Για τον Πολιτισμό και την
Μελαγχολία του
Η ποιότητα του πολιτισμού ενός τόπου είναι ευθέως ανάλογη προς
το κύρος και το ήθος όσων συγκροτούν τον πολιτισμό αυτό (θεσμικών παραγόντων,
δημιουργών, ακαδημαϊκών δασκάλων, θεωρητικών, κριτικών, εμπλεκομένων πολιτικών
κλπ). Στην χώρα μας πολιτισμός συνήθως σημαίνει δημόσιες σχέσεις, ίντριγκες,
προσωπικές στρατηγικές και κομματική σπέκουλα χαμηλού επιπέδου. Εξ αιτίας αυτού
του κλίματος ελλείπουν οι ουσιαστικοί διάλογοι, οι ιδεολογικές συγκρούσεις, η
γενικότερη πνευματική ανησυχία και άρα η μεγάλη δημιουργία. Απλώς σκεφθείτε
ποιοι έχουν διαδεχτεί σήμερα τον Χειμωνά, τον Καρούζο, τον Ταχτσή, την
Καραπάνου, τον Κουν, τον Χορν, την Παξινού, την Ζαβιτσιάνου, τον Μόραλη, τον
Διαμαντή Διαμαντόπουλο, την Κατράκη, τον Σκλάβο, τον Χατζιδάκι, τον Κανιάρη,
τον Βασίλη Διαμαντόπουλο, τον Γκίκα, τον Βολανάκη, τον Λάππα, τον Μουρσελά, τον
Μάτεσι, την Συνοδινού, τον Κώστα Πασχάλη, τον Δραγατάκη, τον Βασίλη Φωτόπουλο
κλπ. (Αυτό που θα ονόμαζα το αισθητικό ύφος μιας εποχής). Μικροί άνθρωποι κατά
κανόνα σε μεγάλους ρόλους δηλαδή... Ακόμη και η υπουργός Πολιτισμού, σημαντική
ηθοποιός κατά τ’ άλλα, γρήγορα έδειξε τις περιορισμένες της δυνατότητες σαν
υβρίδιο άλλοτε της Μελίνας κι άλλοτε της Ειρήνης Παππά. Και να πεις ότι δεν
είχε επιλογές ο μοιραίος Αλέξης; Μάνια Παπαδημητρίου, Κάτια Γέρου, Εύα Κοταμανίδου
αλλά και ο συνεπής συνδικαλιστής Ρήγας Αξελός, όλοι τους από τα σπλάχνα του
κόμματος κι όχι αλεξιπτωτιστές.
Στις αρχές του νέου αιώνα είχα κυκλοφορήσει ένα βιβλίο με
πρόλογο του Αντώνη Καρκαγιάννη και τίτλο “Ο πολιτισμός στην εποχή της μελαγχολίας”.
Φοβάμαι πως σήμερα θα πρόσθετα στον τίτλο “…και της παρακμής”. Κυρίως λόγω της
μετριοκρατίας που ταλανίζει τα πολιτιστικά μας ζητήματα. Ας αρχίσουμε
ενδεικτικά από την πολιτεία και τις σχετικές στρατηγικές της. Και η κυβέρνηση
και τα λοιπά κόμματα εξουσίας δεν έχουν - παρά τις περί του αντιθέτου
διακηρύξεις τους - την παραμικρή άποψη για το τι είναι πολιτισμός, για το πως
ασκείται η πολιτική του, ούτε και την παραμικρή επιθυμία να εμπλακούν λίγο πιο
σοβαρά σ’ ένα θέμα, κατά τ’ άλλα, εθνικής σημασίας. Υπουργείο Πολιτισμού είναι
ο χώρος που παραδοσιακά “αδειάζουν” στο τέλος κάθε ανασχηματισμού όποιον άτυχο
περίσσεψε από τα υπόλοιπα, “σοβαρά” υπουργεία. Έτσι κατά καιρούς έλαμψαν στην
θέση αυτή ο Λιάπης, ο Κούβελας, ο Βουλγαράκης, ο Πάνος Παναγιωτόπουλος, ο
Κωστάκης, ο Γιωργάκης, η Ντόρα, ο Αλέξης, ο Μπαλτάς κλπ. Παρένθεση: Έχω
αποκαλέσει τον Αλέξη μοιραίο και για την απίστευτη ανεπάρκεια του στα θέματα
κουλτούρας, εκεί δηλαδή που παραδοσιακά υπερτερούσε η αριστερά. Ο Τσίπρας
οδήγησε παρά τις εκλογικές του επιτυχίες στην ύστατη και οριστική ήττα της
Αριστεράς μετά τον Γράμμο ακυρώνοντας το παράδειγμα της γενιάς των
Μακρονησιωτών και της γενιάς που αντιστάθηκε στην Δικτατορία. Ο εθνικολαϊκισμός
είναι η δική του απάντηση στην αισθητική της “Επιθεώρησης Τέχνης”, του “Αντί”
και του “Πολίτη”. Γιαυτό και δεν εκτιμώ τους καλλιτέχνες που συνεργάζονται με
τους Συριζανέλ παρότι διεκδικούν προοδευτικές περγαμηνές. Ο δεξιός Λούκος
υπήρξε απείρως πιο έντιμος. Και ο έσχατος ξεπεσμός του Σύριζα είναι το ότι
χρησιμοποιεί την υποκουλτούρα των Εξαρχείων και την αισθητική των καταστροφών
ως απόδειξη αριστεροσύνης.
Στο θέμα μας πάλι : Είναι ενδεικτικό ότι η πλειονότητα των
υπουργών πολιτισμού μπαίνουν για πρώτη φορά στην Εθνική Πινακοθήκη, το
Βυζαντινό Μουσείο ή την Εθνική Λυρική Σκηνή μετά την ανάληψη των υψηλών
καθηκόντων τους! (Για να μην ξαναπατήσουν, ανακουφισμένοι, όταν εγκαταλείψουν
την Μπουμπουλίνας). Τέτοια απόσταση από το αντικείμενο. Κάποτε τους υπουργούς
διόριζε αποκλειστικά ο Χρήστος Λαμπράκης, σήμερα την δύσκολη αυτή επιλογή έχουν
αναλάβει οι έρμοι, οι απειρόκαλλοι πρωθυπουργοί.
Ο χειρότερος πάντων όμως και πιο επικίνδυνος υπήρξε ο Ευάγγελος
Βενιζέλος· ιδίως με τον υπουργοκεντρικό και φασίζοντα Πολυνόμο του συνέπεια του
οποίου είναι, εκτός των άλλων, η διοικητική κατάντια και η έλλειψη αυτονομίας
και πόρων των μεγάλων μουσείων της χώρας.
Προσωπικά δεν έχω τίποτε εναντίον της κ. Λαμπράκη, της κ.
Κοσκινά, της κ. Καφέτση, το θεωρώ όμως σκανδαλώδες να διορίζονται κατ’
επανάληψη και καταχρηστικά χωρίς ανοιχτή προκήρυξη της θέσης διευθυντή και
διεθνή - γιατί όχι; - υποβολή υποψηφιοτήτων. Πράγμα που υπήρξε ανέκαθεν η
επίσημη θέση και του ΚΚΕ και του Συνασπισμού. Είναι δηλαδή άθλιο να
διατηρούνται στην θέση τους, παρά την πανθομολογούμενη αποτυχία τους. Και για
να μην ειπωθεί ότι γράφω έτσι λόγω διαψευσμένων φιλοδοξιών, σάς πληροφορώ πως
δεν περιμένω τίποτε από την εξουσία και το Σύστημα που την κυοφορεί αφ’ ης
στιγμής ασκώ σταθερά οξύτατη κριτική και στο σύστημα και στην εκάστοτε εξουσία
του. Αφ’ στιγμής έχω διαρρήξει ακόμη και τις προσωπικές μου σχέσεις με την
κυβερνώσα αριστερά. Αυτήν που πρώτα ψηφίζει θρηνώντας μνημόνια και έπειτα
διαδηλώνει εναντίον της αριστερής εξουσίας!
Η αβάσταχτη γοητεία του τέλματος
Βρισκόμαστε λοιπόν
στο σημείο μηδέν όπου οι συλλογικοί, πολιτικοί μας μύθοι έχουν κενωθεί πλήρως
από τα μηνύματα ή τους συμβολισμούς τους σαν να μην ίσχυσαν ποτέ κι όπου
οφείλουμε να εκκινήσουμε πάλι από το μηδέν. Σαν μην συνέβη τίποτε στο παρελθόν
που να μάς σφραγίζει ως ιδεολογία ή πολιτική πρακτική... Σαν να πρόκειται για
μια θρησκεία της οποίας οι θεοί μετακόμισαν οριστικά αλλού. Που αποδήμησαν
βιαστικά και δεν δύνανται πλέον να θαυματουργούν. Όλα όσα πιστεύαμε, έστω
εθελοτυφλώντας, επί δεκαετίες είναι πλέον σενάριο παλαιομοδίτικου έργου που δεν
βρίσκει θεατρώνη επειδή αδιαφορεί παγερά το κοινό και επειδή ως υπόθεση
βρίσκεται εκτός εποχής... Μιας εποχής καθολικών εκπτώσεων και γενικευμένης
φτήνιας.
Γι’ αυτό ανάγκη πάσα
να λειτουργήσουμε πλέον εκτός των παρωχημένων σχημάτων δεξιάς - αριστεράς τα
οποία ανακυκλώνουν νευρωτικά εκείνον τον διχασμό που ευνοεί αποκλειστικά τους
μικροεπαγγελματίες της πολιτικής και εξουθενώνει τους πολίτες. Αυτό που έχουμε
ανάγκη την στιγμή αυτή είναι σύνθεση και υπέρβαση. Αν επιθυμούμε ειλικρινά όχι
την προσωπική μας βολή αλλά ένα στοιχειωδώς βιώσιμο μέλλον για τον τόπο. Ποιάν
άλλη χρεία έχουμε μαρτύρων ότι το υπάρχον πολιτικό δυναμικό μοιάζει απελπιστικά
μεταξύ του, οι κομματικοί διαχωρισμοί είναι προσχηματικοί, λειτουργούν σαν
συνδικάτο μονοπωλιακού εμπορεύματος και υπερασπίζονται τα συμφέροντα
αντίστοιχων, κρατικοδίαιτων συνδικ-αλητών; Σε μιαν αποθέωση απροκάλυπτου
ατομικισμού και λογικής του "σιναφιού"; Ερήμην των λαϊκών αναγκών και
συμφερόντων; Σαν να μην ταλανίζει δραματικά τον τόπο όχι μόνο επτάχρονη κρίση
αλλά και πολύχρονη παρακμή. Και σαν μην έχει διδαχτεί από αυτήν ποτέ, τίποτε, κανείς.
Συμπερασματικά ο
πολιτικός μας θίασος καθώς αρκείται σε υπόδυση τυπικών ρόλων και όχι σε
πρωτοβουλίες ουσίας, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του προβλήματος κι όχι
δυνατότητα επίλυσης του ως όφειλε. Υπό την έννοια αυτή ο Έλληνας πρωθυπουργός
δεν κάνει τίποτε περισσότερο από οποιονδήποτε προκάτοχο του. Μετέρχεται κάθε
μέσου και προωθεί κάθε συμβιβασμό για να διατηρηθούν στην εξουσία αυτός και το "καθεστώς"
που με κάθε τρόπο επιχειρεί να δημιουργήσει. Δεν πρόκειται για αρχομανία ή
έρωτα της καρέκλας αλλά απλά για την υποχρέωση του προς την κομματική
νομενκλατούρα και τον συγκεκριμένο μηχανισμό που τον έφεραν στο αξίωμα αυτό. Οποιαδήποτε
άλλη στάση θα εκλαμβανόταν ως προδοσία αφού η εξουσία αποτελεί τον αποκλειστικό
στόχο κάθε κόμματος. Εβδομήντα σχεδόν χρόνια μετά τον Εμφύλιο η ηττημένη
αριστερά νίκησε! Δηλαδή αξιώθηκε επιτέλους της εξουσίας. Τα όνειρα έλαβαν
εκδίκηση! Λέτε να την εγκαταλείψει εύκολα;
- Πού πορεύεται, αλήθεια,
σήμερα η ελληνική τέχνη έναν χρόνο μετά από την περσινή ντοκουμέντα 14; Τί
απέμεινε ως κληρονομιά και γνώση για τη χώρα και την πρωτεύουσα μετά από εκείνο
το φανταχτερό πανηγύρι που αισθητικοποίησε την μεταμόρφωση μας σε οικονομική
αποικία του Βερολίνου; Το υπερπολιτικοποιημένο Κάσσελ μίλησε για τα πάντα, έθιξε
όλα τα ανοιχτά προβλήματα του πλανήτη πλην του προφανούς. Δηλαδή της
αποικιοποίησης μιας χώρας- μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την ίδια την Ένωση
μέσω μιας σειράς ψευδοκανονιστικών που επιτείνουν το το οικονομικό και
πολιτιστικό αδιέξοδο. Μήπως μπορούμε, τώρα τουλάχιστον, να αποτιμήσουμε κέρδη
και απώλειες, συνέπειες και αποτελέσματα μιας εκδήλωσης a priori διεθνούς
εμβέλειας;
Πρώτη διαπίστωση: τα
όποια, καλλιτεχνικά φαινόμενα, παρά την συχνά βαρύγδουπη και πολυέξοδη οργάνωση
τους, λειτουργούν επιφανειακά, εξαντλούν την όποια δυναμική τους στους
“επαγγελματίες” του χώρου και δεν αγγίζουν την κοινωνία ευρύτερα. Την
συντριπτική πλειονότητα εκείνων που είναι βυθισμένοι στη ραστώνη της τηλεόρασης.
Η ντοκουμέντα “ανέστησε” ελάχιστους εντόπιους δημιουργούς, δεν έκανε
περισσότερο γνωστούς τους ήδη γνωστούς και εκτίναξε στα ύψη τις δημόσιες
σχέσεις των εμπλεκομένων στην διοργάνωση του θεσμού. Είναι ενδεικτικό ότι
Τσίπρας και Τσακαλώτος (sic) ήθελαν
στα σοβαρά να τοποθετήσουν τον επικεφαλής της ντοκουμέντα διευθυντή του ΕΜΣΤ
ενώ οι αρχές της ΑΣΚΤ ετοίμασαν ειδική θέση καθηγήτριας για την Ελληνίδα σύζυγο
του. Προφανώς εις ανταπόδοσιν παρασχεθεισών υπηρεσιών.
Ακόμη και το φεστιβάλ Αθηνών, βυθισμένο στην
κομματικοκρατία και την μετριότητα, γίνεται από λίγους “εκλεκτούς” και
απευθύνεται σε ακόμη λιγότερους. Όλη η φασαρία που προκάλεσε πριν από δυο
χρόνια η θεατρική μας αβάν-γκαρντ στο θέατρο Σφενδόνη κηρύσσοντας τον Φαμπρ personna non grata κατέληξε στο να γίνει ένας μέτριος σκηνοθέτης, ο Βαγγέλης
Θεοδωρόπουλος νέος διευθυντής και ένας άσχετος καλλιτεχνικά που όμως έπρεπε
κάπου να βολευτεί, ο οικονομολόγος Γιάννης Μηλιός πρόεδρος του θεσμού! Είναι
προφανές πως ο ΣΥΡΙΖΑ στον πολιτισμό ήρθε για να εξοφλήσει γραμμάτια. Το όραμα
το άφησε για μιαν άλλη φορά. Το λυπηρό πάντως παραμένει πως ούτε και η
αξιωματική αντιπολίτευση έχει αρθρώσει τον παραμικρό λόγο για τον πολιτισμό. Μοναδικό
τους πρόβλημα παραμένει αν θα γίνει υπουργός η Όλγα Κεφαλογιάννη ή κάποιος
άλλος. Στο σημείο αυτό δεν διστάζω να εκθειάσω τη θητεία του αθόρυβου πλην
ουσιαστικού Κώστα Τζαβάρα στην οδό Μπουμπουλίνας. Αν μάλιστα τον συγκρίνω με
τον Ξυδάκη, ε τότε αναδεικνύεται ο Τζαβάρας σε Μαλρώ της Ελλάδας!
Και κάτι προσωπικό: Ο
εξαιρετικός, νέος καλλιτέχνης Άγγελος Σπάρταλης, ζωγράφος, βραβευμένος
σκηνοθέτης και περφόρμερ πρότεινε στο Φεστιβάλ πριν δυο χρόνια το πολυθέαμα “Η
Δίκη του Σωκράτη” με πρωταγωνιστή τον Ηλία Λογοθέτη (σε παλιότερη του ταινία-ανιμέϊσον
πρωταγωνιστούσαν οι φωνές του Σαββόπουλου και του Ψαραντώνη). Δεν του απάντησαν
καν! Φοβάμαι ότι αιτία ήμουν εγώ και το βιβλίο μου “Ο Μοιραίος Αλέξης”. Βλέπετε,
υπέγραφα το τεχνοκριτικό σημείωμα του έργου.
Θα έλεγα, λοιπόν, αξιωματικά
ότι τα καλλιτεχνικά δρώμενα στην Ελλάδα υπάρχουν και λειτουργούν ερήμην της
κοινωνίας η οποία είτε τα αγνοεί παντελώς είτε τα παρακολουθεί μιμητικά, απαθής
κατά βάθος. Η βασική αιτία αυτού του φαινομένου το οποίο το παρατηρούμε και στο
θέατρο και στις λεγόμενες αναπαραστατικές τέχνες, είναι - κατά την άποψή μου - η
απώλεια του πολιτικού δηλαδή η έλλειψη ενός πρόταγματος που να παίρνει
στοιχειωδώς θέση στην ιστορική συγκυρία. Προσέξτε: Όχι να καταγγέλλει μονόχορδα,
ούτε να προπαγανδίζει ως απλό,πολιτικό ενεργούμενο αλλά να ερμηνεύει και -μέσω
της αισθητικής- να πραΰνει. Να σύμ-πάσχει χωρίς να δραματοποιεί. Να υπό-φέρει
χωρίς να αυτοεξαντλείται. Να κάνει δηλαδή τέχνη κι όχι να αισθητικοποιεί την
ιδεολογία. Το εύκολο πλην αδιέξοδο.
Σήμερα το Εθνικό
Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, λες και δε συνέβη τίποτε, λες και δεν μεσολάβησε τίποτε,
παραμένει ενοχλητικά άδειο όχι μόνο από πλευράς θεμάτων όσο κυρίως από πλευράς
πρότασεων και πρωτοβουλιών... Ακόμη και την συνέντευξη τύπου του Δήμου Τήνου με
θέμα το έτος Γιαννούλη Χαλεπά ( 1851-1938 ) αρνήθηκαν να φιλοξενήσουν!!! Χωρίς
την παραμικρή δικαιολογία. Μικροί σατραπίσκοι στην επικράτεια του δήθεν και της
προσωπικής τους φιλαυτίας.
Το Υπουργείο
Πολιτισμού υπήρξε, μαζί με το Υπουργείο Παιδείας - το συναμφότερον που θα έλεγε
ο προώρως απολεσθείς Ζουράρις- η μεγάλη απογοήτευση της κυβερνητικής αλλαγής
στην Ελλάδα. Θα περίμενε κανείς τουλάχιστον ο πολιτισμός και παιδεία, προνομιακοί
άλλοτε χώροι της ριζοσπαστικής αριστεράς και του παλιού ΚΚΕ εσωτερικού, θα
αποτελούσαν τον κατ´ εξοχήν μηχανισμό διεμβόλισης του παλαιού κατεστημένου. Του
διεφθαρμένου και συμβιβασμένου συστήματος. Αντί όμως αυτού, αντί μιας
κοσμογονίας που θα διετράνωνε το ηθικό-αισθητικό πλεονέκτημα της αριστεράς, παρακολουθούμε
ενεοί να εξαντλείται η δυναμική της κυβέρνησης στην πιο απρόσωπη και
διεκπεραιωτική διαδικασία η οποία και εξαντλείται στην προώθηση των ημετέρων
ώστε να αλωθούν τα πόστα πολιτιστικής εξουσίας από το στενό περιβάλλον Αλέξη- Δούρου-Φλαμπουράρη-Παππά
αλλά και στην άνευρη συναλλαγή με την καθημερινότητα. Ούτε ανατροπές, ούτε
πρωτοποριακές ιδέες, ούτε καινούργια πρόσωπα. Δεν τόλμησαν καν να αλλάξουν τα
ίδια, τα βαρετά, τα κουρασμένα διευθυντικά στελέχη των κρατικών μουσείων και
Πινακοθηκών τα οποία εν πολλοίς ευθύνονται για την παρακμή αυτού που ονομάζουμε
βαριά βιομηχανία του πολιτισμού. Επαναλαμβάνω: Τα διευθυντικά στελέχη - κατά
σύμπτωση είναι αποκλειστικά γυναίκες, δηλαδή πρωταθλήτριες στις δημόσιες
σχέσεις αλλά και στην υποταγή στα κυρίαρχα όσο και άμουσα αρσενικά της εξουσίας-
στα αρχαιογνωστικά μουσεία, στις πινακοθήκες ή τα κέντρα μοντέρνας τέχνης. Η
έλλειψη προσωπικοτήτων σαν τον Δημήτρη Βυζάντιο ή τον Άγγελο Δεληβοριά είναι
περισσότερο από αισθητή. Ούτε είναι τυχαίο ότι αμφότεροι ανήκαν στην ανανεωτική
αριστερά. Ούτε επίσης είναι τυχαίο ότι οι χείριστες επιλογές βαρύνουν πρωτίστως
τον Ευάγγελο Βενιζέλο και δευτερευόντως τον Αντώνη Σαμαρά. Όσο για το Κρατικό
Μουσείο Θεσσαλονίκης, αυτό φυτοζωεί τόσο εξ αιτίας των θεσμικών εκτρωμάτων του
Βαγγέλα, όσο και εξ αιτίας των επιλογών του Κωστάκη του εργατικού. Ο Μπουτάρης
για τη νύμφη του Θερμαϊκού αποτελεί απλώς τον επίλογο μιας προαναγγελθείσης, πολιτιστικής
καταστροφής. Θλιβερό ανάλογο ο Καμίνης στην Αθήνα. Συμβαίνει, με αλλά λόγια, στα
μουσεία ό, τι συμβαίνει και στα πανεπιστήμια της χώρας. Παίρνανε καλά οι
διευθυντές και οι καθηγητές. Ποιος νοιάζεται για τους υπόλοιπους!
Αν συμβαίνει πάντως
κάτι στον πολιτιστικό χάρτη του τόπου, αυτό δρα ερήμην της επίσημης πολιτικής ή
τον χορηγικών πρωτοβουλιών που έχουν, σχεδόν θεσμικά, υποκαταστήσει το
γραφειοκρατικό και κομματικοποιημένο ΥΠΠΟ. Το ΥΠΠΟ που άλλοτε λειτουργούσε, στις
εποχές της ευμάρειας και της σπατάλης, ως βολική τράπεζα διασπάθισης
πολιτιστικού χρήματος... Σήμερα ιδρύματα όπως η Στέγη της οικογένειας
Παπαδημητρίου - για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους- ή το Ίδρυμα Νιάρχος -
απείρως αποτελεσματικότερο και πιο ωφέλιμο, για να ξαναπούμε τα πράγματα με το
όνομα τους - κατ’ουσίαν έχουν υποκαταστήσει το, εκτός συγκυρίας πλέον, υπουργείο
πολιτισμού. Άλλο ένα επίτευγμα του μοιραίου Αλέξη!
Επαναλαμβάνω συχνά
πως αν συμβαίνει κάτι σημαντικό στην Ελλάδα, κάτι που να την διαφοροποιεί από
την έκπτωση τέχνης η που παρατηρείται εν γένει στην περιφέρεια αλλά και στα
κοσμοπολιτικά κέντρα της Ευρώπης, αυτό είναι τα γκράφιτι, η τέχνη των δρόμων
και όλη αυτή η αφηγηματική έκρηξη που διαπιστώνεται στους τοίχους των Εξαρχείων,
της Νεάπολης, του Μεταξουργείου. Αυτές οι απρόβλεπτες πινακοθήκες που δεν
χρειάζονται διευθυντήριο και κρατικά χρήματα για να γεννηθούν στο κέντρο αλλά
και στις υποβαθμισμένες συνοικίες της Αθήνας. Ένας άλλος κόσμος που δρα ερήμην
των κυρίαρχων πολιτιστικών μοντέλων, που υπάρχει και ακμάζει παρά τον απηνή
διωγμό ή την απαξίωση και τη δυσφήμιση που υφίσταται. Και βέβαια δεν ταυτίζω τη
δημιουργία με τον βανδαλισμό.
Υ.Γ. Καλλιτέχνες
….Ξυπνάνε
χορτασμένοι αλλά και με την υπαρξιακή πείνα να τους θερίζει τα σωθικά. Ξυπνάνε
μάλλον ευτυχείς για όσα έχουν καταφέρει ως τώρα... με την ανασφάλεια όμως να
τους δηλητηριάζει. Τι θα κάνουν σήμερα; Ξεχειλίζουν από ιδέες, αισιοδοξία, δημιουργικότητα,
αρκεί... αρκεί να χτυπήσει επιτέλους το τηλέφωνο. Να πάρουν ένα σήμα από κάπου,
κάποιος να τους προτείνει κάτι, ένα έργο, μια παραγγελία, ένα πρότζεκτ, μια
συνεργασία, μια - έστω - συνέντευξη. Έστω ένα μήνυμα θαυμασμού για να
αισθανθούν ότι υπάρχουν. Ότι δεν είναι μόνο ιστορία, παρελθόν, ένας ανδριάντας
στο πάρκο του μυαλού τους με τις ξεθυμασμένες μυρωδιές και τους βαλσαμωμένους
υάκινθους ένα γύρο αλλά παραμένουν φωνές του σήμερα. Παραμένουν καλλιτέχνες του
τώρα. Ποιόν ενδιαφέρουν κατά βάθος; Τι κι αν ξέρουν από χρόνια πως λειτουργεί ο
μηχανισμός, δεν τους κάνει πια κέφι να ξανακινήσουν τα γρανάζια του. Η θανατίλα
του ύπνου που μόλις άφησαν ναρκωμένο στα κλινοσκεπάσματα, τούς ακολουθεί και
στο φως της ημέρας. Ο καφές, ακόμη κι ο καφές, πικρός, ανήσυχος. "Δος ημίν
σήμερον Κύριε την τροφής του εγώ ημών" προσεύχονται μυστικά. Γιατί αλλιώς
χωρίς το "εγώ" δηλαδή δεν υπάρχει άλλος λόγος δημιουργίας. Κάθονται
στο γραφείο, στο καβαλέτο, στο πιάνο, στο σχεδιαστήριο. Ανασκαλεύουν παλιά
χαρτιά παλιά έργα, παλιές φωτογραφίες. Τότε που ζούσαν. Αναθαρρεύουν κάπως για
να ξανακυλήσουν μετά. Σκοτοδίνη, κενό. Ίσως κάποιο μήνυμα στο e-mail, ένα
σχόλιο στο φ. μπ. Χαζεύουν τον "τοίχο" τους γεμάτο φωτογραφίες
θηραμάτων. Τότε που ζούσαν. Ίσως αν δοκίμαζαν μια καινούργια ανάρτηση; Τόσα
θέματα που αδημονούν να δημοσιοποιηθούν. Όχι, καλύτερα να ποστάρουν κάτι
παλιότερο. Από τα σίγουρα και τα αγαπημένα. Το τώρα τους είναι αποκρουστικό αν
συνεχίσει, να υπάρχει έτσι, αγνοώντας τους.
Γενικότερα, τώρα, η τέχνη του καιρού μας επειδή προσφέρεται
αφειδώς και σε τεράστιες ποσότητες, συχνά ακυρώνοντας το δίπολο πομπού-δέκτη
και νομιμοποιώντας κάθε μορφή - ακόμα και την πιο αγοραία - ως καλλιτεχνική,
μου θυμίζει το παιχνίδι-έκφραση karaoke:
ο καθένας οικειοποιείται με όσα μέσα διαθέτει, το τραγούδι που πρωτοείπε
κάποιος άλλος πολύ καλύτερα... Ουδέν κακόν! Μόνο που η δημοφιλία του
συγκεκριμένου μέσου αποδεικνύει πως οι πολλοί γουστάρουν να μεταμορφώνουν σε
χαμέρπεια το ιδανικό που κάποτε τους ενέπνευσε.
Τέχνη καραόκε λοιπόν παντού. Στη ζωγραφική, στη ποίηση, στη
μουσική, στη πεζογραφία, στο χορό, στο θέατρο, παντού… Η αισθητική
υπερπληροφόρηση, οι χιλιάδες σχολές τέχνης, η τρομακτική ευκολία πρόσβασης στο
καλλιτεχνικό προϊόν, με κάθε τρόπο, επιτρέπει στους πολλούς να αισθάνονται
μοναδικοί. Να λειτουργούν ως καλλιτέχνες. Πράγμα που δεν είναι, επαναλαμβάνω,
κατ’ ανάγκην κακό. Απεναντίας. Αρκεί να μην χάνεται το μέτρο λόγω προσωπικής
ματαιοδοξίας και να μην ταυτίζεται η Μαρία Κάλλας με την καραόκε φωνή που
φαλτσάρει εν ονόματι της. Κι αρκεί να μην θεωρείται η μίμηση τέχνη και η υστερία
ταλέντο.
Υ.Γ. 2. Το Σώμα. Ο Έρωτας
(ομαδική έκθεση που
οργάνωσα στην γκαλερί ΕΝΑ τον περασμένο
Δεκέμβρη ως αντίδοτο στο δήθεν και την κρίση, χωρίς χρήματα, χωρίς
χορηγούς, κρατικοδίαιτα στελέχη κλπ.)
“Το σώμα, το κάθε
ανθρώπινο σώμα, το κορμί καλύτερα, είναι ένας κόσμος που συχνά δεν σου φτάνει
μια ολόκληρη ζωή να εξερευνήσεις. Ένα ταξίδι, μια περιπέτεια, ένα άλλοθι, μια
αφορμή, η κρυμμένη πλευρά του φεγγαριού, η σύγκρουση, εκείνο το καράβι που θα
πάρουμε για να φτάσουμε σε όση αθανασία δικαιούμαστε ή αντέχουμε. Το λύτρο που
καταθέτουμε για κάθε λεπτό ευτυχίας. Το ιλαρό πένθος μέσα στον κήπο του
Παραδείσου.Το κορμί δηλαδή η ψυχή μας. Κι εκείνη η μοναξιά που γεμίζει με την
μοναξιά του αλλού. Η αγαπημένη επιδερμίδα, το πιο πολύτιμο ρούχο που ντύνει διάφανα
την όποιαν αρρώστια του μυαλού. Ο έρωτας για το σώμα που είναι πυρετός χωρίς
νόσο και έκπαγλη τρέλα που λάμπει ωστόσο από υγεία.
Επειδή η επιθυμία, ο
ίμερος, η ηδονή, ο οργασμός, η πλήρωση, η κατοχή, το σμίξιμο ή ο αναπόφευκτος αποχωρισμός
αλλά και το συνακόλουθο μίσος που ξεχειλίζει όμως από παράφορη αγάπη, δεν είναι
παρά απλές μετωνυμίες της βασικής λέξης σώμα. Αυτό περιέχει a priori τα πάντα. Το σώμα μας. Αυτό το σώμα που
κουβαλάει αγόγγυστα τον θάνατο του και που τον βαφτίζει έρωτα για να του
προσφέρει χοές από αίμα, ιδρώτα, δάκρυα και την υγρασία της Αφροδίτης. Το σώμα
σκέφτεται, διαλέγεται, αποκλείει, συμφωνεί, φωνάζει, δέεται, δοκιμάζει, επιχειρηματολογεί
με εκείνη την άπεφθη γλώσσα που προϋπήρξε οποιασδήποτε άλλης γλώσσας. Το σώμα
πάνω από όλα είναι. Είναι.
Ήθελα από πολύ καιρό
να οργανώσω μιαν “ακατάλληλη” έκθεση και να την επενδύσω με ανάλογα κείμενα
μακριά από ακαδημαϊκές συμβάσεις και ψευδοπουριτανικούς συμψηφισμούς. Εκτός του
εύκολου ρεαλισμού και της τρέχουσας μόδας του γυμνού. Να δείξω μια τέχνη
ρεαλιστική που όμως δεν φοβάται να ονειρεύεται και που τολμά να είναι
“σπερματική” με τρόπους ανάλογους του Ανδρέα Εμπειρίκου. Είμαι λοιπόν ευτυχής
που επιτέλους πραγματοποιείται και η έκθεση και το ομότιτλο βιβλίο με την συνδρομή
της γκαλερί Ένα και της Νίκης Παπαδάκη, του τυπογράφου Γιώργου Κωστόπουλου και
βέβαια των τριών φίλων καλλιτεχνών που μου εμπιστεύτηκαν τόσο προσωπικά και
αυτοεξομολογητικά έργα τα οποία πάντως δεν λειτουργούν σαν ψυχανάλυση αλλά ως
μέθεξη στην πιο βαθιά ουσία του έρωτα: Εννοώ την Μαρία Μαραγκουδάκη, την
Αλεξάνδρα Νάκου και τον Ντίνο Πετράτο. Μα πάνω από όλα αναφέρομαι στην άκρως
τιμητική για όλους μας συμμετοχή της Κικής Δημουλά. Που τόσα χρόνια τώρα
εξαγοράζει τον χρόνο δαπανώντας σπάταλα ατόφια συγκίνηση. Και εγκλωβίζοντας
θνητά σώματα σε αθάνατες λέξεις.
Το Σώμα δηλαδή το
κείμενο. Ο Έρωτας δηλαδή η εικόνα”.