Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 23 Απριλίου 2007

Το design της ψυχής

Στον τρυφερό μου πλην απρόσεκτο αναγνώστη, κ. Γιάννη Η. Χάρη

Σεργιανίζω την θεατρικότατη αναφορά στο αμερικανικό design που εκθέτει αυτόν τον καιρό -κι ώς τις 5/5- το Μουσείο design Θεσσαλονίκη του Στέργιου Δελιαλή στην Ελληνοαμερικανική Ενωση. Ανάμεικτα συναισθήματα. Από τη μια η μυθοποίηση του, μαζικώς παραγόμενου, αντικειμένου. Απ' την άλλη η έκλειψη των πραγμάτων, δηλαδή η υποχώρηση της ουσίας εμπρός στη χρήση. Κι όμως. Κάποια αντικείμενα λειτουργούν διαχρονικά σαν εμπνευσμένοι σημαντήρες γεγονότων, σαν το προκάλυμμα της ιστορίας της ίδιας. Εξ ου και η «αισθητική» τους σημασία. Ας πούμε τα τζιν του Levi Strauss «501», από το 1873! Ή η diamond chair του Harry Bertoia (1952). Ή, το κουτί του απορρυπαντικού Roll του '60, που έκρυβε μέσα του στην αρχή πλαστικούς καουμπόηδες και Ινδιάνους και αργότερα προτομές των ηρώων του '21. Τι μεταμόρφωνε τα συγκεκριμένα αντικείμενα σε πράγματα; Το ότι μ' αυτά στόλιζε η γιαγιά μου μιαν υποτυπώδη εταζέρα -συγκίνηση μαζί και κοκεταρία- κι εγώ έπαιζα ώρες ατέλεωτες βάζοντας τους αρχαίους μου Ελληνες και τους Ρωμαίους να παρελαύνουν εμπρός τους. Ο «Παπαφλέσσας» μου μάλιστα είχε παραμορφωθεί λίγο από τη ζέστη της σόμπας. Εμοιαζε όμως έτσι πολύ πιο αυθεντικός. Πιο βασανισμένος, πιο μοναδικός. Ηταν ο δικός μου και ξεχώριζε απ' τους άλλους όμοιούς του που είχαν οι φίλοι μου.

Δεν υπάρχει ανθρώπινο αντικείμενο που να μην έχει, κάπως, σχεδιαστεί. Δηλαδή, να μην υπακούει στην προγραφή κάποιου design. Βέβαια, design έχουμε κυρίως όταν τ' αντικείμενα παράγονται με συστηματικούς ρυθμούς και βιομηχανικές μεθόδους κι όταν η τυποποίησή τους επιβάλλει την οικονομία των μέσων για τη μεγαλύτερη, δυνατή απόδοση. Είναι τότε που έννοιες όπως «χρηστικότητα», «λειτουργία», «απλότητα», «σαφήνεια», «μορφολογικός δυναμισμός» κ.λπ. προσομοιώνονται την αισθητική. Στην πραγματικότητα, βέβαια, δεν υφίσταται ά-σχημο, ά-μορφο αντικείμενο. Κατ' ανάγκην κάθε πράγμα είναι όμορφο και η μορφή του εκτιμάται ή απαξιώνεται ανάλογα με τις κοινωνικοϊδεολογικές συνθήκες πρόσληψης. Αναλόγως του προσωπικού γούστου αλλά και των συλλογικών ψυχώσεων. Εφόσον, συνήθως, ανάμεσα σε μας και τα αντικείμενα μεσολαβούν βιτρίνες, ιλουστρασιόν σελίδες, διαφημιστικές σειρήνες... Είναι τότε που το αντικείμενο σωματοποιεί την απόλαυση. Αποκλειστικά.

Κατ' ουσίαν τ' αντικείμενα συνδέονται με τις επιθυμίες μας, ενώ τα πράγματα με τις αναμνήσεις μας. Τότε που οι ατομικές περιπτώσεις συγκροτούσαν όχι γεγονότα απλώς αλλά εμπειρίες και γίνονταν ερμηνείες των γεγονότων. Ομως με τρομάζει πως κάθε σημερινό αντικείμενο θα καταστεί έκθεμα του μέλλοντος κι ότι ακόμη και η οδοντόβουρτσά μου αύριο θα προτείνει αισθητική. Κι διερωτώμαι, αφού ο σύμπας κόσμος συγκροτείται αποκλειστικά από τις απειράριθμες εκφράσεις του ωραίου γιατί ο κόσμος αυτός να μου προξενεί τόσο άλγος; Ο ποιητής ισχυρίζεται ότι πονάει η ομορφιά, καταλαβαίνω όμως πως δεν πρόκειται περί αυτού. Ούτε πάλι δικαιώνεται ο Duchamp μέσα από την σχεδιαστική υστερία που έχει κατακλύσει τις δυνάμεις παραγωγής, καθιστώντας αδιάκριτα το ο,τιδήποτε σε έργο τέχνης και αν αγορεύοντας το αυτονόητο σε καλλιτεχνική αξία.

Αναπόδραστα δενόμαστε με τ' αντικείμενα γιατί έτσι ψευδαισθητικά ο χρόνος σταματάει, καθώς τ' αντικείμενα δεν γερνάνε ποτέ δίπλα μας. Μόνο τα πράγματα φθείρονται και πεθαίνουν. Τα πράγματα μόνο κλαίνε με τη σειρά τους για την φθορά μας. (Lacrimae Rerum, θα μπορούσε να είναι ποίημα αλλά και μάρκα αισθαντικού κρασιού). Τ' αντικείμενα πάλι εξαντλούνται στην επιφάνειά τους, στη λειτουργία τους, στη μορφή τους. Ο Vermeer στο Ντελφτ ζωγράφιζε τα πράγματα μέσα στον κραδασμό του χρόνου, την ένταση του χώρου, τις δραματικές μεταβάσεις από το φως -υπάρχειν στο σκοτάδι- απολείπειν· σαν τις φωνητικές μεταπτώσεις μιας κολορατούρας όπως η Μ. Κάλλας. Το μέταλλο των χορδών της «αντικείμενο», όλα τ' άλλα, ή άλλως που διαποτίζει ακόμη το στέρεό μου και το στέρνο μου, «πράγμα».

Δεν ξέρω γιατί αλλά στη συνείδησή μου το design έχει ταυτιστεί με την κουλτούρα της διασκέδασης, με την μέχρις εσχάτων απόλαυση που επιτάσσει η καταναλωτική προπαγάνδα. Το ότι δηλαδή τα πάντα πρέπει να 'ναι ελαφρά για να είναι και χαρούμενα. Η πεμπτουσία της μεταμοντέρνας αρχιτεκτονικής, μ' άλλα λόγια. Ολα οφείλουν να κατατείνουν ώστε να εξοριστεί, έστω και ψευδαισθητικά και στανικά, το πένθος από τη ζωή μας. Εκεί πίσω όμως στο ημίφως των πραγμάτων, όπου το βελούδο ζωντανεύει αλλόκοσμο και το καρφί του καθίσματος ασημίζει σαν κτέρισμα, το πένθος της τέχνης μεταμορφώνεται σε γεγονός αναστάσιμο και τ' αντικείμενα διεκδικούν εκείνη ακριβώς την ψυχή που έχασαν οι άνθρωποι...

ΥΓ.: Αδελφοί, έλεος. Εσχάτως κατακεραυνώνομαι από ποικίλες μεριές ως σεξιστής. Κι ας δηλώνω με κάθε ευκαιρία πως δεν με αφορά ούτε με απασχολεί η ερωτική επιλογή του οποιουδήποτε. Απλώς, μ' ενοχλεί ο συνδικαλισμός της επιθυμίας και η προκλητική επιβολή της ως κοινωνικο-αισθητικού must. Οσο για το χιούμορ πάλι, από την εποχή του Αριστοφάνη και του Αγάθωνα -αν ενθυμείστε οι παλαιότεροι- straight και gay αντάλλασσαν πειράγματα. Στο κάτω κάτω, αν πρόκειται περί κρύων αστείων, μη γελάτε. Τόσο απλό. Εκτός κι αν απαγορεύεται να μην αρέσει σε κάποιον το 2 του Δ. Παπαϊωάννου. Ή η τελετή έναρξης των Αγώνων. Βλέπετε, αδελφοί; Ο κίνδυνος του φασισμού υποκρύπτεται σε κάθε μορφή απαγόρευσης και σε κάθε εξοστρακισμό της αντίθετης άποψης. Αφήστε που, και για την κακία ακόμη, απαιτούνται μικροσταγόνες δωρεάς.
7 - 22/04/2007

Δευτέρα 16 Απριλίου 2007

ΓΑΜ… ΙΟΛΕΣ

Είχα σκοπό άλλα να γράψω. Βλέπετε είμαι καινούργιος . Ψάρακας. Φερ’ειπείν γιατί δεν μπορώ να πάρω στο μετρό το ποδήλατό μου. Όπως συμβαίνει με το τραμ. Επηρεάστηκα όμως από τους Τριάντη, Ρουμελιώτη, Μιχαηλίδη και Τεμπερίδη (τευχ. Μαρτίου). Άσε που άλλαξα και γνώμη για τους εκκωφαντικούς μεράκληδες που μαρσάρουν στην αιχμή της κυκλοφορίας ή τρεις η ώρα της νυκτός με τα, εξωτερικά, μεγάφωνα να σπάνε τύμπανα και υαλόφρακτες. Ξέρετε: «Τίίίί σοοου κάάάνω μάνααα μοοου, τι μοοοου κάνεεεις γυιέέέέ μου!» και τα συναφή ερωτοσπαραξικάρδια. Κι όλα αυτά στην άκρα σιγαλιά του (αστικού) τοπίου. Ε, αυτοί οι νέοι δεν είναι καρα…αλάκες όπως νόμιζα ως τώρα αλλά … explorators! Τουτέστιν εξερευνητές άλλων συνθηκών. Δηλαδή θέλουν να ταξιδέψουν, να ξεφύγουν από την πεπατημένη, την άνωθεν επιβεβλημένη ομοιομορφία της πλήξης και μη έχοντας άλλους τρόπους και άλλη παιδεία –Αλήθεια που να την βρουν; στης κ. Μαριέττας; - βομβαρδίζουν από απελπισία τον μίζερο περίγυρο (μας). «Επειδή δεν μπορώ αλλιώς…, τέρμα τα γκάζια και τα volumes». Αυτοί, λοιπόν, οι νέοι, ίσως τα τελευταία αρσενικά παλαιάς κοπής πριν την ομογενοποίηση των φύλων και την έλευση των Ψιψινάκηδων, έστω, απολιτίκ, σχιζοφρενίκ, κακολαΐκ κλπ, τολμούν (ακόμη) να σκούξουν θριαμβευτικά: «Είμαι ρε ο λύκος, γαμ…ιόλες κότες κρυφτείτε!» Ή κατά μια άλλη εκδοχή φωνάζουν: «Κουφάλες μικροαστοί στα κρεβάτια σας και τσιμουδιά. Αφού δεν αντιδράτε για τίποτε απ’ όσα σας συμβαίνουν.» Εννοώντας βεβαίως έστω ασυνείδητα και το δίδυμο Μπακοδήμου-Σεργουλόπουλου με τα κιλά kitsch που κουβαλάει τάχα μου σαν χιούμορ. Τώρα και από την κρατική τηλεόραση! (Η οποία έσπευσε για να μη χάσει το κελεπούρι). Πλασάροντας τοιούτες συμπεριφορές και αισθητικές. Τώρα λοιπόν που οι διάφορες Ουρσούλες και Ιόλες είναι στα πάνω τους, τι μένει στον έρημο ιδαλγό του φυλάει τις τελευταίες Θερμοπύλες στο Μπουρνάζι; Τι άλλο παρά να σκούξει;
Αλλά και οι πιτσιρικάδες τι –ουσιαστικά- φωνάζουν στις πορείες; «Δεν έχουμε να χάσουμε τίποτε γιατί το παν έχει χαθεί. Και τα γαμ…ιόλικα τα πτυχία είναι φαλκιδεμένα προτού καν εκδοθούν». Άρα πρόκειται για την τελευταία τους ευκαιρία να παίξουν το παιχνιδάκι όχι της επανάστασης αλλά της ανυπακοής. Πολύ σύντομα εξάλλου θα καταστούν οι περισσότεροι ακόμη πιο πειθήνιοι από τους μπαμπάδες τους. Όπως η Ιστορία (του συστήματος) διδάσκει….


Μάνος Στεφανίδης

Ι like me!

Στον Νίκο Φωκά
Τι ξέρεις εσύ από πόνο;/Ο πόνος είναι άντρας.
Γ. Χαλεπάς

Διαγκωνισμοί, αποκλεισμοί, υποβολιμαίες κακίες, ψόγος και καταλαλιά το περιρρέον πνευματικό μας τοπίο. Κριτικοί που μεταμορφώνονται σε υμνωδούς-διαφημιστές, δημοσιογράφοι που μετατρέπονται σε κομματικά βαποράκια, συγγραφείς που υποβιβάζονται σε συντάκτες δελτίων τύπου και στελέχη των ΜΜΕ που αναδεικνύονται σε μεγάλους ιεροεξεταστές λογοκρίνοντας, διαγράφοντας, εξορίζοντας στο πυρ το εξώτερον κάθε ενοχλητικό. Το συγκρότημα πρωταγωνιστεί σ' αυτό το άθλιο άθλημα των αποσιωπήσεων. Δεν είναι όμως το μόνο. Το αστείο μάλιστα είναι πως οι υπάλληλοί του αποδεικνύονται βασιλικότεροι -τουτέστιν μοχθηρότεροι -του αφεντικού τους. Ο οποίος, εν πάση περιπτώσει, δεν είναι τυχαίος. Ιδιαίτερα αν σκεφθεί κανείς πως στο μπαλκόνι του μελωδεί σύμπασα η πρασινογάλαζη εξουσία ομοθυμαδόν με το εργολαβικό κατεστημένο. Το οποίο κορδακίζεται ότι είναι αστική τάξη· και ότι παράγει τους πνευματικούς της ταγούς. Ταγκίλα...

Απ' την άλλη ο μιμητισμός -βασική ανθρώπινη ροπή κατά τον Αριστοτέλη- πάει σύννεφο. Και, δεν λέω, μπορεί το μιμείσθαι να είναι αγαθόν υπό προϋποθέσεις. Οχι κι έτσι όμως. Μουσεία που αντιγράφουν τις γκαλερί και γκαλερίστες που καμώνονται τα μουσεία μοντέρνας τέχνης προωθώντας τα γκάτζετ της αγοράς και εξαφανίζοντας -νομίζουν- κάθε τι το δυσάρεστο. Κοσμικοί μιμούνται τους ειδήμονες, πλουτοκράτες τους συλλέκτες κι όλοι μαζί τους καλλιτεχνικώς ευαίσθητους. Με τόση αγάπη και έννοια για την τέχνη, είναι ν' απορεί κανείς -κύριε Βουλγαράκη μου- γιατί έχουμε τόσο χαμηλό πολιτιστικό επίπεδο, τόση περιρρέουσα αθλιότητα και ασχήμια. Φαίνεται όμως ότι κυοφορούνται υπόγειες αλλαγές, ότι καταγράφονται σεισμικές ρωγμές, όσο κι αν η επιφάνεια επμένει να παρουσιάζεται αρρυτίδωτη και ανέπαφη. Υπάρχει ένα νεανικό καλλιτεχνικό κοινό που ασφυκτιά, που πνίγεται από μιαν περήφανη οργή. Το μόνο παρήγορο σ' αυτό το άνυδρο σκηνικό των περιφερόμενων ψώνιων και των ταλέντων καριέρας με κομματική βούλα και πολιτικοτραπεζική στήριξη. Αλήθεια, πότε θα εμφανιστεί ο Σαμπρέλ στο Μέγαρο; Εκεί δεν μας οδηγεί η αλληλουχία των γεγονότων, η κατάσταση των πραγμάτων;

Προτείνω μάλιστα τη διεύθυνση της ορχήστρας να αναλάβει ο Κουρτ Μαζούρ, που φαίνεται πως μας αγάπησε σφόδρα. Θα τηρηθούν και τα προσχήματα έτσι. Βλέπετε, στην Ελλάδα πλέον παρουσιάζονται πολιτιστικά γεγονότα μόνον εφόσον έχει εξασφαλιστεί ο χορηγός. Κατ' ουσίαν παίζει ο χορηγός με θαμπό φόντο στο βάθος, κάποια έκθεση, παράσταση ή άλλη καλλιτεχνική έκφραση. Μερικές φορές η αγορά τέχνης μου φαίνεται πιο ανατριχιαστική από κάθε άλλη μορφή αγοράς. Λόγω της υποκρισίας της να σπεκουλάρει το κέρδος και την γκρίζα διαφήμιση ως πνευματικά γεγονότα. Από την άλλη, συγκινημένος και εγώ μαζί με την κυβέρνηση, απολαμβάνω την κοσμογονία που έχει φέρει στον τόπο η ευρωβύζιον -γράφεται έτσι λόγω των άφθονων ντεκολτέ και τη μουσική άνοιξη που πέτυχε η ΕΡΤ και οι τρεις μουσκετίερς της. Ο κ. Ρουσόπουλος δεν μπορούσε να κάνει καλύτερη επιλογή στο πλαίσιο της πολιτικής «ένας κρατικός φορέας μιμείται τα ποικίλα ιδιωτικά τηλε-πατσαβούρια». Μαθαίνω μάλιστα πως και ο πρωθυπουργός προπονείται για να συμμετάσχει του χρόνου στον διαγωνισμό μ' ένα εμπνευσμένο αγγλοελληνικό τραγουδάκι, πολύ yassou τύπου:

How much, πόσο πολύ/Ι love and like me/Θα μου δώσω ένα φιλί/because Ι am fond of me/I gonna again to kiss me/because so much Ι miss me

(Εντάξει, δεν είναι τέλειο, αλλά έχει ωραίες ιδέες. Αμα το χτενίσει και λίγο η Ναταλία, θα γίνει perfect. Αν βεβαίως δεν παρέμβει η Νατάσα).

Ιδού η πεμπτουσία της εποχής, αδέλφια: Διασκέδαση μέχρις εσχάτων. Διασκέδαση επαγγελματική, συνεχής, αδιάλειπτη, με ελάχιστες διακοπές εργασίας, ώστε να νομιμοποιείται η διασκέδαση ακόμη περισσότερο. Κάπως έτσι η αγορά της ψυχαγωγίας εξαφανίζει οντολογικά τον πόνο. Η αισθητική του χαβαλέ δεν επιτρέπει παλινδρομήσεις σε τοπία κατάθλιψης και σε υπόγεια μελαγχολίας. Ακόμη και αυτή η υστερία του ν' αφιερώνουμε ημέρες του έτους -ξέρετε, ημέρα της φιλίας, του κρασιού, της πατάτας κ.λπ.- σ' ένα γεγονός την υποσυνείδητη επιθυμία μιας γιορτής που θα διαρκεί 365 μέρες τον χρόνο υποδηλώνει. Είπαμε, η κυρίαρχη ευχή της εποχής είναι «Να 'στε καλά» και ηχεί σχεδόν σαν διαταγή, σαν βιασμός της δισυπόστατης φύσης μας που αμφιρρέπει τόσο στη χαρά όσο και στη λύπη. Διαρκής νεότης, αιώνια απόλαυση, ακατάπαυστη διασκέδαση είναι οι πυλώνες μιας διάτρητης αγοράς της ευτυχίας, στην οποία συμμετέχουν ανέφελα ρομποτάκια και προγραμματισμένες ρομποτίνες. Εκεί αναφερόταν και η κακεντρεχώς παρεξηγημένη φράση μου για τις «μεγαλοκοπέλες». Εννοώντας προφανώς εκείνες τις τηλεπερσόνες που μπεμπεκίζουν αρνούμενες την ηλικία τους.

Εγώ πάλι λατρεύω τις ρυτίδες στο πρόσωπό της. Τα χέρια της με τις υπόλευκες κηλίδες. Τόσο αβρά και τόσο δουλεμένα, πέρασαν πολλές περιπέτειες για να έρθουν και να καταλήξουν στα δικά μου. Ο,τι κι αν λένε, η αληθινή ευτυχία εκφράζεται καλύτερα μ' ένα δάκρυ παρά μ' ένα χάχανο.

ΥΓ.: Η Art Athina δεν επιτρέπει στην γκαλερί Titanium να εκθέσει τον Ευ. Κουζούνη. Επειδή προφανώς είναι πολύ σημαντικός ζωγράφος για το επίπεδό της. Οταν η αγορά εστετίζει, τότε το kitsch γίνεται ανυπόφορο.
7 - 15/04/2007
Ο Μπαλζάκ από τον Ροντέν. Moma, Ν. Υόρκη (φωτ.: Μ. Σ.).

Ωχ, η Κασσάνδρα!

Ο ιδρώτας μιας ζωήςτζόγος στα χρηματιστήρια
(πανό της ΑΔΕΔΥ)

Ηρθε, που λέτε, καθ' ύπνους του επηρμένου κ. Ρουσόπουλου και του μετριοπαθούς κ. Αλογοσκούφη η πένθιμος κόρη Κασσάνδρα με βαρύ, μαβί πέπλο και προφήτευσε σε θεόπνευστους στίχους Λίνας Νικολακοπούλου και εξωσωματική εμψύχωση Δημήτρη Παπαϊωάννου -με την καλή έννοια, κυρ Χάρη μου- τα εξής: «Φαντάζεσθε, ω τάλαινες ψυχές, του χρόνου τέτοιαν εποχή που ανθίζει η γης μυριστικό δεντρολίβανο και χλοερό τριφύλλι, εσείς να είστε εκτός εξουσίας; Ποιος να το 'λεγε, ποια μάντιδα κακών, ποιος Τειρεσίας και ποια Σίβυλλα και Πυθία ότι δεν θα εξασφαλίζατε, ω ατζαμήδες, και δεύτερη τετραετία καταλύοντας έτσι άγαρμπα το εντόπιο κοινοβουλευτικό έθος του δικομματισμού; Γιατί όντως χρειάζεται ταλέντο για να χάσει κανείς υπό τις νυν συνθήκες, ήγουν απ' αυτό το ΠΑΣΟΚ του συγκεκριμένου Γιωργάκη. Τουτέστιν πρέπει να είσαι και πολύ Κωστάκης για να στερήσεις από ένα ολόκληρο κόμμα γεμάτο υψηλές φιλοδοξίες και ομολογημένα ονειροπόλους οπαδούς για το υψηλό, το καλό και το ωραίο, για την πρόοδο, την ευημερία, για το μέλλον, για το καινούργιο, για το καλύτερο που όλοι δικαιούμεθα, για τον τόπο και τα πεπρωμένα του, για τη συνέχιση δηλαδή της κυβερνητικής ευωχίας. Πρέπει να έχεις διαπράξει, γαμώτη της, τεράστια επικοινωνιακά λάθη, εσύ ένας μετρ του τακτικισμού και των επικοινωνιακών τρικ -προφέρεται «τρυκ»-, για να βρίσκεσαι τώρα στον λάκκο των δακτύλων των λεόντων, υποχείριος του τελευταίου pretender-ης που θα έπρεπε κανονικά να σε τρέμει και να είσαι υποχρεωμένος να απολογείσαι στο μικροαστικό πόπολο για την πολιτική που δεν υλοποίησες -με την κακή έννοια- εκλιπαρώντας το, εσύ ένας λιπαρής και ιοστεφής ηγεμών, να μη στραφεί προς τον karatzafer-ης και τους αϊδωνάι μουτζαχεντίν του. Κακούργα κοινωνία, που άλλους τους ανεβάζεις και άλλους τους ρίχνεις στα Τάρταρα! (της metron analysis).

Φταις όμως και συ που δεν εκσυγχρονίστηκες καθόλου παρά τις εξαγγελίες σου και ήρθες με τα παλιά κατασταλτικά ανακλαστικά να πουλήσεις βραχυπρόθεσμη «τάξιν και ασφάλειαν» καταμεσής του μπάχαλου. Πού πα' ρε Karamitr-ος (security); Την Ιστορία οφείλουμε να τη διαβάζουμε όχι σαν λογιστικό κατάστιχο ή σαν γραμμικό τηλεφωνικό κατάλογο αλλά ως το σύνολο των, δυνάμει, ανατροπών που οδηγούν σε δυναμικές ανακατατάξεις. Οι μεγάλοι πολιτικοί πέπρωται να γυρίζουν πυρετικά τις σελίδες της Ιστορίας, οι μικροί απλώς να τις σαλιώνουν χωρίς να μετακινούνται ρούπι. Θόδωρε, πρέπει να το παραδεχθείς: το I.Q. της κυβέρνησης της οποίας ηγείσαι είναι πολύ χαμηλό. Θα μου πεις βέβαια πως υπάρχει στο σχήμα κι ένας Πετροδούκας, το αγλαό αποκορύφωμα γιαπισμού και τεχνοκρατίας. Σωστό κι αυτό. Καλημέρα σας, κ. Εβερτ, έχετε τους χαιρετισμούς όλων των εγκλωβισμένων του Χρηματιστηρίου αλλά και των νέων θυμάτων των παλιο-ασφαλιστικών ταμείων. Θα μου πείτε με τη σειρά σας πως εσείς δεν είχατε ιδέα. Αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα. Πως δεν έχετε ιδέα γενικώς -με την καλή έννοια- κ. Μιλτιάδη μου. Αλλά παρ' όλα αυτά επιμένετε να κατακεραυνώνετε τους άλλους, τους τάχα μου άσχετους του ΠΑΣΟΚ. Ναι, πλην τώρα υφιστάμεθα τας μαλθακίας υμών. Και στην οικονομία και στην παραγωγική διαδικασία και στην κοινωνική πρόνοια και στην υγεία και στην παιδεία και στον πολιτισμό. Για να το θέσω πιο κομψά, γενικώς σκατά (αν με αντιλαμβάνεσθε και δεν χρησιμοποιώ πολύ εξειδικευμένη ορολογία).

Δαπανήσατε 3 χρόνια για μιαν ψευδεπίγραφη συνταγματική αναθεώρηση που αυτοακυρώθηκε και μιαν εκπαιδευτική «μεταρρύθμιση» που ξύπνησε σύμπαντες τους από χρόνια κοιμισμένους και από πολλά τέρμινα ναρκωμένους. Που ανάστησε το νεκρό και οδωδός φοιτητικό κίνημα. Και πώς αντιδράσατε; Δεν φτάνει που μας κοροϊδέψατε αποκαλώντας «προοδευτισμό» τα πανεπιστήμια της Εκκλησίας, από πάνω τα βάλατε και με τον ΣΥΝ πως δήθεν κουκουλοφορεί -κουκουλοφάλες!- κάνοντας αντί πολιτικής μικροπολιτικούς προεκλογικούς υπολογισμούς. Ελα μου όμως που, ξανά γαμώτη μου, ο ΣΥΝ θα μπει πλησίστιος και στην επόμενη Βουλή, συρρικνώνοντας έτι περαιτέρω την, πολύ σχετική πλέον, αυτοδυναμία σας. Στο αισιόδοξο βέβαια σενάριο ότι θα κερδίσετε, έστω και με ισχνή πλειοψηφία, τις προσεχείς κάλπες. Τουτέστιν, ξανά σκατά, κ. Προκόπη μου, αν δεν χρησιμοποιώ πολύ βαρετά νομικά ως προς την περιγραφήν της δυσοιώνου καταστάσεως. Ενα κομβολόγι από χαμένες ευκαιρίες, δηλαδή προκλητικό νεποτισμό, αναξιοκρατία και κουμβάρους από την οικονομία ώς τον πολιτισμό (ιδίως της Θεσσαλονίκης, κ. Βουλγαράκη μου). Εφτασαν μόλις τρία χρόνια για να εξισωθεί στη λαϊκή συνείδηση η ΠΑΣΟΚική ισοπέδωση με τη νεοδημοκρατική κατολίσθηση. Και αυτό είναι η χειρότερη προοπτική που αντιμετωπίζει σήμερα ο τόπος. Σε βαθμόν ώστε και οι αστεϊσμοί ν' αποκτούν στυφή γεύση. Εφ' όσον τόσες πολλές συγκεντρωμένες μετριότητες κορδακίζονται και αυτοσχεδιάζουν απερίσκεπτα με διακύβευμα το μέλλον των παιδιών μας.

ΥΓ. Ο νόμος Βενιζέλου ξαναχτύπησε! Η κ. Δρούζα, άξια συνεχίστρια του κ. Φρισύρα, ζητεί από τους Στάθη, Πετρούτσου και Γκολεμά εκατοντάδες χιλιάδες (!) ευρώ, διότι, λέει, την προσέβαλαν. Με τα κιλά τίνος, διερωτώμαι, ζυγίζεται η προσβολή ώστε να καταλήγουν στα συγκεκριμένα ποσά και πώς είναι δυνατόν να τιμωρείται η «αυθαιρεσία» της γραφής με την αφαίρεση λ.χ. ενός πατρικού διαμερίσματος -όπως συνέβη πρόσφατα με νεαρή συντάκτρια της «Βραδυνής»- ή με το κλείσιμο ενός ιστορικού περιοδικού. Ο νόμος-λαιμητόμος επιτρέπει σε τύπους σαν τους κ.κ. Δρούζα και Φρισύρα να επιδείξουν αμείλικτα τον πολιτισμό τους. Είναι όμως παρακμή να ζητείται επωνύμως «να πληρώσει ο συντάκτης» κι όχι να αποσυρθούν οι απαράδεκτες αγωγές. Βλέπετε όταν ο φθόνος τυφλώνει, λησμονούνται ακόμη και τα στοιχειώδη. Οπως φέρ' ειπείν η αλληλεγγύη του χώρου. Πώς το είπε η Κασσάνδρα; «Σήμερα εγώ, αύριο εσύ».

14/04/2007

Παρασκευή 13 Απριλίου 2007

Κόκκινο





Εξέδυσαν Με τα ιμάτια Μου κι ενέδυσαν Με χλαμύδα κοκκίνην


Ιδού το χρώμα αδελφοί. Το κόκκινο. Που δύσκολα παρασκευάζεται πια. Επειδή δύσκολα μπορεί πλέον να το δει η κοινωνία των τηλεθεατών. Να το αντέξει. Το κόκκινο για το οποίο σας μιλάω, διαφέρει τόσο πολύ από τα κυκλοφορούντα κοκκινούλια όσο ο Ερίκ Καντονά από τους διάφορους Ροναλντίνιο. Πράγμα που σημαίνει: όχι να ξέρεις αλλά να είσαι. Μ' όλο του το, ηδονικό κατά βάθος, κόστος. Ας πούμε, το βάρος το υπαρξιακό του κόκκινου στο Εσπόλιο του δαιμόνιου Κρητικού σε αντίθεση με το κόκκινο μαντίλι που κρύβει με κοκεταρία ο Νικηφόρος Λύτρας στον επενδύτη του Λύσανδρου Καυταντζόγλου. Οπου αναδύεται η αστική κομψότης, απόλλυται το τρομώδες αίνιγμα της τέχνης. Ή, τα πολυκαιρισμένα κοκκινοφούστανα των πεπλανημένων λαϊκοέντεχνων απέναντι στο κόκκινο της Σταύρωσης όπως το κατάφερε ο Νίκος Καρούζος. Θυμάμαι τώρα το αντιστασιακό ήθος, όπως θα 'λεγε ο Σβορώνος, των κόκκινων, καρό τραπεζομάντιλων του Ασαντούρ Μπαχαριάν αλλά και του Ανδρέα Φωκά. Μελιστάλαχτη, κηρόχυτη οδύνη που όσο περισσότερο εκρήγνυται και λαμπυρίζει τόσο λιγότερο μπορεί να ιδωθεί απ' τους πολλούς. Σαν το τριαντάφυλλο του Μαυροΐδη δίπλα στο γυμνωμένο στήθος του κοριτσιού. Ενα κόκκινο που μόνο ο τυφλός ποιητής μπορεί να ρουφήξει στην απόλυτη λάμψη του.

Σήμερα η ζωγραφική πεθαίνει, πολυτελώς παρασυρμένη από τα όφσετ. Κι εγώ ψάχνω το άφαντο χρώμα που ζωγραφίστηκε στο πιο σκοτεινό εσωρράχιο του ιερού στη μονή Αναπαυσά και τοποθετήθηκε εκεί ακριβώς για να είναι αόρατο! Κι όμως, υπάρχει ευφρόσυνα ανείδωτο μέσα στο σκότος για να ολοκληρώνει την αφήγηση και ν' αποθεώνει την τελετουργία. Εκανε κάται διαφορετικό ο Μάλεβιτς; Εκτός κι αν δεν είναι το μαύρο η πιο μυστική εκδοχή του κόκκινου. Η πιο ψυχωμένη του πεμπτουσία.

«Ενα λάχανο είναι δυνάμει όλο το τοπίο και μια πιπεριά, ίδια η ατομική βόμβα» μου κανοναρχεί σε νηφάλια μέθη ο ζωγράφος Μανώλης Πολυμέρης απ' τη Φλώρινα. Στη συνέχεια μιλάμε πάλι και πάλι για το φως και τις διαφορές του ανάμεσα σε Βορρά και Νότο όπως θα 'καναν κι ο Παπαλουκάς, ο Μπουζιάνης ή ο Ταρκόφσκι. Τελικά το να ζωγραφίσεις μια τοπιογραφία σήμερα, είναι σχεδόν μια κίνηση εννοιολογική. Κυρίως γιατί ερμηνεύεις, υπαινίσσεσαι, ακυρώνεις, αποκαλύπτεις, νομοθετείς. Και βέβαια, ένα πραγματικό τοπίο δεν μπορεί παρά να είναι κόκκινο. Θυμηθείτε τον Χέκελ ή τον Βλαμένκ. Με το έγκλειστό τους χρώμα. Σκέφτομαι τώρα πως όλοι οι μεγάλοι της νεότερης τέχνης μας έζησαν κατά κάποιον τρόπο έγκλειστοι ή απομονωμένοι. Συχνά μάλιστα βάζοντας οι ίδιοι τον εαυτό τους σε μιαν εκούσια φυλακή. Μετρήστε: Σολωμός*, Χαλεπάς, Βιζυηνός, Ροΐδης, Μητσάκης, Λεμπέσης, Παρθένης, Βιτσώρης, Εγγονόπουλος, Διαμαντόπουλος, Μπουζιάνης, Σκαλκώτας, Σπυρόπουλος, Καρούζος, Σαχτούρης, Κονδύλης κ.ά. Στην αυτοεξορία το κόκκινο καθίσταται άφατο και ο τοίχος του κελιού πορφυρός σαν τον μονόραφο χιτώνα του Χριστού. Φαντάζεσθε; Οι θεράποντες του Χαλεπά στο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας ενημερώνουν τους δικούς του ότι συνεχίζει τους ακατάσχετους αυνανισμούς. Στο Εγκοιμητήριο του Ασκληπιού, πάλι, στην Επίδαυρο ένας Υπνος Επιδότης αρκούσε για να πραΰνει και να θεραπεύσει τα τεταραγμένα πνεύματα. Να τα εμποτίσει σε κόκκινα όνειρα και να καταστήσει τις ονειρώξεις έρωτα.

Λέει ο Θεσσαλονικιός Κώστας Λούστας (κάτι που έχουν ξεχάσει οι αθηναίοι ομότροποι του, οιστρηλατημένοι από παιδιά σε μια καριέρα - φάντασμα): Μα είναι και η χαρά να ζωγραφίζουμε! Αλλιώς γερνάμε σαν παιδιά-φαντάσματα! (θα συμπλήρωνα).

*Κι αν ακόμη δεν είσαι ποιητής, μπορείς να γράψεις τα καλύτερα ποιήματα με τη ζωή σου. Στους χαλεπούς καιρούς να βιώνεις ποιητικά την καθημερινότητα.

Ανάμεσα στους εγχώριους αυτοέγκλειστους, τέλος, θα έβαζα και τον Μπάιρον, ο οποίος ήλθε και πέθανε στο αποκλεισμένο Μεσολόγγι, τη στιγμή που ο σιορ Διονύσιος άκουγε τα κανόνια απ' τη Ζάκυνθο γράφοντας ποίηση (Περισσότερα στην «Μπαλάντα ενός Δαίμονα» του Ν. Κούνδουρου).

Στον τρούλο της Αγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης και στην ψηφιδωτή παράσταση της Ανάληψης (9ος αι.) το έδαφος κυματίζει τόσο πολύχρωμα σαν τα μαλλιά του Μπομπ Ντίλαν στη διάσημη αφίσα του Milton Glaser (1966). Δείτε την στην Ελληνοαμερικανική Ενωση και στην έκθεση Design του Στέργιου Δελιαλή και του υπαρκτού-ανύπαρκτου μουσείου του.

08/04/2007

Δευτέρα 2 Απριλίου 2007

Ερζατς

Δείτε την έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης, η οποία ανιχνεύει ιστορικά τις, συχνά σαρωτικές, επιδράσεις του παρισινού κέντρου προς το αθηναϊκό, νεοπαγές (από)κεντρο. Πολύ θετικό το γεγονός ότι η ΕΠΜΑΣ, σε μια δική της -επιτέλους- παραγωγή, ανασκουμπώνεται να δώσει ερμηνείες και να βρει παραλληλισμούς. Το παιχνίδι είναι συχνά διασκεδαστικό, ιδιαίτερα όταν οι παίχτες του αγνοούν τη ζοφερή πλευρά που υποκρύπτει κάθε παίγνιο. Το ίδιο εξάλλου συμβαίνει και στη Γλυπτοθήκη, όπου εμπρός σε μιαν επιβλητική -σε όγκο- αναδρομική του Γιαννούλη Χαλεπά παρουσιάζεται η δραματική αδυναμία εντόπιων και εισαγόμενων σοφών να ερμηνεύσουν το αίνιγμα του τήνιου ερημίτη.

Παρένθεση: Δεν στήνεται έτσι ένα γλυπτό. Ο Γ.Χ., ριγμένος στο φρέαρ σαν τον Ιωσήφ τον Πάγκαλο, ατένισε από την άβυσσό του ένα γαλάζιο τάληρο ουρανού. Η γλυπτική του, αρχαϊκή και μοντέρνα, μυστηριώδης και αποκαλυπτική, λαϊκή και λόγια, προβάλλει τη δυναμική του μύθου απέναντι στην αδυναμία της εργαλειοποιημένης ιστορίας και αντλεί τα θύματά της με άξονες την επιθυμία (ο Σάτυρος), την τρέλα (Μήδεια) και τον θάνατο (οι ποικίλες Κοιμώμενες). Περισσότερα στην αναθεωρημένη έκδοση του βιβλίου μου για τη γλυπτική με το παράρτημα το αφιερωμένο στον Μπαρμπα-Γιαννούλη. Εν ολίγοις, η εγχώρια έρευνα αντιμετωπίζει, ακόμη, τον δημιουργό αυτόν αμήχανα και ως ερζάτς. Τουτέστιν υποκατάστατο. Κρίμα.

Ερζάτς όμως μπορεί να θεωρηθεί συλλήβδην η υπόλοιπη έντεχνη δημιουργία της εποχής, παρά την αναμφισβήτητη δεξιότητα και τον επαγγελματισμό των εκπροσώπων της. Το θέμα όμως είναι ποιος γράφει ιστορία και πώς και ποιος αρκείται σε σκιές και σε (μυθ)ιστορήματα δίπλα στα έργα και τους δημιουργούς που άλλαξαν την ιστορία της τέχνης. Γιατί τότε καμία ερμηνευτική αλχημεία ούτε κι αν ακόμη μιμείται τις εκθέσεις και τις μεθόδους του πολύ Ζαν Κλαιρ, δεν μπορεί να σώσει την κατάσταση. Αλήθεια, τι αποδεικνύει κανείς τοποθετώντας έναν ψευδεπιγραφο (;) χλομό Παρθένη με μιαν ανώριμή του τοπιογραφία δίπλα σ' έναν Σεζάν; Και μάλιστα συνεπικουρούμενο από μιαν «Ακρόπολη» του Μαλέα προς επίρρωσιν του «εθνικού» χαρακτήρα της εντόπιας πρωτοπορίας μας! Το συμπέρασμα είναι αβίαστο αλλά και απόλυτα άδικο: Ο Σεζάν υπάρχει, ο Παρθένης όχι. Αντίθετα, ο πρωτεργάτης της ιθαγενούς μας modernite υπάρχει άνετα δίπλα στους nabis, επειδή εδώ δεν παίζει το βαλκάνιο φολκλόρ αλλά ο υποψιασμένος κοσμοπολιτισμός του αλεξανδρινού.

Προσωπικά θ' άρχιζα τον «διάλογο» ανάμεσα στους Γάλλους (δασκάλους) και τους Ελληνες (μαθητές) με τον μυθικό εραστή της δουκίσσης της Πλακεντίας και πρώτο καθηγητή του σχολείου των Τεχνών, τον μεσιέ Μπονιρό. Πονηρό ε; Και ασφαλώς θα έφτανα ώς τον Prassinos και τον Nonda, μη παραλείποντας τον Jean Xceron (έστω, μόνο για όσους ξέρουν). Κι αφού επέλεγα Μπουζιάνη, δεν θα ξεχνούσα τις ακουαρέλες του Παρισιού. Ούτε θα υποτιμούσα βέβαια τη γλυπτική. Τον Σκλάβο ντε! Πολύ σωστή η έμφαση στην Ντεραινίτιδα (Derain) που καταλαμβάνει τους Ελληνες του Μεσοπολέμου.

Κι άλλη παρένθεση: Τι μεγάλος καλλιτέχνης ο Γαλάνης. Είναι όμως δυνατόν να λείπει ο Γιώργος Μαυροΐδης; Ο οποίος κατά τη γνώμη μου ανοίγει τον πιο αυθεντικό διάλογο με τον Πικάσο από όλη τη γενιά και την εποχή του. Αν βέβαια βλέπουμε τους πίνακες και δεν διαβάζουμε απλώς τις ταμπέλες τους. Οπως συμβαίνει με την περίπτωση Γκίκα. Βέβαια, η ουσιαστική σχέση με το Παρίσι -η σχεδόν αμφίδρομη!- αναπτύσσεται τόσο με τον Γαΐτη, τον Τάκι τον Κανιάρη, τον Νίκο, την Περσάκη, τον Καλεντιανό, τον Μολφέση, τον Πιερράκο, τον Καραχάλιο. Αλλά τα συντηρητικά ανακλαστικά της ΕΠΜΑΣ δεν φτάνουν ώς εκεί. Αντίθετα, μπερδεύουν τον Λωτρέκ με τη Λασκαρίδου (sic) και περνούν τον Κρυστάλλη για Τριανταφυλλίδη (σταυρόλεξο για πολύ λίγους, κ. Κωτίδη μου!). Πηγαίνετε, λοιπόν, στα μουσεία κριτικά. Και μην ακούτε τις επίσημες ξεναγήσεις. Επειδή μπερδεύουν το μεγαλείο με το γελοίο.

Και μόνο τότε θα καταλάβετε πράγματα για τα δύσκολα δίπολα κέντρο- περιφέρεια και εθνικό -διεθνικό. Αλλά και για μια τέχνη που ενηλικιώνεται μεν αναπαράγοντας τα κυρίαρχα μοτίβα, αλλά γίνεται πάλι έφηβη όταν αποφασίζει να υπερασπιστεί την ιδιαιτερότητά της (σταυρόλεξο μεν, για όλους δε).
7 - 01/04/2007


Σύγχρονοι έλληνες καλλιτέχνες: δημιουργικοί, ευφάνταστοι, ερήμην όμως της κοινωνίας (τους). Της κοινωνίας των τηλε-θεατών και των τηλε-πολιτικών (που όμως αποφασίζουν. Φέρ' ειπείν τα σκάνδαλα στα μουσεία της Θεσσαλονίκης). Βλέπετε, κανείς εντόπιος κοινοβουλευτικός δεν έχει τη μουσική παιδεία του πρώην γερμανού καγκελαρίου Χέλμουτ Σμιτ. Αυτός έγχορδο Μπαχ, οι δικοί μας το... βιολί τους. Ο Σμιτ, προσωπικός φίλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή, βοήθησε τα μάλα την είσοδο της χώρας μας στην Ε.Ε.

300 χωρίς τον Λεωνίδα

Του ΜΑΝΟΥ ΣΤΕΦΑΝΙΔΗ*

Ηταν ένας που ξεσκόνιζε τις ηλιαχτίδες από το μαύρο του κοστούμι

Τους έχουν μετρήσει, χρόνια τώρα, ιστορικοί κι ερευνητές, δημοσιογράφοι και δημοσιολογούντες και τους έχουν βρει ακριβώς 300. Ούτε έναν περισσότερο, έναν λιγότερο. Εχουν γίνει, που λέτε, σχεδόν μύθος έτσι καθώς φυλάνε αόρατοι τα στενά των Εξαρχείων, το αυτόνομο, αντιεξουσιαστικό καντόνι του κράτους των Αθηνών... Εκεί που (δεν) βασιλεύει ο Σατράπης Βύρων και που δεν ισχύει ο νόμος του Μεγάλου Βασιλέως (των δημοσκοπήσεων). Βέβαια, πού και πού εμφανίζονται κι οι 700 Θεσπιείς και οι καταμετρητές μπερδεύονται. Ομως, ό,τι κι αν γίνεται, στη συνείδηση του (τηλε)κοινού και των εγκεκριμένων βιβλίων Ιστορίας οι γνωστοί-άγνωστοι είναι 300. Πάει και τελείωσε. Ρωτήστε και τον κ. Πρετεντέρη ή τον κ. Κοττάκη. Τώρα πάλι γιατί ο mr Byron αγοράζει ψεκαστικά υγρά για 300.000 τεμάχια διαδηλωτών, αυτό είναι άλλο ζήτημα. Που ίσως σχετίζεται με το γεγονός ότι στο ντομίνιον των Αθηνών μπερδεύουν τους ανθρώπους με τα κουνούπια. Και ποικίλα ποντίκια βρυχώνται. Θα μου πεις πως διαθέτουν κι αυτά όρχεις. Ναι... αλλά τι μεγέθους;

Με τούτα και με τ' άλλα όμως το επί χρόνια υπνώττον φοιτητικό κίνημα αφυπνίστηκε μαζικά (και μαγικά) σαν την Ωραία Κοιμωμένη, κατέδειξε χρόνια πρόβληματα, ταρακούνησε κυβερνητικές ασφάλειες, ανέτρεψε δρομολογημένες πολιτικές, ματαίωσε ή ανέβαλε συνταγματικές αναθεωρήσεις παρουσιάζοντας ζέουσα την υφιστάμενη, κοινωνική πραγματικότητα. Θα έλεγα, επίσης, πως συγκρότησε τη μόνη σοβαρή αντιπολίτευση που δέχτηκε ώς σήμερα η νέα διακυβέρνηση με τις παλαιοπασοκικές πολιτικές. Το κατεστημένον γαρ αποφυγείν αδύνατον. Και είναι πολλοί οι «σιγουράκηδες» στο Μαξίμου. Ομως η φοιτητική διαμαρτυρία-εξέγερση (που συνεχίζεται εφόσον καλά κρατούν οι καταλήψεις) δείχνει ωμά και αφτιασίδωτα τα κενά και τ' αδιέξοδα μιας ολόκληρης κοινωνίας και μιας ολόκληρης εποχής. Επίσης, σηματοδοτεί τις αλλαγές που θα έρθουν αφεύκτως όσο κι αν σφυράνε κλέφτικα οι ποικίλοι λωποδύτες της λαϊκής βούλησης αλλά και του δημόσιου κορβανά. Οι ηθικολόγοι άνευ ηθικής και οι φύλακες-λυμαντήρες των Ταμείων.

Ως πέρσι το μεγαλύτερο διακύβευμα ανάμεσα στις φοιτητικές παρατάξεις της ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ ήταν αν ο ετήσιος χορός τους θα γίνει στου Σάκη ή στης δεσποινίς Πέγκυς. Σήμερα είναι στους δρόμους εκόντες-άκοντες όχι από πείσμα ή καταστροφική έξη αλλά από πούρα απελπισία. Εφόσον «μειοψηφίες» και «πλειοψηφίες» εξισώνονται δραματικά κι εφόσον η ανεργία δεν έχει συγκεκριμένο χρώμα ενώ η επαγγελματική απαξίωση χτυπάει κόκκινο. Βλέπετε ούτε και η πιο άδολη γνώση δεν είναι ανιδιοτελής ή αταξική. Ποτέ δεν ήταν. Και καμία επιστήμη δεν μπορεί να διακονηθεί αφιλοκερδώς. Αφήστε που πρέπει να είναι κανείς ηλίθιος για να μην αντιλαμβάνεται πως σίγουρο μέλλον έχουν μόνο τα κομματόσκυλα. Τα οποία μπορούν να γίνουν ακόμη και υπουργοί. Θα μου πείτε «χωρίς πτυχίο;». Ελα μωρέ, το πτυχίο το παίρνουν μετά. Από ένα ανοιχτό πανεπιστήμιο. Υπάρχουν παραδείγματα.

Δόξα τω Θεώ λοιπόν και παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των κ.κ. Κωστάκη, Γιωργάκη, Μαριέττας, Πετράκη (Ευθυμίου), Αρσενίου, Βύρωνος, Κοντογιαννόπουλου (αν ενθυμείσθε), Ανδρέου του οσίου πατρός ημών κ.λπ., οι νέοι μας μόνο ηλίθιοι δεν είναι. Απελπισμένοι είναι και ακαθοδήγητοι. Με τα κρατικά μας πανεπιστήμια να σκαλώνουν στις τελευταίες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης (το Π.Α. κρίθηκε 509ο στα 520!) και την Πολιτεία να θεραπεύει τον καρκίνο τους με φραπελιά. Ηγουν με ιδιωτικά ΑΕΙ που θα συστήσουν ο Ολυμπιακός, ο Χριστόδουλος και όσοι επιχειρηματίες πλούτισαν από τα ιδιωτικά ιατρικά κέντρα. Η πεμπτουσία δηλαδή της Αγοράς! Κατά τ' άλλα, το πρόβλημά μας είναι οι 300 και πώς θα τους «αξιοποιήσουμε» τηλεοπτικά.

Για τους άλλους 300 -της Βουλής ντε!- ούτε κουβέντα. Βλέπεις, κρατούν κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα. Χρηματιστηριακής φύσεως, αν με αντιλαμβάνεσθε. Οσο για τη «διαφάνεια» και την «αξιοκρατία» δεν μασάμε πια. Συμφωνώντας πλήρως με την κ. Γιαννάκου. Εμπρός σ' αυτή την αδιαλλαξία οι νέοι δεν έχουν άλλη επιλογή από το πεζοδρόμιο. Και αν είναι τότε που τα κρίσιμα «διλήμματα» καθίστανται μπούμερανγκ, η κοινωνική δυσφορία ογκούται και οι δημοσκοπήσεις δεν μακιγιάρουν την έλλειψη πολιτικής.

- Κλειστά πανεπιστήμια λοιπόν; Ναι, αφού όταν ανοίγουν, παράγουν (μαζικώς) άχρηστα πτυχία και δεν προάγουν ούτε την επιστήμη ούτε την επαγγελματική αποκατάσταση. Οι φοιτητές το νιώθουν καλά. Δεν χάνουν τώρα τη χρονιά τους αλλά έχουν απολέσει ανεπαισθήτως πολλές, άγονες και στέρφες χρονιές. Είτε αρέσει αυτό στον κ. Αντώναρο είτε όχι. (Θα τη θυμόμαστε για πολύ αυτή τη φατσούλα. Ως καρτούν)!

Η Ν.Δ. σπατάλησε τα 3/4 της κοινοβουλευτικής της θητείας για μια μισερή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση ταυτισμένη πονηρά με τον δούρειο ίππο του άρθρου 16. Ακόμη και ο κ. Βερέμης υπογράμμισε αυτή την ανακολουθία. Ναι, ο προηγούμενος νόμος-πλαίσιο υπήρξε ολετήρας. Γι' αυτό και ο καινούργιος όφειλε ν' αποτελεί αληθινή τομή κι όχι δέσμη αμφίβολης αξίας διοικητικών μέτρων. Ξυπνήστε! Η κρίση δεν υποχωρεί. Ο αναβρασμός στην Παιδεία αγγίζει όλο το κοινωνικό σώμα. Η επόμενη τετραετία θα είναι Βατερλό, αν δεν κάνετε κάτι τώρα. Το πάθημα Σημίτη δεν συνετίζει κανέναν; Οσοι αντιμετώπισαν την Παιδεία ως ένα επικοινωνιακό ματς ανάμεσα στα ΜΑΤ και τα Εξάρχεια, θα εισπράξουν σύντομα την «επιτυχία» τους. Οι 300, έστω και χωρίς Λεωνίδα, αδημονούν για τη συνέχεια...

ΥΓ.: Ενα μικρό παράδειγμα κρατικής ηλιθιότητας: Οι θεατρολόγοι της Φιλοσοφικής δεν δικαιούνται να διαγωνίζονται στο ΑΣΕΠ ώστε ν' απορροφώνται στη Μέση Εκπαίδευση. Ετσι, τα πτυχία τους είναι απλώς κορνίζα.

* Διδάσκει Ιστορία Τέχνης στο Πανεπιστήμιο, όταν αυτό είναι ανοιχτό.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 31/03/2007