Αύγουστος είναι ο μήνας που θρηνώ τους νεκρούς μου. Είτε πέθαναν είτε δεν υπάρχουν για μένα. Και σκέφτομαι πως η μελαγχολία ή η θλίψη είναι έννοιες σύμφυτες με την ανθρώπινη οντότητα, επειδή αποτελούν συνέπειες της θηνότητάς της. Κουβαλάμε, μ' άλλα λόγια, τον θάνατό μας ως μοναδική αποσκευή για την αιωνιότητα. Το μόνο που θα υπάρχει από εμάς κάποτε είναι πως δεν θα υπάρχουμε πια (και για πάντα!). Τίποτα μακάβριο σ' όλα αυτά. Αντίθετα, κάτι πολύ φυσικό όπως η σκόνη από τους Κρεμαστούς Κήπους της Βαβυλώνας ή το λαμπύρισμα στα νερά του Κάιτ Μπέη του Φάρου της Αλεξανδρείας. Ή η ηδονή και το πένθος που χάριζαν κάποτε οι, σήμερα χαμένες, σονάτες του Αλεσάντρο Σκαρλάτι. Απ' την άλλη, πόση αιώνια πλήξη στην αιωνιότητα που ονειρεύονται ορισμένοι μεταφυσικοί. Που θέλουν σώνει και καλά να φορτώσουν την ύπαρξή τους επ' άπειρον στην πλάτη του σύμπαντος. Φιλοδοξία που δεν είχαν πλάσματα υπεροχότερα του ανθρώπου όπως λ.χ. οι πτεροδάκτυλοι, οι φάλαινες ή οι δεινόσαυροι. Θα μου αντιτείνετε, βέβαια, το πνεύμα του ανθρώπου και θα νομίζετε πως με αποστομώσατε. Ομως εγώ στο βλέμμα του σκύλου μου βρίσκω πράγματα που δεν μπορώ να ανακαλύψω στα μάτια του λαμπερού τηλε-παρουσιαστή των 8. Ανθρώπου κι αυτού, κατά δήλωσή του.
Ομως το θέμα μας είναι το σύμφυτο δυστυχίας και ανθρώπινης ύπαρξης (που καθιστά τα διαλείμματα ευτυχίας ακόμη θλιβερότερα). Εφόσον η ευτυχία μπορεί να είναι υπαρκτή αποκλειστικά και μόνο ως ψευδαίσθηση αιωνιότητας. Δηλαδή, είναι ευτυχισμένο ένα ανθρώπινο πλάσμα όποτε και όταν λησμονεί τον θάνατο (του). Εναν θάνατο που, όμως, στήνει συνεχώς γύρω του τον πιο ξέφρενο χορό. Παντού.
Εξ ου και το ποιημάτιό του μιμείται κάλβεια μέτρα:
Να τρέξωσιν, αφήσατε
τους κρουνούς ανεωγότας των συναισθημάτων
έστω κι αν πνιγώμεν.
Ευτυχής είναι ο θάνατος μόνον
όταν αποθνήσκομεν ζώντες.
Εχω τα κέφια μου σήμερα. Είναι και ο Bach με το Konzert fur4 Klaviere und Streicher a moll (για 4 πιάνα και έγχορδα), που αποδεικνύει υπερφυώς όσα εγώ ψελλίζω με ασήμαντα λόγια. Είναι τότε που το πένθος είναι αναστάσιμο και η αιωνιότητα πολυδιασπάται, σε άπειρα δευτερόλεπτα ευτυχίας. Οπως ο πυρετός ενός φιλιού από αγαπημένα χείλη. Ή ο στίχος που σε χτυπάει επαναληπτικά σαν μυδράλιο. Και που διαλύεται μέσα σου σαν μουσική. Και σε καταπραΰνει με ελάχιστα πράγματα. Εφόσον όσο πιο μεγάλο είναι ένα έργο τέχνης, τόσο πιο απλόχερα προσφέρεται. Κι όσο πιο υψηλή είναι μια έκφραση, τόσο ευκολότερα απεγκλωβίζεται από τις διαδικασίες και τη λογική της αγοράς. Οσο πιο πολύτιμα μοιάζουν τα πράγματα, τόσο πιο πολύ βολεύονται μέσα στο ελάχιστο και λαμποκοπούν ακόμη και με την πιο ασήμαντη ευαιρία. Βαθιά μέσα μας βρίσκεται η συγκίνηση, ενώ αυτό που κραυγάζει εκεί έξω στις γιγαντοαφίσες των δρόμων είναι απλώς διαφήμιση. Είπαμε: τέχνη είναι ο τρόπος για να ζήσουμε κάπως ευτυχισμένοι τη μελαγχολία μας. Επειτα, επελαύνει ο χρόνος, ιατρός μαζί και δικαστής και μέγας αρχιτέκτων του μηδενός και ιεροεξεταστής της μείζονος Ιστορίας. Αυτής που συντελείται κάθε λεπτό χωρίς να καταγράφεται. Από τα μυριάδες ζούδια, ζωύφια ή βακτήρια που ζουν -κυριολεκτικά- κάτω από το δέρμα ή την πατούσα μας και γελάνε ειρωνικά καθώς μας χαζεύουν «αφ' υψηλού».
Η τέχνη, πάλι, με το αρχαίο ένστικτό της, δηλαδή οι υποψιασμένοι κι όχι ριψάσπιδες εκπρόσωποί της, οι συνειδητά μακριά από εργαλειακές συμπεριφορές και διατεταγμένη σκέψη (Life Style), ξαναβρίσκουν ό,τι η κοινωνία ξεχνά ή απωθεί: χειρωνακτικές διαδικασίες, συλλογικές σχέσεις, ομαδικές τελετές ή δράσεις. Απ' την άλλη, η διεύρυνση των ορίων της -καλλιτέχνες είναι πια όσοι δεν προσδιορίζονται ως τέτοιοι- διεκδικεί την απολεσθείσα κοινωνικότητα - αντίσταση σε μια κοινωνία που καθεύδει. Πώς το είπε ο Χαλεπάς;
«Χρειάστηκε μια Κοιμωμένη για να ξυπνήσουν οι ροχαλίζοντες».
7 - 26/08/2007