Συνολικές προβολές σελίδας

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2022

Για τον Έρωτα και την Επανάσταση


1. Οι Ιφιγένειες επιβιώνουν στο τέλος 

Ο μύθος της Ιφιγένειας σχετίζεται με την επώδυνη αλλά αναγκαία θυσία εμπρός στην πρόκληση του καινούριου. Είτε πρόκειται για άνθρωπο αγαπημένο είτε για ταξίδι ανατροπής είτε απλώς για την διεκδίκηση της περιπέτειας που άλλοι την λένε και επανάσταση. Δηλαδή για πράγματα που δυναμιτίζουν την ληθαργική καθημερινότητα. Δεν μιλάμε εδώ για το κόστος της ευτυχίας αλλά για τα αναπόφευκτα λύτρα της. Κάθε νέα εμπειρία, σχέση κλπ. στηρίζεται στην θυσία μιας παλιάς αγάπης. Το γεγονός ότι την θυσιάζεις, δεν σημαίνει ότι την αγαπάς λιγότερο ή ότι το αναμενόμενο, από την απόλαυση της,"κέρδος" θα είναι μεγαλύτερο. Απεναντίας. 
Απλώς δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς αφού αυτός είναι ο μηχανισμός της ψυχής που τον λέμε διαρκές ανικανοποίητο. Έτσι πρέπει να γίνει!Ούτως ή άλλως το πένθος παραμονεύει ως διαρκής ανθρώπινη συνθήκη. Κάθε εραστής κρατάει και ένα μαχαίρι. Αν δεν σκοτώσει ό τι αγαπάει, δεν θα συνειδητοποιήσει ποτέ το μέγεθος της αγάπης του. 
Και τί τον περιμένει εξ άπαντος;
Μα τι άλλο παρά η μοίρα του Αγαμέμνονα:
Μία μοιχαλίδα στο κρεβάτι του, η προδοσία στο ίδιο του το σπίτι κι ένα μαχαίρι να στριφογυρίζει βαθιά βαθιά στα σπλάχνα του.



2. Επανάσταση και εξουσία

Τους βλέπω νέους και ωραίους στην φωτογραφία και είναι σαν να βρίσκομαι και εγώ σε μιαν άκρη. Είναι τέτοια η δύναμη και η υποβολή της εικόνας που η μυθοπλασία καταπίνει την ιστορία και η γοητεία του μύθου την πραγματικότητα. Η αλήθεια είναι πάντως ότι ο ένας πέθανε εγκαίρως, ενώ ο άλλος όχι.
Ο ένας εκτελέστηκε σαν μάρτυρας τον Οκτώβριο του 1967 στα 39 του χρόνια ενώ ο άλλος έσβησε μες τις παντούφλες του σε βαθιά γεράματα γατζωμένος οικογενειακώς στην εξουσία. Τον έναν τον βασάνισε έως θανάτου η CIA, ενώ τον άλλον τον συνόδευσε στην τελευταία του κατοικία ο Αμερικανός αντιπρόεδρος.
Και οι δύο πάντως υπήρξαν ευνοούμενοι της Ιστορίας, άξιοι της εποχής και της μεγάλης πατρίδας τους, της λατινικής Αμερικής. Και σαν τέτοιοι συνόδευσαν την εφηβεία μας και τα όνειρα για έναν καλύτερο και πιο δίκαιο κόσμο. 
Τι πετύχαμε, και αυτοί και εμείς, θα το κρίνουν οι νεότερες γενιές. Ένα όμως είναι βέβαιο: 
Δεν παραδίδουμε έναν ευτυχέστερο κόσμο. 
Όσο για την επανάσταση, αυτή παραμένει ακόμη Ουτοπία για τους ρομαντικούς και επικερδής επιχείρηση για τους πραγματιστές. Όταν δε γίνει η επανάσταση εξουσία, δεν αποστρέφεται τη βία, το αίμα, τα δάκρυα. Απεναντίας. 
Όσο για τον Φιντέλ (1926 - 2016), τον τιμάμε ως επαναστάτη, δεν λησμονούμε όμως τη βία που χρησιμοποίησε και τα δάκρυα που προκάλεσε ασκώντας απόλυτη εξουσία για μισόν αιώνα! Τις εκατόμβες των δικών του πνιγμένων στην Καραϊβική. Των αντιφρονούντων που σάπισαν στις φυλακές ή των ομοφυλοφίλων που εξοντώθηκαν μαζικά και συστηματικά. 
 Ανάμεσα λοιπόν στην κάθε δικτατορία, κόκκινη ή μαύρη, και την δημοκρατία, ατελή έστω και συχνά αδύναμη, προτιμάμε εκ πείρας την δεύτερη. Επειδή δεν είμαστε πια είκοσι χρονών και επειδή η Ιστορία, καθώς ενηλικιωνόμαστε όταν δεν μας τιμωρεί, οφείλει τουλάχιστον να μας διδάσκει.

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2022

Εγκλεισμοί

Μπορεί το inferno να αισθητικοποιηθεί;


Από χθες το βράδυ που είδα την πολυδιάστατη έκθεση "Εγκλεισμοί" την οποία οργάνωσε ο φίλος, και υποψήφιος διδάκτορας μου στο τμήμα θεατρικών σπουδών του ΕΚΠΑ, Δημήτρης Τρίκας στο Δρομοκαΐτειο, δεν μπορώ να ησυχάσω. Τόσο ώστε θα πάω και αύριο το απόγευμα στην Ιερά Οδό με την κόρη μου. 
Θέλω επίσης να πω ότι έφτασα εκεί αρκετά προκατειλημμένος γιατί με ενοχλεί όλη αυτή η μόδα των εκθέσεων σε χώρους που από μόνοι τους αποτελούν το πιο ζοφερό και συγχρόνως ουσιαστικό θέαμα. Και που δεν χρειάζονται περαιτέρω "επεξεργασία". Όπως επίσης μ' ενοχλεί η ανακύκλωση των ίδιων και των ίδιων ονομάτων του μίζερου μοντερνισμού μας αλλά και ο, δεδομένος, ναρκισσισμός των καλλιτεχνών που αγωνιούν για να δουν το όνομα τους οπουδήποτε και σε οιεσδήποτε συνθήκες. Που κουβαλούν το αναγνωρίσιμο και δεδομένο τους έργο στην οποιαδήποτε εκθεσιακή συνθήκη. Σκέφτομαι, τέλος, πως δεν υπάρχει καλλιτέχνης πού να μην ενεργοποιείται μέσα σ' ένα τόσο δυστοπικό χώρο.
Ακόμη, λοιπόν, προσπαθώ να αντιληφθώ αν αυτό που με ταρακούνησε χτες, ήταν η επίσκεψη σ' ένα υπαρκτό inferno, ακριβώς δίπλα στην μικροαστική μας ευτυχία, σ' ένα κολαστήριο ψυχών, ή αν κάποια από τα πάμπολλα έργα, τα εγκιβωτισμένα, τα σφηνωμένα κατά κυριολεξία, μέσα στα δωμάτια - φυλακές, στους ξεφλουδισμένους, κίτρινους τοίχους των κολαστηρίων, μού αισθητικοποίησαν αυτό το πνιγηρό αίσθημα, αυτή την ελεγεία της απελπισίας.
 Έπαιξε ρόλο άραγε η σκηνοθεσία του, εξαιρετικού, επιμελητή ή μήπως ήταν η, προδιαγεγραμμένη, βούληση των καλλιτεχνών να οικειοποιηθούν την απόκλιση και την τρέλα ως έναν υποστατικό χαρακτηριστικό της ίδιας τους της φύσης όπως τους δίδαξαν οι μεγάλοι καλλιτέχνες από τον Ποντόρμο και τον Ζερικώ ως τον Βαν Γκογκ και τον Αντονέν Αρτώ; Ειλικρινά δεν ξέρω και δεν θα ήθελα έτσι εύκολα να μάθω.
 Έφυγα νωρίς για να κρατήσω ακέραια την αίσθηση των πραγμάτων. Στην έξοδο είδα το καλύτερο ίσως έργο της έκθεσης, την πινακίδα που απαγορεύει το επισκεπτήριο! 
Λίγο μετά κι ενώ κατηφόριζα την Ιερά Οδό, από τα ζοφερά, τα υποφωτισμένα κιγκλιδώματα του νοσοκομείου με φώναξε μία ανθρώπινη σκιά ζητώντας μου δύο ευρώ. Ήταν ο Γεώργιος Βιζυηνός ή ο Μιχαήλ Οικονόμου που με εκλιπαρούσε από το σκοτάδι;

ΥΓ. Μοιραία θα επανέλθω στην έκθεση με περισσότερες εικόνες. Προς το παρόν ανεβάζω ενδεικτικά μόνο στην φωτογραφία του Νίκου Παναγιωτόπουλου από την Λέρο του '80 υπενθυμίζοντας την ανάλογη δουλειά του Γιώργου Δεπόλα. Και βέβαια το συνταρακτικό έργο του καθηγητή Γιώργου Κατσάγγελου από το ψυχιατρείο Θεσσαλονίκης.

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2022

Το άρθρο μου στο χτεσινό Βήμα

Βιβλιοφιλία και βιβλιόφιλοι 


"...Η μοιχεία ανακάλυπτε η Έμμα μπορούσε να είναι το ίδιο βαρετή με τον γάμο...Και τώρα, δεν μπορούσε να πιστέψει ότι η ανούσια ζωή που ζούσε ήταν η ευτυχία που είχε ονειρευτεί..."
(από τη «Μαντάμ Μποβαρύ»)

"Η ηθική είναι το έσχατο επιχείρημα των μικροαστών"
Όσκαρ Ουάιλντ 

Είναι στατιστικά διαπιστωμένο πώς οι πλείστοι των Ελλήνων βιβλιοφίλων είναι, μετά συγχωρήσεως, δυσκοίλιοι. Και τούτο συμβαίνει κυρίως γιατί οι πλείστοι των Ελλήνων - και μη προς κακοφανισμό σας - διαβάζουν σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα μόνο στην τουαλέτα. Άρα όσο περισσότερο χρόνο καταναλώνουν στο..."μέρος", τόσο σοφότεροι γίνονται. Ηλίου φαεινότερον.
Πλην όμως των φιλομαθών δυσκοίλιων υπάρχει και μία άλλη μερίδα αναγνωστών εξίσου πολυπληθής και αυτοί είναι οι βιβλιόφιλοι της παραλίας. Δηλαδή η φιλαναγνωσία και οι φιλαναγνώστες της άμμου. Τώρα που τελείωσε το θέρος ας τους τιμήσουμε δεόντως. Πρόκειται για εκείνους τους βιβλιόφιλους και αυτά τα βιβλία τα οποία σέρνονται καθημερινά από το μεσημέρι ως αργά το απόγευμα σε μία παραλία, δίπλα σε αντιηλιακά και βατραχοπέδιλα, που συνήθως διαβάζονται μέχρι τη σελίδα 12, ή 15 στην καλύτερη περίπτωση, που έχουν εξώφυλλα πιο μαυρισμένα από το δέρμα των ιδιοκτητών τους και βέβαια πολλή άμμο στις μέσα τους σελίδες.
Σ' αυτούς τους τελευταίους ανήκω και εγώ αφού κάθε καλοκαίρι προσπαθώ γεμάτος τύψεις και ανάμεσα σε βουτιές και τσίπουρα με πάγο να καλύψω όλες τις "βιβλικές" εκκρεμότητες το χειμώνα. Μάταιος κόπος! Κόπος που όμως με υποχρεώνει κάθε χρόνο να κουβαλάω σε αμμουδιές και παραθεριστικά θέρετρα δεκάδες βιβλία και στο τέλος να ξεφυλλίζω με το ζόρι μόνο δύο ή τρία. Με την πανταχού παρούσα άμμο, στο τέλος, κι όχι το βλέμμα μου να επισκέπτεται τις περισσότερες από τις σελίδες τους.
Φέτος ξαναδιάβασα από το πρωτότυπο και με ελάχιστη μεταφραστική βοήθεια - κυρίως του Γρυπάρη και του Τάσου Ρούσσου - τον συγκλονιστικό Αγαμέμνονα του Αισχύλου, ίσως το κορυφαίο τραγικό κείμενο όλων των εποχών. Σημαντικότερο, κατά τη γνώμη μου, απ' όλα τα έργα του Σαίξπηρ του Ίψεν η του Ονήλ χωρίς διόλου να υποτιμώ το ταλέντο ή την ιδιοφυΐα και των τριών προαναφερθέντων.
 (Παρενθέση: Τί ξεχωριστή, πνευματική προσωπικότητα ο Τάσος Ρούσσος! Τί προσφορά! Κι ως λογοτέχνης, και ως δάσκαλος και ως μεταφραστής. Σκεφτείτε πως το εκδομένο του έργο, τα μυθιστορήματα και οι μεταφράσεις του πλησιάζουν τα πενήντα)!
 Όμως ο "Αγαμέμνων" από την πρώτη σκηνή του φρουρού που παρατηρεί τις φρυκτωρίες ως την αιμοσταγή αποκορύφωση με την Κλυταιμνήστρα, την ουσιαστική πρωταγωνίστρια του έργου, παραμένει ανυπέρβλητος. 
Έπειτα απόλυτη αλλαγή κλίματος αφού ξαναδιάβασα την μαντάμ Μποβαρύ του Γκυστάβ Φλομπέρ στην ιστορική, πρώτη μετάφραση του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, αρχές του 1920. Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε πως το βιβλίο αυτό προοικονομεί όλον τον μοντερνισμό του 20ου αιώνα από τον Τόμας Μαν ως τον Άρθουρ Σνίτσλερ. Το βιβλίο αυτό πρωτοδημοσιεύθηκε σε συνέχειες το 1856 κάνοντας απίστευτη εντύπωση και προκαλώντας την παρέμβαση τόσο της δικαιοσύνης όσο και της εκκλησίας. Το ελληνικό παράλληλο είναι αναμφισβήτητα η "Πάπισσα Ιωάννα" του Ροΐδη όμως κυκλοφόρησε δέκα χρόνια αργότερα κάνοντας ανάλογο θόρυβο και στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό. Η Μποβαρύ είναι ένα λεπτοδουλεμένο και γλωσσικά και δραματικά αριστούργημα που ισορροπεί ανάμεσα στην πιο δραστική κοινωνική σάτιρα και τον πιο διεξοδικό - θα 'λεγα αμείλικτο - σχεδιασμό των χαρακτήρων. Έκτοτε ο μποβαρισμός έγινε όρος της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας αναφερόμενος σ' εκείνα τα άτομα που δεν αντέχουν να συμβιβάσουν την πραγματικότητα με την φαντασίωση και κυριαρχούνται από την νοσηρή (;) ανάγκη να ονειρεύονται εκείνο τον μεγάλο έρωτα που όμως δεν έρχεται ποτέ. 
Είναι καταπληκτικά τα κοντράστα μέσα από τα οποία χτίζει ο μισάνθρωπος συφιλιδικός και επιληπτικός συγγραφέας την υπόθεση του έργου. Μία υπόθεση στοιχεία της οποίας αντλεί είτε από τον αστυνομικό δελτίο της εποχής είτε από τις προσωπικές του ερωτικές περιπέτειες. Μία χαρακτηριστική εικόνα, καθαρά κινηματογραφική και απόλυτα ενδεικτική των προθέσεων αλλά και της αισθητικής του συγγραφέα, είναι εκείνη στην οποία τα αποσπάσματα του παράγοντα της κυβέρνησης που εκφωνεί τον καθαρευουσιάνικο, ξύλινο λόγο του στην κεντρική πλατεία εναλλάσσονται με τα αποσπάσματα των ερωτόλογων με τα οποία αποπλανά ο Ροδόλφος την Έμμα στο παρακείμενο δημοτικό μέγαρο. Ή, η σκηνή κατά την οποία ο πολυπράγμων φαρμακοποιός Ομέ οικτίρει τον κύριο Μποβαρύ εμπρός στο νεκροκρέβατο της αυτόχειρος συζύγου του ονειρευόμενος συγχρόνως εκείνο το παράσημο ο βασιλιάς αμελεί να του απονείμει... 
Μην ξεχνάμε, τέλος, ότι υπότιτλος του βιβλίου είναι " Ήθη της επαρχίας", Mœurs de provence. Πού θα κατατάσσαμε σήμερα την αισθηματική επαρχιώτισσα Μαντάμ Μποβαρύ; Ψυχολογικός ρεαλισμός ή νατουραλισμός είναι οι εύκολες ταμπέλες αφού ο Φλομπέρ ξεπερνάει και τους προκατόχους του, τον Μπαλζάκ ή τον Σταντάλ, αλλά και τους σύγχρονους του όπως είναι ο Ζολά ή ο Ουγκώ. Αυτός ο τελευταίος μαζί με τον Μπωντλαίρ πάντως θα γίνουν οι μοναδικοί υμνητές του συγκεκριμένου μυθιστορήματος. Ο Φλόμπερ παραμένει μία κατηγορία από μόνος του και θα τον παραλλήλιζα με τον συνομήλικο του ζωγράφο Πωλ Σεζάν. Στο μεταίχμιο του κλασικού και του μοντέρνου. Τον επιστήθιο φίλο και συμπατριώτη του Εμίλ Ζολά ο όποιος όμως ποτέ δεν τον κατανόησε. Και όχι βέβαια με τον νατουραλιστή Κουρμπέ που εξωτερικά τουλάχιστον μπορεί κάπως να συγκριθεί μαζί του. (Θυμηθείτε τον "πορνογραφικό" πίνακα L' origine du monde). Όχι, ο ρεαλισμός του Φλομπέρ επειδή ακριβώς δεν αντανακλά διόλου την εξωτερική πραγματικότητα αλλά διεισδύει στο βάθος όχι μόνο των πραγμάτων αλλά κυρίως της γλώσσας, της αισθητικής της γλώσσας αλλά και της αναρχικής λειτουργίας της - αυτό δηλαδή που χάνεται ακόμη και στην καλύτερη μετάφραση - παραμένει το αξεπέραστο ορόσημο μιας εποχής. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή που η καινούργια εποχή δοκίμαζε τα όπλα της. Και για να χρησιμοποιήσουμε τα ίδια του τα λόγια:
" Επρόκειτο για την εποχή κατά την οποία η δημοκρατία προσπαθούσε να φέρει το προλεταριάτο στην ίδια κατάσταση χαύνωσης που βρίσκονταν οι μικροαστοί". 

ΥΓ. Μουσικός συνειρμός: η Φανταστική Συμφωνία του Εκτόρ Μπερλιόζ φέρει τον υπότιτλο "Επεισόδια από τη ζωή ενός καλλιτέχνη". Πράγμα που θα πει "Κάνουμε τέχνη επειδή η ζωή που μας δόθηκε, δεν φτάνει". Ή, αλλιώς"Χαρούμενοι στο πένθος μας" ένας ακόμη, πιθανός, ορισμός της τέχνης...

Φωτογραφία: Σήμερα, όλοι μας στην πινακοθήκη Γιώργου Βογιατζόγλου, Νέα Ιωνία, που στήνει μιαν εξαιρετική έκθεση ο Θανάσης Μουτσόπουλος, το παιδί μου!

Αλεπουδίτσες και γάτες

Αυτοσχέδιο Ποίημα για την Ομορφιά

(Της Αριάδνης και της Μαρίνας που αγαπούν τις γάτες. Και των γάτων τους Τίτου και Μπολς)


Αχ, αυτά τα κορίτσια
πόσο τα σκέφτομαι
που δεν ξέρουν
τι να κάνουν
την ομορφιά τους,
όμοια με γάτες 
κι αλεπουδίτσες!
Την πάνε από δω
την δείχνουν από κει, 
άλλοτε ντροπαλές
άλλοτε περήφανες
άλλοτε με άγχος
κι άλλοτε πάλι
 φορτωμένες
- από ακατανόητη -
 απελπισία.

Τί πρόβλημα κι αυτό
για αλεπουδίτσες
 και για γάτες!
Τί κάνει κανείς, κάθε φορά,
με την ομορφιά 
που τού έτυχε ;
Την συντηρεί ευλαβικά;
Την βγάζει στην αγορά;
Την ανταλλάσσει; 
Την εκδίδει για κέρδος; 
Την κρύβει από υπολογισμό;
Την απαρνιέται από δειλία
σαν να μην υπάρχει;
Σαν να μην υπήρξε ποτέ;

Τα κορίτσια κοιτούν
την ομορφιά τους 
στον καθρέφτη
προβληματισμένες
σαν να μην είναι οι ίδιες
αλλά κάποιες άλλες εκεί.
Αλεπουδίτσες ή γάτες.
Τι σπαζοκεφαλιά θεέ μου
το πρόσωπο μας
 στον καθρέφτη.
Τι πρόβλημα! 
Τι διχασμός!

Το κοιτάζουν λεπτά, 
το κοιτάζουν μέρες
το κοιτάζουν χρόνια 
τα καημένα τα κορίτσια
ώσπου, τι ανακούφιση, 
η ομορφιά που 
τόσο τις τυράννισε, 
τις μπέρδεψε, 
τις παρέσυρε,
τις αποπροσανατόλισε,
 κοστίζοντας μια ζωή,
τη μικρούλα, 
την πολύτιμη ζωή τους,
να μην υπάρχει πια.


Φωτογραφίες: Γάτες, γάτοι, γατούλες. Πρωτίστως γάτα και αλεπού που κοιτάζονται και αλληλοθαυμάζονται σαν μετενσαρκώσεις των γυναικών που αγαπήσαμε. Της ομορφιάς που πάντα βρίσκει τους τρόπους για να διαφεύγει. Επειδή όταν μάς κοιτάζει ένα ζευγάρι μάτια, δεν είμαστε εμείς αλλά εκείνος ο ρόλος που οι άλλοι περιμένουν (ή και απαιτούν) από εμάς. Είμαστε εμείς μόνο όταν είμαστε μόνοι.