Συνολικές προβολές σελίδας

Σάββατο 29 Μαΐου 2021

Λάζαρος

Νεότερα στοιχεία περί της Εγέρσεως του Λαζάρου



στη Ντόρα Λεοντοπούλου

Στο συγκεκριμένο πεζό και την φωτογραφία που το προκάλεσε ο Χριστός, μέγας καλλιτέχνης, ανασύρει τον Λάζαρο από τον Άδη. Νομίζει ότι έτσι θα τον ευεργετήσει. Έχει την ψευδαίσθηση, απορροφημένος πλήρως από το πρόβλημα του, ότι τα θαύματα μπορούν έστω κατ' ελάχιστον ν' αλλάξουν τη μοίρα των ανθρώπων.
 Φοράει καπέλο για να μην τον αναγνωρίσουν οι Φαρισαίοι, πράγμα που, όπως απεδείχθη εκ των υστέρων, ήταν απολύτως μάταιο. Προσέξτε, εν προκειμένω, πόσο αιφνιδιασμένος φαίνεται ο Λάζαρος από το, όντως, αιφνίδιο φως. Τα γυαλιά ηλίου που του προμήθευσε εγκαίρως ο Μιχαήλ, Αρχάγγελος του θανάτου και ειδικός των σκιών, δεν μπορούν να τον προστατεύσουν.
 Εξάλλου οι πάντες γνωρίζουν ότι η ζωγραφική γίνεται με την παρθενογένεση του φωτός μέσα από τα ιζήματα του σκότους. Κι ότι το φως απλώς αποκαλύπτει ή και εκθέτει, ενώ η σκιά βαθιά παρηγορεί.


ΥΓ. Άσχετο: Σε κάποιες γυναίκες ο οργασμός, συνήθως μεγάλες ή στερημένες, μοιάζει με ρόγχο θανάτου. Ακριβώς όπως κι άλλες κλαίνε γοερά τη στιγμή της κορύφωσης. Εις ανάμνησιν των δακρύων της Μαρίας και Μάρθας, των αδελφών του Λαζάρου. Εκείνα ιδίως που έτρεξαν μετά την έγερση του.
 Επειδή, κατά βάθος κι αυτό το ξέρουν ασυνείδητα οι συνουσιαζόμενοι, κάθε ερωτική επαφή είναι συγχρόνως κι ένα μνημόσυνο. Ένας θρήνος για τους χαμένους έρωτες. Όσους έληξαν άδοξα. Δηλαδή όλους. Ένα έρημο επιτύμβιο ζωής πάνω στην παχύρρευστη, μαύρη ράχη του Αχέροντα.
 Κι ίσως γι' αυτό ορισμένα είδη κολεοπτέρων στον Αμαζόνιο - ο οποίος, ως γνωστόν, πηγάζει από την Αχερουσία λίμνη - αντί σπέρματος συμβολικά εκχέουν δάκρυ. Τις αγονιμοποίητες σταγόνες των οποίων δακρύων συγκεντρώνουν χερουβείμ, ζεστές ακόμη και με όλες τις μυρωδιές της οχείας, τις μεταφέρουν στις διάφανες παλάμες τους αργά τα βράδια και γεμίζουν ακαριαία ειδική στέρνα του παραδείσου.
 Ώστε το πρωί, αχάραγα, να έχει ο Σαβαώθ νερό αρκετό για να νίψει το πρόσωπο Του. Αν όμως επισυμβεί οποιαδήποτε στέρηση, επειδή η στέρηση του Θεού είναι πολύ πιο επικίνδυνη από τη στέρηση των ανθρώπων, τότε επέρχονται όλεθροι και συμφορές. Πύρινες λαίλαπες, βροχές μετεωριτών και σεισμοί που ανεβάζουν τη στάθμη των θαλασσών έως και δώδεκα μέτρα. Τότε θεριεύει η γέεννα πυρός στο στερέωμα, οι ωκεανοί κοχλάζουν και δεν υπάρχει υγρό, ούτε καν δρόσος πρωινή, ώστε να την ανακόψει...
 Από την άλλη ο Λάζαρος, αφελής και μάλλον κουτούτσικος δεν έφταιξε σε τίποτα άλλο πλην της ολίγιστης θνητότητας του.

Τετάρτη 26 Μαΐου 2021

Μοντερνισμός κι ευαισθησία

Donald Judd και Ελένη Ζέρβα
Ένας Σαβοναρόλα του μοντερνισμού κι εμείς

I could tell you my emotional responses to the gorgeous works Donald Judd retrospective that has open at the Museum of Modern Art if I had any (sic)! I was benumbed as usual, this last revolutionary of modern art. The boxy objects (he refused to call them sculptures) that Judd constructed between the early 1960s and his death from cancer in 1994, irreversibly altered the character of Western aesthetic experience. They displaced traditional contemplation with the newfangled confrontation. That's the key trope of minimalism, a term that Judd despised but one that will tag him until the end of time...
Judd, a tremendous art critic and theorist, had foreseen the change (imagine, in theatres, breaking the fourth wall permanently) well before his first show of mature work, in 1963, when he was 35...
Works by Judd are almost routinely beautiful, but coldly and even imperiously so, as if their quality were none of your business (sic)! If you have any feeling, it might be chagrin at being underqualified to cope with so rigorous a visual intelligence. He is Donald Judd; you are not. He came on as an Savonarola of art (sic) in early writings and interviews, preaching a chastened aesthetic that should be "non naturalistic" non imagistic", "non expressionist" in addition to "unrelational" "non illusionistic" and "neither non painting nor sculpture"...

                       Peter Schjeldahl

Δεν χρειάζεται να επαναλάβω πόσο θαυμάζω τα κριτικά κείμενα που δημοσιεύονται στον New Yorker, είτε για το θέατρο, είτε για το σινεμά, είτε για το βιβλίο είτε για τα εικαστικά. Σε πρόσφατο τεύχος του περιοδικού πραγματικά απόλαυσα την τοποθέτηση του Peter Schjeldahl σχετικά με την αναδρομική του Donald Judd στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Νέας Υόρκης. Τίτλος του άρθρου The Shape of Things (το σχήμα των πραγμάτων). Πιο πάνω παραθέτω στο πρωτότυπο τα βασικά κομμάτια της τοποθέτησης του και νομίζω ότι είναι πολύ εύκολο να κατανοηθούν από όλους. (Τα sic βέβαια και τα θαυμαστικά είναι δικά μου). 
Για μένα το κείμενο αυτό είναι ένα μεγάλο μάθημα και ευθυκρισίας αλλά και έντιμα συναισθηματικής προσέγγισης του έργου τέχνης. Είναι όμως και ένα κείμενο από θέση ισχύος. Δεν θα έγραφε κανείς, φοβάμαι, στην Ελλάδα τη φράση: "Θα σας έλεγα τις συναισθηματικές μου αντιδράσεις από τη συγκεκριμένη, ιστορική έκθεση, αν είχα κάποιες"!
Η κριτική δεν είναι μόνο μορφή εξουσίας αλλά και μείζων αφετηρία διαλόγου ακόμα και συγκρούσεων. Επειδή δεν μπορεί να παραχθεί μεγάλο έργο χωρίς να έχουν προϋπάρξει γόνιμες συγκρούσεις. Μόνο φοβικές, καλλιτεχνικές ομάδες εξορκίζουν την κριτική και απομονώνονται στον αυτισμό τους. Μόνο οι καλλιτεχνικές εκφράσεις της περιφέρειας - που αποδέχονται δηλαδή την περιφερειακότητα τους ως μοίρα - προσπαθούν να διαφυλάξουν τα μικρά κεκτημένα τους μέσα από την σιωπή. Η τέχνη που παράγεται στα μεγάλα, καλλιτεχνικά κέντρα - δηλαδή τις πρωτεύουσες του πιο επιθετικού καπιταλισμού - είναι η τέχνη που δημιουργείται εντός της ιστορίας και λειτουργεί εντελώς διαφορετικά.
Μας χωρίζει μισός αιώνας από τα πρώτα κουτιά ή "αντικείμενα" που κατασκεύασε ο Judd ή καλύτερα ο πατέρας του (!) ... στην αρχή αρκετά πρωτόγονα και αργότερα εντελώς φινιρισμένα. Σαν αχειροποίητα! Ο ίδιος δεν τα θεωρούσε ούτε ζωγραφική ούτε γλυπτική μα περισσότερο μία πρόταση χώρου μέσα στο χώρο. Επίσης απεχθανόταν τον όρο μινιμαλισμός παρότι συχνά έκανε χρήση απλών, μινιμαλιστικών σχημάτων, καθαρών μορφών αλλά κι ενόςδιαυγούς, λαμπερού χρώματος. Μην ξεχνάμε, είχε σπουδάσει φιλοσοφία και ιστορία της τέχνης στο Columbia university και έγραψε εξαιρετικά θεωρητικά και τεχνοκριτικά κείμενα στο Arts Magazine από το 1959 έως το 1965... 
Το 1975 κυκλοφόρησε το βιβλίο Donald Judd: Complete Writings 1959 - 1975.
Πιο παλιός από τον Carl Andre και τον Dan Flavin θεωρείται πρωτοπόρος στην αμερικάνικη και - κατ'επέκταση - στην παγκόσμια τέχνη. Αφού για ιστορικούς δηλαδή οικονομικούς λόγους ό,τι γίνεται στην Αμερική, καθίσταται αυτόματα παγκόσμιο. από τις αρχές του '70 εγκαταστάθηκε στο δυτικό Τέξας και και τη σχεδόν έρημη πόλη Marfa η οποία έγινε το δικό του Μπαϊρόιτ. Εδώ, επί είκοσι χρόνια, διασκεύαζε παλιά στρατιωτικά, δημοτικά ή εμπορικά, εγκαταλελειμμένα κτίσματα και δημιουργούσε σε αυτά περιοδικές εγκαταστάσεις της δουλειάς του. Ή τα πρόσφερε σε καλλιτέχνες που συμπαθούσε ώστε να τα αξιοποιήσουν εκείνοι. Δηλαδή το αποκορύφωμα της καριέρας του ήταν η επιμέλεια (curating) εκθέσεων άλλων.
Το θέμα βέβαια είναι πως κρίνεται σήμερα αυτό το κομμάτι της ιστορίας του ύστερου μοντερνισμού. Οι προτάσεις δηλαδή που αναπτύσσονται μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και πατούν στα επιτεύγματα κυρίως του Bauhaus αλλά και της Ρωσικής Πρωτοπορίας. Είχα πρωτοδεί τα έργα του στην γκαλερί Bernier πριν τριάντα τόσα χρόνια και βέβαια τα έβρισκα ξανά όποτε επισκεπτόμουν μουσεία του εξωτερικού. Επειδή πολύ νωρίς ο Judd έγινε κομμάτι αυτής της "αλεξανδρινής κοινής" του εικαστικού μοντερνισμού που συναντούσε και συναντάει ο επισκέπτης, ακόμα και σήμερα, σε όλα τα μουσεία της Δύσης. Δηλαδή απαρέγκλιτα Picasso, Matisse, Klee, De Chirico, Ernst, Pollock, Rothko, Giacometti, Moore, Calver, Warhol, Rauschenberg, Vasarely, Beuys, Kiefer, Koons, Hirst κλπ. Σαν σκηνογραφία που επαναλαμβάνεται για ένα κοινό που οφείλει να γνωρίζει και να αναγνωρίζει τους "μύθους" της εποχής του, χωρίς να είναι υποχρεωμένο να θαυμάσει ή να συγκινηθεί.. 
Εν τέλει, κρινόμενο σήμερα το έργο του Judd μπορεί να πιστωθεί με "πολιτική" περισσότερο παρά με αισθητική σημασία. Ιδιαίτερα αν συγκριθεί με τα μεγέθη των Tatlin, Rodcenko, Gabo, Brootdhaers ως προς τη σχέση αντικειμένου και χώρου. Να του αναγνωριστεί ο πειραματισμός και η επίδραση που άσκησε και στην εποχή και στους νεότερους καλλιτέχνες.
Μοιραία πρέπει να αναφερθώ και στα καθ' ημάς. Επειδή την ίδια εποχή στην Ελλάδα πειραματίζονται με ανάλογη δημιουργικότητα καλλιτέχνες όπως ο Θόδωρος, ο Τούγιας, ο Καραχάλιος, ο Σκυλάκος, ο Βαλέριος Καλλούτσης, η Χρύσα Ρωμανού, ο Γιάννης Μίχας, η Διοχάντη, ο Γιάννης Μπουτέας κλπ.
Θα έλεγα λοιπόν εν είδει αφορισμού πως όλων αυτών το έργο ΔΕΝ ολοκληρώθηκε ποτέ. Παρά την αφοσίωση και τον μόχθο που οι ίδιοι έδειξαν. 
Ποιά είναι η τεράστια, η ιστορική διαφορά; Ο Judd όταν δημιουργεί, έχει πίσω του έναν συμπαγή μηχανισμό. Έχει περί τα διακόσια μουσεία ή επίσημα ιδρύματα μοντέρνας τέχνης σε όλες τις ΗΠΑ για να στηρίξουν και να επενδύσουν στους πειραματισμούς και τις προτάσεις του. Επίσης έχει κατ' αρχήν μερικές εκατοντάδες συλλέκτες πρώτου επιπέδου και μερικές χιλιάδες δεύτερου για να απορροφήσουν τα έργα του. Και βέβαια μερικές χιλιάδες γκαλερί για να τα κάνουν γνωστά στο ευρύτερο κοινό. Δεν αναφέρομαι στα περιοδικά, τις εφημερίδες, τις κριτικές στήλες, και την εν γένει καλλιτεχνική ζύμωση που αυτά δημιουργούν. Ούτε βέβαια στις εκατοντάδες σχολές τέχνης με τους αποφοίτους των που συγκροτούν έναν ολόκληρο κόσμο μορφών και ιδεών. Να γιατί συχνά διερωτώμαι αν όντως υπάρχει "σύγχρονη ελληνική τέχνη" και δεν είναι μια κατασκευή που βολεύει εμάς τους θεωρητικούς αλλά και την πολιτεία που κάνει ανάλογα "παιχνίδι". Και τί υπάρχει; Απλώς μονάδες, προικισμένες και ευαίσθητες αναμφίβολα, που πολεμάνε με συγκινητικό, αξιοθαύμαστο τρόπο σ' έναν πόλεμο εκ των προτέρων χαμένο.


ΥΓ.1 Λόγω αναγκαστικής μετακόμισης ξαναβρίσκω το παλιό μου αρχείο. Στην πρώτη φωτογραφία δημοσιεύω ένα μοναδικό ντοκουμέντο: Τον περίφημο κατάλογο της έκθεσης - γλυπτικής παρέμβασης των τριών (Δανιήλ, Κανιάρης, Κεσσανλής) υπό τον Restany στο θέατρο La Fenice (ο Φοίνικας) στη Μπιενάλε Βενετίας του 1964. Ήταν η χρονιά που ο Rauschenberg θα έπαιρνε με το περίπτερο των ΗΠΑ το μεγάλο βραβείο του θεσμού. Το 1988 οι Κανιάρης Κεσσανλής ξαναβρέθηκαν στη Μπιενάλε Βενετίας εκπροσωπώντας την Ελλάδα. Ήταν όμως πλέον "τοπικοί" καλλιτέχνες.


ΥΓ.2 Συμπληρώνοντας τις σκέψεις μου δημοσιεύω ένα έργο της συλλογής μου που φιλοτέχνησε η ζωγράφος Ελένη Ζέρβα (1917 - 1993) από την σειρά Κόσμος - Χώρος. Ο πίνακας εξετέθη στην Μπιενάλε Βενετίας του 1970 και στην διεθνή, έκθεση του Παρισιού το 1972. Η μινιμαλιστική του λιτότητα και το έκκεντρο φως στην καρδιά της σύνθεσης καθιστούν το έργο περίεργα συναισθηματικό μέσα στην ορθολογιστική του εντιμότητα. Καμιά πάντως παραχώρηση στην ευκολία της συγκίνησης. Πολύ κοντά στην αισθητική του Judd. Προσωπικά τοποθετώ την Ζέρβα ανάμεσα στην Σελέστ Πολυχρονιάδη και την Ναυσικά Πάστρα, κορυφαίες του ελληνικού μοντερνισμού. Τι λυπηρό. Ούτε τα εγχώρια μουσεία δεν τις εκθέτουν.

ΣΏΣΑ

Ισαάκ Μπάσεβιτς Σίνγκερ "Σώσα"
Μετάφραση - σχόλια Μιχάλης Πάγκαλος
Εκδόσεις Κίχλη, Α εκδ. 2019.
Στον Τάσο Γουδέλη, που μού το δάνεισε!

(Πρόκειται για ένα εξαιρετικό βιβλίο με μία αφήγηση - κέντημα αναμνήσεων και λεπτομερειών από την ζωή των Εβραίων της Πολωνίας στο μεσοπόλεμο, λιτό όσο και πολυεπίπεδο με χαρακτήρες σπαρακτικούς γραμμένο στα γίντις, μία γλώσσα που δεν υπάρχει, υπάρχει όλο και λιγότερο, μία γλώσσα καταδιωκόμενη που ίσως για αυτό και μόνο τον λόγο θα μπορούσε να γίνει η γλώσσα όλων των καταδιωκόμενων του κόσμου. Μία γλώσσα συμπίλημα ή υβρίδιο η οποία στοιχειώνει ένα συνταρακτικό, ιστορικό παρελθόν και αποκτάει οντότητα σήμερα μέσα από τα κείμενα των μεγάλων συγγραφέων που την διακόνησαν. Ο Ισαάκ Μπάσεβιτς Σίνγκερ "φτιάχνει γλώσσα" με τους τρόπους του Διονυσίου Σολωμού και καταδύεται την χιλιετή, ιουδαϊκή παράδοση, στην Καμπάλα και το Ταλμούδ με τους τρόπους του Παπαδιαμάντη. Στοχάζεται με ένα τρόπο εμπειρικό αλλά καθόλου παλιομοδίτικο, λέει ιστορίες με ύφος απατηλά απλοϊκό και είναι παράδοξα μοντέρνος ασκώντας κριτική σε μοντερνιστές όπως ο Τζόις ή ο Προυστ, τους οποίους κατηγορεί για ναρκισσισμό. Τέλος, θα έλεγα, πως καλλιεργεί έναν φανταστικό ρεαλισμό ανάλογο εκείνου του Μάρκες ή του Μπουλγκάκοφ. Βαπτισμένου όμως στην ιουδαϊκή κουλτούρα και παράδοση. Την παράδοση της πίστης αλλά και της ασυνόρευτης αμφιβολίας. Αξίζει τον κόπο να το διαβάσετε. Θα σας ταξιδέψει και θα σας προβληματίσει όπως ταξίδεψε και προβλημάτισε κι εμένα)

"...Μία μέρα ο κόσμος θα συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει ούτε μία ιδέα που να μπορούμε να θεωρήσουμε αληθινή, όλα είναι ένα παιχνίδι: εθνικισμός, διεθνισμός, θρησκεία, αθεϊσμός, πνευματισμός, υλισμός ακόμα και η ιδέα της αυτοκτονίας. Τσούτσικ, ξέρεις ότι θαυμάζω πολύ τον Ντέιβιντ Χιούμ. Για μένα είναι ο μόνος φιλόσοφος που δεν είναι ξεπερασμένος. Η σκέψη του διαθέτει τόση φρεσκάδα και καθαρότητα σήμερα όση και στην εποχή του... Εφόσον δεν είμαστε σίγουροι για τίποτα και δεν μπορούμε καν να γνωρίζουμε τεκμηριωμένα ότι ο ήλιος θα ανατείλει αύριο, το παιχνίδι συνιστά τη βαθύτερη ουσία της ανθρώπινης προσπάθειας, ίσως ακόμα και το αντικείμενο αυτό καθαυτό. Ο Θεός είναι ένας παίκτης, ο κόσμος ένας παιχνιδότοπος. Αναζητούσα για χρόνια το θεμέλιο της ηθικής και είχα εγκαταλείψει κάθε έλπίδα. Ξαφνικά κατάλαβα: το θεμέλιο της ηθικής είναι το δικαίωμα του ανθρώπου να παίζει τα παιχνίδια της επιλογής του. Δεν θα χαλάσω τα παιχνίδια σου, μη χαλάς και εσύ τα δικά μου. Δεν θα φτύσω το είδωλό σου, μη φτύνεις και εσύ το δικό μου. Δεν υπάρχει λόγος να μην μπορούν ο ηδονισμός, η Καμπάλα, η πολυγαμία, ο ασκητισμός ακόμα και αυτό το κράμα χασιδισμού και ερωτισμού του φίλου μας του Χάιμλ, να συνυπάρξουν σε μία παιχνιδούπολη ή μάλλον σαν παιχνιδόκοσμο όπου ο καθένας θα παίζει τα παιχνίδια που επιθυμεί..."
(σελ. 192).

"... Μαρκ, το μεγαλύτερο από τα σφάλματα που διαπράξαμε εμείς οι Εβραίοι ήταν ότι κοροϊδέψαμε τον εαυτό μας και στη συνέχεια κι άλλους λαούς πως ο Θεός είναι ελεήμων, αγαπάει τα πλάσματα Του, μισεί τους αδίκους και όλα τα υπόλοιπα που κηρύττουν οι όσιοι και οι προφήτες μας από τον Μωυσή ως τον Χόφετς Χάιμ. Οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν ποτέ τέτοιες αυταπάτες, και για αυτό ήταν μεγάλοι. Ενώ οι Εβραίοι κατηγορούσαν άλλους λαούς για ειδωλολατρία, οι ίδιοι λάτρευαν ένα είδωλο της δικαιοσύνης. Ο χριστιανισμός είναι μία απόδειξη αυτού του ευσεβούς πόθου" (σελ.201).

"...Εμείς οι Εβραίοι συνεχίζουμε να ευχόμαστε ο ένας στον άλλον αιώνια ζωή ή τουλάχιστον αθανασία της ψυχής. Στην πραγματικότητα, η αιώνια ζωή μπορεί να είναι κατάρα. Φαντάσου έναν μπακάλη να πεθαίνει και η ψυχή του να περιπλανιέται εδώ και εκεί για χιλιάδες χρόνια κατά την διάρκεια των οποίων είναι αναγκασμένη να θυμάται ότι κάποτε πουλούσε ραδίκια και φασόλια και ότι ένας πελάτης χρωστάει δεκαοκτώ γρόσια. Ή την ψυχή ενός συγγραφέα που δέκα χιλιάδες χρόνια μετά, δεν μπορεί να συνέλθει από μία κακή κριτική για το έργο του".
"Οι ψυχές δεν μένουν ίδιες. Μεγαλώνουν", είπε ο Έλμπινγκερ.
"Αν ξεχνούν το παρελθόν, δεν είναι πια ίδιες. Κι αν θυμούνται κάθε μικροπρέπεια της ζωής, δεν μπορούν να εξελιχτούν Δεν αμφιβάλλω καθόλου ότι ψυχή και σώμα αποτελούν τις όψεις του ίδιου νομίσματος. Ο Σπινόζα υπήρξε εδώ τολμηρότερος από τον Καντ. Η καντιανή ψυχή δεν είναι παρά ένα λάθος νούμερο σε ένα λανθασμένο σύστημα λογικής"(σελ.203-4).
 (Ανδρέα Πατράκη, Το Προξενιό, συλλογή Θόδωρου και Μαρίας Αδαμόπουλου)

"...Κάποτε με τρομοκρατούσε ο θάνατος. Δεν άντεχα ούτε να ακούω τη λέξη... Και μόνο η σκέψη ότι μία μέρα δεν θα έτρωγα, δεν θα ανέπνεα, δεν θα σκεφτόμουν, δεν θα διάβαζα μού φαινόταν τόσο τρομερή που τίποτα πια δεν φάνταζε δελεαστικό στη ζωή. Έπειτα άρχισα σταδιακά να συμφιλιώνομαι με την ιδέα του θανάτου. Ακόμα περισσότερο, ο θάνατος έγινε η λύση για όλα τα προβλήματα - το ιδεώδες μου, στην πραγματικότητα...
... Όταν ακούω ότι κάποιος πέθανε τον ζηλεύω. Οι λόγοι που δεν αυτοκτονώ είναι: πρώτον ο Χάιμλ  - θέλω να φύγω μαζί του - και δεύτερον, ότι ο θάνατος είναι υπερβολικά σημαντικός για να συμβεί μιά κι έξω. Μοιάζει με καλό κρασί που πρέπει να το απολαύσεις αργά. Όσοι αυτοκτονούν θέλουν να ξεμπερδεύουν με τον θάνατο μιά και καλή. Αλλά όσοι δεν είναι τόσο δειλοί μαθαίνουν να απολαμβάνουν τη γεύση του..."
 (σελ. 340-1).

Τρίτη 25 Μαΐου 2021

ΨΥΧΟΣΆΒΒΑΤΟ


(Φωτοδιήγημα)

Μία συγκινητική ιστορία συναισθημάτων αλλά και της δοκιμασίας ή της υστέρησης  τους από το όχι και τόσο μακρινό '60. Εποχή δύσκολη αλλά και βαθιά ρομαντική. Απελπισμένα ρομαντική.
Η Ελένη από τον Πειραιά, δεκαοχτώ χρονών, αρραβωνιάζεται τον ως τότε άγνωστο της Χρήστο από την Χίο εμπρός στην φωτογραφία του. Ο Χρήστος είναι ναυτικός, ταξιδεύει και το μυστήριο, η αλλαγή των δακτύλιων αρραβώνων τελείται μέσω συγγενών του. Τόπος η Ευγένεια στο Κερατσίνι δίπλα στο εργοστάσιο της Κοπής που η Ελένη ( Νίτσα ) δουλεύει. 
Η Ελένη έχει χάσει τους γονείς της στα Δεκεμβριανά και μεγάλωσε στην οικογένεια του θείου Βασίλη και της θείας Στέλλας. Όμοια παραδόθηκαν σε συγγενείς και η μικρότερη αδελφή κι ο αδελφός της.
Στην δεύτερη φωτογραφία η χαρά των δύο νέων έχει ολοκληρωθεί. Ο γάμος έχει μόλις γίνει και οι νεόνυμφοι ποζάρουν ευτυχείς αλλά και ολίγον αμήχανοι. Δεν έχει ακόμη αγγίξει ο ένας τον άλλο. Σε λίγο πάντως ο σύζυγος θα ξαναμπαρκάρει. Μέσος χρόνος ταξιδιών εκείνη την εποχή ο ενάμισης χρόνος. Ο αφηγητής παίζει στο έργο ως ο μικρός παράνυμφος δεξιά. Όλα τα πρόσωπα αποτελούν αυτοτελείς όσο και αυθεντικές ιστορίες.
 Θα μπορούσε να υπάρχει happy end  αλλά αυτό δεν συμβαίνει ποτέ στον έρωτα ακόμη και όταν παίρνει τόσο μετριοπαθείς και ήπιες μορφές. Εντός του δεδομένου ελληνοχριστιανικού, δηλαδή μικροαστικού  πλαισίου.Τόσο ήσυχες και τόσο ανθρώπινες. Ο Χρήστος, νωρίς θα προσβληθεί από μυασθένεια και θα εγκαταλείψει τις θάλασσες. Η σύζυγος του, το κορίτσι της πρώτης φωτογραφίας, θα τον περιθάλψει μέχρι το τέλος. Σήμερα ζει στον Πειραιά, κοντά στα ογδόντα, μόνη κοιτώντας τις παλιές φωτογραφίες επί ώρες ή επισκέπτεται τα δύο, ενήλικα παιδιά της . Έχει έναν εγγονό. Όταν κοιτάζει τους σκοτωμένους λέει πάντα " ο μπαμπάς " και " η μαμά μου". Εδώ θα ή μικροαστική ηθογραφία αποκτά όρους υπόκωφης τραγωδίας. Μιας τραγωδίας που έχουν βιώσει τα περισσότερα μεταπολεμικά σπίτια.
Διατηρεί όμως πάντα ένα στωικό χαμόγελο,γεμάτο απορία. Ποτέ δεν κατάλαβε γιατί είναι έτσι η ζωή κι όχι αλλιώς...

Δευτέρα 24 Μαΐου 2021

Νεότερα στοιχεία περί της Εγέρσεως του Λαζάρου

Νεότερα στοιχεία περί της Εγέρσεως του Λαζάρου

στην Ντόρα Λεοντοπούλου

Ο Χριστός, μέγας καλλιτέχνης, ανασύρει τον Λάζαρο από τον Άδη. Νομίζει ότι έτσι θα τον ευεργετήσει. Φοράει καπέλο για να μην τον αναγνωρίσουν οι Φαρισαίοι, πράγμα που, όπως απεδείχθη εκ των υστέρων, ήταν απολύτως μάταιο και πιστεύει τυφλός από ματαιοδοξία ότι τα θαύματα μπορούν έστω και κατ' ελάχιστον να αλλάξουν τη μοίρα των ανθρώπων.
Προσέξτε, εν προκειμένω, πόσο αιφνιδιασμένος φαίνεται ο Λάζαρος από το, όντως, αιφνίδιο φως. Τα γυαλιά ηλίου που του προμήθευσε εγκαίρως ο Μιχαήλ, Αρχάγγελος του θανάτου και ειδικός των σκιών, δεν μπορούν να τον προστατεύσουν. Εξάλλου οι πάντες γνωρίζουν ότι η ζωγραφική γίνεται με την παρθενογένεση του φωτός μέσα από τα ιζήματα του σκότους. Κι ότι το φως απλώς αποκαλύπτει ή και εκθέτει, ενώ η σκιά βαθιά παρηγορεί.


ΥΓ. Άσχετο: Σε κάποιες γυναίκες ο οργασμός, συνήθως μεγάλες ή στερημένες, μοιάζει με ρόγχο θανάτου. Ακριβώς όπως κι άλλες κλαίνε γοερά τη στιγμή της κορύφωσης. Εις ανάμνησιν των δακρύων της Μαρίας και Μάρθας, των αδελφών του Λαζάρου. Και μάλιστα αυτά τα ολόπικρα που έχυσαν μετά την έγερση του.
Επειδή, κατά βάθος κι αυτό το ξέρουν ασυνείδητα οι συνουσιαζόμενοι, κάθε ερωτική επαφή είναι συγχρόνως κι ένα μνημόσυνο. Ένας θρήνος για τους χαμένους έρωτες. Όσους έληξαν άδοξα. Δηλαδή όλους. Ένα έρημο επιτύμβιο ζωής πάνω στη μαύρη, παχύρρευστη ράχη του Αχέροντα.
 Κι ίσως γι' αυτό ορισμένα είδη κολεοπτέρων στον Αμαζόνιο - ο οποίος, ως γνωστόν, πηγάζει από την Αχερουσία λίμνη - αντί σπέρματος συμβολικά εκχέουν δάκρυ. Τις αγονιμοποίητες σταγόνες των οποίων δακρύων συγκεντρώνουν χερουβείμ, ζεστές ακόμη και με όλες τις μυρωδιές της οχείας, τις μεταφέρουν στις διάφανες παλάμες τους αργά το βράδυ και γεμίζουν ακαριαία ειδική στέρνα του παραδείσου. Ώστε το πρωί, αχάραγα, να έχει ο Σαβαώθ νερό αρκετό για να νίψει το πρόσωπο Του. 
Αν όμως επισυμβεί οποιαδήποτε στέρηση, επειδή η στέρηση του Θεού είναι πολύ πιο επικίνδυνη από τη στέρηση των ανθρώπων, τότε επέρχονται όλεθροι και συμφορές. Πύρινες λαίλαπες, βροχές μετεωριτών και σεισμοί που ανεβάζουν τη στάθμη των θαλασσών έως και δώδεκα μέτρα. Τότε θεριεύει η γέεννα πυρός στο στερέωμα, οι ωκεανοί κοχλάζουν και δεν υπάρχει υγρό, ούτε καν δρόσος πρωινή, ώστε να την ανακόψει... 
Ο καημένος πάλι ο Λάζαρος, χαμένος έτσι κι αλλιώς, αφελής και ευκολόπιστος στις υποσχέσεις και τα τρικ του πρώτου τυχόν θαυματοποιού, δεν έφταιξε καθόλου εκτός μόνο της ανεκδιήγητης, της ξεδιάντροπης θνητότητας του.

(Ζωγραφική Βασίλη Πέρρου)

Σάββατο 22 Μαΐου 2021

Τα Φαγιούμ του Έρωτα

Στράτωνος, ερωτικό επίγραμμα


Μακαρισμένος όποιος
 σε ζωγράφισε. 
Μακαρισμένο το κερί 
που νικηφόρα έλιωσε 
από την καλλονή σου.
Μακάρι να γινόμουνα 
σαράκι ή σκουλίκι
στο ξύλο σου για να συρθώ,
 να σε γευτώ για λίγο. 

* Έχουμε στο ποίημα αυτό ένα πρώιμο εγκώμιο έργου τέχνης και μάλιστα μίας προσωπογραφίας. Όπως π.χ. ανάλογο εγκώμιο είναι η λυρικότατη Έκφρασις του Παύλου Σιλεντιάριου για τον ναό της Αγίας του Θεού Σοφίας, τέσσερις αιώνες αργότερα. Προφανώς ο Στράτων, λυρικός ποιητής από τις Σάρδεις που έγραψε την διαβόητη "Μούσα Παιδική" και έζησε στην Αλεξάνδρεια (;) τον Β' αιώνα, αναφέρεται σ' ένα απ' τα περίφημα πορτρέτα Φαγιούμ που ζωγραφίζονταν στην Αίγυπτο ενώ ο Χριστιανισμός ήταν στα σπάργανα. 
Δηλαδή την επιτύμβια εκείνη προσωπογραφία που όμως συνήθως φιλοτεχνείτο "εγκαίρως" όταν το μοντέλο έλαμπε ακόμη από νιάτα και κάλλος. Πριν το γήρας μετατρέψει, ως συνήθως, τον κλασικισμό σε εξπρεσιονισμό. Έτσι ώστε να αποδοθεί με τον κάλλιστο τρόπο η ενδημούσα ψυχή. 
Αλλά και για να ξαναβρεί, η ψυχή, την ωραιότερη εκδοχή του σώματος της (και βέβαια του προσώπου) όταν επιστρέψει και αναζητήσει το λάφυρο της. (Βάσει της θεωρίας της Μετεμψύχωσης).
Τα Φαγιούμ, ελληνοαιγυπτιακή επινόηση,  φτιάχνονταν ως γνωστόν με την λεγόμενη κηρόχυτη ή εγκαυστική τεχνική. Δηλαδή λειωμένο κερί με χρώμα πάνω σε ξύλο. Το αποτέλεσμα ήταν αισθητικά και χρωματικά λαμπρό. Εξ ου και η ευχή του σκουληκιού να "μεταλάβει" την ομορφιά της ωραίας νέας "τρώγοντας" το ξύλο. Τα Φαγιούμ, τέλος, ως κάτοπτρα της ψυχής αποτελούν ιδεώδη εισαγωγή και πηγή έμπνευσης για την πρωτοβυζαντινή αγιογραφία. (Παράβαλε εν προκειμένω τις εικόνες του Σινά).
Διαμαντής Διαμαντόπουλος

ΥΓ. Άσχετο, σχετικό: Το εύκολο κι ανώδυνο είναι να αγαπάς τη δύναμη του άλλου. Το δύσκολο και υπερβατικό την αδυναμία του.

( Η απόδοση στα νέα ελληνικά του ποιήματος δική μου, όπως και το παρακάτω φαγιούμ. Μόλις φάγαμε στο ατελιέ του Στ. Βατανίδη)

Για την περφόμανς: τα όρια του σωματικού και του θεατρικού


(από τα μαθήματα μου στο μεταπτυχιακό τμήμα θεατρικών σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Το Δράμα του Σώματος. Θα μπορούσαν να λέγονται επίσης Το Σώμα ως Έπαθλο)

Εδώ καλεσμένος ο Άγγελος Παπαδημητρίου


Η performance, ή όπως λέγεται πλέον η "επιτέλεση" , ως είδος είναι αρκετά παλιό και αρκετά γνωστό στην Ελλάδα, περισσότερο όμως ως ένα εικαστικό δρώμενο και πολύ λιγότερο ως παράμετρος της θεατρικής δράσης. Αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος είναι ότι οι θεατρολόγοι αγνοούν τους πιο σημαντικούς Έλληνες performers και τις ιστορικές επιτελέσεις τους παρότι γίνεται όλο και περισσότερος λόγος και σε θεωρητικό και σε επικοινωνιακό επίπεδο για την performance και την ιστορία της. 
- Για παράδειγμα ποιός γνωρίζει τις προδρομικές όσο και πρωτοποριακές performances με τον έντονο πολιτικό προβληματισμό πραγματοποιημένες  κατά τη διάρκεια της δικτατορίας από τη Μαρία Καραβέλα, τον γλύπτη Θεόδωρο, τον Δημήτρη Αληθεινό, τον Στάθη (και τον αδελφό του Ανέστη) Λογοθέτη, τον Γρηγόρη Σεμιτέκολο στον Πιανίστα του Γιάννη Χρήστου το 1969, το ζευγάρι Ζουμπούλη - Γραικού (για να αναφέρουμε τους πιο σημαντικούς).
Είμαστε στην εποχή που συχνά εγκαταστάσεις στον χώρο οι οποίες εμψυχώνονται τρόπον τινά από τον δημιουργό τους, θεωρούνται μορφή performance χωρίς όμως και να είναι π.χ. η εγκατάσταση του Δεκουλάκου στην Ώρα ή του Κωνσταντίνου Ξενάκη στο Ινστιτούτο Γκαίτε,  κλπ.
Κατά τη Μεταπολίτευση κυριαρχούν οι επιτελέσεις της Λήδας Παπακωνσταντίνου, του Γιώργου Λαζόγκα, του Άρη Προδρομίδη, του δίδυμου Χονδρός-Κατσιάνη, του Νίκου Κρυωνίδη, του Άγγελου Σκούρτη, του Άγγελου Παπαδημητρίου, του Νίκου Χαραλάμπους, του Νίκου Τρανού, της Αλεξάνδρας Νάκου, του Γιάννη Δημητράκη, της Μαίρης Ζυγούρη, της Αγνής Κατσιάνη (που έχει γράψει ένα μικρό αλλά περιεκτικό βιβλίο για την περφόρμανς) και άλλοι.
Είναι ενδεικτικό ότι η τελευταία, καλλιτεχνική εμφάνιση του ήδη βαριά αρρώστου Βλάση Κανιάρη ήταν το τεμάχισμα και το μοίρασμα σε τριακόσιους τόσους ανθρώπους ενός παλαιότερου, τεράστιου ζωγραφικού του έργου στην γκαλερί Breeder, τον Δεκέμβριο του 2009, με τον συμβολικό τίτλο Αντίδωρο. Από τους φίλους και συνομήλικους του Βλάση με την περφόρμανς "φλέρταραν" ως συμπλήρωμα της εικαστικής τους έρευνας και οι Γαΐτης Παύλος, Κοντός, Σκυλάκος, Τσόκλης κλπ.
Και μόνο η καταγραφή προσώπων και δράσεων που ενεργοποιούνται σχετικά, θα ήταν πραγματικά αποκαλυπτική για τη σημασία του φαινομένου. Προς το παρόν ας σημειώσουμε μόνον τούτο: Μία ιδιαίτερη τάση του σύγχρονου ελληνικού θεάτρου η οποία κινείται στο χώρο της μεταμοντέρνας αποδόμησης και του αυτοσχεδιαστικού πειραματισμού που ομνύει στο δράμα του Σώματος (Τερζόπουλος, Μαρμαρινός, Παπαϊωάννου, Πέγκα, Αλεξάνδρα Νάκου κλπ) έχει διδαχτεί πολλά από την εικαστική περφόρμανς. Ας θυμηθούμε εδώ την Γεωργία Σιαγρή, επίκουρη καθηγήτρια πλέον για τις επιτελεστικές τέχνες στην ΑΣΚΤ και βέβαια... θα επανέλθουμε! 
Τέλος αναδημοσιεύω εδώ -από το βιβλίο της Ειρήνης Γερογιάννη - μια φωτογραφία τής Παπακωνσταντίνου από περφόρμανς στη Βρετανία του 1971. Η καλλιτέχνις είχε ζωγραφίσει δύο μάτια πάνω στα κλειστά βλέφαρά της κρατώντας μιαν επιγραφή στην οποία διάβαζες: «I AM DEAF AND DUMB, PLEASE COMMUNICATE WITH ME IN OTHER WAYS». Τόσο λίγα για τόσο πολλά! Είναι εντυπωσιακό εδώ το πόσο μοιάζει εδώ η Λήδα με την περίφημη Χιώτισσα, την αρχαϊκή κόρη δηλαδή του Μουσείου της Ακρόπολης.

(Περισσότερα στο βιβλίο της Ειρήνης Γερογιάννη με θέμα την Περφόρμανς 1968 - 1986 που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις futura).

Ιδού ένας περιεκτικός ορισμός από το εν λόγω βιβλίο: " ...Ως αποτέλεσμα, η περφόρμανς αναγνωρίζεται εδώ ως μια εικαστική παράσταση, με ή χωρίς σενάριο, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει στοιχεία του τυχαίου και του αυθόρμητου, ή να είναι προσεκτικά σχεδιασμένη και ενορχηστρωμένη, και είτε να πλαισιώνεται είτε όχι από τη συμμετοχή του κοινού. Η περφόρμανς μπορεί να είναι ζωντανή ή να μεταφέρεται στον θεατή μέσω της καταγραφής της με οπτικά ή ηχητικά μέσα. Μπορεί να περιλαμβάνει αντικείμενα άλλης χρήσης, αντικείμενα που κατασκευάστηκαν ειδικά από τον/την καλλιτέχνη, σκηνικά στοιχεία ή και τίποτα από τα παραπάνω. Η περφόρμανς μπορεί να παρουσιαστεί σε οποιονδήποτε χώρο και για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα. Οι περφόρμανς διαφοροποιούνται από τις εγκαταστάσεις, ακόμα κι αν τις περιέχουν, μέσω της κεντρικής τοποθέτησης του υποκειμένου μέσα σ' αυτές. Εν ολίγοις, περφόρμανς μπορεί να χαρακτηρισθεί οποιαδήποτε κατάσταση περιλαμβάνει τέσσερα βασικά στοιχεία: τον χώρο, τον χρόνο, το σώμα και την πρόθεση παρουσίας στο κοινό. Οι ενέργειες των συμμετεχόντων, είτε πρόκειται για ένα άτομο είτε για μία ομάδα, σε έναν συγκεκριμένο τόπο και σε μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο, αποτελούν το έργο..."

Συνοπτικά θα έλεγα ότι η περφόρμανς έστω και με συνωμοτικό, μυστικό τρόπο εκρήγνυται στην περίοδο της δικτατορίας γιατί μπορεί να σημάνει πράγματα χωρίς να χρησιμοποιεί την προφάνεια του ρεαλισμού. Αργότερα θα γίνει ένα είδος μόδας. Η ευκολία ή και η κατάχρηση θα μειώσουν την εμβέλεια της. Στα χρόνια μάλιστα του ΠΑΣΟΚ η περφόρμανς θα ανέβει στα πολιτικά μπαλκόνια και θα εγκατασταθεί, στην πλέον κιτς εκδοχή της, στα έδρανα της Βουλής. Πολύ ενδιαφέρον, νομίζω, έχει επιπλέον ο συσχετισμός της ποίησης με την πολιτική της performance. Όπως συνέβη στις περιπτώσεις του Μιχαήλ Μήτρα ή του Ανδρέα Παγουλάτου. Αλλά επίσης και ίσως περισσότερο ο συσχετισμός ανάμεσα στην επιτέλεση και τη μουσική ώστε να δημιουργηθεί ένα ενιαίο μουσικοχωρικό δρώμενο. Πρωτοπόροι σε όλα αυτά προφανώς Ο Γιάννης Χρήστου, ο Ιάννης Ξενάκης - με το έργο του οποίου έχει ασχοληθεί ακόμα και ο Μίλαν Κούντερα στο βιβλίο του Συνάντηση εκδόσεις Εστία - και βέβαια ο Γιάννης Παπαϊωάννου και το πειραματικό εργαστήρι της ηλεκτρονικής μουσικής. περαιτέρω διερεύνηση νομίζω ότι χρειάζεται η σχέση μουσικών όπως ο Δραγατάκης ή ο Θόδωρος Αντωνίου με γλύπτες όπως ο Αχιλλέας Απέργης, ο Γιώργος Ζογγολόπουλος, ο Κλέαρχος Λουκόπουλος κλπ. Επί του παρόντος αυτά τα ολίγα...

Σημ: Περίμενα πολλά, περισσότερα στοιχεία για την performance, τους πειραματισμούς αλλά και τους ρηξικέλευθους καλλιτέχνες της από το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Αλλά και σε αυτόν τον τομέα απογοήτευση..
Είναι χαρακτηριστικό πως ήδη από το 1980 ο Κούντερα γράφει: 
"2 - 3 χρόνια μετά τη ρωσική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία ερωτεύομαι τη μουσική του Βαρέζ και του Ξενάκη. Στη μουσική του Ξενάκη βρήκα παρηγοριά, έμαθα να την αγαπώ την πιο ζοφερή εποχή της ζωής μου και της γενέτειρας μου..." ( Συνάντηση, εκδ. Εστία, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης).
 Προσωπικά αναπολώ την εποχή που οι Έλληνες δημιουργοί, από τον Μητρόπουλο ως τον Κουνέλλη και τον Σκλάβο και τον Τάκι δεν ήταν απλά γνωστοί σε όλο τον κόσμο αλλά και εξαιρετικά αγαπητοί. Αισθητικά και πνευματικά απαραίτητοι. Συνυπεύθυνοι για την διεθνή της μοντερνιστικής αισθητικής. Τελευταίοι εκπρόσωποι αυτής της ομάδας κι αυτής της εποχής ο Ζογγολόπουλος, ο Σπυρόπουλος, ο Κεσσανλής και ο Κανιάρης.

Φωτογραφίες: Ξενάγηση αγαπημένων φοιτητών στο βυζαντινό Μουσείο. Πριν πέντε χρόνια. Ο Άγγελος Παπαδημητρίου στο μεταπτυχιακό του τμήματος θεατρικών σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών το 2017 και δύο χαρακτηριστικές δράσεις της Λήδας Παπακωνσταντίνου και της Αλεξάνδρας Νάκου. Και βέβαια η μεγάλη δασκάλα Μαρίνα Αμπράμοβιτς.

Παρασκευή 21 Μαΐου 2021

Πάρε τη λέξη μου...

Πάρε τη λέξη μου, δος μου το μαχαίρι σου

Στην Ελένη Ανδρέου

Λέξεις και θάλασσες!
Τρικυμισμένες μόνο
λέτε την αλήθεια.

A, λέξεις, λέξεις. Πότε σας είχα στην τσέπη μου σιγουρεμένες ανάμεσα σε σβούρες και σπάγγους και πότε μου το σκάσατε και σας ξαναβρήκα αλλού να λάμπετε σ’ έναν άλλο ουρανό άστρων και νοημάτων. Α, λέξεις, λέξεις...
Λέξεις που αλλιώς εμφανίζεστε στο ένα στόμα κι αλλιώς στο άλλο· που αλλιώς γράφεστε τη μια στιγμή στο χαρτί κι αλλιώς την άλλη. Ίδιες αλλά και τόσο διαφορετικές. Πράσινες, κόκκινες, κίτρινες, μαβιές, διάφανες λέξεις, πόσο ακόμα θα παίζετε μαζί μου; Πόσο θ’ αλλάζετε πρόσωπο, φορεσιά, έκφραση και πόσο ακόμα θα με κοιτάζετε με πονηρό βλέμμα πίσω απ’ τα χοντρά γυαλιά σας; Kι ενώ νομίζω πως σας αναγνωρίζω, γρήγορα καταλαβαίνω το λάθος μου κι αρχίζω καινούργιες προσπάθειες. Σκάβοντας για παλιές ή κατασκευάζοντας καινούργιες με λίγο νερό, λίγο χώμα, λίγο ουρανό.
Λέξεις αρχέγονες που έρχεσθε πάνω σε σχεδίες ή πιρόγες, ανοίγοντας βαριά, προκατακλυσμιαία πανιά μόνο και μόνο για να μεταφέρετε το ίδιο κι απαράλλαχτο φορτίο σας. Σε πείσμα του χρόνου. 
Λέξεις-ουρανοί ή θάλασσες, λέξεις αποφασισμένες τόσο στα παιχνίδια της στιγμής όσο και στα παιχνίδια της ιστορίας. Λέξεις σταθερές, κυρίως εσείς της κάποιας ηλικίας, έτοιμες πάντως ν’ αλλάξετε πλήρως αν σας προκαλέσει ένας νέος εραστής. Λέξεις-πουλιά, λέξεις-δέντρα και φυτά, λέξεις-σύννεφα κι αστέρια κι αστερίες, λέξεις κρυμμένες στο χώμα, λέξεις κρυμμένες σ’ άλλες λέξεις σαν μαργαριτάρια σε όστρακα, λέξεις του βυθού που μόλις διακρίνεστε, τροπικά ζώα, χαμαιλέοντες, αποδημητικά πουλιά, επίμονες μέλισσες, όλες βασίλισσες μαζί κι εργάτριες.
Λέξεις που φυσάτε τα νοήματα σαν άνεμος που φουσκώνετε και ξεφουσκώνετε σαν διάνοι από έπαρση, που παπαγαλίζετε τον εαυτό σας εμπρός σε σαρκαστικούς καθρέφτες, σάρκες-λέξεις με λόξυγγα εννοιών, που άλλο είσθε κι άλλο φαίνεσθε σε γλώσσες, σε μάτια, σ’ αυτιά που σας περιγελούν ώσπου να τα κατακτήσετε ολοκληρωτικά. 
Λέξεις-θύελλες, επαναστάσεις και σεισμοί που όλα τ’ αλλάζετε, τα θάβετε, τα σβήνετε για να ξανασυρθείτε πάλι απ’ την αρχή σαν αμοιβάδες έξω απ’ το νερό, σπάζοντας το αυγό του χρόνου, επωάζοντας καινούργια περιεχόμενα που βγάζουν γλώσσα στο χρόνο που πιπιλίζουν τα κομμάτια του σαν καραμέλες κι έπειτα τα φτύνουν στο χώμα. Kι απ’ το σάλιο κι απ’ το χώμα φιλοτεχνείται τότε, τι θαύμα, ο νέος Αδάμ. Που κι αυτός μια λέξη είναι· την οποία αν κόψεις στη μέση, θα γεννηθεί η Eύα... Άλλη λέξη κι αυτή! Κι έπειτα χιλιάδες άλλες λέξεις, τα παιδιά τους. Έχουν νόημα όλα αυτά; Όχι, ή μάλλον ναι, ή πάλι...όχι. Αφού και το νόημα μια λέξη είναι κι αυτό.
Είμαστε η γλώσσα που φέρουμε. Όση γλώσσα υπο - φέρουμε.  Γινόμαστε αυτό που είμαστε, όσο η γλώσσα μάς πηγαίνει. Ολοκληρωνόμαστε όσο αυτή μας φέρει. Πεθαίνουμε εκεί όπου η γλώσσα μάς αποθέτει. Κι ο θάνατος δεν είναι παρά η σιωπή που μας κυριεύει όταν η γλώσσα ξεκινήσει ταξίδι για αλλού...

ΥΓ 1. Οι λέξεις που μας αλυσόδεσαν, αυτές και θα μας απελευθερώσουν. Η γλώσσα δημιουργεί, ανατρέπει, φυσάει παρασέρνοντας τις αδύναμες έννοιες σαν δριμύς βοριάς που δεν λυπάται τα φύλλα.
ΥΓ 2. Όταν δεν σε υπακούουν οι λέξεις, αναποδογύρισε τες σαν τις τσέπες των παιδικών σου παντελονιών. Όλο και κάποιος βώλος, κάποια τσίχλα - λίρα πολύτιμη θα σου πέσει.
ΥΓ 3. Και ο έρωτας και η αγάπη, μη ξεχνάς, λέξεις είναι.
ΥΓ 4. Μέσα στον έρωτα δεν μπορεί ποτέ να είσαι ελεύθερος. Μόνο η αγάπη σε απελευθερώνει... Κυρίως από την ανάγκη ενός εαυτού - παραναγνώστη που διαβάζει  σαν δύναμη την αδυναμία του. Η αγάπη είναι λέξη γενεσιουργός. Αυτή η λέξη γεννά τις υπόλοιπες.
ΥΓ 5. Κατά τ' άλλα και τις πιο τρομερές λέξεις ένας κεραυνός οιακίζει!

Πέμπτη 20 Μαΐου 2021

Μ. Δευτέρα...

ΘΑΝΆΤΩ ΘΆΝΑΤΟΝ...

"Ως προς εμέ θάνατος δεν υπάρχει" 

                    Νίκος Εγγονόπουλος 

Όσο το σκέφτομαι ο θάνατος δεν έχει καμία, μα καμία σημασία. Αφού συνεχώς, ούτως ή άλλως, θρασομανάει η ζωή ακάθεκτη, ακατανίκητη, ακατασίγαστη από πάντα και από παντού... Πριν από όλα. Άχρονη, ακέραιη, ακατάτμητη. Ένα σύμπαν, μύρια σύμπαντα που στροβιλίζονται αναπαράγοντας διαρκώς τον εαυτό τους σε μιαν αποθέωση της αιώνιας ζωής - ενέργειας που πάντα υπήρχε για να μην πάψει ποτέ να υπάρχει. Σαν την αγάπη. Την αγάπη που μηδενίζει την θνητότητα ή τη μιζέρια των σχέσεων. Που δύσκολα συγκαλύπτει τον αδιέξοδο ναρκισσισμό των εμπλεκομένων. 
Σε τρόπον ώστε ο θάνατος να καταντάει ένα ασήμαντο επεισόδιο της ζωής. Αναπόσπαστο κομμάτι της και μια ακόμη εκδοχή της. Ο θάνατος εντέλει ως συμβεβηκός της ζωής. Ευτυχισμένοι λοιπόν όσοι υπήρξαμε, όσοι ζήσαμε, όσοι ζούμε, όσοι θα ζήσουμε στη καρδιά αυτής της θαυμαστής, πυρακτωμένης ενέργειας, στον μεγάκοσμο και τον μικρόκοσμο της. Έτσι ώστε ο προσωπικός, ο ασήμαντος χρόνος κι ο βίος μας ο πεπερασμένος να τήκονται χαρμόσυνα σαν τον μολυβένιο στρατιώτη μέσα στη συμπαντική φωτιά κι ο ασήμαντος, πρόσκαιρος θάνατος μας να μην έχει καμία, μα καμία σημασία.
 Ας τελειώνουμε λοιπόν με την μικροαστική - μικρονοϊκή θλίψη για την "αδικία" του θανάτου αφού κι ο ίδιος είναι απλά ένα επεισόδιο ζωής. Αυτό ας είναι η εκδίκηση μας. Κι ας κάνουμε τη θλίψη χαρμολύπη όχι γι' αυτό που φεύγει αλλά γι' αυτό που έρχεται. Επειδή ακόμα και με τον θάνατο κάτι καινούργιο αφικνείται! Καταθέτοντας
 - ευτυχισμένοι τελικά για ό τι ζήσαμε - την προσωπική μας ζωή στην πυρκαγιά της αιώνιας ζωής που κατακαίει χωρίς όμως να καίγεται από την απαρχή των αιώνων. Για την ζωή που επιμένει να υπάρχει ακόμη κι όταν φαίνεται να τελειώνει! Για θανάτους ( και Ιδιαίτερα ατομικούς) να μιλούμε τώρα; 

ΥΓ. 1 Δεν τρέφω φόβο για τον θάνατο αλλά μάλλον περιέργεια. Δεν βρίσκω τίποτα μακάβριο σ' αυτόν. Ελπίζοντας πως στο τέλος θα με εκπλήξει.

ΥΓ. 2 "... Όλοι μας κατοικούμε σε έναν μικρό πλανήτη, ο οποίος βρίσκεται σε τροχιά γύρω από ένα μέσης ηλικίας άστρο, το οποίο είναι ένα από τα περίπου 200 δισεκατομμύρια άστρα στην τεράστια δίνη ύλης που συγκροτεί τον συγκεκριμένο Γαλαξία. Ο Γαλαξίας μας είναι, σύμφωνα με υπολογισμούς, απλά μία από αρκετές εκατοντάδες δισεκατομμύρια παρόμοιες δομές στο παρατηρήσιμο σύμπαν. Η έκταση αυτή έχει φθάσει στη συγκεκριμένη κλίμακα εξαιτίας της συνεχούς διαστολής του διαστήματος, η οποία ξεκίνησε περίπου 13,8 δισεκατομμύρια χρόνια πριν με την Μεγάλη Έκρηξη. Οι αστρονόμοι έχουν υπολογίσει πως τουλάχιστον ένα δισεκατομμύριο τρισεκατομμύρια άστρα υπάρχουν μέσα στην αχανή αυτή άβυσσο και πολλά περισσότερα έχουν έλθει και παρέλθει μέσα στα τελευταία δισεκατομμύρια χρόνια. Συγκριτικά με οποιαδήποτε ανθρώπινη κλίμακα πρόκειται για έναν τρομακτικά μεγάλο χώρο. 

Το είδος μας έχει ξεπηδήσει μέσα στην τελευταία απειροελάχιστη διάρκεια της τεράστιας ιστορίας αυτού του σύμπαντος και απ’ ό,τι φαίνεται θα έχει ένα ακόμα μεγαλύτερο σε διάρκεια μέλλον, το οποίο μπορεί να μας περιλαμβάνει, ή και όχι. Ποιά θα μπορούσε να είναι η σημασία μας σε αυτά τα πλαίσια; Η προσπάθεια να βρούμε τη θέση μας, να ανακαλύψουμε τη σχετικότητά μας, μπορεί να μοιάζει με ένα μνημειώδες αστείο. Θα πρέπει να είμαστε απίστευτα ανόητοι αν φανταζόμαστε πως θα μπορούσαμε να ανακαλύψουμε την παραμικρή σημασία για τους εαυτούς μας.

Κι όμως, είμαστε εδώ και προσπαθούμε να κάνουμε ακριβώς αυτό [...] να αποσαφηνίσουμε την υποβόσκουσα δομή του σύμπαντος και τη φύση της πραγματικότητας..."

("Η Κληρονομιά του Κοπέρνικου" του Caleb Scharf, εκδόσεις Ροπή. Μτφ. 
Γρ. Πανουτσόπουλος - Θεμ.Τσαλίκιας)

Τήνος, το Ξώμπουργκο.

Δευτέρα 17 Μαΐου 2021

Αντί για αντίο

Της Κατερίνας

Ο καθένας πήρε πεισματικά το δικό του δίκιο στη πλάτη  και δρόμο διαφορετικό. Ο έρωτας και η δικαιοσύνη δεν μπορούν να συγκλίνουν, σκέφτηκα. Η μόνη δικαιοσύνη που μπορεί να υφίσταται, είναι στη μοιρασιά των πληγών...και ούτε. Πάντα ένα φιλί θα αιμορραγεί περισσότερο. Ή μια ανάμνηση. Σαν τιμωρία. Η αγάπη πάλι καταπραΰνει την απώλεια.
Γι' αυτό κράτα εσύ όλο το φως με  το δίκιο σου και άσε όλο το σκοτάδι στο δικό μου άδικο, είπα. Ούτως ή άλλως τί να δω πια χωρίς το βλέμμα σου που θα  απάλυνε  την αντηλιά του κόσμου; 
Η λογική της αγάπης μου σε μετωπική με την λογική του έρωτα σου. Θαυμάσια ακαριαίο το δυστύχημα. 

ΥΓ. 1 Τα χάρτινα φτερά που σου έφιαχνα χτες όλο το βράδυ, αν τα φορέσεις με το πρωινό φως, θα γίνουν αληθινά. 

ΥΓ. 2 Ζήλια καλείται η αντιστροφή του θαυμασμού. Είναι όμως τόσο μίζερο συναίσθημα. 

Η φωτογραφία από περφόρμανς στο Σύνταγμα. Ένα έκθετο κρεβάτι στα μάτια του κόσμου. Το ίδιο που γίνεται βάναυσα δημόσιο. Ο έρωτας ως θέμα - για τους ανάπηρους του συναισθήματος - και θέαμα για όσους βλέπουν μόνο μέσα από κλειδαρότρυπες. Πριν τέσσερα χρόνια ακριβώς (όσα και το κείμενο).

Σάββατο 15 Μαΐου 2021

Δύο κείμενα στην τιμή του ενός

Το τραγούδι του χωρισμού
Στο είπα ποτέ; Μου λείπεις.
Σε ψάχνω σε πολυσύχναστους δρόμους.
Εκεί που περπατούσαμε παλιά.
Σε βλέπω μέσα στο πλήθος, 
να κάθεσαι στο παράθυρο του τρένου,
μόνο που δεν είσαι εσύ.
Μου λείπεις, όμως το συνήθισα.
Όπως ένα πρόβλημα στο παπούτσι
που πάντως δεν σ' εμποδίζει να βαδίζεις.
Κυρίως μου λείπεις τα βράδια
αλλά και δεν μου λείπεις
 όσο, τουλάχιστον, φοβόμουν.
Επειδή έρωτας σημαίνει φόβο
 κατά βάθος. Ανασφάλεια.
Αν γίνω πιο σαφής, θα 'μαι απλώς γελοίος.
Είναι γυναίκες που ο οργασμός τους
μοιάζει με ρόγχο θανάτου.
Οι πιο μεγάλες ή οι πιο απελπισμένες.
Όπως υπάρχουν κι έρωτες δυστυχείς
είτε είσαι μέσα, είτε έχεις φύγει.
Τα σκέφτομαι όλα αυτά όταν δεν έχω ύπνο. 
Όταν πάλι έρχεσαι στα όνειρα μου
είναι όλα τόσο φυσικά. Ξυπνάω
και δεν νιώθω πανικό. Όπως άλλοτε.
Χαμογελάω μέσα στη θλίψη μου.
Επειδή η θλίψη για το ανέφικτο
δεν επιτρέπεται να θεωρείται θλίψη.
Βλέπεις, βολεύτηκα με την απουσία σου.
Βολεύτηκα να κοιμάμαι μόνος.
Ο χρόνος θεραπεύει τα πάντα;
Όχι, ο χρόνος δεν θεραπεύει τίποτα
επειδή ο χρόνος δεν θεραπεύεται.
Απλώς βολεύτηκα 
που κοιμάμαι μόνος... Ακούς;
Αυτή η προσομοίωση θανάτου
είναι τόσο αφοπλιστικά φυσική.
Λέω συχνά πως στον έρωτα
ερωτευομάστε τον εαυτό μας
στα έκθαμβα μάτια του άλλου.
Στο χωρισμό πάλι ερωτευόμαστε
 τον θάνατο μας. Βολευόμαστε εκεί.
Και είναι ωραία.

Στον κήπο με τα μυστικά λουλούδια

Βγήκα πολύ νωρίς στον κήπο των ονείρων μου από εκείνη τη χαραμάδα που χωρίζει τον έναν κόσμο από τον άλλο, εκείνον του ύπνου και αυτόν που όσοι δεν ονειρεύονται, ονομάζουν πραγματικότητα. Εκεί βγήκα χαράματα, αυγή του χρόνου, στον κήπο με τους έρωτες. Περπάτησα ξυπόλητος για να μην ξυπνήσω εκείνα τα όνειρα που κοιμούνταν ακόμη και να μην ενοχλήσω τις μέλισσες που βοσκούσαν πρώιμη γύρη. 
  Μοσχοβολούσαν όλα τα λουλούδια ανεξαιρέτως σαν έρωτες και  οι έρωτες σαν  λουλούδια. Το άρωμα τους έλαμπε σαν φωτιά από μετεωρίτες αμέθυστων. Μέθυσα, ζαλίστηκα, έκοψα όσους περισσότερους έρωτες μπορούσα ως το βράδυ. Μάτωσαν τα χέρια μου από τα αγκάθια τους, χάϊδευα τους μίσχους, η φωτιά των ονομάτων τους πυρπόλησε τα μάτια μου, δεν έβλεπα από ευτυχία. Δεν ήθελα να βλέπω μόνο να νιώθω πως οι λέξεις έγιναν ένα με τα πράγματα. 
 Γέμισα τότε με έρωτες την αγκαλιά μου, γέμισα όλα τα βάζα, έριξα έρωτες στο περβάζι του παραθύρου σου και τα λουλούδια σταμάτησαν να ευωδιάζουν από ντροπή και ζήλια. Έπειτα  έστρωσα με έρωτες τον δρόμο ως το σπίτι, τους άπλωσα απάνω στο κρεβάτι, τους έκρυψα κάτω από τα σεντόνια και τα μαξιλάρια, έρωτες παντού από πάντα, φίλησα τα πέταλα τους όλος προσμονή μήπως και σε μυρίσω, όμως κοιμήθηκα μόνος …