Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008

Τα σταφύλια της οργής

Τι λάθος έχουμε κάνει; Ως Πολιτεία, ως κοινωνία, ως οικογένεια; Για ποιους λόγους ενδημεί τόση τυφλή και υπόγεια βία πίσω από την αρυτίδωτη επιφάνεια της κοινωνικής μας τάξης και ασφάλειας; Της ευμάρειας που -ακόμη- απολαμβάνουμε ως χώρα; Ακριβώς για αυτό! Επειδή επιτρέψαμε να οξυνθούν οι αντιθέσεις κι επειδή δεν αντιληφθήκαμε έγκαιρα το χάσμα που ήδη χάσκει απειλητικό ανάμεσα στις ώριμες ηλικίες και τη νέα γενιά. Ανάμεσα στους έχοντες, στους κατέχοντες και τους παρίες. Ο θυμός και η οργή φουντώνουν ανάμεσα στους νέους που είναι άνεργοι ή υποαπασχολούμενοι, παρά τα προσόντα τους. Ανάμεσα στα στρώματα του πληθυσμού που περιθωριοποιούνται. Τους οικονομικούς μετανάστες, τους μισθοσυντήρητους που βλέπουν ανήμποροι τη δική τους αδυναμία και την προκλητική ισχύ των ολίγων. Ή την αλαζονεία των χρυσοφόρων πολιτικών που δηλώνουν ανερυθρίαστα πως το νόμιμο είναι και ηθικό. Ε, λοιπόν αυτό το «νόμο» και τα όργανά του αμφισβητούν αυθόρμητα ξεσηκωμένοι οι διαδηλωτές σε όλη την Ελλάδα. Βρίσκομαι στη Βέρνη και παρακολουθώ τα γεγονότα από τα διεθνή ΜΜΕ. Οι τηλεοπτικές εικόνες είναι αποκαλυπτικές. Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι η Αθήνα αστυνομικοκρατείται εδώ και χρόνια με κλούβες και ενόπλους στο κέντρο ή στις συνοικίες αλλά ούτε φρουρείται ούτε προστατεύεται. Τα πρόσφατα γεγονότα είναι αδιάψευστος μάρτυς. Οι χιλιάδες αστυνομικοί ούτε σώζουν ζωές ούτε υπερασπίζονται περιουσίες. Αναλώνονται ανάμεσα σε ένα στείρο συνδικαλισμό ή στην επίδειξη προσωπικού τσαμπουκά. Επίσης, «προστατεύουν» με το αζημίωτο τη βιομηχανία της νύχτας -το μόνο παραγωγικό κλάδο της χώρας που δεν έχει επηρεαστεί από την κρίση- ή φρουρούν, κατόπιν διαταγής άνωθεν, τους σταρ της τιβί ή ένιους εκδότες που κυκλοφορούν με αυτοκίνητο συνοδείας. Υπάλληλοι, δηλαδή, του καθεστώτος. Αν σε όλα αυτά προσμετρήσετε το δημοκρατικό έλλειμμα που μας διακρίνει καθολικά ως κοινωνία, αλλά και την κομματικοποίηση στην κορυφή Αστυνομίας, Δικαιοσύνης, Στρατού, αντιλαμβάνεστε πλήρως ποιος καλλιεργεί τα σταφύλια της οργής. Ποιος θα μας προστατεύσει από τους «φρουρούς» μας; Ποιος θα εκτονώσει την υφέρπουσα αντίδραση πριν καταλήξει σε αληθινό εμφύλιο; Η πολιτική ηγεσία συνολικά, ασφαλής μέσα στα κομματικά της μπούνκερ και διαχειριζόμενη, αποκλειστικά, σκάνδαλα, αδυνατεί να προτείνει λύσεις. Επειδή ούτε καν υποψιάζεται τα αίτια. Εφόσον σε έναν κόσμο που φτιάχτηκε ερήμην τους μερικοί νέοι προκρίνουν τη δική τους απελπισμένη δημιουργικότητα: καταστρέφοντας.

Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2008

Το γαϊδουράκι και τα κτήνη

Σε αυτό τον όλβιο τόπο δεν πλήττουμε ποτέ. Οικονομικές υφέσεις ή κρίσεις, δημοσκοπήσεις και σκάνδαλα, πραγματικά ή κατασκευασμένα, εξασφαλίζουν διαρκές σασπένς στο φιλοθεάμον κοινό. Πριν από πέντε χρόνια, οι πολίτες έφεραν τη Ν.Δ. στην εξουσία -και μάλιστα με πολλές μη δεξιές ψήφους- έχοντας απαυδήσει από το σύστημα ΠΑΣΟΚ. Σήμερα οι ίδιοι αυτοί πολίτες δεν εμπιστεύονται μεν το ΠΑΣΟΚ, αλλά τιμωρούν τη Ν.Δ. Για το όραμα που επαγγέλθηκε, αλλά δεν διεκδίκησε. Για τις μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησε καθυστερημένα και άτολμα. Για την έλλειψη, τέλος, παραδείγματος που δεν προσέφερε στην κοινωνία. Μια κοινωνία ναρκωμένη από την απάθεια, την ιδιώτευση και το κυνήγι του ατομικού παραδείσου. Σε συνθήκες όμως συλλογικής κόλασης η Ν.Δ. είπε, αλλά δεν έπραξε τίποτα για το περιβάλλον, τον πολιτισμό, την υγεία, την ανακούφιση των πενομένων στρωμάτων. Αντίθετα, υπερακόντισε σε επικοινωνιακά ευρήματα και στο παιχνίδι ενός «φαίνεσθαι» που σπάνια καθίσταται «είναι». Σκεφτείτε: Ο πρωθυπουργός κέρδισε πανηγυρικά το 2004 έχοντας εχθρικό τον κύριο όγκο των ΜΜΕ. Σήμερα ο κ. Παπανδρέου (sic) διαμαρτύρεται για τον πόλεμο που υφίσταται από τα εκδοτικά συγκροτήματα. O tempora o μόρτες! Αυτή η υπεροχή της κυβέρνησης σαφώς πιστώνεται σε μεγάλο βαθμό στον υπουργό Επικρατείας. Ο οποίος, πάντως, οφείλει να κάνει την αυτοκριτική του, εγκαταλείποντας το ως τώρα αυτάρεσκο έως αλαζονικό χαμόγελό του. Ηρθε η στιγμή ώστε ο πρωθυπουργός να αξιοποιήσει την υπεροχή που, ακόμη, διαθέτει. Παράγοντας πολιτική και ζητώντας από τους υπουργούς του μεγαλύτερη αποδοτικότητα. Αν επιτύχει το πείραμα Χατζηδάκη, θα έχει προσφέρει αυτή η κυβέρνηση μια μεγάλη προσφορά στον τόπο. Και θα έχει χτυπήσει καίρια τη χρόνια υποκρισία της αντιπολίτευσης. Αν… Μόνο που στην πολιτική, αντίθετα από τη γραμματική, ο ενεστώς χρόνος είναι δύσκολος και ο τετελεσμένος μέλλων, ο χαρισματικός. Το «θα έχω κάνει κάτι αύριο» δηλαδή! Ομως εμένα, πάλι, περισσότερο από την υψηλή πολιτική μ’ απασχολεί ο υφέρπων τρόπος της καθημερινότητάς μας. Σε μια επαρχιακή πόλη προχθές κάποιοι «συνάνθρωποι» χτύπησαν έως θανάτου έναν πεινασμένο γαϊδαράκο που μπήκε στο περιβόλι τους να βοσκήσει. Θυμήθηκα τη σπαραχτική «Ιστορία ενός αλόγου» του Εμμανουήλ Ροΐδη από τα διηγήματά του «Ανθρωποι και ζώα». Και ντράπηκα για την ανθρωπιά μου…

ΥΓ.: Οσο για τον ανασχηματισμό, φοβάμαι πως θα εξελιχθεί σε ένα, επιπλέον, επικοινωνιακό τρικ. Ηδη η αντικατάσταση του κ. Βουλγαράκη από τον ξαναχρησιμοποιημένο κ. Παπαληγούρα δείχνει ότι ο πάγκος του πρωθυπουργού είναι περιορισμένος.

24/9/2008

Με μάτια δακρυσμένα βλέπεις καλύτερα

Με τα μάτια βουρκωμένα βλέπεις τον κόσμο καθαρότερα. Με τα μάτια κλειστά βλέπεις τον κόσμο όπως τον θες. Με τα μάτια ενός παιδιού βλέπεις πόσα πρέπει ν’ αλλάξεις στον κόσμο. Αρχισε λοιπόν τώρα, έχοντας τα μάτια σου ορθάνοιχτα. Γιατί υπάρχουν φορές που απαιτείται γενναιότητα για να κρατάς τα μάτια σου ανοιχτά, ενώ είναι τόσο εύκολο να τα κλείνεις. Γύρω σου διεσταλμένα μάτια κατοπτεύουν το τίποτε, ενώ απέναντί σου, στο μισοσκότεινο δωμάτιο, ένα γυάλινο μάτι, η τηλεόραση, σε παραμονεύει υποκαθιστώντας βασικές σου λειτουργίες, με πρώτη την όραση, και βασικότερα δικαιώματα, με πρώτο το λόγο. Η διαμάχη ανάμεσα σε μιαν εκμαυλιστική εικόνα και σε έναν ορθό λόγο που χειμάζεται είναι ένα εκ του πονηρού ψευδοδίλημμα. Η εννοηματωμένη, η συχνά ματωμένη εικόνα, το οπτικό κείμενο του κόσμου, είναι κι αυτή ένας λόγος, με άλλα όμως λόγια που απλώς δεν χωράει στη διαστροφική ίριδα του γυάλινου ματιού. Κατ’ ουσίαν αυτό που ΔΕΝ έχει η τηλεόραση είναι ο χρόνος. Ετσι καθώς κατασπαταλιέται και κατατεμαχίζεται σε άπειρα ζάπινγκ που δεν υπονοούν κάτι το άτμητο αλλά υφαίνουν με κομπασμό το κενό. Επειτα όλα γίνονται πολύ εύκολα, καθώς τα μάτια, έχοντας ξεχάσει να κοιτάζουν, απλώς βλέπουν... Σκεφτείτε λίγο: Με την τηλεόραση επιστρέφουμε στη δισδιάστατη αναπαράσταση του Μεσαίωνα. Εκεί, όμως, η αβαθής επιφάνεια λειτουργούσε ως συνειδητή σύμβαση για ν’ αποδοθεί το α-διάστατο, το υπερβατικό, καθώς η εικόνα εκπροσωπούσε το θείο σε ένα θεϊκό χώρο. Το Βυζάντιο και κατ’ ακολουθίαν η γοτθική τέχνη αυτήν την κοινή συνεκδοχή εκφράζουν. Δεν υποκαθιστούν το φυσικό κόσμο αλλά τον υπερβαίνουν· δεν προσομοιώνουν την πραγματικότητα αλλά παραπέμπουν σε μιαν υπερπραγματικότητα όπως οι σουρεαλιστές. Το ιερό υποστασιοποιείται αλλά δεν εκκοσμικεύεται. Αντίθετα, στην τηλεόραση το ψευδεπίγραφο δηλώνεται ως πραγματικότητα και η εκκοσμίκευση ιεροποιείται. Ολο το έωλό της επιχείρημα συμποσούται στη σκέψη-φυλακή πως εκεί, στη γυάλινη φυλακή, συμβαίνουν όλα και ό,τι βρίσκεται εκτός της δεν υπάρχει. Η μεταφυσική τής τηλεόρασης στηρίζεται στον πιο αξιοθρήνητο βολονταρισμό της αγοράς, αφού και η «είδηση» ακόμη υπάρχει ή εξαφανίζεται, αναδύεται ή καραδοκεί ανάλογα με τα καπρίτσια του διαφημιζόμενου προϊόντος. Πρόκειται για τη μαγική στιγμή που η φτερωτή σερβιέτα θα καταπιεί το μοναδικό δευτερόλεπτο του πέναλτι που χάθηκε. Θα το δούμε βέβαια σε replay, προσποιούμενοι ένα αλυσιτελές «εδώ και τώρα». Στην πράξη, όμως, όλη η τηλεόραση είναι μια επανάληψη... Στην τηλεόραση όλοι θα ήθελαν λίγο χρόνο περισσότερο για να ολοκληρώσουν. Τελικά όμως δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει κανείς. Αφήστε που οι «βεντέτες» αδυνατούν να ολοκληρώσουν? γενικά. Ετσι, το πένθος παραμένει αδικαίωτο και άκλαυτο, ενώ ο κλαυσίγελως βλάσφημα παραμονεύει. Κλείστε λοιπόν την τηλεόραση! Τι περιμένετε να δείτε - πολέμους, φρίκη, δυστυχήματα, απάτες, κοπετούς, μνήματα και γελοίους ανάμεσα σε διαφημίσεις; Γιατί αυτό είναι η τηλεόραση. Μια χύτρα στην οποία βράζουν, ανεξαιρέτως και δημοκρατικά, δίκαιοι και άδικοι. Κατά τ’ άλλα, η ζωή συνεχίζεται... Ερήμην τους.

28/9/2008

Χτυποκάρδια στο κρανίο

Αν με ενοχλεί κάτι είναι η δόλια χρήση των όρων «προοδευτικός» και «συντηρητικός». Οπου εξ ορισμού βαφτίζεται το ΠΑΣΟΚ των πρασινοφρουρών, του Κοσκωτά, της φούσκας του χρηματιστηρίου, των αγροτικών επιδοτήσεων, των ΔΕΚΟ ή του εκσυγχρονιστικού λαϊκισμού ως «πρόοδος», ενώ η αντικατάσταση του αμαρτωλού Νόμου Πλαισίου ή το ξεκαθάρισμα του διαχρονικού σκανδάλου της Ολυμπιακής ως «συντήρηση». Από την άλλη, προοδευτική είναι εκείνη η πολιτική, ασχέτως κομμάτων, η οποία νοικοκυρεύει τον ασυμμάζευτο δημόσιο τομέα, μηδενίζει τις αναπαραγωγικές δαπάνες ή προωθεί θεσμούς που αποθαρρύνουν τη φοροδιαφυγή. Ο,τι δηλαδή υποσχέθηκε στο πρόγραμμά της η Ν.Δ. πριν από πέντε χρόνια και σήμερα δεν διστάζει να το ξανα… συμπεριλάβει στην επικοινωνιακή της ρητορεία. Εν τω μεταξύ, το ΠΑΣΟΚ αναθαρρημένο υπερακοντίζει σε «προοδευτικές» εξαγγελίες ποντάροντας πως σε αυτόν τον τόπο της μεταμοντέρνας ακηδίας όλοι αφενός στερούνται μνήμης κι αφετέρου ομνύουν στο «εδώ και τώρα». Στο ΠΑΣΟΚ επίσης χρεώνω ότι λεηλατώντας ιδέες και πρόσωπα της Αριστεράς πολιτεύτηκε με τον πλέον δημαγωγικό, δηλαδή βαθύτατα αντιδραστικό, τρόπο. Δημιουργώντας ένα φρόνημα ασυλίας και ανομίας στα πλατιά στρώματα κι ένα ίζημα ιδεολογίας στο οποίο ισχύουν μόνο δικαιώματα και ποτέ καμία υποχρέωση. Είναι μάλιστα τόσο εδραία αυτή η αντίληψη ώστε και η Ν.Δ. συχνά θυμίζει ΠΑΣΟΚ εφόσον ένιοι προβεβλημένοι της εκπρόσωποι ξέχασαν πολύ γρήγορα τα παθήματα των προκατόχων τους. Εγώ όμως δεν λησμόνησα ποτέ τον κ. Τσουκάτο, τον κ. Πάχτα, τον κ. Νεονάκη. Οπως δεν θα λησμονήσω τους κ.κ. Ζαχόπουλο, Βουλγαράκη. Κι αν τα δύο κόμματα εξουσίας τα ενώνει στην αμοιβαία ομερτά τους μια Siemens, εγώ περιμένω από τον πρωθυπουργό σε αντίπραξη άμεσα το κοινωνικό του πρόγραμμα υπέρ των ασθενεστέρων. Βλέπετε, ο όρος του επιτρόπου ενόχλησε τις τράπεζες, που δεν λειτουργούν απλώς ως κράτος εν κράτει αλλά συχνά είναι το κράτος. Για του λόγου το αληθές, η Εθνική αύξησε τα επιτόκιά της όταν η Ε.Ε. τα μειώνει. Σήμερα όμως η ανάγκη για πραγματική πολιτική είναι αμείλικτη. Αλλιώς, αν επιμένουμε στη σκηνοθεσία, θα θυμίζουμε το τρέχον, θλιβερό, σίριαλ που κακοποιεί τη μνήμη μιας θρυλικής ηθοποιού: Χτυποκάρδια στο κρανίο. ΥΓ.: Ευτυχώς που η Τέχνη είναι εκείνο το αγρίμι που τρέφεται μόνο με τους κυνόδοντες και όχι με τους τραπεζίτες.

5/11/2008

Η επικράτεια του φραπέ και η τρικυμία του

Τουλάχιστον με το τέλος του Υπαρκτού ανύπαρκτου και τις επαναληπτικές κρίσεις του καπιταλιστικού συστήματος εμπεδώσαμε πως δεν υπάρχουν έτοιμες συνταγές και αυτόματοι πιλότοι όχι μόνο για τη διαχείριση μίας χώρας αλλά ολόκληρου του πλανήτη. Η χρεοκοπία των «μάγων» και των «σοφών» παγκοσμίως ελπίζω να συνέτισε κάπως τους εγχώριους μαθητευόμενους ξερόλες. Τουτέστιν τα εντόπια και τα εξωτερικά προβλήματα δεν αντιμετωπίζονται με «λυσάρια» ή τυφλοσούρτες αλλά με ad hoc αναλύσεις τη στιγμή που αυτά αναφύονται. Δηλαδή hic et nunc. Τεράστιο, νομίζω, μάθημα προς κάθε δογματικό ή οπαδό της μίας και αναντικατάστατης αλήθειας· προς πάσαν σωτηριολογική φενάκη που εγκλωβίζει την ελεύθερη σκέψη και αποθεώνει με μεταφυσικό τρόπο τα κλισέ. Ξέρετε από τι πάσχει κατά βάθος ο τόπος; Από έλλειψη πρωτότυπης θεωρίας και από σπάνιν καινούργιων ιδεών ένθεν κακείθεν. Αυτό συνιστά το αληθές αδιέξοδο του δικομματισμού, αυτό κάνει το μέσο πολίτη τόσο δύσπιστο απέναντι σε όσους του υπόσχονται ανατροπές και ρήξεις με τα ίδια εφθαρμένα και διεφθαρμένα πρόσωπα. Με τις ίδιες εφθαρμένες και φθαρτικές ιδέες. Και είναι αυτό που επιτρέπει σε διαφόρους σαλτιμπάγκους της εξουσίας να γαυριώνται και να κορδακίζονται στα τηλε-έδρανα, προκαλώντας αποστροφή στους νουνεχείς και θαυμασμό ανάμικτο με οίκτο στους… αθώους. «Δες πώς τα κατάφερε ο μεγάλος!» Από αρπακολλατζής της δημοσιογραφίας παράγων των ΜΜΕ, εθναμύντορας, βουλευτής, πολιτικός αρχηγός και στο μέλλον τις οίδε… Δεν έχει όριο η γελοιότητα ούτε μέτρο η επικράτεια των μετρίων. Και βέβαια η σχολή που δημιούργησαν όλο και αποκτά νέα στελέχη. Προς τέρψιν της φυλής των Κιμάκη, η οποία χρειάζεται ανάλογο υλικό για να υπάρχει και αυτή με τη σειρά της. Είπαμε: Διάσημος είναι κάποιος που έτυχε να είναι διάσημος επειδή είναι διάσημος. Τόσο απλά! Στον όλβιο αυτό τόπο εξέλιπε και η πλέον στοιχειώδης αξιοκρατία, η πλέον αυτονόητη αιτιοκρατία. Αρα βασιλεύει η οντολογία του τίποτε. Το αιτιατό εδώ και χρόνια αποκολλήθηκε από το αίτιό του και τρέχει ξετρελαμένο στις λεωφόρους της ξεφτίλας. Ο Derrida και το ασύμπτωτο σημαινόντων και σημαινομένου θάλλουν στην πατρίδα μας κι ας το αγνοούν όσοι εμπλέκονται στη διακυβέρνηση ή την εκπροσώπησή της. Η μονοσήμαντη, ακαδημοποιημένη, ανέμπνευστη και αντιαισθητική εκπαίδευση τώρα δικαιώνεται. Εξι χρόνια στα γυμνάσια και τα λύκεια της χώρας αρκούν -η πρωτοβάθμια παιδεία αντέχει ακόμη- για να παραγάγουν -κι όχι να «παράξουν», που λένε πια όλοι- γενιές αμόρφωτων παιδιών, ευχειραγώγητων από την, όποια, φανερή ή αφανή εξουσία. Από την άλλη και ενώ σοβεί η πολιτικο-οικονομική κρίση και οι οργανωμένες μειοψηφίες ετοιμάζονται για νέο «ανένδοτο» εναντίον του συνόλου, οι πάντες απολαμβάνουν ξαπλωμένοι στα μυριάδες cafe της επικράτειας το φραπέ τους. Βλέπω φραπεδόβιους παντού! Ο φραπές πλέον ως ιδεολογική συμπαραδήλωση μιας κοινωνίας που βάζει την απόλαυση πάνω από την υποχρέωση είναι το απόλυτο must. Πριν από λίγους μήνες μάλιστα άρκεσε η απλή εκσφενδόνιση του κυπέλλου για να απολέσει η αξιωματική αντιπολίτευση το μελλοντικό της ηγέτη.
ΥΓ.: Επειδή τέλειωσε η εποχή που ονομάζαμε «αθώους» όσους δήλωναν άγνοια. 
2/11/2008

Μενάνδρου και Ανάνδρου (γωνία)

Via Crucis, οδός του μαρτυρίου ονομάζεται στην Ιερουσαλήμ ο δρόμος τον οποίο ακολούθησε ο Χριστός, σύμφωνα με την παράδοση, για να φτάσει στον Γολγοθά. Τον λεγόμενο και Κρανίου Τόπο. Στην Αθήνα η Via Crucis αρχίζει από την Ομόνοια και μέσω Αθηνάς, Ευριπίδου και Μενάνδρου κορυφώνεται στου Ψυρρή, με διαφυγές προς τα Εξάρχεια ή την πλατεία Βάθη. Εκεί κατοικούν τα παιδιά ενός άλλου θεού, οι πολίτες μιας πολιτείας που αργεί ή κωφεύει. Τα άσαρκα κρανία που δεν έχουν τόπο για να ησυχάσουν αλλά σέρνονται ίδιες σκιές και κουρνιάζουν στα πεζοδρόμια ή τις εισόδους των πολυκατοικιών, δημιουργώντας όχληση στους ενοίκους. Είναι πουλιά με σπασμένες φτερούγες που, παρ’ όλα αυτά, βιάζονται να αποδημήσουν. Και αποδημούν. Στο πουθενά, βέβαια. Δύο βήματα από πολύβουες λεωφόρους, πολυτελή κέντρα διασκεδάσεως - αφού η άνευ όρων, η συνεχής διασκέδαση είναι το εθνικό μας χόμπι -, γραφεία κομμάτων ή πολιτικών, ιδρύματα υγείας και πρόνοιας, ναούς, κατοικίες επισκόπων ή γνωστών διά του Τύπου φιλανθρώπων, τα Ελληνόπουλα πουλάνε τη ζωή τους και πουλιούνται αβοήθητα για μια δόση. Ιδού η πιο βαθιά, η πιο μακάβρια κρίση που ταλανίζει τον τόπο και εμείς ασχολούμαστε με Περικλέτους της εξουσίας και Φασουλήδες και Ψιψινάκηδες του θεάματος. Με το αν μπορεί τώρα να επιστρέψει η κ. Μάρα στο τηλεστασίδι της ή δεν τη χρειάζεται πλέον ο νεόκοπός της προστάτης. Στην επικράτεια των μετρίων το μέτρο είναι είδος εν ανεπαρκεία και χρησιμοποιείται επιλεκτικά. Εν ολίγοις έχουμε αποτύχει οικτρά και ως πολιτεία και ως κοινωνία και ως εκπαιδευτικό σύστημα. Κυρίως, όμως, έχουμε αποτύχει ως γονείς. Επειδή είναι αδιανόητο σε μια εποχή ευμάρειας και υψηλού βιοτικού επιπέδου - κι ας λένε ό,τι θέλουν οι οργανωμένες μειοψηφίες- οι στρατιές των σκιών να αυξάνονται εφιαλτικά. Κι οι πάντες να καμώνονται πως δεν συμβαίνει τίποτα ή να αρκούνται σε θλιβερά ημίμετρα. Κι ας υπονομεύεται σταθερά η ικμάδα, δηλαδή τα εύθραυστα κλωνάρια, η νεολαία της πατρίδας, προς την οποία προσφέρουμε επίσημα μιαν αλυσιτελή και προβληματική παιδεία και «ανεπίσημα» τον παράδεισο των παραισθησιογόνων. Μέσα από τον οποίο διακινείται εν πολλοίς το μαύρο χρήμα αρκετών, σοβαρών στυλοβατών του ισχύοντος συστήματος. Ενοχοι και συγχρόνως δειλοί, πάντως, είμαστε όλοι μας. Επειδή δεν κρούουμε εξακολουθητικά το σήμα κινδύνου και δεν κάνουμε πρώτο θέμα το άθλιο θέαμα που εκτυλίσσεται καθημερινά Μενάνδρου και Ανάνδρου γωνία...

29/10/2008

Περί του ανυπεράσπιστου γένους

Θα μπορούσε να είναι ο ορισμός της Τέχνης ο εξής στίχος της Δημουλά: «Για να μην πάει χαμένο το χαμένο...». Από την άλλη, οι πάντες αγωνίζονται ν’ αποσβέσουν τις απώλειες, να μη χαθεί τίποτε. Μακάρι όμως η μόνη μας θλίψη να είναι το κόστος που πληρώνουμε για τις επιλογές της ζωής μας. Οδηγός εδώ ο Κουνέλης, άγνωστος ακόμη παρά τους κοσμικούς και τους εμπόρους που συνωστίζονται γύρω του: «Θέλω την επιστροφή της ποίησης μ’ όλα τα μέσα· με την άσκηση, την παραίτηση, τη μοναξιά, το λόγο, την εικόνα, την εξέγερση». Α, όλα κι όλα. Στην Ελλάδα ουδείς παραιτείται, ουδείς διαλέγεται, ουδείς εξεγείρεται. Αλλού θάλλουν άνθη, εδώ μονόλογοι. Ονειρεύομαι μιαν έκθεση που πηγαίνοντας κόντρα στην αισθητική και τη δεσποτεία της αγοράς θα σκύβει στο ελάχιστο ώστε να διαχειριστεί λυτρωτικά τη σοβούσα υστέρηση. Χωρίς επικοινωνιακούς μαξιμαλισμούς που ζέχνουν επαρχιωτίλα. Λες και δεν είναι πολύτιμο το χαμένο. Είτε για έρωτα πρόκειται είτε για θάνατο. Ή λες και δεν κατέχουμε μόνο ό,τι αξιωθήκαμε να χάσουμε. Δηλαδή ό,τι μπορούμε ν’ αγναντεύουμε με τα μάτια σφαλιστά. Δωρεά του διαρκώς εφήμερου. Κι άλλος ορισμός της Τέχνης από ένα, φιλοζωικό (!), άρθρο του Καβάφη, του 1886: Misplaced tenderness, άτοπη, παράταιρη, παραπλανηθείσα, τρυφερότητα· τρυφερότητα που βρέθηκε αλλού κι έτσι γονιμοποιήθηκε το αναπάντεχο ίνα ίδωσιν οι άνθρωποι και πιστεύσωσιν. Αλλέως πώς «βρας», που θα πει «πυρ» όπως επιθυμεί ο Εγγονόπουλος στον «Μπολιβάρ», προλαβαίνοντας τον πεσιμισμό του Λεοντάρη. Δηλαδή, πως είναι ξενιτιά η μητρική μας γλώσσα. Αλλά και όπως βροντοφώναξε ο Παύλος Κουντουριώτης στη ναυμαχία της Λήμνου γράφοντας με αφρό και φωτιά ένα εξαίσιο μονόλεκτο ποίημα. Κάθε γλώσσα είναι πατρίδα και ξενιτιά και, κυρίως, ένα μέσα ρούχο. Σαν τα γλυπτά του Moore που είναι πάντα ένα εσωτερικό κέλυφος και μια φόρμα εξωτερική να το προστατεύει σαν μητέρα. Παρούσα εδώ η έγνοια του Wittgenstein σχετικά με τα όρια και τις δυνατότητες της γλώσσας-πατρίδας ως προς τη χρήση (και κατάχρηση) του αυτονόητου. Αλλά και τη χρησιμότητα της σιωπής. Η Δημουλά το λέει αλλιώς: «Οταν σιωπώ, είναι απίστευτο το πόσο ευφραδής γίνομαι. Εκτιμώ τη σιωπή γιατί συσκοτίζει το όχι ώστε να εκλαμβάνεται σαν ναι». Αυτά ως προς την Τέχνη. Ο πολιτισμός όμως είναι άλλο πράγμα. Είναι αυτός που καθιστά τον «πληθυσμό» κοινωνία και δημιουργεί συλλογικότητα μέσα από κοινά αποδεκτές συμπεριφορές. Κάθε κοινωνική δραστηριότητα φέρει ένα πολιτισμικό πρόσημο. Είναι αυτό που επιτρέπει στους πάντες, και προπαντός στους πολιτικούς, να μιλάνε για τον πολιτισμό σαν ειδήμονες. Ο Sartre πάλι ονόμαζε «ειδήμονες» εκείνους που επεμβαίνουν σε υποθέσεις που δεν τους αφορούν. Πολιτισμός είναι, εν τέλει, η κοινωνικοποίηση της ατομικής μας περίπτωσης, του σώματος και της τιμής του. Τώρα καταλαβαίνω: η Τέχνη έχει γυναικεία υπόσταση και ο πολιτισμός ανδρική. Δηλαδή, η Τέχνη γεννά και ο πολιτισμός διατηρεί και διαδίδει. Ο έρωτας πάλι παραμένει γένους ανυπεράσπιστου (Κική Δημουλά)... Στους αιώνες.

26/10/2008

Video art και κρατική τηλεόραση

Το καλό με την τέχνη είναι πως όλοι μπορούν να έχουν γνώμη γι’ αυτή. Το κακό είναι πως καθένας νομίζει ότι δικαιούται να μιλάει εξ ονόματός της. Εχετε επισκεφτεί τη Φοντάνα ντι Τρέβι στη Ρώμη; Αν όχι, σίγουρα την έχετε δει στις ταινίες του Φελίνι ή στη δική μας «Μοντέρνα Σταχτοπούτα». Για περισσότερες λεπτομέρειες ρωτήστε τον Γιαννάκη (όχι τον προπονητή, τον άλλον). Πρόκειται για μια διαμόρφωση του Μπαρόκ, στην οποία το φυσικό στοιχείο -το νερό- και το τεχνητό -η λίμνη- μπλέκονται αξεδιάλυτα και όπου αρχιτεκτονική, γλυπτική και ζωγραφική γίνονται ένα. Σ’ αυτό το σκηνικό δεν ξεχωρίζεις ποια πέτρα έχει λαξεύσει ο γλύπτης και ποια έχει αφήσει ανέπαφη, ενώ παράλληλα ο τοίχος στο βάθος λειτουργεί την ίδια στιγμή και χρηστικά και αισθητικά. Εφερα αυτό το παράδειγμα για να δείξω πόσο συχνά διαλέγονται οι τέχνες μεταξύ τους και πόσο εντυπωσιακά επικαλύπτονται σχεδόν ανεπαισθήτως. Φερ’ ειπείν η ζωγραφική και η φωτογραφία, παλαιότερα, και σήμερα η video art ή ο κινηματογράφος: κοινή γλώσσα, διαφορετικοί ρυθμοί και προθέσεις, συχνά όμοια αισθητική, εκ των πραγμάτων αλλιώτικοι αποδέκτες. Θα έλεγα κατ’ αρχάς ότι η video art αρχίζει τη στιγμή ακριβώς που ο κινηματογράφος απεμπολεί τον πειραματικό του χαρακτήρα στο όνομα μιας αμφιλεγόμενης, μαζικής διασκέδασης. Φανταστείτε τώρα μια εκπομπή στην κρατική τηλεόραση, στη ζώνη που κάποτε -πολύ παλιά- έδειχνε ελληνικά ντοκιμαντέρ βοηθώντας απίστευτα τους δημιουργούς του ελληνικού σινεμά, στην οποία θα προβάλλονται τα videos των εικαστικών μας. Τα οποία είναι πάρα πολλά! Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι μία στις δύο εκθέσεις που επισκέπτομαι περιλαμβάνει και video-τεκμηρίωση. Θα μπορούσαμε να βαφτίσουμε αυτή την υποθετική σειρά της κρατικής τηλεόρασης «videogames» και να την αφιερώσουμε στην αλληλογνωριμία κινηματογραφιστών και ζωγράφων. Επειδή υπάρχει ένα απίστευτα πλούσιο υλικό που παραμένει άγνωστο και ανεκμετάλλευτο, μακριά από τους φυσικούς του αποδέκτες. Το δράμα του τόπου έγκειται στο ότι η σύγχρονη τέχνη παράγεται ερήμην του ευρύτερου κοινού. Και επ’ αυτού η ευθύνη όλων μας είναι τεράστια. Η τηλεόραση λοιπόν θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν μια διαρκής οθόνη για τα ντοκιμαντέρ και τα videoprojects, υποστηρίζοντας έτσι ουσιαστικά τη σύγχρονη δημιουργία μας αλλά και εκπαιδεύοντας συστηματικά το ευρύ κοινό μακριά από ρεαλιτζήδες και «διάσημα» ψώνια των δεκαπέντε λεπτών. Κρατική τηλεόραση με κονδύλια και μανδαρίνους έχουμε. Καιρός ν’ αποκτήσουμε και εθνική.

ΥΓ. 1. Ιδέα! Την εκπομπή μπορεί να παρουσιάζει η κ. Ελενα Κατρίτση ή η κ. Αννα Παναγιωταρέα, για να χτυπήσουμε έτσι την ανεργία στον ευπαθή κλάδο των τηλεστάρ.

ΥΓ. 2. Για να κάνεις τέχνη, πρέπει να υπερβείς τη δεσποτεία του ορατού και να επιχειρήσεις την ερμηνεία του. Τότε η, όποια, εικόνα ντύνεται μαγικά τη σάρκα της αιωνιότητας. Είχε εξαιρετικά δίκαιο ο Merleaux-Ponty, που υποστήριζε ότι η ζωγραφική δεν αποδίδει τόσο μια σάρκα αλλά αυτό που είναι η σάρκα. Ζωγραφίζει, μ’ άλλα λόγια, τη σωματικότητά της, το μυστήριο της ύπαρξής της, το μυστικό του ανθίσματος αλλά και του μαρασμού της. Αντίθετα, η φωτογραφία καθιστά το ορατό οικείο ως τα όρια της πένθιμης κοινοτοπίας.

19/10/2008

Υποκρισία και Τιμωρία

Κάθε χρόνο επαναλαμβάνεται το καρκίνωμα της εκπαίδευσης που λέγεται «μαθητικές καταλήψεις». Σαν επιδημία, σαν τις αρχαίες φρυκτωρίες, τα γυμνάσια και τα λύκεια απ’ άκρου εις άκρον της χώρας παίρνουν φωτιά και οι μαθητές τους αλυσοδένουν τις εισόδους. Δεν υπάρχει όμως μεγαλύτερη απόδειξη ότι έχουμε δραματικά αποτύχει ως κοινωνία και κράτος από τη βλακωδώς επαναλαμβανόμενη αυτή «μόδα». Δεν υποτιμώ ούτε αγνοώ τα χρόνια προβλήματα που ταλανίζουν την Παιδεία. Ομως θεωρώ εγκληματική αυτή την επαναλαμβανόμενη πρακτική που εγκαινίασαν πριν από δεκαετίες κάποιοι προοδευτικοί φωστήρες και η επήρεια του φωτοσβεστικού τους οίστρου βρίσκει ακόμη πιθηκίζοντες μιμητές. Κυρίως γιατί η διδακτική ώρα που χάνεται δεν αναπληρώνεται. Σωρεύονται κενά επί κενών, η μια γενιά γίνεται πιο αγράμματη από την προηγούμενη και πιο εύκολα καθοδηγούμενη. Επειδή η γνώση συνιστά εξουσία, ενώ η άγνοια αποτελεί το πρώτο σκαλοπάτι στη χειραγώγηση. Τα αιτήματα για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος δεν πρόκειται να σταματήσουν ποτέ, αλλά αυτό το ετήσιο φθινοπωρινό ξεσάλωμα είναι ολέθριο. Αποσυντονίζεται κάθε εκπαιδευτική διαδικασία, χάνεται η όποια σχέση διδασκόντων και διδασκομένων, εθίζονται οι πάντες στην ήσσονα προσπάθεια. Από την άλλη, όσοι υστερόβουλα χαίρονται για την «επαναστατικότητα» και τη «συνειδητοποίηση» των παιδιών, από ηλιθιότητα, χρεώνονται και με άκρα υποκρισία. Τίποτε το προοδευτικό σε αυτή την επιδημία των πιτσιρίκων με τα καμένα βιβλία και τα διαλυμένα θρανία. Υπάρχουν άλλοι τρόποι για να διαμαρτυρηθεί κανείς, και βέβαια με την καθοδήγηση των υπευθύνων γονέων. Γιατί είναι φενάκη να πιστεύουμε πως παιδιά του Γυμνασίου είναι σε θέση να αποφασίζουν και εν τέλει να πραγματοποιούν καταλήψεις. Αντιλαμβάνεται κανείς πόσο εύκολα διαλύεται η ούτως ή άλλως εύθραυστη σχολική πειθαρχία και πώς τα παιδιά εξ απαλών ονύχων εθίζονται να πιστεύουν στο δίκαιο της πυγμής και της αυθαιρεσίας. Επ’ αυτού οι ευθύνες της Αριστεράς είναι τεράστιες. Αλλά και τα όποια «ωφελήματα» πιστεύει ότι θα προσποριστεί από τέτοιες μηδενιστικές διαδικασίες πρόσκαιρα. Κάποτε οι αριστεροί λέγαμε «πρώτοι στα μαθήματα, πρώτοι στον αγώνα». Τώρα;

15/10/2008

Το χρωμοφοβικό μας απωθημένο

Αν έχει επάνω τιρκουάζ, ομολογώ πως με πειράζ’…»
Μνήμη Γιώργου Τσαγκάρη (χρωμοφοβικό δημώδες)

Μπορεί τα πράσινα, τα κίτρινα, τα μπλε της τα βραχιόλια να κάψαν τα Πετράλωνα και να τρέλαναν τα Σεπόλια, όπως θέλει το άσμα, αλλά αυτό συμβαίνει μόνο ως ποιητική αδεία και εφόσον έχει καταναλωθεί ρητινίτης σε τέτοιο βαθμό, ώστε τα ανωτέρω χρώματα να καταυγάζουν τα νέφη της μέθης. Η αλήθεια είναι ότι η καθημερινή μας πραγματικότητα είναι άγευστα άχρωμη, ή καλύτερα, είναι υπαρξιακά χρωμοφοβική. Είμαστε η χώρα του ανοικτίρμονος ηλίου και των βιολετί δειλινών, αλλά επιμένουμε –ίσως ως contraposto– να κυκλοφορούμε γκρίζοι, να φοράμε μαύρα σαν χήρες ανύμφευτες και να επιλέγουμε για χρώμα των σπιτιών ή των δωματίων μας τους πιο ουδέτερους τόνους του ανθρακί, του λευκού ή του ευκοιλιέ (οι πιο μερακλήδες και προχωρημένοι). Πού οφείλεται η τοιαύτη φοβικότης; Αν ήμουν παραδοσιακός ιστορικός και όχι ο κ. Λιάκος, θα χρέωνα σαφώς στην Τουρκοκρατία και τη μαύρη και άραχνη σκλαβιά το χρωμοφοβικό μας απωθημένο. Αν ήμουν ο κ. Λιάκος αυτοπροσώπως, δεν θα ασχολούμην με τέτοιες αηδίες, αλλά θα μελετούσα τις σχέσεις έθνους - κράτους και εθνογένεσης κατά το 18ο αιώνα και άλλες τέτοιες σκοτεινές και χωρίς το φως ιλαρόν της φιλοπατρίας ιστορίες. Ο Κωνσταντίνος Παρθένης έλεγε πως χρώμα ίσον φως. Εμείς επειδή έχουμε ριγηλό, σκληρό και συμπαγές φως που κόβει χρυσίζοντας και λιώνει μελώνοντας τα πορτοκάλια, όντας απολύτως καλυμμένοι φωτοχρωματικώς, έχουμε την πολυτέλεια να αγνοούμε το χρώμα στο δημόσιο βίο και τα ιδιωτικά μας βίτσια. Ακόμη και τις Κυκλάδες βάψαμε λευκές για τουριστικούς λόγους ενώ εκ κατασκευής ήσαν πολύχρωμες. Μπλε, τιρκουάζ και φούξια. Το λευκό το είπε, μαζί με το ΟΧΙ, ο Μεταξάς! Ετσι το χρώμα, όπως άλλωστε και η μουσική, εγκαταβιώνει σε τόπους και πατρίδες βορειότερα ημών, εκεί δηλαδή που το λευκό δέρμα και τα ξανθά μαλλιά ή η σταράτη επιδερμίδα δένουν γλυκά με τα κόκκινα ή τα κίτρινα ενδύματα, τις μπλε ή πράσινες προσόψεις των δημόσιων κτιρίων. Τελική ερμηνεία: Είμαστε λαός βαθύτατα συντηρητικός παρά τις πόζες και τις δηλώσεις μας και η χρωμοφοβία μας αντανακλά το βαθύτερο δέος που μας καταλαμβάνει εμπρός στη γυμνή ζωή, στην πραγματικότητα που αναδύεται ατόφια μπροστά στα τσιμπλιάρικα μάτια μας και με τα χρώματά της μας τυφλώνει. Το γκρίζο για εμάς είναι ένα άλλοθι ύπαρξης. (Οπως εξάλλου η θρησκεία, η πολιτική, η μικροπολιτική και οι μικροπολιτικοί της.) Αν ο ομηρικός ήρως ζητεί θάνατο στο φως, δηλαδή στο χρώμα, εμείς πεθαίνουμε σεμνά, χριστιανικά και μουγκά στο σκοτάδι σαν τους τυφλοπόντικες. Δικαιοσύνη…

ΥΓ. 1: «Και η ποίηση είναι ένας στεναγμός από λέξεις…» Γ. Τσαγκάρης, Ανένδοτοι ήλιοι, εκδ. Καστανιώτη.
ΥΓ. 2: Απεργία δημοσιογράφων και ταξιτζήδων. Η καλύτερή μας. Για λίγο απαλλαγμένοι από πραγματικές ή συμβολικές αναθυμιάσεις. Κινούμαι άνετα χωρίς το κίτρινο κιτς. Ορατόν τε και αόρατον και ακούω την αγαπημένη μου μουσική από το Τρίτο Πρόγραμμα χωρίς αντιραδιοφωνικές φωνές και τις φλυαρίες όσων διατηρούν εκπομπή εκεί επειδή εγκωμίασαν διά του Τύπου το διευθυντή τους. Εκ-πομπές.

12/10/2008

Cia, Cia, Cia

Ποια σκοτεινά κέντρα θέλουν να ρίξουν τον Καραμανλή; Μπορεί τέτοια υπονοούμενα ή ευθείες καταγγελίες να εκτοξεύονται εν θερμώ σε κομματικά ακροατήρια, δεν καταφέρνουν όμως να ανησυχήσουν κανέναν άλλον πλην της σκληροπυρηνικής βάσης της Ν.Δ. Μόνο που έτσι δεν κερδίζονται οι προσεχείς εκλογές. Ο Καραμανλής είναι πρωθυπουργός επειδή έπεισε μη δεξιούς ψηφοφόρους και τώρα κινδυνεύει, επειδή αυτό το επιλεκτικό τμήμα δεν έχει μέχρι τώρα πειστεί. Ο «τσαμπουκάς» είναι ένας ρόλος που δεν επιτρέπεται να επαναλαμβάνεται γιατί καταντάει μανιέρα. Ούτε πάλι ένα δημοκρατικό κόμμα μπορεί να επιβάλλει υποχρεωτική σιωπή στους εκπροσώπους του λαού. Εκτός κι αν Πολύδωρας, Μανώλης, Δαϊλάκης, Γιαννόπουλος και Cia αποτελούν όργανα της Cia. Αστειότητες. Οι δημοσκοπήσεις, κρυφές και φανερές, ασχέτως πρωτιάς, που στην παρούσα μάλλον ενδιαφέρουν τα ΜΜΕ και όχι τις πολιτικές ηγεσίες, δείχνουν το εξής: Τα κόμματα εξουσίας κυμαίνονται γύρω στο 30% και άρα δεν σχηματίζουν αυτοδύναμη κυβέρνηση, όσο και αν τα πριμοδοτεί ο κιμπάρης εκλογικός νόμος. Αυτό είναι το μείζον ζήτημα, το γεγονός ότι η κρίσιμη μάζα των ψηφοφόρων προσώρας δεν εμπιστεύεται ούτε τον Κώστα ούτε τον Γιώργο. Αλλά μάλλον τον Οδυσσέα (τον σημερινό Κανένα). Αυτή η διαρκής κρίση του δικομματισμού αποκαλύπτει συστηματικά τη δραματική ανεπάρκεια προσώπων και μεγεθών. Το Μαξίμου δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται αυτό που κατανοεί ο τελευταίος Δειλάκης, έστω και μετανοών: πως το Βατοπαίδι εξελίσσεται στο μεγαλύτερο σκάνδαλο της Μεταπολίτευσης, ενός τυφώνα Εφραίμ, ο οποίος σαρώνει υπουργούς, συμβόλαια υπουργικών συζύγων, κρατικούς θεσμούς και λειτουργούς. Τι τα θέλετε, το όνειρο του μέσου Ελληνα ήταν ανέκαθεν ένα σπιτάκι, αργότερα επιθύμησε και εξοχικό, δύο σπιτάκια! Οταν λοιπόν βλέπει τους ακτήμονες που ενεδύθησαν το αγγελικό σχήμα να θησαυρίζουν, αντιδρά. Περισσότερο κι από τον Κοσκωτά ή τη Siemens, το ανίερο παίγνιο με τη δημόσια περιουσία έχει προσβάλει κυτταρικά το σύνολο των συμπολιτών μας. Πρόκειται για την πασιφανή αλήθεια που μεταφέρουν στον Καραμανλή σε όλους τους τόνους οι ποικίλοι αντάρτες, αλλά αυτός ακούει σαν τη Ζαν Ντ’ Αρκ ή «άλλες» φωνές ή τη... «Σία».

8/10/2008

Ανασχηματισμός, η παιδική μου χαρά

Είναι γνωστό στα πολιτικά πηγαδάκια πως όταν ο πρωθυπουργός είναι σε δύσκολη θέση, μου τηλεφωνεί εξάπαντος. Επίσης, ο κάθε ενδιαφερόμενος γνωρίζει πως βάζω και εγώ το χεράκι μου όταν επίκειται ανασχηματισμός. Ετσι, ενώ πολλοί κατηγορούν τον αρχηγό της ΝΔ διότι επέλεξε τον άλφα ή τον βήτα υπουργό, θα ήταν δικαιότερο να τα βάζουν με εμένα. Το διάσημο άγνωστο Χ! Αλλά, φίλτατοι, εξέλιπε στις μέρες μας το πολιτικό θάρρος. Τι τα θέλετε; Θυμάμαι τώρα πως, στην πρώτη – πρώτη σύνθεση της νέας διακυβέρνησης, επέμενα για Τσιτουρίδη, Ρεγκούζα, Κεφαλογιάννη, Φώλια, Ρουσόπουλο, Βουλγαράκη, Λιάπη, Τατούλη και βέβαια για την κυρία Φάνη, παλαιόθεν φίλη της αοιδίμου μητρός μου. Ευτυχώς που ο πρωθυπουργός δεν είναι μνησίκακος και δεν διαθέτει μνήμη καμήλας. Ετσι, ακολουθώντας το έθιμο, βοήθησα αρκετά και στο κυβερνητικό σχήμα των πρόσφατων εκλογών. Επηρεασμένος από τις φωτιές, του ψιθύρισα στο τηλέφωνο: «Βάλε όσους έχεις για κάψιμο». Μη λυπηθείς κανέναν, μόνο έτσι θα παραμείνεις στο α-πυρ-όβλητο. Παράλληλα ρίχ’ τους στάχτη στα μάτια. Τι ήθελα να το πω; Αν ήμουν λίγο πιο προσεχτικός, δε θα φθάναμε σήμερα εδώ που φτάσαμε. Επίσης, έπρεπε να επιμείνω να υπουργοποιηθούν περισσότερες γυναίκες. Ιδίως διάσημες δημοσιογράφοι και σύζυγοι δημοσιογράφων. Εχουν μεγαλύτερη υπομονή, αντέχουν το ομαδικό κράξιμο και ξέρουν να αποχωρούν αξιοπρεπώς. Mea Culpa. Ο παιδιόθεν φίλος μου, Κώστας, δε φταίει σε τίποτα. Απλώς, μου έχει τυφλή εμπιστοσύνη. Sua Culpa. Προχτές το βράδυ, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, χτύπησε το κινητό μου με έναν ήχο πολύ δραματικό. Ηταν εκείνος. «Δεν έχουμε πολύ καιρό», μου σφύριξε λαχανιασμένα. «Είσαι με το ποδήλατο;», τον ρώτησα, για να κερδίσω χρόνο. «Oχι, με τον Μεϊμαράκη», μου απάντησε κοφτά. «Κάτι πρέπει να κάνουμε». «Δεν περιμένουμε δύο-τρεις μήνες και να δράσουμε μετά;», του αντέτεινα, ξέροντας πως η καθυστέρηση υπήρξε ανέκαθεν η προσφιλής του τακτική. «Μη με εκνευρίζεις», μου φώναξε, τόσο θυμωμένα, ώστε μου έπεσε το τηλεκοντρόλ από το χέρι. Εβλεπα Μάκη, Βατοπαίδιο, Κιμ και Γιαννάκη. «Ξύπνα, επιτέλους» ούρλιαξε αυτός από την άλλη γραμμή, «το ΠΑΣΟΚ ανεβαίνει, ο κόσμος δε μου έχει πια εμπιστοσύνη, δε με θεωρεί καταλληλότερο». Δάκρυα μου ανέβηκαν στα μάτια. «Αν δεν είσαι εσύ καταλληλότερος, τότε ποιος είναι; Ο Γιωργάκης;», του απάντησα τρυφερά. «Απλώς, σκέψου ότι ο κόσμος ζει δύσκολα, είναι ανασφαλής και ανησυχεί για τα παιδιά του. Αρα, αν υπουργοποιήσεις τον Κυριάκο και τον Μιλτιάδη θα δώσεις χαρά στους γονείς τους και θα δημιουργήσεις ελπίδες στον κόσμο ότι κάποτε θα φροντίσεις και τα δικά του παιδιά». «Κα-τα-πλη-κτι-κό», άκουσα τη φωνή του από την άλλη πλευρά. Συγκινημένος, συνέχισα: «Αλλωστε ακολουθούν τη σκέψη σου. Εσύ έκανες υφυπουργό ξανά τον γαμβρό του Εβερτ και υπουργό ξανά τον υιό του Παπαληγούρα και γαμβρό του Ράλλη. Αν δεν σκέφτηκες τους γονείς τους, τότε τι σκέφτηκες;». Ο Καραμανλής με καληνύχτισε ανακουφισμένος. Κι ξανάπιασα το τηλεκοντρόλ. Στο γυαλί ο Γιαννάκης εξηγούσε πάλι στον Μάκη πόσο υπέφερε από την ασφυκτική αγάπη των διάσημων γονιών του.
5/10/2008

Ο θυμός του Καραμανλή

Βλέπω και ξαναβλέπω το βίντεο του Καραμανλή στην Κεντρική Επιτροπή και προσπαθώ να καταλάβω γιατί θύμωσε τόσο πολύ μαζί μου. Πώς είναι δυνατόν να του πέρασε από το μυαλό ότι τον υπονομεύω, ότι θέλω να ρίξω την κυβέρνησή του. Γιατί εξοργίστηκε τόσο πολύ εναντίον μου ο πρωθυπουργός; Επειδή, δεν μπορεί, με μένα τα είχε, εμένα κοίταζε με ένα βλέμμα όλο περιφρόνηση. Ομως, τι του έκανα; Μήπως δεν τον υπερψήφισα το 2004, δίνοντάς του μάλιστα ισχυρή πλειοψηφία, ώστε να πραγματοποιήσει το πρόγραμμά του δίχως προσκόμματα; Δεν τον ξαναψήφισα πέρσι αποδεχόμενος την αιτιολογία που προέβαλε για την, πολιτικά, ενισχυμένη σύνταξη ενός δύσκολου Προϋπολογισμού; Μισθωτός είμαι και εγώ, ξέρω από δυσκολίες προϋπολογισμών, έστω και οικογενειακού διαμετρήματος. Εκτός πάλι και εάν φταίω εγώ επειδή αυτός ο περιλάλητος Προϋπολογισμός έπεσε έξω πριν καν έρθει η ώρα του νέου. Αν εγώ φταίω για τους ατυχείς χειρισμούς ή τους λανθασμένους υπολογισμούς, αναλαμβάνω ακέραια την ευθύνη. Αλλά όσο και αν ανακρίνω αυστηρά τον εαυτό μου, διαπιστώνω πως δεν είμαι εγώ ο φταίχτης. Από την άλλη, σκέφτομαι ότι μπορεί να του χάλασε τη διάθεση η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, το ντόμινο που άρχισε από τις τράπεζες της Αμερικής και συνεχίζει με τις τράπεζες της Ευρώπης. Αν είναι έτσι, το καταλαβαίνω. Ομως, μπορεί να υπονομεύσουν την κυβέρνηση της Ν.Δ. οι τράπεζες της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των ΗΠΑ; Μήπως δεν κάνουμε πάντα ό,τι μας παραγγέλνουν; Μήπως δεν τους εμπιστευόμαστε τα αποθεματικά των ασφαλιστικών μας ταμείων; Αν αυτοί μας υποβλέπουν, τότε έφτασαν τα ύστερα του κόσμου. Τότε δεν κατέρρευσε μόνον ο υπαρκτός σοσιαλισμός, αλλά κλυδωνίζεται και ο υπαρκτός καπιταλισμός! Που να πνιγούνε όλοι στη λίμνη Βιστωνίδα, Θεέ μου συγχώρα με. Αν η αγορά δεν αφήνεται να αυτορρυθμίζεται και το κράτος να εθνικοποιεί τράπεζες, τότε ανασταίνεται η σοσιαλμανία. Η γυναίκα μου, θέλοντας να με παρηγορήσει, μου λέει πως ο πρωθυπουργός δεν έχει θυμώσει με εμένα, αλλά με τον Τατούλη. Δεν καταλαβαίνω τίποτα. Ο Τατούλης υπήρξε υφυπουργός του Καραμανλή και είχε καταγγείλει εγκαίρως και τον Ζαχόπουλο και τον Βουλγαράκη. Από την άλλη, έχει τόση δύναμη ο Τατούλης ώστε να στεναχωρεί κοτζάμ Καραμανλή; Ωστε να μπορεί να τον ανατρέψει; Μήπως όλα αυτά είναι ρόλοι πολύ καλά παιγμένοι μεν, αλλά καθόλου πρόσφοροι πια; Αυτά σκέφτομαι και τώρα αρχίζω να θυμώνω εγώ…
1/10/2008

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2008

FAQ

Κείμενά μου δημοσιεύονται κανονικά κάθε εβδομάδα στο freepress «FAQ» από το νούμερο 18. Δείτε στο www.faqpress.gr.

ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ, Η ΗΘΙΚΗ ΚΑΙ Η ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΤΟΥ

Επειδή τα πράγματα είναι όπως είναι, τα πράγματα δεν θα παραμείνουν όπως είναι…
Μπέρτολντ Μπρεχτ


Ο κ. Λιάπης μου είναι πολύ συμπαθής. Είναι κομψός, διαθέτει χαριτωμένα αμήχανο χαμόγελο, παίξαμε μπάλα μαζί πριν από πολλά χρόνια, έχει τον αέρα του πολιτικού τζακιού απ’ το οποίο προήλθε. Ο Μιχάλης ανατράφηκε για να γίνει υπουργός (τουλάχιστον) κι αυτό φαίνεται σε κάθε του κίνηση. Η οποία είναι συγκαταβατικά ευγενής και ευγενικά συγκαταβατική. Είναι δηλαδή η συμπεριφορά κάποιου που ως πορφυρογέννητος έμαθε από νωρίς να δίνει διαταγές, να ταξιδεύει «business class», να ανήκει σε μιαν νομενκλατούρα και να διαφοροποιείται απ’ το πόπολο. Ήταν μόλις 30 ετών όταν έγινε διευθυντής προσωπικού στην Προεδρία της Δημοκρατία και έκτοτε συνόδευε τον θείο του σ’ όλα τα επίσημα και ιδιωτικά του ταξίδια. Οι αστακοί που έχει καταναλώσει στην αβροδίαιτη ζωή του θα γέμιζαν όλη τη λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου. Οι αστακοί μεγαλώνουν στη λάσπη του βυθού. Ο κ. Λιάπης υποστηρίζει ότι δέχεται λάσπη με τους τόνους. Οι φρέσκοι τόνοι που έχει επίσης γευστεί στην πολυκύμαντη σταδιοδρομία του ανταγωνίζονται τους αστακούς. Η, έστω, υπερβολική ή σατιρική παρουσίαση της πραγματικότητας δεν συνιστά ύβρη. Ειδικά όταν αναφερόμαστε σ’ ένα δημόσιο πρόσωπό το οποίο διαχειρίζεται κρατικά κονδύλια, εκπροσωπεί σε θεσμικό επίπεδο τον πολιτισμό του τόπου και διεκπεραιώνει υποθέσεις που μας αφορούν όλους. Τα παραπτώματα για τα οποία εγκαλείται ο κ. υπουργός είναι κατ’ αρχάς αισθητικής τάξεως. Όλα τα άλλα έπονται. Ο κ. Λιάπης όφειλε να ζει τον μονήρη και ασκητικό βίο του θείου του ο οποίος «πέτρωσε τη καρδιά του» κατά τη χαρακτηριστική του έκφραση στο όνομα του καθήκοντος. Όπως εκείνος το αντιλαμβανόταν. Η Ιστορία τον έχει, ήδη, κρίνει. Ο κατιών του απόγονος όμως θεώρησε το dolce farniente ως μείζον πολιτικό επίτευγμα. Στο υπουργείο συγκοινωνιών εισήλθε και εξήλθε αθώος του αίματος, στο ΥΠ.ΠΟ μετά την πτώση του Ζαχόπουλου αποφεύγει να υπογράψει οτιδήποτε για να μην εκτεθεί! Έτσι το τέλμα διαιωνίζεται. Ο πρωθυπουργός θεώρησε λανθασμένα πως στο δραματικά υποβαθμισμένο από τη Ν.Δ. υπουργείο πολιτισμού –ποιος μπορεί να ξεχάσει το πέρασμα του Μπομπ Βουλγαράκη; -θα ήταν ο ξάδελφος του ασφαλής εγκαινιάζοντας εκθέσεις ζωγραφικής. Σφάλμα. Τώρα ο κ. Λιάπης πρέπει να υπογράψει ένα τουλάχιστον έγγραφο: Τη παραίτησή του.
Τι όμως του καταλογίζεται και πώς τίθεται θέμα πολιτικής ευθύνης και ηθικής τάξεως; Ο υπουργός εφωράθη –εξ ου και η λέξη «αυτόφωρο» -να συνδιασκεδάζει με ανθρώπους του κοινωνικοοικονομικού κατεστημένου οι οποίοι είχαν και έχουν βλέψεις σε κρατικές αναθέσεις. Θα μου πείτε με ποιόν θέλατε να κάνει παρέα ο κ. Λιάπης; Με τον Καταλειφό, τον Μαρμαρινό ή τη Σαβίνα Γιαννάτου; Με τον Καβάκο, τη Μάνια Παπαδημητρίου ή τον Γιάννη Βαρβέρη; Ο minister όπως κάθε minister συναγελάζεται τους ομοίους του. Είναι χαρακτηριστικό πως η συντριπτική πλειοψηφία των υπουργών πολιτισμού πρωτομπήκε στην Εθνική Πινακοθήκη στο εικοσαετές τουλάχιστον διάστημα που εγώ υπηρετούσα εκεί, αφού κατέλαβαν τον υψηλό θώκο τους. Και βέβαια αμέσως άρχιζαν να μιλούν περί παντός επιστητού (εξ ου και «επιστήμη») για αρχαιολογία, τέχνη, λογοτεχνία, όπερα, κλπ. Ο επαγγελματισμός, αν όχι ανύπαρκτος, τουλάχιστον ρηχός και διεκπεραιωτής. Καμία υψηλή ιδέα ή μεγαλόπνοη σύλληψη.
Διερωτώμαι λοιπόν ποιοί είναι οι σύμβουλοι του κ. Λιάπη. Ποιοι τον συμβουλεύουν για να κάνει όσα κάνει (ή μάλλον δεν κάνει). Από ποια κομματικά γραφεία έχουν προέλθει, άγευστοι των τεχνών και ανέραστοι ως προς τις Μούσες όπως και ο προϊστάμενός τους; Διαθέτουν βέβαια ύφος Umberto Eco, δηλαδή το ύφος της εξουσίας. Αν έκαναν τουλάχιστον και κάτι περισσότερο από το να παρακολουθούν ποδοσφαιρικές αγώνες. Γι’ αυτό σας λέω: Ο κ. Λιάπης πρέπει να παραιτηθεί τάχιστα για λόγους κυρίως αισθητικής. Γιατί δεν έχει κατανοήσει ποια είναι τα πολιτικά του λάθη. Κι επειδή μπέρδεψε ασυγχώρητα το δημόσιο με το ιδιωτικό. Πως λεγόταν η παλιά καλή ταινία; «Ιδιωτικά βίτσια, δημόσιες αρετές». Πριν την χούντα ο μακαρίτης Γαρουφαλιάς δεν εκτίθετο ποτέ στην παρέα του Φιξ ή του Νιάρχου. Η τότε νομενκλατούρα ήξερε να διαφυλάσσει τα συμφέροντα της διαθέτοντας μιαν συγκεκριμένη αισθητική. Τηρούσε τα προσχήματα. Η πολιτική αιδώς απωλέσθη οριστικά με τους πεινασμένους του ΠΑΣΟΚ και τους χορτάτους της ΝΔ. Ο κ. Λιάπης ενώ διαθέτει χαρέμι ολόκληρο γραμματέων καταδέχθηκε να του κλείσει το ξενοδοχείο στη Γερμανία η Siemens. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έκανε παρέα με τον Κουν, τον Χατζιδάκι και τον Μόραλη. Οι επίγονοι του με τους Χριστοφοράκους, τους trendy εφοπλιστές και τους Ζαχόπουλους. O tempora o mortes.

ΥΓ. : Τι περιμένετε από έναν τόπο που οι μπασκετμπολίστες είναι καλύτεροι από τους πολιτικούς του;

Για τη απώλεια του λαϊκού και το κόστος της

Ξέρετε τι σημαίνει glocalisation, ethnic, folk-art; Είναι διαχείριση των τοπικών πολιτισμών, των cultures του Lyotard, εντός των ορίων του συστήματος, δηλαδή της παγκοσμιοποιημένης εκδοχής του κόσμου μας. Το global συγκρούεται με το local και ο λαϊκός πολιτισμός είτε μουσειοποιείται καθιστάμενος folkart -έντεχνη παρουσίαση του λαϊκού που αποσπάται από τον φυσικό του χώρο - είτε γίνεται ethnic δηλαδή εμπλουτίζεται από στοιχεία άλλων τεχνών (jazz, rock, ambient κ.ά.), ένα πολιτιστικό mixage.
Η glocalisation είναι η χειροπιαστή αμηχανία μας να υπερασπιστούμε ένα παρελθόν που δεν επαρκεί για τις σύγχρονες ανάγκες κι ένα παρόν που πλέει στο αμνιακό υγρό του χρόνου, χωρίς ταυτότητα. Στην πατρίδα μας, η κυριαρχία του «λαϊκοέντεχνου» λαϊκισμού με όλα του τα πολιτικά και πολιτιστικά συμφραζόμενα και η ταχύτατη εξαφάνιση ενός υψηλόφρονος αστισμού δημιούργησαν το κοινωνικό εκείνο ίζημα το οποίο περιέχει νεόπλουτους αγράμματους, μικροαστούς ζηλόφθονους και λούμπεν στοιχεία χωρίς συνείδηση της ιδιαιτερότητάς τους. Και όσον αφορά στην εξαφάνιση της αστικής παιδείας που εκπροσωπούσαν ο Εμπειρίκος, ο Τσαρούχης ή ο Σεφέρης με τον κοσμοπολιτισμό τους, μικρό το κακό γιατί αναφερόταν ανέκαθεν σε μειονότητες. Το μέγα κακό προήλθε από την εξαφάνιση -καλύτερα ισοπέδωση- του λαϊκού χάριν κάποιων «εκσυγχρονισμένων» συμπεριφορών και μιας θεοποιημένης, μικροαστικής συνείδησης. Η τηλεόραση συμβάλλει καίρια στην επιβολή του λαϊκίζοντος εις βάρος του λαϊκού και στην ομογενοποίηση ενός κάποτε πολύχρωμου στην αυθεντικότητά του πληθυσμού. Η εμπορευματοποίηση του λαϊκού φολκλόρ, η εξαφάνιση των αγροτικών κοινωνιών και η χύδην ζωή στα αστικά κέντρα έδωσαν τη χαριστική βολή στον πηγαίο λαϊκό άνθρωπο: Στους πρωταγωνιστές του «Δράκου» του Κούνδουρου, στον λοχία -δεν έχει όνομα! -της «Ευδοκίας», στους αεικίνητους Βέγγο και Χατζηχρήστο, των «ταινιών γέλιου». Η λαϊκότητα πλέον θα γίνει κατ' εξοχήν αξία της κουλτούρας της Αριστεράς και σταδιακά από τα Μακρονήσια θα περάσει στη δισκογραφία και τις συναυλίες. Ο «Επιτάφιος» π.χ. των Ρίτσου - Θεοδωράκη με τον ασκητικά εμβληματικό Μπιθικώτση εκφράζει περισσότερο ένα ήθος και μια στάση ζωής και λιγότερο μιαν ιδεολογία ή μιαν αισθητική.
Έκτοτε, η Αριστερά γραπώθηκε απ' αυτές τις κυτταρικές μορφές ώσπου τις εξήντλησε αυτοεξαντλούμενη. Σήμερα, ο πολλαπλός Θεοδωράκης παντού είναι η ακραία συνέχεια μιας φόρμας που κατέληξε σε φολκλόρ. Η απώλεια του λαϊκού είναι το χειρότερο πολιτιστικό πλήγμα που δέχθηκε μεταπολεμικά ο τόπος και εν πολλοίς αυτό που προκάλεσε διαλεκτικά και την απίσχνανση του όποιου μοντέρνου στην ίδια εποχή. Η εξίσωση μοιραία καταλήγει σε ψευδολαϊκότητα που συνεπάγεται ψευδομοντερνισμό. Πιο απλά, δεν μπορεί να υπάρξει ο Κανιάρης χωρίς τον Τσαρούχη και εκείνος χωρίς τον Κόντογλου και τον Παρθένη. Ο Τσιτσάνης και ο Βαμβακάρης δεν εξισώνονται προς τον Σκαλκώτα, αλλά αποτελούν την αναγκαία περιρρέουσά του ατμόσφαιρα διαμορφώνοντας αισθητικά έναν ολόκληρο λαό. Η λογική τους συνέχεια είναι οι Χατζιδάκις-Θεοδωράκης και η αναίρεσή τους ο σημερινός φασισμός του «λαϊκοέντεχνου» και η δεσποτεία των έθνικ ατάλαντων. Στις ΗΠΑ ανάλογα η jazz και τα blues, ο Cole Porter και ο Duke Ellington αποτελούν το έδαφος για να στηριχθούν συνθέτες όπως ο Aaron Copland ή Charles Parker. Το επόμενο βήμα είναι η παγκοσμιοποιημένη ποπ Madonna και ο εκχυδαϊσμός του όποιου προσωπικού ύφους. Για μας, πάντως, η απώλεια του λαϊκού πληρώνεται με πανάκριβα λύτρα πολιτιστικής εξαθλίωσης, χωρίς να κερδίζεται το ελάχιστο αυτοκριτικής ή αυτογνωσίας.

Τρίτη 15 Ιουλίου 2008

Η ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΤΗΣ SIEMENS ΚΑΙ ΤΑ ΜΠΟΥΚΩΜΕΝΑ ΜΑΤΙΑ

Ελλάς - Βέγκας! Το προσομοίωμα που πλασάρεται από τα ηλεκτρονικά μέσα ως πρόσωπο της πατρίδας με τα ανθρωποειδή, άφυλα αλλά κυρίως άφιλα, που περιφέρονται στις γυάλινες οθόνες ως ιδανικοί Έλληνες. Αυτούς που οι πιτσιρίκοι με το μπουκωμένο από χάμπουργκερ στόμα και τα μπουκωμένα από Φοίβο remix αυτιά , θαυμάζουν και μιμούνται. Μπουκωμένα μάτια. Σκεφθείτε έναν προς έναν όλους αυτούς που αφήνετε κάθε μέρα να κυκλοφορούν ασύδοτοι σπίτι σας λέγοντας άρρητα αθέμιτα σε τρισβάρβαρα ελληνικά, τα οποία ρουφάνε οι άμοιροι ελληνικών βλαστοί σας. Μετρήστε τους ψύχραιμα και βαθμολογήστε τους. Τι αξίζουν, αλήθεια, μακριά από την τηλε-άλω και την τεχνητή χρυσόσκονη που τους χαρίζει το μέσον; Απλώς μηδενικά, πεινασμένα για κέρδος και εξαρτημένα από το ναρκωτικό της προβολής, πολύ κατώτερα από τον μέσο Έλληνα που και ευπρεπής είναι και καχύποπτος προς όλο αυτό το φωνασκούν σούργελο. Απλώς δεν έχει πολλές επιλογές εκτεθειμένος στο χτικιό της άνευρης, παθητικής διασκέδασης.
Αυτό γνωρίζοντας κι εκείνοι, κατεβάζουν συνειδητά τον πήχυ κάθε χρόνο και περισσότερο μένοντας πιστοί στις εντολές των αφεντικών τους. Όσο πιο ευχειραγώγητο γίνεται το πλήθος, όσο πιο πολύ μαζικοποιείται ο πολίτης, τόσο πιο εύκολα διατίθενται τα προϊόντα της παντοδύναμης τηλε-αγοράς, πνευματικά και υλικά. Μαζική κατανάλωση, κουλτούρα του ευδαιμονισμού χωρίς τύψεις και πολιτισμικός πανθεϊσμός πάνε μαζί.
Κάποτε λέγαμε «μολών λαβέ», στον τόπο αυτό, σήμερα λέμε «Cash and Carry»· και πορευόμαστε αμέριμνοι ανατρέφοντας προγλωσσικούς γραικύλους ή τεχνοκράτες μεταρρυθμιστές. Οπαδούς της κάθε μορφής συναίνεσης, δηλαδή της «υποχώρησης για το καλό μας». Θυμάστε τους θιασώτες του «Ναι» στο σχέδιο Ανάν, το οποίο εκτούρκιζε «δημοκρατικά» το νησί καταλύοντας την με αίματα κερδισμένη Κυπριακή Δημοκρατία; Σήμερα, το «όχι» των Κυπρίων -αλλά και των Ελλαδιτών- υποχρεώνει το αγέρωχο κατεστημένο της γείτονος ν' αναγνωρίσει τη Λευκωσία αν θέλει έστω και ειδική σχέση με την Ε.Ε.. Κανένα «ορθολογικό» και «πραγματιστικό» σχέδιο, βλέπετε, δεν μπορεί να τεθεί υπεράνω της Ιστορίας. Μόνοι όσοι πάσχουν από ηθικό αλτσχάιμερ ξεχνούν τόσο εύκολα το σπάταλα χυμένο αίμα. Η Ιστορία, πάντως, έχει την ηθική της όπως και η ηθική την αισθητική της.
Για κάποιους, όλα αυτά είναι «λεπτομέρειες», για μας ουσία. Σε δύο πράγματα αδυνατεί να επιβληθεί η λογική: στο θάνατο και τη βλακεία. Και το παράδοξο: οι Ελληναράδες να διπλώνουν με τη σημαία τους μπασκετμπολίστες της Εθνικής αλλά να λησμονούν τα Ίμια ή την Κύπρο. Στη μεταμοντέρνα Ελλάς-Βέγκας κάθε οχληρή ανάμνηση, κάθε δυσάρεστη σκέψη απωθούνται στο απευθυσμένο της συνείδησης για να κυριαρχήσει η βλακώδης ευτυχία και το μελό της τηλε-εικόνας.
Η τηλεόραση, εκτός από το να πουλάει ή να τζιράρει τεράστια ποσά, λειτουργώντας σαν αχανής αγορά που εμπορεύεται χύδην εικόνες ή να καταναλώνει κανιβαλικά εκείνα τα πρόσωπα τα οποία προς στιγμήν αποθεώνει, μπορεί να καταστεί και διαμορφώτρια κριτικής γνώμης, κουλτούρας και αισθητικής. Να είναι σχολείο που θα ψυχαγωγεί διαμορφώνοντας τα κυρίαρχα πρότυπα χωρίς κατ' ανάγκη να καταφεύγει στη χωματερή των εικόνων για ν' ανασύρει είδωλα. Απ’ την άλλη το σύστημα θέλει το χρόνο χωρίς «ιστορία», τη λέξη χωρίς το νόημα της και η εικόνα χωρίς τη σάρκα της.

Κυριακή 6 Ιουλίου 2008

ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ, ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΥΛΩΝΙΤΗ ΣΤΟΝ ΖΑΧΟΠΟΥΛΟ

Δυο είναι τα χαρακτηριστικά που κυριαρχούν στη συλλογική μας προσωπογραφία: η επιθετική αμάθεια και η καταπιεσμένη φιληδόντα (που μεταμορφώνεται τάχιστα σε υποκριτικό ευσεβισμό). Η περίπτωση του πρώην γ. γραμματέα και έμπιστου του πρωθυπουργού μ’ άλλα λόγια. Ο οποίος, με τη μικρόψυχη στάση του αφ’ ότου ανένηψε, απώλεσε όλη την συμπάθεια που κέρδισε αυτοτιμωρούμενος. Γιατί, διάβολε, δεν μας έχουν συνηθίσει οι δημόσιοι άντρες να βουτάνε από μπαλκόνια όταν αποκαλύπτονται τα έργα, οι ημέρες (και προ παντός οι νύκτες τους). Ο κ. Ζαχόπουλος, καθηγητής της επαρχίας, όπως θα έλεγε ποιητικά ο Apollinaire, έκανε εγκαίρως τη σωστή κίνηση: προσκολλήθηκε σ’ ένα κόμμα εξουσίας και επέλεξε το πιο επώνυμο πουλαίν του για να το «υπηρετήσει». Μετά όλα τ’ άλλα ήρθαν εύκολα. Επειδή εξουσία είναι ένα πράγμα που οργανώνεται μέσα από την αλληλεγγύη των μετρίων και στηρίζεται στην άγνοια ή την παραπληροφόρηση των πολλών. Ο κ. φιλόλογος έφιαξε πολιτιστικές ομάδες, διοργάνωσε καλλιτεχνικά γεγονότα, ενέπλεξε μεθοδικά πρόσωπα που θα τον οδηγούσαν στη κορυφή, προώθησε στα κρίσιμα κέντρα αποφάσεων τους «δικούς» του, σφυρηλάτησε, τέλος, δεσμούς μόνον με εκείνους που θα γίνονταν «εξουσία». Ως δάσκαλος της (μελλοντικής) συζύγου του (μελλοντικού) αρχηγού την ΝΔ έπιασε το δέκα το καλό. Από τούδε και στο εξής ο Ζαχόπουλος ήξερε τι έπρεπε να υπερασπισθεί: Μα βέβαια το τρίπτυχο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια»· με μια λέξη τον «Καραμανλισμό». Επειδή στην Ελλάδα τα κόμματα κληροδοτούνται εν είδει προικώου (Δες και την περίπτωση Γιωργάκη). Όταν, σε χρόνο ανύποπτο, του πρότεινα για νομικό του σύμβουλο ένα παραγκωνισμένο αδάμαντα της δημόσιας διοίκησης μ’ ερώτησε σκαιά: «Είναι δεξιός;». Με τον Ζαχόπουλο, πρέπει να πω εδώ –όπως με πολλούς άλλους Ζαχόπουλους –είχα συνεργασία –και συχνές οχλήσεις –πριν καταστεί εξουσία και λησμονήθηκα διακριτικά όταν ο ίδιος απέκτησε επιτέλους υπηρεσιακό αυτοκίνητο με σοφέρ.
Ο παρ ολίγον αυτόχειρας υπήρξε τέσσερα χρόνια ο αναμφισβήτητος δυνάστης του ΥΠΠΟ, το «δώρο» του μεταρρυθμιστή Καραμανλή στον τόπο και το φρένο για την όποια, δημιουργική προσπάθεια του ανήσυχου υφυπουργού Π. Τατούλη. Οι παροικούντες στην Ιερουσαλήμ γνώριζαν από καιρό το τραγελαφικό αδιέξοδο της οδού Μπουμπουλίνας αλλά ο Χρηστάρας έχαιρε της εμπιστοσύνης του Μαξίμου στο μάξιμουμ. Για το πολιτικό θα νοιαστούμε τώρα; Οι κυρίες (του Μαξίμ) εμφανίσθηκαν, φευ, αργότερα. Όπως κάθε καταπιεσμένος μικροαστός ο κ. Χρήστος διεκήρυσσε βέβαια per mare per terra το δόγμα «πνεύμα και ηθική» αλλά και διαπίστωνε γρήγορα πόσο ηδονικά εύκολη είναι η … εξουσία ιδιαίτερα όταν ασκείται σε ανθρώπους οι οποίοι εξαρτώνται άμεσα από αυτήν. Σήμερα ο τ. γενικός δεν ντρέπεται να κατηγορεί την συμβασιούχο υφισταμένη και μια εκ των ερωμένων του στο υπουργείο ότι τον εξώθησε στην αυτοκτονία. Ενώ η πικρή αλήθεια είναι πως το τζέτ λαγκ του προήλθε μόνον από την δραματική στέρηση του οφίκιου. Η μοιραία πτώση του δηλαδή προκλήθηκε από την απότομη πολιτική του προσεδάφιση. Αφήστε το πόσο πασιφανώς σκοπιμολογική είναι η αγριότητα της πολιτείας όταν κρατάει ακόμη προφυλακισμένη το, ουσιαστικό, θύμα όλης αυτής της αποκαλυπτικά άγριας, για τα ούτως ή άλλως εξαγριωμένη ήθη μας, ιστορίας.
ΥΓ. Στη γνωστή ταινία, ο πρόεδρος του συλλόγου «Πνεύμα και Ηθική», ο αείμνηστος Βασίλης Αυλωνίτης συμπεριφέρεται στο τέλος πιο ανθρώπινα. Και δεν αφήνει αυτή τη κωμωδία των ηθών να καταστεί ανήθικη τραγωδία.

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2008

ΤΕΣΣΕΡΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ

Βία: Ηλικιωμένη γυναίκα μανουβράρει με δυσκολία το καρότσι ενός μωρού σε πεζοδρόμιο φορτωμένο αυτοκίνητα και μηχανές. Έπειτα στέκεται στην άκρη κεντρικού δρόμου και περιμένει υπομονετικά να τον διασχίσει. Εμπρός της περνούν βιαστικοί οδηγοί χωρίς να σταματάνε. Αγνοώντας την επιδεικτικά, σαν να μην υπάρχει, ένα, δυο, τρία, τέσσερα λεπτά. Η ροή μοιάζει αδιαπέραστη. Τότε ένας εργατικός τύπος, ίσως Αλβανός, αντιλαμβάνεται το σιωπηλό σκάνδαλο, κουνάει το χέρι του αποφασιστικά και μπαίνει εμπρός για να ανοίξει δρόμο. Οι οδηγοί σταματάνε κακήν κακώς βρίζοντας και απειλώντας ενώ εγώ κατεβάζω το κεφάλι από ντροπή και απομακρύνομαι.

Ευχαριστώ!: Θέλετε ένα εύκολο παράδειγμα της διαφοράς ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό; Πρόκειται για το «ευχαριστώ» και το «παρακαλώ» που ακούτε, συνοδευόμενο μάλιστα κι από ένα πλατύ χαμόγελο, στα διόδια της Αττικής οδού. Πράγμα που βεβαίως δεν συμβαίνει στα, πανάκριβα πια, διόδια των εθνικών –λέμε τώρα- αρτηριών. Στα πρώτα δεξιώνονται, έστω και υποκριτικά ή καθ’ υπόδειξη, τον πελάτη-πολίτη ενώ στα δεύτερα τον φενακίζουν και τον απαξιώνουν. Όπως άλλωστε σε κάθε δημόσιο κατάστημα. Η αγένεια έχει εξελιχθεί πια σ’ εθνικό μας χόμπι. Η πιο ενοχλητική εκδοχή της καθημερινής, μη υλικής βίας. Διαφωνείτε; Ευχαριστώ!

Ένας αλλά Λέανδρος: Υπάρχει ένας δημόσιος λειτουργός, ένας επικεφαλής ανεξάρτητης αρχής που τα έχει βάλει συστηματικά και παθιασμένα με όλη τη κρατική διαφθορά. Υπουργοί, νόμοι και υπόνομοι δεν έχουν επιτύχει τα όσα χειροπιαστά κατορθώνει καθημερινά και αθόρυβα ο Λέανδρος Ρακιντζής, Γενικός Επιθεωρητής της Δημόσιας Διοίκησης: Και μάλιστα εναντίον όλης της εθνικής ημών γραφειοκρατίας. Πρόσφατο παράδειγμα το ότι ζήτησε δειγματοληπτικά το «πόθεν έσχες» από 6500 (sic) προϊστάμενους εφοριών, πολεοδομιών κλπ. Αν σκεφτεί κανείς το ελάχιστο προσωπικό που διαθέτει, η διεκπεραίωση το ανωτέρω εγχειρήματος συνιστά άθλο. Τόσο απλά, τόσο δύσκολα. Σαν το αβγό του Κολόμβου. Ή, μάλλον του Λεάνδρου.

Σύντροφοι: Κάθε (σχεδόν) Κυριακή, εδώ και πάμπολλες Κυριακές, αισθάνομαι προλεταριακή χαρά. Αισθάνομαι εγώ ο ταπεινός ίσος στη λύπη μου μ’ έναν από τους πλουσιότερους και πιο ευνοημένους ανθρώπους του κόσμου. Όπως κι εγώ μπορεί να νοιώθω απαίσια λόγω των βιοτικών μου προβλημάτων, έτσι χάλια μπορεί να νοιώθει και αυτός. Απόλυτα δυστυχής μεν, για διαφορετικούς, βεβαίως, λόγους. Πρόκειται για τον πρόεδρο της ΠΑΕ Παναθηναϊκός κο Τζίγγερ. Αγαπητό μου σύντροφο στην εξακολουθητική κυριακάτικη πίκρα.

Το δικό μου πανεπιστήμιο

Άκουγα τον κ. Βερέμη πρόεδρο του Εθνικού Συμβούλιου Παιδείας, στο «Κόκκινο 105,5» και δεν πίστευα τ’ αυτιά μου: «Αυτά που λέει ο υπουργός Παιδείας για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι μπούρδες (sic). Σας διαβεβαιώ ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ε.Ε. είναι ελάχιστα και κυρίως μεταπτυχιακού χαρακτήρα… ». Για να συμπληρώσει η τ. πρόεδρος της Βουλής κ. Μπενάκη: «Κρίνω άστοχη την ανακίνηση αυτή τη στιγμή του άρθρου 16 από τη κυβέρνηση…». Απ’ την άλλη πλευρά διακεκριμένα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ αποφεύγουν να καταδικάσουν κατηγορηματικά τους προπηλακισμούς ή τους τραυματισμούς πρυτάνεων, την αρπαγή των καλπών και τη βία στα πανεπιστήμια. Φοιτητικές παρατάξεις επίσης ζητούν την κατάργηση του πρόσφατου νόμου για την παιδεία ξεχνώντας ότι αυτός είναι νόμος του κράτους και πιστεύουν πως με καταλήψεις ή συλλαλητήρια κι όχι εκλογές θα φύγει, το εκλεγμένο, πάντως, κράτος της δεξιάς. Τέλος, η αναρχία, αυτή η ουτοπία του πραγματικού και η πολιτική του θέλει να κάνει την πολιτική ποίηση (Μπακούνιν, περιοδικό Avantgarde, 1878) , στην Ελλάδα εξισούται με την αγράμματη εξαχρίωση, τους βανδαλισμούς ιστορικών μνημείων ή το κάψιμο των… αντιφρονούντων.

Προσωπικά πιστεύω σ’ ένα πανεπιστήμιο ανοιχτό σ’ όλες τις ιδέες, ανεξάρτητο από όποια κομματική καθοδήγηση, εχθρικό προς κάθε μορφή βίας, φιλικό στη διαφορά, ανεξίθρησκο, ανήσυχο και ερωτευμένο με την αλήθεια· μιαν έννοια που σταθερά οφείλουμε να επανορίζουμε. Ένα πανεπιστήμιο που θα καθοδηγεί τη κοινωνία και δεν θα καθοδηγείται από την αγορά και που θα είναι πολιτικό επειδή ακριβώς θα περιφρονεί τις μικροπολιτικές εκείνων των κομμάτων που βούλονται να το χρησιμοποιήσουν. Τρίπτυχό του: Γνώση, Έρευνα, Ελευθερία. Χωρίς να ξεχνάω πως το πανεπιστήμιο αποτελεί σταθερό βαρόμετρο που αντανακλά τη κρίση ή την παρακμή ολόκληρης της κοινωνίας , θέλω να πιστεύω πως είναι το μέγιστο οχυρό σ’ αυτό το έλλειμμα.

Τι έσπρωξε όμως τη κυβέρνηση ν’ ανακινήσει τώρα τη «μπούρδα» των ιδιωτικών πανεπιστημίων προκαλώντας την, αναμενόμενη, έκρηξη των ακραίων στοιχείων; Νηφάλιοι σχολιαστές διείδαν μια προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης κι ένα γαργάλημα του θυμικού της. Εφόσον το εύκολο συμπέρασμα είναι πως για όλα φταίνε τα «κωλόπαιδα» ή οι «τεμπέληδες καθηγητές». Κι ας είναι η πολιτεία που έχει απλώσει 22 υπολειτουργούντα πανεπιστήμια σε πόλεις ή νησιά με κριτήρια εσωτερικού τουρισμού ή βουλευτικών ρουσφετιών. Πανεπιστήμια χωρίς υποδομές και χρήματα σε προκάτ αίθουσες. Κι ότι στοχεύει να βελτιώσει αυτά τ’ άθλια δημόσια πανεπιστήμια αναγορεύοντας τα εργαστήρια ελεύθερων σπουδών σε άθλια ιδιωτικά πανεπιστήμια! Ώστε η ιδιωτεία να συναντά το στυγνό ψηφοθηρικό συμφέρον…

Κυριακή 29 Ιουνίου 2008

Η ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΗΤΤΑΣ ΚΑΙ Η... ΤΗΝΟΣ

H ήττα προκαλεί μιαν ηδονή περίεργη, αντιστρόφως ανάλογη της νίκης. Ενώ συγχρόνως διδάσκει αποτελεσματικότερα της οποιασδήποτε επιτυχίας. Η νίκη σε καθιστά αναίτια υπερφίαλο, η ήττα ταιριάζει στους φιλοσοφημένους ή σε όσους επιβάλλεται, σαν κι εμάς, να φιλοσοφήσουν όσο γίνεται ταχύτερα.

Μια επιτυχία μας στο Euro θα ήταν ένας παραμορφωτικός, όσο και ψευδής, καθρέφτης όχι μόνο της ποδοσφαιρικής μας, ποιος το... χαιρετάει το ποδόσφαιρο, αλλά της κοινωνικής, γενικότερα, πραγματικότητας. Τα πράγματα πάνε σταθερώς χάλια και δεν χρειαζόμεθα πλέον κανένα χάπι ευτυχίας, κοινώς placebo, για να αυτοπαραμυθιαστούμε. Η ήττα, ακόμη και η ξεφτίλα θα σας έλεγα, μας πάει γάντι. Ταιριάζει απόλυτα σ’ αυτό τον τύπο με το θηριώδες Hummer που εκστρατεύει στη Μύκονο, προς άγραν συναγρίδων και μοντέλων, αγνοώντας ότι δεν υπάρχουν πια συναγρίδες στο Αιγαίο και χρωστώντας ακόμη και τις δόσεις του Hummer και εκείνες του Rolex. Στην παραλία της Φτελιάς κάνουν το παν αυτός και η παρέα του για να αποδείξουν στα λοιπά μαστοφόρα πόσο άνδρες και πόσο επιτυχημένοι είναι, ενώ από παντού ξεχειλίζει η αποφορά του υπαρξιακού looser. Αυτή η αποφορά μού θύμισε την άψογη προφορά του κ. Βουλγαράκη, όπως τον είδα στον ΣΚΑΪ να προλογίζει γαλλιστί μιαν έκθεση. Ατομα τέτοιας παιδείας είναι κρίμα να χάνονται σε λιμάνια γεμάτα θρασείς λεμβούχους και υπολογιστές Κινέζους. Ας είναι.

Δέκα εκατομμύρια Ελληνες νοσταλγούν σήμερα τον Αλέφαντο και τον Παναγούλια και τα ‘χουν με τον Ρεχάγκελ ή τον Καραγκούνη. Και μπορεί μεν όλοιαυτοί να έχουν μορφωθεί αθλητικώς στην πρέφα και το τάβλι αποκλειστικά, αλλά θεωρούν εαυτούς ποδοσφαιρικές διάνοιες. Κατά τ’ άλλα, φταίει ο άσχετος, ο Ρεχάγκελ.

Στην πραγματικότητα μπορεί πάντως να φταίει το αρνητικό μας φενγκσούι, ο τρόπος λ.χ. που έχουν βάλει τα έπιπλα στο Μέγαρο Μαξίμου. Αυτό το κόκκινο χαλάκι στα σκαλιά της εισόδου, που το κουτρουβαλάει ο κ. Αλογοσκούφης και το παρακάμπτει η Ψηλοντόρα. Ισως φταίνε πάλι οι πίνακες που δάνεισε η Εθνική Πινακοθήκη για το πρωθυπουργικό γραφείο, γνωστών όντων έκπαλαι των ΠΑΣΟΚικών αισθημάτων της διεύθυνσής της. Εφόσον δεν υπάρχει τίποτε πιο επικίνδυνο από τους γεροντοέρωτες (αλλά και τα γεροντομίση που κρατάνε ακόμη). Ασχετο: Είναι κρίμα, πάντως, μια έκθεση μνήμης για το μεγάλο γλύπτη Λάζαρο Λαμέρα να οργανώνεται από το Ιδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού με τόσο λάθος τρόπο. Και με παράκαμψη των ομόφωνων αποφάσεων της καλλιτεχνικής επιτροπής. Αλλά, βέβαια, γι’ αυτό δεν φταίει η Παναγία αλλά μάλλον κάποιοι Παναγιώτηδες, μαθητευόμενοι μάγοι της εξουσίας. Εκπαλαι...

Σήμερα, όμως, μιλάμε αθλητικά. Και απολαμβάνουμε αξιοπρεπώς τιςήττες μας όπως κάποτε τις θεαματικές μας νίκες. Εξάλλου, από το 2004 των Ολυμπιακών Αγώνων, των χρυσών μεταλλίων και της πρωτιάς του Euro, μας χωρίζει άβυσσος. Τότε, μια κατασκευασμένα ιδανική Ελλάδα, τώρα η ωμή πραγματικότητα. Παντού μεγέθη κατώτερα των περιστάσεων, νεποτισμοί και αναξιοκρατία που όμως, ω του θαύματος, δημιουργούν μια συμμετρικά αρμονική σχέση: Πρώτοι το 2004, τελευταίοι το 2008! Για σκεφτείτε το. Εχει και το ύστατο σκαλί την αισθητική του.

Κυριακή 22 Ιουνίου 2008

ΓΙΑ ΜΙΑ ΘΕΣΗ ΣΤΟΝ ΗΛΙΟ (ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ)

Όταν μοίραζαν οφίτσια,
Εγώ είχα άλλα βίτσια.


Το λέω ευθέως: Θέλω να γίνω Γκαργκάνας στη θέση του αποχωρούντος κ. Γκαργκάνα. Νομίζω πως διαθέτω όλα τα απαραίτητα προσόντα. Μπορώ να παραμένω ανέκφραστος επί ώρες όταν προεδρεύω σε βαρετές συσκέψεις και να γίνομαι τόσο δυσοίωνος όταν μιλάω ώστε να με ζηλεύει κι αυτή ακόμη η Κασσάνδρα, η πρώτη εισηγήτρια των κακών ειδήσεων.
Το μόνο που πρέπει επειγόντως να κάνω, είναι ν’ αγοράσω δυο-τρία κοστουμάκια μαύρα με ελαφρά αρζάν ρίγα και πολλές σιέλ ή μπλε νουάρ γραβάτες. Όπως και να κάνουμε τα ρούχα κάνουν τον διοικητή. Και οι ανακοινώσεις για την πορεία της οικονομίας μας βεβαίως. Σιγά τα δύσκολα! Θα αρχίζω εισαγωγικά με την επισήμανση του διεθνούς αρνητικού κλίματος και θα μπαίνω στο ψητό διεκτραγωδώντας τα δημοσιονομικά χάλια της χώρας και την ανάγκη επιβολής ακόμη πιο αυστηρών φορολογικών μέτρων. Παιχνιδάκι! Αν μάλιστα μερακλώσω, μπορεί και να αναφερθώ στις ισχυρές πιθανότητες ενός άμεσου κραχ εάν δεν ληφθούν υπ’ όψη οι παραινέσεις μου. Όχι παίζουμε! Συνελότι ειπείν που θα έλεγε και ο Πάνος Παναγιωτόπουλος είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος στη κατάλληλη θέση. Και δεν θέλω μεμψιμοιρίες του τύπου πως δεν είμαι οικονομολόγος, ούτε τραπεζίτης. Τους είδαμε και τους οικονομολόγους ή τους τραπεζίτες! Άντε να μην ανοίξω το στόμα μου. Εξάλλου γιατί να μην δοκιμαστεί κι ένας ιστορικός τέχνης σ’ αυτή τη θέση; Πώς μετέχει ο κ. Αράπογλου στο διοικητικό συμβούλιο της Εθνικής Πινακοθήκης; Είναι φως φανάρι πως υπάρχει κάποια αντιστοιχία. Απ’ την άλλη, εγώ θα εμπλουτίσω τον θεσμό με μιαν νέα πιο ευφάνταστη ορολογία. Θα μιλάω εγώ για τον «απόλυτο σουρεαλισμό των όποιων οικονομικών προβλέψεων» για την «εξπρεσιονιστική αγριότητας ύφεση που εμποδίζει την ανάπτυξη» ή για τον «ιμπρεσιονιστικό χαρακτήρα των κυβερνητικών μέτρων που επιφανειακά στοχεύουν στην πάταξη της ακρίβειας». Ε, κι όταν με καλούν σε διεθνή φόρα θα παίρνω ένα ακόμη πιο απελπισμένο ύφος (αφού έχω πάρει μαζί μου και τη Βερονίκ την Ελβετίδα γυναίκα μου για να με ξεσκονίζει στα γαλλικά). Σας λέω, τα έχω υπολογίσει όλα και περιμένω ο πρωθυπουργός να κάνει κι αυτός το καθήκον του. Να με καταστήσει με δόξα και τιμή Γκαργκάνα στη θέση του κ. Γκαργκάνα. Αφήστε που το δικό μου επώνυμο είναι πιο σικ, άρα καταλληλότερο για μια τόσο σικ θέση. Ε, κι αν τα βρω δύσκολα, θα ρωτήσω τον φίλο μου τον Γιάννη Αγγέλη για να με συνδράμει σε τίποτε τεχνικά ζητήματα. Όμως η θέση την οποία διεκδικώ είναι πρωτίστως πολιτική κι γιαυτό θεωρώ την υποψηφιότητά μου, περίπου, χωρίς αντίπαλο. Σιγά τώρα μην αφήσουμε τόσο κρίσιμα θέματα πολιτικής οικονομίας σε τεχνοκράτες οικονομολόγους. Εδώ χρειάζονται γνήσια ποιητική φλέβα, δραματικό ταλέντο, τραγικός οίστρος για να αποδώσουν σ’ όλη τους την ένταση τα πάθη που μαστίζουν την οικονομία μας. Ο μόνος που θα μπορούσε να μου φάει τη θέση είναι ο Λάκης Λαζόπουλος. Αλλά αυτός εξ όσων γνωρίζω δεν ενδιαφέρεται. Πάει, κατ’ ευθείαν, για πρωθυπουργός.

ΥΓ. Το άκρον άωτον της υποκρισίας: «προοδευτικοί» να ικανοποιούνται από το status quo των πανεπιστήμιων μας και να μην επιθυμούν να αλλάξει τίποτε.

Τρίτη 17 Ιουνίου 2008

ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΟΧΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Πρόεδρος της δημοκρατίας είναι εκείνος ο κύριος που κατοικεί στο Προεδρικό Μέγαρο, απολαμβάνει τον σεβασμό του έθνους και μοιράζει σπαθάκια στους Ευέλπιδες. Μεταξύ των υποχρεώσεων του είναι η δεξίωση της 24η Ιουλίου (κατά σύμπτωση ημέρα και των γενεθλίων μου). Τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας επιλέγει ο πρωθυπουργός από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης για να έχει το κεφάλι του ήσυχο. Εννοείται πως δεν θα τον ψήφιζε ποτέ εάν ήταν εν ενέργεια πολιτικός. Το γεγονός αυτό δίνει στον θεσμό απαράμιλλο κύρος. Το πρόεδρο επίσης τον ξεχωρίζουμε γιατί στις στρατιωτικές παρελάσεις στέκεται ένα βήμα μπροστά και φορά –υποχρεωτικά- μαύρο κοστούμι, λευκό πουκάμισο και γκρι μπλε ή γκρι αρζάν γραβάτα. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν φοράει παπιγιόν στις παρελάσεις αλλά μόνο στις δεξιώσεις. Αλλιώς, μπορεί να προκληθεί πολιτειακή κρίσις. Ο πρωθυπουργός υποχρεούται εκ του Συντάγματος να εύχεται εις τον Πρόεδρο της δημοκρατίας «αίσιον το νέον έτος» κάθε πρωτοχρονιά και να τον ενημερώνει αν ο μάγειρας του Πούτιν είναι καλύτερος από εκείνον της Μέρκελ ή του Σαρκοζί. Οι προνομίες του Προέδρου της Δημοκρατίας καθιστούν σχεδόν μονάρχη τον πρωθυπουργό και ανέφελο το πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα εξουσίας. Έστω κιαν την ίδια στιγμή μαστίζει τη χώρα κρίση οικονομική, κοινωνική κλπ. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να εκφέρει την άποψη του επί των ανωτέρω κρίσεων μόνον εις τον εξομολογητή του.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιβάλλεται να συγκινείται όταν επισκέπτεται ακριτικές περιοχές της χώρας και να συνοδεύεται από τη δημοσιογράφο Λένα Παγώνη οπότε προσκαλείται στο εξωτερικό. Ο Πρόεδρος καθίσταται σοφός άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του όπως αλάθητος γίνεται ασκαρδαμυκτί κι εκείνος ο καρδινάλιος που εκλέγεται από το κονκλάβιο ως Πάπας Ρώμης. Για ευνόητους λόγους ο ημέτερος πρόεδρος δεν χρειάζεται να είναι αλάθητος. Αντιθέτως, αλάθητος θα έπρεπε να είναι ο πρωθυπουργός αλλά εμείς εδώ είμεθα ορθόδοξοι. Όσο πιο απαρατήρητος περνά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας (όταν περνά) τόσο περισσότερο εγκωμιάζεται από τον τύπο για την άψογη άσκηση των υψηλών καθηκόντων του.
Μια ενδεχόμενη συνταγματική αναθεώρηση θα είχε λόγο ύπαρξης μόνο εάν ξαναμελετούσε τι είδους καθήκοντα προέδρου έχει ανάγκη η Δημοκρατία. Ίσως αυτά που πρωτοθέσπισε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ψαλίδισε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Αλλιώς, μια τόσο έντονα συμβολική παρουσία καθίσταται επικίνδυνα αόρατη για έναν λαό που δεν διαθέτει ούτε φαντασία ούτε ροπή στη συμβολική σκέψη. Αντί λοιπόν για πρόεδρο της Δημοκρατίας θα μπορούσαμε να έχουμε ανεύθυνο Βασιλέα για να κάνει δημόσιες σχέσεις με τις εναπομείνασες βασιλικές οικογένειες, να φλερτάρει τις εγγονές της Γκρέης Κέλλυ και να του αφιερώνει ολοσέλιδα το Paris-Match. Επίσης θα μπορούσαμε να ιδιωτικοποιήσουμε την Προεδρία της Δημοκρατίας αναθέτοντας στον ΣΕΒ την εκλογή προέδρου και σε κάποια πολυεθνική τράπεζα το management. Η μετοχοποίηση του θεσμού θ΄ ανακούφιζε τον κρατικό προϋπολογισμό και θα έδινε ανάσες στο χρηματιστήριο. Τέλος ωραία λύσις θα ήτο να καταψύξουμε έναν υπερήλικα πολιτικό –υποχρεωτικά νεκρό για ανθρωπιστικούς λόγους –και να τον τοποθετήσουμε στο προεδρικό Μέγαρο όπως τον Λένιν στο Μαυσωλείο του. Κάτι τέτοιο θα έδινε θρησκευτική-μεταφυσική διάσταση στον θεσμό. Στη Μόσχα λοιπόν, αδέλφια, στη Μόσχα! (Παραλλαγή του «στη Τήλο, αδελφές, στη Τήλο!»)

Κυριακή 8 Ιουνίου 2008

ΠΟΙΟΣ ΥΠΕΡΝΟΜΑΡΧΗΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΡΥΤΑΝΗΣ;

Πρώτοι στα μαθήματα
Πρώτοι στους αγώνες.
Γρ. Φαράκος



Τη Παρασκευή 29 Μαΐου θα παρέδιδα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών μάθημα για τη Ρώσικη Πρωτοπορία, το περιοδικό Avantgarde που εξέδωσε το 1878 ο Μπακούνιν, το «Θωρηκτό Ποτέμκιν», με τις αφίσες του Ρόντσενκο (1925) και θα κατέληγα στις γλωσσικές θεωρίες του Σκλόφσκι και του Γιάκομπσον. Δυστυχώς εκείνη τη μέρα η Φιλοσοφική Σχολή τελούσε υπό κατάληψη και αυτό το μάθημα δεν έγινε ποτέ. Πέρσι, πάμπολλα ανάλογα μαθήματα επίσης ματαιώθηκαν. Τηρούμενων των αναλογιών ένα μάθημα που δεν πραγματοποιείται, αποτελεί μαθησιακή τρύπα που ακολουθεί δια βίου τον σπουδαστή σαν τη τρύπα του όζοντος τον πλανήτη. Πέρσι, οι φοιτητές μου δεν μυήθηκαν στη πολιτιστική ιδιαιτερότητα του Μπαρόκ, δεν γνώρισαν τον Καραβάτζο, τις Μενίνας, τον Βερμέερ, τον Πουσέν κλπ. Για τα συγκεκριμένα παιδιά ο Ρέμπραντ δεν υπάρχει. Καμία αγωνιστική κινητοποίηση δεν μπορεί ν’ ανατρέψει κάτι τέτοιο. Συνακόλουθα δεν διδάχτηκαν το «άγνωστο Αριστούργημα» του Μπαλζάκ ή τον προκαπιταλιστικό τύπο του Αστού του Βέμπερ. Ενδεχομένως οι φοιτητές μου να έχουν διαβάσει Αλαβάνο αλλά δεν έχουν διαβάσει τον Μαρξ όπως εγώ. Είμαι κατηγορηματικός σ’ αυτό. Ζητώ λοιπόν να σταματήσουν οι παλαιομοδίτικες καταλήψεις και η κλιμακούμενη βία στα πανεπιστήμια επειδή έτσι υποβαθμίζεται ακόμα περισσότερο η απαξιωμένη παιδεία μας. Ας βρεθούν άλλοι τρόποι αντίστασης. Αν δεκαετίες καταλήψεων σ’ όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης είχαν κατ’ ελάχιστο βελτιώσει την ποιότητα των σπουδών εν Ελλάδι, θα το είχαμε πάρει, διάβολε, μυρωδιά. Όμως η πραγματικότητα είναι καταθλιπτική. Τα ΑΕΙ-ΤΕΙ ελέγχονται από αγράμματους τραμπούκους του κομματικού σωλήνα που γρήγορα θα σταδιοδρομήσουν ως πολιτικοί καριέρας. Κιαν επ’ αυτού η Αριστερά έχει τεράστιες ευθύνες, δείτε πόσοι υπουργοί της Ν.Δ. έχουν διατελέσει πρόεδροι της ΟΝΝΕΔ ή της ΔΑΠ -ΝΔΦΚ . Ζητώ λοιπόν να βγουν όλα τα κόμματα απ’ το πανεπιστήμιο γιατί το διακύβευμα δεν σχετίζεται με το «προοδευτικό» ή το «συντηρητικό» αλλά με την ελευθερία ή τον εκφασισμό και με την ηλιθιότητα ή τον κοινό νου. Για την αθλιότητα των Πανεπιστήμιων φταίμε όλοι. Κατ’ αρχάς φταίνε όσοι έχουν ιδρύσει τα 22 πανεπιστήμια-φαντάσματα στις εσχατιές της χώρας με κριτήρια εσωτερικού τουρισμού ή μικροκομματικής σπέκουλας. Πανεπιστήμια διαμοιρασμένα σε πόλεις και νησιά που υποχρηματοδοτούνται και λειτουργούν σε προκάτ αίθουσες. Όσοι ανακινούν τώρα ζήτημα ιδιωτικών πανεπιστημίων σπαταλώντας 5 χρόνια συνταγματικής αναθεώρησης για μια «μπούρδα» όπως πρόσφατα δήλωσε στον 105,5 ο κ. Βερέμης. Που θα μεταρρυθμίσουν τη παιδεία αν πλάι στα άθλια, κρατικά τοποθετήσουν άθλια ιδιωτικά πανεπιστήμια, τα πρώην Εργαστήρια Ελεύθερων Σπουδών. Δεδομένου μάλιστα ότι στην Ε.Ε. δεν υπάρχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Απ’ την άλλη ο κ. Κακλαμάνης δηλώνει πως ο καταχρεωμένος Δήμος της Αθήνας, με τις αξιοθρήνητες υπηρεσίες είναι έτοιμος να ιδρύσει ιδιωτικό πανεπιστήμιο. Και το ερώτημα υψώνεται αμείλικτο: Ο υπερνομάρχης Θεσσαλονίκης γιατί καθυστερεί; Η τήβεννος θα του πήγαινε μούρλια (πάνω απ’ τη στολή του Ζορρό).

ΥΓ1. Το άκρον άωτον της υποκρισίας: οι «προοδευτικοί» που ικανοποιούνται από το status quo των ΑΕΙ. Και που αρνούνται να αξιολογηθούν ή να προγραμματίσουν τη λειτουργία των ιδρυμάτων τους.
ΥΓ2. «Δεν έπρεπε τώρα ν’ ανακινήσει η κυβέρνηση το ζήτημα του άρθρου 16» (Άννα Ψαρούδα-Μπενάκη)

Κυριακή 1 Ιουνίου 2008

Art Athina 2008, κανένα σκάνδαλο!

Εδώ και 14 χρόνια, οι ελληνικές γκαλερί δεξιώνονται τις συναδέλφους τους από το Λονδίνο, το Παρίσι, τη Ζυρίχη, την Κωνσταντινούπολη, το Μιλάνο κ.λπ. σ’ ένα θεσμό που ονομάζεται International Art Fair of Athens. Φέτος την τιμητική του είχε το Βερολίνο, ενώ οι νεοϋορκέζικες γκαλερί το ξανασκέφτηκαν και δεν ήρθαν. Πρόκειται για μιαν εκδήλωση που διοργανώνει ο ΠΣΑΤ (Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αιθουσών Τέχνης) με τη συνδρομή του ΥΠ.ΠΟ. και που αντικατέστησε τις παλαιές «Πανελλήνιες» του Ζαππείου. Φιλοδοξία είναι να προβληθεί η σύγχρονη εικαστική μας δημιουργία στη διεθνή αγορά σε σχέση ισοτιμίας και να ανοιχθεί συγχρόνως η εγχώρια στους καλλιτέχνες της αλλοδαπής.

Η ώσμωση αυτή επιδιώκει να δημιουργήσει ελληνικές συλλογές με διεθνή ονόματα κα παράλληλα να «σπρώξει» τους ημέτερους στην αγκαλιά των ξένων συλλεκτών. Τέλος, η Art Athina παραμένει ένα θέαμα που ισορροπεί ανάμεσα στην avant-garde και στο lifestyle, στην κοσμικότητα και στην πρόκληση του «καινούργιου», και άρα αποτελεί τη must επίσκεψη, ιδιαίτερα για τις νεότερες ηλικίες.

Η υποψία ή η «οσμή» σκανδάλων, όπως συνέβη πέρσι με την Εύα Στεφανή, υπογραμμίζει τον μάλλον προκάτ, ρηξικέλευθο χαρακτήρα του όλου εγχειρήματος. Μικρό το κακό. Σε έναν τόπο όπου η συγκάλυψη και η σιωπή αποτελούν τον κανόνα, έστω και η light εκδοχή της ρήξης είναι ευπρόσδεκτη.

Επί της ουσίας, τώρα: Υποτονική σε γενικές γραμμές, η φετινή foire ευθυγραμμίστηκε με τη γενικότερη οικονομική και κοινωνική ανασφάλεια που πλήττει τον πλανήτη, είτε πρόκειται για το εύπορο τμήμα του είτε για τη λιμοκτονούσα πλειονότητά του.

Και μπορεί αυτή η τελευταία να μην ενδιαφέρεται πολύ για τη σύγχρονη τέχνη, συχνά όμως γίνεται αφορμή και θέμα καλλιτεχνικής δημιουργίας. Π.χ., ό,τι συμβαίνει στην Κίνα σήμερα αλλά και το εντυπωσιακό φαινόμενο της εξάπλωσης των Κινέζων καλλιτεχνών παντού. Κάτι που σημαίνει ότι όταν αναδύεται ηγεμονικά μια οικονομική αγορά ακολουθεί και το καλλιτεχνικό της υπερπροϊόν. Η αισθητική του καπιταλισμού είναι απλή αλλά δραστική. Φέτος, λοιπόν, υποχώρησαν τα υπερκορεσμένα βίντεο υπέρ του τελάρου και η εννοιολογική φωτογραφία υπέρ της… φωτογραφίας (Σωκράτης Σωκράτους, Βένια Μπεχράκη, Γιώργης Γερόλυμπος, Graham Fagen, Hannes Schmidt κ.ά.).

Μου άρεσαν επίσης εξαιρετικά οι ζωγραφικές των Edward Wright (g. Mikro Mayer), Νίκου Μόσχου (g. Εκφραση), Θεόδωρου Δασκαλάκη (g. Titanium), Dirk Lange (g. Tristesse de Luxe) και Βασίλη Αβραμίδη (g. Tsatsis). Επίσης, η ανθρωπόμορφη γλυπτική της Veronica Veit (Upstairs Berlin) ήταν… όλα τα λεφτά! Κάτι ανάμεσα σε Βλ. Κανιάρη και Στ. Διακουμή. Καλύτερο περίπτερο θεωρώ τους «Μαγνητικούς Τοίχους 2008» του Τάκι στον Ξίππα και τον «Οίκο» του Α. Βούσουρα στην Cheap Art. Και το προσωπικό μου βραβείο (!) το απονέμω στη φωτογραφική σύνθεση του Νίκου Μάρκου και στο διάλογο που έχει η πολιτικοποιημένη ζωγραφική του Κώστα Τσώλη (Μπαταγιάννη) με τον Gang Zhao (Christian Nagel).

Από τις παράλληλες εκδηλώσεις, δεν βαρέθηκαν η φίλη Φωκίδη ν’ ανακατεύει το ίδιο το mainstream κουρκούτι και οι καλλιτέχνες της να εμφανίζονται απλώς για να υπάρχουν; Διερωτώμαι. Αντίθετα, ο Αλέξανδρος Γεωργίου, και ως δημιουργός και ως επιμελητής της έκθεσης από την Τεχεράνη «Το λιοντάρι κάτω από το ουράνιο τόξο», επέδειξε και ευαισθησία και γνώση και άποψη προβάλλοντας δημιουργούς της περιφέρειας ως δημιουργούς του κόσμου. Ενώ οι δικοί μας μπερδεύουν την περιφέρεια με τον… αφαλό τους και τη θεωρία με τη σαχλαμάρα. Το σύνδρομο του επαρχιωτισμού.

Κατά τα άλλα, το ΥΠ.ΠΟ. χρωστάει τη συνδρομή του 2007 και του 2008, ενώ ο κ. Λιάπης, που επισκέφθηκε το χώρο δύο φορές (!), υποσχέθηκε 200 χιλιάδες ευρώ μέχρι τον Ιούνιο.

Υστερόγραφο

41 ξένες και 24 ελληνικές γκαλερί, όχι άσχημα. Ποιος σνομπισμός όμως απέκλεισε τις γκαλερί της επαρχίας; Εκτός κι αν η σύγχρονη τέχνη αφορά μόνο τα Β.Π. και τους γόνους του ΣΕΒ. Στα συν της εκδήλωσης, ο σεμνός πλην περιεκτικός σε θεωρητικά κείμενα κατάλογος.

Η ΤΙΜΗ ΚΑΙ Η ΤΙΜΗ ΤΗΣ

Το ασύλληπτο με τον τυποκτόνο Νόμο Βενιζέλου (1178.81) που αποκαθιστά τη τρώθεισα υπόληψη κάποιου με τη καταβολή χρηματικής αποζημίωσης, νόμο που ενεργοποίησε μιαν ολόκληρη βιομηχανία χρυσοφόρων αγωγών, έγκειται στο ότι όλοι πια αποκτήσαμε και θεσμικά τη τιμή μας. Και μάλιστα όσο μας αξιολογεί ο υπαρκτός ή κατασκευασμένος αντίπαλός μας. Έτσι ο κ. Τσίπρας τιμάται 1.000.000 € ενώ η τιμή του κ. Βγενόπουλου αποκαθίσταται αν ο κ. Παπανδρέου του καταβάλει 2.000.000 €. Καθαρές δουλειές. Βάσει αυτού του κατάπτυστου νόμου, τον οποίον όμως η Βουλή δεν έχει ακόμα αποσύρει, μια δαμόκλειος σπάθη επικρέμαται στην ελευθερία του τύπου εφόσον ένα κείμενο ή μια άποψη μπορούν να κοστίσουν το σπίτι ή τις οικονομίες μιας ζωής αυτού που την διατυπώνει. Προσέξτε: Το αστικό δίκαιο προβλέπει άρθρα για την εξύβριση ή την συκοφαντία και οι ένοχοι τιμωρούνται ανάλογα. Η πρωτοτυπία του Ν. Βενιζέλου εδράζεται στο ότι ο εγκαλούμενος καλείται να πληρώσει ένα ποσό, συνήθως εξωφρενικό, ώστε να «θεραπευθεί» η προσβολή που υπέστη ο εγκαλών. Δηλαδή η λογική της χυδαίας αγοράς και στα ζητήματα της προσωπικής τιμής και αξιοπρέπειας. Και το χειρότερο: Επιβάλλει σ’ όλους αυτολογοκρισία, ενώ από τις 300.000 αγωγές που έχουν υποβληθεί σ’ ένα και μόνο χρόνο, δημιουργούνται εμφράγματα στη λειτουργία της Δικαιοσύνης. Έτσι ο κ. Στ. Κούλογλου διεκδίκησε από τον Β. Καββαθά 100.000 € για μιαν τηλεοπτική ατάκα –ο κ. Καββαθάς αθωώθηκε –ενώ ο κ. Φρυσίρας 80.000 από τον κ. Χρ. Παπουτσάκη του «Αντί» για τρεις χιουμοριστικές αράδες. Η υπόθεση ξεσήκωσε σάλο στον καλλιτεχνικό και πνευματικό κόσμο αλλά ο ενάγων παρέμεινε άκαμπτος μέχρι τέλους δεχόμενος απλώς «να καταβληθεί το ποσό σε δόσεις». Απτήν άλλη οι καταδικασμένοι δημοσιογράφοι Νίκος Λιοναράκης και Μανώλης Βασιλάκης δικαιώθηκαν εντέλει από το Ευρωπαϊκό δικαστήριο που έκρινε πως με τον ανάλγητο Νόμο του ευαίσθητου κ. Βενιζέλου «παραβιάζεται το δικαίωμα της ελευθερίας λόγου και έκφρασης.» Μ’ άλλα λόγια μια κοινωνία-ζούγκλα ζητάει από τον τολμητία όχι σάρκα σαν το Σάϋλοκ αλλά την οικονομική του εξουθένωση, πράγμα πολύ χειρότερο.

Όμως υπάρχει κι η altera pars: Δηλαδή οι πολιτικοί βρίσκονται στο απυρόβλητο και ο πολίτης δεν δικαιούται να τους μηνύσει αν αισθάνεται θιγμένος; Οι ίδιοι μπορούν να μονοπωλούν την εξουσία και ο ψηφοφόρος δικαιούται μόνο να χειροκροτεί και όχι να ενοχλείται; Αυτό δεν θα ισοδυναμούσε με αυθαιρεσία; Το θέμα είναι σύνθετο. Ο νεόκοπος εκπρόσωπος της δυναστείας των Μινγκ δεν είναι «ένας απλός πολίτης» αλλά εκπροσωπεί τεράστια οικονομικά συμφέροντα που άπτονται άμεσα του πολιτικού Παιγνίου. Επίσης παρότι ο ίδιος έχει δοσοληψίες με τη δικαιοσύνη παρουσιάζεται ως εκπρόσωπος των εργαζομένων του κάτι που δεν δικαιούται. Άρα η όλη φασαρία συνιστά μιαν, χοντροκομμένη, επίδειξη δύναμης και μια προσπάθεια περαιτέρω τηλεοπτικοποίησης του πολιτικού. Εφόσον το συνεκτικό στοιχείο περιπτώσεων τόσο ανόμοιων όπως λ.χ. ο κ. Τσίπρας, ο κ. Βγενόπουλος ή η δ. Καλομοίρα είναι ο φακός της δημοσιότητας, έσχατος τιμητής πλέον κάθε τιμής αλλά και κάθε… ατιμίας.

Κυριακή 25 Μαΐου 2008

Ανέκδοτος Καρούζος

Αφιερωμένο στον ποιητή Νίκο Καρούζο (1926-1990) είναι το νέο τεύχος του «Μανδραγόρα».
Ο Νίκος Καρούζος τιμήθηκε με το Β' Κρατικό Βραβείο Ποίησης (για τη συλλογή του «Ποιήματα»), με το Α' Βραβείο Ποίησης της Ομάδας των Δώδεκα (για τη συλλογή του «Ελαφος των Αστρων») και με Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή «Νεολιθική Νυχτωδία στην Κρονστάνδη»). Στο αφιέρωμα, οι αναγνώστες θα έχουν την ευκαιρία να διαβάσουν ανέκδοτα ποίηματά του, ανέκδοτα ημερολόγια των «σουηδικών ημερών» και των «ημερών της δοκιμασίας» του ποιητή και μια ανέκδοτη επιστολή του προς τον Κωστή Παπακόγκο.Για τον ποιητή γράφουν οι: Αλέξανδρος Αργυρίου, Ιάσων Δεπούντης, Σάββας Μιχαήλ, Εύα Μπέη, Παναγιώτης Νούτσος, Μαρία Σερβάκη, Σωκράτης Σκαρτσής, Μάνος Στεφανίδης, Χρυσούλα Αγκυρανοπούλου, Μαρία Αλμυρά, Αλέξανδρος Αραμπατζής, Παναγιώτης Βούζης, Χρήστος Γιαννακός, Λίνος Ιωαννίδης και Ευ. Τζάνος.Στον τόμο μπορεί να βρει κανείς πέρα από ανθολογημένα ποιήματα του Νίκου Καρούζου και αναλυτικό χρονολόγιο, βιβλιογραφία, εργογραφία καθώς και κριτικά αποσπάσματα για το έργο του. Επίσης, περιλαμβάνονται πορτρέτα του φιλοτεχνημένα από γνωστούς ζωγράφους αλλά και ζωγραφικά έργα του ίδιου του Νίκου Καρούζου. Περιλαμβάνονται, ακόμη, μια ανοικτή επιστολή του ζωγράφου Νίκου Ξένου προς τον ποιητή και υλικό από την αμοντάριστη ταινία της Δέσποινας Καρβέλα με τίτλο «Νίκος Καρούζος».

Σάββατο 17 Μαΐου 2008

ΑΡΧΙΣΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΧΩΡΙΣ ΕΣΑΣ

Θα λάμψουμε μια μέρα
σαν σπάνια μέταλλα
Νίκος Λάζαρης

Άσχετο: Ο Θεός να μας φυλάει απ’ τους επαγγελματίες της ευαισθησίας και τους συνδικαλιστές της επιθυμίας.
Όσο είναι γελοίο να υπερπροβάλουμε το, ανασφαλές κατά βάθος, εγώ μας άλλο τόσο είναι ηλίθιο να εξαφανιζόμαστε πίσω από μαζικότητες λες και ο καθένας ατομικά είναι εξ ορισμού ανύπαρκτος. Ζω σε μια πόλη που μου συμπεριφέρεται εχθρικά, είμαι μέλος μιας πολιτείας που με αγνοεί σαρδόνια γιαυτό και οφείλω ν’ αντισταθώ. Ε, λοιπόν, στην καθημερινή βελούδινη τους βία, θ’ αντιδράσω με χαμόγελο. Κάτι δηλαδή που λείπει δραματικά από τις συναναστροφές μας. Θα καταστήσω επιτηδευμένα επιθετική την ευγένεια μου εκεί που η αγένεια αποτελεί τον κανόνα. Αρχίζω από τ’ αυτονόητα: Πληθυντικός προς τους πάντες (και κυρίως προς αυτούς που θεωρούνται «υποδεέστεροι»). Επίσης κατοικώ σε μια πολυκατοικία που οι ένοικοι της χρησιμοποιούν το ασανσέρ για να κατέβουν (!) από τον Α’ όροφο. Θα χρησιμοποιώ σταθερά το κλιμακοστάσιο σαν ορειβάτης της πόλης. Θα περπατάω! Αντιδρώντας στην εξοντωτική ακρίβεια των καυσίμων ξαναχρησιμοποιώ το ποδήλατό μου. Άλλα και ως ΙΧ επιλέγω το φτηνότερο της αγοράς και με το μικρότερο κυβισμό. Ούτως η άλλως για να πας από τη Κυψέλη στον Πειραιά δεν χρειάζεσαι τις ενεργοβόρες όσο και θηριώδεις τζιπούρες που οδηγούν όσοι είναι «κάποιοι» για να εντυπωσιάσουν όσους προεξοφλούνται από τα τρέχοντα μέτρα του κοινωνικού marketing ως «τίποτε». Επίσης παρέδωσα τις πιστωτικές μου κάρτες και πηγαίνω στη τράπεζα μόνον όταν δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Τα «παλιά» ρούχα των μεγαλύτερων χρησιμοποιούνται και από τους μικρότερους όχι μόνο για λόγους οικονομικούς αλλά και παιδαγωγικούς. Αποφεύγω τα σουπερμάρκετ που αποτελούν συχνή πρόκληση υπερκατανάλωσης και επιστρέφω στις μικρές ανθρώπινες μονάδες που διακινούν προϊόντα ανεξάρτητων παραγωγών, φθηνότερα και ποιοτικότερα. Πολεμάω λ.χ. τα καρτέλ αγοράζοντας γάλα από τις αυστριακές Άλπεις 0,75€ το λίτρο αντί των 1,40€ του εγχώρια. Αν όλοι κάναμε το ίδιο για 24 ώρες, αντί ν’ αδειάζουμε υστερικά τα ράφια, θα είχαμε στείλει ένα εξαιρετικό μήνυμα προς πάσαν κατεύθυνση. Σαμποτάζ μιας ημέρας στα πανάκριβα café, στο γάλα, στις κλήσεις με κινητό, σε ό, τι τελοσπάντων απομυζά τον γλίσχρο μισθό και θεωρείται καταναλωτικό must. Να μάθουμε να ζούμε αλλιώς αξιολογώντας το απαραίτητο από το περιττό· και την κατάχρηση από τη χρήση. Επίσης συστηματική ανακύκλωση των απορριμμάτων. Αλλά και καταγγελία εναντίον όποιου Δήμου δεν έχει, ακόμη, οργανωθεί ανάλογα. Τέλος, οικονομία στο νερό, το αγαθό που εξαντλείται τραγικά. Στη Τήνο, εξυπηρετούμαι όλο το χρόνο με τα όμβρια που μαζεύω σε μια στέρνα, επηρεασμένος από την Ελβετία των λιμνών και των χιονιών· Όπου κάθε σπίτι (υποχρεούται να) έχει τη δεξαμενή του για το πότισμα ή τη καθαριότητα. Εμείς χτίζουμε πισίνες στα Κυκλαδονήσια μπερδεύοντας την ευχαρίστηση με την επίδειξη και την πολυτέλεια με τον σταρχιδισμό. Έχοντας πάψει προ πολλού να είμαστε πολίτες και μέλη μιας κοινωνίας στην οποία οι πάντες έχουν την ανάγκη όλων (και το σεβασμό τους βέβαια). Έτσι, σταδιακά μεταμορφώνουμε τον τόπο σε μιαν επίγεια κόλαση διάστικτη όμως από ατομικούς, πλην βραχύβιους, παραδείσους.

Ταχυδρομείο:

* Στην έρευνα του Σκάι για τον πιο σπουδαίο Έλληνα – οι Ελληνίδες αποκλείονται όπως είναι φυσικό- προηγείται ο ρωμαίος Μέγας Κωνσταντίνος και έπεται ο κερκυραίος Σάκης Ρουβάς. Ο ανταγωνισμός προβλέπεται δραματικός.
* Έχω να δω μέρες τη Μιλένα Αποστολάκη σε ολόσωμη συνέντευξη σε κυριακάτικη εφημερίδα και ανησυχώ.
* Όταν καταγγέλλεις χωρίς ονόματα είναι σαν να προσδοκάς το θαύμα αγνοώντας τον Άγιο.
* Το πιο ζεστό χαμόγελο στην Αθήνα: ο γερό ζητιάνος από το Μπαγκλαντές στην Ασκληπιού (έξω από την «Πολιτεία»)

Κυριακή 11 Μαΐου 2008

Η είδηση σαν Delicatessen



Συμβάν είναι αυτό απλά που συμβαίνει. Η είδηση όμως του «συμβάντος» αποτελεί μιαν ολόκληρη «κατασκευή». Σ’ αυτή συμμετέχουν οι δράστες του συμβάντος ή όσοι το υπέστησαν –π.χ. όταν πρόκειται για ένα αυτοκινηστικό δυστύχημα, έναν σεισμό ή τις προγραμματικές δηλώσεις του πρωθυπουργού- οι πομποί, οι δέκτες δηλαδή όλοι εμείς αλλά και οι ενδιάμεσοί τους. Πανομοιότυπο γεγονός –π.χ. ένα αυτοκινηστικό δυστύχημα, ένας σεισμός ή οι προγραμματικές δηλώσεις του πρωθυπουργού- εκατό χρόνια πριν θα είχε εντελώς διαφορετική μεταχείριση από πομπούς, δέκτες ή ενδιάμεσους. Εντελώς διαφορετική «κατασκευή». Ή, αν προτιμάτε «συσκευασία». Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η εποχή παρεμβαίνει δραστικά για να δώσει τις διαφορετικές , κάθε φορά, διαστάσεις του ίδιου ή πανομοιότυπου συμβάντος (λ.χ. ένας σεισμός 6 ρίχτερ κάπου στην Ελλάδα).
Σήμερα, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, η «είδηση» είναι δυναμικό προϊόν, διαμορφώνει τις μάζες, έχει πολιτική και οικονομική αξία. Έχουμε εθιστεί στην κατανάλωση «ειδήσεων» και μάλιστα έχουμε αποκτήσει τη σνομπ συμπεριφορά ενός βουλιμικού πελάτη σε supermarket που αντί για delicatessen σερβίρονται… news. Θέλουμε την «είδηση» μας λοιπόν συσκευασμένη, αποστειρωμένη σερβιρισμένη στους βαθμούς που αντέχουμε, ούτε βαριά ούτε ελαφριά, χωρίς περιττές πληροφορίες που να μας μπερδεύουν, ισοζυγισμένη ακριβώς στον αντιληπτικό μας ορίζοντα ώστε να μην μας θίγει, καρυκευμένη με το απαραίτητο συναίσθημα, αρκετά ερεθιστική για να μην αποκοιμηθούμε, ένα προϊόν τέλος πάντων αποκλειστικά για μας. Κομμένο και ραμμένο στα μέτρα μας. Εφόσον η είδηση ως ένα βαθμό μας περιέχει, ενέχει την εποχή μας, απειροελάχιστο κομμάτι της οποίας είμαστε κι εμείς οι ίδιοι. Μας αντανακλά, τέλος, σαν κυρτός καθρέφτης και μας απορροφά σαν άμμος. Επειδή λοιπόν η «είδηση» από αντικειμενικό συμβάν σταδιακά γίνεται «εμείς», αποκτά τις ιδιότητες ή τις ιδιοτροπίες μας. Ακτινοβολεί την, όποια, παιδεία μας. Τα χαρακτηριστικά μ’ άλλα λόγια ανθρώπων που έζησαν στον 20ο αιώνα και τώρα πέρασαν με ασυναίσθητα ελαφρό περπάτημα τη γέφυρα του 21ου πορευόμενοι ο καθένας το δικό του δρόμο. Έναν δρόμο που εκβάλλει όμως σε μια τεράστια, κοινή λεωφόρο. Είμαστε άνθρωποί που ζήσαμε ως έφηβοι την πολιτιστική άνοιξη των ’60, τη Χούντα, τη λειψή Μεταπολίτευση, την έκρηξη της ευμάρειας και της χυδαίας επίδειξης. Άνθρωποί που μας έμαθαν γρήγορα ν’ αναγνωρίζουμε την τιμή όλων των πραγμάτων αλλά την αξία κανενός. Σήμερα ταξιδεύουμε στις ατομικές ζωές μας αποδίδοντας πολύ μεγάλη σημασία στον εαυτό μας σε τρόπο ώστε να καθιστάμεθα βλαπτική τόσο για το περιβάλλον γύρω όσο και για τους εαυτούς μας τους ίδιους. Μια βαθύτερη ανασφάλεια και μια ελλειμματική αγωγή μας επιβάλλει να αποθεώνουμε το τώρα, επειδή έτυχε να υπάρχουμε σ’ αυτό και ν’ αγνοούμε όχι τόσο το μέλλον -το οποίο ούτως ή άλλως δεν ανήκει σ’ εμάς αλλά σε κάποιους άλλους-, όσο το παρελθόν με το οποίο έχουμε, θέλουμε δεν θέλουμε, ανοιχτούς λογαριασμούς.
Η κυρίαρχη νοοτροπία της εποχής έχοντας εξορκίσει τον θάνατο από την θεματολογία της, διαμορφώνει εγωπαθή και γιαυτό αξιοθρήνητα στον υπαρξιακό τους φόβο όντα τα οποία ζουν υστερικά και πεθαίνουν χωρίς να ξέρουν γιατί. Η ζωή δηλαδή κι ο θάνατός τους είναι μεν συμβάντα αλλά όχι γεγονότα. Πιθανόν μάλιστα να γίνουν «είδηση» στο δελτία των 8 αλλά όχι και Ιστορία. Η πιο οδυνηρή τιμωρία του μεταμοντέρνου ανθρώπου. Η δική μας, η χωρίς μεταφυσική, κόλαση.

«ΑΓΙΑΞ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ!»

Πάνε τριάντα τόσα χρόνια από την εποχή που ο Μανόλης Αναγνωστάκης δημοσίευε άρθρο με το ανωτέρω τίτλο στην «Αυγή». Και συμπληρώθηκαν είκοσι ένα από την περίφημη «Ωδή στον παίχτη της ΑΕΚ και της Εθνικής Χρίστο Αρδίζογλου» του λεπταίσθητου ποιητή Γιώργου Μαρκόπουλου. Ο τελευταίος μάλιστα κυκλοφορούσε το 2006 μελέτη του με τίτλο «Εντός και Εκτός Έδρας –το ποδόσφαιρο στην Ελληνική ποίηση» (εκδ. Καστανιώτη) στην οποία ανθολογούσε περισσότερα από 200 σχετικά λήμματα. Αρχής γενομένης με τον Άρη Δικταίο και το ποίημά του για τον Ηλία Υφαντή του Ολυμπιακού. Που θα πει πως οι «λαπάδες» ποιητές μας αγκάλιασαν έγκαιρα τη στρογγυλή θεά γιατί μέσα απ’ αυτήν είδαν τα τελευταία σκιρτήματα μιας λαϊκής αυθεντικότητας που εξέπνεε, τις έσχατες περιπτώσεις ηρωισμού σε μιαν εποχή υπολογισμένα αντιηρωική. Μιαν απελπισμένη, τέλος, ανδρεία στην περίοδο της απόσυρσης των ανδρών και του συνδικαλισμού της ερωτικής επιθυμίας. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι όμοια λατρεύτηκαν από διανοούμενους και πλήθη και ο Κούδας και ο Τζορτζ Μπεστ και ο Γιόχαν Κρόιφ και ο Βάσιας Χατζηπαναγής ως πανευρωπαϊκά ινδάλματα. Έως πολύ πρόσφατα όποτε σημείωνε γκολ ο Μαχλάς στην Ολλανδία, παιάνιζαν μαντινάδες από τα μεγάφωνα του γηπέδο· ενώ όποτε σκοράρει ο δαντελένιος Τόνυ Σαβέφσκι, στη Νέα Φιλαδέλφεια οι κιτρινόμαυροι οπαδοί αποθεώνουν χωρίς μεμψίμοιρη έναν «Σκοπιανό». Ακόμα και τα πολυκαιρισμένα ρατσιστικά ανακλαστικά της μάζας των Παοκτζήδων σπινθήριζαν από αθυρόστομη ιδιοφυία όταν αποκαλούσαν στη Τούμπα τον μιγά σύζυγο της θεϊκής Σκλεναρίκοβα κ. Καραμπέ: «Σαβουρο…μη».

Τι θέλω να πω με όλα αυτά; Πως το ποδόσφαιρο παρά τη μετάλλαξη του σε πλανητικό υπερθέαμα που υπνωτίζει καθηλώνοντας την υφήλιο και σε υπερεθνική επιχείρηση δισεκατομμυρίων αντέχει ακόμη στον βαθύτερο πυρήνα του συμβολισμού του: Αποτελεί εικονική μάχη στην οποία νικά ο πιο επιδέξιος, ένα είδος σκάκι στο χώρο με ζωντανά πιόνια. Είναι αναίμακτος πόλεμος που εκτονώνει συλλογικότητες, κοινωνικά απωθημένα ή φυλετικές ιδιαιτερότητες. Επίσης συνεργεί σε ταυτίσεις των υποκειμένων με τα «είδωλα» τους αποτελώντας την τελευταία ευκαιρία ενός ρωμαϊκού «θριάμβου», έστω και διαμεσολαβημένου. Σημαίνει, τέλος, την ένωση της εκκλησίας του Δήμου με την αρένα, με τους γαλάζιους και τους βένετους να ψηφίζουν δια βοής.

Υπό την έννοια αυτή ό, τι αδυνατεί να επιτύχει η αμήχανη και επιφανειακή πολιτιστικά γραφειοκρατία των Βρυξελλών, μπορεί να το καταφέρει το Euro. Επειδή δίνει, ακόμη, την ευκαιρία στους «μικρούς» να εκμηδενίσουν τους «μεγάλους» (Θυμηθείτε την Ελλάδα αλλά και τη Σλοβενία πριν από τέσσερα χρόνια). Και επειδή το Euro δέχεται τη χώρα του Πούσκιν, του Ντοστογιέφσκι, του Λένιν και του Σοστακόβιτς όταν η επίσημη Ε.Ε ακόμη το σκέφτεται. Φέτος, στην καρδιά της Ευρώπης, στην εκτός Ε.Ε Ελβετία και την συντηρητική Αυστρία φίλαθλοι από τη Σκανδιναβία ως τη Μεσόγειο και από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια θα πιουν μπίρες, θα κυματίσουν στις εθνικές τους σημαίες και, ενδεχομένως, θ’ ανταλλάξουν γροθιές. Οι ίδιοι, ενώ συνεχίζουν να βλέπουν με σκεπτικισμό την ωφέλεια ενός Ευρωσυντάγματος μονόδρομα προσανατολισμένου στην θεά Αγορά, δεν έχουν ενδοιασμούς να λατρέψουν τη Θεά Μπάλα. Και το πιο παρήγορο: Στο Euro δεν συμμετέχουν, ακόμη, οι ΗΠΑ.

Κυριακή 4 Μαΐου 2008

ΖΑΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ*

Τα κόμματα, και κυρίως εκείνα της Αριστεράς, αγωνιούν να παραχώσουν στα προγράμματά τους ιδέες και σχέδια σχετικά με τον πολιτισμό. Μια έννοια πολύπαθη, απλωμένη βάναυσα σε κάθε χώρο του επιστητού και γιαυτό βολικά απροσδιόριστη. Οι πολιτικοί επίσης σεμνύνονται να δηλώνουν –εκτός όλων των άλλων- υποστηρικτές και του πολιτισμού. Ενώ οι ψηφοφόροι τους αν και θεωρούν εαυτούς εξαιρετικά ευαίσθητους περί τα «πολιτιστικά» -ιδιαίτερα μάλιστα αυτά που γίνονται το καλοκαίρι στο χωριό τους-, εντούτοις επιλέγουν σχεδόν πάντα εκείνους τους εθνοπατέρες που αναγνωρίζουν τον πολιτισμό στην γκρι αρζάν γραβάτα τους. Και που τον συγχέουν, τέλος, ευφυώς με την Eurovision. Ή που ταυτίζουν τη τέχνη με την έκθεση μιας γνωστής τους, ο σύζυγος της οποίας συμπτωματικά είναι χρηματοδότης του κόμματος.

Έτσι βλέπουμε να παρελαύνουν από το φερώνυμο υπουργείο ποικίλοι διάττοντες αστέρες (του πολιτισμού) που πρωτομπαίνουν σε μουσεία, πινακοθήκες ή όπερες, άμα τη ανάληψει του χαρτοφυλακίου τους να τις λησμονούν μόλις μετακινηθούν σε άλλο πιο «παραγωγικό» πόστο. Από όλη αυτή τη δυσάρεστη εμπειρία θα τους μένουν πάντως κάποιες φωτογραφίες με τον ποιητή δείνα και τον γάμα ζωγράφο (Κυριολεκτικώς). Τις οποίες βεβαίως θα χρησιμοποιήσουν στο επόμενο διαφημιστικό τους φυλλάδιο. Λίγο περισσότερο λούστρο στο ήδη υπάρχον ποτέ δεν βλάπτει τους επαγγελματίες ευαίσθητους (Να δεις που κάποιος ποιητής το είπε αυτό αλλά δεν θυμάμαι ποιος).

Ναι, αλλά τι είναι πραγματικά πολιτισμός; Έγραψα ένα ολόκληρο βιβλίο ονομάζοντας το «Ο πολιτισμός στην εποχή της μελαγχολίας» αλλά πάλι δεν είμαι σε θέση να δώσω μια ευσύνοπτη περιγραφή του. Καλύτερα. Ο πολιτισμός έχει να κάνει με την καθημερινότητά μας κι όχι με ορισμούς. Με τους τρόπους που υιοθετεί ο καθένας χωριστά αλλά και όλοι μας σαν σύνολο –κοινωνικές ομάδες, τάξεις, λαοί για να ζήσουμε τη μία και πολύτιμη ζωή μας με φόβο ιστορίας και με στοιχειώδη αξιοπρέπεια. Ενσταλάζοντάς της λίγη περισσότερη ομορφιά απ’ αυτήν που χάνεται σπάταλα γύρω μας. Ή εκείνη που φωλιάζει μέσα μας κι εμείς το αγνοούμε.

Συχνά ο πολιτισμός συμποσούται τόσο σ’ ένα απλό χαμόγελο όσο και σ’ ένα ιδιοφυές μουσικό έργο. Αφορά τόσο σε ομαδικές συμπεριφορές όσο και σε ατομικές στάσεις. Θάλεγα πως είναι αυτό που μας υποκινεί όταν εμείς κάνουμε κάτι άλλο. Ο Ιάν Μακ Γιούαν στο μυθιστόρημα του «Σάββατο» γράφει πως νευροψυχολόγοι μπορούν να διακρίνουν το ειλικρινές από το ψεύτικο χαμόγελο γιατί στο τελευταίο δεν ενεργοποιούνται μερικοί μιμητικοί μύες γύρω από το στόμα. Οι οποίοι χρειάζονται ειλικρινές συναισθήματα για να λειτουργήσουν! (Ευτυχώς που οι πολιτικοί μας δεν διαβάζουν Μακ Γιούαν αλλά όλους τους υπόλοιπους συγγραφείς.)

Και η Αριστερά όμως πλειοδοτεί στον πολιτισμό μπερδεύοντας τον συχνά με τον παραδοσιακά αμήχανο συντηρητισμό της. Η αλήθεια βέβαια είναι πως οι άνθρωποι του πολιτισμού στρέφονται, σχεδόν ενστικτωδώς προς την Αριστερά, κι όχι το αντίθετο. Βλέπετε, όταν ονειρεύεσαι έναν κόσμο διαφορετικό από την υφιστάμενη πραγματικότητα, που να διαποτίζεται ολοκληρωτικά από την αυτοκρατορία της μουσικής, τότε το όραμα μιας καθολικής ανατροπής και ο πόθος της ρήξης με ό, τι σάπιο, είναι φυσικό να σε μαγνητίζουν. Η Αριστερά, στην ιδανική εκδοχή της, υπόσχεται αυτή την ουτοπία. Όπως εξάλλου και η τέχνη. Οι χίμαιρες βέβαια τρέφονται από την αύρα των ονείρων, η Ιστορία όμως χορταίνει αποκλειστικά από σάρκες ανθρώπων. Ανέκαθεν…

Ταχυδρομείο:

· Οι γιατροί απαγόρευσαν στον κ. Γ. Α. Π. κάθε είδους αθλητική δραστηριότητα. Ακόμη και το τάβλι. Φοβούνται μήπως καταπιεί τα ζάρια.

· Τι τα θέλετε, είμαστε λαός επιλήσμων. Γιατί ξεχάσατε βρε τον Σαμπρέλ;

· Ελπίζω οι υπεύθυνοι να μην φορτώσουν αναβολικά και τη κακομοίρα Καλομοίρα. Αυτή τη φορά ας μην πρωτεύσουμε.

*από την καινούργια μου συνεργασία με τον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής.