογήσουν το κύρος του επωνύμου τους. Κι άλλο παράδειγμα: Μου αφηγείτο ο Κώστας Γεωργουσόπουλος ότι είχε ζητήσει, όταν ήταν πρόεδρος των καλλιτεχνικών συντάξεων στο ΥΠΠΟ να προσκομίζουν οι ενδιαφερόμενοι βεβαίωση από την εφορία ότι έχουν εισόδημα κατώτερο των 4.000.000 δρχ ετησίως, έτσι ώστε να δικαιολογείται η χορηγία της σύνταξης των 170.000 δρχ μηνιαίως. Είδε λοιπόν έκπληκτος τον Κώστα Τσόκλη στα τέλη της δεκαετίας του ΄90, λίγο πριν το ευρώ να προσκομίζει την πολυπόθητη βεβαίωση και να εισπράττει την σύνταξη, βαθύπλουτος ων. Συμπέρασμα: Όλοι τα έφαγαν και όλοι βούτηξαν τα χέρια τους αδιάντροπα στις τσέπες αυτού, του διαλυμένου κομματοκρατούμενου και πελατειακού κράτους. Όλα τα άλλα είναι πομφόλυγες εφόσον το ΠΑΣΟΚ είναι εδώ, μαζί και η νοοτροπία του.


6) Τελευταία αλλά όχι έσχατη η τηλεοπτική δικτατορία της τηλεδημοκρατίας μας. Το άγος ολόκληρου του πολιτικού μας συστήματος που εξέθρεψε αυτή τη Λερναία Ύδρα. Η τηλεόραση αναπαράγει συστηματικά τον εαυτό της, κύριο της θέμα είναι οι “ήρωες” που κατασκευάζει και που οι “πράξεις” τους ανακυκλώνονται συντηρώντας πολυάριθμες άλλες εκπομπές. Έτσι ο πολύς Λαζόπουλος έκανε γνωστά στο πανελλήνιο όλα τα τηλενούμερα που εμφανίζονται ακόμη και στα πιο περιθωριακά κανάλια υπό το πρόσχημα της σάτιρας. Η δημοκρατία του πεζοδρομίου, με άλλα λόγια. Έκτοτε κυκλοφορούν ελεύθερα στα σαλόνια μας ο κούγιας ή ο άδωνις και λοιποί ανεκδιήγητοι τύποι αφού αυτό επιτάσσει το τηλεμαρκετιγκ. Αλλά και ο σοβαρός κ. Πρετεντέρης θα έχει στο πάνελ του πάντα κάποιον μελανοχίτωνα φωνακλά στο όνομα της ισηγορίας και της ... δημοκρατίας. Συμπέρασμα: Το Σύστημα κλυδωνίζεται και οι υπηρέτες του καμώνονται πως είναι αθώοι του αίματος και ανεύθυνοι για τη κρίση που σοβεί εδώ και δεκαετίες. Ποιος θα τους πιστεύει; Φτωχολογιά, για σένα κάθε μου τηλε- αρπαχτή…Λα, λα, λα!

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

Θριαμβόλεθρος

Σε κάθε οικογένεια της Μαφίας ένας, τουλάχιστον, είναι φιλάνθρωπος. Ο αλτρουισμός του είναι τόσο επαγγελματικός όσο οι δολοφονίες που απεργάζονται οι λοιποί συγγενείς του. Ανθρωπισμός δηλαδή και αγορά, συναισθηματική προσφορά και οικονομική προσφορά σε τέλεια επαγγελματική συνύπαρξη! Αυτό που δεν καταφέραμε να επιτύχουμε όλοι εμείς οι υπόλοιποι θλιβεροί ερασιτέχνες. (Οι επόμενη φιλανθρωπία θα γίνει σε live μετάδοση από το Star. Οι Άγγλοι πάλι έχουν την ανάλογη λέξη Philistines.)



Καθρέφτης

Το ξέρω. Με γνωρίζεις από το πρόσωπό μου. Με γνωρίζεις ως πρόσωπο και ποτέ δεν (με) γνώρισες διαφορετικά. Έτσι δεν μπόρεσε να σου περάσει η ιδέα ότι το πρόσωπό μου δεν είμαι εγώ.” Ο Πωλ απάντησε με την καρτερική στοργή ενός γέρου γιατρού: “Πώς μπορείς να παριστάνεις ότι δεν είσαι το πρόσωπό σου; Ποιος βρίσκεται πίσω από το πρόσωπό σου; Φαντάσου ότι έχεις ζήσει σ έναν κόσμο όπου δεν υπάρχουν καθρέφτες. Θα το είχες ονειρευτεί το πρόσωπό σου, θα το είχες φανταστεί σαν ένα είδος εξωτερικής αντανάκλασης αυτού που θα υπήρχε μέσα σου. Κι έπειτα, υπόθεσε ότι στα σαράντα σου χρόνια θα σου έτειναν έναν καθρέφτη. Φαντάσου τη φρίκη σου. Θα είχες δει ένα τελείως ξένο πρόσωπο. Και θα είχες καταλάβει καθαρά αυτό που αρνείσαι να παραδεχτείς: το πρόσωπό σου δεν είσαι εσύ.”

Μίλαν Κούντερα, «Η Αθανασία» εκδ. Εστία, μτφρ. Κατερίνα Δασκαλάκη, Αθήνα 1991


Η πρώτη εκδήλωση πολιτισμού πριν την ταφή των νεκρών ή την χρήση της φωτιάς, είναι η ανακάλυψη του ειδώλου, η αντανάκλαση του εαυτού σε μιαν ακίνητη επιφάνεια. Σε μια λίμνη – καθρέπτη. Είναι τότε που ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του και ταυτίζει τη συνείδηση του εγώ του με κάτι άλλο εκεί έξω. Το πρόσωπό του γίνεται ο αντικειμενικός προσδιορισμός ενός απροσδιόριστου αριθμού μη αντικειμενικών πραγμάτων. Είναι τότε που η κλίση της προσωπικής αντωνυμίας γίνεται εξίσου αυθαίρετη όσο και αναγκαία όπως και μια μαθηματική εξίσωση. Τι σημαίνει “εγώ”; Να όλος μας ο πολιτισμός στον πιο αυταπόδεικτο παραλογισμό του. Ας γυρίσουμε όμως πάλι σ' εκείνο το ον που συλλαβίζει το πρόσωπό του εμπρός σε έναν καθρέφτη, ή τη σκιά του στο τοίχο. Μπορεί να είναι ο Νάρκισσος που τρελαίνεται από έρωτα για κάτι που δεν μπορεί να αγγίξει, μπορεί να είναι ο Rembrandt που ψάχνει στις αλλεπάλληλες αυτοπροσωπογραφίες του την αιτία που τον γερνά κάθε μέρα και πιο πολύ, την αιτία της δυστυχίας του. Ένα πράγμα είναι βέβαιο: Αυτός εκεί έξω είμαι εγώ εδώ μέσα. Ασύλληπτο! Ίσως γι αυτό οι ψυχολόγοι έχουν ονομάσει εκείνη την περίοδο της βρεφικής ηλικίας που το νήπιο αναγνωρίζει έκθαμβο το είδωλό του «εποχή του καθρέφτη». Πράγμα που τους απαλλάσσει από την υποχρέωση περαιτέρω εξηγήσεων ή ερμηνειών. Ο Κούντερα πάλι στην «Αθανασία» του βάζει την Ανιές να διαμαρτύρεται στον Πωλ ότι όχι δεν ταυτίζεται αυτή και το πρόσωπό της. Υπονοώντας ίσως πως το πρόσωπό μας είναι μια κοινωνική σύμβαση, μια εφεύρεση που υποτίθεται ότι δείχνει όσα δεν δείχνονται. Ό,τι δηλαδή ήταν η ζωγραφική κατά τον πασίγνωστο ορισμό του Paul Klee. Κι εγώ προχωράω ακόμη περισσότερο και λέω πως το πρόσωπο δεν υπάρχει. Πως υπάρχουν μόνο οι άπειροι καθρέφτες που κάποτε καθρέφτισαν τα άπειρα των απείρων πρόσωπα· τα οποία εντούτοις δεν υπάρχουν πια. Σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Αλλά και οι ίδιοι οι καθρέφτες έσπασαν θάμπωσαν ή θα σπάσουν κι αυτοί κάποτε προμηνύοντας άπειρες επταετίες γρουσουζιάς. Στο διηνεκές. Όμως πως μπορεί ένα πρόσωπο να μην υπάρχει; Έστω λοιπόν πως υπάρχει, για την τιμή της μνήμης, ένα κοριτσίστικο πρόσωπο που κάποτε μας κοίταξε και γιαυτό χαράχτηκε ανεξίτηλα στη συνείδηση μας. Υπάρχει λοιπόν όσο εξακολουθεί να υπάρχει η ανάμνησή της. Το δικό μας όμως αποκλειστικό πρόσωπο όσο νομίζουμε ότι το διαφεντεύουμε τόσο αυτό μας διαφεύγει. Κάθε μέρα γίνεται ανεπαισθήτως πιο διαφορετικό όσο και αν εξορκίζουμε τον καθρέφτη μας πυρετικά για το αντίθετο. Όσο κι αν κοιταζόμαστε με φόβο και με μάτια, στην πραγματικότητα, μισόκλειστα. Το πρόσωπο μας φεύγει, μα διαφεύγει σαν να μην υπήρξε ποτέ. Για παράδειγμα, ποιο πρόσωπο θα διαλέγαμε να μας αντιπροσωπεύει στην αιωνιότητα, με ποια προσωπίδα θα θέλαμε ν αναστηθούμε όταν ηχήσουν οι σάλπιγγες; Με το πρόσωπο των είκοσι, των σαράντα, των εξήντα χρόνων; Ή, με μια σύνθεση όλων αυτών βγαλμένη από ένα θεϊκό και γιαυτό ακριβοδίκαιο υπολογιστή; Κι έτσι όμως αν είναι, εκείνο το πρόσωπο που πρωτοσυλλάβισε μια πρόταση, που πρωτοφίλησε ένα άλλο πρόσωπο – φιλώντας κατ ουσίαν το πρόσωπό του – εκείνο το πρόσωπο που ακτινοβολούσε στον καθρέφτη του μπάνιου ενώ ετοιμαζόταν για ένα βραδινό χορό, για κάποια θριαμβευτική επέτειο, για κάποια στιγμή δόξας ή χαράς δεν θα το ξαναδούμε ποτέ πια. Και ίσως για αυτό φτάνουμε στο θλιβερό συμπέρασμα πως το πρόσωπό μας δεν το είδαμε ποτέ παρά μόνο αρκεστήκαμε όλα αυτά τα χρόνια σε χλωμές καθημερινές εκδοχές ενός τριαντάφυλλου που όσο πιο πολύ φυλλορροούσε τόσο πιο πολύ άγγιζε το τίποτε. Η Ανιές η γυναίκα του Πωλ συνειδητοποίησε ότι δεν αγαπούσε πια τον άντρα της όταν κατάλαβε πόσο πολύ έμοιαζε στη μάνα του. « Ήταν σαν να είχε ξαπλωμένη επάνω της μια γηραιά κυρία» γράφει ο Κούντερα Κι ο Ηράκλειτος πάλι αυτό εννοεί όταν ισχυρίζεται ότι δεν μπορούμε να μπούμε δυο φορές το ίδιο ποτάμι. Κάθε στιγμή το καθρέφτισμα του εαυτού μας είναι διαφορετικό, το πρόσωπό μας έχει αλλάξει αδιόρατα. Πράγμα που σημαίνει ότι κι εμείς οι ίδιοι έχουμε ανεπαίσθητα όσο και αναπότρεπτα αλλάξει!





ΥΓ. 1 Μιλώντας για καθρέφτες και είδωλα το μυαλό μου πάει στη μακρόβια, ίσως λόγω δημοσιοϋπαλληλικής νοοτροπίας εκπομπή της ΕΡΤ «Η εποχή των εικόνων». Τι αφελής στη ματαιόδοξη πόζα του, τίτλος! Σίγουρα τον σκέφτηκε κάποιος διανοούμενος εικαστικός και τον σφύριξε στην αειθαλή παρουσιάστρια. Κι αυτή τον υιοθέτησε, αβασάνιστα. Λες και υπήρξαν εποχές χωρίς εικόνες ή λες και η εποχή μας δεν χαρακτηρίζεται κυρίως τόσο από την καταβαράθρωση της εικόνας μέσα από την ηλεκτρονική της τερατογονία όσο και από την έκλειψη του οποιουδήποτε νοήματος. Αν λοιπόν αυτάρεσκα εκθειάζουμε μιαν εποχή των εικόνων, τότε απλώς δεν έχουμε αντιληφθεί σε ποια κρίση των εικόνων ζούμε. Δηλαδή σε ποια κρίση του λόγου ο οποίος και παραμένει ο μόνος που μπορεί να νοηματοδοτήσει εικόνες. Όλα τα άλλα είναι μπούρδες. Δηλαδή τηλεοπτικές ευκολίες οι οποίες οφείλουν να συρρικνώσουν τη σκέψη σε σύντομες, εύληπτες ατάκες αλλά και την ίδια την οπτική διαδικασία, τη χαρά του οράν σ' ένα κατασκευασμένο σοκ, που θα ζήσει τόσο όσο του επιτρέψει η εμφάνιση ενός καινούριου σοκ πολύ πιο κατασκευασμένου πολύ πιο «θεαματικού». Αυτή είναι η εποχή των εικόνων “τους”. Δηλαδή μια περίοδος όπου η υπερπροσφορά της οπτικής φλυαρίας απαγορεύει σχεδόν τη δημιουργία οπτικής συνείδησης. Εννοώ ουσιαστικής σχέσης τόσο με τις εικόνες όσο, και τα περιεχόμενα τους. Πραγματικά ή υποτιθέμενα. Έστω κι έτσι όμως μια εικόνα, δηλαδή κατ ουσίαν ένα συμβολοποιημένο “κείμενο”, μια πληροφορία κωδικοποιημένη αλλιώς, πέραν της γραφής, της βασικής δηλαδή μήτρας κάθε εικονοποιίας, αποτελούσε ανέκαθεν αφορμή για σκέψη. Αλλιώς δεν είχε λόγο ύπαρξης. Και μην ξεχνάμε πως ποτέ δεν υπήρξε συγκλονιστικότερη εικόνα από εκείνη της γραφής της ίδιας. Η οποία και εγκαινίαζε τις εποχές των εικόνων. Ανέκαθεν...



Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011

ΦYNTANIΔHΣ, ΛOBEPΔOΣ και AΛΛEΣ IΣTOPIEΣ

Κύριε Λοβέρδε, τα φακελάκια στα δημόσια νοσοκομεία πάνε σύννεφο. H ταρίφα κυμαίνεται ανάμεσα στα 1500 και 3000 ευρώ. Όπως επίσης, και τα καθ’ υπερβολήν χειρουργεία που γίνονται εκ περισσού γιατί εξασφαλίζουν αυτήν τη μεταφυσική σχέση ανάμεσα σε χειρουργό και ασθενή, που μεθερμηνεύεται στην αργκό του νεοελληνικού Φαρ Oυέστ: Tα λεφτά σου ή τη ζωή σου.

Oι Έλληνες γιατροί, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, είναι μονομερείς, αγράμματοι επαγγελματίες που έχουν ταυτίσει το λειτούργημά τους με μια μεσσιανική, άκρως προσοδοφόρα, αντίληψη. Mικροί Iεχωβά έχουν το απόλυτο ύφος και τους κακούς τρόπους του προτύπου τους ιδιαίτερα όταν καταριέται το ανθρώπινο γένος στην Παλαιά Διαθήκη.

Tο Σύστημα Yγείας δεκαετίες τώρα φτιάχτηκε για να πλουτίζει, σε βάρος των ασφαλισμένων και των απόκληρων της ζωής, γιατρούς, φαρμακοποιούς, εταιρίες φαρμάκων, προμηθευτές - εισαγωγείς και τα πολυάριθμα τρωκτικά του IKA και των δημόσιων νοσοκομείων. Mεγαλογιατροί που απασχολούνται συγχρόνως στα πανεπιστήμια και τα πανάκριβα ιατρεία τους αποτελούν τους στύλους του συστήματος.

Δεξιοί ή Πασόκοι είναι το ίδιο πράγμα. Mόνο που οι δεύτεροι είναι πιο ασύδοτοι και πιο ξεδιάντροποι. Σε καμιά άλλη χώρα της Eυρώπης η ιατρική δεν παρέχεται με τέτοιον αγοραίο, εμπορευματικό - εκβιαστικό τρόπο, απογυμνωμένη από κάθε ηθική ή ανθρωπιστική διάσταση.

Oι Έλληνες γιατροί πολύ γρήγορα εκπαιδεύονται να είναι γκάνγκστερς με λευκές ρόμπες. Άλλοθί τους το ό,τι ταλαιπωρήθηκαν πολύ στις σπουδές τους. Eκεί ίσως οφείλεται και η επιστημονική τους ανεπάρκεια –κακοί ή αδιάφοροι φοιτητές, κάκιστοι ή ελλειμματικότατοι επαγγελματίες. Θα μου πείτε πως υπάρχουν εξαιρέσεις και θα συμφωνήσω. Μόνο που αυτές επιβεβαιώνουν τον αισχρό κανόνα. Θέλετε ένα παράδειγμα; υπολογίζεται πως στην Ελλάδα γίνονται περί τις 300.000 παράνομες πλην χρυσοφόρες αμβλώσεις το χρόνο, με τη ταρίφα να ξεκινάει από 500 ευρώ! Άλλο παράδειγμα: Γιατί έχουμε άραγε αναλογικά στο τόπο μας το μεγαλύτερο ποσοστό καισαρικών τομών; Επειδή η μεταφυσική του μαχαιριού κόβει μονέδα. Tόση συσσωρευμένη ανικανότητα αλλά και τόσος ιταμός ωφελιμισμός καθιστούν τα συνδικάτα τους πανίσχυρα. Tι να σου κάνει και ο Λοβέρδος; O οποίος πάντως αποδεικνύεται ο πιο αποφασισμένος υπουργός Yγείας εδώ και πολλά χρόνια. Σας θυμίζω τον Aβραμόπουλο ή τον Kακλαμάνη, γλοιώδεις λακέδες του πανίσχυρου ιατρικού κατεστημένου και υποστηρικτές της πανάκριβης ιδιωτικής υγείας που προώθησαν στον τόπο γνωστοί και μη εξαιρετέοι «επιχειρηματίες». Eξωνημένη υγεία, διεφθαρμένη ή αναποτελεσματική δικαιοσύνη, αποτυχημένη-εργαλειακή παιδεία, ανευθυνοϋπεύθυνη, ασπόνδυλη πολιτική ηγεσία ανίκανη και να εμπνεύσει και να εμπνευστεί, να τα αίτια της μακροχρόνιας κρίσης, η οποία φωνάζουμε, μόνο παρεπιμπτόντως είναι και οικονομική.

O τόπος βουλιάζει με μουσικές και φανφάρες δεκαετίες τώρα! Mε την πνευματική του ηγεσία να καθεύδει. Το πιο απογοητευτικό απ' όλα.


Y.Γ1.: Tο να είσαι ο Φυντανίδης και να κάνεις απ’ την κρατική τηλεόραση ανώδυνες μουσικές (!) εκπομπούλες στα χνάρια του πάλαι ποτέ τρομερού διώκτη της ανομίας και νυν κονφερανσιέ ελαφρολαϊκών συγκροτημάτων Mάκη, σημαίνει ότι αυτό που ήθελες κατά βάθος στη ζωή σου ήταν… να τραγουδήσεις. Aντί έρευνας, αποκαλύψεων γνώμης, ρήξεων, τσιφτετέλια και μπουζούκια. Τσιφτετέλληνες τρελαμένοι απ’ το χρήμα, ο ιδιόμορφος Tιτανικός μας. Nα είσαι λοιπόν ο Φυντανίδης και να εμφανίζεσαι ως Σπύρος Παπαδόπουλος. Nα έχεις στη συντροφιά σου τον Σκαμπαρδώνη και να μη μιλάς για λογοτεχνία αλλά να κάνεις αστειάκια. Η χώρα της μπαλαφάρας, με τα –ξεκαρδισμένα– υπερεκτιμημένα της μεγέθη. Kαι η κρίσιμη ερώτηση: «Πόσο στοιχίζει άραγε η εκπομπή του συν τα θεάματα και τις μούζικες; Λιγότερο ή περισσότερο από της Mάγιας;» Πάντως, ο μισθός του Σεραφείμ στην «Eλευθεροτυπία» ήταν 55.000 ευρώ κατατεθειμένα σε ειδική, προσωπική εταιρία. Eίπαμε: το πιο τραυματικό σύμπτωμα της εποχής είναι ότι κανένα «μέγεθος» δεν έχει συνείδηση του μεγέθους του στη συλλογική συνείδηση. Oύτε φιλοδοξεί να γίνει σημείο αναφοράς.

Y.Γ2.: Κατήγγειλε τις προάλλες η κ. Mπακογιάννη στο ΣKAI και στους δημοσιογράφους - διαφημιστές του Mπεσέλ προάκτιβ Λυριντζή - Oικονόμου, εκείνο τον εκδότη που κυκλοφορούσε στην Eυρώπη με εκατομμύρια μαύρου χρήματος στις αποσκευές του. Tα είπε όλα πλην του ονόματός του. Σεμνότης και διακριτικότης ή κάτι χειρότερο; Eν πάση περιπτώσει, ο εκδότης είναι ο γνωστός Θέμος, που κάνει χρόνια μια soft πορνό εκπομπή στο κανάλι του Minus Kyriakou και που υπήρξε τόσο το πουλαίν του Kίτσου στην «Eλευθεροτυπία» όσο και του Σταύρου στο BHMA, προτού καταστεί εκδότης με δόξα και τιμή και με τις υψηλές τιμές του κιμπάρη κ. Mπόμπολα. Aν όμως, ο Θέμος εξασφάλισε τη συγκλονιστική δημοσιογραφική επιτυχία της δημοσίευσης των ερωτικών σκηνών Tζέκου - Zαχόπουλου, ο άλλος βαρυσήμαντος εκδότης Xατζησαρίπολος, μοίρασε το πόνημα της κ. Tζέκου προς δόξαν της ενημέρωσης από την Kυριακάτικη φυλλάδα του. Bλέπετε στην Eλλάδα το κύρος, το ήθος, η οξύνοια, η αισθητική και η πνευματικότητα πάνε πάντα μαζί, πακέτο.

Y.Γ3.: Διερωτώμαι ποιος είναι περισσότερο νεκρός, ο ευπατρίδης - αριστερός Aντώνης Kαρκαγιάννης ή οι διάφοροι ζωντανόνεκροι τίποτε, που υποκρίνονται τους δημοσιογράφους στα τηλεπαράθυρα; Tα κείμενα του αείμνηστου φίλου μου Aντώνη είναι περισσότερο επίκαιρα και ζωντανά σήμερα παρά ποτέ άλλοτε.

Y.Γ4.: Tι μέγεθος, ραγδαία συρρικνούμενο, και ο κύριος Bερέμης! Δεν είναι ότι γράφει την ιστορία κατ’ επιταγήν (κυριολεκτικά) και αλλάζει την άποψη του περί έθνους - κράτους κάθε βδομάδα, είναι και το ότι ενέταξε το όποιο ακαδημαϊκό του μέγεθος στο διαφημιστικό δυναμικό ενός κεντρικού εφοπλιστικού μαγαζιού. Tα ρέστα μου κύριε Ρέστη μου!

Y.Γ5.: Τόση μπάλα και τόσοι μπάτσοι ούτε και στον καιρό της χούντας. Αποβλάκωση και αποκτήνωση εξασφαλισμένες.


Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Θεσμικοί Καρκίνοι

Από τη σοβούσα κρίση η οποία είναι περισσότερο κοινωνική-ιδεολογική και λιγότερο οικονομική, κάποτε θα συνέλθουμε. Και, ενδεχομένως, όλη αυτή η “ταλαιπωρία” να λειτουργήσει παιδαγωγικά για μια κοινωνία που έμαθε να δικαιούται τα πάντα χωρίς να προσφέρει τίποτε. Όμως η πολιτιστική-πνευματική καχεξία δεν θ' ανατραπεί εύκολα. Κυρίως επειδή είμαστε ο τόπος του πιο αφόρητου συντηρητισμού του πιο ανερυθρίαστου δήθεν. Όλα, πλέον, σερβίρονται σε μορφή light και σε σχήμα κωλότσεπης ώστε ώστε να μην θίγει ή τρομάξει το μέσο, κυρίαρχο, γούστο. Και βέβαια απαγορεύονται δια ροπάλου η κριτική -εκτός κι αν είναι αλληλολειχίες, βαρβαριστί αλλαξοκωλιές, ημετέρων-, προπηλακίζεται ο διάλογος, ιδιαίτερα ο οξύς, και μένουν, μόνες, οι υλακές των τηλε-προσωπείων και οι ατάκες τους. Όσο πιο σύντομες τόσο καλύτερα. Το κοινό διψάει για το ευσύνοπτο και οι κυρίαρχες πολιτικές λατρεύουν τη μεταφορά της α-κυριολεξίας σε μορφή σλόγκαν. Πχ. “Ο λαός στην εξουσία” και καθαρίσαμε! Ποιος είπε ότι το μέγεθος δεν παίζει ρόλο; Απόρροια όλων αυτών είναι ο δραματικός απορφανισμός του λόγου και η υποκατάστασή του από ένα ιδιόλεκτο προγλωσσικού χαρακτήρα που κορδακίζεται για τον πλούτο των 150 λέξεων και των ισάριθμων σκέψεων που διαθέτει. Αυτό το είδος μιλιέται ευρύτατα από τους μαθητές του λυκείου ως τους αγορητές του Κυνοβουλίου. Η ίδια σκυλάδικη αισθητική έχει σταδιακά εισχωρήσει παντού. Από το Μέγαρο Μουσικής ως την Εθνική Πινακοθήκη. Πολύτιμος αρωγός της ο παντοδύναμος λαϊκισμός που βασιλεύει στον τόπο επί 30 χρόνια. Α, και να μην ξεχάσουμε και τους χορηγούς μας. Τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο ξεπλένει κάθε τοπική μαφία τις αμαρτίες της δημιουργώντας γοητευτικές εξισώσεις του τύπου Ίντραλοτ-Μεγάρου κλπ. Πρόκειται για τον κυρίαρχο λαϊκισμό που περιέγραψε μοναδικά ο Παναγιώτης Κονδύλης και εικονογράφησε με το έργο του “Ο, τι θέλει ο λαός από πίσω κι από μπρος” ο Βλάσης Κανιάρης. Δυο από τις ελάχιστες περιπτώσεις αντίστασης σε αυτή την πλημμυρίδα του δήθεν που αποτελεί πλέον τον θεσμικό καρκίνο της χώρας. (Να μην ξεχάσουμε ανάμεσα στις ευάριθμες περιπτώσεις αντίστασης τον Βασίλη Καραποστόλη, τον Κωστή Παπαγιώργη, τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, τον αείμνηστο αναρχικό πότη-ποιητή Ηλία Λάγιο, το Αντί του Παπουτσάκη.)

Να, τώρα, ένα παράδειγμα πολιτιστικής αφασίας: Ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε την εθνική μας συμμετοχή στην εικαστική Biennale της Βενετίας είναι αποκαλυπτικός της γενικότερης πολιτιστικής μας υστέρησης. Αφενός η πολιτεία αργά, βαριεστημένα και με τραγική καθυστέρηση, κινητοποιεί τους αντιδραστικούς μηχανισμούς της -σύμβουλους, υπάλληλους, πολιτιστικάριους και λοιπούς μισθοφόρους της τέχνης -για να επιλεγεί ο εκπρόσωπός μας και αφετέρου όλη η εικαστική κοινότητα μπαίνει στον πειρασμό να πιστέψει στο θαύμα, να συμμετάσχει στις αξιοκρατικές(;) φευ, διαδικασίες μήπως και διεκδικήσει την έξοδο της από την πνιγηρή ενδοχώρα. Προσωπικά, αυτά τα ρεσάλτα μου θυμίζουν την έξοδο του Μεσολογγίου και τη τύχη του. Είναι τέτοια η ανυδρία και η ανυπαρξία πολιτιστικής δράσης ώστε κάθε δυο χρόνια δεκάδες καλλιτέχνες ονειρεύονται μιαν αλλαγή, ένα ζωντάνεμα, διάβολε, του νεκρωμένου σκηνικού το οποίο όμως δεν θα γίνει ποτέ.

Επαναλαμβάνω: Ο χώρος των εικαστικών είναι ο πιο αδικημένος εφόσον παραμένει ο λιγότερο κρατικοδίαιτος. Ακόμη και στα κρατικά μουσεία πλέον οι καλλιτέχνες εξ ιδίων χρηματοδοτούν τις εκθέσεις τους. Όποιος διαθέτει χορηγό, εξασφαλίζει και έκθεση. Αυτό υπαγορεύει η λογική της πιο αγοραίας αγοράς (κατά σύμπτωση και η πολιτική του υπουργείου πολιτισμού. Το οποίο δεν φημίζεται για τη λογική του). Γνωρίζω τα μυστικά των επι-ντροπών της Biennale από το 1990. Έως πρόσφατα τις ταλάνιζε το όνειδος της άρνησης να αποσταλεί ο Σαμαράς στα giardini της Γαληνότατης, όνειδος που ξεπλύθηκε πάλι μ' επονείδιστο τρόπο. Οι γνωρίζοντες γνωρίζουν εν πάση περίπτωσει για την 54η Biennale του 2011η επιτροπή συγκροτήθηκε μόλις το Δεκέμβριο του 2010 και η επιλογή της επισημοποιήθηκε τον τρέχοντα Ιανουάριο! Τέτοια ταχύτητα ούτε ο Ζαχόπουλος! Βέβαια τα άλλα κράτη έχουν ανακοινώσει τις συμμετοχές τους από το καλοκαίρι! Αντιλαμβάνεται κανείς πως τα περιθώρια για μιαν αξιοπρεπή εμφάνιση έχουν περιοριστεί δραστικά. Βέβαια κάτι τέτοιο δεν απασχολεί τους γραφειοκράτες του υπουργείου. Αν συνυπολογίσει κανείς και την οικονομική ένδεια, μπορεί κανείς εύκολα να αντιληφθεί το αποτέλεσμα.

Παρ' όλα αυτά και φέτος οι υποψηφιότητες ήσαν υψηλού επιπέδου και συγκροτούσαν από μόνες τους ένα sui generis “μουσείο” σύγχρονης τέχνης. Ένα μουσείο που θα το κανοναρχούσε η ανάγκη έκφρασης και η φιλοδοξία του δημιουργού και όχι η αυθαίρετη “θεωρία” ενός καρεκλοκένταυρου. Τι θέλω να πω: Φέτος η επιτροπή επέλεξε την καθ' όλα άξια και αθόρυβη Διοχάντη με το πολύ σημαντικό έργο και την εξαιρετική της παρουσία τον περασμένο Σεπτέμβριο στην Ελευσίνα. Η Διοχάντη δουλεύει κυρίως με τον χώρο και εξ ορισμού είναι μια δημιουργός ιδανική για μεγάλες εκθέσεις. Και οι λοιπές όμως υποψηφιότητες ήταν μπιεναλικών προδιαγραφών: Ο Νάκης Παναγιωτίδης σε πρόταση του Bruno Corra, το δίδυμο Κυριάκου Κατζουράκη - Μπάμπη Βενετόπουλου, συνεπικουρούμενο από τους Ζουρούδη -Τσιρώνη, ο Γιώργος Χαρβαλιάς και η προφητική video-αλληγορία του, ο Γιώργος Τσακίρης, ο Μανώλης Μπαμπούσης, η πολυσυλλεκτική πρόταση της Νάντιας Αργυροπούλου που συνδυάζει Έλληνες και ξένους τόσο καλλιτέχνες όσο και θεωρητικούς. Ευφυές!

Προτείνω λοιπόν όλες αυτές οι προτάσεις δημοκρατικά μετά το πέρας της Biennale, δηλαδή το προσεχές φθινόπωρο, να εκτεθούν κάπου στην Αθήνα. Το κόστος είναι ελάχιστο και το όφελος τεράστιο. Ο εκθεσιακός χώρος της ΑΣΚΤ είναι ο ιδανικός (αφήστε που σήμερα υπολειτουργεί, πράγμα αδιανόητο για έναν ζωντανό οργανισμό όπως είναι το Πανεπιστήμιο). Έπειτα οι προτάσεις αυτές θα μπορούσαν να προωθηθούν στο εξωτερικό. Με τη κατάλληλη βέβαια πολιτική υποστήριξη. Το ΥΠΕΞ και το ΥΠΠΟΤ θα έπρεπε να διοργανώνουν εκδηλώσεις εξωστρέφειας ως πρεσβευτές του νεοελληνικού πολιτισμού από τη Κωνσταντινούπολη ως τη Νέα Υόρκη. Η αντεπίθεση για την υποστήριξη μιας “άλλης” Ελλάδας θα έπρεπε να είχε αρχίσει. Μας αφορά όλους γιατί μαζί τα φάγαμε. Εξάλλου λεφτά υπάρχουν! Όπως φάνηκε από το Marathon Project. Ο ΟΠΑΠ να ναι καλά και η παραοικονομία του ποδοσφαίρου. Γνωστές όσο και δυσώδεις αλήθειες. Τα διαμάντια στα σκατά, η πιο προ προσφυής αλληγορία του καπιταλισμού. Αρκεί να τολμήσουν οι υπεύθυνοι. Και να μην θεωρήσουν σκατά και διαμάντια αποκλειστικά ιδιωτικό τους νιτερέσο. Ακούει κανείς; Ή, ο θεσμικός καρκίνος έχει κλείσει όλους τους ακουστικούς πόρους αυτού του τόπου;