Συνολικές προβολές σελίδας

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2007

Η τρικυμία του φραπέ

Πώς λέγεται αυτό που φοράει μαύρα, αφρίζει, είναι παχύ και... βιάζεται; Ζακυνθέλος

Διαβάζω έναν μήνα τώρα σε διαφημίσεις του μετρό: «Η μόδα εναντίον του καρκίνου του στήθους, που πλήττει γυναίκες ανεξαρτήτου (sic) ηλικίας». Παρά τις καλές προθέσεις τους, οι διοργανωτές δεν κατάφεραν να μην πληγεί, τουλάχιστον, η γλώσσα. Ηθελα να 'ξερα ο Βασίλειος τους γράφει τα κείμενα; Ή, μήπως, ο σκύλος του; Το χειρότερο βέβαια είναι πως αυτή η ασύντακτη ανορθογραφία δεν έχει ενοχλήσει κανέναν. Η γλώσσα μας δεν βρίσκει πια επαρκή υπεράσπιση, καθώς διαβάζουμε επιπόλαια και αντιδρούμε παθητικά στις αυξανόμενες προκλήσεις. Η παθογένεια του κακού ήρθε κι έδεσε με την οντολογία του άσχημου και τη στρατηγική του μη λόγου (εκεί δηλαδή που διαπρέπουν οι πολιτικοί). Με λέξεις θ' ασχολούμαστε τώρα; Τώρα ζούμε στην εποχή των (άλογων) εικόνων και των προγλωσσικών που τις υπηρετούν.

Σκέφτομαι πως μέσα από την σοβούσα κρίση του ΠΑΣΟΚ, αλλά και όλου του πολιτικού μας συστήματος -ας μην κρυβόμαστε κι ας μην ξεχνάμε το 30% της πρόσφατης αποχής-, συμβολικά αναβιώνει η άμεση δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας. Ενα εκατομμύριο και βάλε ψηφοφόροι, ενώ, δυνητικά, ο κάθε οπαδός του κινήματος θα μπορούσε ν' αυτοπροταθεί σαν αρχηγός. Βλέποντας τις λοιπές υποψηφιότητες μπορεί ο καθένας να πει «Γιατί όχι κι εγώ;» Στην πράξη βέβαια αυτός που θα εδικαιούτο πέραν πάσης αμφιβολίας, όπως θα έλεγε και ο κόκκινος Πάνος, να καταστεί, τουλάχιστον, επίτιμος πρόεδρος του πολύπλαγκτου ΠΑΣΟΚ -πήγα να γράψω «του πολύπαθου πλαγκτού»- είναι ο κ. Ρέλος. Ο άνθρωπος που λειτούργησε σαν ψυχαναλυτής μιας ολόκληρης παράταξης κι έβαλε, έστω και άθελά του, σε κίνηση μυστικές διεργασίες και υπόγειες εξελίξεις. Φαντάζεστε, παρόντες και μέλλοντες -ταλαίπωρους- αρχηγούς να πρέπει ν' αντιμετωπίσουν κρίση μεγαλύτερη από την πασίγνωστη «τρικυμία του φραπέ»; Ούτε θέλω να το σκέφτομαι.

Προσωπικά, βέβαια, έχω υποστεί στο πετσί μου την «πληθωρικότητα» και τα δημοκρατικά ήθη του κ. Βενιζέλου όταν με κυνήγησε και ο ίδιος και οι υπάλληλοί του στην Εθνική Πινακοθήκη και το ΥΠ.ΠΟ. Στέλνοντάς με δύο φορές στο πειθαρχικό του υπουργείου και σε τακτική δικάσιμο, με μάρτυρα, μάλιστα, κατηγορίας την κ. Πλάκα. Γιατί, λέει, κατέγραψα σε ντοκιμαντέρ της κρατικής ΕΡΤ τη δήωση των μνημείων στη Β. Κύπρο. Και αναμείχθην, όντας δημόσιος υπάλληλος, στις διακρατικές υποθέσεις Ελλάδος-Τουρκίας (sic)! Την αθωότητά μου απέδειξαν πανηγυρικά τότε ο Νίκος Κωνσταντόπουλος, που έσπευσε να μου συμπαρασταθεί, και ο δικηγόρος μου Ναούμ Τζίφρας. (Δες το βιβλίο μου «Ο Πολιτισμός στην εποχή της Μελαγχολίας», εκδ. ΜΙΛΗΤΟΣ, 2004). Εδώ, πάντως, πληρώνονται όλα. Κι ας μην μας μπερδεύει με δηλώσεις περί ψυχής. Δεν τις πιστεύει ούτε κι ο Λάκης (που, όμως, παραμένει πάντα Μήτσος). Γι' αυτό και καλεί τη Μιμή στην εκπομπή του ως αξιόπιστο μάρτυρα για τα γεγονότα του '89. Βλέπετε, αν και νυν Alphaμίτης, πάντα θυμάται, κι αυτός, τη θητεία του στην αυλή της Εκάλης. Χειροκροτήστε τους!

Ανατριχιαστικό! Ομάδες ελληνοτραμπούκων χτυπάνε οργανωμένα πακιστανούς μετανάστες στη ζώνη του Λυκόφωτος, ανάμεσα στο κράτος δικαίου και τις παρυφές του Ρέντη. Δίπλα σε παραπήγματα και εγκαταλελειμμένα εργοστάσια. Σε αδιέξοδα στενά που οδηγούν κατευθείαν στην Κόλαση. Λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα, η Ελλάδα διεκδικεί το πιο μεγάλο πολιτιστικό της διακύβευμα: το νέο Μουσείο της Ακρόπολης. Ενα αιχμηρό, εμπνευσμένο κέλυφος, που περιέχει την υπεροχότερη ύλη που λάξευσε ποτέ άνθρωπος. Το δράμα της πέτρας που μεταμορφώθηκε σε ορατό κάλλος, σε απτή διάνοια, σ' ενέργεια που δεν εξαντλείται. Ως τώρα δεν έχω διαβάσει θετική, χωρίς επιφυλάξεις, κριτική για το κτίριο του Τσουμί. Το κτίριο που ανεδύθη από δύο διεθνείς διαγωνισμούς, που τοποθετήθηκε στη θέση την οποία επέλεξαν οι πιο προβεβλημένοι ειδικοί και το οποίο πρέπει να γίνει το ανάλογο Guggenheim του Bilbao, δηλαδή το πιο σπουδαίο μουσείο του κόσμου.

Ως τέτοιο οφείλουμε να το προπαγανδίσουμε και να το χρησιμοποιήσουμε σαν όχημα προβολής του σύγχρονου πολιτιστικού μας προσώπου παντού. Με εκδηλώσεις και εκθέσεις ανάλογες του κύρους του. Και με μια καινούρια σταυροφορία τώρα! Συντονισμένη από τις φωνές προσωπικοτήτων όπως η Ντε Ρομιγί -που μαζεύει χρήματα για την αναδάσωση της Ηλείας-, ο Λουκάς Σαμαράς, ο Γιάννης Κουνέλλης, ο σερ Κόλιν Ρένφριου, ο σερ Νέβιλ Μάρινερ, ο σερ Σάιμον Ρατλ, η Σιμόν Βέιλ κ.ά. Αυτή η ευκαιρία δεν πρέπει να πάει χαμένη.

ΥΓ.: Πώς να εξηγήσει κανείς την κτηνωδία εναντίον της «Κοιμωμένης»; Η έλλειψη παιδείας μεταμορφώνει, νομίζει, τον βάνδαλο σε «επαναστάτη». Δεν μπορεί πάντως να μη φταίει κανείς για όλα αυτά.

Ονούφριος Κληρίδης, ετών 17, φονευθείς υπό των Αγγλων την 21η Οκτωβρίου 1931. Νεκροταφείο Λευκωσίας (φωτ. Μ.Σ.). Ερχεται κι η σειρά του;


7 - 28/10/2007

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2007

Κατσαρίδες


Η, κυρίαρχη, δημοσιογραφία λειτουργεί συμπληρωματικά ως προς την κεντρική εξουσία, εκλαϊκεύοντας ή ενισχύοντας τα «ζωτικά ψεύδη» της.

Ανθρωποι πιο τρυφεροί με τα Ι.Χ. τους παρά με τους συνανθρώπους τους. Ανθρωποι που δεν χαμογελούν, που κοιτάνε επιθετικά τον διπλανό τους, που είναι σταθερά αγενείς ως άμυνα(;). Που βρίζουν δημόσια· άντρες, γυναίκες. Που δεν χαιρετούν όταν μπαίνουν σ' έναν χώρο. Που δεν λένε «ευχαριστώ», «παρακαλώ», «με συγχωρείτε». Που δεν ανέχονται, κυριολεκτικά, άλλον πλάι τους. Συχνά ούτε και τον εαυτό τους τον ίδιο. Μονήρεις ονειρεύονται, στήνουν ατομικούς παραδείσους, αγνοώντας πως έφτιαξαν έτσι ατομικές βόμβες της πιο εγωπαθούς δυστυχίας. Ερωτευμένοι μόνο με τον εαυτό τους.

Ο συντηρητισμός και η φοβικότητα της νεοελληνικής κοινωνίας ξεχειλίζουν αριστερά και δεξιά. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προσέρχεται στον διάλογο για το Ασφαλιστικό; Γιατί δίνει το δικαίωμα στην κυβέρνηση να τον κατηγορήσει για αδιαλλαξία; Γιατί απειλεί μ' επαναστατική γυμναστική σ' ένα θέμα κυριολεκτικά λαιμητόμο κεκτημένων και ωρολογιακή βόμβα του μέλλοντος, το οποίο, κατ' εξοχήν, απαιτεί ρεαλισμό και συναίνεση; Γιατί δεν καταθέτει τις αντιπροτάσεις του και αν αυτές δεν γίνουν αποδεκτές, να καταφύγει, δικαίως, στον πόλεμο; Γιατί, τέλος, δεν ζητεί εντός του διαλόγου να ανοίξει ο φάκελος των ομολόγων και να χυθεί άπλετο φως στην καταλήστευση των ταμείων;

Φοβάμαι όμως ότι φοβούνται τη μομφή του ΚΚΕ ότι, τάχα, μετέχουν σε στημένα παιχνίδια. Κι επιλέγουν το «αγωνιστικό» περιθώριο αντί της πολιτικής δράσης. Στα μυαλά του ΣΥΡΙΖΑ έχει στοιχειώσει η εικόνα ενός θρασύ εγκάθετου που κράδαινε σε πάνελ του Alpha «προδοτική» φωτογραφία εικονίζουσα εκπροσώπους του ΣΥΝ να προσέρχονται σε διάλογο με την κυβέρνηση. Το ότι απεχώρησαν μετά δεν είχε καμία σημασία για τον εξημμένο προβοκάτορα που έδινε το δικό του λαϊκίστικο σόου εμπρός στον εμβρόντητο νεολαίο της «αντίπαλης» αριστεράς. Αηδία...

Με τέτοιους φόβους όμως δεν πάμε μπροστά, σύντροφοι. Επειδή δεν θα είμαστε παρόντες σε κρίσιμες αποφάσεις και δεν θα παρεμβαίνουμε συνθετικά και κατά τη δύναμή μας. Γνωρίζοντας ότι η Ν.Δ. πήρε 42% και εμείς 5,5%. Γιατί δεν διεκδικούμε το δικαίωμά μας να διαμαρτυρηθούμε πειστικά, πείθοντας την κοινωνία ότι αγωνιζόμαστε γι' αυτή και ότι δεν υπακούουμε απλώς σ' ένα αντιδεξιό πείσμα ή ένα δογματικό ιδεολόγημα;

Οι άλλοι ας παραμένουν στη σταθερά ρυθμιζόμενη θερμοκρασία του Μαυσωλείου του Λένιν, προσομοιώνοντας την με την πραγματικότητα και εκλαμβάνοντας τη μούμια σαν ζωή. Εμείς δεν ζητάω να συμβιβαστούμε αλλά να μην στρουθοκαμηλίζουμε.

Μην ξεχνάτε επίσης, μαζί μ' όλα τ' άλλα επιτεύγματα του υπερεκτιμημένου, και τον περίφημο «πολιτισμό των πολιτισμών»! Απ' την άλλη, η μυθική Ζακλίν ντε Ρομιγί στα 92 της χρόνια μαζεύει λεφτά στη Γαλλία για την αναδάσωση της Ηλείας (sic)! Σιγά μη μετέδιδε αυτή την είδηση ο Νίκος Ανοχής και οι άλλοι σταρ των 8. Ή το ότι ο Χάρης Βρόντος θα εκδοθεί με 6 έργα από τη διεθνή δισκογραφική εταιρεία NAXOS. Και πως αφιέρωσε την πολύπαθη όπερά του «Αλκιβιάδης» στη προειρημένη ντε Ρομιγί. Επειδή το σχετικό βιβλίο της και τον ενέπνευσε, και τον καθοδήγησε.

Καταπληκτικό το πρόσφατο μελέ του Ηρωδείου: Και Σκαλκώτας (ολίγος), και Καλομοίρης (το φινάλε της «Λεβεντιάς»), και βυζαντινοί ύμνοι (επειδή οι θρησκευόμενοι βγάζουν κυβέρνηση), και Φραγκούλης (επειδή και το lifestyle, εκτός του Ευάγγελου, έχει ψυχή), και Μπάσης (για να γουστάρουμε), και μικρόφωνα (επειδή οι φωνές είναι μικρές), και, πάνω απ' όλα, Μίκης (ελπίζουμε χωρίς τον Λάκη αυτή τη φορά).

Κύριε Παπαδημητρίου, γιατί και ο, ροκ, Γ. Πετρίδης στο Τρίτο; Αν όμως πρέπει να ενημερωθούν καλά και σώνει οι ακροατές του ως προς τα «Χ.Τ.» της «ποπ», τουλάχιστον ας μην αποκαλούνται «κομμάτια» οι άριες του Μότσαρτ. Εχουν άλλο όνομα.

Κοιτάζω το ξανθό κατσαριδάκι στο πλακάκι της βεράντας. Τρέχει προσεκτικά πλην υπερήφανα. Προφανώς ξέρει πως θα επιζήσει αυτό μόνο ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος. Κι ότι στις πλάτες του εναπόκειται η συνέχεια της ζωής. Ο θρίαμβος των κολεόπτερων!

ΥΓ1. Διαβάστε την κριτική του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου στη «Βιβλιοθήκη» (28.9) για το τελευταίο βιβλίο του Διονύση Καψάλη. Επειδή υπάρχουν ακόμη κείμενα που δεν λιβανίζουν τους συγγραφείς, όσο φωτογενείς κι αν αυτοί παρουσιάζονται στις προσκλήσεις τους.

ΥΓ2. Και τώρα; Τώρα που είναι παρελθόν η αναδρομική στο Φιξ, η Biennale και η εκθεσιακή φασαρία που έστησες με τόσο κόπο, τι θα κάνεις; Αξιζαν τόση ίντριγκα, τόση προδοσία; Σου έμειναν πάντως αμανάτι ο ποιητής που έγινε στιχουργός, ο στιχουργός που δεν είναι ποιητής, ο συνονόματος της συγχωρεμένης, η φιλότεχνη τραπεζικός, ο σωσίας του R. Mutt και ο συνθέτης Μ. Η. Ταβάφης. Ολοι, δηλαδή, όσοι ζευγαρώνουν χωρίς να πολλαπλασιάζονται. Αρέσκει μου πολλά!

Ενύπνιο, Αμλετ και Κατσαρίδα. Ουρμπίνο, Αύγουστος '07 (φωτ. Μ.Σ.).





7 - 21/10/2007




Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2007

Back! Νέα σταυροφορία, τώρα

Αιφνιδίως, από ένα γεγονός που απέκτησε ασύμμετρη απήχηση στα διεθνή ΜΜΕ, βρέθηκε η πολιτιστική μας πραγματικότητα στο κέντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Η μεταφορά του αιώνα, το νέο Μουσείο και ο Ιερός Βράχος αποτέλεσαν ένα ισχυρότατο κοκτέιλ για εκατοντάδες (!) έντυπα, κανάλια, ραδιόφωνα και ρεπόρτερς. Τέτοια προβολή, από την εποχή των Ολυμπιακών Αγώνων. Και βέβαιως, ένα απροσδόκητα ισχυρό χαρτί στα χέρια τού νέου υπουργού Πολιτισμού. Ενα όπλο που μπορεί να προωθήσει συνολικά την πολιτιστική μας εικόνα σε όλα τα επίπεδα. Στο χέρι μας πλέον είναι, και στη στρατηγική βεβαίως που θ' ακολουθήσουμε, να επιβάλουμε στο νέο Μουσείο του Μπερνάρ Τσουμί ως μιντιακό must, ένα σημείο αναφοράς ανάλογο με το μουσείο λ.χ. Γκουγκενχάιμ του Μπιλμπάο. Ή, τη νέα πτέρυγα του Ι.Μ. Πέι στην Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον. Το σκέφτεστε; Ενα πρωτοποριακό κέλυφος, αιχμηρό και μαζί συγκρατημένο, που περιβάλλει ένα ασύγκριτο περιεχόμενο. Η χώρα μας διαθέτει πια το σπουδαιότερο μουσείο του κόσμου και ως σημαίνον και ως σημαινόμενο. Και ως τέτοιο οφείλει να το προπαγανδίζει urbi et orbi.

Το νέο Μουσείο θα καταστεί σύντομα σύμβολο της σύγχρονης Αθήνας, όπως ο Πύργος του Αϊφελ στο Παρίσι του 19ου αιώνα. Κι ας μυκτηρίζουν οι μίζεροι και όλοι όσοι στο μέτρο των ευθυνών τους, αρχιτέκτονες, πολιτικοί, ιδιοκτήτες, κρατικοί λειτουργοί, έφεραν την πρωτεύουσα σ' αυτή την κατάσταση. Τι υποκρισία, να σαρκάζουν όλοι αυτοί οι γραμματείς και οι φαρισαίοι τον Τσουμί και τις απόψεις του περί διαλόγου των δύο αρχιτεκτονικών σημείων! Πρόκειται, στ' αλήθεια, για έναν διάλογο που όμως ενέχει και την ένταση και την ήπια σύγκρουση. Οπως πρέπει να συμβαίνει σε κάθε αληθινό διάλογο. Θα μου πείτε βέβαια, πως εδώ είναι ο τόπος της διαρκούς συναίνεσης και του συμψηφισμού. Της σιωπής που συγκαλύπτει τις αντιθέσεις. Ετσι όμως δεν διεκδικούνται τα μέγιστα διακυβεύματα ούτε εξασφαλίζονται οι μεγάλες επιτυχίες.

Μου άρεσε, τέλος, η σεμνή εμφάνιση του κ. Λιάπη και οι απόψεις του περί επιστροφής των μαρμάρων. Νομίζω πως αν κινηθούμε μεθοδικά και με ήπια επιμονή θα δικαιωθούμε σε βάθος χρόνου. Εχουμε πια και νομικά, και ηθικά, και ιστορικά, και αισθητικά επιχειρήματα για να πούμε: Back!

Υ.Γ. Αλγεινή εντύπωση μου έκανε η διαμαρτυρία, αυτή την ιστορική στιγμή, ολίγων υπέρ των δύο προς κατεδάφιση κτιρίων. Το νέο Μουσείο είναι ένα εθνικό στοίχημα. Ολα τ' άλλα παρέλκουν. Οι διάσημοι ιδιοκτήτες της Διονυσίου Αρεοπαγίτου θα βρουν αλλού εξίσου πολυτελή στέγη. Και θ' αποζημιωθούν πλουσιοπάροχα. Ανέκαθεν, εξάλλου, η αρχιτεκτονική έφερε ταξικό πρόσημο. Οσο για τα δύο κτίρια, φοβάμαι πως έχουν υπερεκτιμηθεί είτε από άγνοια είτε από σκοπιμότητα είτε από ασύγγνωστο συντηρητισμό. Και δεν ξεχνώ αυτό που έλεγε συχνά ο Γιάννης Τσαρούχης: «Στο μέλλον, εθνικός ευεργέτης θ' αποκαλείται όχι αυτός που χτίζει στην Αθήνα αλλά αυτός που γκρεμίζει».


19/10/2007

Σεσίλια!


Ο νέος τυφώνας της Ευρώπης, ο Νικολά Σαρκοζί, χωρίζει από τη ζωηρότατη Σεσίλια, πρώην σύζυγο του Ζακ Μαρτέν, διασήμου τηλεπαρουσιαστή και πατέρα των δύο θυγατέρων της. Ο Νικολά, πάλι, έχει δύο γιους από τον δικό του πρώτο γάμο και μαζί έχουν ένα γιο έντεκα ετών, τον Λουί! Το πρότυπο δηλαδή της νέας οικογένειας (famille recomposée). Γιατί τα αναφέρω όλα αυτά; Μα, για τη Σεσίλια! Ξέρετε πολλές πρώτες κυρίες που θα εγκατέλειπαν αυτοβούλως τα μεγαλεία μιας τέτοιας θέσης; Η νέα όμως (σύντομα τέως) κυρία προέδρου βαριέται τις συμβάσεις (και τον οίστρο του Νικολά), ενώ λατρεύει τις περιπέτειες.

Λεπτομέρεια: Είναι η ίδια ζάπλουτη. Κι έπειτα λένε πως είναι μέγα αφροδισιακό η εξουσία. Ευάγγελέ μου.


Μ. Στεφ.



19/10/2007

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2007

Σας φάνηκε. Οφθαλμαπάτη! Δεν συνέβησαν ποτέ πυρκαγιές, εμπρησμοί, θάνατοι. Γιατί αν συνέβησαν, δεν θα τους ξεχνούσαμε τόσο εύκολα. Ούτε θα ζητωκραυγάζαμε ευτυχισμένοι κάτω από τα μπαλκόνια των αρχηγών. Ούτε θα παραληρούσαμε στα επινίκια. Στον τόπο αυτό ανέκαθεν το πένθος, όπως και η χαρά, υπάκουαν σ’ ένα τυπικό, μιαν ιεροτελεστία. Και δεν μπερδεύονταν άτσαλα σαν μεταμοντέρνος χυλός αλλά συνυπήρχαν εκστατικά (χαρμολύπη). Άρα οι φωτιές του Αυγούστου ήταν τηλεοπτικό εύρημα και εικονική πραγματικότητα. Δεν εξηγείται αλλιώς. Απ΄την άλλη, υπάρχουν τηλε-εικόνες που δεν ξεχνιούνται ποτέ. Ας πούμε οι παλιές ελληνικές ταινίες. Σαράντα χρόνια μετά παραμένει αλησμόνητη λ.χ. η σκηνή του «Κατήφορου» με την Ζωίτσα Λάσκαρη να σπαρταρά πυρπολώντας την οθόνη στα μικροσκοπικά, μαύρα της εσώρουχα. Όπως δεν ξεχάσαμε επίσης τον τρόπο που η ίδια τραγουδούσε το «Crazy Girl» του Πλέσσα κι ας επρόκειτο για τη φωνή της ξαδέλφης της, Ζωή Κουρούκλη. Η κίνησή της στοίχειωνε τότε την εφηβική μοναξιά, την αδιέξοδη μας επιθυμία. Κι αν σας μπέρδεψε ο συνειρμός των φλογών του καλοκαιριού με το φλογερό κορίτσι του ’60, χρησιμοποιήθηκε απλώς για να τσεκάρει τη σχέση τηλεοπτικής πληροφορίας και μνήμης. Του ερεθίσματος και της αντίδρασης. Τι συγκρατούμε και τι απωθούμε. Και σε τελική ανάλυση τι είδους πολίτες είμαστε. Ή τι μας έκαναν. Εκτός κιαν έχει αλλάξει εντελώς ο ανθρωπότυπος από τότε έως σήμερα. Κι αν τα τηλεοπτικά ήθη έχουν προσβάλει σαν ιός όχι μόνο τις κοινωνικές συμπεριφορές αλλά κι αυτό το ίδιο το μεδούλι των θεσμών. Την ουσία της δημοκρατίας μας. Που θα πει, δεν μιμούμαστε μόνο τηλεοπτικά πρότυπα αλλά σκεφτόμαστε, ψηφίζουμε τηλεοπτικά και, εντέλει, ζούμε τηλεοπτικά. Έχοντας προκρίνει την εικονική πραγματικότητα αντί της αληθινής ζωής. Θέλετε αποδείξεις; Συμπαθούμε ή αντιπαθούμε τον Κωστάκη, τον Γιωργάκη, τον Βαγγέλη κλπ όχι με βάση τις ιδέες, τις πολιτικές επιλογές ή το δημόσιο έργο τους αλλά μάλλον χάρη στην τηλεοπτική τους εικόνα. Όχι όπως είναι αλλά όπως (μας) φαίνονται. Αλλιώς δεν εξηγείται το τι ψηφίζουμε. Παρένθεση: Σας παρακαλώ κ. Λάσκαρη, στο κοινό μας παρελθόν και στις αναμνήσεις που μας συνδέουν, ΜΗΝ βγαίνετε σ’ εκλογικές περιόδους στο γυαλί και ΜΗΝ μετέχετε σε πάνελ αβαντάροντας κομματικούς σας φίλους. Τους κάνετε κακό γιατί θυμώνετε όλους εμάς που δεν (σας) ξεχνάμε. ΜΗΝ μαγαρίζετε τέλος τη φωνή σας με κομματικές σάχλες. Εσείς είστε η Ζωή Λάσκαρη! Κι όχι η Μάρα Ζαχαρέα.

Γράφω δυο μέρες πριν τις εκλογές. Οι φωτιές μόλις έσβησαν αλλά αυτό δεν εμποδίζει τα πλήθη να παραληρούν στις πλατείες ακούγοντας τους δυο μονομάχους που πλειοδοτούν. Βλέπετε, ακόμα και σε μιαν εθνική τραγωδία υπάρχουν περιθώρια κέρδους. Και ο μικροαστός πάντα θα δελεαστεί από τα επιχειρήματα του Άννα ή του Καΐφα –έστω και πυρπολημένου- ενώ θα νίβει τα χέρια του σαν Πιλάτος εμπρός στο κατάντημα του τόπου. Αυτός δεν φταίει ποτέ. Είναι μεσημέρι και αυτός επί ώρες πλένει με το λάστιχο ό, τι έχει πιο πολύτιμο διαθέτει: τι Ι.Χ. του. Το νερό που μας λείπει δραματικά, σπαταλιέται με ηλίθια αθωότητα ενώ θα μπορούσε να διαφυλαχτεί σε ντεπόζιτα, δεξαμενές, βαρέλια για την κακιά ώρα. Που θα μας επισκέπτεται πλέον όλο και συχνότερα. Όσο κι αν νανουρίζουν απ’ τα μπαλκόνια τον «λαό» τους οι αρχηγοί της συμφοράς, η συμφορά είναι πια κομμάτι της καθημερινότητας.

Διαβάζω στο Ελβετικό περιοδικό LHebdo δηλώσεις του Πέτρου Μάρκαρη: Η Ελλάδα δεν θα είναι ποτέ πια όπως ήταν πριν. Θυμάμαι το σχόλιο του Γιάννη Τσαρούχη: Η χειρότερη κατοχή που εγνώρισε η Ελλάς, είναι η κατοχή των Ελλήνων. Σωστό! Είμαστε ξένοι στην πατρίδα μας, την οποία ορίζουμε σαν έναν ασφυκτικό παράδεισο που μοιάζει με τριάρι στα προάστια. Δεν μας αφορά τίποτε, έξω από την πόρτα μας. Στους πιο τυχερούς αυτός ο ατομικός παράδεισος περιλαμβάνει και γκαράζ. Τότε η ευτυχία είναι πλήρης. Όταν δεν αφήνεις τη «μπέμπα» απροστάτευτη στο δρόμο. Τότε μπορείς να χαζεύεις τη συμφορά απ’ τη τηλεόραση σαν ένα θρίλερ που αναφέρεται σ’ άλλους. Ένα σκοτεινό υπερθέαμα που φτιάχτηκε για να κεντρίσει το θυμικό και να διασκεδάσει με την ανία σου.

Ανάλογες και οι πολιτικές σου επιλογές. Σφραγισμένες από την τηλεοπτική δικτατορία. Για σένα υπάρχει μόνο όποιος εμφανίζεται. Π.χ. ο κ. Λιάγκας. Αφού το γελοίο έχει διαγράφει από το λεξιλόγιο σου όπως επίσης το τραγικό από τη ζωή σου. Στους όρους της τηλεδημοκρατίας δραματικά μεγέθη δεν υφίστανται. Όλα συρρικνώνονται γλυκά ώστε να καταστούν απλή οπτική εμπειρία, ένα σοκ που ξεπερνιέται αναμένοντας το επόμενο. Ο δημοσιογράφος των 8 οφείλει κάθε μέρα να έχει στη πραμάτειά του τον τρόμο έτσι ώστε ο εθισμός να καθιστά τον τρόμο γελοιογραφία. Έπειτα η δουλειά των πολιτικών είναι πολύ εύκολη. Και η παρακμή όλο και βαθύτερη.

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2007

Φελλόποδες


Αν δεν σας αρέσουν οι αρχές μου, έχω άλλες.

Γκάουτσο Μαρξ

Κατάθλιψη. Πώς καταπολεμάται; Ο αναμάρτητος, πρώτος τον λίθον κ.λπ. Τι φταίει; Τις πταίει; Τι συνέβη και δεν μπορούμε ν' ανεχτούμε ο ένας τον άλλον; Σε τι οφείλεται η φοβερή καχυποψία που εμφιλοχωρεί ακόμη και στις πιο άδολες, τις πιο απλές σχέσεις; Αυτές τις ώρες καλύτερα να είναι κανείς μόνος του. Να μη γίνεται βάρος στους άλλους έτσι όπως νιώθει ο ίδιος άχθος αρούρης. Ζηλεύω όσους μπορούν να είναι επαγγελματικά ευτυχείς. Ανέφελα κοιτώντας τον καθρέφτη τους. Ικανοποιημένοι. Ασχολούμενοι με τη διακίνηση του εγώ τους· με ίντριγκες και έργα «κοινωνικής ευθύνης». Αποκλειστικά. Ζηλεύω, επίσης, όσους πιστεύουν στη σωτηρία, τη μετά θάνατον ζωή· και όσους δηλώνουν «σωτήρες», «ήρωες», «ηγέτες» κ.ο.κ. Εγώ πάλι είμαι ο βασιλιάς της κατάθλιψής μου, ο βασιλιάς της παλίρροιας. Αποκλειστικά. Κοιτάω τον μοναδικό μου υπήκοο στον καθρέφτη και τον οικτίρω.

Γιατί να το κρύψω; Δεν συμπαθώ τους φουσκωμένους ιδιοκτήτες της μιας και μοναδικής αλήθειας. Δεν γουστάρω τους φανατικούς. Είμαι φανατικά αντίθετός τους.

Συμφωνώ με τον Μπουνιουέλ όταν λέει πως «την αλήθεια οφείλει κανείς να την εγκαταλείπει πάραυτα, όταν νομίζει ότι τη βρήκε». Και συμπληρώνω πως αλήθεια είναι εκείνη η έννοια που πάντα θα χρειάζεται μετατροπές, βελτιώσεις, επαυξήσεις μέχρι της οριστικής ανατροπής της. Και που η παροδικότης της θεραπεύεται με παροδικότητα. Αντί της αλήθειας, πάλι, προτιμώ τα ζωτικά για μένα και τη μελαγχολία μου ψεύδη της τέχνης· αυτού του αινίγματος που κάθε στιγμή ψάχνει τον ορισμό του. Του οντολογικού παράδοξου που δηλώνει συνείδηση μέσα σε μια κατασκευή. Αφού σε ό,τι φιάχνουμε τεχνηέντως, εγκαθίσταται η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας. Σε βαθμό ώστε να απογοητεύεται, σχεδόν πάντα, όποιος συναναστρέφεται δημιουργούς και δεν αρκείται στα δημιουργήματά τους. Ανασφαλείς, ανταγωνιστικοί, νάρκισσοι, φιλοτομαριστές, αδιάφοροι για οτιδήποτε δεν υπηρετεί το μύθο τους, συναισθηματικά ακρωτηριασμένοι για λόγους «επιβίωσης», δεν αποτελούν και την καλύτερη παρέα. Πιστέψτε με.

Εκτός κι αν είσαι ο Caravaggio. Κι απέναντί σου βρίσκεται, δηλώνοντας ομότεχνος, αυτός ο γλίτσης Giovanni Baglione. Να χλευάζεις την έλλειψη ταλέντου του κι αυτός να σε μηνύει για δυσφήμιση. Τόσο κατάλαβε!

Να συλλαμβάνεσαι, να φυλακίζεσαι, να φυγοδικείς, να φυλλορροείς από πάθος ύπαρξης και τελικά να τιμωρείσαι απ' τους μέτριους που δεν αντέχουν την υπεροχή σου. Να ζωγραφίζεις το σκοτάδι σε βαθμό που να κολάζεται ο ίδιος ο εωσφόρος· και το φως έτσι ώστε να καταυγάζει μόνον το έρεβος. Στις 18 Ιουλίου του 1610 ο θάνατός σου· Πόρτο Ερκολε· 28 Ιουλίου ανακοινώνεται στη Ρώμη. Ειρωνεία, ο Baglione θα εκφωνήσει με φωνή κόρακα τον επικήδειο· θα καταστεί κι ο βιογράφος σου. Τίποτε δεν μπορεί να σε προφυλάξει απ' το ασήμαντο. Οπως πάντα.

Κατάθλιψη. Από τη χειροπιαστή γύρω μου αγένεια, την επιθετικότητα ακόμη και των παιδιών, το γλοιώδες των ενηλίκων. Τόσοι πεθαμένοι κυκλοφορούν αμέριμνοι με τα καλά τους χωρίς να γνωρίζουν πόσο νεκροί είναι. Πόζες, φιλιά, φιλάκια «να 'στε καλά», χαιρετίσματα, χειραψίες, δέρμα ψαριού στην αφή, λίγδα στο βλέμμα, όνειρα για το καλύτερο, παχυσαρκία, άποψη, ενοχλητικός, ο, όποιος, διπλανός, ξέχειλο το ξύγκι, απελπισία. Ο κοιμισμένος μπάτσος ξυπνάει αιφνιδίως μέσα τους κι αναλαμβάνει δράση. Καρφώματα, επιτήρηση, χαφιεδισμός με προοδευτικό πρόσημο, πείνα, ζήλια, βαθύτατο αίσθημα κατωτερότητας που εκρήγνυται πολλαπλασιαστικά. Ο μικροαστός (θέλει να) τα 'χει όλα. Ο ποιητής έχει τίποτε. Βρίσκει όμως το δρόμο προς το εκστατικό. Εξω κι απ' τη γλώσσα την ίδια! «Δεν εκτίμησα ποτέ την ιερόδουλη γραμματική. Δεν θα πληρώσω εγώ τα νοσήλεια της σύνταξης» (Καρούζος).

«Αληθής ιστορία» του Αρριανού. Ανθρωποι με φελλούς στα πόδια που μπορούσαν να περπατούν επί της θαλάσσης, πού τέτοια τώρα. Ο φελλός μετέστη αλλού. Ανέβηκε πιο πάνω. Κάποιοι, τέλος, πιστεύουν ότι ο Βαν Γκογκ αυτοκτόνησε για να γράψουν οι ίδιοι λυμφατικά διδακτορικά και να διδάξουν τέχνη με τον μόνο τρόπο που μπορούν: τη γραφειοκρατία. Καταιονισμός θλίψης...

ΥΓ.1: Να 'βρεχε τουλάχιστον. Να πήγαινε ο Θεός προς νερού του.

ΥΓ.2: 1947, πριν 60 χρόνια. Ο Σκαλκώτας γράφει το υπέρκομψο κοντσερτίνο του: Νεοκλασικισμός και τάξη σε μιαν καθ' όλα άτακτη εποχή. Οπως και τώρα!


Να ένας άνθρωπος πραγματικά ευτυχισμένος. Ονειρεύεται επειδή ακριβώς μπορεί και ξεχνά. Πίσω, ένα ιδανικό καλοκαίρι. Χωρίς εμπρησμούς, μικροπολιτικές, μικροπολιτικούς και μικροπολίτες. Πώς το είπε ο ποιητής; Το θεσπέσιό σου σώμα/ κρίμα να το φάει το χώμα. Προσέξτε το χαϊμαλί. Ολα τα λεφτά. Αν βρω ανάλογη φωτό του Ευάγγελου, θα την αξιοποιήσω.


7 - 14/10/2007

Πάρκο είσαι και φαίνεσαι!

(Αντιγράφω την έκθεση ιδεών «Πώς πέρασα την Κυριακή μου» του μαθητή της Δ' Δημοτικού, Κωστάκη Ψ.)

Εγώ την Κυριακή ξύπνησα, πλύθηκα, ντύθηκα, έδειρα το αδελφάκι μου και πήγα με τους γονείς μου βόλτα στο Μητροπολιτικό Πάρκο Ελληνικού που οραματίστηκε και προγραμμάτισε ο κ. Σημίτης και που πραγματοποίησε δεσμευόμενος προεκλογικά ο κ. Καραμανλής. Τι ωραία που ήταν! Εγώ έπαιζα και έτρεχα στο λιβάδι με τις μαργαρίτες κι έπειτα τσαλαβούτηξα με άλλα παιδάκια στη μεγάλη λίμνη με τα νούφαρα. Το αδερφάκι μου πήγε να πιάσει ένα βατραχάκι κι εγώ το έδειρα, γιατί ο μπαμπάς λέει ότι δεν πρέπει να πειράζουμε τα ζώα. Επειτα όμως μ' έδειρε και εμένα ο μπαμπάς μου γιατί, είπε, δεν πρέπει να δέρνουμε τ' αδελφάκια μας. Μύλος!

Μετά ανεβήκαμε στον λόφο με τους μύλους, τα πλατάνια και τις βελανιδιές και χαζέψαμε από την κορυφή του την Αίγινα και το Αγκίστρι. Η μαμά μάς φωτογράφησε δίπλα στον καταρράκτη και κατόπιν κάτσαμε στις πευκοβελόνες και φάγαμε σάντουιτς. Εγώ έφαγα το σάντουιτς του αδερφάκι μου (σύνταξη Νίκου, σημ. επιμ.) κι έπειτα το έδειρα για να μη με μαρτυρήσει. Τ' άλλα παιδάκια γελάγανε και ανεβαίνανε σε γαϊδουράκια και μικρά πόνι. Τι ωραία που ήταν! Πόσο έκλαιγε το αδελφάκι μου!

Επειδή είχε μεσημεριάσει, ο μπαμπάς μάς πήγε στις σπηλιές του μεγάλου δάσους που βρίσκονται στο κέντρο του πάρκου κρυμμένες μέσα στα δέντρα.

Εκεί ξαπλώσαμε πάνω στο χορτάρι και κοιμηθήκαμε λίγο. Ετσι ήμασταν προφυλαγμένοι από τον καυτό ήλιο. Πρέπει να είμαστε ευγνώμονες, είπε η μαμά μου, στον κ. Σημίτη που προγραμμάτισε τον πράσινο αυτόν πνεύμονα της Αθήνας στο μπλοκάκι του και στον κ. Καραμανλή που το πραγματοποίησε όπως είχε δεσμευτεί ξεκάθαρα, αξιοποιώντας τη χρηματοδότηση κατά 85% από την Ε.Ε. Εγώ δεν τα καταλάβαινα αυτά γι' αυτό έδειρα το αδελφάκι μου που χασμουριόταν. Ο μπαμπάς είπε τότε πως όλες οι μεγάλες πρωτεύουσες έχουν μητροπολιτικά πάρκα για να χαλαρώνουν εκεί οι κάτοικοί τους: το Χάιντ Παρκ στο Λονδίνο, το δάσος της Βουλώνης στο Παρίσι, τον Αγγλικό Κήπο στο Μόναχο, το Σέντραλ Παρκ στη Ν. Υόρκη, το... Τότε άρχισα εγώ να χασμουριέμαι και το αδελφάκι μου μ' έδειρε!

Το βράδυ γυρίσαμε κατάκοποι σπίτι, γεμάτοι χώματα και με αγκαλιές, αγριολούλουδα για να στολίσουμε τα βάζα. Ο μπαμπάς είπε πως απόψε δεν θα δούμε τηλεόραση, γιατί είδαμε τη φύση την ίδια που είναι πολύ καλύτερη. Το αδελφάκι μου ήθελε να δει τον Μπομπ Σφουγγαράκη και ο μπαμπάς μας το έδειρε λέγοντάς του να ξεκολλήσει πια από τους πολιτικούς. Εγώ αποκοιμήθηκα αμέσως και είδα στον ύπνο μου πάλι πως ήμουν σ' ένα δάσος και πως μίλαγα σε μια καλή νεράιδα...

ΥΓ.1: Σκανδαλιάρικο ΠΑΣΟΚ! Ενας Σκανδαλίδης μόνο μπορεί να σε σώσει. Εγώ θυμάμαι πάντως πριν από χρόνια τα δείπνα που του οργάνωνε, γνωστός, πλακατζής φιλότεχνος μετά εισιτηρίου στην Πινακοθήκη Πιερίδη. Διορατικός ο δεξιός φίλος! Μόνο που τώρα πρέπει να έχει πρόβλημα· διότι εν τω μεταξύ, ο άδολος υποστηρικτής ερωτεύτηκε και τον Βενιζέλο! (Με την καλή έννοια.) Για χάρη του μάλιστα διέπραξε έως και κανιβαλισμούς. Κυριολεκτικά.

ΥΓ.2: Δηλαδή οι επιτελείς του Ευάγγελου απέσυραν το πουλέν τους από τους προβολείς γιατί ο «μελλοντικός ηγέτης» έκαιγε το χαρτί του μ' αυτά που έλεγε; Τρομερό! Να επιβάλλεις αλαλία στον Βενιζέλο για να τον προστατεύσεις! Και να μεταμορφώνεται το συγκριτικό του πλεονέκτημα σε βατερλό του! Ενώ με την «εξαφάνισή» του κερδίζουν και η πολιτική επικοινωνία και η αισθητική! Να μην ξεχάσουμε μάλστα τις πομφόλυγες που εκστόμιζε τότε περί «Πολιτισμού των Πολιτισμών». Και όσα αεριώδη λέει τώρα περί αριστερού ανοίγματος. Με τα, καμένα, χαρτιά του «νεοφιλελεύθερου» εκσυγχρονισμού στο πλευρό του. Και τον μέντορα Πιπίνο τον Βραχύ εξακολουθητικά εκτεθειμένο.

ΥΓ.3: Προαισθάνομαι ότι ο Γιώργος θα κάνει περίπατο σε πάρκο! Και οι στρατηγικές των Δολίων θα διαψευστούν. Κάποιος να παρηγορήσει τον κ. Πρετεντέρη. Ή, έστω, τον κ. Λοβέρδο.


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 13/10/2007

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2007

Αντηλιά

Θέλω τον ήλιο!
(φινάλε των «Βρικολάκων» του Ιψεν)

Μνήμη τεθνεώτων

Στις μέρες του χειμώνα, με την περιορισμένη ηλιοφάνεια, η λιακάδα βιωνόταν, τότε που οι άνθρωποι ζούσαν το χρόνο, σαν υπέρτατη προσφορά. Κυριακή, δεκαετία του '50, σε μια γειτονιά του Νέου Κόσμου, στη οδό Πυθέου. Λίγο πριν από το μεσημεριανό φαγητό, συνήθως πατάτες με κρέας στο φούρνο ή κοκκινιστό με μακαρόνια, η οικογένεια ποζάρει γύρω από τον λευκασμένο παππού ρουφώντας κυριολεκτικά τον ήλιο και μισοκλείνοντας τα μάτια στην αντηλιά με ευδαιμονία. «Αντηλιά», λέξη η έννοια της οποίας δύσκολα συναντάται σ' άλλη γλώσσα, καθώς σημαίνει τη μουσική αντήχηση του φωτός σε μιαν επιφάνεια που δημιουργεί τις απόλυτες σκιές προσώπων και αντικειμένων.

Οι άνθρωποι εδώ εκτίθενται στον φακό, ευτυχείς που έχουν επιζήσει από μια λαίλαπα και αθώοι, ακόμη, από τα επερχόμενα κακά. Εκφράζουν το ήθος της εποχής, το στηριγμένο στην απόλυτη ανέχεια και την αυτονόητη αξιοπρέπεια. Οι μικρές χαρές είναι τεράστιες στα μάτια τους, τα θαμπωμένα απ' την αντηλιά του καινούριου άγνωστου που έρχεται γοργά. Τρεις γενιές έχουν παραταχθεί μ' ενστικτώδη ιεράρχηση βάζοντας συνειδητά στο κέντρο τον γέροντα και τα δύο μικρά. Χωρίς τις σάχλες ενός μελό ρομαντισμού τύπου Ιακωβίδη και γερμανικής σχολής, το γήρας δεν καθιστάται γραφικό και η παιδικότητα δεν αναλίσκεται αδαπάνως (νεοελληνιστί, «τζάμπα μπεμπέ»). Ούτε βέβαια παρατείνεται εσαεί, όπως συμβαίνει σήμερα με τους παλιμπαιδίζοντες μεσήλικους και τους δεσμώτες ή τις δεσμώτριες μιας παρατεταμένης, με ψυχικά μπότοξ, εφηβείας.

Σας έλεγα τις προάλλες πως ο χρόνος είναι χρώμα, εννοώντας πως η στιγμή μπορεί (και) να συλλαβίζεται σύμφωνα με την κίνηση του ήλιου στον απέναντι τοίχο ή τη μεταβολή της απόχρωσης του βιολέ κατά την ώρα της Δύσης. Είναι τότε, δηλαδή κάθε μέρα (!), που όλοι (θα μπορούσαμε να) μεγαλώνουμε ευτυχισμένοι μέσα από την έκσταση του ηλιοβασιλέματος, χωρίς μιζέριες για την απώλεια του χρόνου αλλά με τη συνείδηση (ενός ακόμη) θριάμβου. Το φαντάζεστε; Κάθε δειλινό θριαμβεύουμε απλώς (επι)ζώντας! Αρκεί, βεβαίως, να έχουμε αξιοποιήσει πριν την επίσκεψη της αντηλιάς στο κατώφλι των επιθυμιών μας.

Ο άντρας με το μουστάκι, η γυναίκα με τα μαύρα, το κοριτσάκι με το φιόγκο, το αγοράκι με τα λουστρίνια και τα σοσόνια, τα γιλέκα, οι καρό φούστες και τα ταγέρ των ενηλίκων, οι καρέκλες με τις σκιές τους στον ξεφλουδισμένο τοίχο, η μορφή δεξιά που μόλις φαίνεται από το σπαστό παράθυρο, το τσιμεντένιο, χωρίς πλακάκια, πεζοδρόμιο, το χώμα του δρόμου, όλα τα επιμέρους συγκροτούν ένα όλον που ως συγκολλητική ουσία του έχει την κυρίαρχη αντηλιά. Αυτή μελώνει τα βλέμματα των προσώπων τυραννώντας τα τρυφερά, αυτή διαγράφει τις λιγνές σιλουέτες -η εθνική μας παχυσαρκία δεν έχει ενσκήψει ακόμα ούτε βέβαια έχει εκδηλώσει ηγετικές φιλοδοξίες-, αυτή εμψυχώνει τον πεζοπόρο φωτογράφο που γύριζε τις γειτονιές προσφέροντας επαγγελματικά εκδοχές αιωνιότητας, αυτή τον καθιστά πραγματικό άγγελο φωτός. Η συγκυρία, τέλος, έκανε ώστε πέντε βλέμματα να κοιτούν το φακό και τρία να υποκύπτουν στην αντηλιά δημιουργώντας αντιστικτικά, φούγκα. Ο χειμώνας και η υγρασία του τοίχου εδώ κατατροπώθηκαν και οι άνθρωποι του ήλιου κυνηγούν το φωτεινό θήραμά τους από πεζοδρόμιο σε πεζοδρόμιο...

Προφανώς είναι Κυριακή. Επειδή οι άνθρωποι φορούν τα καλά τους, επειδή ανταλλάσσουν επισκέψεις -με πάστες ή φοντάν και, το απαραίτητο, λικέρ-, επειδή έχουν χρόνο να σπαταλήσουν χαζολογώντας στην αντηλιά. Μια καθημερινή μέρα θα βρίσκονταν στις δουλειές τους, σοβαροί και συγκεντρωμένοι, χωρίς διάθεση για φωτογραφικούς συναισθηματισμούς ή άλλα τέτοια. Η Κυριακή, όμως, είναι το γέρας της εβδομάδας, είναι ο χρόνος που πλατειάζει εορταστικά για να εξορκιστεί η μεγαγχολία που επίκειται. Μόλις βραδιάσει. Ακόμη, όμως, ο ήλιος κρατάει, η αντηλιά αντηχεί και το τραπέζι-σύμβολο της family reunion, περιμένει. Η φωτογραφία θα βγει σε αρκετά αντίγραφα και θα μοιραστεί ενθύμιον σε συγγενείς ή φίλους. Για να στολίσει πορτοφόλια, άλμπουμ ή εταζέρες...

Τώρα κάποιοι έχουν πεθάνει και κάποιοι βρίσκονται σε ηλικίες που (πρέπει να) διαλογίζονται το θάνατο. Τώρα το μονώροφο σπίτι κι ο μέσα κήπος έγιναν νευρωτική πολυκατοικία με θυροτηλέφωνο για να ελέγχει τους επισκέπτες και τον ήλιο. Τώρα ο δρόμος ασφαλτοστρώθηκε. Η αντηλιά, όμως, επιμένει πάντα στον νέο, σαγρέ τοίχο με τα γκράφιτι και τα μηχανάκια. Κι οι καινούριοι άνθρωποι δεν έχουν παρά να βγουν έξω...

Αλληλογρ.: Κυρία Μαρία Μπασλή, συμφωνώ με τα περισσότερα της πολυσέλιδης επιστολής σας. Φοβάμαι, όμως, πως δεν κάνω ούτε για γκουρού ούτε, καν, για τεκνό. Κυρία Αλ. Γούλα, μ' αρέσει όπως διατυπώνετε. Ιδιαίτερα όταν γράφετε για μουσική.

Ιακ. Γιακομίδης, φωτοοπτικά, Χαλκίς.


7 - 07/10/2007