Τα εικαστικά γεγονότα μιας χρονιάς
Αποτιμώντας τα συμβάντα μιας ολόκληρης χρονιάς, οφείλει κανείς εκτός των γεγονότων καθαυτών ν΄ αναφερθεί επίσης στα πρόσωπα, αλλά και στις πολιτιστικές ή πολιτικές συνθήκες που εν πολλοίς τα πλαισίωσαν ή τα προκάλεσαν. Οφείλει, τέλος, να συγκρίνει τα όσα τελικά συνέβησαν με ανάλογα γεγονότα παλαιότερων ετών, να θυμηθεί εξαγγελίες απραγματοποίητες, σχεδιασμούς, που έμειναν στα χαρτιά κλπ., και να εξαγάγει κάποια συμπεράσματα. Επειδή που περισσότερο ενδιαφέρει, είναι η ύπαρξη ή μη ενός στοιχειώδους μπούσουλα για τα εικαστικά ζητήματα, έτσι ώστε οι προσπάθειες ή οι φιλοδοξίες των εμπλεκομένων σ΄ αυτά, αλλά και οι προσδοκίες του ευρύτερου κοινού να εδράζονται σε μίαν στοιχειώδη συνέχεια και να έχουν κάτι να προσδοκούν αύριο.
-Είναι λοιπόν ο χώρος της τέχνης μια προνομιακή Νεφελοκοκκυγία στην οποία σιτίζονται οι εκλεκτοί ή αποτελεί κι αυτός μέρος της ευρύτερης κοινωνικής μας πραγματικότητας και κατά συνέπεια μαστίζεται από την ίδια ή ανάλογη κρίση με εκείνη; Ρητορικό το ερώτημα
Το πολιτιστικό μας πρόβλημα που αφορά στη κουλτούρα και την ευαισθησία ενός ολόκληρου λαού αντανακλάται άμεσα στο χρόνιο, πολιτικό μας πρόβλημα. Επειδή καλώς ή κακώς τα όσα σημαντικά γίνονται έμμεσα ή άμεσα, «ευλογούνται» από τον γνωστό μηχανισμό παραγωγής πολιτιστικών προϊόντων και ανάλογου χρήματος που ονομάζεται ΥΠ.ΠΕ.
Για να μην χρονοτριβήσω άλλο λέγω ευθέως πως στο ΥΠΠΟ η παντελής έλλειψη πολιτικής, η αγχώδης διεκπεραίωση «υποχρεώσεων», η σπάνις οικονομικών μέσων και η διαδοχή ασχέτων ή επικίνδυνων υπουργών, καλά κρατεί, όπως πάντα συνέβαινε. Άνισες και οι μεγάλες ευκαιρίες όπως το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης, αμαυρώνονται από πολιτικές υστερήσεις ή υστεροβουλίες από μικρομεγαλισμούς και αρχοντοχωριάτικες πόζες. Το 2009 μας βρήκε με Λιάπη – που διαδέχθηκε τον Μπομπ Βουλγαράκη, τον άνθρωπο «που πρόλαβε να τα κάνει όλα» σύμφωνα με τη ρήση του συμπαθούς Michel -,μας αιφνιδίασε με τον Σαμαρά και θα μας «τελειώσει» με κάποιον φίλο απ΄ τα παλιά, εφόσον το ΠΑΣΟΚ ξαναέρθει στην εξουσία.[i] Έτσι όμως όπως αντιλαμβανόμεθα, δεν γίνεται δουλειά. Αλλά μάλλον ευνοούνται οι άπειρες «δουλειές» των πολιτιστικών μάνατζερ, που όσο εκπίπτει η ποιότητα του καλλιτεχνικού υλικού τόσο αυτοί καθίστανται από απαραίτητοι έως πολύτιμοι, στους εκάστοτε διεκπεραιωτές της εξουσίας. Και κάτι τελευταίο, στο ανωτέρω σκηνικό προσθέστε τις παρεμβάσεις, θεμιτές ή αθέμιτες των ΜΜΕ – οι επιλογές των οποίων συχνά συγκρούονται και με τον κοινό νου και με το κοινό τους, αλλά και με την άποψη των κριτικών που εργάζονται σ΄ αυτά- αλλά και τον πολιτιστικό παραγοντισμό μιάς συγκεκριμένης ελίτ που έχει καταστήσει τα εικαστικά μόδα και σόου. Μίαν αντίληψη που δυστυχώς υιοθετούν ασμένως και κρατικά μουσεία, ως μη έδει, η βαρύγδουποι χορηγοί. Επειδή σήμερα συντελούσης και της οικονομικής κρίσης μεγάλη έκθεση αναδρομική, ή αφιέρωμα, μπορεί να παρουσιάσει μόνον όποιος έχει εξασφαλίσει τον σπόνσορα του.
Ιστορικά κριτήρια αιτιολογίας ή επιστημονικός προγραμματισμός τίθενται σε δεύτερη ή τρίτη μοίρα.
Αυτό που ενδιαφέρει – και το ζήσαμε σ΄ όλη τη διάρκεια του 2009 – είναι να κινείται η πολιτιστική αγορά, έστω κι αν διακινεί υποπροϊόντα, και να καταξιώνονται ΄΄γεγονότα΄΄ μόνο και μόνο επειδή παρέστησαν στα εγκαίνια τους ο χι τηλεμαϊντανός ή δείνα τηλεπερσόνα. Έτσι το σοβαρό και το γελοίο, το συμφέρον και η ιδεολογία, η αισθητική και το χρήμα μπερδεύτηκαν γλυκά σ΄ ένα μεταμοντέρνο πολτό και κατά το 2009.
- Τι όμως ξεχώρισε πραγματικά;
Σαφώς τα εγκαίνια του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης διεκδίκησε τη μερίδα του λέοντος κυρίως λόγω της de facto δυνατότητας τους να βάλουν τη χώρα σ΄ ένα διεθνές οδοιπορικό των must σημείων του πλανήτη όπως φέρ΄ ειπείν ισχύει με το μουσείο Guggenheim του Μπιλμπάο ή το «Λουϊζιάνα» στη Δανία. Το ΝΜΑ τα έχει όλα: ένα προκλητικό κέλυφος υπογραμμένο από έναν σταρ της σύγχρονης αρχιτεκτονικής κι ένα περιεχόμενο – σύμβολο ολόκληρης της ανθρωπότητας. Κι όμως. Ένα τέτοιο γεγονός παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των Ελλήνων αρχαιολόγων και τα ποσά που διατέθηκαν, υποβαθμίστηκε από την προφανή ανικανότητα της πολιτικής ηγεσίας να το υποστηρίξει ανάλογα.
Στα εγκαίνια ένας αμήχανος Παντερμαλής ξεναγούσε(;) τους πρόεδρους της Κύπρου (και του ΑΚΕΛ) και της Σλοβενίας ή κάτι ανάλογο.
Οι διπλωματικοί υπόγειοι πόλεμοι δεν επέτρεψαν τα γλυπτά του Παρθενώνα να διατυπώσουν τον άχραντο λόγο τους μ΄ ευκρίνεια, ενώ συγχρόνως κατεδείκνυαν την διεθνή μας ανυποληψία.
Δεν μας τίμησε ούτε ο Ερντογάν. Όμως τα διεθνή ΜΜΕ τίμησαν αναλόγως την πρωτοβουλία Παντερμαλή να λογοκρίνει (sic) την εκπαιδευτική ταινία που γύρισε ο Κώστας Γαβράς και που δεν άρεσε στο εγχώριο Ιερατείο. (Μια και μιλάμε για εικαστικά και για την εποχή της εικόνας). Με τέτοια ιδεολογικά βαρίδια πορεύεται και στη νέα χιλιετία η χώρα κι είναι απόλυτα ερμηνεύσιμη και η συνακόλουθη πολιτιστική παρακμή της.
Εν συντομία και το Μουσείο της Ακρόπολης έχει τα προβλήματα επικοινωνίας και μουσειολογικής στρατηγικής που ταλανίζουν τα λοιπά μουσεία ή πινακοθήκες της χώρας. Το επαναλαμβάνουμε, αυτό το μονοθεματικό μουσείο αποτελώντας την αιχμή του δόρατος και του σύγχρονου πολιτισμού μας οφείλει να προσελκύει ή να οργανώνει στις αίθουσες περιοδικών εκθέσεων γεγονότα με παγκόσμια εμβέλεια π.χ. μία έκθεση, Picasso, Κουνέλη , Giacometti, Σαμαρά κ.λ.π., ως γέφυρα του παρελθόντος με το παρόν κι επίδειξη μουσειακού κύρους. Το ΝΜΑ οφείλει να πορευτεί διαφορετικά από τα λοιπά αρχαιογνωστικά μουσεία της χώρας και γι αυτά χρειάζεται ανάλογη στρατηγική, σύγχρονη μουσειολογική αντίληψη (και πλαισίωση) και βέβαια έναν….διευθυντή. Επειδή τα μεγάλα μουσεία δεν διοικούνται ούτε από πολίτ μπιρό ούτε από εγκάθετους κομμάτων. Αλλιώς τα μουσεία παρακμάζουν. Όπως π.χ. συμβαίνει με την Εθνική Πινακοθήκη η οποία διοικεί και την Εθνική Πινακοθήκη στο Γουδί, όπου το θέρος του 2009 παρουσιάστηκαν τα κοστούμια και τα σκηνικά –ως γλυπτά, - τα οποία παρουσίασε ο Δημήτρης Παπαϊωάννου κατά την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων. Ένα άθλιο θέαμα κι ένα ευκαιριακό παραμάζωμα που εκθέτει την ελληνική γλυπτική και τους εκπροσώπους της και που εισάγει ξανά το glamorous θέαμα, πασπαλισμένο με λίγη εθνική υπερηφάνεια σαν εκδοχή αρκούντως ερμαφρόδιτη. Κι αν η ΕΠΜΑΣ (Εθνική Πινακοθήκη), χρονίως παρακμάζει αφιστάμενη του Επιστημονικού της ρόλου να λειτουργεί ως ινστιτούτο έρευνας και προβολής της νεοελληνικής τέχνης, το ΕΜΣΤ, (Εθνικό Μουσείο Σύγχρονής Τέχνης), άστεγο και περιφερόμενο παρά τις βαρύγδουπες εξαγγελίες και των δύο κομμάτων εξουσίας, βράζει ανάμεσα στη προφανή του αδυναμία να εμπλακεί με αξιώσεις στα διεθνή δρώμενα και στην ατελέσφορη μεγαλομανία της διεύθυνσης του. Φιλοξενούμενο πια στα υπόγεια του Ωδείου Αθηνών, οργανώνει εκθέσεις το περιεχόμενο των οποίων αντιλαμβάνονται μόνον οι επιμελητές τους, ενώ το κοινό αδιαφορεί εντυπωσιακά. Παρ΄ όλα αυτά και η πενταετής θητεία της κ. Λαμπράκη ανανεώθηκε για τέταρτη φορά από τον vulgaire κ. Βουλγαράκη, όπως και η ανάλογη της κ. Καφέτση για τρίτη φορά από τον κ. Λιάπη. (Άσχετο: προσέξτε ομοιότητα υπουργών πολιτισμού). Έστω κι αν η Αριστερά στη βουλή ζήτησε αυτές τις θέσεις να προκηρύσσονται όπως συμβαίνει με τις πανεπιστημιακές θέσεις, και να μην αποτελούν προνόμιο αποκλειστικό των εκάστοτε υπουργών. Το πιο δημοκρατικό, διερωτώμαι, από την υποβολή υποψηφιοτήτων και βέβαια τι πιο αποτελεσματικό από την ανανέωση των προσώπων σ΄ αυτούς τους τόσο ευαίσθητους οργανισμούς που είναι τα μουσεία Τέχνης, έτσι ώστε να δοκιμαστούν και νέες ιδέες και διαφορετικές μέθοδοι; Σ΄ αυτή τη λογική της πολιτικής σπέκουλας και της χρήσης της τέχνης προς…..αλλότριον ακολασίαν λειτούργησε και η έκθεση-αφιέρωμα στη Δημοκρατία που έλαμψε από….αμηχανία και σκοπιμότητα τον Αύγουστο στο Ζάππειο.
Αν έτσι όπως αντιλαμβάνεται τον πολιτισμό η εξουσία, αυτό δεν απαλλάσσει διόλου εκείνους τους επώνυμους δημιουργούς που καταδέχονται να συμμετάσχουν σε τέτοια πανηγυράκια.
Κυρίως γιατί έτσι καταδεικνύουν πως τίποτε κατά βάθος δεν έχει σημασία και ότι η τέχνη εξισώνεται ή με την τηλεοπτική της προσομοίωση ή με τον θόρυβο της βραδιάς των εγκαινίων. Λεπτομέρεια: τα εγκαίνια πραγματοποίησε ο φιλόμουσος πέραν πάσης αμφιβολίας κ. Καραμανλής.
Στ΄ αληθινά όμως γεγονότα, συνέβησαν αλλού και αλλιώς και βέβαια με την ηχηρή απουσία επισήμων ακόμη κι εκείνην της Αριστεράς. Κατά σύμπτωση άκρως ευτυχή το 2009 εξελίχθηκε σε έτος Βλάση Κανιάρη (1928). Και δεν ήταν μόνο η έκθεση «Γενέθλιον» που παρουσιάστηκε στο κλασσικό κτίριο του Μουσείου Μπενάκη καταλαμβάνοντας με ανδρείκελα και μεταλλαγμένα αντικείμενα όλες τις αίθουσες του από τον Δεκέμβρη του ΄08 ως τον Μάρτιο του ΄09. Ήταν επίσης η ευφυέστατη αντιπαράθεσης των έργων του Κανιάρη με δημιουργίες Ελλήνων και ξένων εκπροσώπων avant-garde από τη συλλογή του καθηγητή Κωνσταντίνου Παπαγεωργίου στο μέγαρο Ευνάρδου του ΜΙΕΤ (επιμέλεια Els Hanappe), τίτλος της έκθεσης δηλωτικός και των προθέσεων της Contrapunto. Επιπλέον ο Κανιάρης παρουσίασε στη Γκαλερί Καλφαγιάν το θρυλικό περιβάλλον του, με τους μετανάστες από in δεκαετία του 70 υπό τον τίτλο. Αrrivederci – Willkommen και στη γκαλερί Breeder την εικαστική δράση «Αντίδωρο» (Φεβρουάριος-Οκτώβριος). Σ΄ αυτήν ο καλλιτέχνης σχεδίασε να τεμαχίσει ένα υπερμεγέθη καμβά του έναν «τοίχο» που φιλοτέχνησε στη Γερμανία πριν σαράντα σχεδόν χρόνια και να μοιράσει τα κομμάτια του σε μία συμβολική τελετή στους θεατές. Ένα είδος μετάληψης και συμμετοχής-συνενοχής αλλά και σαν μίαν ιερατική καταστροφή του έργου τέχνης αφού πλέον δεν συντρέχουν σοβαροί λόγοι ύπαρξης του. Η έκθεση του Μουσείου Μπενάκη, πρωτότυπη και διαδραστική καθώς πρότεινε μίαν συνομιλία του Κανιάρη με τα κλασσικά εκθέματα του Μουσείου, αλλά και μίαν διαχρονική ανάγνωση της Ελληνικής Τέχνης, χαιρετήθηκε θερμά από τον σύνολο της κριτικής (Μ. Μαραγκού, Αυγ. Ζενάκος, Μ. Φωκίδη, Γ. Πετρίδης) . Αλλά και αγαπήθηκε πολύ από το κοινό, κυρίως για την πρόταση που εκόμισε . Τέλος ο Κανιάρης το θέρος του 2009 «κατέλαβε» το παλαιό δημοτικό σχολείο του χωριού Αρνάδος στη Τήνο και δημιούργησε τρία γλυπτικά περιβάλλοντα με θύματα των εκπαίδευση την εκλογική διαδικασία και την παραδοσιακή αμηχανία των εμπλεκομένων σ΄ αυτές, είτε είναι εκπαιδευόμενοι, είτε είναι εκλογές. Γενικός τίτλος: «Μπα!». «Έπειδή στην τέχνη εντέλει οφείλουμε να εκτιμούμε περισσότερο το αίνιγμα παρά τη λύση του, την ερώτηση κι όχι την απάντηση. Το τραύμα κι όχι το γιατρικό του….»
Όπως έγραφα προλογίζοντας την έκθεση και υπογραμμίζοντας τον βαθειά πολιτικό αλλά όχι στρατευμένο χαρακτήρα της έρευνας αυτού του δημιουργού. Ο οποίος 60 χρόνια τώρα συνδυάζει με επάρκεια το ιθαγενές βίωμα και τον διεθνή προβληματισμό.
Στην ίδια λογική πρέπει να χαιρετισθεί η εξαιρετική παρουσία του Ελληνοαμερικανού Λουκά Σαμαρά στην φετινή Biennale Βενετίας αφού υπερπηδήθηκαν σωρεία γραφειοκρατικών και συντεχνιακών προβλημάτων.
Ο υποφαινόμενος αγωνίζεται από το 1995 για το αυτονόητο. Την αποστολή δηλαδή, και των κορυφαίων εκπροσώπων της Ελληνικής Διασποράς στις παγκόσμιες εκθέσεις που καλούμεθα να συμμετάσχουμε. Ο Σαμαράς ήταν υποψήφιος και στην περασμένη Μπιενάλε την 52η, μετά από δική μου πρόταση, η ειδική επιτροπή όμως δεν την έλαβε υπ΄ όψιν χρησιμοποιώντας προφάσεις επιεικώς γελοίες. Επιτέλους φέτος αποκαταστάθηκε η τάξη αφού παρακάμφθηκε η ανεπίτρεπτη επι-ντροπή. Η αποστολή Σαμαρά από τον συνονόματο του Υπουργό υπήρξε πρωτίστως πολιτική ενέργεια η οποία, αν έχει συνέχεια, θα δρομολογήσει μία στοιχειώδη συνεπή πορεία στην εικαστική μας πολιτική. Δημιουργώντας διεξόδους στην κατεστημένη μας εσωστρέφεια.
Άλλο επιβλητικό επίσης γεγονός της χρονιάς υπήρξε ασφαλώς η δεύτερη Athens Biennale (15/6-4/10) υπό τον τίτλο Heaven. 150 καλλιτέχνες συγκρότησαν 6 θεματικές εκθέσεις με σημαντικότερες κατά τη γνώμη την ΄΄εξαίσια απομόνωση Αθήνα΄΄ σε επιμέλεια της Cay Sophie Rabinowitz και με εκθέτες εκτός των άλλων τους Μίλτο Μανέτα, Ettore Sottsass, Hsuan Hsuan Wu και Michael Gibson και ‘’Hotel Paradies’’ σε επιμέλεια Νάντιας Αργυροπούλου.
Επί πλέον ενδιαφέρον είχε η παρουσία του Άγγελου Παπαδημητρίου ανάμεσα στους (Cristian Tomaszewski Bruce Baillie, Λέοντα Φραντζή και άλλα θηρία (έκθεση: ΄΄Πόσοι άγγελοι μπορούν να χορέψουν στο κεφάλι μιας καρφίτσας΄΄, σ΄ επιμέλεια Χριστόφορου Μαρίνου).
Η Β΄ Biennale πολύ πιο φιλόδοξη και πιο αναπεπταμένη από τη πρώτη, θέτει πολλαπλούς στόχους κι επιτυγχάνει αρκετούς. Και μάλιστα σε χώρους δράσεις όπου η κρατική μέριμνα είναι θλιβερά απούσα. Το Heaven απλώνεται στα ολυμπιακά ακίνητα του Παλαιού Φαλήρου, ενεργοποιεί δημιουργικά την διεθνή εικαστική νεολαία, συνθέτει με φαντασία το παλαιό και το καινούργιο – έκπληξη η παρουσία έργων του Χαλεπά ή του Ακριθάκη και του Πεντζίκη προτείνει λοξές αναγνώσεις του παρόντος και του παρελθόντος, τοποθετεί την Αθήνα στον χάρτη της παγκόσμιας avant-garde προβάλλει νέους δημιουργούς και τους αντιπαραθέτει με ομοτέχνους τους της αλλοδαπής και γενικά δημιουργεί μίαν ευπρόσδεκτη φασαρία.
Τα προβλήματα της είναι και τα προβλήματα της διεθνούς avant-garde: υπερβολική εξειδίκευση της οπτικής γλώσσας, φορμαλισμός, θεωρητική υπεραξία εμπρός σε έργα που δεν πείθουν για το μέγεθος τους. Γιατί σε τέτοιες εκδηλώσεις το χειρότερο που μπορεί να συμβεί είναι να νοιώσει ο επισκέπτης ανία ή αδιαφορία για τα προτεινόμενα εκθέματα. Αλλά είπαμε: Το φαινόμενο είναι παγκόσμιο. Όπως επίσης είναι έντιμο να ψηλαφείς τη σοβούσα κρίση με όρους της κρίσης της ίδιας. Μ΄ άλλα λόγια κυρίες και κύριοι επειδή το μεγάλο έργο εξέλιπε, θαυμάστε τώρα τα θραύσματά του. Οι πειραματισμοί, τέλος.
Τον Δημήτρη Παπαϊωάννου πρέπει να έπεισαν και τους πιο φανατικούς υποστηρικτές του, ότι δεν κάνει πάντα για τα πάντα ο τόσο προβεβλημένος σταρ της εγχώριας καλλιτεχνικής αγοράς. Ούτως ή άλλως πάντως επειδή τέτοιες αποκοτιές απαιτούν και ρίσκο και γενναιότητα, κυρίως επειδή δεν υπάρχει ενημερωμένο κοινό, έχουν σταθερά τι συμπάθεια μας.
Αντιθέτως απογοητευτική και προβλέψιμη ήταν η 2η Biennale Θεσσαλονίκης (24 Μαΐου – 27 Σεπτεμβρίου) που οργανώθηκε από το Κ.Μ.Σ.Τ. αυτής της πόλης. Γνωρίσματα της ο μικρομέγαλος επαρχιωτισμός και ο δύσκολα αποκρυπτόμενος κρατισμός. Γιατί αν κανείς θέλει ν΄ ασχοληθεί με την ΄΄τέχνη, σ΄ αβέβαιους καιρούς΄΄ , οφείλει να διαθέτει και χιούμορ και αυτοκριτική δυνατότητα. Αλλιώς η κοινοτοπία και ο βερμπαλισμός ελλοχεύουν. Και αντί πολυπολιτισμιτικοτήτων μας προκύπτουν πολυπολιτισμικές σαλάτες, ή καλύτερα ΄΄σαλάτες΄΄. Εφόσον μιλάμε για Θεσσαλονίκη, δυστυχώς, στο Κ.Μ.Σ.Τ. βαρύνουν ακόμη η σκιά κι οι επιλογές Ζαχόπουλου.
Επιπλέον, πολύ ενδιαφέρον είχε η έκθεση Α6 (6 Αρχιτέκτονες και το εικαστικό έργο τους) που παρουσιάστηκε στο πνευματικό κέντρο του Δήμου Πολίχνης (επιμέλεια Γιώργος Τσακίρης, διευθυντής ΕΕΔΠ). Παρουσιάστηκαν πίνακες των Γ. Απότσου, Γ. Βούρου, Άρι Γεωργίου, Γ. Μόκαλη, Στ. Σκούλου και Στέργιου Τσίουμα, οι οποίοι συνδύαζαν αρχιτεκτονική ματιά και οργάνωση με ζωγραφική αίσθηση και έκρηξη χρωματικής ύλης. Αποδεικνύοντας ταυτόχρονα πως το αληθινό έργο τέχνης εκκολάπτεται όταν αναχωρούν ο κακώς εννοούμενος επαγγελματισμός και η υστερία της καριέρας. Λεπτομέρεια: ο Στέργιος Τσίουμας και ο Γιώργος Τσακίρης απέσπασαν το πρώτο βραβείο για το μνημείο Εθνικών Ενεργειών (περισσότερα στο www.kyparittinos.gr). Επίσης ως τις 31 Δεκεμβρίου τρέχει η έκθεση Ghost (A’ Guest + A’ Host) στο Ίδρυμα Δέστε της Ν. Ιωνίας. Συμμετέχουν εκτός των άλλων έργα των M.Duchamp, R.Gober, M. Cattelan, J. Koons, K. Walkrn και K. Smith. Θεαματική και ευφάνταστη συνύπαρξη πραγμάτων και εικόνων που αγαπά ο Δάκης Ιωάννου. Δηλαδή τη νέα Σχολή της Ν. Υόρκης και τις οφειλές της στην ευρωπαϊκή πρωτοπορία, παλαιότερη και σύγχρονη. Ένας άλλος κοντοτιέρος της τέχνης που κάνει το κέφι του χωρίς να περιμένει τη σφραγίδα ή το χρήμα του κράτους είναι ο συλλέκτης Ζαχαρίας Ζαρταλάκης. Στο ιδιόκτητο εκθετήριο του στην οδό Πεσμαζόγλου και Σταδίου εξέθετε από τον Ιανουάριο ως τον Ιούνιο τα Reds, δηλαδή μίαν σειρά πινάκων του Θεόδωρου Στάμου φιλοτεχνημένες ανάμεσα στα 1988 και τα 1994. Παράλληλα εξέδωσε βαρύτιμο συνοδευτικό κατάλογο στον οποίο προσωπογραφείται αυτός ο μετανάστης απ΄ τη Λευκάδα που γεννήθηκε στο Λονγκ Άϊλαντ και απετέλεσε έναν εκ των πρωταγωνιστών του αμερικάνικου αφηρημένου εξπρεσιονισμού.
Η επιβλητική αυτή έκθεση παρουσίασε άγνωστα έργα στα οποία κατατίθενται η μεταφυσική αγωνία και εκείνη η ιδιότυπη αντίληψη δράματος που χαρακτήριζαν τον Στάμο, ένα εικαστικό ‘’παράδοξο΄΄ που στοίχειωσε με επιβλητικό τρόπο ανάμεσα στα νερά του Ιονίου και στον στον ποταμό Χιούστον της αμερικανικής μεγαλούπολης.
Ας κλείσουμε με μίαν πολύ επιτυχημένη μεταφορά: Πρόκειται για την έκθεση «Design Διαδρομές», την αφιερωμένη στην γραφιστική προσφορά των Φρέντυ Κάραμποττ, Μιχάλη και Αγνής Κατζουράκη, η οποία το 2008 παρουσιάστηκε στη νέα πτέρυγα του Μουσείου Μπενάκη και φέτος αναπτύχτηκε στις αίθουσες του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης. Αφίσες, διαφημίσεις, εξώφυλλά, λογότυπα από την δεκαετία του ΄60 μας μεταφέρουν στην αισθητική μιας άλλης εποχής που όμως επηρέασε καίρια την αισθητική μας. Με οδηγό τον ορθό λόγο και την μίνιμαλ αντίληψη οι τρείς καλλιτέχνες ανακατώνουν την οπτική γλώσσα και τις στρατηγικές της επικοινωνίας ανατρέχοντας τα φολκλορικά κλισέ του ΄50 και μη διστάζοντας να διαφημίσουν προϊόντα και εφέ, εκτός πεπατημένης.
Συκοφαντημένη ως τότε η διαφήμιση γίνεται στα χέρια των τριών εικαστικών εργαλείο υψηλής ποιότητας. Όπως σημειώνει εύστοχα ο Δημήτρης Αρβανίτης μέλος της Alliance Graphique Internationale «Η εμφάνιση του «Κ & Κ Διαφημιστικού Κέντρου Αθηνών» , στις αρχές του ΄60 σηματοδοτεί την στάση στη πλήρη ανάπτυξη του σε νέα Τέχνη….». Κι αν τότε ο Μοντερνισμός μπορούσε να βάλλει έστω και μέσα από τις διαδικασίες της αγοράς, σήμερα βρισκόμαστε σε μία τέτοια σύγχυση ώστε αντί της παλαιάς avant garde να κυριαρχούμαστε από μίαν arrière garde ανίκανη και να εμπνεύσει και να εμπνευσθεί παρά τις πόζες της. Πιο απλά η τέχνη σήμερα κατάντησε οπισθοφυλακή κι αντί να βρίσκεται σε μίαν ιδεολογική πρωτοπορία, είτε αναμασά το παρελθόν της, είτε σέρνεται πίσω από τις κάθε μορφές εξουσίας, υποδυόμενη ηρωικούς ρόλους, όπως ο παλιάτσος στον φεουδάρχη του Μεσαίωνα. Στα καθ΄ ημάς τώρα η τέχνη δεν επιτελεί καν την παιδαγωγική της αποστολή στο βαθμό ώστε όταν μιλάμε για ζωγραφική ο περισσότεροι συμπατριώτες μας να την ταυτίζουν μ΄ εκείνον τον συμπαθή μουσάτο Καναδό που «διδάσκει» την τέχνη του…. Τισιανού επαναληπτικά από την ΕΤ3.
Μόνη μας ελπίδα όσοι επιμένουν ακόμη να κάνουν εκσκαφές ευαισθησίας ερήμην του αναίσθητου ορυχείου του κράτους….
Μάνος Στεφανίδης
Επ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Βιβλιογραφία
Μαρίας Κατσουνάκη, συνέντευξη με τον Βλ. Κανιάρη. Εφημ. Καθημερινή, 18.1.09
Design Διαδρομές, Φρέντυ Κάραμποττ, Μιχάλης & Αγνή Κατζουράκη, κατάλογος Μουσείου Μπενάκη, εκδ. ΕΛΙΑ Αθήνα 2008
Mάνου Στεφανίδη, Βάσως Κάνιαρη –Γενέθλιου Μουσείον Μπενάκη, Αθήνα 2008
6 Αρχιτέκτονες και το Εικαστικό έργο τους, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Πολίχνης, Πολίχνη 2009-09-19
Παρής Σπίνου, Η Ιστορία σε καινούριο σπίτι, Νέο Μουσείο της Ακρόπολης. Κ.Εφημ. Ελευθεροτυπία 16/08/09
[i] Το κείμενο γράφτηκε πριν τις πρόσφατες εκλογές για την ετήσια έκθεση ΕΠΙΛΟΓΟΣ 2009 η οποία όμως δεν πραγματοποιήθηκε. Ως επίλογο του άρθρου θ’ ανάφερα πως ο νέος υπουργός πολιτισμού δηλώνει manager και προέρχεται από τον στενό κύκλο του Γ.Α.Π. Το αριστοκρατικό του φύσικ και επώνυμο είναι τα μονά στοιχεία που μέχρι τώρα έχουν απασχολήσει τους πολιτιστικούς αναλυτές. Ούτως ή άλλως το ΠΑΣΟΚ ακόμη διανύει περίοδο χάριτος. Αν και βέβαια η καλή μέρα φαίνεται από τα χαράματα …