Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 22 Μαΐου 2014

Τάκης Πουλόπουλος : έκθεση ζωγραφικής



Η διαρκής επικαιρότητα της ζωγραφικής διαδικασίας



Πολλές φορές σου μίλησα, με χρώματα στο στόμα
Στο είπα, όσα έμαθα, τα έμαθα με το σώμα.
Σ. Μάλαμας - Ο. Ιωάννου



Στην αρχή ήταν μια γραμμή που ερχόταν απ' το τίποτε. Στην αρχή ήταν μια λέξη που ερχόταν απ' το μηδεν. Έπειτα η γραμμή κινήθηκε σαν κύμα γύρω από τον εαυτό της και έφτιαξε έναν χώρο. Τον χώρο. Κατόπιν η λέξη γέμισε αργά με έννοιες ώσπου έφτασε να ερμηνεύσει τον εαυτό της, έφτασε στην ερμηνεία, στο νόημα. Όλα αυτά συνέβησαν σ' ένα απώτατο παρελθόν, γεμάτο από εκρήξεις εικόνων και λόγων, μόνο που εκείνη η γένεσις σπινθηρίζει διαρκώς μέχρι σήμερα δημιουργώντας άξιες και πολιτισμούς, απώλειες και κατακρημνίσεις, κείμενα και μορφές. Δημιουργώντας τέχνη (γιατί πάντα η τέχνη δημιουργείται ex nihilo). Αυτήν την οντολογική δυναμική της γραμμής, που δημιουργεί έναν κόσμο πολλαπλασιάζοντας τον εαυτό της, μελετά με ευαισθησία, δηλαδή με οξυδέρκεια, η παρούσα έκθεση.

Ο Τάκης Πουλόπουλος δανείζεται από την παλιά δουλειά του το στοιχείο του “μαυροπίνακα” δηλαδή την υποστηρικτική εκείνη επιφάνεια πάνω στην οποίαν γράφτηκε και σβήστηκε και ξαναγράφτηκε το δράμα της μαθητείας και της δημιουργίας του καθενός μας (Γκαλερί Μπαταγιάννη, Natural History and Geology, Οκτώβριος 2007, Αθήνα). Αλλά και θα ξαναγραφτεί και θα ξανασβηστεί εφόσον όσο ζούμε, δεν ξεμπερδεύουμε με τη γνώση. Στην τωρινή ενότητα “Τι θα γίνω σαν μεγαλώσω” που την εξελίσσει αργά αλλά ουσιαστικά τα τελευταία πέντε-έξι χρόνια, ο Πουλόπουλος παντρεύει τις εννοιολογικές του εμμονές -το έργο πρέπει πρώτα να υπηρετεί μιαν ιδέα κι έπειτα ένα συναίσθημα- με ένα σίγουρο εικαστικό ένστικτο το οποίο τον οδηγεί σε όλο και πιο δυναμικά, ζωγραφικά αποτελέσματα. Εν αρχή λοιπόν ήταν ο πινάκας, η κιμωλία, το σφουγγάρι, όλα σημαίνοντα εκείνου του σημαινόμενου που σχετίζεται με την άσκηση, το λάθος, την παιδικότητα, την επιστροφή στο πρωταρχικό, την ανθρώπινη κίνηση, το αρχέτυπο εκείνο στοιχείο που ονομάζεται “γραμμή”, μήτρα κάθε εικόνας. Αυτή η εννοιολογική άποψη που, μοιραία, υποτάχτηκε στην ανάλογη μινιμαλιστική φόρμα δημιουργώντας έργα χαριτωμένα και συγκινητικά -αναφορά στην ηλικία της αθωότητας, το σχολείο κλπ...-, κατέληξε σε μια σειρά συνθέσεων που -τολμώ να πω- είναι από τις πιο δυναμικές και στοχαστικές του ελληνικού abstrait.

Ο ζωγράφος αποκολλάται σταδιακά από την ανα-παράσταση και την θεατρικότητα μιας ιδεατής τάξης σχολείου στην οποία είναι δάσκαλος και μαθητής ο ίδιος -μαζί με όλους τους, κατά καιρούς, δάσκαλους του που τώρα γίνονται συμμαθητές του- και φτάνει σε μια “παράσταση” γραμμών-γραφών που δημιουργούν επιβλητικά ζωγραφικά σύνολα: Διαφάνειες και πυκνώσεις της εικαστικής ύλης, χορευτικές κινήσεις της ξηρής κιμωλίας που αποκτά αιφνίδιο βάθος δημιουργώντας τοπία πνευματικά, εσωτερικές θάλασσες, πτήσεις νοερές σε νυχτερινό ουρανό, κύματα και σύννεφα που χάνονται σε χοάνες ηφαιστείων, λέξεις που ξαναγράφονται στην άμμο μετά το πέρασμα της βροχής ή το χαρτί όταν το υγραίνει δάκρυ. Στα μεγάλα έργα της έκθεσης, λιτά και “επικά” μαζί, ο μαυροπίνακας γίνεται ένα μικροσύμπαν με δυνάμεις και ενέργειες, μαύρες τρύπες και δράματα της ύλης να εκρήγνυνται ή να σβήνουν σ' αυτό. Ιστορία, ιστορίες χωρίς λόγια, χρονικά, το χρονικό της ύπαρξης, το χρονικό των εικόνων που δεν υπάρχουν πια αλλά εμείς βλέπουμε ακόμη το φως τους να ταξιδεύει. Εν ολίγοις, έργα πυκνά και συγχρόνως ανάλαφρα στα οποία το υλικό υποστασιοποιείται, γίνεται δράση, κείμενο, καθίσταται γραφή για να διατυπωθεί ό, τι δεν χωράει στα λόγια. Τελικά μια έντιμη ζωγραφική, στον καιρό της χρεοκοπίας, των πληθωριστικών εικόνων που φτιάχτηκαν από λίπος και καταναλώθηκαν από λιπαρά χεριά ή μάτια. Η δουλειά του Πουλόπουλου είναι ένα υπόδειγμα υπομονής και συνέπειας σ' έναν κόσμο πλημμυρισμένο από ασυνεπείς και ανυπόμονους για εκείνη την ευτυχία που δεν δικαιούνται...



ΥΓ. Το φέρω βαρέως -και θα το φέρω για πολύ- το γεγονός ότι ο Πουλόπουλος, για την έκθεση ''Κρήδεμνον'' στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είχε από την αρχή εγκριθεί από το ΚΑΣ (Kεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο). Δυστυχώς η ηλίθια γραφειοκρατία του Μουσείου λογόκρινε και απέρριψε εντελώς αδικαιολόγητα έναν χαριτωμένο πίνακα του ζωγράφου με τον εμφαντικό σπόγγο στην άκρη του για να σβήνει τωρινές και μελλούμενες αμαρτίες. Συγγνώμη Τάκη ακόμη μια φορά.





Μάνος Στεφανίδης
15/5/2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου