Συνολικές προβολές σελίδας

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2022

Theodoros Stamos

Ο διεθνής Θ. Στάμος και η εθνική αμνησία 

Φωτό: Το πρωθυπουργικό γραφείο στου Μαξίμου. Δεξιά πίνακας του Θεόδωρου Στάμου από τη δωρεά του στην Εθνική Πινακοθήκη το 1975. Με την πτώση της χούντας.

Περίμενα μέχρι σήμερα, αφού πρώτα χτύπησα πολλές επίσημες και ανεπίσημες πόρτες, να θυμηθεί και να τιμήσει η Πολιτεία τα εκατό χρόνια από την γέννηση του μεγαλύτερου Έλληνα ζωγράφου του ΧΧ αι. Του Λευκαδίτη Θεοδώρου Στάμου. Του ισάξιου του Pollock, του Rothko, του Clifford Still. 
Πόσο μάλλον που το Hellenic Diaspora Foundation προσέφερε σε οποιοδήποτε μουσείο ή ίδρυμα ενδιαφερόταν,  τα 160 έργα της συλλογής του για να οργανωθεί μια ανάλογη, του γεγονότος, έκθεση. Περίμενα όμως μάταια. Ουδείς, επίσημος ή ημιεπίσημος, ενδιαφέρθηκε. Η μόνη εκδήλωση που έγινε τελικά, ήταν εκείνη την οποία φιλοξένησε ο Δήμος Λευκάδας τον περασμένο Σεπτέμβριο με την συμβολική έκθεση των 40 πινάκων από την σειρά Leukada Series  και τον δίγλωσσο κατάλογο. Εκδήλωση που χρηματοδότησε αποκλειστικά ο συλλέκτης και μελετητής του Theodoros Stamos, Βασίλης Καλογηράτος. 
Με τη νέα χρονιά και με στόχο να ολοκληρωθεί το ωριαίο ντοκιμαντέρ "Theodoros Stamos, the Great Metaphysical"  παραγωγής της Greek Diaspora Foundation αναχωρούμε με τον Καλογηράτο και τον σκηνοθέτη Γιάννη Κατωμερή στις 15 Ιανουαρίου 2023 για τις ΗΠΑ για εργασία και επαφές. Ελπίζοντας ότι εκεί θα επιτύχουμε την μεγάλη έκθεση που θα επαναφέρει τον μεγάλο Έλληνα δημιουργό στην κορυφαία θέση που δικαιούται... Όσο για την ελληνική πολιτεία...

Γράφει πολύ επιτυχημένα ο Yannis Papaconstantinou : 


Πριν 100 χρόνια, σαν σήμερα 31 Δεκεμβρίου, γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη ο Ελληνοαμερικανός εικαστικός καλλιτέχνης Θόδωρος Στάμος [Theodoros Stamos] (1922-1997), ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του αφηρημένου εξπρεσιονισμού. Είναι αναγνωρίσιμος και καταξιωμένος στις ΗΠΑ, αλλά στην Ελλάδα εξακολουθεί να μην είναι ιδιαίτερα γνωστός σε μεγάλο μέρος του κοινού.
 
Ο Θόδωρος Στάμος ήταν το τέταρτο από τα έξι παιδιά μιας οικογένειας μεταναστών. Ο πατέρας του καταγόταν από τη Λευκάδα και η μητέρα του από τη Σπάρτη. Το 1936, παράλληλα με τις γυμνασιακές του σπουδές, παρακολούθησε νυχτερινά μαθήματα σχεδίου στη Σχολή Αμερικανών Καλλιτεχνών της Νέας Υόρκης. Εκεί γνώρισε και τον μέντορά του, τον άνθρωπο που τον καθόρισε. Πρόκειται για τον εξπρεσιονιστή Τζόζεφ Σόλμαν, που έστρεψε το ενδιαφέρον του εφήβου Στάμου στη μοντέρνα ευρωπαϊκή και αμερικανική ζωγραφική. Για να εξοικονομήσει τα προς το ζην εργάστηκε ως τυπογράφος, στιλβωτής, ανθοπώλης, πωλητής βιβλίων, πλασιέ, κορνιζοποιός. Και ζωγράφιζε με πάθος.
 
Ώσπου σε ηλικία 21 ετών γνώρισε τον επόμενο καθοριστικό άνθρωπο της ζωής του, την Μπέτυ Πάρσονς. Έτσι, το 1943, υπό την αιγίδα της Μπέτυ Πάρσονς, πραγματοποίησε την πρώτη του έκθεση στην γκαλερί «Γουέικφιλντ» της Νέας Υόρκης, εκεί που κυριαρχούσαν οι Γάλλοι υπερρεαλιστές. Το 1946 οργάνωσε ατομική έκθεση στην γκαλερί της Μπέτυ Πάρσονς και γνώρισε τους Μαρκ Ρόθκο, Κουρτ Ζέλιγκμαν, Πέγκυ Γκούγκενχάιμ και Μαρκ Τόμπι. Την ίδια χρονιά, έργο του («Sounds in the rock») αγοράστηκε για πρώτη φορά από Μουσείο και συγκεκριμένα το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (MοMA). Ήταν μόνο η αρχή, αφού έργα του αγοράζουν επίσης το Μουσείο Αμερικανικής Τέχνης Whitney, το Μetropolitan Museum κ.ά. Kαι φυσικά οι κορυφαίοι συλλέκτες της εποχής (Έντουαρντ Ρουτ, Ντάνκαν Φίλιπς κ.ά.) σπεύδουν να αποκτήσουν έργα του.
 
Το 1948 ταξίδεψε με τον ποιητή Ρόμπερτ Πράις στη Γαλλία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Μέσω του τεχνοκριτικού Κριστιάν Ζερβού γνωρίστηκε με τους Μπρανκούζι, Τζακομέτι, Πικάσο κ.ά. Την ίδια χρονιά πήρε μέρος στην 24η Μπιενάλε της Βενετίας. Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄50 άρχισε να διδάσκει σε κολέγια και πανεπιστήμια των Ηνωμένων Πολιτειών. Η τέχνη του άρχισε να αναγνωρίζεται και οι ατομικές του εκθέσεις και οι βραβεύσεις του ανά τον κόσμο να πολλαπλασιάζονται. Υπήρξε ένας από τους νεότερους ζωγράφους της αυθεντικής ομάδας των αφηρημένων εξπρεσιονιστών ζωγράφων, τους αποκαλούμενους «Οξύθυμους» (Irascibles‎), που περιελάμβανε τους Τζάκσον Πόλοκ, Βίλεμ ντε Κούνινγκ και Μαρκ Ρόθκο.
 
Από το 1971 η σταδιοδρομία του επηρεάστηκε αρνητικά από την ανάμιξή του στην «Υπόθεση Ρόθκο». Τον Φεβρουάριο του 1970 ο φίλος του ζωγράφος Μαρκ Ρόθκο αυτοκτονεί και ο Στάμος διορίζεται συνδιαχειριστής της περιουσίας του. Τον επόμενο χρόνο, με πρωτοβουλία της Κέιτ Ρόθκο, αρχίζουν πολυετείς δικαστικοί αγώνες εναντίον του Στάμου και των λοιπών διαχειριστών της περιουσίας του πατέρα της. Κατηγορούνται για την απόφασή τους να πουλήσουν 100 έργα του μεγάλου καλλιτέχνη στην γκαλερί «Μάρλμπορο» σε μειωμένες τιμές. Ο Στάμος καταβάλλει τελικά ένα σεβαστό χρηματικό ποσό για να απεμπλακεί από την υπόθεση, αλλά η καριέρα του παίρνει την κατιούσα. Η εικόνα του έχει υποστεί ζημιά και χρειάστηκε να περάσουν πέντε χρόνια για να επιστρέψει στην εικαστική σκηνή της Νέας Υόρκης, με εκθέσεις που έκαναν τους κριτικούς να θέλουν να αποκαταστήσουν το κύρος του εικαστικού. Μεγάλες αναδρομικές εκθέσεις του έργου του οργανώθηκαν από την Corcoran Gallery της Ουάσιγκτον (1958) και την γκαλερί Knoedler της Ζυρίχης (1984).
 
Από το 1970 άρχισε να επισκέπτεται τακτικά την Ελλάδα και το 1972 έκτισε εργαστήριο στη Λευκάδα. Το 1975 δώρισε 45 έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδας, που παρουσιάστηκαν στο κοινό το 1997 σε μεγάλη αναδρομική έκθεση του δημιουργού στην Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας. Ο Θόδωρος Στάμος πέθανε στις 2 Φεβρουαρίου 1997, στο Νοσοκομείο των Ιωαννίνων, ύστερα από μακρά ασθένεια κι ενταφιάστηκε στο χωριό Τσουκαλάδες της Λευκάδας, σύμφωνα με την επιθυμία του.


Φωτογραφίες: Από την μόνιμη έκθεση του Στάμου, ανάμεσα σε γλυπτά του Lekakis, του Takis, του Voulkos και του Ανδρέου, στους χώρους του Hellenic Diaspora Foundation στο Ρίο της Πάτρας.

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2022

Συγγνώμη...

Τροπάριο για έναν "εχθρό" που ήταν φίλος


Ο Σοπενχάουερ έγραφε πως οι άνθρωποι δεν πρέπει να προσφωνούνται κύριε Τάδε ή κυρία Δείνα αλλά Χαίρε Σύντροφε, χαίρε συντρόφισσα στη δυστυχία! Στην κοινή μας μοίρα δηλαδή.
 Το τζάκι καίει, έξω βρέχει, από το παράθυρό μου η θάλασσα έγινε μολυβένιο λιβάδι κι εγώ διαβάζω στο φ.μπ. κείμενα αγάπης για το τέλος του Θάνου Μικρούτσικου. Αισθάνομαι την ανάγκη να πω κι εγώ δύο λόγια, όχι όμως όπως τα συνήθη, για αυτό και συγχωρήστε μου την τόλμη. Εκ των προτέρων.
Με τον Θάνο Μικρούτσικο δεν υπήρξαμε ποτέ φίλοι. Αντίθετα, νομίζω ότι μεταξύ μας υπήρξε πάντα μία αντιπάθεια αμοιβαία. Παρά τους πολλούς, κοινούς γνωστούς που είχαμε όπως για παράδειγμα την Άννα Μιχαλιτσιάνου, τον Γιώργο Λαζόγκα ή τη Σοφία Ταράντου, την Κατερίνα Δελλαπόρτα αλλά και τα πολλά, κοινά ενδιαφέροντα. Τού έγραψα πολύ σκληρά κείμενα στο περιοδικό "αντί" και για τις "μικρούτσικες" δηλώσεις που έκανε μετά τη Χούντα για την μη στράτευσή του και για την προσχώρησή του στο ΠΑΣΟΚ από το ΕΚΚΕ και για τη θητεία του στο Υπουργείο Πολιτισμού ως αντίπαλο δέος της Μελίνας μετά από προτροπή του Ανδρέα Παπανδρέου και για τις μετακινήσεις του από το ΚΚΕ στον ΣΥΡΙΖΑ και τούμπαλιν. Είναι φαίνεται που όσοι προσεγγίζουν την εξουσία, αντέχουν μόνον υμνωδούς δίπλα τους κι εγώ πάλι σιχαίνομαι τους λιβανωτούς. Και τους συγχρωτισμούς. Όμως οφείλω να παραδεχτώ πως ο Μικρούτσικος προσπάθησε να συνδυάσει το πλατωνικό ιδεώδες του διανοούμενου, φιλόσοφου, καλλιτέχνη με τον δρώντα πολιτικό που δεν συναλλάσσεται με σύστημα. Αν τα κατάφερε, προφανώς, δεν είναι της παρούσης. Το Δίκτυο Πόλεων που συνέστησε ως υπουργός επιδιώκοντας πολιτιστική αποκέντρωση, είχε ασφαλώς περιορισμένη, έστω, επιτυχία. Η Καλαμάτα του χορού και των εικαστικών είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Βοηθούντος προφανώς και του Μπένου, δημάρχου τότε και έπειτα διαδόχου του Θάνου στο ΥΠΠΟ.
Όπως οφείλω να ομολογήσω πως εγκαίρως ο Μικρούτσικος πήρε αποστάσεις και από τον Αλέξη και από την παρέα του παρά το αρχικό, έντονο, πολιτικό φλερτ.
 Όλα αυτά τα έχω σχολιάσει πολύ δηκτικά, όπως είναι το προσωπικό μου στιλ, από τότε. Όμως επίσης παραδεχόμουν πάντα  ότι ο Μικρούτσικος δεν με κυνήγησε πότε ως υπουργός Πολιτισμού - παρότι ήμουν υφιστάμενος του - όπως το έπραξε κατ' επανάληψη ο εμπαθέστατος Ευάγγελος Βενιζέλος. Ούτε με εμπόδισε να συνεργαστώ με το φεστιβάλ Πάτρας ή τη Δημοτική Πινακοθήκη της αχαϊκής πρωτεύουσας στον καιρό της παντοδυναμίας του. Το αντίθετο μάλιστα.
Επιπλέον, η διαφωνία μου μαζί του δεν ήταν μόνο πολιτική αλλά και καλλιτεχνική. Σε σύγκριση με τον Μάνο και τον Μίκη, με τον Σταύρο και τον Γιάννη (Μαρκόπουλο), με τον Μάνο (Λοΐζο) και τον Διονύση, κατελόγιζα  στον Μικρούτσικο μουσική μονομέρεια και επανάληψη. Έλλειψη δημιουργικής φαντασίας.
Από την άλλη πάλι είναι αυτός που με μύησε και στον Μαγιακόφσκι και στον Βολφ Μπήρμαν. Στον Μπρεχτ και τον Χικμέτ. Τού οφείλω επίσης την "Καντάτα για τη Μακρόνησο" που σημάδεψε τη νεότητα μου αλλά και το ότι ανέδειξε τον παιδικό μου φίλο και συμμαθητή Σάκη Μπουλά σε αληθινό, λυρικό ερμηνευτή (Άλλο αν ο Σάκης αργότερα διάλεξε δρόμους κατώτερους του).
Νομίζω πάντως ότι το κορυφαίο έργο του Μικρούτσικου - αλλά και τρόπον τινά ο συμβολικός του επιτάφιος - υπήρξε αναμφίβολα "Ο Σταυρός του Νότου", σειρά τραγουδιών τα οποία ανακύκλωνε συναυλιακά επί, σχεδόν, 30 χρόνια. Πρέπει εδώ να παραδεχτώ πως με το έργο αυτό έκανε ευρύ, λαϊκό κτήμα έναν δύσκολο και πολύ ιδιαίτερο ποιητή, τον οποίο κάποιοι αντιμετώπιζαν ως τότε, σχεδόν, σαν ναυτικό φολκλόρ. Εννοώ προφανώς τον Νίκο Καββαδία και μάλιστα ο Μικρούτσικος τον ανέδειξε με τρόπους μουσικά ισότιμους ως προς τους ανάλογους Σεφέρη, Ρίτσο και Ελύτη του Μίκη Θεοδωράκη. Αυτό ήταν και είναι η πιο μεγάλη του προσφορά στον τόπο και την σύγχρονη κουλτούρα μας. Το ότι δηλαδή η κρυπτική και δύσκολη ποίηση ενός ιδιαίτερου κι όχι εύκολου ποιητή - μετρήστε π.χ τις άγνωστες λέξεις που έχετε σε κάθε στροφή του - τραγουδιέται με ζέση από τα χείλη ακόμη και του πιο αδαούς ή ανυποψίαστου:

"Πρώτο ταξίδι έτυχε ναύλος για το Νότο,
δύσκολες βάρδιες, κακός ύπνος και μαλάρια,
είναι παράξενα της Ίντιας τα φανάρια
και δεν τα βλέπεις, καθώς λένε, με το πρώτο"

 Αυτό και μόνο το επίτευγμα τον απαλλάσσει από κάθε άλλο παράπτωμα λόγω, έργω ή διανοία όπως ψάλλει και η νεκρώσιμη ακολουθία μας... Εν ολίγοις θεωρώ τον "Σταυρό του Νότου" εφάμιλλο έργο των τριών Ανθολογιών του Γιάννη Σπανού και "Των Λιανοτράγουδων της Πικρής Πατρίδας" του Μίκη. Αλλά και του "Μεγάλου Ερωτικού" του Μάνου. (Ας σημειωθεί εδώ ότι ο Μάνος υπήρξε ιδιότυπα φίλος μου και εχθρός μου για λίγο)!
 Τέλος, σε εντελώς προσωπικό επίπεδο, διαβάζω ξανά και ξανά, με συγκίνηση και θαυμασμό, το τελευταίο του κείμενο, λίγο πριν το τέλος, με το οποίο εμψύχωνε και τους οικείους του και όλους εμάς, τους υπόλοιπους. Επίκουρος και Σοπενάουερ. Εναντίον του θανάτου και υπέρ της ζωής. Ένα κείμενο νίκης. 

ΥΓ. Στο τζάκι τριζοβολάει το τελευταίο κούτσουρο, έξω το γκρίζο σύννεφο μεγαλώνει κι εγώ ακούω την Καντάτα και τον Σταυρό. Τελικά, Θάνο Μικρούτσικε, ο μπούσουλας είναι που στρέφει ή το καράβι; Θα το μάθουμε κάποτε;
 Καλή αντάμωση σύντροφε στη δυστυχία και... Συγγνώμη.

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2022

Λύτρα της ηδονής, Έλυτρα της οδύνης

Περί ανισοτήτων στον έρωτα και περί ηλικιών ο λόγος (ηδονή χωρίς οδύνη είναι αργομισθία):

Κατ' αρχάς στον έρωτα απαγορεύεται το απαγορεύεται. Στον έρωτα τα αντίθετα έλκονται μαγικά. Όπως εξάλλου και τα όμοια, τα ομώνυμα. Μαζί με τα ετερώνυμα. Ας είναι λοιπόν ο έρωτας η σταθερά τελευταία μας ευκαιρία για ελευθερία και ανατροπή εκείνης της καθημερινότητας που πνίγει μέσα στην ομοιομορφία της. 
Ας βρουν όσα σώματα μπορούν και αντέχουν εκείνο τον δρόμο που, ακυρώνοντας κοινωνικά στερεότυπα και απαγορεύσεις, θα σώσει ταυτόχρονα και την ψυχή τους. Αφού οι ανδρείοι της ηδονής έχουν φιαχτεί από το ατσάλι που λέγεται τρυφερότητα. Όσο για το κόστος... Ευπρόσδεκτο. Εξάλλου από μικροί συνηθίσαμε να εξαγοράζουμε την αιωνιότητα με στιγμές. Ενσυνειδήτως. Τα λύτρα της ηδονής, έλυτρα* της οδύνης.

ΥΓ. Αναζητώ συνέχεια το πρόσωπο της. Το είδα κάποτε στο τζάμι ενός τραίνου που ανέπτυσσε ταχύτητα. Έκτοτε το ψάχνω παντού. Είναι κοριτσίστικο στο μέτρο που όλες οι δυνατότητες του παραμένουν ανοιχτές και ώριμο ώστε να υποφέρει την ελαφρότητα μου. Κι αν δεν το βρω, επειδή ενδεχομένως δεν μου αξίζει, τουλάχιστον θα το 'χω ψάξει χωρίς ποτέ να το διαγράψω από το μυαλό μου. Εξαγοράζοντας τη στιγμή με αιωνιότητες. Ο έρωτας ήταν πάντα μια σπουδή στον χρόνο. Όπως κι η τέχνη εξάλλου. Την οποία λαμπρύνει η λύπη ενώ η χαρά την καθιστά κίβδηλη. Ηδονή χωρίς οδύνη είναι αργομισθία.

* Έλυτρον, σκληρό περίβλημα, κάλυμμα.

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2022

Η Γέννηση ως υπερφυές θέατρο



"Παράδοξον μυστήριον οικονομείται σήμερον. Κοινοποιούνται φύσεις και Θεός άνθρωπος γίγνεται."
Εορτές και πανηγύρεις


Από την πρώτη στιγμή της Γεννήσεως προοικονομείται για τον πιστό η Σταύρωση, η Ταφή και βέβαια η Ανάσταση, δηλαδή όλος ο Σωτηριολογικός κύκλος που δικαιολογεί την ενσάρκωση του Θεού. Για αυτό ο Χριστός εικονίζεται - σε όλες τις βυζαντινές παραστάσεις - μέσα σε σαρκοφάγο, σε τάφο. Εδώ δηλαδή δεν έχουμε ένα ηθογραφικό, κοσμικό γεγονός όπως αποδίδεται το γεγονός στην Αναγέννηση αλλά δόγμα και μυστήριον μέγα. Ο θεατής προτού συγκινηθεί, πρέπει να θαυμάσει και να φρίξει.
Άλλη λεπτομέρεια: Τα ζώα η φάτνη δεν αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη αλλά στα απόκρυφα Ευαγγέλια, ένδειξη πόσο η δύναμη της αφήγησης υπερβαίνει το ιστορικό γεγονός.
Η γέννηση του Χριστού αρχικά εορταζόταν την 6η Ιανουαρίου μαζί με τα Θεοφάνια. Από τα μέσα του τέταρτου αιώνα όμως καθορίστηκε πρώτα από την εκκλησία της Ρώμης και μετά από την Κωνσταντινούπολη να εορτάζεται στις 25 Δεκεμβρίου. Σήμερα μόνο οι Αρμένιοι ακολουθούν την αρχαία παράδοση και γιορτάζουν τα Χριστούγεννα στις 6 Ιανουαρίου. Η Εκκλησία της Παλαιστίνης έμεινε πιστή στο αρχαίο έθιμο έως και την βασιλεία του Ιουστινιανού. Στα χρόνια της λατινικής κυριαρχίας στην Κωνσταντινούπολη ο βασιλιάς Λουδοβίκος Θ αγόρασε από το ναό του ιερού παλατίου σταγόνες (!) από το γάλα της Παναγίας που φυλάσσονταν εκεί. Αυτές μαζί με το ακάνθινο στεφάνι του Χριστού μεταφέρθηκαν στο σκευοφυλάκιο της Sainte-Chapelle. Έκτοτε και κάθε 30 Σεπτεμβρίου εορταζόταν στο Παρίσι η μεταφορά αυτών των λειψάνων για τα οποία γράφτηκαν ειδικοί, λειτουργικοί ύμνοι. Γιατί λοιπόν να μην υποθέσουμε ότι οργανώθηκε παράλληλα και ολόκληρο, θεατρικό δρώμενο που θα παρασταινόταν είτε εντός είτε έξω από το ναό; Πρόκειται για μία συνήθεια, αυτή των ιερών αναπαραστάσεων, της λεγόμενης sacra rappresentazione, άκρως διαδεδομένη σε όλο το μεσαίωνα αλλά και την Αναγέννηση. Λεπτομέρεια: Γάλα της Παναγίας φυλασσόταν και στο σκευοφυλάκιο του ναού το Προδρόμου της Πέτρας στη βασιλεύουσα. Όπως και τα σπάργανα του Βρέφους - που παραπέμπουν στα ιουδαϊκά σάβανα της ταφής - στην Αγία του Θεού Σοφία. Αυτά τα πολύτιμα αποκτήματα γίνονταν αντικείμενο πανάκριβων όσο και άθλιων, οικονομικών συναλλαγών ανάμεσα στο πτωχευμένο Βυζάντιο και τη Δύση. Στο παλάτι του Μωάμεθ του Πορθητή θα επιδεικνύονται έκτοτε ως λάφυρα, μετά την Άλωση, τα δώρα των τριών Μάγων πως ως τότε λατρεύονταν στα άδυτα της Μεγάλης Εκκλησίας. Αντιλαμβάνεται κανείς και τις προθέσεις εκ μέρους των κατακτητών ώστε να συνεχιστεί η παράδοση και κυρίως να διαφημιστεί η συνέχεια της εξουσίας μέσω αυτών των θρησκευτικών συμβόλων. Οι Βενετσιάνοι, τέλος, έδιναν 30.000 δουκάτα για ν' αποκτήσουν από τον Πορθητή την πέτρα πάνω στην οποία γεννήθηκε ο Χριστός ενώ άξιζε, όπως πίστευαν, περισσότερα από 100.000! Πίστη, εμπόριο και τράπεζες. Αυτό που θα λέγαμε σήμερα "τραπεζική πίστη"!
Η απίστευτα μεγαλοπρεπής θεατρικότητα των τελετών για τη Γέννηση οπωσδήποτε επισφραγίζεται πρώτον με την εμφάνιση του ίδιου του αυτοκράτορα και της αυλής του στη λειτουργία της νύχτας των Χριστουγέννων εν πλήρει βασιλική εξαρτύσει, χλαμύδα δηλαδή και στέμμα, αλλά και του Οικουμενικού Πατριάρχη ο οποίος τοποθετεί ιεροπρεπώς και με συγκεκριμένο τυπικό στον αποστολικό Θρόνο του, πίσω από την Αγία Τράπεζα και κάτω από την αψίδα του ιερού, το χρυσοποίκιλτο, ιερό Ευαγγέλιο.
Πάντα θυμάμαι την τρομερή εντύπωση που μου έκανε ο πίνακας " Η προσκύνηση των ποιμένων" του ιδιοφυή προγόνου του βαν Γκογκ, του Hugo van der Goes (1440 - 1482) όταν τον πρωτοείδα στην Gemäldegalerie του Βερολίνου. Επιβλητικό έργο ενός διαταραγμένου καλλιτέχνη που είχε ανάλογη πορεία με τον ερημίτη της Αρλ. Ο πίνακας φιλοτεχνείται γύρω στο 1480 όταν ήδη έχει εκδηλωθεί η παράνοια του ζωγράφου και λίγο πριν το οδυνηρό του τέλος (εικ. 1). Πιο συγκεκριμένα:
Στο πρώτο επίπεδο οι δύο προφήτες που μίλησαν για την Γέννηση, σύρουν με εκστατικά βλέμματα την αυλαία αυτού του υπερφυούς θεάτρου για να αποκαλυφθεί ενώπιον μας η ιερή σκηνή. Στο δεύτερο επίπεδο εμφανίζονται οι πρωταγωνιστές με το θείο βρέφος να δεσπόζει ως πηγή φωτός και ενέργειας. Ένας μικρός Διόνυσος σε φάτνη. Αριστερά, δεξιά και πίσω συμπληρώνουν το δράμα, σε σαφώς περίεργες εκφράσεις και διαταραγμένη κλίμακα, οι κομπάρσοι που πάντως είναι απαραίτητοι για να αποθεωθεί επαρκώς το μέγα γεγονό της Ενανθρώπισης. Δηλαδή οι τρεις ποιμένες, οι άγγελοι κλπ. Αλλά το πιο εντυπωσιακό είναι πως στο επάνω μέρος της σύνθεσης εμφανίζεται τρισδιάστατη, όχι ζωγραφισμένη, η ξύλινη δοκός η οποία συγκρατεί την πράσινη αυλαία! Περίτρανη απόδειξη πως η σκηνή προέρχεται από ένα θρησκευτικό δρώμενο και ότι ο καλλιτέχνης επιμένει περισσότερο στο θέατρο που γεννά το θαύμα παρά στο Θαύμα το ίδιο. Ο Hans Belting, κορυφαίος Γερμανός ιστορικός τέχνης, έχει παρατηρήσει αυτή την τόσο χαρακτηριστική λεπτομέρεια, δεν την συνδέει όμως με την τόσο προφανή, θεατρολογική της διάσταση (Die Erfindung des Gemäldes, 1994).

Περισσότερο θέατρο...

Όταν η Εθνική Πινακοθήκη λειτουργούσε ως αληθινό μουσείο - σχολείο, ξεναγούσα πολύ συχνά ως επιμελητής της στη γνωστή εικόνα της "Προσκύνησης των Ποιμένων" του Στεφάνου Τζανκαρόλα, Κρητικού ζωγράφου και ιερέως που την φιλοτέχνησε γύρω στα 1700. Πρόκειται για ένα έργο που συνδυάζει, σε πνεύμα συγκρητισμού, όλη την μπαρόκ αισθητική της εποχής αλλά και την ευρέως διαδεδομένη συνήθεια της "κλοπής" και αξιοποίησης στοιχείων από άλλους πίνακες εν είδει ζωγραφικού κολάζ (εικ. 2). Εν προκειμένω σε παλαιότερα ανθίβολα (σχεδιαστικά πρότυπα) στηρίχθηκαν οι μορφές των Ευαγγελιστών στα τέσσερα άκρα της εικόνας και των τεσσάρων, μειζόνων προφητών ενδιάμεσα: Επάνω ο Σολομών, κάτω ο Δαβίδ, αριστερά ο Μωυσής και δεξιά ο Ιερεμίας. Όλοι κρατούν τα κείμενα τους που αναφέρονται στην έλευση του Σωτήρος. Έτσι ενώνονται και οπτικά και δογματικά η Παλαιά με την Καινή Διαθήκη. 
Συνθετικά η εικόνα χωρίζεται σε τρία διάχωρα, τρεις ζώνες: Οι μεν δύο, η πάνω και η κάτω, γεμίζουν με τους προφήτες και τους ευαγγελιστές πάνω σε νέφη ενώ η τρίτη, η κεντρική, με το κυρίως θέμα της Προσκύνησης. Αυτή η τελευταία έχει οργανωθεί σαν τρίπτυχο και "παίζεται" εντός ενός αρχαιοπρεπούς ερειπιώνα με αναγεννησιακά τόξα, πεσσούς και αγγέλους αλά Ραφαήλ μελωδούντες το "Δόξα εν υψίστοις..."

Και το πιο εντυπωσιακό: Ο Τζαγκαρόλας "ντεκουπάρει", αντιγράφει ολόκληρες φιγούρες της βενετσιάνικης ζωγραφικής και τις μεταφέρει κάπως άγαρμπα στο δικό του έργο. Για παράδειγμα, η μορφή του γονατισμένου βοσκού και της γυναίκας με τις γυμνές πλάτες και το υψωμένο μωρό αριστερά αντιγράφουν τις αντίστοιχες από τον διάσημο πίνακα του Τιντορέτο " Το θαύμα του Αγίου Μάρκου με τον σκλάβο" (1548) στην Galleria dell' Accademia της Βενετίας (εικ. 3). Θεωρώ επίσης ότι ο βοσκός δεξιά με το μανιεριστικό καπέλο και τον μολοσσό παραπέμπει σαφώς σε άλλο πίνακα της εποχής. Μεταβατικό έργο μιας μεταβατικής εποχής που πάλι όμως παραπέμπει σε κάποιο θρησκευτικό δρώμενο. Θέατρο εν θεάτρω. Εντοπίζουμε, μ' άλλα λόγια, στους ανωτέρω πίνακες έναν άνισο όσο και ιδιότυπο διάλογο: Ο μικρός δημιουργός αντιγράφει το μεγάλο και η περιφέρεια το κέντρο. Ή, για να μιλήσουμε με μεταμοντέρνα ορολογία, η αποικία τη μητρόπολη. Πώς αλλιώς;

Ιησούν, Διόνυσον ή Μίθρα; 


‌Ποιά ήταν όμως η πρώτη αναπαράσταση της Γέννησης; Θα πρέπει να πάμε πίσω στον 3ο ή τον 4ο αιώνα π.Χ και τις κατακόμβες της Ρώμης . Εκεί εντοπίζονται τοιχογραφίες στις οποίες πρωταγωνιστεί μέσα σε μία πολύ λιτή σύνθεση το εσπαργανωμένο βρέφος, προοικονόμηση του σαβανώματος των Ιουδαίων με τις λεγόμενες "κηρείες". (Η πρώτη παράσταση της κατακόμβης του Αγίου Σεβαστιανού ανάγεται στο 343). Τα πολλά πρόσωπα και οι διαφορετικές σκηνές θα προστεθούν πολύ αργότερα. Λίγο μετά και στη Νάξο - η οποία αναδεικνύεται σε σπουδαίο, θρησκευτικό κέντρο για τον χριστιανισμό ως την Εικονομαχία, κάτι ανάλογο με την γειτονική Δήλο και τη λατρεία του Απόλλωνα - εντοπίζουμε μαρμάρινο ανάγλυφο στο οποίο εικονίζεται το θείο Βρέφος επί τραπέζης (αναφορά στη θεία ευχαριστία;) πίσω του δύο ζώα και αριστερά και δεξιά του τα δύο συμβολικά δέντρα της αιωνίου ζωής: Τον φοίνικα και την άμπελο (εικ. 4). Τίποτε άλλο... Χωρίς την Παρθένο, τον Ιωσήφ, τους βοσκούς, τους μάγους, τους αγγέλους, το σπήλαιο, τα ζώα ή το λουτρό του νεογέννητου. Μόνο τα απολύτως αναγκαία για την αφήγηση.
Χριστός γεννάται λοιπόν αλλά δοξάσατε και... Ερμήν τον Τρισμέγιστον, τον Θωθ των Αιγυπτίων, πατέρα κάθε ερμητικής γνώσης και δοξάσατε Διονύσον, τον πυριγενή καιΔιώ-νυσον τον μηροτραφή που ανατράφηκε δηλαδή στον μηρό του Δία (Ζευς, ζωή, Δίας, Deus). 
Ανατολή ανατολών λοιπόν και θείον βρέφος μηρορραφέν, ποιμήν και παιδίον νέον, ο προ αιώνων... και 25η Δεκεμβρίου, εορτή του Μίθρα, του ηλιοφόρου. Και χειμερινό ηλιοστάσιο και γέννηση όλων των θεοτήτων που σχετίζονται με το φως του ήλιου. Όπως και κατατεμαχισμός του διαρκώς νέου Διονύσου, του διγενούς και διθύραμβου, από τους Τιτάνας και θεοφαγία και Θεοφάνια και ... Ο τρώγων Μου την Σάρκα και ... Της Δικαιοσύνης Ήλιε νοητέ και ... Όλα, εν τέλει, μπερδεύονται γλυκά. 

Προσέξτε, τέλος, σε αυτό το ψηφιδωτό από την Πάφο - οικία Διονύσου, 2ος αι. μ.Χ - την προετοιμασία για το λουτρό του θείου βρέφους αριστερά της σύνθεσης (εικ. 5). Πρόκειται για μιαν εμφαντική λεπτομέρεια που συναντάμε κανονικά τόσο στο Γενέσιον της Θεοτόκου όσο και στις αποδόσεις του Σπηλαίου των Χριστουγέννων. Μόνο που εν προκειμένω τον νεογέννητο Διόνυσον κρατεί ο Ερμής και τον σιτίζουν ο γέρων Τροφεύς και η Αμβρωσία (sic) .
Καλά λοιπόν - παγανιστικά, ή ό,τι άλλο - Χριστούγεννα σε όλους!

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2022

Πεφταπτασυννεφάκηδες

(το σημερινό μου άρθρο στο Βήμα)

Το αίνιγμα, η αντίφαση ή το λάθος είναι κομμάτια του παζλ που λέγεται αλήθεια.

Ο Άλντους Χάξλεϋ έγραφε: " Ίσως αυτός ο κόσμος να είναι η κόλαση κάποιου άλλου". Ζούμε ήδη τις πιο εφιαλτικές ημέρες του Λεβιάθαν της λεγόμενης τηλε - Δημοκρατίας.  Αυτής που ξεκίνησε από την ιδιωτική τηλεόραση και γιγαντώθηκε μέσα από την μοργανατική σχέση τηλεοπτικής εικόνας και κοινωνικών δικτύων. Τίποτε πλέον δεν υπάρχει ως πραγματικότητα, αν δεν έχει επιβεβαιωθεί προηγουμένως μέσα από την τηλεοπτική εικόνα και τίποτε δεν είναι σωστό ή λάθος, αν δεν το έχει επικυρώσει κάποιο τηλε -  δικαστήριο...Τα simulacres, τα ομοιώματα, οι αντικατοπτρισμοί του Baudrillard, τα fake news με άλλα λόγια, είναι εδώ, είναι τα μόνα "νέα" στις ειδήσεις των 8 και έχουν οικειοποιηθεί κάθε τομέα του επιστητού. Ακόμα και η κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν είναι παρά μία χλωμή προσομοίωση της εξουσίας που ασκεί η τηλε - δικτατορία, σε βαθμό ώστε να αποφασίζει για κρίσιμα θέματα, να νομοθετεί ή να οργανώνει την όποια της πολιτική, με σχεδόν αποκλειστική βάση, τα τηλε - δεδομένα. Έτσι, θέλοντας να προλάβει τις αντιδράσεις από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα οποία ταυτίζονται  πλέον απόλυτα, ως μη έδει, μ' αυτό που ονομάζαμε κάποτε κοινή γνώμη και φωνή λαού, εισάγει υπό το κράτος πανικού βεβιασμένα νομοσχέδια  όπως - όπως. Το πιο πρόσφατο είναι αυτό που σχετίζεται με τις παρακολουθήσεις και το οποίο, φορτωμένο με πάμπολλες δήθεν δικλείδες ασφαλείας - που εμπλέκοντας ακόμα και τον εκάστοτε πρόεδρο της Βουλής ως απόλυτο εγγυητή φτάνουν στο άλλο άκρο! - μοιάζει να αυτοκαταργείται εν τη γενέσει του. Επειδή όταν κανείς νομοθετεί εν θερμώ και υπό εξωτερική πίεση ή με τον φόβο των επιπτώσεων της δημόσιας του εικόνας - αλλά όχι με τον σεβασμό του Δήμου και των ψηφοφόρων - είναι μοιραίο να καταλήγει σε λάθη.
 Πληροφορήθηκα ότι την περασμένη Δευτέρα ο ίδιος ο πρωθυπουργός συγκάλεσε εσπευσμένα στο Μαξίμου σύσκεψη για να βρεθούν λύσεις για το θέμα της Κιβωτού του Κόσμου. Ο πρωθυπουργός, ο ίδιος!  Όχι αρμόδιοι, υπηρεσιακοί παράγοντες όπως συμβαίνει στα κράτη που λειτουργούν με στοιχειώδη οργάνωση. Ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης... Προφανώς πιεζόμενος από την τεράστια απήχηση που είχε το γεγονός της - καταγγελλόμενης - κακοποίησης παιδιών σε ένα φιλανθρωπικό Ίδρυμα. Ακριβώς για να προλάβει περαιτέρω αρνητικές αντιδράσεις αλλά και για να δείξει ότι αυτός και μόνο αυτός μπορεί να δίνει άμεση λύση σε κάθε αναφυόμενο πρόβλημα. Από αυτό της κυρίας Βάνας Μπάρμπα ως το πρόσφατο του πατρός Αντωνίου. Όμως η εικόνα ενός πρωθυπουργού - πατερούλη είναι πολύ κακό παράδειγμα για μία σύγχρονη Δημοκρατία. 
Λίγο πιο πριν ο υπουργός Οικονομίας είχε σπεύσει να σταματήσει την χρηματοδότηση της συγκεκριμένης δομής χωρίς καμία δικαστική εντολή (!) για να πάρει πίσω την απόφασή του λίγες ώρες μετά σκεπτόμενος προφανώς την επίπτωση που θα είχε σε όλους όσοι σιτίζονται και διαμένουν στα καταλύματα της Κιβωτού. Τέτοια επιπολαιότητα για χίλια, περίπου, παιδιά. Τονίζω και πάλι: Όχι μια υπηρεσία πρόνοιας, όχι ο αρμόδιος υπάλληλος του υπουργείου αλλά ο υπουργός ο ίδιος. Ο σωτήρας και τιμωρός για τις ειδήσεις των 8.
 Σας φαίνονται συνεπή και λογικά όλα αυτά; Έτσι (πρέπει να) λειτουργεί ένα σύγχρονο και υπεύθυνο κράτος; Με μόνο γνώμονα την επικοινωνιακή διαχείριση αλλά και την εκ προοιμίου άθλια αντίδραση μιας αντιπολίτευσης κατώτερης των περιστάσεων;  Ως εικόνα πάνω σε εικόνες; Κυβερνάει,  διερωτώμαι πολλάκις, ο κ. πρωθυπουργός ή ο κ. Πολάκης;
 Πριν λίγες μέρες, επίσης, η υπεύθυνη υφυπουργός σε θέματα κοινωνικής πρόνοιας δήλωνε σοβαρά ότι για κάθε τέτοια δομή και για κάθε ανάλογη ΜΚΟ, πρέπει να υπάρχουν a priori κανόνες λειτουργίας, διαρκής έλεγχος και κρατική εποπτεία. Πολύ ορθά όλα αυτά θα έλεγε κανείς, αλλά... Δεν μπορεί να τα λέει αυτά ένα μέλος της κυβέρνησης! Οφείλει κυρίως να τα έχει εφαρμόσει. Δεδομένου του ότι η καταγγελία ήταν γνωστή ήδη από τον περασμένο Ιανουάριο. Δεν είναι ένας απλός ιδιώτης η κυρία Δόμνα Μιχαηλίδου αλλά ο εντεταλμένος βραχίονας της πολιτείας για να ελέγχει, για να ασκεί εποπτεία και τα συναφή στους σχετικούς χώρους. Εκ των υστέρων δεν δικαιούται να διαμαρτύρεται. Είναι σόλοικο.
 Με αυτόν τον τρόπο λοιπόν μοιάζει να νομοθετεί η επίσημη Πολιτεία. Έντρομη, αγόμενη και φερόμενη και υπό το κράτος πανικού, όποτε και όταν ένα καινούργιο σκάνδαλο σκάσει μύτη και αντιδράσει ανάλογα το ευρύτερο κοινό, καθοδηγούμενο κι αυτό από τους κεκράχτες της τηλεόρασης και του διαδικτύου. Η τηλε - Δημοκρατία δηλαδή την οποία σας ανέφερα παραπάνω. Το ίδιο και η δικαιοσύνη, οι εισαγγελείς, η αστυνομία, οι ποικίλοι ελεγκτικοί μηχανισμοί. Το ίδιο και οι υπουργοί ή οι υφυπουργοί που τρέχουν και δεν φτάνουν εξαιτίας του πρώτου ή του τελευταίου Βαξεβάνη. Όλοι τους σταθερά πεφταπτασυννεφάκηδες...
Αυτά όμως που συμβαίνουν γύρω μας με καταιγιστικούς ρυθμούς σκανδαλίζοντας τους απλούς πολίτες, δηλαδή τους τελικούς και μοιραίους "πεφταπτασυννεφάκηδες", δεν είναι ούτε σημερινά ούτε καν χθεσινά φαινόμενα. Είναι σκουλήκια που κατατρώνε χρόνια τώρα το μάλλον σαπισμένο μήλο της κοινωνίας μας με τους υπεύθυνους πάντως να κοιμούνται τον νήδυμο.  Και να ξυπνάνε είτε όταν επικρέμανται εκλογές ή όταν βλέπουν ότι κατρακυλούν τα ποσοστά δημοφιλίας τους. Με τον πολιτισμό να διακινείται από ιδιωτικά βίτσια και συμφέροντα και την παιδεία να είναι μονοδιάστατη και εργαλειοποιημένη. Έτσι, να χάνεται η μόνη δυνατότητα μας να φτιάξουμε συνειδητούς πολίτες...Κι η ιερή φλόγα να σβήνει χωρίς καν να υπάρχουν χήνες στο Καπιτώλιο για ν' αφυπνίσουν τις, λίγο αστείες, Εστιάδες μας. Εννοώ την απόλυτη ακύρωση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας και των δημοκρατικών θεσμών με την απεχθή επιβολή της τηλε - Δημοκρατίας. Της πιο στυγνής εκδοχής δηλαδή του νεοφιλελευθερισμού. 

ΥΓ. Τώρα ως προς τον Αρχιεπίσκοπο. Ορθώς απομάκρυνε τον καταγγελλόμενο ιερέα από τα τίμια δώρα μέχρι να διαλευκανθεί η υπόθεση. Όμως το φιλανθρωπικό ή το προνοιακό έργο που προσφέρουν σ' όλη την Ελλάδα - εκτός της επίσημης Εκκλησίας - και πάμπολλοι ιερείς εκτός των τυπικών τους υποχρεώσεων, σε συνεργασία με το χριστεπώνυμο πλήρωμα, ιδρύοντας γηροκομεία, τράπεζες πτωχών και λοιπά, είναι πολύ σημαντικό ώστε είναι ήκιστα χριστιανικό η ηγεσία της εκκλησίας να μην αναλαμβάνει και τις δικές της ευθύνες σχετικά και να πέφτει απ' τα σύννεφα όταν κάτι μοιάζει να στραβώνει. Λες και η ιεραρχία δεν έχει ακούσει ποτέ τίποτε για αρσενοκοιτία, παιδεραστία και τα συναφή στα του οίκου της. Ουαί υμίν...

Ομότιμος καθηγητής ιστορίας της τέχνης στο ΕΚΠΑ

Τελευταίο του λογοτεχνικό βιβλίο " Έρωτες μισοί, Μίση ολόκληρα, σαν διηγήματα", εκδ. Νίκας, Αθήνα 2022.

Η Εύα, ο Ευάγγελος και το δάκτυλο



(Ο tempora, Ω μόρτες)

Φωτό: Μανόλης Αναστασάκος, Ecce Homo, Ακτινογραφία Ανθρώπου, έκθεση "Κόκκινο", Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, 2015. 

Διαβάζω στον τύπο: O Ευάγγελος Βενιζέλος σε συνέντευξή του στη εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαμάτας, κατά την παρουσίαση του βιβλίου του "Εκδοχές Πολέμου", στη μεσσηνιακή πόλη, σχολίασε τις εξελίξεις στην υπόθεση Καϊλή, χαρακτηρίζοντάς την τραγική, αδιανόητη πολιτικά, θεσμικά και ηθικά. "Λυπάμαι βαθύτατα για την εξέλιξη αυτή. Περιμένουμε τη βελγική Δικαιοσύνη, αν και οι επιπτώσεις είναι ήδη συντριπτικές", ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βενιζέλος.
 Ο κ. Βενιζέλος... Του οποίου όμως η ευειδής Εύα Καϊλή υπήρξε και πολιτικό τέκνο και επιστήθια συνεργάτις. Κυριολεκτικά. Και την οποία εξώθησε ο ίδιος ως τα ανώτατα, κομματικά αξιώματα αφού είχε καταστεί πλήρως η φωνή του κυρίου της. Ώστε να μην υποστηρίξει αν και φεμινίστρια την υποψηφιότητα της αείμνηστης Φώφης Γεννηματά κατά την προτελευταία, κρίσιμη επιλογή αρχηγού για το ΚΙΝΑΛ παρά τα κροκοδείλια δάκρυα που έχυνε μετά στην κηδεία της. Όπως όλοι τους εξάλλου. Ιδιαίτερα εκείνοι που την έβριζαν προηγουμένως ως ακατάλληλη. (Αλλά βρήκαν κατάλληλο τον Ανδρουλάκη). Το όλον ΠΑΣΟΚ δηλαδή που θα έλεγε και ο Βαγγέλης. Ο σκοτεινότερος πολιτικός της Μεταπολίτευσης κατά Σημίτη. Ο  οποίος φαίνεται ότι αγνοούσε (!) την διαρκή δράση του πατρός Καϊλή στο πλάι του ετέρου Θεσσαλονικιού αστέρα, του αποπεμφθέντος και καταδικασθέντος νομάρχη Ψωμιάδη. Του Ζορό των κομματικών μας απόκρεω. Θέατρο εν θεάτρω δηλαδή.
 Έτσι ο Βαγγέλης βρήκε πάλι την ευκαιρία να κουνήσει το δάχτυλο στο πανελλήνιο εκφράζοντας τον αποτροπιασμό του και καταγγέλλοντας την ανεπάρκεια των θεσμών χωρίς όμως να ψελλίσει ούτε μια λέξη αυτοκριτικής. Λες και το σύστημα Καϊλή προήλθε από παρθενογένεση και ότι το σύστημα ΠΑΣΟΚ δεν έχει υπάρξει σταθερά μια συστηματική μηχανή σκανδάλων. Και μάλιστα υπό θεσμικό μανδύα. Τόση αθωότητα και τόσο μεγαλείο. Αυτός, ο Ευάγγελος, ο υπεύθυνος για τον νόμο περί ευθύνης υπουργών, για τις αποτυχημένες αναθεωρήσεις του Συντάγματος, για τα οικονομικά "θαύματα" της Θεσσαλονίκης Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, για την Συλλογή Κωστάκη και το πανάκριβο τίμημα με το οποίο αγοράστηκε - ήταν τότε υπουργός Πολιτισμού - για να θαφτεί έκτοτε σε μια απόμερη συνοικία της Σαλονίκης, για τον τυποκτόνο νόμο και για τόσα άλλα...Ο Ευάγγελος με την πολυδιαφημισμένη ευφυΐα που όμως ηττήθηκε και από τον Γιωργάκη και από την Φώφη το i.q των οποίων περιφρονούσε βαθύτατα. Ο στομφώδης, οιηματίας, ξερόλας κ. Βενιζέλος. Που θεωρεί τον εαυτό του πανέξυπνο λόγω ευφραδείας και όλους τους υπόλοιπους ηλίθιους και χωρίς μνήμη. Και που τον νίκησε ακόμη και η Καϊλή σε αριθμό ψήφων για της υφαρπάξει όμως στη συνέχεια την βουλευτική έδρα δημοκρατικότατα ως... αρχηγός. Προσωπικά πιστεύω πως αν έχει ένα τρωτό σημείο η εξουσία, είναι πως της λείπει εντελώς το αίσθημα του γελοίου. Κι ο Βαγγέλης δεν διαθέτει χιούμορ - δεν το επιτρέπει ο αυτοθαυμασμός του - δεν αυτοσαρκάζεται και άρα η πολυδιαφημισμένη, επαναλαμβάνω, ευφυΐα του ελέγχεται. Αφού μάλλον εκείνος στερείται συναισθηματικής νοημοσύνης.
Συνεχίζω το διάβασμα της ανακοίνωσης:
 Με αφορμή τις ενέργειες της βελγικής Δικαιοσύνης ο Ευάγγελος Βενιζέλος επισήμανε ότι στο ελληνικό νομικό πλαίσιο στα αυτόφωρα κακουργήματα δεν ισχύουν οι εγγυήσεις της βουλευτικής ασυλίας (sic). Très sic! "Κάποιοι συγχέουν σκοπίμως την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών ενός βουλευτή ή ενός υπουργού εν ενεργεία, όπως ο Κωστής Χατζηδάκης, για λόγους δήθεν εθνικής ασφάλειας, χωρίς να υπάρχει έγκλημα προς διερεύνηση, απλώς και μόνο για την αυθαίρετη αλλά νομιμοφανή συλλογή πληροφοριών, με την ύπαρξη ενδείξεων ή υπονοιών τέλεσης ιδιαίτερων σοβαρών εγκλημάτων και πολύ περισσότερο με τη διάπραξη αυτόφωρου κακουργήματος", προσέθεσε ο κ. Βενιζέλος. Σώπα! Κι άκου ποιος μιλάει! Μα αν δεν γίνονταν οι παρακολουθήσεις και εάν δεν συνεργάζονταν διακρατικά οι μυστικές υπηρεσίες, δεν θα αποκαλύπτονταν εκτός των άλλων τα σκάνδαλα της Καϊλή, της Σπυράκη κ.λπ. Απλώς όταν πρόκειται για τέτοιες ενέργειες, όσο λιγότερα στοιχεία δημοσιοποιούνται, τόσο καλύτερα. Μου κάνει πάντως εντύπωση πως ο έγκυρος και διαπρεπής συνταγματολόγος δεν λέει μια λέξη για τον τελευταίο, εκτρωματικό νόμο που συντάχθηκε υπό το κράτος του πανικού της κυβέρνησης εμπρός στις αποκαλύψεις και έφθασε στο άλλο άκρο καταργώντας κάθε έννοια και σημασία της μυστικής, προληπτικής παρακολούθησης. Ο Βενιζέλος έχει τύποις δίκιο αλλά στην ουσία όχι. Αφού πάλι κουνάει το δάχτυλο εν ου παικτοίς. Και αφού "ένοχος ένοχον ου ποιεί". Αλίμονο αν δεν παρακολουθούνται οι πολιτικοί και μάλιστα οι μεγαλόσχημοι αφού αυτοί είναι οι πιο κοντά στην τέλεση αξιόποινων πράξεων όπως διαχρονικά μάς έχει αποδείξει η πολιτική μας ιστορία. Κι αλίμονο αν δεν έχει ο εκάστοτε πρωθυπουργός τον απόλυτο έλεγχο αυτής της υπηρεσίας. Και είναι καταστροφικό τον εκλεγμένο πρωθυπουργό να τον υποκαθιστούν τρεις, διορισμένοι, δικαστές. Με δεδομένο ότι η ελληνική δικαιοσύνη εξακολουθητικά νοσεί.  Για τα χάλια της οποίας δικαιοσύνης δεν φέρει καμία ευθύνη πάντως ο και υπουργός της διατελέσας κ. Βαγγέλης!
(Προσωπικά θα πρότεινα για όσους συνταγματολόγους αναλαμβάνουν υπουργικούς θώκους να τους αναστέλλεται αυθωρεί και παραχρήμα η επαγγελματική ιδιότητα λόγω ασυμβίβαστου. Να μην γνωμοδοτούν! Αφού στην καθημερινή του πρακτική ο, κάθε, υπουργός δεν κάνει τίποτα άλλο από το να σκαρφίζεται τρόπους για να παρακάμπτει, το λέω ευγενικά, το Σύνταγμα). 
Και κάτι τελευταίο. Παρακολουθώ επί δεκαετίες την σταδιοδρομία ζευγαριών ή μελών της ίδιας οικογένειας που έχουν στήσει την εξής επωφελή φάμπρικα: Ο ένας είναι κομματικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ κι ο άλλος της Νέας Δημοκρατίας. Έτσι, αξιοποιούν αδιατάρακτα την πανίδα και χλωρίδα αμφοτέρων των μηχανισμών εξουσίας εις υγείαν των θεσμών και των κορόϊδων. Ένα πρόχειρο παράδειγμα είναι η Εύα και ο ακροδεξιός μπαμπάς της, ο μεταφορέας της περιώνυμης βαλίτσας. Ένα άλλο τα ακροδεξιά παιδιά του Καρατζαφέρη που αναβαθμίστηκαν σε υπουργάρες της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Αφού πρώτα τους ενσωμάτωσε στο κόμμα που ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ο...πρόεδρος της Πολιτικής Άνοιξης. Εκείνος που προσφάτως εγκαινίασε το προσωπικό του Ίδρυμα ώστε να διασωθεί (;) η πολιτική του παρακαταθήκη. Είναι ο ίδιος που έστειλε την Σπυράκη στην ευρωβουλή. Προς δόξαν της αξιοκρατίας και της ιδεολογικής συνέπειας. Ένα τρίτο παράδειγμα είναι γνωστό ζευγάρι Θεσσαλονικιάς και Αθηναίου όπου ο ένας είναι νυν πρόεδρος μεγάλου οργανισμού και η άλλη βουλευτής της αντιπολίτευσης. Πολιτικός πολιτισμός ρε! ! Ή...O tempora, ω μόρτες! 

ΥΓ. Από την άλλη, τα κόμματα πρότειναν για την ευρωβουλή και εμείς ομοθυμαδόν ψηφίσαμε  την Κουντουρά, τον Γεωργούλη, τον Ζαγοράκη την Εύα, την Μαρία και λοιπά. Ό τι πετάει, ό τι κολυμπάει και ό τι εμφανίζεται στην τηλεοπτική. Νομίζω πάντως πως το μόνο κόμμα που έκανε τη διαφορά με τις προτάσεις του, πλην ΚΚΕ, ήταν το Ποτάμι με τον Γραμματικάκη και τον υιό Κύρκο. Και τώρα; Και τώρα τι μέλλει γενέσθαι; Από εμένα περιμένετε να σας πω; Εγώ ένας απλός ιστορικός τέχνης είμαι.


Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2022

Μία βόλτα στο μουσείο...


Με ξεναγό τον Στάθη Βατανίδη
                                                                                                                                                                             
Κατά βάθος όλη η ιστορία της ζωγραφικής είναι μία επανεγγραφή. Οι νεότεροι ζωγράφοι είτε ως άσκηση και μαθητεία είτε ως απάντηση στην πρόκληση της αυθεντίας των μεγάλων δασκάλων, δημιουργούν τις συνθέσεις των σχολιάζοντας έμμεσα ή άμεσα τα έργα των παλαιότερων. Βρίσκοντας έτσι, μέσα από την άσκηση και την υποταγή, τον εαυτό τους. Μέσα από τον διάλογο αλλά και τη ζήλεια. Την ταύτιση αλλά και την εναντίωση. Τον θαυμασμό αλλά και την διαφορά. Ούτε και αυτός ο ιδιοφυής και ανατρεπτικός Πικάσο δεν θέλησε να ξεφύγει από αυτόν τον κανόνα. Απεναντίας. Τον νομιμοποίησε ακόμα περισσότερο. Έτσι, σχεδόν σαν φυσική συνέπεια, στους πίνακες των νεότερων ζωγράφων, ζουν, υπάρχουν και αναπνέουν οι επιδράσεις, τα θέματα ή τα ίχνη των παλαιότερων σε τρόπον ώστε ο οξυδερκής θεατής να διαβάζει ανάγλυφα το παρελθόν βλέποντας τις εικόνες του τρέχοντος καιρού. Τα πράγματα του παρόντος.  

Ο Στάθης Βατανίδης είναι για μένα ένας αγαπημένος φίλος με τον οποίο διατηρώ σχεδόν καθημερινό διάλογο όπως είναι κι ένας ζωγράφος που ακούει πρόθυμα τις παρατηρήσεις μου εδώ και τρεις περίπου δεκαετίες. Είναι αυτοδίδακτος με την έννοια σύμφωνα με την οποία είμαστε όλοι αυτοδίδακτοι, δηλαδή ο εαυτός μας ο ίδιος είναι ο καλύτερος ή ο χειρότερος μας δάσκαλος. Αν πάντως έπρεπε να του αναγνωρίσω δασκάλους, αυτοί είναι ο Αλέκος Φασιανός κι ο Μάνος Χατζιδάκις. Παράλληλα ο ίδιος διατηρεί μίαν εξαίσια σχέση με τη λαϊκή φόρμα, την άμεση αφήγηση όσο και με εμπειρική, πλην βαθιά γνώση και της καθόλου ιστορίας της τέχνης αλλά και πιο εξειδικευμένα του μοντερνισμού. Έχοντας επισκεφθεί, λόγω επαγγελματικής συγκυρίας, τα πιο σημαντικά μουσεία του κόσμου είχε την ευκαιρία να μελετήσει τα έργα των γκραν μετρ από κοντά, να τα ζηλέψει, να τα αγαπήσει και να τ’ αφομοιώσει με παραγωγικό τρόπο, στην προσωπική του έρευνα.


Ο Στάθης Βατανίδης έχει χτίσει, όλα αυτά τα χρόνια, βήμα-βήμα και με πολύ κόπο, έναν προσωπικό κόσμο στον οποίο συμπλέκονται ερωτικές ιστορίες ή αφηγήματα μοναξιάς, στιγμές χαράς ή οδύνης των καθημερινών ανθρώπων, εικόνες από μία πόλη που συνέχεια αλλάζει κι όμως μένει βασανιστικά η ίδια στο βάθος, αναφορές σ’ ένα παρελθόν που άλλοτε δυναστεύει κι άλλοτε απελευθερώνει, ευρήματα πλαστικά αλλά και μικρές, ιλουζιονιστικές εκπλήξεις της πανάρχαιας προμάμμης που λέγεται ζωγραφική.
Τα τελευταία χρόνια, νομίζω, ο Βατανίδης έχει δημιουργήσει το opus magnum του. Κατ’ ουσίαν φιλοτεχνεί μίαν εικονογραφημένη ιστορία της τέχνης ενσωματώνοντας στις δικές του συνθέσεις αρχετυπικές λεπτομέρειες από τα κλασικά αριστουργήματα, παλαιότερα και νεότερα, που τα γνώρισε είτε ζωντανά είτε από βιβλία και τον συγκλόνισαν. Κάνει δηλαδή αυτό που συνειδητά ή ασυνείδητα επιλέγει να πράξει ο κάθε δημιουργός μόνο που τώρα ο Βατανίδης δεν διαχέει την επίδραση μέσα στην προσωπική του γραφή αλλά αντίθετα της δίνει ρόλο πρωταγωνιστικό. Άρα επιλέγει με ταπεινοφροσύνη και αισθαντικότητα να διαλεχθεί με τους μεγάλους δασκάλους προσθέτοντας όμως και τη δική του προσωπική ματιά σ’ εκείνα τα έργα που ούτως ή άλλως εξελίσσονται μέσα στην πορεία του χρόνου και ξαναζωντανεύουν μαγικά κάτω από κάθε καινούργιο βλέμμα. Κάθε εποχή.


Δεν έχουμε λοιπόν εν προκειμένω μία συλλογή φορμαλιστικών ασκήσεων αλλά μάλλον ένα μικρό μουσείο τσέπης με ουσιαστικό θέμα την διαχρονία και την ανθεκτικότητα της ζωγραφικής και ως έπαθλο τον διάλογο ενός σημερινού δημιουργού με τους προπάτορες που αυτός επιλέγει. Εκκινώντας λοιπόν από τους Φλαμανδούς ή τους Βενετσιάνους πριμιτίφ, τον Ροχήρ φαν ντερ Βάιντεν και τον Κάρλο Κριβέλι, περνώντας από τα ιστορικά ορόσημα του Τζιότο και του Πιέρο ντέλλα Φραντσέσκα καταλήγει δοξαστικά στους μεγάλους της Αναγέννησης όπως είναι ο Ραφαήλ, ο Λεονάρντο ή ο Μικελάντζελο. Στη συνέχεια φτάνει στο Μπαρόκ και τον Καραβάτζιο – είναι πολύ εντυπωσιακό το εύρημα που ενσωματώνει σ’ ένα μικρό του πίνακα ο Βατανίδης από την περίφημη σύνθεση «Η κλήση του Αποστόλου Ματθαίου» – παράλληλα με την «Γαλατού» ή την «Αποθέωση της Ζωγραφικής» του Βερμέερ. Σειρά έχουν οι δύο κορυφαίοι, ίσως, ζωγράφοι όλων των εποχών ο Βελάσκεθ και ο Ρέμπραντ με τους βαθιά δραματικούς κόσμους τους. Έπεται ο σαρκαστής της κοινωνικής υποκρισίας Γουίλιαμ Χόγκαρθ και το σύμβολο του ρομαντισμού, ο βαθύτατα πολιτικός ζωγράφος που λέγεται Φρανσίσκο Γκόγια. Από εκεί ο δρόμος οδηγεί αναπόφευκτα στους πρώιμους ιμπρεσιονιστές και τον Βαν Γκογκ, στον Μανέ, στον Μονέ, στον Ρενουάρ, στον Ντεγκά, στον Τουλούζ – Λωτρέκ κ.ο.κ.

Θα μπορούσε να είναι η ενότητα αυτή ένα λεξικό ή ένα αλμανάκ τέχνης, δεν πρόκειται όμως περί αυτού. Ο Βατανίδης, το ξαναλέω, ευρισκόμενος στην πιο ώριμη και την πιο παραγωγική στιγμή της σταδιοδρομίας του, μη θέλοντας τίποτε να αποδείξει και μην χρωστώντας εξηγήσεις σε κανένα, καταθέτει εδώ τους εικαστικούς ή τους φυσικούς έρωτες του, διαπραγματεύεται τα φαντάσματα ή τα όνειρά του και, παίζοντας όμως με τρόπο απόλυτα σοβαρό και υποψιασμένο, δημιουργεί μίαν ενότητα έργων τα οποία φιλοδοξούν να καταστήσουν τον κάθε θεατή, συμμέτοχο της μεγάλης τέχνης. Είναι, δηλαδή, σαν να τον πιάνει από το χέρι ο Στάθης και με τη γνωστή του ευγένεια και απλότητα να τον ξεναγεί στα πιο μεγάλα μουσεία του κόσμου. Ψιθυρίζοντας του μάλιστα στο αυτί τα μυστικά του κάθε αριστουργήματος.
Τέλος η σειρά ολοκληρώνεται με κάποιες σημαδιακές αναφορές στον μοντερνισμό: Πικάσο, Κάρλο Καρά, τον Μαγκρίτ, τον Ντε Κίρικο, τον Νταλί, τον Χόκνεϋ. Αλλά και τις εύστοχες αναφορές στον κυβισμό, τον σουρεαλισμό, την μεταφυσική ζωγραφική, την αφαίρεση. Δεν λείπουν οι Έλληνες, ο Τσαρούχης κι ο Μόραλης, τους οποίους μάλιστα τοποθετεί να «παίζουν» ως πρωταγωνιστές σ’ ένα θερινό σινεμά. Στο σινεμά «Ο Παράδεισος» μιας αιώνιας εφηβείας. Επειδή τα αληθινά έργα τέχνης, αυτά που τα γέννησαν ένας ίμερος κι ένας καημός, μεγαλώνουν, μεγαλώνουν, μεγαλώνουν… αλλά δεν γερνάνε ποτέ. Και μαζί τους δεν γερνάνε όσοι τα αγαπούν. Κι όλα αυτά με το γνωστό, εκλαϊκευτικό ύφος αλλά και την άδολη παιδικότητα που χαρακτηρίζει την έκφραση του Στάθη Βατανίδη. Ωριμότητα μαζί και αθωότητα (naïveté). Τί άλλο καλύτερο θα μπορούσε να περιμένει κανείς;

Υ.Γ. 
Συνοπτικά μιλώντας ας πούμε ότι μεταπολεμικά η ζωγραφική μας αρδεύεται από δύο σχολές: εκείνη του Μπουζιάνη που θρηνεί το σώμα και την άλλη του Τσαρούχη που το αποθεώνει. Κάπου στη μέση ο Διαμαντόπουλος κι ο Σπυρόπουλος. Και κάπου πιο μακριά ο λυρικός Παπαλουκάς, συνεχιστής της έρευνας του Παρθένη, του Μαλέα, του Νικολάου Λύτρα και του Οικονόμου.
Στην μπουζιανική παράδοση πιστώνω τον Τριανταφυλλίδη, τον Μίμη Βιτσώρη, την Μαραγκοπούλου, την Λαγάνα αλλά και τον νεανικό Φασιανό, τον Μάιπα, τον Σταύρο Ιωάννου, τον Μυταρά, τον Πατρασκίδη, τον Θεοφυλακτόπουλο, τον Πολυμέρη, τον Μορταράκο, τον Ξένο, τον Μαντζαβίνο κλπ. Στην τσαρουχική πάλι ουκ έστιν αριθμός. Από τον Λευτέρη Κανακάκι, τον Κυριάκο Κατζουράκη ως τον Παύλο Σάμιο, τον Χρίστο Καρά, τον Πέτρο Ζουμπουλάκη, τον Μιχάλη Μακρουλάκη, τον Ρόρρη, τον Μποκόρο, τον Κώστα Παπανικολάου, τον Κώστα Ντιό, τον Αχιλλέα Παπακώστα ή τον Στέφανο Δασκαλάκη. Με τον Σακαγιάν και τον Αντωναρόπουλο σταθερά στο μεταίχμιο της αφήγησης περί το σώμα αλλά και της αποδόμησης του προσώπου και της ιστορίας του. Χωρίς να παραβλέπω την προσωπική γλώσσα ή τα επιτεύγματα του καθενός (όπου υπάρχουν). Σ’ αυτή την τσαρουχική παράδοση θα τοποθετούσα ακριβοδίκαια και τον Στάθη Βατανίδη. Με το κατακτημένο ύφος και την αυτοφυή παιδικότητα. Και με το αθώο βλέμμα που είναι πάντα έτοιμο να εκπλαγεί εμπρός στο θαύμα του κόσμου... Το θαύμα της τέχνης.

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2022

Για τον Έρωτα και την Επανάσταση


1. Οι Ιφιγένειες επιβιώνουν στο τέλος 

Ο μύθος της Ιφιγένειας σχετίζεται με την επώδυνη αλλά αναγκαία θυσία εμπρός στην πρόκληση του καινούριου. Είτε πρόκειται για άνθρωπο αγαπημένο είτε για ταξίδι ανατροπής είτε απλώς για την διεκδίκηση της περιπέτειας που άλλοι την λένε και επανάσταση. Δηλαδή για πράγματα που δυναμιτίζουν την ληθαργική καθημερινότητα. Δεν μιλάμε εδώ για το κόστος της ευτυχίας αλλά για τα αναπόφευκτα λύτρα της. Κάθε νέα εμπειρία, σχέση κλπ. στηρίζεται στην θυσία μιας παλιάς αγάπης. Το γεγονός ότι την θυσιάζεις, δεν σημαίνει ότι την αγαπάς λιγότερο ή ότι το αναμενόμενο, από την απόλαυση της,"κέρδος" θα είναι μεγαλύτερο. Απεναντίας. 
Απλώς δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς αφού αυτός είναι ο μηχανισμός της ψυχής που τον λέμε διαρκές ανικανοποίητο. Έτσι πρέπει να γίνει!Ούτως ή άλλως το πένθος παραμονεύει ως διαρκής ανθρώπινη συνθήκη. Κάθε εραστής κρατάει και ένα μαχαίρι. Αν δεν σκοτώσει ό τι αγαπάει, δεν θα συνειδητοποιήσει ποτέ το μέγεθος της αγάπης του. 
Και τί τον περιμένει εξ άπαντος;
Μα τι άλλο παρά η μοίρα του Αγαμέμνονα:
Μία μοιχαλίδα στο κρεβάτι του, η προδοσία στο ίδιο του το σπίτι κι ένα μαχαίρι να στριφογυρίζει βαθιά βαθιά στα σπλάχνα του.



2. Επανάσταση και εξουσία

Τους βλέπω νέους και ωραίους στην φωτογραφία και είναι σαν να βρίσκομαι και εγώ σε μιαν άκρη. Είναι τέτοια η δύναμη και η υποβολή της εικόνας που η μυθοπλασία καταπίνει την ιστορία και η γοητεία του μύθου την πραγματικότητα. Η αλήθεια είναι πάντως ότι ο ένας πέθανε εγκαίρως, ενώ ο άλλος όχι.
Ο ένας εκτελέστηκε σαν μάρτυρας τον Οκτώβριο του 1967 στα 39 του χρόνια ενώ ο άλλος έσβησε μες τις παντούφλες του σε βαθιά γεράματα γατζωμένος οικογενειακώς στην εξουσία. Τον έναν τον βασάνισε έως θανάτου η CIA, ενώ τον άλλον τον συνόδευσε στην τελευταία του κατοικία ο Αμερικανός αντιπρόεδρος.
Και οι δύο πάντως υπήρξαν ευνοούμενοι της Ιστορίας, άξιοι της εποχής και της μεγάλης πατρίδας τους, της λατινικής Αμερικής. Και σαν τέτοιοι συνόδευσαν την εφηβεία μας και τα όνειρα για έναν καλύτερο και πιο δίκαιο κόσμο. 
Τι πετύχαμε, και αυτοί και εμείς, θα το κρίνουν οι νεότερες γενιές. Ένα όμως είναι βέβαιο: 
Δεν παραδίδουμε έναν ευτυχέστερο κόσμο. 
Όσο για την επανάσταση, αυτή παραμένει ακόμη Ουτοπία για τους ρομαντικούς και επικερδής επιχείρηση για τους πραγματιστές. Όταν δε γίνει η επανάσταση εξουσία, δεν αποστρέφεται τη βία, το αίμα, τα δάκρυα. Απεναντίας. 
Όσο για τον Φιντέλ (1926 - 2016), τον τιμάμε ως επαναστάτη, δεν λησμονούμε όμως τη βία που χρησιμοποίησε και τα δάκρυα που προκάλεσε ασκώντας απόλυτη εξουσία για μισόν αιώνα! Τις εκατόμβες των δικών του πνιγμένων στην Καραϊβική. Των αντιφρονούντων που σάπισαν στις φυλακές ή των ομοφυλοφίλων που εξοντώθηκαν μαζικά και συστηματικά. 
 Ανάμεσα λοιπόν στην κάθε δικτατορία, κόκκινη ή μαύρη, και την δημοκρατία, ατελή έστω και συχνά αδύναμη, προτιμάμε εκ πείρας την δεύτερη. Επειδή δεν είμαστε πια είκοσι χρονών και επειδή η Ιστορία, καθώς ενηλικιωνόμαστε όταν δεν μας τιμωρεί, οφείλει τουλάχιστον να μας διδάσκει.

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2022

Εγκλεισμοί

Μπορεί το inferno να αισθητικοποιηθεί;


Από χθες το βράδυ που είδα την πολυδιάστατη έκθεση "Εγκλεισμοί" την οποία οργάνωσε ο φίλος, και υποψήφιος διδάκτορας μου στο τμήμα θεατρικών σπουδών του ΕΚΠΑ, Δημήτρης Τρίκας στο Δρομοκαΐτειο, δεν μπορώ να ησυχάσω. Τόσο ώστε θα πάω και αύριο το απόγευμα στην Ιερά Οδό με την κόρη μου. 
Θέλω επίσης να πω ότι έφτασα εκεί αρκετά προκατειλημμένος γιατί με ενοχλεί όλη αυτή η μόδα των εκθέσεων σε χώρους που από μόνοι τους αποτελούν το πιο ζοφερό και συγχρόνως ουσιαστικό θέαμα. Και που δεν χρειάζονται περαιτέρω "επεξεργασία". Όπως επίσης μ' ενοχλεί η ανακύκλωση των ίδιων και των ίδιων ονομάτων του μίζερου μοντερνισμού μας αλλά και ο, δεδομένος, ναρκισσισμός των καλλιτεχνών που αγωνιούν για να δουν το όνομα τους οπουδήποτε και σε οιεσδήποτε συνθήκες. Που κουβαλούν το αναγνωρίσιμο και δεδομένο τους έργο στην οποιαδήποτε εκθεσιακή συνθήκη. Σκέφτομαι, τέλος, πως δεν υπάρχει καλλιτέχνης πού να μην ενεργοποιείται μέσα σ' ένα τόσο δυστοπικό χώρο.
Ακόμη, λοιπόν, προσπαθώ να αντιληφθώ αν αυτό που με ταρακούνησε χτες, ήταν η επίσκεψη σ' ένα υπαρκτό inferno, ακριβώς δίπλα στην μικροαστική μας ευτυχία, σ' ένα κολαστήριο ψυχών, ή αν κάποια από τα πάμπολλα έργα, τα εγκιβωτισμένα, τα σφηνωμένα κατά κυριολεξία, μέσα στα δωμάτια - φυλακές, στους ξεφλουδισμένους, κίτρινους τοίχους των κολαστηρίων, μού αισθητικοποίησαν αυτό το πνιγηρό αίσθημα, αυτή την ελεγεία της απελπισίας.
 Έπαιξε ρόλο άραγε η σκηνοθεσία του, εξαιρετικού, επιμελητή ή μήπως ήταν η, προδιαγεγραμμένη, βούληση των καλλιτεχνών να οικειοποιηθούν την απόκλιση και την τρέλα ως έναν υποστατικό χαρακτηριστικό της ίδιας τους της φύσης όπως τους δίδαξαν οι μεγάλοι καλλιτέχνες από τον Ποντόρμο και τον Ζερικώ ως τον Βαν Γκογκ και τον Αντονέν Αρτώ; Ειλικρινά δεν ξέρω και δεν θα ήθελα έτσι εύκολα να μάθω.
 Έφυγα νωρίς για να κρατήσω ακέραια την αίσθηση των πραγμάτων. Στην έξοδο είδα το καλύτερο ίσως έργο της έκθεσης, την πινακίδα που απαγορεύει το επισκεπτήριο! 
Λίγο μετά κι ενώ κατηφόριζα την Ιερά Οδό, από τα ζοφερά, τα υποφωτισμένα κιγκλιδώματα του νοσοκομείου με φώναξε μία ανθρώπινη σκιά ζητώντας μου δύο ευρώ. Ήταν ο Γεώργιος Βιζυηνός ή ο Μιχαήλ Οικονόμου που με εκλιπαρούσε από το σκοτάδι;

ΥΓ. Μοιραία θα επανέλθω στην έκθεση με περισσότερες εικόνες. Προς το παρόν ανεβάζω ενδεικτικά μόνο στην φωτογραφία του Νίκου Παναγιωτόπουλου από την Λέρο του '80 υπενθυμίζοντας την ανάλογη δουλειά του Γιώργου Δεπόλα. Και βέβαια το συνταρακτικό έργο του καθηγητή Γιώργου Κατσάγγελου από το ψυχιατρείο Θεσσαλονίκης.

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2022

Το άρθρο μου στο χτεσινό Βήμα

Βιβλιοφιλία και βιβλιόφιλοι 


"...Η μοιχεία ανακάλυπτε η Έμμα μπορούσε να είναι το ίδιο βαρετή με τον γάμο...Και τώρα, δεν μπορούσε να πιστέψει ότι η ανούσια ζωή που ζούσε ήταν η ευτυχία που είχε ονειρευτεί..."
(από τη «Μαντάμ Μποβαρύ»)

"Η ηθική είναι το έσχατο επιχείρημα των μικροαστών"
Όσκαρ Ουάιλντ 

Είναι στατιστικά διαπιστωμένο πώς οι πλείστοι των Ελλήνων βιβλιοφίλων είναι, μετά συγχωρήσεως, δυσκοίλιοι. Και τούτο συμβαίνει κυρίως γιατί οι πλείστοι των Ελλήνων - και μη προς κακοφανισμό σας - διαβάζουν σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα μόνο στην τουαλέτα. Άρα όσο περισσότερο χρόνο καταναλώνουν στο..."μέρος", τόσο σοφότεροι γίνονται. Ηλίου φαεινότερον.
Πλην όμως των φιλομαθών δυσκοίλιων υπάρχει και μία άλλη μερίδα αναγνωστών εξίσου πολυπληθής και αυτοί είναι οι βιβλιόφιλοι της παραλίας. Δηλαδή η φιλαναγνωσία και οι φιλαναγνώστες της άμμου. Τώρα που τελείωσε το θέρος ας τους τιμήσουμε δεόντως. Πρόκειται για εκείνους τους βιβλιόφιλους και αυτά τα βιβλία τα οποία σέρνονται καθημερινά από το μεσημέρι ως αργά το απόγευμα σε μία παραλία, δίπλα σε αντιηλιακά και βατραχοπέδιλα, που συνήθως διαβάζονται μέχρι τη σελίδα 12, ή 15 στην καλύτερη περίπτωση, που έχουν εξώφυλλα πιο μαυρισμένα από το δέρμα των ιδιοκτητών τους και βέβαια πολλή άμμο στις μέσα τους σελίδες.
Σ' αυτούς τους τελευταίους ανήκω και εγώ αφού κάθε καλοκαίρι προσπαθώ γεμάτος τύψεις και ανάμεσα σε βουτιές και τσίπουρα με πάγο να καλύψω όλες τις "βιβλικές" εκκρεμότητες το χειμώνα. Μάταιος κόπος! Κόπος που όμως με υποχρεώνει κάθε χρόνο να κουβαλάω σε αμμουδιές και παραθεριστικά θέρετρα δεκάδες βιβλία και στο τέλος να ξεφυλλίζω με το ζόρι μόνο δύο ή τρία. Με την πανταχού παρούσα άμμο, στο τέλος, κι όχι το βλέμμα μου να επισκέπτεται τις περισσότερες από τις σελίδες τους.
Φέτος ξαναδιάβασα από το πρωτότυπο και με ελάχιστη μεταφραστική βοήθεια - κυρίως του Γρυπάρη και του Τάσου Ρούσσου - τον συγκλονιστικό Αγαμέμνονα του Αισχύλου, ίσως το κορυφαίο τραγικό κείμενο όλων των εποχών. Σημαντικότερο, κατά τη γνώμη μου, απ' όλα τα έργα του Σαίξπηρ του Ίψεν η του Ονήλ χωρίς διόλου να υποτιμώ το ταλέντο ή την ιδιοφυΐα και των τριών προαναφερθέντων.
 (Παρενθέση: Τί ξεχωριστή, πνευματική προσωπικότητα ο Τάσος Ρούσσος! Τί προσφορά! Κι ως λογοτέχνης, και ως δάσκαλος και ως μεταφραστής. Σκεφτείτε πως το εκδομένο του έργο, τα μυθιστορήματα και οι μεταφράσεις του πλησιάζουν τα πενήντα)!
 Όμως ο "Αγαμέμνων" από την πρώτη σκηνή του φρουρού που παρατηρεί τις φρυκτωρίες ως την αιμοσταγή αποκορύφωση με την Κλυταιμνήστρα, την ουσιαστική πρωταγωνίστρια του έργου, παραμένει ανυπέρβλητος. 
Έπειτα απόλυτη αλλαγή κλίματος αφού ξαναδιάβασα την μαντάμ Μποβαρύ του Γκυστάβ Φλομπέρ στην ιστορική, πρώτη μετάφραση του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, αρχές του 1920. Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε πως το βιβλίο αυτό προοικονομεί όλον τον μοντερνισμό του 20ου αιώνα από τον Τόμας Μαν ως τον Άρθουρ Σνίτσλερ. Το βιβλίο αυτό πρωτοδημοσιεύθηκε σε συνέχειες το 1856 κάνοντας απίστευτη εντύπωση και προκαλώντας την παρέμβαση τόσο της δικαιοσύνης όσο και της εκκλησίας. Το ελληνικό παράλληλο είναι αναμφισβήτητα η "Πάπισσα Ιωάννα" του Ροΐδη όμως κυκλοφόρησε δέκα χρόνια αργότερα κάνοντας ανάλογο θόρυβο και στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό. Η Μποβαρύ είναι ένα λεπτοδουλεμένο και γλωσσικά και δραματικά αριστούργημα που ισορροπεί ανάμεσα στην πιο δραστική κοινωνική σάτιρα και τον πιο διεξοδικό - θα 'λεγα αμείλικτο - σχεδιασμό των χαρακτήρων. Έκτοτε ο μποβαρισμός έγινε όρος της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας αναφερόμενος σ' εκείνα τα άτομα που δεν αντέχουν να συμβιβάσουν την πραγματικότητα με την φαντασίωση και κυριαρχούνται από την νοσηρή (;) ανάγκη να ονειρεύονται εκείνο τον μεγάλο έρωτα που όμως δεν έρχεται ποτέ. 
Είναι καταπληκτικά τα κοντράστα μέσα από τα οποία χτίζει ο μισάνθρωπος συφιλιδικός και επιληπτικός συγγραφέας την υπόθεση του έργου. Μία υπόθεση στοιχεία της οποίας αντλεί είτε από τον αστυνομικό δελτίο της εποχής είτε από τις προσωπικές του ερωτικές περιπέτειες. Μία χαρακτηριστική εικόνα, καθαρά κινηματογραφική και απόλυτα ενδεικτική των προθέσεων αλλά και της αισθητικής του συγγραφέα, είναι εκείνη στην οποία τα αποσπάσματα του παράγοντα της κυβέρνησης που εκφωνεί τον καθαρευουσιάνικο, ξύλινο λόγο του στην κεντρική πλατεία εναλλάσσονται με τα αποσπάσματα των ερωτόλογων με τα οποία αποπλανά ο Ροδόλφος την Έμμα στο παρακείμενο δημοτικό μέγαρο. Ή, η σκηνή κατά την οποία ο πολυπράγμων φαρμακοποιός Ομέ οικτίρει τον κύριο Μποβαρύ εμπρός στο νεκροκρέβατο της αυτόχειρος συζύγου του ονειρευόμενος συγχρόνως εκείνο το παράσημο ο βασιλιάς αμελεί να του απονείμει... 
Μην ξεχνάμε, τέλος, ότι υπότιτλος του βιβλίου είναι " Ήθη της επαρχίας", Mœurs de provence. Πού θα κατατάσσαμε σήμερα την αισθηματική επαρχιώτισσα Μαντάμ Μποβαρύ; Ψυχολογικός ρεαλισμός ή νατουραλισμός είναι οι εύκολες ταμπέλες αφού ο Φλομπέρ ξεπερνάει και τους προκατόχους του, τον Μπαλζάκ ή τον Σταντάλ, αλλά και τους σύγχρονους του όπως είναι ο Ζολά ή ο Ουγκώ. Αυτός ο τελευταίος μαζί με τον Μπωντλαίρ πάντως θα γίνουν οι μοναδικοί υμνητές του συγκεκριμένου μυθιστορήματος. Ο Φλόμπερ παραμένει μία κατηγορία από μόνος του και θα τον παραλλήλιζα με τον συνομήλικο του ζωγράφο Πωλ Σεζάν. Στο μεταίχμιο του κλασικού και του μοντέρνου. Τον επιστήθιο φίλο και συμπατριώτη του Εμίλ Ζολά ο όποιος όμως ποτέ δεν τον κατανόησε. Και όχι βέβαια με τον νατουραλιστή Κουρμπέ που εξωτερικά τουλάχιστον μπορεί κάπως να συγκριθεί μαζί του. (Θυμηθείτε τον "πορνογραφικό" πίνακα L' origine du monde). Όχι, ο ρεαλισμός του Φλομπέρ επειδή ακριβώς δεν αντανακλά διόλου την εξωτερική πραγματικότητα αλλά διεισδύει στο βάθος όχι μόνο των πραγμάτων αλλά κυρίως της γλώσσας, της αισθητικής της γλώσσας αλλά και της αναρχικής λειτουργίας της - αυτό δηλαδή που χάνεται ακόμη και στην καλύτερη μετάφραση - παραμένει το αξεπέραστο ορόσημο μιας εποχής. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή που η καινούργια εποχή δοκίμαζε τα όπλα της. Και για να χρησιμοποιήσουμε τα ίδια του τα λόγια:
" Επρόκειτο για την εποχή κατά την οποία η δημοκρατία προσπαθούσε να φέρει το προλεταριάτο στην ίδια κατάσταση χαύνωσης που βρίσκονταν οι μικροαστοί". 

ΥΓ. Μουσικός συνειρμός: η Φανταστική Συμφωνία του Εκτόρ Μπερλιόζ φέρει τον υπότιτλο "Επεισόδια από τη ζωή ενός καλλιτέχνη". Πράγμα που θα πει "Κάνουμε τέχνη επειδή η ζωή που μας δόθηκε, δεν φτάνει". Ή, αλλιώς"Χαρούμενοι στο πένθος μας" ένας ακόμη, πιθανός, ορισμός της τέχνης...

Φωτογραφία: Σήμερα, όλοι μας στην πινακοθήκη Γιώργου Βογιατζόγλου, Νέα Ιωνία, που στήνει μιαν εξαιρετική έκθεση ο Θανάσης Μουτσόπουλος, το παιδί μου!

Αλεπουδίτσες και γάτες

Αυτοσχέδιο Ποίημα για την Ομορφιά

(Της Αριάδνης και της Μαρίνας που αγαπούν τις γάτες. Και των γάτων τους Τίτου και Μπολς)


Αχ, αυτά τα κορίτσια
πόσο τα σκέφτομαι
που δεν ξέρουν
τι να κάνουν
την ομορφιά τους,
όμοια με γάτες 
κι αλεπουδίτσες!
Την πάνε από δω
την δείχνουν από κει, 
άλλοτε ντροπαλές
άλλοτε περήφανες
άλλοτε με άγχος
κι άλλοτε πάλι
 φορτωμένες
- από ακατανόητη -
 απελπισία.

Τί πρόβλημα κι αυτό
για αλεπουδίτσες
 και για γάτες!
Τί κάνει κανείς, κάθε φορά,
με την ομορφιά 
που τού έτυχε ;
Την συντηρεί ευλαβικά;
Την βγάζει στην αγορά;
Την ανταλλάσσει; 
Την εκδίδει για κέρδος; 
Την κρύβει από υπολογισμό;
Την απαρνιέται από δειλία
σαν να μην υπάρχει;
Σαν να μην υπήρξε ποτέ;

Τα κορίτσια κοιτούν
την ομορφιά τους 
στον καθρέφτη
προβληματισμένες
σαν να μην είναι οι ίδιες
αλλά κάποιες άλλες εκεί.
Αλεπουδίτσες ή γάτες.
Τι σπαζοκεφαλιά θεέ μου
το πρόσωπο μας
 στον καθρέφτη.
Τι πρόβλημα! 
Τι διχασμός!

Το κοιτάζουν λεπτά, 
το κοιτάζουν μέρες
το κοιτάζουν χρόνια 
τα καημένα τα κορίτσια
ώσπου, τι ανακούφιση, 
η ομορφιά που 
τόσο τις τυράννισε, 
τις μπέρδεψε, 
τις παρέσυρε,
τις αποπροσανατόλισε,
 κοστίζοντας μια ζωή,
τη μικρούλα, 
την πολύτιμη ζωή τους,
να μην υπάρχει πια.


Φωτογραφίες: Γάτες, γάτοι, γατούλες. Πρωτίστως γάτα και αλεπού που κοιτάζονται και αλληλοθαυμάζονται σαν μετενσαρκώσεις των γυναικών που αγαπήσαμε. Της ομορφιάς που πάντα βρίσκει τους τρόπους για να διαφεύγει. Επειδή όταν μάς κοιτάζει ένα ζευγάρι μάτια, δεν είμαστε εμείς αλλά εκείνος ο ρόλος που οι άλλοι περιμένουν (ή και απαιτούν) από εμάς. Είμαστε εμείς μόνο όταν είμαστε μόνοι.

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2022

Ποιός φοβάται ακόμη τον κυρ Φώτη;

Το έργο τέχνης είναι η μοναξιά αλλά και το μεγαλείο μας μπροστά στον θάνατο. Θα μπορούσε ο τίτλος του άρθρου επίσης να είναι: 
"Γιατί είναι ευτυχισμένος ή καλύτερα"φτυχισμένος" ο Κονέκ Κονέκ, ο πρωτόγονος βασιλιάς της Ισπροβάνας που επιμένει να συλλογίζεται, ξαπλωμένος σε ανάκλιντρο αρχαίου φιλοσόφου, το τι είναι ο άνθρωπος; "

Με άλλα λόγια ποιός είναι ο Κονέκ Κονέκ, τί συμβολίζει και γιατί να είναι ευτυχισμένος σ'ένα κόσμο γεμάτο δυστυχία; Προφανώς αναφέρομαι στη γνωστή παράσταση από την οικία του Κόντογλου στο Γαλάτσι, φτιαγμένη το 1932, δηλαδή δέκα χρόνια μετά την μικρασιατική καταστροφή όταν πια άπαντες έχουν συνειδητοποιήσει πόσο εύκολα ανατρέπεται η ανθρώπινη ευτυχία. Αλλά και πόσο εύθραυστη είναι η ανθρώπινη συνθήκη ιδιαίτερα για εκείνες οι κοινωνίες που ζούσαν σε μία προνεωτερική αθωότητα πριν έρθουν οι εκπολιτιστές αποικιοκράτες και τα ενεργούμενα τους και τους ξεριζώσουν από τις εστίες τους. Και ο Κόντογλου, εν προκειμένω, αναδεικνύει στη ζωγραφική του, σαν άλλος Κλωντ Λεβί Στρος - αλλά σαν Πικάσο των Demoiselles - την γενοκτονία των ιθαγενών της Βραζιλίας, της Αφρικής, της Ινδονησίας και κατ' αναλογίαν της Μικράς Ασίας. Ακόμη τα πάθη και της Ινδίας της οποίας ένας εκπρόσωπος, ένας φακίρης σαν τον ημίγυμνο Πρόδρομο, στέκεται συμβολικά δίπλα στον Αϊβαλιώτη Καπετάνιο. Η σχέση είναι προφανής, η καταγγελία ξεκάθαρη αλλά λίγοι αυτοί που τολμούν να την αναγνώσουν. Ακόμη και σήμερα!
Διαβάζω, λοιπόν, ποικίλα όσα σε μελέτες γνωστών, ακαδημαϊκών δασκάλων αλλά και σε ρεπορτάζ εφημερίδων όπως η έγκριτη Καθημερινή γενικότερα για τον Φώτη Κόντογλου γενικότερα και την έκθεση του Μουσείου Γουλανδρή πιο εξειδικευμένα, ενδιαφέροντα πράγματα αλλά και αρκετά στρογγυλεμένα.
 Θέλω πάντως να πω εξ αρχής ότι είναι πολύ σημαντικό ότι παρουσιάζεται μια τέτοια έκθεση σ' ένα τέτοιο χώρο αυτή την χρονική συγκυρία όπως επίσης είναι πολύ σημαντική η παρουσίαση του Παρθένη στην Εθνική Πινακοθήκη ή του Σπύρου Παπαλουκά, λίγο καιρό πριν, στο Ίδρυμα Θεοχαράκη. Υπενθυμίζω ότι η χαρά του Κόντογλου ήταν πολύ μεγάλη όταν το 1927 ο Παπαλουκάς παντρεύτηκε την Όλγα Ευαγγέλου από το Αϊβαλί. Δηλαδή τη δική του αγαπημένη πατρίδα...Όμως το έργο και των τριών αυτών δημιουργών κόβει σαν μαχαίρι, είναι βαθιά πολιτικό και για τούτο η προσέγγιση του πρέπει να γίνεται και με προσοχή αλλά και με τόλμη. Κυρίως γιατί το έντονα πολιτικό - ανατρεπτικό στοιχείο του δεν είναι συμβατό σε μία εποχή κατεξοχήν απολιτίκ. Έστω κι αν το έργο αυτό αποτελεί την πιο ελεγειακή προσέγγιση των χαμένων πατρίδων όπως επίσης και των αιτιών που προκάλεσαν την απώλεια τους. Κι αυτό είναι το κυριότερο. Ότι δηλαδή δεν έχουμε να κάνουμε με μία ζωγραφική του σαλονιού αλλά με χρώματα που είναι φτιαγμένα από σάρκα και αίμα.
Το λέω ξεκάθαρα: Ο μπάρμπα Φώτης δεν είναι ο ευσεβιστής εικονογράφος των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων, ούτε ο χαριτωμένος διακοσμητής των σαλονιών μίας αφόρητα μικροαστικής Αθήνας. Με σημαιούλες και κεράκια. Και είναι τουλάχιστον ασέβεια να τον συγχέουν με συγκεκριμένους σύγχρονους. Επειδή και στο κοσμικό και στο θρησκευτικό του έργο καιροφυλακτούν η ανατροπή και η διακωμώδηση του "καθωσπρέπει" γούστου. Λέει κάπου ο ίδιος για τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο. "Δεν την καταλαβαίνουνε, ούτε τους αρέσει η ζωγραφική του, αυτοί θέλουνε Ιακωβίδηδες (sic)". Έτσι και τώρα, νομίζω πως κυριαρχεί μία μάλλον politically correct προσέγγιση του.

 Ας πούμε, στη μεγάλη, αυτοβιογραφική σύνθεση - στην Εθνική Πινακοθήκη σήμερα αποτοιχισμένη - που ζωγραφίζει το 1932 στο σαλόνι του σπιτιού του στο Γαλάτσι, με ευσχήμονες βοηθούς τους Εγγονόπουλο καιΤσαρούχη, 10 χρόνια μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, το κυρίαρχο στοιχείο είναι σύγκρουση ανάμεσα σε έναν πολιτισμό που έρχεται από την ευρεία ανατολή και σε μίαν αποικιοκρατική βία που έρχεται από τη δύση. 
Και στο βιβλίο μου "Μικρή Πινακοθήκη" και στη σειρά "Ελληνομουσείον" και σε άρθρα μου στο "αντί" σε χρόνο ανύποπτο αλλά και στις ξεναγήσεις μου - από το 1990 ακόμη - στην Εθνική Πινακοθήκη επέμενα να εξηγώ πως όταν ζωγραφίζει ο Κόντογλου τον Αϊβαλιώτη Καπετάνιο δίπλα στον "άγριο" της Βραζιλίας και τον ιθαγενή της Ιάβας αναφέρεται κατευθείαν σε δύο προνεωτερικούς κόσμους που τους εξαφανίζει η λαίλαπα των οικονομικών συμφερόντων και της εισβολής των αποικιοκρατικών δυνάμεων. Οι Βρετανοί, οι Ιταλοί, οι Γάλλοι στην μικρά Ασία, οι Ισπανοί, οι Πορτογάλοι και πάλι οι Βρετανοί στη Νότιο Αμερική αλλά και η "Ολαντέζοι" στο κάστρο της Μπούκα Ρούα στο νησί Τσάτλα ακριβώς από πάνω από τον Αϊβαλιώτη καπετάνιο, αυτό δηλώνουν. Με τον πιο δραματικό τρόπο. Μόνο τυφλοί ή "ειδικοί" της νεοελληνικής τέχνης δεν θα έβλεπαν το προφανές και δεν θα έκαναν τη διασύνδεση. Και δεν με στεναχωρεί τόσο που με αγνοούν αλλά που δεν αντιμετωπίζουν έντιμα την ερμηνεία που προτείνω. Ο Κόντογλου καταγράφει ανάγλυφα εδώ τα αίτια που οδήγησαν την έξοδο του Ελληνισμού από την προαιώνια κοιτίδα του. Όμως οι γενικόλογες εξαπλουστεύσεις είναι όπως πάντα, από την εποχή του αείμνηστου Νίκου Ζία, ο κυρίαρχος συρμός. Αυτές που αναφέρονται στον ταπεινό, τον θεοσεβούμενο, τον χριστιανό κυρ Φώτη. Ο οποίος ήταν ασφαλώς όλα αυτά αλλά και πολλά περισσότερα. Στο μυθιστόρημα του "Πέδρο Καζάς" για παράδειγμα, εκδοθέν δαπάναις του Στρατή Δούκα, προλαβαίνει τον σουρεαλισμό, πέντε ολόκληρα χρόνια πριν το πρώτο επίσημο του μανιφέστο το 1924. Ποιός δικαιούται να το αγνοεί; 
Ο Κόντογλου, με όλους τους τρόπους, καταγγέλλει το "ψευτορωμαίικο" (δική του έκφραση) αλλά και την κρατικοποίηση της Ορθοδοξίας. Νομίζω πως κατευθείαν απόγονοι του - οι οποίοι όμως παραδόξως λείπουν από την έκθεση του Μουσείο Γουλανδρή υπέρ εκείνων που η μόνη τους σχέση μαζί του ήταν το ότι τον ζωγράφισαν από μία φωτογραφία (!) - παραμένουν ο ασκητικός του σώματος Πάνος Φειδάκης, ο Κώστας Παπατριανταφυλλόπουλος - ο όποιος επί 30 χρόνια ζωγραφίζει την εκκλησία των Βραχναίικων Αχαΐας κατά τον πιο κοντογλικό τρόπο - και βέβαια ο Γιώργος Χατζημιχάλης με τις εικαστικές αναφορές του στον "φτυχισμένο Κονέκ Κονέκ" και με όρους ενός μη δυτικού μοντερνισμού. Η παράλειψη αυτού τελευταίου είναι κατά τη γνώμη μου η πιο "πονηρή". Γιατί η αισθητική του σαλονιού προκρίθηκε απέναντι στην έρευνα και την ουσία της αισθητικής έκφρασης. Και γιατί ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που τους βολεύει να μην βλέπουν πόσο γλυκά δένουν μεταξύ τους ο Henri Matisse, ο Κόντογλου, ο Διαμαντόπουλος - άλλος μεγάλος αδικημένος - ο Τσαρούχης και το, διαρκώς αντιστεκόμενο στις ισοπεδωτικές ερμηνείες, Βυζάντιο.



Σημείωση: Από το κείμενο της Καθημερινής: «Ήθελε να έχει μπροστά του τα πρότυπά του, τις υψηλότερες κορυφές της τέχνης που θαύμαζε», σχολιάζει ο κ. Παυλόπουλος. «Σε αυτό το έργο ο Κόντογλου απεικονίζει τη μυθολογία του συναιρώντας στοιχεία της βυζαντινής και της μεταβυζαντινής παράδοσης σε μια ενιαία αφήγηση. Για εκείνον δεν υπήρξε καμιά διακοπή στο συνεχές της ελληνικής ιστορίας και εφάρμοσε εικαστικά τη συγκεκριμένη εθνοποιητική αντίληψη..."
Οπως αναφέρει ο κ. Παυλόπουλος στο κείμενό του για την κατοικία της Κυπριάδου, το οποίο περιέχεται στον πληρέστατο κατάλογο της έκθεσης του Ιδρύματος..."για την τοιχογραφία βοήθησαν τον Κόντογλου ο πεθερός του Αθανάσιος Χατζηκαμπούρης και οι νεαροί τότε ζωγράφοι, φοιτητές στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, Γιάννης Τσαρούχης και Νίκος Εγγονόπουλος. Η τοιχογραφία, χωρισμένη σε ζώνες, παρουσιάζει πρόσωπα αγαπητών του ζωγράφων (Πανσέληνος, Θεοφάνης, Θεοτοκόπουλος κ.ά.), ποιητών (Όμηρος), φιλοσόφων (Πυθαγόρας, Διογένης, Πλούταρχος), του Ηροδότου και του Στράβωνος, παραστάσεις από τις πέντε φυλές της γης, αλλά και αρχαίους Ελληνες να προσκυνούν είδωλα. Στη χαμηλότερη ζώνη της τοιχογραφίας, ένα ύφασμα κρεμασμένο σε κρίκους, η ποδέα των εκκλησιαστικών τοιχογραφιών, αποτελεί το μόνο στοιχείο άμεσα σχετισμένο με τη θρησκευτική παράδοση".


ΥΓ. Αυτός ήταν ο λόγος, ο ενοχλητικά πολιτικός, για τον οποίο η διπλωμάτισσα, αείμνηστη Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα κρατούσε επί 10 και περισσότερα χρόνια την διάσημη τοιχογραφία στις αποθήκες της Εθνικής Πινακοθήκης!
 Προσέξτε, εν προκειμένω, πως σκηνογραφεί τους πουριτανούς Ολλανδούς όταν μεταφέρουν κανόνια στον Μέγα Ωκεανό. Χάρμα! Προσωπικά, τέλος, θα πρόσθετα και μία από τις εικόνες του Χριστού που είδα πρόσφατα στο Μουσείο της Ρεντίνας, φτιαγμένες από το χέρι του Διονυσίου του εκ Φουρνά. Ως γέφυρα ανάμεσα στον κυρ Μανουήλ Πανσέληνο και τον κυρ Φώτη. Όμως κάποιοι μοιάζει να φοβούνται ακόμα και τη σκιά τους. Και να μην τολμούν ούτε τα πλέον στοιχειώδη. Watson!

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2022

Αριστερά της Λύπης


Για τον Κυριάκο Κατζουράκη

Υπάρχουν καλλιτέχνες που διακοσμούν την ιστορία. Υπάρχουν όμως κι άλλοι που την αλλάζουν...
Μ.Σ

(Σήμερα, στις 7 το βράδυ τα εγκαίνια. Δημοτική Πινακοθήκη Αλίμου)

"... Ο χρόνος έγινε για να κυλάει,
οι έρωτες για να τελειώνουν,
η ζωή για να πηγαίνει στο διάολο
κι εγώ για να διασχίζω το Άπειρο 
με το μεγάλο διασκελισμό 
ενός μαθηματικού υπολογισμού,
μονάχα όποιος τα διψάει όλα
μπορεί να με προφτάσει,
ό,τι ζήσαμε χάνεται, γκρεμίζεται 
μέσα στο σάπιο οισοφάγο του χρόνου
και μόνο καμμιά φορά, τις νύχτες,
θλιβερό γερασμένο μηρυκαστικό 
τ’αναμασάει η ξεδοντιασμένη μνήμη,
όσα δε ζήσαμε, αυτά μας ανήκουν".

Τάσος Λειβαδίτης, 
"25η ραψωδία της Οδύσσειας" 

Χαρούμενοι στο πένθος μας. Ένας πιθανός ορισμός της τέχνης. Επειδή είναι το σκοτάδι που κυοφορεί το φως κι όχι το αντίθετο. Και επειδή όσο επιμένουμε να αφηγούμαστε τον κόσμο τόσο ο σκοτεινός a priori  κόσμος γίνεται λιγότερο σκοτεινός. Παύει να είναι ακατανόητος. Και επειδή είναι η οδύνη που καταξιώνει τη μεγάλη δημιουργία κι όχι η ευκολία ή ο αισθητικός συμβιβασμός. Αυτό δηλαδή που είναι το μεγάλο μάθημα της ζωγραφικής του Κυριάκου Κατζουράκη ο οποίος έφυγε τόσο αδόκητα και (μας) λείπει τόσο. Επειδή, πρωτίστως, το θέμα είναι πως ο κόσμος - ή, πόσος κόσμος - μπορεί να χωρέσει σ' έναν πίνακα. Κι αυτό είναι ζήτημα βαθιά πολιτικό. (Όσο κι αν κάποιοι εξοβελίζουν υπόγεια όσο και πονηρά την πολιτική από την καλλιτεχνική δημιουργία).
Τέχνη πάλι αποκαλείται εκείνο το σκοτεινό ορυχείο της  παγκόσμιας μελαγχολίας. Καμία εύκολη παρηγοριά σ' αυτό. Ο Ernst Kassirer έλεγε πως κουλτούρα είναι η έκφραση μέσω συμβόλων. Πολύ ορθά. Η έκφραση είναι το αποτύπωμα της κάθε συγκίνησης και η συγκίνηση σχετίζεται άμεσα με την ανάμνηση και την εσωτερική επεξεργασία του βιώματος. Ανάμεσα στις τόσες σκόρπιες ιστορίες των ανθρώπων ας πάρουμε ένα πρόχειρο παράδειγμα: Ένα μικρό παιδί παίζει το φλάουτο του, ο Manet το ζωγραφίζει με κατακόκκινο παντελόνι κι ο Κατζουράκης εμπνέεται από αυτό για να πάει την ιστορία λίγο πιο πέρα. Το ίδιο επίσης συνέβη με την αρχική, γκριζογάλαζη Γκουέρνικα. Ο Κατζουράκης οικειοποιούμενος το μήνυμα της την αναπτύσει σε έντονα χρωματισμένα επίπεδα. Η συγκίνηση τώρα πια έχει χρώμα βαθύ κόκκινο. Και ο Χριστός όταν μετέτρεψε το νερό σε κρασί, περισσότερο από θαύμα έκανε μία πράξη ζωγραφικής. Επειδή αναζητούσε το ιδανικό κόκκινο (Συμφωνείς Κυριάκο);
 Η τέχνη πάλι που δημιουργείται σήμερα, που δημιουργούσε συνειδητά ο Κατζουράκης ως την τελευταία στιγμή της ασυμβίβαστης, ποιητικής ζωής του, σηματοδοτεί την ασυμβίβαστα αισιόδοξη, την αντιστεκόμενη πλευρά της δυσοίωνης περιόδου που ζήσαμε όλοι μας και εξακολουθούμε να ζούμε ακόμη. (Είπαμε: Χαρούμενοι στο πένθος μας). Όσοι τουλάχιστον δεν εθελοτυφλούμε εμπρός στο πραγματικό και το συμβολικό σκοτάδι που κυκλοφορεί απειλητικό και στη χώρα μας και τον κόσμο με την απειλή, τις αρρώστιες ή και τον θανάτο να κρύβεται ακόμη στις πιο αθώες και πιο ανθρώπινες χειρονομίες. Σ' ένα χάδι δηλαδή ή ένα φιλί, μία χειραψία ή μία αγκαλιά...(Σημείωση: Ο έρωτας έχει πάντα χίλια πρόσωπα, η μοναξιά αποκλειστικά ένα. Ο έρωτας πάλι φοράει συνεχώς μάσκες, ενώ η μοναξιά φοράει απλά... το πρόσωπό της μοναξιάς της). Παράλληλα να υπενθυμίζουμε ότι αργά ή γρήγορα το φως ακολουθεί και ότι το σκοτάδι εκτός από απελπισία ή ζόφο - αυτά δηλαδή που δημιούργησε ο εγκλεισμός, ο φόβος και η απομόνωση - μπορεί να λειτουργήσει και ως εκκολαπτήριο, ως πυροκροτητής δημιουργίας. Αφού είναι πάντα απαραίτητη η δυσκολία ακόμα και η οδύνη για να κυοφορήσει το καινούργιο τον εαυτό του και να (ανα)γεννηθεί η τέχνη.
Λέω συχνά πως η πλειονότητα των καλλιτεχνών - ιδιαίτερα οι εικαστικοί καλλιτέχνες και οι συγγραφείς - έζησαν κατά την περίοδο της αναγκαστικής απομόνωσης μία εξαιρετικά, οικεία συνθήκη. Μια και οι ίδιοι έτσι ζουν ανέκαθεν, απομονωμένοι στα εργαστήρια ή τα γραφεία τους, μόνοι, κατάμονοι με τον εαυτό τους, με τα φαντάσματα ή τα οράματα τους, με τις δυσκολίες αλλά και τις υπερβάσεις των δυσκολιών. Με τα τεχνικά, τα αισθητικά ή τα ιδεολογικά ζητήματα που τους προκαλεί η δουλειά τους ίδια. Γιατί αυτό σημαίνει τέχνη. Τον τρόπο μας να ψιθυρίσουμε την απόλυτα προσωπική μας ιστορία στο αυτί της αιωνιότητας. Κι αν ακούσει! 
Η τέχνη δεν είναι δημοσιοϋπαλληλία ούτε κι η ζωγραφική είναι απλή διακόσμηση με δεδομένους, τους κανόνες. Ο όποιος κανόνας στην αληθινή δημιουργία προκύπτει με την ολοκλήρωση του έργου. Ποτέ πριν. Όπως ολόκληρο το έργο του Κυριάκου Κατζουράκη αποδεικνύει. Μία ζωγραφική που εξελίσσεται πολυδιάστατα επί μισόν αιώνα, κινούμενη από τον κριτικό ρεαλισμό, τον σουρεαλισμό, την εξπρεσιονιστική παραφορά, τη λυρική αφαίρεση και αφομοιώνοντας χωρίς συμπλέγματα μεγάλες στιγμές τόσο της εγχώριας όσο και της μοντερνιστικής, δυτικοευρωπαϊκής παράδοσης.  Μεταμορφώνοντας τις σε προσωπική, ονειρικά αναρχική πρόταση. Με γνώση, με μικρές ή μεγάλες ανατροπές στην ήδη κατακτημένη γλώσσα δημιουργών όπως ο Εντουάρ Μανέ, ο Μαξ Μπέκμαν, ο Φράνσις Μπέικον ή, γιατί όχι, ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Γιάννης Μόραλης. Γράφει ο Φλομπέρ:
«Δυο άντρες περπατάνε κατά μήκος του ποταμού, ο ένας πλούσιος, ο άλλος φτωχός. Ο πλούσιος λέει: ''Τι όμορφο πλοίο εκεί πέρα στο νερό. Κοιτάξτε, τον κρίνο που ανθίζει στην όχθη.'' Ο φτωχός μουρμουρίζει: ''Πεινάω. Δε βλέπω τίποτα.'' Την ημέρα που θα εξαφανιστεί η πείνα, θα γίνει η τεράστια πνευματική ανατίναξη που δεν έχει ζήσει ποτέ η ανθρωπότητα.» Καταλαβαίνετε πως καταλαβαίνει τον κόσμο ο Κατζουράκης είτε κάνει ζωγραφική, είτε κάνει θέατρο είτε κάνει - κυρίως αυτό - κινηματογράφο;
Κατά βάθος όλη η ιστορία της ζωγραφικής είναι μία επανεγγραφή. Οι νεότεροι ζωγράφοι είτε ως άσκηση και μαθητεία είτε ως απάντηση στην πρόκληση της αυθεντίας των μεγάλων δασκάλων, δημιουργούν τις συνθέσεις των σχολιάζοντας έμμεσα ή άμεσα τα έργα των παλαιότερων. Βρίσκοντας έτσι, μέσα από την άσκηση και την υποταγή, τον εαυτό τους. Μέσα από τον διάλογο αλλά και τη ζήλεια. Την ταύτιση αλλά και την εναντίωση. Τον θαυμασμό αλλά και την διαφορά. Ούτε και αυτός ο ιδιοφυής και ανατρεπτικός Πικάσο δεν θέλησε να ξεφύγει από αυτόν τον κανόνα. Απεναντίας.Τον νομιμοποίησε ακόμα περισσότερο. Έτσι, σχεδόν σαν φυσική συνέπεια, στους πίνακες των νεότερων ζωγράφων ζουν, υπάρχουν και αναπνέουν οι επιδράσεις, τα θέματα ή τα ίχνη των παλαιότερων σε τρόπον ώστε ο οξυδερκής θεατής να διαβάζει ανάγλυφα το παρελθόν βλέποντας τις εικόνες του τρέχοντος καιρού. Τα πράγματα του παρόντος.


Συνοπτικά ας πούμε εδώ ότι μεταπολεμικά η ζωγραφική μας αρδεύεται από δύο σχολές: εκείνη του Μπουζιάνη που θρηνεί το σώμα και το δράμα του σώματος και την άλλη του Τσαρούχη που το αποθεώνει χωρίς να φοβάται το πένθος για τον μαρασμό και την απώλεια του. Κάπου στη μέση ο Διαμαντόπουλος κι ο Σπυρόπουλος. Κάπου στη μέση κι ο Κυριάκος Κατζουράκης. Και κάπου μακριά ο Παπαλουκάς, συνεχιστής της έρευνας του Παρθένη, του Μαλέα, του Νικολάου Λύτρα και του Οικονόμου. 
Στην μπουζιανική παράδοση πιστώνω τον  Τριανταφυλλίδη, τον Μίμη Βιτσώρη, την Μαραγκοπούλου, την Λαγάνα αλλά και τον νεανικό Φασιανό, τον Μάιπα, τον Σταύρο Ιωάννου, τον Μυταρά, τον Πατρασκίδη, τον Θεοφυλακτόπουλο, τον Πολυμέρη, τον Μορταράκο, τον Ξένο, τον Αντωναρόπουλο, τον Σακαγιάν, τον Μαντζαβίνο κλπ. Στην τσαρουχική πάλι ουκ έστιν αριθμός. Από τον Κυριάκο Κατζουράκη και τον Χρίστο Καρά ως τον Παύλο Σάμιο, τον Χρήστο Μποκόρο, τον Ρόρρη ή τον Δασκαλάκη. Με τον Κατζουράκη πάντως σταθερά στο μεταίχμιο της αφήγησης περί το  σώμα αλλά και της αποδόμησης του προσώπου και της ιστορίας του. Χωρίς να παραβλέπω την προσωπική γλώσσα ή τα επιτεύγματα του καθενός ( όπου υπάρχουν ).
Οφείλω να επισημάνω ότι τα μουσεία της σύγχρονης τέχνης ξεχωρίζουν για την προβληματική σχέση τους με τον εξπρεσιονισμό. Υπενθυμίζω ότι έχουν αγνοήσει συστηματικά ζωγράφους του μέγεθος ενός Στάμου, ενός Ζαν Ξέρον, ενός Τζον Χριστοφόρου, ενός Nonda, ενός Prassinos, του αγνώστου Γιάννη Μαλτέζου, του πληθωρικού Μηνά αλλά επίσης και την εξπρεσιονιστική περίοδο του Κανιάρη, του Κεσσανλή, του Δεκουλάκου, του Σαχίνη κλπ. Και βέβαια είναι ντροπή ότι αγνοείται το έργο του Κατζουράκη. Εκεί δηλαδή που η εξπρεσιονιστική φόρμα συναντούσε την αφηρημένη γραφή και η χειρονομία τον ψυχισμό. Πού καταλήγουμε; Ότι ιστορία είναι εκείνο το κείμενο που σταθερά πρέπει να ξαναγράφεται. Λέγαμε συχνά με τον Κάκο:
Ένα αγράμματο περιβάλλον, συλλέκτες, δημοσιογράφοι, παράγοντες κ.λπ μπορούν εύκολα να εκμαυλίσουν αγράμματους καλλιτέχνες. Για αυτό χρειάζεται συνεχής αντίσταση στην δικτατορία των μετρίων.
Και εδώ υποστηρίζω την εδραία μου πεποίθηση: Ότι δηλαδή η τρομερή προμάμη που λέγεται ζωγραφική - κάτι σαν την φοβερή γιαγιά της ωραίας, μικρής Ερέντιρα του Γκαμπριέλ Μάρκες - η αρχέγονη μήτρα δηλαδή που εκκόλαψε κάθε νεότερη μορφή εικόνας από τη φωτογραφία ως τη video art, παραμένει η κυρίαρχη, εικαστική έκφραση στη χώρα μας. Όσους  εννοιολογισμούς κι αν υποστηρίξουν θεωρητικοί ή δημιουργοί που μπερδεύουν την πραγματικότητα με την ιδεοληψία. Έτσι λοιπόν η έμφαση μας δίνεται στην ζωγραφική, είτε αυτή είναι αφηγηματική, είτε κινείται στα όρια της αφαίρεσης, της ποιητικής υποβολής και των κρυμμένων, συμβολικών μηνυμάτων. Της ψυχολογικής αναπαράστασης μιας πραγματικότητας που a priori δεν αναπαριστάται, που "κρύπτεσθαι φιλεί". Επειδή πάντα ακόμα και στην πιο αφελή, εξωτερικά, εικόνα κρύβεται ένα αίνιγμα το οποίο αποκαλύπτεται μόνο στους μυημένους. Σ' εκείνους δηλαδή που είναι διατεθειμένοι να αφιερώσουν χρόνο εμπρός στο έργο τέχνης και να του αφιερωθούν συναισθηματικά. Και τότε αυτό θα ανταποκριθεί. Το κέρδος από αυτήν την κοινωνία - επικοινωνία είναι τεράστιο για τον θεατή αλλά και για το ίδιο το δημιούργημα. Το οποίο ζει μία καινούργια ζωή και αποκτά καινούργιο περιεχόμενο ανάλογα με τα μάτια που το κοιτάζουν. Ανάλογα με τα ήθη και τους τρόπους. Και μην ξεχνάτε: Τέχνη είναι εκείνος ο δρόμος που οδηγεί από το ανοργάνωτο χάος στο οργανωμένο. Μας οδηγεί χαρούμενους στο πένθος (που είναι βαθύτερα και η μοίρα μας).



ΥΓ 1. Άσχετο: Τα σύννεφα της δύσης  δημιουργήθηκαν για να δοξάζουν την αθανασία του Tiepolo . Όπως και ορισμένες βροχερές θάλασσες για να υπερασπίζονται την φήμη του Turner. Και κάποια, σκοτεινά σοκάκια των Εξαρχείων για να σκηνογραφήσουν τους πίνακες του Κυριάκου. Τελικά ο Θεός φιάχνοντας τον κόσμο, τον έπλασε με πηλό σαν γλύπτης και τον έντυσε με χρώματα σαν ζωγράφος. Ο Θεός, φαίνεται πως  δημιούργησε κατ' αρχάς τους καλλιτέχνες και έπειτα  ξεκουράστηκε. Οι καλλιτέχνες ανέλαβαν όλα τα υπόλοιπα. 

ΥΓ 2. Φοβού εκείνη την ζωγραφική που ακυρώνει το βλέμμα. Συχνά επίσης, οι καλλιτέχνες οι ίδιοι, από ανασφάλεια ή υπεροψία, ακυρώνουν με τα καυστικά τους σχόλια το έργο των συναδέλφων τους. Ανθρώπινο πολύ ανθρώπινο που θα έλεγε και ο Νίτσε, ίσως όμως και αναγκαίο. Χωρίς συγκρούσεις δεν υπάρχει προχώρημα. Σκέφτομαι, τέλος, πως η τέχνη μοιάζει με ένα τεράστιο, πήλινο γλυπτό που για να κατασκευαστεί χρειάζεται τόσο τη φωτιά όσο και τη λάσπη. Κυριάκο, είσαι πάντα εδώ!

Μάνος Στεφανίδης 

Σημείωση. Για περισσότερα, στα εξής βιβλία μου:  Κυριάκος Κατζουράκης, έργα 1963 - 2013, ζωγραφική, θέατρο, κινηματογράφο,ς εκδόσεις Μίλητος, Μουσείο Μπενάκη,  Πινακοθήκη Γρηγοριάδη, 2013.
Ελληνομουσείον , 7 Αιώνες Ελληνική Ζωγραφική, δεύτερη έκδοση συμπληρωμένη, εκδ. Ε.Τ, 2010, 10 τόμοι, τόμοι 7ος & 8ος.
Κυριάκος Κατζουράκης, Αναφορά στην Γκουέρνικα, Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας -  Μουσείο Γ. Ι. Κατσίγρα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2018-2019.