Αυτό το
πρόσωπο, για να δείξει, θέλει κορνίζα
αιμάτινη.
Κ. Δημουλά
Κ. Δημουλά
Υπάρχει ως
όρος στη νευροψυχολογία: η ανικανότητα
να αντιλαμβάνεσαι την τρίτη διάσταση·
την απώλεια της αίσθησης βάθους· την
καταδίκη να βιώνεις τα περίοπτα πράγματα
σαν να ήταν δισδιάστατα· όπως ακριβώς
τα καρτούν αντιμετωπίζουν τ' άλλα καρτούν
(ενώ στην ηχητική μπάντα ακούγεται
εύθυμη μουσική). Η ασθένεια της εποχής
μας: Οι εικόνες χωρίς (εννοιακό) βάθος
πεδίου και η χαζοχαρούμενη μουσική που
συνοδεύει την απώλεια (όπως και τότε:
στον «Τιτανικό»). Η εποχή των εικόνων
κατάντησε η πλήρης τους αναίρεση.
Νομίζω πως ανήκω σ' εκείνο το τελευταίο είδος ανθρώπων που δεν έχουν επισκεφθεί το Mall και δεν έχουν ψωνίσει απ' το ΙΚΕΑ. Που αντιπαθούν τους μαζικούς, αχανείς χώρους των οποίων η -υποτιθέμενη- φθήνια σε προκαλεί ωμά φωνάζοντας: Κατανάλωνε! Σήκωσε όλο το μαγαζί! Εξάλλου τα πράγματα εδώ είναι αβαρή, αβαθή και δύο διαστάσεων. Εχεις το μέγιστο προνόμιο να γνωρίζεις την τιμή όλων των πραγμάτων άρα δεν είναι ανάγκη να ξέρεις την αξία κανενός. Ψώνιζε για να υπάρχεις. Να το βάρος σου.
Τα βράδια που γυρίζω βλέπω τεράστια πλήθη να συνωθούνται έξω από τους μεγα-χώρους της μαζικής διασκέδασης. Εκεί που αοιδοί σταρ (;) άδουν αηδίες (χωρίς ερωτηματικό) και η διατεταγμένη ψυχαγωγία γίνεται ψύχωση ή νευρωτική ιεροτελεστία, που όμως αποκλείει τον κάθε αυθορμητισμό. Τα μαυροφορεμένα κοριτσόπουλα με τα μίνι πάνω στα τραπέζια, την ενδεδειγμένη ώρα, έχουν προβάρει τις κινήσεις τους στην εντέλεια το προηγούμενο απόγευμα αυτοθαυμαζόμενες στον εφηβικό καθρέφτη. Η έλλειψη βάθους, η απώλεια της προοπτικής οδυνηρά προφανής.
κόσμος της πρώιμης Αναγέννησης -αυτό που ονομάζουμε Quattrocento- στήριξε την ανθρωποκεντρική στροφή του σε μια στέρεα, προοπτική κατασκευή. Το ένα και μοναδικό σημείο φυγής υπογράμμιζε τον ζωτικό -ιδεολογικά- ρόλο και του κέντρου και της περιφέρειας. Τα χωρικά επίπεδα διαρθρώνονταν διαλεκτικά ώστε να προκύψει ο «τόπος», πανταχόθεν σεσημασμένος. Τα ανάερα βήματα των αστροναυτών στο σεληνιακό τοπίο 500 χρόνια αργότερα στοιχήθηκαν στα επιτεύγματα αυτής της προοπτικής: «Δοκεί δε μέγα τι είναι και χαλεπόν ληφθήναι ο τόπος», υποστηρίζει στα «Φυσικά» του ο Αριστοτέλης (Είναι δύσκολο και συνάμα μεγαλειώδες να συλληφθεί η έννοια του τόπου). Κυρίως επειδή ως τόπος ορίζεται το υλικό εκείνο σημείο στο οποίο συγκλίνουν θεωρητικές βεβαιότητες και πειραματικές ανησυχίες.
Προσέξτε, τώρα, τι μπορεί να συμβεί σε μια πλατεία, τι υπάρχει στο χωρικό της βάθος (αρκεί να μην την προσλαμβάνουμε σαν τηλεοπτική πληροφορία):
Τέτοιες στιγμές παράλογης κι απόκοσμης χαράς / Μπορείς να ξεχωρίσεις το θάνατο. / Οι άλλοι περνούν κάτω ανύποπτοι στην πλατεία Κάνιγγος / Κι ο θάνατος είναι πλάι, μαζί τους / έχει μεταμορφωθεί σε λαχειοπώλη. / κι είναι ασήμαντος με μπεζ κοστούμι / μόλις καταλάβει πως ίσως κανείς, / ίσως κανείς, τον υποπτεύθηκε / μεταμορφώνεται σε θυρωρό.
Τάσος Δενέγρης, περιοδ. «Πάλι», 1966
-Καταλάβατε; Δεν σας θυμίζει η παραπάνω εικόνα τις συνταρακτικές συρματώδεις φιγούρες του Giacometti που διασχίζουν ένα μπρούτζινο επίπεδο, την πλατεία του Αγίου Μάρκου στη Βενετία;
Ωρες ώρες ο κλινικός ρεαλισμός, η εμμονή στην αφηγηματική ή εικονιστική λεπτομέρεια δημιουργούν έναν φλοιό ασφάλειας στ' αντικείμενα εμποδίζοντάς τα να καταστούν υδαρή και να λιώσουν. Αυτό μου θυμίζουν οι περιγραφές του McEwan στα βιβλία του «Στην Ακτή» ή «Σάββατο», οι οποίες παραπέμπουν πάλι στις εξονυχιστικές λεπτομέρειες των σωμάτων του Lucian Freud αλλά και στη σαρκάζουσα επιχειρηματολογία του Terry Eagleton. Το άκρον άωτον του βρετανικού πραγματισμού μ' άλλα λόγια.
Που θα πει: Να ξανακερδίσουμε το βάθος των εικόνων, για να στηριχτούν οι λέξεις επαρκέστερα και να ξεδιπλωθούν τα νοήματα με εγκυρότερο τρόπο. Αυτό το χαμένο βάθος απ' τα λόγια κι απ' τον κόσμο γύρω, το ψηλαφείς σε κάθε βήμα. Πρόκειται για μια διαφάνεια του τίποτε, ό,τι ονομάζει ο Gianni Vattimo «the transparent society»· δηλαδή τη διάλυση εικόνων κι ερμηνειών και έναν απορφανισμό της όποιας δεσπόζουσας αναφοράς. Οταν τα πράγματα διατηρούν την τιμή αλλά χάνουν την αξία τους σ' ένα συμβολικό trompe l'oeil όπου βάθος και βάρος έχουν συρρικνωθεί στη μονοείδεια του πλάτους (ώστε να λάμπουν εμφανιζόμενα στην flat TV, ήγουν στην επίπεδη οθόνη, εκεί που απόλλυται κάθε αισθητική διάσταση βάθους).
πειρασμός του υπάρχειν -όπως θα 'λεγε κι ο Ε. Cioran- θα υπερισχύσει άραγε της γλυκιάς ηδονής να εξαερωθούμε χάνοντας κάθε βάρος και να ζούμε μη υπάρχοντας; Δηλαδή απαλλαγμένοι -έτσι βολεύει καλύτερα- από την υποχρέωση του θανάτου (μας); Επειδή σήμερα άνθρωποι και πράγματα πεθαίνουν ερήμην του θανάτου τους κι αυτό συνιστά τεράστια αδικία για όλη την προηγούμενη ζωή τους...
ΥΓ.1 Στα πρανή του Μεγάρου Μουσικής στέκει απαξιωμένος, βρόμικος και αφώτιστος ο ανδριάντας του Ελ. Βενιζέλου, έργο του Γιάννη Παππά. Ο Δήμος Αθηναίων, το ΥΠΠΟ αλλά και οι Φίλοι της Μουσικής -που όχι μόνο βαριακούνε αλλά και δεν καλοβλέπουν-, δεν αισθάνονται ελάχιστη ντροπή ιστορίας; Αν επρόκειτο για γελοίες αγελάδες και ηλίθιες καρδούλες θα τις φώτιζαν, φαντάζομαι.
ΥΓ.2 Οποιος βρει το όνομα του αρχιτέκτονα που έφτιαξε την υπογειοανώγεια γκαραζόπερα του Μεγάρου κερδίζει κατάλογο του Destroy Athens. Αντίθετα, τ' όνομα του εργολάβου είναι πασίγνωστο. Το ξέρει και ο ανακριτής κ. Οικονόμου. Μόνον ο κ. Λιάπης μοιάζει να το αγνοεί.
ΥΓ.3 Τι γλυκαντικός ο λόγος του νέου αρχιεπισκόπου. Σε βαθμό που να θυμώνεις με τον Θεό επειδή δεν υπάρχει.
Ο Μ. Στεφανίδης είναι (τέως) γ.γ. του Ελληνοϊαπωνικού Ομίλου «Σι-Χαμάρα».
Νομίζω πως ανήκω σ' εκείνο το τελευταίο είδος ανθρώπων που δεν έχουν επισκεφθεί το Mall και δεν έχουν ψωνίσει απ' το ΙΚΕΑ. Που αντιπαθούν τους μαζικούς, αχανείς χώρους των οποίων η -υποτιθέμενη- φθήνια σε προκαλεί ωμά φωνάζοντας: Κατανάλωνε! Σήκωσε όλο το μαγαζί! Εξάλλου τα πράγματα εδώ είναι αβαρή, αβαθή και δύο διαστάσεων. Εχεις το μέγιστο προνόμιο να γνωρίζεις την τιμή όλων των πραγμάτων άρα δεν είναι ανάγκη να ξέρεις την αξία κανενός. Ψώνιζε για να υπάρχεις. Να το βάρος σου.
Τα βράδια που γυρίζω βλέπω τεράστια πλήθη να συνωθούνται έξω από τους μεγα-χώρους της μαζικής διασκέδασης. Εκεί που αοιδοί σταρ (;) άδουν αηδίες (χωρίς ερωτηματικό) και η διατεταγμένη ψυχαγωγία γίνεται ψύχωση ή νευρωτική ιεροτελεστία, που όμως αποκλείει τον κάθε αυθορμητισμό. Τα μαυροφορεμένα κοριτσόπουλα με τα μίνι πάνω στα τραπέζια, την ενδεδειγμένη ώρα, έχουν προβάρει τις κινήσεις τους στην εντέλεια το προηγούμενο απόγευμα αυτοθαυμαζόμενες στον εφηβικό καθρέφτη. Η έλλειψη βάθους, η απώλεια της προοπτικής οδυνηρά προφανής.
κόσμος της πρώιμης Αναγέννησης -αυτό που ονομάζουμε Quattrocento- στήριξε την ανθρωποκεντρική στροφή του σε μια στέρεα, προοπτική κατασκευή. Το ένα και μοναδικό σημείο φυγής υπογράμμιζε τον ζωτικό -ιδεολογικά- ρόλο και του κέντρου και της περιφέρειας. Τα χωρικά επίπεδα διαρθρώνονταν διαλεκτικά ώστε να προκύψει ο «τόπος», πανταχόθεν σεσημασμένος. Τα ανάερα βήματα των αστροναυτών στο σεληνιακό τοπίο 500 χρόνια αργότερα στοιχήθηκαν στα επιτεύγματα αυτής της προοπτικής: «Δοκεί δε μέγα τι είναι και χαλεπόν ληφθήναι ο τόπος», υποστηρίζει στα «Φυσικά» του ο Αριστοτέλης (Είναι δύσκολο και συνάμα μεγαλειώδες να συλληφθεί η έννοια του τόπου). Κυρίως επειδή ως τόπος ορίζεται το υλικό εκείνο σημείο στο οποίο συγκλίνουν θεωρητικές βεβαιότητες και πειραματικές ανησυχίες.
Προσέξτε, τώρα, τι μπορεί να συμβεί σε μια πλατεία, τι υπάρχει στο χωρικό της βάθος (αρκεί να μην την προσλαμβάνουμε σαν τηλεοπτική πληροφορία):
Τέτοιες στιγμές παράλογης κι απόκοσμης χαράς / Μπορείς να ξεχωρίσεις το θάνατο. / Οι άλλοι περνούν κάτω ανύποπτοι στην πλατεία Κάνιγγος / Κι ο θάνατος είναι πλάι, μαζί τους / έχει μεταμορφωθεί σε λαχειοπώλη. / κι είναι ασήμαντος με μπεζ κοστούμι / μόλις καταλάβει πως ίσως κανείς, / ίσως κανείς, τον υποπτεύθηκε / μεταμορφώνεται σε θυρωρό.
Τάσος Δενέγρης, περιοδ. «Πάλι», 1966
-Καταλάβατε; Δεν σας θυμίζει η παραπάνω εικόνα τις συνταρακτικές συρματώδεις φιγούρες του Giacometti που διασχίζουν ένα μπρούτζινο επίπεδο, την πλατεία του Αγίου Μάρκου στη Βενετία;
Ωρες ώρες ο κλινικός ρεαλισμός, η εμμονή στην αφηγηματική ή εικονιστική λεπτομέρεια δημιουργούν έναν φλοιό ασφάλειας στ' αντικείμενα εμποδίζοντάς τα να καταστούν υδαρή και να λιώσουν. Αυτό μου θυμίζουν οι περιγραφές του McEwan στα βιβλία του «Στην Ακτή» ή «Σάββατο», οι οποίες παραπέμπουν πάλι στις εξονυχιστικές λεπτομέρειες των σωμάτων του Lucian Freud αλλά και στη σαρκάζουσα επιχειρηματολογία του Terry Eagleton. Το άκρον άωτον του βρετανικού πραγματισμού μ' άλλα λόγια.
Που θα πει: Να ξανακερδίσουμε το βάθος των εικόνων, για να στηριχτούν οι λέξεις επαρκέστερα και να ξεδιπλωθούν τα νοήματα με εγκυρότερο τρόπο. Αυτό το χαμένο βάθος απ' τα λόγια κι απ' τον κόσμο γύρω, το ψηλαφείς σε κάθε βήμα. Πρόκειται για μια διαφάνεια του τίποτε, ό,τι ονομάζει ο Gianni Vattimo «the transparent society»· δηλαδή τη διάλυση εικόνων κι ερμηνειών και έναν απορφανισμό της όποιας δεσπόζουσας αναφοράς. Οταν τα πράγματα διατηρούν την τιμή αλλά χάνουν την αξία τους σ' ένα συμβολικό trompe l'oeil όπου βάθος και βάρος έχουν συρρικνωθεί στη μονοείδεια του πλάτους (ώστε να λάμπουν εμφανιζόμενα στην flat TV, ήγουν στην επίπεδη οθόνη, εκεί που απόλλυται κάθε αισθητική διάσταση βάθους).
πειρασμός του υπάρχειν -όπως θα 'λεγε κι ο Ε. Cioran- θα υπερισχύσει άραγε της γλυκιάς ηδονής να εξαερωθούμε χάνοντας κάθε βάρος και να ζούμε μη υπάρχοντας; Δηλαδή απαλλαγμένοι -έτσι βολεύει καλύτερα- από την υποχρέωση του θανάτου (μας); Επειδή σήμερα άνθρωποι και πράγματα πεθαίνουν ερήμην του θανάτου τους κι αυτό συνιστά τεράστια αδικία για όλη την προηγούμενη ζωή τους...
ΥΓ.1 Στα πρανή του Μεγάρου Μουσικής στέκει απαξιωμένος, βρόμικος και αφώτιστος ο ανδριάντας του Ελ. Βενιζέλου, έργο του Γιάννη Παππά. Ο Δήμος Αθηναίων, το ΥΠΠΟ αλλά και οι Φίλοι της Μουσικής -που όχι μόνο βαριακούνε αλλά και δεν καλοβλέπουν-, δεν αισθάνονται ελάχιστη ντροπή ιστορίας; Αν επρόκειτο για γελοίες αγελάδες και ηλίθιες καρδούλες θα τις φώτιζαν, φαντάζομαι.
ΥΓ.2 Οποιος βρει το όνομα του αρχιτέκτονα που έφτιαξε την υπογειοανώγεια γκαραζόπερα του Μεγάρου κερδίζει κατάλογο του Destroy Athens. Αντίθετα, τ' όνομα του εργολάβου είναι πασίγνωστο. Το ξέρει και ο ανακριτής κ. Οικονόμου. Μόνον ο κ. Λιάπης μοιάζει να το αγνοεί.
ΥΓ.3 Τι γλυκαντικός ο λόγος του νέου αρχιεπισκόπου. Σε βαθμό που να θυμώνεις με τον Θεό επειδή δεν υπάρχει.
Ο Μ. Στεφανίδης είναι (τέως) γ.γ. του Ελληνοϊαπωνικού Ομίλου «Σι-Χαμάρα».
7
- 02/03/2008
Πρόκειται για ένα από τα τελευταία κείμενα που έγραψα στην Ελευθεροτυπία. Είναι ακόμα η εποχή όπου το Μέγαρο αρνείται να φιλοξενήσει την ΕΛΣ ή την ΚΟΑ και ασκεί πολιτιστικό ιμπεριαλισμό με δαψιλείς, κρατικές επιχορηγήσεις. Σήμερα το ίδιο αυτό Μέγαρο εκλιπαρεί την Εθνική Λυρική Σκηνή για μια συνεργασία, μήπως και μπορέσει να υπερβεί τα αδιέξοδά του. Βλέπετε, η Όπερα του Ιδρύματος Νιάρχου είναι πολύ κοντά. O tempora, ω μόρτες...