Συνολικές προβολές σελίδας
Δευτέρα 30 Απριλίου 2012
ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΛΑΝΑΡΑ
Πέμπτη 26 Απριλίου 2012
Ανακοίνωση
τους φοιτητές στην έκθεση
Δευτέρα 23 Απριλίου 2012
ΕΝΟΣ ΧΡΟΝΟΥ ΒΟΜΒΙΔΙΑ.... BEST OF!
Μέσα από τα υποτιθέμενα πλαστά του Παρθένη, μια κοινωνία ψυχαναλύεται και αποδεικνύεται κάλπικη. Η ιδεολογία του πλαστού ως ύψιστη συνθήκη! Μπορεί μια κοινωνία που αποθεώνει το πλαστό στην πολιτική, την ιδεολογία να αναγνωρίσει το γνήσιο; Θα ήταν αντιφατικό προς την υπόσταση της !
Κυριακή 22 Απριλίου 2012
Μπίζνες και Σπυρολούης
Σάββατο 21 Απριλίου 2012
Η Αριστερά, ο Πολιτισμός και οι σχετικοί Μύθοι
Το Μνημείο για την Εθνική Αντίσταση του Γιώργου Ζογγολόπουλου στη Παλαιά Κοκκινιά, 1952
Στον Δημήτρη Ραπτόπουλο, στο Βασίλη Παπαβασιλείου και στον Γιώργο Βαφειάδη
Σάββατο 7 Απριλίου 2012
Βομβίδια πολιτιστικής αφασίας
Αλέξανδρος Βασμουλάκης
Salome & Jokanaan
graphite, acrylic, enamel, oil on paper on canvas
95x135cm
Gallery Nosco - 50 Redchurch Street, E2 7DP London
April 12 - April 28 2012
- Είπαμε Τζιμάκο “Τουρκμεντζόγλου”, όχι “Τούρκογλου”!
Παρέστησαν στην εκδήλωση Βενιζέλου για το πολιτισμό οι κάτωθι: Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, Άννα Καφέτση, Γιάννης Κοντός, Γιάννης Μετζικώφ, Γιώργος Νταλάρας, Πέτρος Μάρκαρης, Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, Αντώνης Λιάκος, Βλάσης Φρυσίρας. Επαγγελματίες άπαντες του πολιτισμού κάτι περιμένουν αύριο από τον χαρισματικό αρχηγό. Άξιος ο μισθός τους. Τι κρίμα όμως που το κράτος πέθανε. Χαχα...!
Πάντως πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν εκείνοι που δεν παρέστησαν. Και είναι χιλιάδες... παρήγορο.
A propos, τι έγιναν οι έρευνες για το Picasso;
Για τον Βενιζέλο προσωπικά αισθάνομαι απέχθεια και φόβο. Απέχθεια για όσα έχει κάνει στο παρελθόν, για τις μεθόδους που έχει μετέλθει, φόβο για όσα είναι ικανός να διαπράξει στο μέλλον. Επίσης μ' ενοχλούν εξίσου και η οίηση και η ανικανότητά του. Επειδή δεν ξεχνάω πως έχει αποτύχει από όποιον θεσμικό θώκο κι αν πέρασε.
Μου αρκεί που το ξέχασαν όσοι έσπευσαν να χειροκροτήσουν τις απόψεις του για τον ... “Πολιτισμό των Πολιτισμών”!
Φίλτατοι, η παπάρα, έστω κι αν διατυπώνεται με ψιμύθια και έπαρση, πάλι παπάρα παραμένει.
Διαβάζω ανακοινώσεις που θα λάβουν χώρα την επόμενη, δηλαδή τη Μεγάλη Εβδομάδα, και διαπιστώνω ότι η άγνοια και η επαρχιωτίλα εξακολουθούν να θεωρούνται προοδευτική στάση. Παιδιά, λέγεται Μεγάλη Δευτέρα και όχι Δευτέρα. Εκτός κι αν έχετε ξεχάσει τις γιαγιάδες σας όταν σας προειδοποιούσαν “Μεγαλοδευτέρα δεν κάνει να λες κακά λόγια”! Ούτε και ανοησίες, συμπληρώνουμε.
Επειδή πρέπει να κρατηθούμε επειγόντως από κάτι και οι κοινές μας παραδόσεις, το συλλογικό ήθος ως προς το ζην είναι ό, τι πιο συνεκτικό διαθέτουμε αυτή τη στιγμή.
Ονειρεύομαι μια κοινωνία όπου ο νεοπλουτισμός, ο σταρχιδισμός και η επιδειξιομανία θα αποφεύγονται ως το άκρον άωτον του κιτς και ότι η ατομική αξιοπρέπεια θα υπερτερεί της χυδαίας τσαλαβούτας στο δημόσιο χρήμα.
Προσωπικά ονειρεύομαι μια εποχή όπου η μίζα θα προσβάλει τον αποδέκτη της χειρότερα κι από βρισιά. Όπως συνέβαινε με τους παππούδες μας. Γι αυτή τη παράδοση σας μιλάω.
Περισσότερο από τους Γερμανούς που ξαναέρχονται μ' ενοχλούν οι μαυραγορίτες που ξανακάνουν παιχνίδι. Μεταξύ μας, και πότε το σταμάτησαν;
* Ο Μ. Στεφ. είναι ιδρυτικό μέλος της Εταιρίας Όσων Επιμένουν Να Ξύνονται Παρότι Δεν Έχουν Φαγούρα.
Δευτέρα 2 Απριλίου 2012
ΤΑ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ ΜΟΥ
Αίθριο του Μουσείου Μπενάκη, Πειραιώς 138
ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ
Τετάρτη 4 Απριλίου, ώρα 5.00 μμ.
Ξενάγηση
από τον επιμελητή της έκθεσης Μάνο Στεφανίδη
Θεατρικό δρώμενο
Απόσπασμα από τη Μήδεια του Ευριπίδη: Ιφιγένεια Καφετζοπούλου, φοιτήτρια του ΕΚΠΑ και Γιάννης Χατζόπουλος, τενόρος.
Ηπειρώτικα τραγούδια
Συμμετέχουν: Λαμπρινή Αρβανιτίδου, Ελπίδα Λάμπρου, Αιμιλία Παπαθεοχάρη, Τερέζα Χριστοδούλου, Δημήτρης Τσεσμελής, Σοφία Αγγελή (φοιτητές του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Παρασκευή 6 Απριλίου, ώρα 6.00 μμ.
Τι είναι Τέχνη; (σε κείμενα Μ. Στεφανίδη)
Συμμετέχουν: Μαρίνα Ζέρβα , Γιάννης Κουρμπάνης, Χρυσόστομος Πατωνίδης ,Λαμπρινή Αρβανιτίδου, Ελπίδα Λάμπρου, Σπύρος Κοπανιτσάνος, Ξανθή Ραυτοπούλου, Στέλλα Γάσπαρη-Κάκαρη, Αιμιλία Παπαθεοχάρη, Έφη Χριστοδουλοπούλου Γιώργος Μποζίκας, Ιφιγένεια Καφετζοπούλου (φοιτητές του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Κινησιολογικό Δρώμενο
Συμμετέχουν: Σπύρος Κοπανιτσάνος, Ξανθή Ραυτοπούλου, Γιώργος Μποζίκας, Έφη Χριστοδουλοπούλου (φοιτητές του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Ηπειρώτικα τραγούδια
Συμμετέχουν: Λαμπρινή Αρβανιτίδου, Ελπίδα Λάμπρου, Αιμιλία Παπαθεοχάρη, Τερέζα Χριστοδούλου, Δημήτρης Τσεσμελής, Σοφία Αγγελή (φοιτητές του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Σάββατο 21 Απριλίου, ώρα 6 μμ.
Μουσικοχορευτικό δρώμενο – παρέμβαση
Από τους Κατερίνα Κασιούμη και Λίνα Σουτρή (χορός), Ειρήνη Βερέμπεη (τραγούδι) και Χάρη Λαμπράκη (νέι).
Κυριακή 22 Απριλίου, ώρα 2.00 μμ.
Θεατρικό δρώμενο
Απόσπασμα από τη Μήδεια του Ευριπίδη (συμμετέχουν: Ιφιγένεια Καφετζοπούλου, Γιάννης Χατζόπουλος)
Απόσπασμα από την Αντιγόνη του Σοφοκλή (συμμετέχουν: Μαρίνα Ζέρβα, Σπύρος Κοπανιτσάνος, Στέλλα Γάσπαρη-Κάκαρη)
Απόσπασμα από τον Ορέστη του Ευριπίδη (συμμετέχουν: Γιώργος Μποζίκας)
Διασκευασμένο απόσπασμα από τους Βατράχους του Αριστοφάνη (συμμετέχουν: Γιάννης Κουρμπάνης, Χρυσόστομος Πατωνίδης, Έφη Χριστοδουλοπούλου)
(Φοιτητές του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Τι είναι Τέχνη; (σε κείμενα Μ. Στεφανίδη)
Συμμετέχουν: Μαρίνα Ζέρβα, Γιάννης Κουρμπάνης, Χρυσόστομος Πατωνίδης, Λαμπρινή Αρβανιτίδου, Ελπίδα Λάμπρου, Σπύρος Κοπανιτσάνος, Ξανθή Ραυτοπούλου, Αιμιλία Παπαθεοχάρη, Έφη Χριστοδουλοπούλου, Γιώργος Μποζίκας, Στέλλα Γάσπαρη-Κάκαρη, Ιφιγένεια Καφετζοπούλου (φοιτητές του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Ηπειρώτικα και Ριζίτικα μοιρολόγια
Συμμετέχουν: Λαμπρινή Αρβανιτίδου, Ελπίδα Λάμπρου, Αιμιλία Παπαθεοχάρη, Τερέζα Χριστοδούλου, Δημήτρης Τσεσμελής, Σοφία Αγγελή (φοιτητές του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Τετάρτη 25 Απριλίου, ώρα 5μμ.
Ξενάγηση
από τον επιμελητή της έκθεσης Μάνο Στεφανίδη
Κινησιολογικό Δρώμενο
Συμμετέχουν: Σπύρος Κοπανιτσάνος, Ξανθή Ραυτοπούλου , Γιώργος Μποζίκας , Έφη Χριστοδουλοπούλου (φοιτητές του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Κυριακή 29 Απριλίου ώρα 2 μμ.
Ξενάγηση
από τον επιμελητή της έκθεσης Μάνο Στεφανίδη
Μουσικό δρώμενο με Ηπειρώτικα και Ριζίτικα μοιρολόγια
Συμμετέχουν οι ζωγράφοι Γιάννης Στεφανάκις, Γιάννης Τζερμιάς, ο γλύπτης Κώστας Ανανίδας και οι φοιτητές Λαμπρινή Αρβανιτίδου, Ελπίδα Λάμπρου, Αιμιλία Παπαθεοχάρη, Τερέζα Χριστοδούλου, Δημήτρης Τσεσμελής, Σοφία Αγγελή (φοιτητές του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Κυριακή 6 Μαΐου, ώρα 4 μμ.
Ξενάγηση
από τον επιμελητή της έκθεσης Μάνο Στεφανίδη
Κινησιολογικό Δρώμενο
Συμμετέχουν: Σπύρος Κοπανιτσάνος, Ξανθή Ραυτοπούλου, Γιώργος Μποζίκας, Έφη Χριστοδουλοπούλου (φοιτητές του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών).
Ηπειρώτικα τραγούδια
Ο Θόδωρος Παπαγιάννης και οι φίλοι του.
Κυριακή 1 Απριλίου 2012
Για τον Γιάννη Δημητράκη
Γράφει ο Στράτης Δούκας στο «βίο ενός αγίου» αναφερόμενος στον Γιαννούλη Χαλεπά: «Μια δυνατή, ασυνήθιστη πνοή, καλλιτεχνικής ζωής και δημιουργίας φυσά από μέσα του και μας συνεπαίρνει. Ένα οπτασιακό φως περιβάλλει το έργο του, καθώς αγρυπνεί σε στάση εποπτείας αγνώστου κόσμου. Οι στερνές του συνθέσεις, γύρω στο 1930, που λύνουν έναν εφιάλτη, θα υποβάλλουν πάντα στη μυστική ψυχή του ανθρώπου και του λαού που είναι δεμένος, την ηδονή και τη δύναμη της ζωής...» Ο ίδιος πάλι έγραφε για τον καραγκιοζοπαίχτη Αντώνη Μόλλα: «Ήταν ένας ολοκληρωμένος καλλιτέχνης. Σεμνός, ακέραιος, ασυμβίβαστος. Η προσωπικότητά του ακτινοβολούσε. Έτσι που άρχιζε να μιλάει πίσω από τον μπερντέ, μάγευε και πειθαρχούσε κάθε ακροατήριο. Άνθρωπος με μεγάλες αντιθέσεις, τόλμες και φόβους. Μπορούσε να σταθεί αγέρωχος μπροστά σ' ένα εκτελεστικό απόσπασμα ή να τρομάξει από ένα ποντίκι...». Ιδού, λοιπόν, κι άλλος ορισμός του καλλιτέχνη εκτός απ' αυτόν του μάρτυρα-πολεμιστή: εκείνος που έχει τόλμες αλλά και φόβους. Και, μάλιστα, συνδυάζοντας λαϊκότητα και πρωτοπορία.
Ο Γιάννης Δημητράκης με την αγάπη του για τα παραμύθια-σχέδια και τις εικόνες-μουσικές είναι ένα ευαίσθητο όσο και σπάνιο δείγμα δημιουργού που συνδυάζει λαϊκότητα και αβαντγκαρντισμό. Δύσκολα πράγματα. Τ' άλογά του τρέχουν σε ασβεστωμένους τοίχους ή σε όνειρα ενώ οι ιππείς του βρίσκονται τόσο στα σύννεφα όσο και στα έγκατα της γης. Τα μαύρα του ασημίζουν χαρμόσυνα, παραμένουν όμως μαύρα.
Το θέμα βέβαια είναι εμείς τι κάνουμε. Τρέχουμε ζαλισμένοι πίσω από τους δήθεν και τον επικοινωνιακό ορυμαγδό τους ή χαζεύουμε τον αφαλό μας περιμένοντας να τον καύσει, αλλά να μην τον κατακαύσει, το άκτιστον φως, σαν τους Ησυχαστές. Δηλαδή να ησυχάσουμε στη μικροαστική βολή μας ή να βάλουμε εναντίον κάθε σταθερού και κινούμενου στόχου μήπως και κάτι ξεκουνηθεί; Αφήστε που είναι το άκρον άωτον της υποκρισίας να τα περιμένουμε όλα από τους περιδεείς και ολίγιστους πολιτικούς μας οι οποίοι είναι ακριβώς ό, τι πρέπει να είναι. Βρίσκονται δηλαδή εντός όλων των τρεχουσών προδιαγραφών. Σαν δεξιοί οι εκσυγχρονιστές, σαν εκσυγχρονιστές οι δεξιοί. Τιμιότεροι πάντως προσώρας. Πήξαμε, τέλος, στις παρομοιώσεις στις λεκτικές εικόνες, αλλά καμία μεταφορά στον ορίζοντα, δηλαδή εκείνο το σχήμα του λόγου που δημιουργεί, μαζί με την, πιο συντηρητική, μετωνυμία, τις αληθινές ρήξεις. Αφήστε που μια έντιμη συντήρηση θα μπορούσε να είναι η επανάσταση του μέλλοντος. Γιατί είπαμε: το μέλλον μας είναι αμετάβλητο! Ο Γιάννης Δημητράκης το ξέρει καλά και γι' αυτό ζει, σαν τον Γκύζη, ονειρευόμενος...
ΥΓ.
Περισσότερο από εκείνη την τέχνη που διακοσμεί τη ματαιοδοξία της ανθρώπινης ευτυχίας προτιμώ την τέχνη που ερμηνεύει τις αιτίες της ανθρώπινης δυστυχίας· που θεραπεύει πονώντας και που πληγώνει σωτήρια· που μιλάει γι' αυτό το άγνωστο, σκοτεινό αγρίμι που κάποιοι λένε «ψυχή». Και είναι τότε που ανάβουν φώτα ολόφωτα, όπως προείπε ένας Σκιαθίτης. Η τρέχουσα πάλι «δημοκρατία» της τέχνης, τόσο παρεξηγημένη άλλωστε, αποτελεί τη χαρά των εμπόρων και το ναρκωτικό των αταλάντων. Οι ιδέες του Ντισάν, του Μπροτέρ, του Μαντσόνι, του Μπόις έχουν εκ του πονηρού παρεξηγηθεί. Το «όλα είναι τέχνη» και το «ο καθένας είναι καλλιτέχνης» ήσαν συνθήματα που κυρίως ζητούσαν ν' αποσπάσουν την έκφραση από τη μέγκενη του έργου-φετίχ, από τη σαγήνη του ναρκισσευόμενου «εγώ» και από την υστερία της διαμεσολάβησης, η οποία ταυτίζει την ηδονή της τέχνης με την ιδιοκτησία. Φέρ' ειπείν είναι δυνατόν να δηλώνουν φιλότεχνοι κάποιοι νεόπλουτοι συλλέκτες ή κάποιοι βαρετοί κοσμικοί των εγκαινίων όταν είναι εντελώς άγευστοι μουσικής ή ποίησης;
Η ελληνική τέχνη σε δέκα αιρετικούς τόμους
Γ. Αριστηνός, Μ.Σ., Δ. Τρίκας
Από τον Γιώργο Αριστηνό
Το 2001 πρωτοκυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίλητος η δίτομη μνημειώδης έκδοση του Ελληνομουσείου, δηλαδή μια σύνθετη εξιστόρηση της ελληνικής τέχνης και κοινωνίας από την Αλωση ώς τις μέρες μας, απλωμένη σε 1.200 τόσες σελίδες.
Από το 2009 έως πρόσφατα ολοκληρώνεται ύστερα από πολλές περιπέτειες η δεύτερη δεκάτομη και βελτιωμένη έκδοση του Ελληνομουσείου με τον υπότιτλο 7 αιώνες ελληνικής ζωγραφικής. Εκδότης είναι τώρα το Ιδρυμα Τύπου Α.Ε., χορηγοί είναι ο ΟΠΑΠ και το Μουσείο Μπενάκη, ενώ την παραγωγή έχει πάλι η Μίλητος. Αυτή η δεύτερη έκδοση, που φτάνει ώς το 2010, περιέχει πάμπολλα καινούρια στοιχεία, φιλολογικές αναφορές, εικονογραφικούς συνειρμούς και παραλληλίες απ' όλη την ευρωπαϊκή τέχνη, λύσεις για τις οποίες είναι υπεύθυνοι, εκτός του συγγραφέα, η επιμελήτρια της έκδοσης, ιστορικός της τέχνης Χρύσα Κακατσάκη και ο art director Δημήτρης Πληβούρης. Οπλο των 10 αυτών κομψών και εύχρηστων τόμων είναι οι διεισδυτικές κειμενολεζάντες, που συνοδεύουν την πλουσιότατη και συχνά «προβοκατόρικη» εικονογράφηση. Σημειώνει ο Μάνος Στεφανίδης: «Βρισκόμαστε ως κοινωνία σε παρατεταμένη βαθιά κρίση... Συνακόλουθα, σε κρίση βρίσκεται και η Τέχνη που αντανακλά την κοινωνία αυτή. Αυτονόητο. Το χειρότερο όμως είναι πως λόγω του ανήκεστου αυτισμού της (η Τέχνη η ίδια) αδυνατεί να εκφράσει τη σοβούσα κρίση της κοινωνίας. Ιδεολογικό παράδοξο! Κυρίως επειδή κάτι τέτοιο συνιστά κρίση μεγαλύτερη της κοινωνικής... Συχνά διερωτώμαι γιατί δεν φτάνει η σύγχρονη Τέχνη στο ευρύ κοινό. Γιατί, πρώτον, δεν αφορά το ευρύ κοινό και γιατί, δεύτερον, είναι ελάχιστα σύγχρονη, όσο κι αν παίρνει μοντερνίστικες πόζες. Ενας φορμαλισμός που αντιμετωπίζει ακαδημαϊκά το μοντέρνο....»
Το Ελληνομουσείον επιχειρεί μια τέτοια εξιστόρηση της ελληνικής ζωγραφικής καθώς τη θεωρεί εύγλωττο και αύταρκες εποικοδόμημα του νεοελληνικού βίου, αλλά και κομμάτι της αείζωης καθημερινότητάς μας, εφόσον η ζωγραφισμένη εικόνα μάς συνοδεύει σταθερά, είτε με δέος είτε με συγκίνηση είτε ακόμη και με θυμηδία, τόσο σε δημόσιους χώρους όσο και στην ιδιωτική καταφυγή. Από τις αγιογραφίες ή τα τέμπλα του παρελθόντος ώς τα διαφημιστικά πανό και τις γελοιογραφίες των εφημερίδων, ο υποψιασμένος θεατής μπορεί ν' ανιχνεύσει την ύπαρξη μιας γενικής αρχής, μιας κοινής μορφοπλαστικής αντίληψης.
Η θρησκευτική ζωγραφική ως παραμυθία συνοδεύει τους υπόδουλους Έλληνες στην περίοδο της Τουρκοκρατίας και γίνεται σταδιακά, είτε με την έντεχνη είτε με τη λαϊκή μορφή της, ένα στοιχείο διαφοράς και μια ευκαιρία διαφοροποίησης, εφόσον ορίζει μέσα στην πολυφυλετική οθωμανική αυτοκρατορία τα «δικά μας πράγματα». Ενίοτε είναι αυτή που διασώζει οπτικά -και παράλληλα προς τις λαϊκές αφηγήσεις- τον νεότερο, ζωτικό μύθο, τον «ένδοξό μας βυζαντινισμό».
Ο συγγραφέας περνάει από την Τουρκοκρατία στον εισαγόμενο ακαδημαϊσμό του «Πρότυπου Βασιλείου», όπως θα έλεγε η Ελλη Σκοπετέα, και από τη Σχολή του Μονάχου στον Παρθένη και τη Γενιά του '30 με μεθοδικό και τεκμηριωμένο τρόπο (3ος, 4ος και 5ος τόμοι). Ομως εκεί που πραγματικά καινοτομεί, ανατρέποντας πολλές από από τις κατεστημένες απόψεις, είναι όταν αναφέρεται στους καλλιτέχνες της Διασποράς και την Τέχνη στα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Η Ελλάδα, στη Μεταπολίτευση, γίνεται κι αυτή μια γειτονιά του παγκόσμιου χωριού. Ετσι, η διαπλοκή των επιμέρους πολιτισμών και η άνθηση των έθνικ προτύπων βάζει πάλι τα πράγματα σε μια νέα βάση. Η αποθέωση της υποκειμενικότητας, οι μηχανικές αναπαραγωγές της εικόνας, οι φωτογραφίες-ντοκουμέντα νομοτελειακά έχουν οδηγήσει στην υπέρβαση του τελάρου, την άρση των διαφορών ανάμεσα στις επιμέρους τέχνες, την ενιαία διεκδίκηση χώρου και χρόνου και την ώσμωση των εκφραστικών μέσων. Τώρα το εικαστικό έργο, περισσότερο από αισθητικό αίτημα, καθίσταται μια αφορμή προς το διανοείσθαι.
Ωστόσο, αρκετοί έλληνες δημιουργοί επιστρέφουν σε ζωγραφικές αξίες, όπως αυτές εκφράζονται μέσα από σπαρακτικές μορφές με εξπρεσιονιστικό ή υπαρξιακό στίγμα (Θεοφυλακτόπουλος, Ράτσικας, Μαντζαβίνος, Μπάικας, Χουλιαράς, Πατρασκίδης). Μια άλλη μερίδα αναζητεί στην «αρχαία σκουριά» την τρυφερή νοσταλγία (Σόρογκας), στο άλγος του νόστου την ποιητική των πραγμάτων (Σπηλιόπουλος) ή επιμένει στην κριτική στάση σε σύμβολα και αρχέτυπα (Μ. Κατζουράκης, Λαζόγκας, Σκούρτης, Γραμμένος). Δεν λείπουν και εκείνοι που αντιμετωπίζουν τόπους, τοπία και καταστάσεις με χιούμορ, παιγνιώδη διάθεση ή ποιητικό λυρισμό (Κόττης, Ζαχαριουδάκης, Ηλιοπούλου, Στεφανάκις). Συχνά η χρήση των νέων τεχνολογικών μέσων τούς προσφέρει ευφυείς και ευρηματικές λύσεις (Ντάβου, Μπουτέας, Τότσικας, Ναυρίδης). Ολοι τους συμβάλλουν σε μια νέα «περί πάτρης» αντίληψη, που δεν περιορίζεται σε εθνοκεντρικά κλισέ, αλλά συμπυκνώνει τη φράση τού Δ. Σολωμού «το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό» (8ος τόμος).
Συνακόλουθα ο 9ος τόμος, που τιτλοφορείται «Εικονολατρία και Εικονομαχία», περιλαμβάνει δημιουργούς που από το τελάρο επεκτείνονται στον φυσικό χώρο φιλοτεχνώντας υβριδικές καταστάσεις. Τέλος, ο 10ος φέρει τον τίτλο Η ζωγραφική μετά τη ζωγραφική και επικεντρώνεται εκτός των άλλων στους street artists με πλούσιο, αδημοσίευτο υλικό, ενώ παράλληλα προβαίνει σε μια συνολική αποτίμηση της ελληνικής Τέχνης. Πιο συγκεκριμένα, η αυτοκρατορία της τηλεοπτικής - και όχι μόνον - εικόνας και η εξάντληση των ανακυκλωμένων αισθητικών ρευμάτων σχεδόν αναγκάζει τους καλλιτέχνες του 21ου αιώνα να στραφούν σε λύσεις και χώρους εκτός του συνήθους εικαστικού πεδίου. Το μεικτό είδος γίνεται νόμιμο με τη φωτογραφία (Βρεττός, Τσουμπλέκας), με την περφόρμανς (Σαγρή), με τη χειροποίητη ποιητική (Κοντοσφύρης) ή την αχειροποίητη κινηματογραφική εικόνα (Αγγελίδη, Κ. Κατζουράκης). Δίπλα σε αυτούς οι υποτιτλιστές του αστικού περιβάλλοντος και κήρυκες μιας τέχνης χωρίς κηδεμόνες -όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τα γκράφιτι- και οι δημιουργοί των κόμικς, που υποκατέστησαν τους λαϊκούς μύθους με εικονογραφήματα των σύγχρονων μεγαλουπόλεων και τις νευρώσεις των κατοίκων τους. Η παραδοσιακή ζωγραφική, ως μετείκασμα μιας ξεπεσμένης αρχοντιάς, υποχωρεί στα μετόπισθεν, διατηρώντας ωστόσο κάποιες αναμνήσεις του ντανταϊστικού μεγαλείου της (Παυλόπουλος) ή κάνοντας γιουρούσια στις εικόνες, από οποιαδήποτε πηγή και αν προέρχονται (Χαραλαμπίδης, Σπάρταλης).
Ποια όμως είναι η ζωγραφική μετά τη ζωγραφική;
Κυρίως είναι η τέχνη του δρόμου, τα γκράφιτι, η μνημειώδης καταγραφή του απαγορευμένου και του εφήμερου, δηλαδή το αίτημα για μια Τέχνη εκτός των κατεστημένων θεσμών. Κι αυτό όμως συνιστά μια ουτοπία, αν σκεφτεί κανείς πως το τελικό ύφος των εικόνων το διαμορφώνουν η τηλεοπτική αυθαιρεσία και η μιντιακή χαλιναγώγηση.
Η παραδοσιακή ζωγραφική, παρ' ότι υποχώρησε προς στιγμήν εμπρός στη φαντασμαγορία του καινούριου, ξανακερδίζει πάλι το χαμένο έδαφος με τη χειροποίητη πειθώ της. Εξάλλου, το πιο ερεθιστικό κομμάτι του μέλλοντος ανήκει σχεδόν πάντα στην πίτα του παρελθόντος. Οσο για το φλουρί και τον τυχερό του, αυτό θα είναι πάντα θέμα μιας μυστικής ευλογίας...
Σταθερή αρετή της 10τομης έκδοσης είναι οι συνεχείς, οι καταιγιστικές αντιπαραθέσεις. Οπως επίσης συνέβη και στην πρόσφατη έκθεση που οργάνωσε ο συγγραφέας στο ιστορικό κτήριο του μουσείου Μπενάκη (δες τον κατάλογο: «Ο χρόνος. Οι άνθρωποι. Οι ιστορίες τους», 2010-11, εκδ. Μουσείου Μπενάκη).
Φαινομενικά ανίερες δηλαδή συμμαχίες και συμπράξεις, που δείχνουν, όμως, πόσο, μέσα στις ρήξεις και ασυνέχειες, τις τομές και τους νεωτερισμούς, σ' αυτόν τον ιστορικό ρόχθο, ιδίως του δυτικού κόσμου, υπάρχει ένα αίτημα που συνεχώς αναδύεται και προβάλλεται, άλλοτε όμως για να ακυρωθεί και να τελματωθεί μες στη σιγή, από τη δύναμη της αδράνειας, να απολιθωθεί δηλαδή σε απλό φιλολογικό ίχνος, και άλλοτε να επικρατήσει πανηγυρικά: Η αναβίωση της παλιάς μορφής, των εκφραστικών μέσων ή των ρητορικών ιδιωμάτων και η ενσωμάτωσή τους στη νεωτερική οπτική και ιδιοσυγκρασία. Με κάποια έννοια που αποδεικνύεται συν τω χρόνω ακριβής, παρά τις μεγάλες παύσεις ή παρενθέσεις της Ιστορίας. Η έννοια που τόσο ψυχαναγκαστικά επιβλήθηκε από την αυθεντία της θεωρίας και τόσο πρόχειρα, άκριτα, και μηχανιστικά υιοθετήθηκε από τη δορυφορική Ελλάδα, για την απόλυτη, προκαταβολικά σχεδόν δεδομένη, αταβιστικά εξαρτημένη, αξία της ενότητας, της συνοχής και της ομοιογένειας, απέναντι στην ανομοιογένεια, και τη νομαδικότητα, είναι σήμερα, πολλαπλώς τραυματισμένη. Αρα, πέρα από τη θεωρία και τις ταξινομήσεις της, η έκδοση που συνέλαβε, με την τόλμη και την αυθαιρεσία που τον διακρίνει, ο Μάνος Στεφανίδης, ένα «Κεφάλι γεμάτο χαλίκια, πέτρες, σπασμένα σπίρτα και θραύσματα από γυαλί», όπως έλεγε για τον εαυτό του ο Τζόις (Γράμμα στη Δεσποινίδα Γουίβερ), ενέχει τον κίνδυνο ενός συνονθυλεύματος, ενός συνωστισμού, στην ίδια ενότητα χώρου και χρόνου, ετερόκλιτων στοιχείων, που δεν τα συνδέει μεταξύ τους τίποτε πάρεξ η απόφαση του συγγραφέα. Αυτό θα ήταν θεμιτό να το υποθέσει κανείς, αν στο μεταξύ, entre deux guerres, και σε μια παγκοσμιοποίηση που εξαπλώνεται με όλη την επιβλητικότητά της, δεν είχε εισβάλει ο μοντερνισμός, αιρετικός και σχισματικός συνάμα (κάτι που δεν θα συγχωρούσε ποτέ ο λιτοδίαιτος και αποταμιευτικός καλβινισμός της σκέψης), ο οποίος αν δεν έκαψε, πάντως καψάλισε την προ-κοπερνίκεια ασφάλεια και «αγρανάπαυση». Δεν αντιφάσκω σε τίποτα, γιατί ο ενταφιασμός του παλιού, στην ταριχευμένη μάλιστα εκδοχή του, είναι μέρος της τελετουργίας που ακολούθησε το δυτικό πνεύμα, να παραχώνει δηλαδή και να ανασταίνει, να λησμονεί και να αναμιμνήσκεται, σε μια διαλεκτική χωρίς τέλος, και με τους κανόνες της να εκκρεμούν. Η Ιστορία συνεπώς και η Τέχνη που είχε πάντα την σχετική ανεξαρτησία της («Η Τέχνη δεν είναι καμιά φιλαρμονική του δήμου που συνοδεύει την πορεία της Ιστορίας, γράφει ο Κούντερα) μετείχε σ' αυτό το πένθος που συνοδεύει κάθε απώλεια, γι' αυτό και ανέσυρε από το παρελθόν ό,τι πήγαινε να διασκεδάσει ή να αμαυρώσει τη λήθη, πετώντας ωστόσο τα ακάθαρτα ιζήματα. Και αυτά δεν ήταν άλλα από την αντίληψη που ταυτίζει την Τέχνη μ' ένα καλό παιδί, το οποίο φοράει σκαρπίνια κι έχει τη χωρίστρα του στη μέση, ενώ, στην ουσία, η ίδια είναι άτακτη και αγοραία τις περισσότερες φορές, και ερμηνεύει τα πράγματα με την ιδιοσυγκρασία του αστρατώνιστου νομάδα. Αυτό που επιδιώκεται σε αυτή την έκδοση είναι να σπάσουν τα στεγανά και οι διαχωριστικές γραμμές, που θέλουν την καλλιτεχνική μορφή ναυαγισμένη στον χώρο που τη γέννησε και στον χρόνο που καλλιέργησε ή υπέθαλψε τα μέσα της.
Σημειώσεις:
Όλοι οι τόμοι διατίθενται από το Μουσείο Μπενάκη, 4 ευρώ έκαστος. Τα έσοδα προσφέρονται στο εν λόγω μουσείο.
Ο "Παρθένης" του εξωφύλλου του 10ου τόμου λάμπει ειρωνικά μυστηριώδης αποκαλύπτοντας πόσο μια κοινωνία εθισμένη στο ψεύδος και την πλαστότητα αδυνατεί να αναγνωρίσει το αυθεντικό όταν αυτό της αποκαλύπτεται κυρίως επειδή την ξεβολεύει.
Αν πάλι ένας πίνακας που τιμολογείται grosso modo στα 150.000 ευρώ τελικά δημοπρατείται 1.500.000 ευρώ, αναζητείστε τους αίτιους του θαύματος στους μάγους της αγοράς και τους βουλιμικούς της επίδειξης και της αυτοπροβολής.
Το κοντράστο ανάμεσα στην "Μαντόνα" του Παρθένη και τη γιγαντιαία φιγούρα του Βασμουλάκη δείχνει περισσότερο εύγλωττα από εκατό αναλύσεις "ειδικών" τι ήταν, τι είναι και που πορεύεται η νεοελληνική ζωγραφική...
Σκέπτομαι πως το κορυφαίο θαύμα της εποχής της δεσποτείας της αγοράς είναι πως οι μοντερνιστικές συλλογές γερνάνε πολύ πιο γρήγορα και πολύ πιο εκκωφαντικά από τους συλλέκτες τους! Παράδειγμα ο Δάκης Ιωάννου και τα έργα του. Πόσα από τα έργα του '90 είναι επίκαιρα σήμερα και δεν χρειάζεται να αντικατασταθούν από καινούρια; Ένα είδος τέχνης prêt-à-porter.
Π.χ. το Equilibrium, δηλαδή τη μπάλα του μπάσκετ στο ενυδρείο του Jeff Koons ή τους Τεντζερέδες στη σειρά του Haim Steinbach. Αυτά βλέπει ο Duchamp από ψηλά και γελάει με το γνωστό σαρδόνιο γέλιο του. Αυτοί έχουν τα λεφτά, εμείς έχουμε τη γνώση. Αυτοί έχουν τη δύναμη, εμείς έχουμε το γούστο. Πειράζ ' ;
Μ.Σ.