Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 31 Αυγούστου 2012

Η ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΦΡΑΠΕ




Εκείνον που πλήθη ανθρώπων επευφήμησαν σε αίθουσες κλιματιζόμενες ή κατά μόνας...

Ν. Βαγενάς
 Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να πεθάνει κανείς.



Η ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ περισσότερο κλαίει παρά γελάει. Και το κοινό της επίσης. Ο εθισμός στη συγκίνηση είναι μεγαλύτερος από τον εθισμό στη νικοτίνη. Από την άλλη, το κλάμα πουλάει πολύ. Στις σειρές του Φώσκολου λ.χ. οι πάντες είναι βουρκωμένοι. Έτσι πρέπει. Τα μεγάλα πάθη, οι τρομερές συγκρούσεις οφείλουν να κολυμπάνε στο δάκρυ. Σιγά σιγά αυτή η κλιμακούμενη υγρασία διαποτίζει το πλήθος έως μυελού οστέων. Η μεγάλη δύναμη της τηλε-εικόνας κρύβεται στο εύκολο και άφθονο δάκρυ που μπορεί να εκμαιεύσει. Είναι τότε που στάδια, αεροδρόμια, πλατείες και δρόμοι γεμίζουν από νοτισμένα μάτια έτοιμα να αποθεώσουν και να επευφημήσουν. Κι είναι τότε που τα δάκρυα σκουπίζονται αποκλειστικά με γαλανόλευκες πρώτης ανάγκης. Για το μπαλκόνι, το αυτοκίνητο, για την πλάτη μας σαν πουλόβερ ή γύρω από το λαιμό σαν κασκόλ. Επίσης σε μια μεγαλειώδη υπέρβαση ο ιστορικός χρόνος καταργείται και η τηλεόραση -πάλι ο Φώσκολος πρωτοπορεί εδώ- μεταφέρεται στον παρόντα χρόνο. Ο γάμος, σου λέει, θα γίνει αρχές Ιουνίου και η δίκη μετά του Αγίου Πνεύματος. Δηλαδή τώρα! Οπότε ο δακρυρροών θεατής δεν χρειάζεται να ζήσει τη ζωή του εφόσον συμβιώνει αρμονικά με τους τηλε-ήρωες της αγαπημένης του σειράς. Οι πιο αθώοι μάλιστα ετοιμάζουν και δώρο για τη νύφη. Και στα δικά σας.

ΤΗ «ΛΑΜΨΗ» ΤΗΝ ΑΓΑΠΟΥΝ οι τρίτες ηλικίες και οι οικονομικοί μετανάστες. Παρατηρήστε τα ελληνικά τους· είναι σαν του Γιάγκου Δράκου. Όχι μόνο το λεξιλόγιο αλλά και η εκφορά του λόγου ή ο στόμφος. Ακόμη και οι επαναλήψεις που επιμηκύνουν τον τηλεοπτικό χρόνο και κάνουν έτσι το επεισόδιο οικονομικότερο. Να ένα παράδειγμα διαλόγου:

- Ήρθε η ώρα να μάθω την αλήθεια.

- Πιστεύεις, αλήθεια, πως ήρθε η ώρα να μάθεις την αλήθεια;

- Ναι στ' αλήθεια αυτή η ώρα, η ώρα της αλήθειας ήρθε...

- Και θ' αντέξεις στ' αλήθεια αυτή την ώρα, όλη την αλήθεια;

- Μη με βασανίζεις Γιάγκο Δράκε και πες μου την αλήθεια!

Αντιλαμβάνεσθε πως και καρδιά από πέτρα να είχε κανείς, θα λύγιζε στο τέλος εμπρός σ' αυτό το ασήκωτο συναισθηματικό βάρος. Στ' αλήθεια...

ΤΟ ΑΝΤΙΠΑΛΟ ΣΙΡΙΑΛ είναι πιο σοφιστικέ, κυρίως γιατί αξιοποιεί την εμπειρία του φωσκολικού μελό με έναν τρόπο post, δηλαδή μεταμοντέρνο. Στη θέση της αρχαϊκής ακαμψίας των πλάνων και των δύο προσώπων που συγκρούονται επί σκηνής όπως στον Αισχύλο -ο ένας, κατά κανόνα, είναι μπάτσος και ο άλλος ξανθιά-, στη ΒΕΡΑ οικονομείται καλύτερα ο χρόνος, το μοντάζ είναι πιο σφιχτό, περισσότερα πρόσωπα μπαινοβγαίνουν σε σκηνικά πιο αληθοφανή, ενώ τα εξωτερικά γυρίσματα βρίσκονται σε καθημερινή σχεδόν χρήση. Οι διάλογοι πάλι είναι πιο κουλτουριάρικοι άρα το δάκρυ δυσκολότερο. Οι μπάτσοι αξιοποιούνται με μέτρο, ενώ οι κακοί δεν είναι τόσο μονοδιάστατοι ούτε πάντα ζάπλουτοι. Η ταξικότητα της λάμψης στα χέρια της Έλενας έγινε απλώς κοινωνικός αποκλεισμός όπως θα 'λεγε κι ο Σπύρος Βούγιας. Οι διάλογοι πάντως τροχοδρομούν στα κλασικά πρότυπα του είδους:

- Είσαι κάθαρμα, κάθαρμα, κάθαρμα και το ξέρεις.

- Εμένα αποκάλεσες κάθαρμα, κάθαρμα, κάθαρμα;

- Εσένα αποκάλεσα και δεν το μετανιώνω ούτε ανακαλώ.

- Και γιατί παρακαλώ; - Γιατί είσα κάθαρμα ρε!

ΑΘΑΝΑΤΗ, ΕΥΣΥΓΚΙΝΗΤΗ ΕΛΛΑΣ! Ένα εργοστάσιο κλείνει ή μια βιοτεχνία και στο χώρο τους ανοίγουν ένα ξενυχτάδικο ή ένα καφέ μπαρ. Παντού από άκρον απ' άκρου εις άκρον στον ευλογημένο τούτο τόπο είναι απλωμένα τραπεζοκαθίσματα και χυμένη σ' αυτά η εύελπις νεολαία μας πίνοντας φραπόγαλα. Η τιμή του καφέ αυξάνει δραματικά, αλλά η εμμονή της φυλής στις αραχτές παραδόσεις της παραμένει αταλάντευτη. Ώρες επί ωρών οι μερακλήδες έχουν πιάσει τις καρέκλες σταυρωτά και το φιλοσοφούν. Είναι βλέπετε και η ανεργία που ωθεί τον κόσμο στο επιτήδευμα του φραπέ, έτσι ώστε οι ταλαίπωροι γονείς να έχουν κόψει ειδικό, μηνιαίο επίδομα στα τέκνα και τα τεκνά τους. Κατά τα άλλα όλο και κάποια εθνική νίκη θα επισυμβεί - ποδόσφαιρο και τα συναφή ώστε να ξεχυθούν οι συγκινημένοι συμπατριώτες μας στους δρόμους εγκαταλείποντας προς στιγμήν τις πολυθρόνες. Τα ειδικά αυτά μαγαζιά με τα σμήνη των τραπεζοκαθισμάτων απλώνονται από την παραλιακή ώς την Κηφισίας από το Νέο Ηράκλειο ώς το Μπουρνάζι και από τα Χανιά στην Καβάλα χωρίς καμία περιστολή. Τι ωραία σημειολογική εικόνα! Να κλείνει ένας χώρος παραγωγής και να ανοίγει μια επιχείρηση φραπέ. Βλέπετε, είναι πολλά τα επιδόματα αδέλφια. Τώρα θα με ρωτήσετε ποιος παράγει και τι σ' αυτόν τον ευλογημένο, υπερχρεωμένο πλην περήφανο, τόπο. Ειλικρινά δεν θέλω να σας γελάσω. Πάντως παράγουμε πολλούς -τηλεοπτικούς- καφέδες, μουσακάδες και πιλάφια γενικώς, καθώς το fiction είναι πραγματικότητα και η πραγματικότητα fixion.
ΑΘ
Ζήτωωωωω! Ολεεε! Είμαστε λαός για τις επευφημίες και για τα κλάματα.

ΤΟ ΔΥΣΑΡΕΣΤΟ ΤΩΡΑ: Έπειτα από 11 χρόνια ο Γιάγκος θα πεθάνει, πληροφορούμαι, γιατί ζήτησε αύξηση. Σ' αυτά ο συγγραφεύς είναι αμείλικτος. Ή στήνει ένα αυτοκινητιστικό ή στέλνει τον στασιαστή στην Αυστραλία. Για φραπέ...

ON OFF - 29/05/2005

Στριγκάκια τη νύχτα

Félix Vallotton, Musée des Beaux-Arts, Genève


Δημοσιεύθηκε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 24/06/2006

Μπήκε το καλοκαιράκι· το κατάλαβα από τα μηχανάκια της μάταιης επανάστασης που ουρλιάζουν στις ήσυχες γειτονιές βαθιά μεσάνυχτα και από τις πόρτες των αυτοκινήτων που κλείνουν με ευφρόσυνο πάταγο και επαναληπτικά σαν καραμπίνες στις τρεις το πρωί κάτω απ' το ανοιχτό μου παράθυρο. «Καληνύχτα σας, ωραία περάσαμε, πού θα πάτε, είπατε, διακοπές; Να το επαναλάβουμε σύντομα, να 'στε πάντα καλά!». Η ιεροτελεστία του αποχαιρετισμού όμως κρύβει ακόμη πολλές εκπλήξεις. Οι μερακλήδες νεαροί με τα μεγάφωνα έξω από το αυτοκίνητό τους επιμένουν ν' ακούν το τελευταίο καψουροτράγουδο με θέα την κρεβατοκάμαρά μου. Είναι η στιγμή που είτε τρελαίνεσαι είτε εγκληματείς, όπως έγραφε ο Βαν Γκογκ στον αδελφό του Τεό με αφορμή τους ρέμπελους πότες της Αρλ. Πάνω που σηκώνομαι με το μάτι μου να στάζει μίσος και ξαγρύπνια, αιφνιδιάζομαι από ένα ανέκδοτο που εκφωνεί ο αστείος της παρέας στεντόρεια εν είδει καληνύχτας: Είναι, που λέτε, δύο μπετατζήδες σ' ένα γιαπί και γυρίζει ο ένας και λέει στον άλλο: «Δεν βλέπω την ώρα να τελειώσουμε ρε Μήτσο τη δουλειά, να πάω σπίτι και να βγάλω το στριγκάκι της γυναίκας μου». «Γιατί ρε, τόσο ανυπόμονος είσαι;», απορεί ο έτερος μπετατζής. «Όχι μωρέ, αλλά με... κόβει».

Στον μεταμοντέρνο χυλό οι μπετατζήδες λέγονται Ούρσουλες, οι Ούρσουλες διεκδικούν το δικαίωμά τους να παντρεύονται άλλες Ούρσουλες ώστε να αναπαράγεται η ευτυχία της μικροαστικής οικογένειας στο διηνεκές και επίσης να εισέρχονται στο Δημόσιο με την ποσόστωση της μειονότητας. 'Η, μήπως της πλειοψηφίας; Τα μυστικά της κρεβατοκάμαρας όταν συνδικαλίζονται, παράγουν τέρατα συναισθημάτων και δυσπλασίες ορμών. Η ίντριγκα ως επιθυμία, δηλαδή, και το σώμα ως διαβατήριο για πολιτική καριέρα. Κοντεύει να ξημερώσει και ακούω τη Νόρα Τζόουνς, την κόρη του Ραβί Σανκάρ, για να ηρεμήσω. Αρνούμαι να δω τηλεόραση από τότε που ο Λάλας μ' έκανε να μισήσω το Μουντιάλ και να ταυτίζω την μπάλα με το σουλούπι του. Μερικές φάτσες είναι αντιτηλεοπτικές, πώς να το κάνουμε, και συνιστά σαδισμό να μας τιμωρούν εμφανιζόμενες. Ας ζωγραφίζουν, ας εγκαινιάζουν υπουργοί τις εκθέσεις τους, ας παρουσιάζουν βιβλία γνωστών συγγραφέων μαζί με γνωστούς συγγραφείς, αλλά ας μη μας βασανίζουν και από το λαϊκό μέσο που λέγεται τηλεόραση. Φτάνει ο εθισμός προς το κακό και την οντολογία που του η ίδια η τηλεόραση προκαλεί, ό,τι και να προβάλλει.

Μπορεί το κανάλι της Βουλής να έχει Ντον Κάρλος κι ο ΣΚΑΪ τις «Τελευταίες μέρες του Χίτλερ» αλλά το τηλεκοντρόλ σε γαργαλάει να δεις αν έχει πάτο η γελοιότητα λ.χ. τον Alpha με τις «ψυχαγωγικές» εκπομπές για όλη την οικογένεια. Αυτή η έλξη προς την ξεφτίλα είναι σχεδόν νοσηρή, υφίσταται όμως. Ισως γιατί η τηλεόραση ταυτίστηκε με το χαλάρωμα και τη χουζουρλίδικη διασκέδαση· την ευφορία του καναπέ. Απ' την άλλη αποτελεί την ψυχαγωγία των φτωχών. Άσχετα αν στα καθ' ημάς καταλήγει να είναι των πτωχών τω πνεύματι. Εκεί ποντάρουν και οι εύσαρκοι αδίστακτοι «επιχειρηματίες» διαστροφής και αγοράζουν από το παζάρι της ιδιωτείας, τη μικρουτσικοψιψινάκεια πραμάτεια τους. Με την έγκριση μάλιστα σο-βα-ρο-φα-νών, δη-μο-σι-ο-γρα-φι-κών ντενεκέδων. Οι οποίοι βραβεύονται κατ' έτος από γκλαμουριάρικα έντυπα του χαμαίζηλου life style με το βραβείο της υπερφωτισμένης πατσαβούρας. Έπειτα επιστρέφουν περιχαρείς στη συμβία τους, χαϊδεύουν τη ρακέτα του τένις και βγάζουν ανακουφισμένοι το στριγκάκι τους. Η τηλεόραση εν Ελλάδι αποτελεί έμπρακτη δειλία· και από πλευράς παραγωγών και από πλευράς θεατών.

Γύρω στις 5 με παίρνει ο ύπνος, βλέπω εφιάλτες με αγελάδες και φουσκωμένα γλυπτά του Botero, την ίδια αποτυχημένη «μεταφορά» της ζωγραφικής του στον χώρο είχε επιχειρήσει κι ο Dali, εμφανίζεται το φάντασμα του Giacometti και με μια βελόνα σκάει όλη αυτή τη
manufactured κατάσταση. Ο εκκωφαντικός θόρυβος με ξυπνάει. Όχι, με ξύπνησαν οι σφυριές από τη διπλανή οικοδομή σε συνδυασμό με το κομπρεσέρ του δήμου που σκάβει την άσφαλτο και ξηλώνει πεζοδρόμια. Μύρισαν εκλογές, βλέπετε, και ο κάθε συνεπής δήμαρχος θυμάται τον εργολάβο που κρύβει μέσα του. Αυτό το σύμβολο της αειφόρου ανάπτυξης. Οι σφυριές δυναμώνουν, οι σκαλωσιές ανεβαίνουν, χρόνια τώρα, όσο θυμάμαι τον εαυτό μου στις συνοικίες της Αθήνας που αναπτύσσονται ραγδαία, εκεί στα αόρατα σύνορα ανάμεσα στο αστικό, το περιαστικό και τα χωράφια που υπήρχαν κάποτε στο Μοσχάτο ή την Καλλιθέα, σε συνδυασμό με τις ελεύθερες πλαγιές του Υμηττού ή της Πεντέλης, κάποιοι ευσυνειδήτως και κάθε μέρα σταυρώνουν έναν Χριστό. Έπειτα έρχονται οι μπετατζήδες για να καλουπώσουν το καινόν μνημείον, ένα ακόμη μνήμα της αρχιτεκτονικής και μετά μπαϊλντισμένοι σπεύδουν σπίτι τους για να βγάλουν, ξέρετε τι, που τους κόβει κι ύστερα να παραδοθούν αύτανδροι, μέσα στην υγρή νύχτα στη σαγήνη του γυάλινου ματιού της· πιο διαστροφικής απόδειξης, δηλαδή, ενός κόσμου που δεν υπάρχει...

ΥΓ.: Προσοχή όμως! Η τέχνη δεν μπορεί να είναι το ψυχοφάρμακο των αστών που πλήττουν (ελληνιστί, Art Fair). Έβλεπα τις προάλλες στο MoCA της Ν. Υόρκης το Hotel Sphinx Project της Ζωής Ζένγκελη (1937), μιαν αρχιτεκτονική που προτείνει μέσα από ανατροπές να ζήσουμε την καθημερινότητά μας ποιητικά. Ο Άρης Κωνσταντινίδης, ο Χατζιδάκις, ο Μαυροΐδης, ο Καρούζος, το είχαν πετύχει. Με τι κόστος όμως! Σε μια άλλη αίθουσα παρατηρούσα την κονστρουκτιβιστική σύνθεσή του 1934 «Χέρια που κρατούν το αόρατο αντικείμενο» και σκεφτόμουν πόση υποβολή μπορεί να κρύβει μια εικόνα όταν βούλεται να πλεύσει κόντρα στο ρεύμα. Θυμηθείτε πως ο Ουράνης προπαγάνδιζε τον ανάπλουν του Αμαζονίου!


Αντιρρήσεις

Κε Στεφανίδη καλησπέρα  ! Ο λόγος σας   ( κριτικός και μη)   πάντα καίριος  πυροδοτεί   τον προβληματισμό  . Η Τέχνη συνιστά όμως ένα φρούδο και αυτάρεσκο παραπέτασμα εφησυχαστικής δειλίας ? Ο  αιρετικός από κάθε άποψη Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ήταν δειλός εκφέροντας την τέχνη που άρθρωσε ? Η Guernica του Πικάσσο μάλλον απηχεί  ένα γενναίο βγάλσιμο της γλώσσας του δημιουργού του έναντι στο  κατεστημένο στο οποίο επιτέθηκε  .Η χειμαρρώδης πένα του μαρκήσιου ντε  Σαντ  αλλά και η σαρκαστική γραφίδα του  Oscar Wilde  μάλλον υπεισέρχονται στη  σφαίρα της  ευειδούς θρασύτητας υπερβαίνοντας το επίπεδο του απλού θάρρους .  Αντηχώντας   τον  εγγενή "ηρωισμό "που  αναφέρατε, ενδύει με  αίγλη   την Ύπαρξη,  μία υπόσταση  καθημαγμένη από το  ξέφτισμα του χρόνου και τη  χαοτική  αντιναρκισσιστική  α-συνέχεια ολούθε . Ο  Ν.Γ. Πεντζίκης  αναζητά εναγωνίως ένα καθαρτήριο "σχήμα"  στην Τέχνη αφού αναπόφευκτα δεν το εντοπίζει στη ζωή.   Με το σχήμα δεν υποννοείται στενά η γεωμετρική  τάξη  αλλά  ευρύτερα   μία εύτακτη "καθαρή μορφή"  όπως λέει ο ποιητής Γεωργούσης, με   προπύργια  τα   παντοειδή   και οξυγονούχα πονήματα των καλλιτεχνών .Ο φυσικός μας στο σχολείο επέμενε ότι "  η   Φύση   είναι   συντηρητική   όπως και   οι  ενεργειακοί   της   νόμοι..  "( αρχή διατήρησης της ενέργειας κλπ. )  Η Τέχνη   αντίθετα , αφίσταται από το να   εκφαίνεται  " συντηρητική"   με   ό,τι αυτό   συνεπάγεται, γι' αυτό   άλλωστε και" ο πιο  παθιασμένος κόσμος   είναι   ο   Φανταστικός" σύμφωνα με τη  Β. Γουλφ. Ένα παράδειγμα απ' τα ελληνικά είναι η περίπτωση των ιλιγγιωδών " καταβάσεων " του ανορθόδοξα πυρετικού Γιώργου Αριστηνού .
                 Καταληκτικά  επειδή στην  Τέχνη εν τέλει - όπως και  στον  Έρωτα  όλα  επιτρέπονται"  αν η ποίηση   δεν  είναι  άφεση  τότε να  μην   περιμένουμε   έλεος  από  πουθενά"   θα    μάς   πει   ο Γ.Ρίτσος στην   Ελένη του. Άφεση.. για τους δειλούς ίσως ?  Τους   αναίμακτα   υπάκοους ? Όχι. Άφεση   για   εκείνους που επιμένουν να παραμένουν -παρά   την   ολέθρια   εξακολουθητική   ανυπόκριτη   κόντρα  με την   με το αιμοσταγές  μεγαθήριο της   καθημερινής Εμπειρίας -  ιδαλγοί   της   Ιδέας.  Έναντι της   ερμητικής  διαστρέβλωσης   του  ασυμπαγούς γίγνεσθαι της οποίας   είμαστε   αναπόδραστα   μέτοχοι , η εναργής ρυθμικότητα  της Τέχνης. Ας θυμηθούμε του μαγευτικά εύηχους πίνακες του Καντίνσκυ ή του  Robert Delaunay.Ίσως όντως η Ποίηση έγινε  για  να  "διορθώνει  τα   λάθη   του Θεού" για   να θυμηθούμε τον Οδ.Ελύτη,   και   όχι για να υποκαθιστά νοερά τα δικά μας .  Ίσως   όμως   και   αυτό   να σάς ακουστεί ως υποτυπώδης   δειλία..    Τουλάχιστον  έχουμε -έστω -το αβυσσαλέο και αιρετικό  θάρρος να  το  διατρανώνουμε  μέσα στους κόλπους της Τέχνης. 
 Ευχαριστώ   θερμά  για την προσοχή σας .    Λίνα Σιγιάννη 

Τετάρτη 15 Αυγούστου 2012

Σαν κι Εμένα


Χρήστος Γεωργουδάκης, Η Αρπαγή της Ευρώπης Ι, 2012

Σκέφτομαι φορές μήπως η ποίηση, η τέχνη γενικότερα

και, ορισμένως, η περίφημη τέχνη

των δακρύων ή, η άλλη των συλλογισμών και των ρεμβασμών,

δεν είναι τίποτε άλλο παρά η κάπως κίβδηλη,

η έωλη παρηγοριά μας – και η μόνη άλλωστε –

για εκείνα τα ταξίδια που δεν κάναμε

και τις ζωές που δεν ζήσαμε ενώ μπορούσαμε.

Η ποίηση, λοιπόν, η τέχνη γενικότερα

δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο μοναδικός ηρωισμός

που μπορούν να επικαλεσθούν κάποιοι δειλοί σαν εσάς

για όσα δεν έζησαν, για όσες αποδράσεις δεν ετόλμησαν.

Για εκείνους τους έγκαιρους θανάτους

που δεν διεκδίκησαν ενώ έπρεπε, κι ενώ μπορούσαν.

Σαν κι εμένα…



Υ.Γ. Αν είναι έτσι, στ’ ανάθεμα κι η τέχνη κι οι παρηγοριές της.

Ορισμένως, σκέφτομαι, η καταγέλαστη αναπηρία της.



Μάνος Στεφανίδης | Τήνος 6.7.12

Δοκίμιο για την Αρχιτεκτονική


Το πρώτο σπίτι στον κόσμο

ήταν ένας άνθρωπος με απλωμένα χέρια

για να προστατέψει τα παιδιά του. 



Δηλαδή το πρώτο σπίτι

ήταν μια αγκαλιά.

Έπειτα όλα τα άλλα…



Σπίτι είναι ένα οποιοδήποτε «μέσα»

όταν εκεί έξω

βρέχει.



14.09.2010

Κυριακή 5 Αυγούστου 2012

Ο Δεκαπενταύγουστος ενός Κρητικού παραλοϊσμένου


Εγώ και πάλι που θρηνώ το γνήσιο
Στον άθλιο τόπο αυτόν τον πιθηκίσιο
Νίκος Φωκάς

Ο Γκρέκο είναι το μετέωρο ανάμεσα στο βυζαντινό μυστικισμό και τον ευρωπαϊκό ορθολογισμό. Η “Ταφή του Κόμητα Οργκάθ” στο Τολέδο η τρομερή συνομιλία ανάμεσα στη “Δευτέρα Παρουσία” της Καπέλας Σιξτίνας και τη “Κοίμηση της Θεοτόκου” στη Σύρο. Και στις δυο περιπτώσεις δεν κηδεύεται τόσο ένα σώμα όσο ανασταίνεται, “αποκαθίσταται”. Τηρουμένων των αναλογιών, η ζωγραφική του Γκρέκο είναι πάντα ένα σώμα που μάχεται για την αθανασία του. Είναι η επανάσταση των ψυχών που δεν απεμπολούν τη σάρκα τους. Η τέχνη πάλι είναι εκείνος ο Λαβύρινθος στον οποίο ο Μίτος δίνεται στην έξοδο κι όχι στην είσοδο.
 
Υ.Γ.  Ιδού το πρόβλημα του πολιτισμού μας, φίλτατοι. Απωλέσαμε την ιθαγενή μας λαϊκότητα στο όνομα μιας «λαϊκοέντεχνης» μοντερνιτέ, η οποία ξιπάζεται από εισαγόμενα σουσούμια. Δηλαδή, σαν κάποιον που ξέχασε το παρελθόν και δεν βολεύεται στο παρόν του. Όπως εξάλλου δεν βολεύεται και στο σώμα του. Ο φασισμός του «λαϊκοέντεχνου» αποτελεί τη χειροπιαστή αμηχανία μας να διαχειριστούμε το λαϊκό έστω και ως ανάμνηση.

Ο ΤΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ


(Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε πριν 6 ακριβώς χρόνια στην Κ.Ε.)

Γιώργος Λάππας, Άτιτλο Α

Τέλος πάντων, ποτέ δεν συνήθισα τους ανθρώπους, αλλά αυτό είναι μια άλλη μου αναπηρία
Δ. Δημητριάδης
ΤΡΟΜΑΚΤΙΚΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ, τρομακτικές οι αλλαγές, αφανείς ή φανερές. Οι άνθρωποι διεκδικούν απελπισμένοι ό,τι η διαφήμιση της ευτυχίας τούς υπόσχεται, λίγες ανέφελες δηλαδή διακοπές, ένα ταξίδι που θα ισοφαρίσει όλα τα προηγούμενα κακά, έναν άνθρωπο που θα έχει όλες τις αρετές των lifestyle περιοδικών και καμιά, ανθρώπινη, αδυναμία, μια ευκαιρία να ξεφύγουν από την εγκλωβισμένη ζωή τους, τον παγιδευμένο τους εαυτό. Ο Αύγουστος καθίσταται έτσι ένας περιφραγμένος ιδιωτικός παράδεισος, στον οποίο ο καθένας θέλει να τρυπώσει. Έστω για λίγο. Φυγή, απόδραση, απομάκρυνση, άγονη γραμμή, κατασκευή του «εξωτικού», αντικατοπτρισμός του μακρινού ορίζοντα που παρασύρει και ελευθερώνει. Προσωπικά, κάνω τον Αύγουστο τις σκέψεις ή τους απολογισμούς που οι άλλοι πραγματοποιούν την Πρωτοχρονιά. Αυτόν το μήνα είναι όλες μου οι επέτειοι, οι επιτυχίες και οι ήττες. Αύγουστο κλαίω τους νεκρούς μου. Αύγουστο αποφασίζω ν' αλλάξω, κι όσο πιο σοφός, δηλαδή πιο μεγάλος γίνομαι, συνειδητοποιώ ακόμη πιο βαθιά πόσο ανώφελες είναι όλες αυτές οι αλλαγές. Είμαστε οι επιθυμίες και οι αδυναμίες μας, είμαστε οι κερδισμένες στιγμές που όμως κάποτε θα πληρωθούν με το παραπάνω, είμαστε κάτι χαρακωμένοι ανάποδοι καθρέφτες, μάσκες πληγωμένες, ατελείς υποκριτές που οφείλουν, πάντως, να υποδυθούν τέλειους ρόλους. Κι οι αγάπες μας πάντα αρχίζουν και τελειώνουν τον Αύγουστο, την εποχή των ορίων που παραβιάζονται και του κρεσέντο που διεκδικεί για μια στιγμή και μόνη την ένταση της αιωνιότητας. Μισές οι χαρές, κολοβές οι λύπες, εφόσον το κακό σέρνεται υπόγειο και ανεξέλεγκτο. Κάθε φορά που τολμάς να δεις έξω απ' το καβούκι σου, το home-castle του χειμώνα, το σκάφανδρο των διακοπών το καλοκαίρι, ο τρόμος του πραγματικού σε συντρίβει. Στις κοινωνίες των μαζικών ατομισμών η ζωή η ίδια είναι πρόβλημα μέγα, γι' αυτό και επισημοποιούνται τα λογής υποκατάστατα. Οι μοναξιές βαφτίζονται σχέσεις, οι ευκαιριακές συνευρέσεις δύο φιδιών κάτω απ' το ίδιο ξερολίθαρο οικογένειες, τα παραισθητικά παιχνίδια που δημιουργεί ο κάθετος ήλιος όταν φωτίζει έκκεντρα τα πρόσωπα έρωτες, κ.ο.κ. Μεγαλωμένοι με μελό και happy end και με πάθη τόσης διάρκειας όση χωράει ένα σίριαλ, καταθλιβόμαστε αθεράπευτα όταν βλέπουμε πόσο άσχημη είναι η ζωή όταν την ομορφιά την ψάχνεις σ' ένα ηλιοβασίλεμα, κάπου πέρα μακριά κι όχι σε όσα εσωτερικά πράγματα σού επιτρέπουν να την δικαιούσαι. Άνθρωποι σε δίπολα, σε τρίγωνα, σε ασύμπτωτες ευθείες, σε φαύλους κύκλους, υποκρίνονται πως αγαπάνε χαζεύοντας απλώς τον καθρέφτη τους, και τότε η ίδια τους η εικόνα ετοιμάζεται να τους κατασπαράξει.
ΝΑ ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ: Το απορροφητικό γυαλί που μας προστατεύει από την αδήριτη πραγματικότητα και, κυρίως, από την αναπόφευκτη έκλειψή της. Κοιτάμε μέσα απ' αυτό σαν από δίχτυ ασφαλείας και προσομοιώνουμε τις όποιες απόψεις μας για τα πράγματα που μας βομβαρδίζουν σύμφωνα με τα μέτρια μέτρα και τα υπονομευμένα σταθμά της. Η εξάρτηση όλων από το ληθαργικό γυάλινο μάτι της δεν είναι απλώς μια παραδοχή αδυναμίας. Είναι η «ζώνη αγνότητας» που επιτηρεί τις δυτικές, κυρίως, κοινωνίες ώστε να μην έλθουν σ' επαφή με τον αληθινό κόσμο και τα προβλήματά του. Τη σκηνοθεσία της απάτης ανέλαβαν όσοι νέμονται την εξουσία των ΜΜΕ. Μια δράκα πολιτικοοικονομικών συμφερόντων που αφορούν σ' όλο τον πλανήτη, που τον χειραγωγούν και τον εξανδραποδίζουν. Κι ας μην ξεχνάμε: ο «ολόκληρος κόσμος» αρχίζει πάντα απ' τον διπλανό μας. Από τον ξένο του πεζοδρομίου που αγνοήσαμε, αγνοώντας κυρίως πόσο ξένοι είμαστε όλοι μας σ' έναν αφιλόξενο κόσμο. Δος μοι τούτον τον ξένον, ζωντανό όμως, έστω κι αν είναι ρυπαρός ή πληγιασμένος, κι όχι το αποστειρωμένο είδωλο της θλίψης μέσα από τη μικρή οθόνη (δες, Λάμπρου Καμπερίδη, «Δος μοι τούτον τον ξένον», «Ινδικτος» 2006, στην εύγλωττη σειρά «Εκτός Συνόρων»).

ΕΜΠΡΟΣ ΜΟΥ κινείται αργά ένας ταξιτζής, το γνωστό μπαφιασμένο οδήγημα και το χέρι να κρέμεται έξω. Τον προσπερνάω βιαστικά και με κοιτάει σαν να μου λέει «εσύ πας κάπου, εγώ πουθενά». Λίγο πιο κάτω νεαρός οδηγεί μηχανή μεγάλου κυβισμού και μιλάει στο κινητό. Τον παρακολουθώ όσο μπορώ να ελίσσεται ταχύτατα ανάμεσα στις λωρίδες. Σαν να με κατάλαβε, χάνεται στην ανηφοριά με μια θριαμβευτική σούζα. Στα ρείθρα των πεζοδρομίων, στα διαχωριστικά των λεωφόρων, στα κάγκελα των δρόμων πληθαίνουν τα καρφιτσωμένα μπουκέτα in memoriam. Ο βλακώδης, ο άδικος θάνατος χιλιάδων (!) ανθρώπων, κυρίως νέων, έχει καταντήσει ο εθνικός μας παροξυσμός. Τα λύτρα της ευμάρειας και της ανίας. Ναρκωτικά και τροχαία, η θλιβερή μας πρωτιά. Πολύστροφα αυτοκινητάκια και μηχανές enduro διακοσμούν, αναποδογυρισμένα, σαν τεράστιες κατσαρίδες που τις έλιωσε ελέφαντας, κυρίως την παραλιακή, κυρίως τις μεταμεσονύκτιες ώρες. Στανική, καθ' υπαγόρευσιν, τυποποιημένη διασκέδαση και ο ανάλογος φόρος της. Και μη μου πείτε τις ανοησίες περί αστυνόμευσης, μέτρων, ανάλγητης πολιτείας και τα ρέστα. Σε κάθε ηλίθιο ή κτηνώδη φόνο οπουδήποτε στον πλανήτη είμαστε όλοι ανεξαιρέτως παρόντες· θύματα μαζί και θύτες. Απωθήσαμε τον ορθό λόγο, καταπνίξαμε το ένστικτο, κάναμε αλγόριθμο το συναίσθημα και κουρελού τη συλλογικότητα. Ιδού τα επίχειρα των επιτευγμάτων μας. Κάθε Αύγουστο κηδεύω τον νεκρό που σκότωνα έναν ολόκληρο χρόνο πριν. Μην περιμένετε λοιπόν χαρούλες.

Η κλοπή του Πικάσσο

ΣΚΑΪ Player TV — ΣΚΑΪ (www.skai.gr)  
(Δείτε από το 18' λεπτό)

Για να γιορτάσουμε τη νέα ανανέωση της θητείας της κας Λαμπράκη.
(Στη χώρα αυτή, αν αλλάξει κάτι, θα είναι κατά λάθος)