Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2020

Ένας δήμαρχος που κατάντησε μηδενικό

Ένας δήμαρχος που κατάντησε μηδενικό

Συμπαθούσα το νέο δήμαρχο της Αθήνας, το έχω ξαναπεί, κυρίως λόγω της τραγικής δολοφονίας του πατέρα του, του δράματος δηλαδή που τον στιγμάτισε από την παιδική του ηλικία. Πίστευα πώς αυτός τουλάχιστον θα ξέφευγε από τον κανόνα της ασημαντότητας των πορφυρογένητων της πολιτικής μας σκηνής. Δηλαδή πώς εκτός από το βαρύ επώνυμο και την επικοινωνιακά προκατασκευασμένη επιτυχία θα διέθετε και στοιχειώδεις διαχειριστικές αρετές.
 Έφτασε όμως μόνο ο Μεγάλος Περίδρομος για να καταφανούν όχι μόνο η ανικανότητα αλλά και η αλαζονεία, το πείσμα και η απόλυτη άγνοια της πραγματικότητας που διακρίνουν δυστυχώς τον κύριο Μπακογιάννη. 
Και δεν είναι μόνο η εκτός τόπου και χρόνου και χωρίς σοβαρό σχεδιασμό - εν μέσω δε κορωνοϊού - συγκεκριμένη πρωτοβουλία, ούτε η άθλια επικοινωνιακή της διαχείριση και το δυσανάλογα τεράστιο κόστος της, είναι πρωτίστως ο τρόπος και το ήθος με το οποίο δήμαρχος αποδέχτηκε την αποτυχία του! Σαν να μην συνέβη τίποτε, να μην πληγώθηκε ανεπανόρθωτα το κέντρο της πόλης αλλά και οι πολυδοκιμαζόμενοι κάτοικοι της, ο ίδιος ηλίθια αθώος δήλωσε πάνω κάτω πως ό τι έγινε, έγινε πάμε για άλλα!
Φωτογράφησα χτες, Σάββατο απόγευμα, μ' έναν πολύ γλυκό καιρό και αρκετή δροσιά, την πεζοδρόμηση της λεωφόρου Όλγας. Μου έκανε εντύπωση η απόλυτη ερημιά του τοπίου, ούτε ένας περιπατητής, ούτε ένας ποδηλάτης αλλά και η φθορά του πρόσφατου έργου. Για να μη θίξω το γενικότερο κιτς της αστυνόμευσης του όλου εγχειρήματος από δύο βαριεστημένους, δημοτικούς υπαλλήλους. 
Δεν κουράζομαι να επαναλαμβάνω πως είναι αδιανόητη η οποιαδήποτε παρέμβαση στο ιστορικό κέντρο χωρίς να λυθεί πρώτα η τεράστια πληγή του τραμ το οποίο απέκτησε διπλό τερματικό σταθμό στο Σύνταγμα αλλά σταματάει, λόγω κακοτεχνιών, στην Κασομούλη, πριν το Φιξ, δημιουργώντας απίστευτο πρόβλημα σε όσους το χρησιμοποιούν. Ο Δήμαρχος αντί να ενεργοποιήσει τις νεκρές σιδηροτροχιές - οι οποίες καταλαμβάνουν επιπλέον και δύο ολόκληρες λωρίδες - φυτεύει ζαρντινιέρες και χουρμαδιές για να κάτσει μεν ο κανένας, να επωφεληθούν όμως οι συνήθεις εργολάβοι του δημοσίου. Με τις ενέργειες του αυτές πάντως ο δήμαρχος έθαψε για πάντα τις υπερβάλλουσες πολιτικές του φιλοδοξίες γιατί, όλα κι όλα, ο Έλληνας ψηφοφόρος μπορεί να είναι αφελής, μπορεί να ξεχνάει εύκολα αλλά όταν θυμώσει, γίνεται πολύ εκδικητικός. Αυτό το ξέρει καλά η μαμά του. Ήρθε η ώρα να το συνειδητοποιήσει και ο ίδιος...

ΥΓ. 1
Πέρσι, τέτοιο καιρό ο νεόκοπος δήμαρχος και ο τέως πρόεδρος της Δημοκρατίας πανευτυχείς επισκέφθηκαν την έκθεση Άρτ Αθήνα στο Ζάππειο. Εκεί στάθηκαν για πολλή ώρα στο περίπτερο του Εικαστικού Κύκλου και την γλυπτική κατασκευή "Φωτεινή Καρυάτιδα" του Χρήστου Αντωναρόπουλου. Ο κ. Μπακογιάννης έδειξε μεγάλο ενθουσιασμό  σχετικά, δήλωσε στους παριστάμενους δημοσιογράφους ότι το γλυπτό αυτό το θέλει για το δήμο και έδωσε το τηλέφωνο κάποιου παρατρεχάμενου του στον καλλιτέχνη για τα περαιτέρω. 
Ο καλλιτέχνης επικοινώνησε με τον "ιδιαίτερο" οι υποσχέσεις επανελήφθησαν αλλά το γλυπτό δεν στήθηκε ποτέ. Όπως και κανένα άλλο γλυπτό εξάλλου. Για έργα τέχνης είμαστε τώρα; Προέχουν οι χουρμαδιές και τσιμεντοβαφές.
Ο λόγος, επιτρέψτε μου βάσιμα να υποθέσω, ήταν κυνικά απλός: Βλέπετε, το κόστος του γλυπτού ήταν ελάχιστο, δεν ξεπερνούσε δύο ζαρντινιέρες ή έναν ευκάλυπτο. Δηλαδή δεν άφηνε περιθώρια - πώς να το πω κομψά; - για την αυτονόητη αμοιβή των μεσαζόντων, παρατρεχάμένων κλπ. Ό,τι δηλαδή σημαίνει εργολαβία για το δημόσιο. Γνωστά πράγματα για όσους παροικούν στην Ιερουσαλήμ.
 Και να σκεφτεί κανείς πως αντί του μεγαλεπήβολου άχρηστου Περίδρομου ο κ. Μπακογιάννης θα μπορούσε, σε συνεργασία με το Πολυτεχνείο και την Σχολή Καλών Τεχνών να κάνει κάποιες στοχευμένες παρεμβάσεις ομορφαίνοντας την πόλη μέσα από την τέχνη, από το design και μέσα από τις προτάσεις των σύγχρονων δημιουργών. Λειτουργικές, καλαίσθητες και με ελάχιστη δαπάνη.

ΥΓ 2
Ξέρετε ποιό είναι το πλέον όμορφο σημείο του αθηναϊκού κέντρου; Εκείνο το οποίο δεν προσεγγίζουμε ποτέ. Αυτό που βρίσκεται ανάμεσα στην αρχή της Βουλιαγμένης και το τέλος της λεωφόρου Όλγας. Από τους στύλους του Ολυμπίου Διός στην παλιά κοίτη του Ιλισού και τη κομψή εκκλησία της Αγίας Φωτεινής, χτισμένης πάνω στα ερείπια του ναού της Εκάτης, το 1872. Ένα τεράστιο, αρχαιολογικό πάρκο, κλειστό και απρόσιτο σήμερα, το οποίο βαραίνουν ή μονοπωλούν κάποιες αθλητικές εγκαταστάσεις του περασμένου αιώνα, το tennis club (!) και ένα κολυμβητήριο που είναι πια ανενεργό. Θα ήταν σοφό όλες αυτές οι άχρηστες εγκαταστάσεις, τα πάρκινγκ, τα γήπεδα και οι βοηθητικοί χώροι τους να αποσυρθούν - θα μπορούσαν κάλλιστα να μεταφερθούν στο φαληρικό Δέλτα -  ο χώρος να απελευθερωθεί και να αποδοθεί σε δημόσια χρήση. Αθηναίοι και τουρίστες θα είχαν ένα μικρό αλλά πλούσιο σε εναλλαγές και αρχαιότητες φυσικό τοπίο με ήρεμη, πλούσια βλάστηση για να το περπατήσουν.  Ένα μικρό αλλά πολύτιμο central park στην καρδιά της Αθήνας και απέναντι από το αντίστοιχο της Ακρόπολης...

Επειδή είναι το Σκοτάδι που γεννάει το Φως

ΕΠΕΙΔΉ ΕΊΝΑΙ ΤΟ ΣΚΟΤΆΔΙ
 ΠΟΥ ΓΕΝΝΆΕΙ ΤΟ ΦΩΣ

Μια σύνοψη της σύγχρονης, ελληνικής τέχνης με 21+1 δημιουργούς. Ίδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού, εγκαίνια Παρασκευή 
31 Ιουλίου, στις 8.30 μ.μ.

"...Ο χρόνος έγινε για να κυλάει,
οι έρωτες για να τελειώνουν,
η ζωή για να πηγαίνει στο διάολο
κι εγώ για να διασχίζω το Άπειρο 
με το μεγάλο διασκελισμό 
ενός μαθηματικού υπολογισμού,
μονάχα όποιος τα διψάει όλα
μπορεί να με προφτάσει,
ό,τι ζήσαμε χάνεται, γκρεμίζεται 
μέσα στο σάπιο οισοφάγο του χρόνου
και μόνο καμμιά φορά, τις νύχτες,
θλιβερό γερασμένο μηρυκαστικό 
τ’αναμασάει η ξεδοντιασμένη μνήμη,
όσα δε ζήσαμε αυτά μας ανήκουν".

Τάσος Λειβαδίτης, 
"25η ραψωδία της Οδύσσειας" 

Τέχνη αποκαλείται το σκοτεινό, εκείνο ορυχείο της  παγκόσμιας μελαγχολίας. Καμία εύκολη παρηγοριά. Όμως... Τύχη αγαθή μού επιτρέπει και φέτος, για τέταρτη, συνεχή χρονιά, να επιμελούμαι της κεντρικής, καλοκαιρινής έκθεσης που παρουσιάζει το Ίδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού. Τις προηγούμενες φορές ήταν ο "Σύλλογος Καλλιτεχνών" η κινητήριος δύναμη ενώ φέτος από κοινού με την επίσης παλιά γνώριμο της Τήνου, την  γκαλερίστα Μαρία Αλμπάνη, προσπαθήσαμε να συνθέσουμε ένα εικαστικό παζλ το οποίο φιλοδοξεί όχι βέβαια να συμπεριλάβει ολόκληρη τη σύγχρονη δημιουργία του τόπου μας αλλά, τουλάχιστον, να δείξει κάποιες, βασικές παραμέτρους της. Πιο συγκεκριμένα προτείνουμε 21+1εμβληματικούς δημιουργούς και συγχρόνως κάποια ιστορικά ονόματα πλάι στους καινούργιους! Στήνοντας, ελπίζουμε, ένα θέαμα εύληπτο, ισορροπημένο ανάμεσα σε σκοτάδι και σε φως αλλά και ανάλογο του χώρου στον οποίον φιλοξενείται. Δηλαδή στην πιο σημαντική, πολιτιστική μονάδα - κατά τη γνώμη μου - των Κυκλάδων και δίπλα στους θησαυρούς της μόνιμης έκθεσης του Γιαννούλη Χαλεπά.
Οφείλω να υπογραμμίσω εξαρχής πως πάντα μία ομαδική έκθεση είναι ένας συμβιβασμός, ένα αναγκαίο και συχνά αναγκαστικό compromis. Και αυτό ισχύει, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς ακόμη και για μεγάλες, για φιλόδοξες, μουσειακές εκθέσεις.
 Εν προκειμένω λοιπόν επιδιώξαμε να συμμετάσχουν είκοσι ένας αντιπροσωπευτικοί καλλιτέχνες που να εκπροσωπούν την πολυδιάστατη και εν πολλοίς αντιφατική εποχή μας επιμένοντας στην εξάντληση κατά το δυνατόν όλου του φάσματος. Κατά το δυνατόν, όλων των τεχνοτροπιών. Έπειτα επιμείναμε στην επιλογή των έργων ώστε να είναι τα πιο αντιπροσωπευτικά και ενδιαφέροντα των συγκεκριμένων καλλιτεχνών. Αν το επιτύχαμε, θα το κρίνετε εσείς. Και βέβαια η αναφορά στις δυσκολίες του εγχειρήματος δεν έχει ως στόχο να απομειώσει τις δικές μας ευθύνες. Απεναντίας. 

Λίγα λόγια τώρα για τον τίτλο: Προσπαθήσαμε η έκθεση αυτή να σηματοδοτεί την αισιόδοξη πλευρά της δυσοίωνης περιόδου που ζήσαμε όλοι μας και εν μέρει ζούμε ακόμη. Το πραγματικό και το συμβολικό σκοτάδι που κυκλοφορεί απειλητικό και στη χώρα μας και τον κόσμο με την απειλή, τις αρρώστιες ή και τον θανάτο να κρύβεται ακόμη στις πιο αθώες και πιο ανθρώπινες χειρονομίες. Σ' ένα χάδι δηλαδή ή ένα φιλί, μία χειραψία ή μία αγκαλιά... Παράλληλα να υπενθυμίζουμε ότι αργά ή γρήγορα το φως ακολουθεί και ότι το σκοτάδι εκτός από απελπισία ή ζόφο - αυτά δηλαδή που δημιούργησε ο εγκλεισμός, ο φόβος και η απομόνωση - μπορεί να λειτουργήσει και ως εκκολαπτήριο, ως πυροκροτητής δημιουργίας. Αφού είναι πάντα απαραίτητη η δυσκολία ακόμα και η οδύνη για να κυοφορήσει το καινούργιο τον εαυτό του και να (ανα)γεννηθεί η τέχνη.
Λέω συχνά πως η πλειονότητα των καλλιτεχνών - ιδιαίτερα οι εικαστικοί καλλιτέχνες και οι συγγραφείς - έζησαν κατά την περίοδο της αναγκαστικής απομόνωσης μία εξαιρετικά, οικεία συνθήκη. Μια και οι ίδιοι έτσι ζουν ανέκαθεν, απομονωμένοι στα εργαστήρια ή τα γραφεία τους, μόνοι, κατάμονοι με τον εαυτό τους, με τα φαντάσματα ή τα οράματα τους, με τις δυσκολίες αλλά και τις υπερβάσεις των δυσκολιών. Με τα τεχνικά, τα αισθητικά ή τα ιδεολογικά ζητήματα που τους προκαλεί η δουλειά τους ίδια. Γιατί αυτό σημαίνει τέχνη. Τον τρόπο μας να ψιθυρίσουμε την απόλυτα προσωπική μας ιστορία στο αυτί της αιωνιότητας. Κι αν ακούσει!

Συνοπτικά ας πούμε εδώ ότι μεταπολεμικά η ζωγραφική μας αρδεύεται από δύο σχολές: εκείνη του Μπουζιάνη που θρηνεί το σώμα και την άλλη του Τσαρούχη που το αποθεώνει. Κάπου στη μέση ο Διαμαντόπουλος κι ο Σπυρόπουλος. Και κάπου μακριά ο Παπαλουκάς, συνεχιστής της έρευνας του Παρθένη, του Μαλέα, του Νικολάου Λύτρα και του Οικονόμου. 
Στην μπουζιανική παράδοση πιστώνω τον  Τριανταφυλλίδη, τον Μίμη Βιτσώρη, την Μαραγκοπούλου, την Λαγάνα αλλά και τον νεανικό Φασιανό, τον Μάιπα, τον Σταύρο Ιωάννου, τον Μυταρά, τον Πατρασκίδη, τον Θεοφυλακτόπουλο, τον Πολυμέρη, τον Μορταράκο, τον Ξένο, τον Κοντοβράκη, τον Μαντζαβίνο κλπ. Στην τσαρουχική πάλι ουκ έστιν αριθμός. Από τον Κυριάκο Κατζουράκη ως τον Παύλο Σάμιο, τον Αντωναρόπουλο, τον Ρόρρη ή τον Δασκαλάκη. Με τον Σακαγιάν σταθερά στο μεταίχμιο της αφήγησης περί το  σώμα αλλά και της αποδόμησης του προσώπου και της ιστορίας του. Χωρίς να παραβλέπω την προσωπική γλώσσα ή τα επιτεύγματα του καθενός ( όπου υπάρχουν ).
Οφείλω να επισημάνω ότι τα μουσεία της σύγχρονης τέχνης ξεχωρίζουν για την προβληματική σχέση τους με τον εξπρεσιονισμό. Υπενθυμίζω ότι έχουν αγνοήσει συστηματικά ζωγράφους του μέγεθος ενός Τζον Χριστοφόρου, ενός Nonda, ενός Prassinos, του αγνώστου Γιάννη Μαλτέζου, του πληθωρικού Μηνά αλλά επίσης και την εξπρεσιονιστική περίοδο του Κανιάρη, του Κεσσανλή, του Δεκουλάκου, του Σαχίνη κλπ. Εκεί δηλαδή που η εξπρεσιονιστική φόρμα συναντούσε την αφηρημένη γραφή και η χειρονομία τον ψυχισμό.
Πού καταλήγουμε; Ότι ιστορία είναι εκείνο το κείμενο που σταθερά πρέπει να ξαναγράφεται.

... Επειδή το σκοτάδι που γεννάει το φως. Κι όχι αλλιώς ... Κάτω από τον γενικό όσο και συμβολικό τίτλο όπως προσπαθήσαμε να εξηγήσουμε, συστεγάζονται ετερόκλητοι καλλιτέχνες, παλαιότεροι και νεότεροι, ιστορικά πρόσωπα και πρωτοεμφανιζόμενοι δημιουργοί σε τρόπον ώστε η όποια σύνθεση της ομαδικής έκθεσης να προκύπτει μέσα από τις αντιθέσεις ή τις αντιπαραθέσεις των επιμέρους.
Και εδώ, και στην έκθεση αυτή, υποστηρίζω την εδραία μου πεποίθηση: Ότι δηλαδή η τρομερή προμάμη που λέγεται ζωγραφική - κάτι σαν την φοβερή γιαγιά της ωραίας, μικρής Ερέντιρα του Γκαμπριέλ Μάρκες - η αρχέγονη μήτρα δηλαδή που εκκόλαψε κάθε νεότερη μορφή εικόνας από τη φωτογραφία ως τη video art, παραμένει η κυρίαρχη, εικαστική έκφραση στη χώρα μας. Όσους  εννοιολογισμούς κι αν υποστηρίξουν θεωρητικοί ή δημιουργοί που μπερδεύουν την πραγματικότητα με την ιδεοληψία. Έτσι λοιπόν η έμφαση μας δίνεται στην ζωγραφική, είτε αυτή είναι αφηγηματική, είτε κινείται στα όρια της αφαίρεσης, της ποιητικής υποβολής και των κρυμμένων, συμβολικών μηνυμάτων. Της ψυχολογικής αναπαράστασης μιας πραγματικότητας που a priori δεν αναπαριστάται, που "κρύπτεσθαι φιλεί". Επειδή πάντα ακόμα και στην πιο αφελή, εξωτερικά, εικόνα κρύβεται ένα αίνιγμα το οποίο αποκαλύπτεται μόνο στους μυημένους. Σ' εκείνους δηλαδή που είναι διατεθειμένοι να αφιερώσουν χρόνο εμπρός στο έργο τέχνης και να του αφιερωθούν συναισθηματικά. Και τότε αυτό θα ανταποκριθεί. Το κέρδος από αυτήν την κοινωνία - επικοινωνία είναι τεράστιο για τον θεατή αλλά και για το ίδιο το δημιούργημα. Το οποίο ζει μία καινούργια ζωή και αποκτά καινούργιο περιεχόμενο ανάλογα με τα μάτια που το κοιτάζουν. Ανάλογα με τα ήθη και τους τρόπους.
Έτσι, ανάμεσα στον στοχαστικό μινιμαλισμό του Μορταράκου και τον μπαρόκ εξπρεσιονισμό του Κυριάκου Κατζουράκη όπως και στη φαντασμαγορία των εικόνων του Αδαμάκη, του Μισούρα ή του Μανουσάκη, υπάρχει μία λεπτή, κόκκινη κλωστή που συνδέει ανεπαίσθητα μεν αλλά ουσιαστικά τις δύο διαφορετικές αφηγήσεις. Το ίδιο θα ισχυριζόμουν για τα δραματικά προσωπογραφήματα της Γωγώς Ιερομονάχου και του Βασίλη Σούλη σε σχέση με την ευαίσθητη σήμανση των υλικών στη φεμινιστικό οπτική της Σπυριδούλας Πολίτη ή το αναρχικό χιούμορ του Κώστα Λάβδα. Θα μπορούσα να επεκταθώ επίσης στον διάλογο ανάμεσα στον Βασίλη Σελιμά, τη Μανταλίνα Ψωμά από την μια και τον Αντρέα Βούσουρα με τον Άρη Κατσιλάκη από την άλλη, ιδιαίτερα όταν τα αντικείμενα που απεικονίζονται στους πίνακες των μεν αποκτούν υλική υπόσταση, σάρκα και οστά, στην κατασκευή ή τα γλυπτά των δε. Ή, πάλι το "μουσικό" μοίρασμα ανάμεσα στην αφαίρεση και την αφηγηματικότητα που συναντάμε στα έργα τόσο της Κατερίνας Μερτζάνη όσο και του Παναγιώτη Δανιηλόπουλου (Θράφια). Ανάλογα ο Τζουλιάνο Καγκλής και ο  Αχιλλέας Πιστώνης στις πολυεπίπεδες συνθέσεις των κρύβουν μια δεύτερη ιστορία πίσω από την αυτονόητη πρώτη... Επίσης μ' ενδιαφέρει πολύ το πολιτικό στοιχείο που εντοπίζεται άμεσα ή έμμεσα και σε εξόφθαλμα, πολιτικά έργα (Κωνσταντίνος Πάτσιος) αλλά και σ' εκείνα που επιμένουν σε αισθητικά, κατεδαφιστικά σχόλια (Γιώργος Καζάζης). Τέλος επιδίωξα να υπάρχει ζωντανός ο διάλογος ανάμεσα ζωγραφική, τη γλυπτική ή τις κατασκευές. Ο Νεκτάριος Κοντοβράκης με τη διττή του έρευνα εκπροσωπεί εν προκειμένω τόσο τη ζωγραφική όσο και τη γλυπτική. Όπως εξάλλου κι ο Νίκος Καλαφάτης με τον χαριτωμένο ναϊβισμό των κατασκευών του ισορροπούν ανάμεσα στην επιφάνεια και τον χώρο.

Θα μπορούσα να αναφέρω πολλά ακόμη παραδείγματα αλλά προτιμώ να σας αφήσω να τα ανακαλύψετε μόνοι σας. Θα με ρωτήσετε ίσως εύλογα: Μήπως είναι λίγο αυθαίρετοι όλοι αυτοί συνδυασμοί; Και θα σας απαντούσα λίγο αξιωματικά ως εξής: Στην τέχνη δεν υπάρχει υψηλότερος νόμος από εκείνον της αυθαιρεσίας. Αρκεί αυτή η τελευταία να είναι δημιουργική. Να οδηγεί από το ανοργάνωτο χάος στο οργανωμένο.
Τέλος υπογραμμίζω πως η έκθεση αυτή των είκοσι δύο (21+1) δημιουργών αφιερώνεται στη μνήμη ενός καλλιτέχνη που σημάδεψε την ελληνική πρωτοπορία που αγάπησε την Τήνο ζώντας εκεί τα περισσότερα καλοκαίρια της ζωής του και που μετά θάνατον το Ίδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού τού αφιέρωσε έκθεση - ντοκουμέντο το 2016, οργανωμένη από τον συνάδελφο Χριστόφορο Μαρίνο. Όπως ίσως οι περισσότεροι ξέρουν, με τον Βλάση Κανάρη (1928 - 2011) μας συνέδεε αδελφική φιλία αλλά και σχέση δασκάλου μαθητή. Μόνο που συχνά οι ρόλοι εναλλάσσονταν. Γιατί ο σοφός Βλάσης ήξερε να γίνεται μαθητής όταν το απαιτούσε η ανάγκη. Του οφείλουμε όλοι, τού οφείλω προσωπικά πάρα πολλά. Έστω λοιπόν ως επιστέγασμα αυτής της έκθεσης ο διάλογος που προκύπτει  ανάμεσα στο έργο ενός μεγάλου καλλιτέχνη που ενώ έχει φύγει, είναι σταθερά παρών αλλά και των νεότερων δημιουργών που διαπνέονται από την ίδια ευαισθησία, την ίδια πολιτική εγρήγορση. Την ίδια, εντέλει, φιλοδοξία ως προς το να ειπωθούν με τρόπο απλό και πράγματα δύσκολα και επώδυνα.

ΥΓ 1. Άσχετο: Τα σύννεφα της δύσης  δημιουργήθηκαν για να δοξάζουν την αθανασία του Tiepolo . Όπως και ορισμένες βροχερές θάλασσες για να υπερασπίζονται την φήμη του Turner. Τελικά ο Θεός φιάχνοντας τον κόσμο, τον έπλασε με πηλό σαν γλύπτης και τον έντυσε με χρώματα σαν ζωγράφος. Ο Θεός, φαίνεται πως  δημιούργησε κατ' αρχάς τους καλλιτέχνες και έπειτα  ξεκουράστηκε. Οι καλλιτέχνες ανέλαβαν όλα τα υπόλοιπα. 
Σημείωση : Φοβού εκείνη την ζωγραφική που ακυρώνει το βλέμμα. Συχνά επίσης, οι καλλιτέχνες οι ίδιοι, από ανασφάλεια ή υπεροψία, ακυρώνουν με τα καυστικά τους σχόλια το έργο των συναδέλφων τους. Ανθρώπινο πολύ ανθρώπινο που θα έλεγε και ο Νίτσε, ίσως όμως και αναγκαίο. Χωρίς συγκρούσεις δεν υπάρχει προχώρημα. Σκέφτομαι, τέλος, πως η τέχνη μοιάζει με ένα τεράστιο, πήλινο γλυπτό που για να κατασκευαστεί χρειάζεται τόσο τη φωτιά όσο και τη λάσπη.

ΥΓ 2. Οφείλω και από τη θέση αυτή να ευχαριστήσω θερμά όλους όσοι συνέβαλαν σε Αθήνα και Τήνο για την πραγματοποίηση αυτής της έκθεσης. Ευχαριστώ επίσης τον πρόεδρο του ΙΤΗΠ κ. Ευάγγελο Γκίνη, τα μέλη του Δ.Σ, τον καλλιτεχνικό διευθυντή κ. Μάριο Βιδάλη και τον τεχνικό διευθυντή κ. Γιώργο Φωτόπουλο για την σταθερή βοήθεια τους. Τη Μαρία Αλμπάνη με την οποία κάνουμε πολλά κι ελπίζω να κάνουμε περισσότερα στο μέλλον. Και βέβαια τους είκοσι έναν καλλιτέχνες που μού εμπιστεύτηκαν χωρίς μεμψιμοιρίες το έργο τους. Τέλος τον Αλέξη Κανιάρη, σταθερό φίλο μου και φυσική συνέχεια στα μάτια μου του Βλάση. "Όσα δεν ζήσαμε, αυτά μάς ανήκουν".

Μία Αφροδίτη και για σένα

Όλοι μας δικαιούμαστε μιαν Αφροδίτη. Όπως κι οι Αφροδίτες δικαιούνται κι αυτές τον Άρη τους. Η Αφροδίτη όμως της Δρέσδης είναι μοναδική. Έργο του Giorgione ( 1475/6 - 1510 ) μαθητή του Bellini και σύγχρονου του Tiziano τον οποίο πάντως πρόλαβε σε καινοτομίες και υπερέβαλε σε πειραματισμούς ή δημιουργία υποβολής. Πρόκειται πραγματικά για έναν αινιγματικό και πολυσήμαντο πίνακα. Με την γυμνότητα του μοντέλου να προσλαμβάνει σχεδόν μεταφυσική διάσταση.
... Ιδού, λοιπόν, ένα από τα μυστήρια της τέχνης: Ο Τζορτζόνε με δέκα μόλις γνωστά έργα που του αποδίδονται με ασφάλεια, είναι πιο μεγάλος καλλιτέχνης από τον Τισιανό με τα εκατοντάδες αριστουργήματα. Ας σημειωθεί μάλιστα ότι ο ένας πέθανε νεότατος από χολέρα, σε μιαν πανδημία όπως και τώρα, ενώ ο άλλος υπερήλικας και αποδεκτός από αυτοκράτορες ή βασιλιάδες. Το κατεστημένο δηλαδή της εποχής. Κι ότι ως πρόσφατα κάποια έργα του Τζορτζόνε χρεώνονταν στον Τισιανό. Καθόλου περίεργο πράγμα αφού πολλές ημιτελείς συνθέσεις του συμπληρώθηκαν από τον ίδιο τον Τισιανό, τους μαθητές του αλλά και από τον Sebastiano del Piombo. 
Εν προκειμένω η Αφροδίτη της Δρέσδης (1505 π.) υπήρξε το πρότυπο για την Αφροδίτη του Ουρμπίνο του Τισιανού τριάντα ολόκληρα χρόνια αργότερα! Φιλοτεχνήθηκε την ίδια εποχή με την Μόνα Λίζα και θεωρείται ανώτερη της στο αίνιγμα και την ατμόσφαιρα. 
Εδώ η γυμνότητα της κοιμωμένης θεάς είναι τόσο φυσική αλλά και μυστηριώδης όσο και το τοπίο του ιταλικού βορρά γύρω της. Η στάση της θυμίζει την "Εύα" του Κωνσταντίνου Παρθένη στην Εθνική Πινακοθήκη μόνο που εδώ η αιδημοσύνη είναι το κύριο χαρακτηριστικό της γυναίκας. Τα κλειστά της μάτια μάλιστα επιτρέπουν στον άντρα θεατή - βιαστή να την κουρσέψει ανενόχλητος με το βλέμμα της επιθυμίας. Η τέχνη του Τζορτζόνε συνδιαλέγεται άμεσα με την καθαρή ποίηση. 
" ... ο Τζορτζόνε επιτυγχάνει μια μοναδική απόδοση της ερωτικής χαράς αλλά συγχρόνως της γλυκιάς μελαγχολίας που δημιουργεί ο έρωτας". Τέλος, εδώ ο ύπνος υποδηλώνει και την ερωτική πράξη αλλά και τον επικείμενο "θάνατο" της σχέσης. Ή μήπως υπονοείται επιπλέον μια μορφή αυτοϊκανοποίησης; Αν σκεφτεί κανείς πως είναι ιδιωτική παραγγελία και μάλιστα από ανθρώπους υψηλού επιπέδου και ελευθερίων τρόπων ζωής, η υπόθεση είναι πολύ εύστοχη. (Επειδή με ρωτήσατε πολλοί αλλά όχι πολλές)!

( από το βιβλίο μου Μια Ιστορία της Ζωγραφικής, Από το Βυζάντιο στην Αναγέννηση και από τους ιμπρεσιονιστές στον Πικάσο, εκδ. Καστανιώτη σελ. 199 )

Ο λόγος... η γραφή κι ο έρωτας!

Ο ΕΝ ΓΚΑΝΑ ΓΑΜΟΣ

Στις Δάφνη - Σοφία και Αριάδνη - Μαρίνα
 που γιόρταζαν ( και στους γάμους τους! )

Μόνο στον προφορικό λόγο είμαι ο εαυτός μου. Είμαι εγώ μόνο όταν μιλάω. Με την δύναμη και τις δυνατότητες της αδυναμίας που είμαι. Τότε που και η σιωπή μου παράγει νόημα. Αφού η ομιλία είναι πάνω από όλα υπόθεση του σώματος.
Στον γραπτό λόγο τώρα εμφανίζεται κάποιος άλλος που απλώς με μιμείται. Που μού μοιάζει. Και είναι τότε που η γραφή αγωνίζεται να θυμηθεί όσα κάποτε ειπώθηκαν (βιώθηκαν) από το υποκείμενο, το σώμα που λέγαμε και που το καταφέρνει (η γραφή) ελάχιστα. Κι είναι ακριβώς τότε που το γράψιμο γίνεται συνώνυμο της απώλειας αφού όσα διασώζει, είναι ελλειμματικά ή, κατά βάθος, ασήμαντα. Αντίθετα προφορικότητα σημαίνει γονιμότητα, αυτοσχεδιασμός, διαρκής έκπληξη. Τότε που μαγικά βλασταίνει κι ο βράχος. 
Στον προφορικό λόγο, τέλος, διασώζονται ακέραια η αμηχανία, το τραύλισμα αλλά και ο ναρκισσισμός, η υποβολή ή η έκλαμψη της έμπνευσης και η μαγεία της παράστασης. Επειδή η γραφή συνιστά ανα - παράσταση ενώ ο λόγος είναι παράσταση!
Στον γραπτό μένει μόνο η επιτήδευση αλλά και το άγχος της επιτήδευσης. Να θέλεις δηλαδή να είσαι ο εαυτός σου και να μπορείς... Να γιατί έχει δίκαιο ο Σκλόβσκι και άδικο ο Σωσύρ. ( Η Ανατολή πάλι ποδηγετεί τη Δύση ).
 Πως να το κάνουμε, ο προφορικός λόγος, η ζωντανή γλώσσα είναι ο πολιτισμός στη βαθύτερη ουσία του καθώς αναβρύζει μέσα απ' τον χρόνο, όντας το αίμα και η σάρκα του χρόνου. Η γραφή πάλι είναι μια πολυτελής πλην αλυσιτελής αποθήκη, ένα μουσείο μνήμης όπου διασώζονται και διατηρούνται μόνο όσα - διάτρητα - κατάφεραν να διατηρηθούν και να διασωθούν απ' την ζωή που ρέει ασυγκράτητη στην ασύγκριτη κοίτη της. Δηλαδή τα ελάχιστα πράγματα. Φαντάζεστε να είχαμε τη φωνή του Πλάτωνα όταν δίδασκε όπως φερ' ειπείν έχουμε την Μαρία Κάλλας όταν δίδασκε στο Τζούλιαρντ;
Συμπέρασμα: Να δείξουμε κι όχι να κρύψουμε τις πληγές μας... Και βέβαια, συμβολικά μιλώντας, όποιος αδυνατεί να μιλήσει τη γλώσσα των νεκρών, ελάχιστα μπορεί να κατανοήσει οποιαδήποτε άλλη γλώσσα. Το δράμα του σύγχρονου πολιτισμού έγκειται ακριβώς στην έκλειψη της προφορικότητας. 

ΥΓ... Χρόνια συλλαβίζοντας έμαθα πια 
τη χρυσή γλώσσα, τη γλώσσα των νεκρών.
Ποιάν άλλη γλώσσα τώρα αξίζει να μιλήσω;

Φωτογραφία: Άγιος Νικόλαος, ο Ορφανός, άνω πόλη Θεσσαλονίκης, περίπου 1310, παλαιολόγεια αναγέννηση. Η επιγραφή του θαύματος στον Γάμο της Κανά αποδίδεται φωνητικά, όπως προφέρεται η φράση: 
Ο εν Γκανά γάμος! Προσέξτε τις χειρονομίες των νεόνυμφων. Σεμνές και γεμάτες διστακτικότητα εμπρός στη νέα εμπειρία. Ο έρωτας δεν είναι απαραίτητος για ό τι επακολουθήσει. Η βοήθεια του κρασιού κρίνεται όμως απαραίτητη.
 Το μνημείο ζωγραφίζεται την ίδια εποχή που ο Giotto δουλεύει στην cappella Scrovegni της Πάδοβας. Προσέξτε τους κοινούς μπλε ουρανούς και στα δύο εικαστικά σύμπαντα. Εξ Ανατολών το φως. Ex Oriente lux!

Θεέ μου Μεγαλοδύναμε!

Θεέ μου μεγαλοδύναμε,
που 'σαι ψηλά εκεί πάνω
ρίξε λιγάκι τουμπεκί... θεούλη μου
 στον αργιλέ μου απάνω...

(Στον Άγγελο Παπαδημητρίου)

Πολιτισμοί της περιφέρειας όπως ο δικός μας, ο νεοελληνικός αδυνατούν να αρθρώσουν μεγάλες αφηγήσεις δηλαδή μυθιστόρημα ή κινηματογράφο, κυρίως γιατί ζουν περισσότερο στο εξιδανικευμένο, ρομαντικό παρελθόν τους παρά συνειδητοποιούν ή ερμηνεύουν το παρόν. Και επειδή κατ' ουσίαν τρέφονται περισσότερο από προνεωτερικά, λαϊκά στοιχεία παρά από την, μάλλον, κακοχωνεμένη, εισαγόμενη ratio, την Lingua Franca δηλαδή του κεντροευρωπαϊκού μοντερνισμού. Έτσι παρ' ημίν ακμάζει περισσότερο η ποίηση και όχι ο πεζός λόγος, η εικονογράφηση κι όχι η θεωρία της εικόνας, οι μικρές αποσπασματικές ιστορίες και όχι η μεγάλη αφήγηση. Όμως η επιβίωση του λαϊκού στοιχείου ακόμα και στην καρδιά του μεταμοντέρνου είναι το απαύγασμα της σωτηρίας των ψυχών για αυτούς τους περιφερειακούς πολιτισμούς έναντι ενός κέντρου που έχει απολέσει προ πολλού τη ψυχή του. (Η στάση των Γερμανών, των Βρετανών και των Ολλανδών στην ελληνοτουρκική κρίση είναι άκρως ενδεικτική σχετικά). 
Είναι, για παράδειγμα, συγκινητικό ότι ο Μίλαν Κούντερα σε ένα από τα πιο σύντομα, στα γαλλικά γραμμένο, μυθιστόρημα του, την Άγνοια, κάνει μνεία των μεγάλων ρομαντικών ποιητών του 19ου αιώνα, από την Ισλανδία ως τη Ρουμανία και την Τσεχία και βέβαια αναφέρεται και στο δικό μας Διονύσιο Σολωμό. Μεγαλύτερος ύμνος για την ενωμένη Ευρώπη δηλαδή και για τον κοινό, πολυεπίπεδο πολιτισμό της δεν θα μπορούσε να γίνει. Και αυτό είναι κάτι που δυστυχώς κάνεις Ευρωπαίος πολιτικός σήμερα δεν μπορεί να συλλάβει. Και πολύ περισσότερο να εκφράσει. Ας είναι...
Ακούω το τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη "Σαν απόκληρος γυρίζω από τη μαύρη ξενιτιά, περιπλανώμενος, δυστυχισμένος μακριά από της μάνας μου την αγκαλιά" και αντιλαμβάνομαι πως πρόκειται για μία σύγχρονη, σπαρακτική "Οδύσσεια" τσέπης. Αντί του έπους, ελεγεία. Αντί της πολύστιχης, ομηρικής εξιστόρησης του νόστου και του άλγους, εδώ έχουμε  μίαν ιδιοφυή μινιατούρα που χτυπάει κατευθείαν στην καρδιά τόσο με τη μουσική όσο και με τους στίχους. Συνεχίζω με άλλο παράδειγμα:
Από την πρώτη φορά που άκουσα το παραπάνω, σχεδόν θρησκευτικό, τραγούδι της μαστούρας "με της εκκλησιάς τις αψηλές καμάρες που άναβαν οι καναβουριές σαν να τανε λαμπάδες", προβληματίστηκα τόσο για την προέλευση όσο και τον ή τους δημιουργούς του. Μου φαινόταν πολύ ανάλαφρο αλλά και συγχρόνως λιτό και ζόρικο, με στίχους που ξέφευγαν από τον πρωτογονισμό των ρεμπέτικων τραγουδιών ενώ το όλον με παρέπεμπε σε κάτι το μεταμοντέρνο. Ας πούμε στο κλίμα του Ρεμπέτικου όπως το έστησαν ο Κώστας Φέρης και ο ο Σταύρος Ξαρχάκος. Ψάχνοντας στο διαδίκτυο διαπίστωσα με έκπληξη πως οι συντελεστές του ήταν άγνωστοι ενώ η πρώτη επίσημη(;) ηχογράφηση έγινε στη δεκαετία του '90. Περίεργο; Πολύ περίεργο!
Αργότερα πληροφορήθηκα από το φίλο μου Άγγελο Παπαδημητρίου πως πρόκειται για έναν καθιστικό, αντικριστό καρσιλαμά από τη Μικρασία που πέρασε ευλύγιστος και ευπροσάρμοστος στα νησιά του Αιγαίου και τραγουδήθηκε ή χορεύτηκε και σαν μπάλος. 
Το τραγούδι πρέπει να απαγορεύτηκε λόγω των αναφορών του στα ναρκωτικά κατά την πουριτανική, μεταξική περίοδο και να καταστράφηκαν οι οποίες δισκογραφήσεις του. Οι στίχοι του με την καταπληκτική ενάργεια αποδίδονται στον "καταραμένο" εστέτ ποιητή του Μεσοπολέμου Ναπολέοντα Λαπαθιώτη που κάτι ήξερε από περιθώριο, παραισθησιογόνες ουσίες και μεταξικό κυνηγητό ομοφυλοφίλων. Ειδικά η λανθάνουσα ομοιοκαταληξία λέξεων όπως καμάρες - λαμπάδες ή γένια - γέλια δείχνουν τον ευαίσθητο μάστορα. 
Ακούω το τραγούδι αυτό σήμερα διαπιστώνω πόσο δημοφιλές είναι ανάμεσα στους νεότερους. Να είναι ο εύκολος αλλά τόσο ουσιαστικός ρυθμός του; Το αργό, χορευτικό του tempo ή οι στίχοι που λαμπυρίζουν από μεταφυσική πονηριά; Ό,τι και να 'ναι, αποδεικνύει πόσο έντονη είναι λειτουργία της παράδοσης ακόμα και σήμερα, πόσο επιβιώνει το λαϊκό στοιχείο σε πείσμα του κυρίαρχου, διάχυτου λαϊκισμού και πόσο η ατομική, επώνυμη δημιουργία μπορεί να παρενδύεται λαϊκές φορεσιές και να καθίσταται έτσι ακαταμάχητη.

ΥΓ. Οι μεγάλες, αστικές επαναστάσεις ήθελαν μαξιμαλιστικά να κάνουν τους πάντες καλλιτέχνες. Ενώ αυτό που αξίζει, είναι να ζει ο καθένας μας την ζωή του καλλιτεχνικά.

Σημείωση: Οι φωτογραφίες είναι παρμένες απ'την σημερινή, νεοελληνική πραγματικότητα. Υπάρχει ο ένας κόσμος, αυτός του Παπαδημητρίου που κάνει την καθημερινότητα, τον απλό περίπατο στη πόλη, περφόρμανς και έργο τέχνης. Αλλά υπάρχει κι ο άλλος που οδηγεί βαριές μηχανές ως το ακρογιάλι αρνούμενος να περπατήσει λίγα μέτρα για να πάει στο μπιτσόμπαρο του Αγίου Ρωμανού ενώ συγχρόνως αποκλείει την διάβαση των ΑΜΕΑ προς τη θάλασσα. Υπάρχουν, μ' άλλα λόγια, αυτοί που βλέπουν στον κόσμο μόνο τις φτηνές τους ανάγκες και υπάρχουμε κι εμείς που ψάχνουμε για τις ανάγκες μας άλλοτε ένα άλλοθι και άλλοτε - στις καλύτερες περιπτώσεις - μιαν αιτία.