Ή, η μεταφυσική του φραπέ
Οι εθνικές ψυχώσεις μας: κινητά και φραπέδες. Κυκλοφορούμε κρατώντας ένα πλαστικό κύπελλο και σκαλίζοντας ένα κινητό. Λες και φοβόμαστε να μείνουμε μόνοι με τον εαυτό μας. Ο φραπές γίνεται άλλοθι ευχαρίστησης, σωσίβιο στον πέλαγο της καθημερινότητας που τη μαστίζει η κρίση. Η παρουσία του φραπέ ακόμα και στα περίπολα της αστυνομίας πείθει ότι είναι κάτι περισσότερο από ένα από αφέψημα, μια συνήθεια κοινωνική, μια “πόζα”, όπως θα 'λεγε ο Richard Ellman, ή ένα habitus κατά Bourdieu (προδιάθεση). Ούτε πάλι πρόκειται για απλή εξάρτηση (όπως φερ’ ειπείν η μανία των νέων με τα κοκα-κολούχα). Κατά τη γνώμη μου ο φραπές είναι το σύμβολο μιας άρνησης. Ο φορέας του δηλώνει ότι απέχει, ότι διακόπτει, έστω κι αν τίποτε εργάζεται ή οφείλει να εργάζεται. Είναι στάση, κυριολεκτικά, ζωής. Γι αυτό και επιχωριάζει στις δημόσιες υπηρεσίες, όπου ως γνωστόν όταν δεν θάλλει η μίζα, ανθεί η λευκή απεργία. Πίνω φραπέ και μάλιστα κουβαλάω το πλαστικό ποτηράκι παντού, στο δρόμο, το λεωφορείο, στο αμφιθέατρο, στη διαδήλωση (συχνά μετά κομβολογίου!) σημαίνει “είμαι και δεν είμαι εδώ”, “θα ήθελα να ήμουν αλλού”, “ανήκω αλλού”, “εκπροσωπώ την ελάσσονα προσπάθεια, την συνεχή σχόλη, τις αδιάκοπες διακοπές”. Εν τέλει ο φραπές αναδεικνύεται σε αλληγορία της χαράς της ζωής και σε ό, τι απελευθερώνει τον χρήστη από οποιαδήποτε υποχρέωση ή καταναγκασμό. Είναι η σημαία της ιδιότυπης, ιδιόχρηστης ελευθερίας μικροαστικού τύπου που φοριέται και σαν εσάρπα ή κασκόλ. Αυτή η ακηδία, ο γενικός συμψηφισμός και η γενική παραίτηση μας που έφεραν ως εδώ. Που μας καθόρισαν οντολογικά μέσα από το “καταναλώνω άρα υπάρχω”, καταργώντας στην πράξη την όποια συλλογικότητα.
Οι πάντες λοιπόν πίνουν παντού φραπέ. Στο μετρό πάλι όχι επειδή απαγορεύεται. Μοιάζει σχεδόν μεταφυσικό. Οι απαγορεύσεις του μετρό είναι ο μόνος θεσμός στον οποίον οι Έλληνες υπακούουν αδιαμαρτύρητα. Πρόκειται απλώς για τον εθνικό μας χατζηαβατισμό, το σύμπλεγμα της κότας που μας κατατρύχει ή το μετρό στο συλλογικό υποσυνείδητο αντιπροσωπεύει την ύψιστη τελειότητα, την άψογη χρήση, το ίδιο το πρόταγμα της νεοτερικής ουτοπίας ενσαρκωμένο; Δεν ξέρω.Αλλά για να δούμε τι σημαίνει “καφές” σημειολογικά (για να θυμηθούμε και τον Χικμέτ); Διάλειμμα, ξεκούραση, διακοπές, ανάπαυλα. Άρα όλοι αυτοί με τον φραπέ στο χέρι επί ώρες, ακόμα τα περίπολα της ΕΛΑΣ, είναι σαν να λένε: “Εμείς εργαζόμαστε μεν αλλά κάνουμε και διάλειμμα. Ή, καλύτερα, επιμηκύνουμε το χρόνο διακοπών εντός της εργασίας μας. Είμαστε εδώ και αλλού. Επεκτείνοντας την ιδεολογία και τη μεταφυσική της “διασκέδασης”, παντού...
Έτσι οι φραπεδούχοι χαλαροζόμπι αναδεικνύονται σε ασυμβίβαστους αδειούχους της όποιας καθημερινότητας, τα παιδιά εκείνης της ζωής που είναι βιώσιμη μόνον όταν παραμένει αδρανής. Σαν στεκούμενο νερό. Και τώρα πια ακραγγίζουμε χαρακτηριστικά που αφορούν σ’ ολόκληρη την κοινωνία μας. Αυτήν που έχει εθισθεί δραματικά να μην παράγει τίποτε αλλά να επιθυμεί τα πάντα. Η επικράτεια του φραπέ δονείται μοιραία από την ακράτεια της κατανάλωσης .Και τα χειρότερα δεν έχουν αφιχθεί ακόμη….
ΥΓ. 1 Τουλάχιστον οι δημοκράτες του φραπέ είναι επιτηδευμένα χαρούμενοι. Ενώ όλοι οι άλλοι, οι σύνευνοι της καθημερινότητας μας, είναι μουτρωμένοι, κατηφείς, επιθετικοί, αγενείς. Κι αυτή η συμπεριφορά δεν είναι προϊόν της κρίσης. Αντιθέτως, προέρχεται από την εποχή της ατομιστικής ευμάρειας. Τότε που εκδηλωνόταν ο χειρότερος ρατσισμός των Ελλήνων: Εναντίον σε Έλληνες. Το “εγώ” μας über alles!
ΥΓ. 2 Αυτόν τον τρόμο Ιστορίας οφείλει να επιδείξει σήμερα η Αριστερά και να μην εξαντλεί την δυναμική της σε τακτικισμούς και λαϊκιστικές εξαπλουστεύσεις. Η πολιτική της είναι δύσκολη, επώδυνη αλλά ορθή. Αυτή τη πολιτική οφείλει να μεταλαμπαδεύσει μεθοδικά και πέραν των παραδοσιακών ψηφοφόρων της. Σ' ένα κοινό κατά βάθος συντηρητικό που την υποστηρίζει σήμερα περιστασιακά, κακομαθημένο από την πελατειακή νοοτροπία που καλλιεργούσε ξεδιάντροπα και επί δεκαετίες ο δικομματισμός. Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα: Εφόσον δεν έγιναν αιφνιδίως όλοι σοσιαλιστές! Ιδού λοιπόν το πρόβλημα: Αριστερά σημαίνει ανατροπή κι ευαισθησία κι όχι διατήρηση των συμφερόντων ορισμένων συντεχνιών. Και κυρίως δεν σημαίνει κολακεία όλων εκείνων που έμαθαν να είναι αντιπαραγωγικοί, βολεμένοι, θεσιθήρες, αργόμισθοι, εραστές της ήσσονος προσπάθειας, “ιδεολόγοι” της καρέκλας και της ευκολίας. Δημοκράτες του φραπέ...
ΥΓ. 3 Τουλάχιστον με το τέλος του Υπαρκτού ανύπαρκτου και τις επαναληπτικές κρίσεις του καπιταλιστικού συστήματος εμπεδώσαμε πως δεν υπάρχουν έτοιμες συνταγές και αυτόματοι πιλότοι όχι μόνο για τη διαχείριση μίας χώρας αλλά ολόκληρου του πλανήτη. Η χρεοκοπία των «μάγων» και των «σοφών» παγκοσμίως ελπίζω να συνέτισε κάπως τους εγχώριους μαθητευόμενους ξερόλες. Τουτέστιν τα εντόπια και τα εξωτερικά προβλήματα δεν αντιμετωπίζονται με «λυσάρια» ή τυφλοσούρτες αλλά με ad hoc αναλύσεις τη στιγμή που αυτά αναφύονται. Δηλαδή hic et nunc. Τεράστιο, νομίζω, μάθημα προς κάθε δογματικό ή οπαδό της μίας και αναντικατάστατης αλήθειας· προς πάσαν σωτηριολογική φενάκη που εγκλωβίζει την ελεύθερη σκέψη και αποθεώνει με μεταφυσικό τρόπο τα κλισέ. Ξέρετε από τι πάσχει κατά βάθος ο τόπος; Από έλλειψη πρωτότυπης θεωρίας και από σπάνιν καινούργιων ιδεών ένθεν κακείθεν. Αυτό συνιστά το αληθές αδιέξοδο του δικομματισμού, αυτό κάνει το μέσο πολίτη τόσο δύσπιστο απέναντι σε όσους του υπόσχονται ανατροπές και ρήξεις με τα ίδια εφθαρμένα και διεφθαρμένα πρόσωπα. Με τις ίδιες εφθαρμένες και φθαρτικές ιδέες. Και είναι αυτό που επιτρέπει σε διαφόρους σαλτιμπάγκους της εξουσίας να γαυριώνται και να κορδακίζονται στα τηλε-έδρανα, προκαλώντας αποστροφή στους νουνεχείς και θαυμασμό ανάμικτο με οίκτο στους… αθώους. «Δες πώς τα κατάφερε ο μεγάλος!» Από αρπακολλατζής της δημοσιογραφίας παράγων των ΜΜΕ, εθναμύντορας, βουλευτής, πολιτικός αρχηγός και στο μέλλον τις οίδε… Δεν έχει όριο η γελοιότητα ούτε μέτρο η επικράτεια των μετρίων. Και βέβαια η σχολή που δημιούργησαν όλο και αποκτά νέα στελέχη. Προς τέρψιν της φυλής των Κιμάκη, η οποία χρειάζεται ανάλογο υλικό για να υπάρχει και αυτή με τη σειρά της. Είπαμε: Διάσημος είναι κάποιος που έτυχε να είναι διάσημος επειδή είναι διάσημος. Τόσο απλά! Στον όλβιο αυτό τόπο εξέλιπε και η πλέον στοιχειώδης αξιοκρατία, η πλέον αυτονόητη αιτιοκρατία. Αρα βασιλεύει η οντολογία του τίποτε. Το αιτιατό εδώ και χρόνια αποκολλήθηκε από το αίτιό του και τρέχει ξετρελαμένο στις λεωφόρους της ξεφτίλας. Ο Derrida και το ασύμπτωτο σημαινόντων και σημαινομένου θάλλουν στην πατρίδα μας κι ας το αγνοούν όσοι εμπλέκονται στη διακυβέρνηση ή την εκπροσώπησή της. Η μονοσήμαντη, ακαδημοποιημένη, ανέμπνευστη και αντιαισθητική εκπαίδευση τώρα δικαιώνεται. Εξι χρόνια στα γυμνάσια και τα λύκεια της χώρας αρκούν -η πρωτοβάθμια παιδεία αντέχει ακόμη- για να παραγάγουν -κι όχι να «παράξουν», που λένε πια όλοι- γενιές αμόρφωτων παιδιών, ευχειραγώγητων από την, όποια, φανερή ή αφανή εξουσία. Από την άλλη και ενώ σοβεί η πολιτικο-οικονομική κρίση και οι οργανωμένες μειοψηφίες ετοιμάζονται για νέο «ανένδοτο» εναντίον του συνόλου, οι πάντες απολαμβάνουν ξαπλωμένοι στα μυριάδες cafe της επικράτειας το φραπέ τους. Βλέπω φραπεδόβιους παντού! Ο φραπές πλέον ως ιδεολογική συμπαραδήλωση μιας κοινωνίας που βάζει την απόλαυση πάνω από την υποχρέωση είναι το απόλυτο must. Πριν από λίγους μήνες μάλιστα άρκεσε η απλή εκσφενδόνιση του κυπέλλου για να απολέσει η αξιωματική αντιπολίτευση το μελλοντικό της ηγέτη.
ΥΓ. 4 Επειδή τέλειωσε η εποχή που ονομάζαμε «αθώους» όσους δήλωναν άγνοια.