Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 28 Μαΐου 2007

Βιβλία και άστρα

Τούτος ο ντουνιάς απ' την πολλή την πίκρα του

κι απ' την πολλή τη γλύκα του δεν τρώγεται;


Παροιμία της Ανατολής

Διάβασα προχτές το Σαββατοκύριακο και με καθυστέρηση δέκα ετών την «Μικρά Αγγλία» της Καρυστιάνη. Αρχισα την ανάγνωση «επαγγελματικά», την ολοκλήρωσα ασθμαίνοντας από ενδιαφέρον. Επειτα ξανακοίταξα το κείμενο πίσω-μπρος για ν' αντιληφθώ καλύτερα την αρχιτεκτονική του, δουλεμένη άρτια τόσο στις ιστορικές λεπτομέρειες -εκεί που ως γνωστόν κρύβεται η μόνη, υπαρκτή κόλαση κι, ενίοτε, ο παράδεισος- όσο και στην κορύφωση της μυθοπλασίας. Γιατί όμως με συνεπήρε αυτό το βιβλίο εμένα που αντιμετωπίζω καχύποτα τα «παραδοσιακά» μυθιστορήματα και που ομνύω σε Αλεξάνδρου, Χειμωνά, Δημητριάδη και σε 2-3 νεότερους τίτλους ακόμη; Πρωτίστως για τις αρετές του κειμένου καθ' αυτού που συνείρει ευφώς τον ευθύ και τον πλάγιο λόγο, που διαχειρίζεται με σοφή απόσταση ένα μελοδραματικό υλικό, μιαν οικογενειακή και ερωτική saga που είναι δουλεμένο με ήθος αλλά χωρίς ηθογραφική εκζήτηση. συγγραφέας έχει ερευνήσει διεξοδικά την ιστορία της ανδριωτικής ναυτοσύνης από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα έως τον εμφύλιο και την χρησιμοποιεί ως καμβά για μιαν ιστορία μοναξιάς και αγάπης. Μια θαλασσινή περιπέτεια, ιδωμένη όμως από την πλευρά της Πηνελόπης που μένει και περιμένει. Η σκευωρούσα mater familias που ευνουχίζει τον άντρα και τα αισθήματα των θυγατέρων της, ανακαλεί κάτι από Καραγάτση και Τερζάκη. Και Ταχτσή, ίσως, γιατί όχι; Το «Τρίτο Στεφάνι», άλλωστε, ανιχνεύεται ως επιρροή σε πλείστα όσα μεταγενέστερά του κείμενα. Ομως γρήγορα επιβάλλεται το προσωπικό ύφος της, αντάξιο στην υπαινικτική του λιτότητα της «Κερένιας κούκλας» του Χρηστομάνου.


Ηχούν παλαιομοδίτικα όλα αυτά; Το αντίθετο, θα έλεγα. Με τη σιγουριά μάλιστα του γραφιά που ό,τι κερδίζει, το κερδίζει με το σπαθί της γλώσσας του κι όχι με τερτίπια εντυπωσιασμού. Βέβαια, δεν κρύβω πως το βιβλίο με διαπότισε με μια παράξενη νοσταλγία -είμαι κι εγώ νησιώτης- και μάλιστα για πράγματα που ΔΕΝ έζησα. Ισως οι αναλογίες, ίσως οι υπόγειοι δρόμοι που ακολουθούν οι ιδιωτικοί βίοι και οι ιστορίες των προσώπων ώσπου να εκβάλουν σε μιαν συλλογική κοίτη. Απ' την άλλη, θυμάμαι συχνά τη φράση του Γ. Αριστηνού «Μισώ τη νοσταλγία γιατί είναι καλλιτεχνικά καταραμένη» και προβληματίζομαι ως προς την αλήθειά της. Κυρίως γιατί το κόστος κάθε επιστροφής πληρώνεται πάντα με λύτρα μέλλοντος.


Αντώνης Σουρούνης πορεύεται μόνος του, αυτοβιογραφούμενος σταθερά και φτάνοντας όλο και πιο βαθιά. «Το μονοπάτι της θάλασσας» είναι Memoires διατυπωμένες σε γλώσσα γήινη και ύφος χωμάτινο. 650 σελίδες που σε ταξιδεύουν πίσω, σε μια εποχή χαρισάμενη κι έναν κόσμο χειροποίητο, άγριο και αθώο. Οπου οι λέξεις διατηρούσαν το πρωτεϊκό τους νόημα και οι βρισιές ηχούσαν και σαν χαστούκια και σαν ποιήματα. Ετσι όπως διατυπώνονταν σαν ανάγκη υλική. Στις παρυφές της αστικής Θεσσαλονίκης, στις γειτονιές των φτωχών και των απόκληρων ο συγγραφέας στήνει ένα παλλόμενο κειμενικό χρονικό καθώς κατασκευάζει τη γλώσσα και τις λέξεις του εκείνη ακριβώς τη στιγμή που τις χρειάζεται για να πει την «ιστορία». Αυτός, ο αφτιασίδωτος, ο μπρούτος ρεαλισμός κρύβει όμως στην θυμόσοφη ανάπτυξή του ικανές ποσότητες ποίησης. Κρύβει αιφνιδιασμούς ενός ανατρεπτικού, λαϊκού χιούμορ. Ενός αυτοσαρκασμού που «εξοντώνει» πολλούς πριν βρει τον τελικό του στόχο.


Κι εδώ έχουμε, πάλι, υπόκωφη, πλην αβάσταχτη, νοσταλγία. Η μεταπολεμική στέρηση μεταμορφώνεται σχεδόν σε Ελδοράδο λόγω των ουσιαστικών, των βαθύτατα ανθρώπινων σχέσεων που αναπτύσσονται στα κοινωνικά υποκείμενα καθώς αλληλοεξαρτώνται οργανικά και εντέλει ευτυχούν σε συνθήκες αντικειμενικής μιζέριας και δυστυχίας. Τι νοσταλγούμε, όμως, κατά βάθος; Την εποχή ή τη νεότητά μας; Ο Σουρούνης περιγράφει, με τους τρόπους του Ναζίμ Χικμέτ και με τον αργό ρυθμό ανατολίτη παραμυθά, μια προνεωτερική κοινωνία της οποίας η γλώσσα δεν αναπαριστά αλλά συμβολίζει. Που συνέχει τον κόσμο καθαγιάζοντας κληροδοτημένες συμπεριφορές. Ισως, γι' αυτό διαβάζεις λ.χ. μια σκαμπρόζικη σκηνή παιδικού ερωτισμού κι έχεις αίσθηση βιβλικής αφήγησης. Θέμα αποκλειστικό του Σουρούνη είναι η γλώσσα κι όσα αυτή καταφέρνει να διασώσει καθώς αυτοπραγματώνεται και στεροποιείται κειμενικά. Να ένα δείγμα της (σελ. 161): «... Τα χέρια του (ο πατέρας) τα είχε για να δουλεύει, να τρώει, και να βγάζει λεφτά απ' την τσέπη για να ψωνίζουμε. Αμα δεν είχε δουλειά, δεν είχε και λεφτά γι' αυτό και τα 'κρυβε μες τις τσέπες, αφού του ήταν αχρείαστα...».


Ενδεικτικοί και οι τίτλοι των κεφαλαίων:«Ο έρωτας αν δεν καεί απ' τη φωτιά, δεν καίει», «Τα παλιά φεγγάρια τα κόβουν και τα κάνουν άστρα» κ.ο.κ.

Η αναφορά στις τουρκικές παροιμίες ηθελημένη. Κυρίως για να σαστίζει αύριο τον ιστορικό της νεωτερικής μας πεζογραφίας.

Αυτό το μη «λογοτεχνικό» ύφος του Σουρούνη αγγίζει ό,τι ο Μπαρτ ονομάζει «μηδέν της γραφής». Ενα κείμενο απαλλαγμένο απ' την ενοχή του «πεποιημένου», αθώο αλλά και βαθιά υποψιασμένο ως προς την ηδονή και το αυτεπίστροφο της γραφής. Αφήστε που το πιο παρήγορο με την καταγεγραμμένη ιστορία είναι το πόσο εύκολα συμπληρώνεται ή και ανατρέπεται...
7 - 27/05/2007



Σοφία Καλογεροπούλου, «Ο Σούμπερτ και η πέστροφά του», 2006. Θυμάμαι τη μάνα μου να κυνηγάει τον ήλιο στο πεζοδρόμιο της απέναντι γειτόνισσας, τα χειμωνιάτικα μεσημέρια. Το χέρι αντήλιο, η ευτυχία άφατη, ο χρόνος δώρο κι όχι τιμωρία.

Ο Ντε Γκολ και η Ενσαρκοζί Του

Η πραγματικότητα δεν είναι αυτό που είναι. Αποτελείται από πολλές πραγματικότητες στις οποίες μπορεί να μεταστοιχειωθεί 1.

Αναλύοντας το βιβλίο του Μπαρτ «Η Απόλαυση του Κειμένου» (1971) ο μαρξιστής, όσο και οξφορδιανός, θεωρητικός της λογοτεχνίας Τ. Ιγκλετον υπογραμμίζει: «Η μελέτη αυτή δημοσιεύτηκε 5 χρόνια μετά από μια κοινωνική έκρηξη που έμελλε να ταράξει συθέμελα τη Γαλλία. Το 1968, το φοιτητικό κίνημα είχε σαρώσει την Ευρώπη χτυπώντας τον αυταρχισμό των εκπαιδευτικών θεσμών. Στη Γαλλία απείλησε το ίδιο το καπιταλιστικό κράτος. Για μια δραματική στιγμή το κράτος παρέπαιε στο χείλος της καταστροφής. Βυθισμένο σε ένα συγκεχυμένο μίγμα σοσιαλισμού, αναρχισμού και παιδικής αυθάδειας το φοιτητικό κίνημα αποκρούστηκε και διαλύθηκε... Ο Charles de Gaulle επέστρεψε από εσπευσμένη εξορία και το γαλλικό κράτος ανασύνταξε τις δυνάμεις του στο όνομα του πατριωτισμού, του νόμου και της τάξης» 2.

Ο Μάης του '68 καθιστά τον δομιστή Μπαρτ αποδομιστή, δηλαδή τον διαποτίζει απ' αυτό το κράμα ευφορίας και απογοήτευσης, απελευθέρωσης και διάλυσης, καρναβαλισμού και καταστροφής που εκπροσωπούσε η εποχή. Λίγο μετά η συνείδηση πως η εξουσία βρισκόταν παντού, σε κάθε κοινωνική έκφραση αμφισβητώντας το ένα «μεταφυσικό» κέντρο και τη μία, την απόλυτη πηγή (το κράτος) τον οδηγούσε στο αυτονόητο συμπέρασμα πως ούτε και το κείμενο κατείχε ένα κέντρο αποκλειστικά, μία ερμηνεία και ένα περιεχόμενο. Το αυθαίρετο παιχνίδι των εννοιακών κωδίκων ζάλιζε γλυκά όσους παίκτες έπαιρναν, ακόμη, στα σοβαρά τους όρους του κάθε παιχνιδιού. Τίποτε πιο ασταθές από τη γλώσσα. Και τη μετακύλιση των νοημάτων της αναλόγως προς την πίεση και τα συμφέροντα των υποκειμένων. Κι όμως, αυτή η γλώσσα και μόνο συνθέτει την όποια πραγματικότητα μπορούμε να συλλάβουμε. Σκεφτείτε, λ.χ., πώς εννοούν την ίδια κι απαράλλακτη λέξη «Δημοκρατία» ή «Ελευθερία» ο Σαρτρ, ο Σαντάμ, ο Μπους και το λεξικό Μπαμπινιώτη. Το μοντέλο της γνώσης και της επιστήμης που σαρκάζει ο Ντεριντά είναι το ορθολογικό του 19ου αι., το οποίο πιστεύει πως είναι «αντικειμενικό» και απαλλαγμένο από κοινωνικές δεσμεύσεις.

Κι εδώ εμφανίζεται ο Σαρκοζί! Κι οι σαρκασμοί σταματούν καθώς η Ευρώπη προβάρει τα νέα πολιτικά της μεγέθη, αυτά που θα την πλοηγήσουν στον νέο αιώνα. Οι Γάλλοι αντί ενός αξιοθρήνητου σοσιαλκαπιταλισμού επέλεξαν τη μεγέθους τσέπης ενσάρκωση του Ναπολέοντα και του ντε Γκολ. Ηγουν postmodern μεγαλείο και φαντασιακή τάξη και ασφάλεια σε μιαν εποχή που κατασκευάζει πρώτα τους μπαμπούλες της για να 'χει μετά κάτι να φοβάται (πρβλ. το πόσο βολική υπήρξε η κατασκευή Μπιν Λάντεν για το παγκόσμιο σύστημα καταστολής). Τηρουμένων των αναλογιών και οι εξεγερμένοι στα μπανλιέ (banlieu) προδικάζουν τη συντηρητική στροφή σ' όλη τη γηραιά ήπειρο. Οι συντηρητικοί ξανάρχονται στην Αγγλία και ο μπερλουσκονισμός καραδοκεί για τη ρεβάνς του. Οσο κι αν φαίνεται παράδοξο, η στροφή σε μια πιο καθαρόαιμη Δεξιά εκ μέρους του Κ. Καραμανλή θα του δώσει και δεύτερη τετραετία, κυρίως γιατί έχει αποτύχει παταγωδώς και σ' εμάς η «έμπρακτη» σοσιαλδημοκρατία. Οσοι Λαλιώτηδες και εάν επανακάμψουν. Κι όσο κι αν τρέφει βολονταριστικά όνειρα ο Λεωνίδας (μας)! Οι 300 του ΣΥΝ, έστω και λίγοι, θα ξανακάνουν την έστω αδιόρατη διαφορά. Η ευθύνη ως προς αυτό βαρύνει άπαντας όσοι δηλώνουν «αριστεροί». Κι όχι απλώς φορτοεκφορτωτές εξουσίας. Εξάλλου αυτή είναι η διαφορά που μας αξίζει.

Περίπλοκα όλα αυτά; Οσο απλά είναι τα φαντασιακά σύμβολα της τηλε-δημοκρατίας. Η γραβάτα του κ. Αβραμόπουλου, η χωρίστρα του κ. Πολύδωρα, η «ευγλωττία» Καραμανλή ή ο τρόπος που σε κοιτάζει ο κ. Βενιζέλος από το γυαλί υπονοώντας «Δες πόσο έξυπνος είμαι εγώ και πόσο ηλίθιος είσαι εσύ». -Πόσο ηλίθιοι ήταν οι ψηφοφόροι του Σαρκοζί που στον μικροσκοπικό αυτό τυχοδιώκτη μετανάστη αναγνώρισαν τον, κοντό, Μέγα Ναπολέοντα, και το μεγαλοπρεπή general (Ντε Γκολ) τους; Εμπρός στην αποτυχία ενός σοσιαλισμού με κοινωνικό προσωπείο.

Οι προγλωσσικές συμπεριφορές του τύπου «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» ταιριάζουν απόλυτα στη μικροαστική ανασφάλεια και την κατασκευασμένη απελπισία. Αμφιβάλλει κανείς πως η ιεροτελεστική πυρά χιλιάδων Ι.Χ. σε όλη τη Γαλλία ήταν η κυρίαρχη εικόνα που όπλισε το χέρι των έντρομων ψηφοφόρων; Ο Σαρκοζί εμφανίστηκε ως η... ενσαρκοζί του παραδοσιακού κράτους στην εποχή που το κράτος πέθανε (μαζί με τις αργοσβήνουσες αυτοκινητοβιομηχανίες του).

Το μάθαμε πια. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες δεν μπορούν ν' αλλάξουν τον κόσμο (Απλώς μόνο να επιβαρύνουν το κλίμα του). Ενα καμένο αυτοκίνητο όμως ίσως να μπορεί! Για το καλύτερο ή το χειρότερο είναι νωρίς ακόμη να πούμε.

Εξάλλου «η άγνοια είναι το κύριο προσόν μας» (W. Stevens) εφόσον μάθαμε να υποκαθιστούμε τα προβλήματα με τις εικόνες τους. Αντί να τα επιλύουμε.

ΥΓ. Τώρα που μπορούμε πιο νηφάλια να κρίνουμε την κατάσταση, ρε μήπως έπρεπε να είχαμε στείλει την Τάμτα; Τι λέει ο ειδικός στη Σαμπρέλ αισθητική mr Pretender;

1. Wallace Stevens, Adagia - Θραύσματα ποιητικά, Αγρα, μτφρ. Χ. Βλαβιανός, σελ. 126

2. Τέρι Ιγκλετον, Εισαγωγή στη θεωρία της Λογοτεχνίας, μτφρ. Μ. Μαυρωτάς, Οδυσσέας, σελ. 213

26/05/2007

Κυριακή 20 Μαΐου 2007

Ενας βάτραχος στο έλος


Σταματήστε να σκοτώνετε τους νεκρούς
Τζ. Ουνγκαρέτι

Του Γιώργου Γρηγοριάδη που ξεχωρίζει

Οχι! Δεν απέθανεν, ακόμη, η λογοτεχνία στον τόπο αυτό. Δεν απέσβετο το λάλον ύδωρ παρά τα όσα μηχανεύονται εκδοτικοί οίκοι, κρατικά ή μη βραβεία, εγκωμιαστικές κριτικές, τερατώδη -στη σύλληψή τους- μυθιστορήματα ή δημοσιογραφικές πομφόλυγες.

Οι επιστολές που αντήλλαξαν τα εκλεγέντα, παραιτηθέντα, επιλαχόντα και παραιτηθησόμενα μέλη της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων αποτελούν μικρά αριστουργήματα, αληθινά διαμαντάκια μινιμαλιστικής ευστροφίας, συγκρατημένου πάθους και μελοδραματικού οίστρου. Διάβαζα το corpus που απέστειλε το προεδρείο προς ενημέρωση σ' όλα τα μέλη και κρατούσα την κοιλιά μου απ' τα γέλια. Τέτοιο συλλογικό πεζογράφημα επιστολιμαίας υφής -κάτι σαν τον «Αιώνιο σύζυγο» του Δοστοϊέφσκη- θα γινόταν αμέσως bestseller. Μια και αποφύγαμε, λοιπόν, την τρικυμία σε κοχλιάριο, ας απολαύσουμε τον κατακλυσμό ενός ταλέντου το οποίο δημιουργεί νέες, απρόβλεπτες φόρμες υποδεικνύοντας μια λύση που, ενώ βρίσκεται κάτω από τη μύτη μας, την ψάχνουμε στα όρη, στ' άγρια βουνά. Σαν την «Αστέρω».

Καχτίτσης, Αξιώτη, Αλεξάνδρου, Πολίτης, Χειμωνάς, Τσιτσέλη, Κάλας πλάι στον Στρατή Δούκα, τον Κόντογλου, τον Πεντζίκη, τον Σκαρίμπα... Ονόματα σαν συναξάρι. Θαρρώ πως η νεωτερική μας τέχνη εκκινεί με δύο συμβολικές πυρές, με δύο γυναικείες απουσίες. Πρώτα η Ελισάβετ Μαρτινένγκου και η καταστροφή των κειμένων της κι έπειτα η Ελένη Μπούκουρα-Αλταμούρα τη στιγμή που καίει τους πίνακές της. Οι στιβαροί άνδρες με το δημοσιοποιημένο και αποδεκτό έργο έφθασαν αργότερα. Πρώτα υπήρξε μια εκκωφαντική, γεμάτη νοήματα σιωπή γένους θηλυκού. Ως ώφειλε.

Τώρα επιτρέψτε μου να δημοσιεύσω την κατακλείδα του ανωτέρω επιστολικού συλλογικού πονήματος, του πλήρους πατρικών νουθεσιών, η οποία και συνιστά την ευτυχή λύση του δράματος, δηλαδή το «ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα». Πρόκειται για το, τελικό, γράμμα του συνάδελφου Πέτρου Τατσόπουλου που έχει ως εξής:

«Προς την Εταιρεία Συγγραφέων, Αθήνα 13-4-2007

Αγαπητοί συνάδελφοι, προς άρση του αδιεξόδου, δέχομαι να συμμετάσχω στη συγκρότηση του 14ου διοικητικού συμβουλίου της Εταιρείας Συγγραφέων. Σας παρακαλώ επίσης να δεχτείτε την παραίτησή μου από το διοικητικό συμβούλιο αμέσως μετά τη συγκρότησή του. Εύχομαι κάθε επιτυχία στη θητεία σας. Μετά τιμής Π. Τ.»

Τα γαλλικά παραμύθια τελειώνουν στερεότυπα με τη φράση «παντρεύτηκαν λοιπόν και έκαναν πολλά παιδιά», η οποία όζει μικροαστικής ασφαλείας και προαναγγέλλει τον Σαρκοζί. Εμείς πάλι λέμε «ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα», πράγμα που δηλώνει πως είμαστε παρόντες στον μύθο και αφού περάσαμε μαζί τις δοκιμασίες των ηρώων, συνεορτάζουμε το ευτυχές τέλος και μάλιστα από θέση υπέρτερη των πρωταγωνιστών. Καλύτεροι δηλαδή και απ' τα βασιλόπουλα και απ' τις βασιλοπούλες. Ακόμη και τα γνωστά supermarkets «Βασιλόπουλος» και «Σκλαβενίτης», αναλόγως, κυριαρχούν ταξικά τα μεν στα Β.Π. και τ' άλλα στις νότιες, τις τρικυμισμένες επαρχίες της Αθήνας.

Δηλώνει ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης: «... Σήμερα, τ' ανώτερα οικονομικά στρώματα απλώς διαχειρίζονται την τέχνη. Η τέχνη πηγάζει από παιδιά μεσοαστών γονέων. Ακόμη και τα παιδιά που κάνουν γκράφιτι στο δρόμο προέρχονται από μεσοαστικές οικογένειες. Παρατηρώ σήμερα μιαν ανέραστη κουλτούρα όπου δεν υπάρχει διάχυτος ερωτισμός. Ζούμε σε μια υποκριτική χώρα. «Μη ρωτάς για να μη μάθεις» είναι το σλόγκαν μας... Α-φυλοι σαν Αγγελοι οι νεότεροι περιβάλλουν εμάς τους σατανικά άφιλους και αιώνια πεινασμένους, ώριμους κατοίκους του πάτριου έλους. Εχει, άραγε, σημασία ν' απαντηθεί το ερώτημα του Κέσλερ ποιος είναι ο μεγαλύτερος βάτραχος στο μικρότερο τέλμα; Κι όμως. Δεκάδες αρθρόποδα που με τ' άκρα τους διαπράττουν τέχνας και άλλα τινά, διεκδικούν την πρωτιά στη λιμνούπολή μας. Κι εμείς, παρασυρμένοι από τα ιλουστρασιόν πορτρέτα του life style και την απαστράπτουσα τηλε-γυάλα, αναγνωρίζουμε υπόσταση στο τίποτε.

Τέτοια σπάνιας μεγεθών, σπάνια έζησε ο τόπος. Τέτοιαν επίθεση στην κομψότητα και την παραδοσιακά αυθόρμητη ευγένεια. Πρόσφατα η Εταιρεία Τεχνοκριτικών θέσπισε εικαστικό βραβείο με χορηγό γνωστή τράπεζα, το οποίο και απενεμήθη στον καλλιτέχνη που πρότεινε η εκπρόσωπος της τράπεζας αυτής. Λογικόν. Είχα ψηφίσει κι εγώ τον Κυριάκο Κατζουράκη λόγω του ευφυούς συνδυασμού ζωγραφικής τελάρου, πειραματικού σινεμά, video ντοκιμαντέρ και θεάτρου στο έργο του. Το είχα δημοσιεύσει μάλιστα σ' ένα ON-OFF του περασμένου Δεκεμβρίου, αλλά η πρόεδρος κ. Στρούζα μου είπε ότι το e-mail μου χάθηκε επειδή εκείνη την περίοδο χάλασε το προσωπικό της e-mail. Λέει αλήθεια. Μόνο που αλήθεια είναι εκείνη η έννοια που χρήζει σταθερά αναθεώρησης. Η τραγωδία της υποψηφιότητας Λ. Σαμαρά που «παράπεσε» θα τυραννάει για πολύ όσους θέλουν να παίξουν ρόλους των οποίων τα λόγια αδυνατούν να κατανοήσουν.
20/05/2007

Κυριακή 13 Μαΐου 2007

Ασήμαντα πράγματα



Κατάρα ακατανόητη, άσπλαχνη, μαύρη μοίρα νάν' οι νεκροί μας άφθαρτοι, νάν' η ζωή μας στείρα
Αριστοτέλης Βαλαωρίτης

Κρίμα στον τόπο που οι καλλιτέχνες εξαντλούνται, εντός μιας δεκαετίας, με τις σκιές τους έπειτα να πουλάνε σάβανα για έργα. Ογδοντάρηδες, ματαιωμένοι πρωτοπόροι, ματώνουν για να πουλήσουν ό,τι ξέμεινε στο συρτάρι τους, ανταλλάσσοντας όχι πια την παγκοσμιότητα αλλά την αξιοπρέπειά τους για το χρήμα. Τι φταίει για την πρόδηλη έλλειψη καλλιτεχνικής ατμόσφαιρας; Και το, καταφανές, υστέρημα και της πιο ενστικτώδους συλλογικότητας; Για την κυριαρχία τόσων πεφυσιωμένων τίποτε;

Στα '80 είχα γνωρίσει τον Ψινάκη στην αυλή του συλλέκτη Δ. Πιερίδη. Σήμερα ο πρώτος διαθέτει τη δική του αυλή στην τηλεαγορά και πουλάει ακριβά ό,τι εκπροσωπεί. Ο tempora ο mortes. Η επιπολάζουσα αγραμματοσύνη όμως επηρεάζει τους πάντες. Υπάρχουν καλλιτεχνικά οψώνια με βαθύτατο έλλειμμα παιδείας -διαβάζουν μόνο στην τουαλέτα τους- και αγνοούν επιδεικτικά τις όμορες τέχνες ταυτίζοντας την έκφραση με τα συμφέροντα της κλίκας τους. Διαγκωνισμοί, ίντριγκες, μίση, τρικλοποδιές, χυδαιότητα. Νοσηρά εγωκεντρικοί νομίζουν πως το φως εκπορεύεται αποκλειστικά απ' τον αφαλό τους. Χωρίς όμως Κωστή και Γρηγόριο Παλαμά ούτε το άκτιστον οικοδομείται ούτε το αχειροποίητο χειραγωγείται. Θλιβεροί παλιάτσοι, καθίστανται η ουρά της εκάστοτε εξουσίας και γλείφουν τους πλουτίσαντες με αρπαχτές ή τους στάρετς των ΜΜΕ εξαγοράζοντας σιωπή και συνενοχή. Καμία διαφωνία, κριτική, ένσταση. Μόνο δελτία τύπου που εγκωμιάζουν στα σαλόνια του συμψηφισμού. Η αγορά είναι πια η λυδία λίθος της όποιας αισθητικής και το kitsch σκέπει τη νεόπλουτη αθωότητα. Οι μεν εξαγοράζουν την άγνοια ή τις τύψεις τους «επενδύοντας» στην τέχνη (sic) και οι δε δανείζονται τη στοργή που τους στέρησε το κοινό τους. Τέχνη ερήμην της κοινωνίας· το πιο θλιβερό. Με kitsch, επίσης, μας διαποτίζει κρουνηδόν η δημοσιογραφική σπέκουλα. Αυτή που αποφασίζει να υπάρξει οτιδήποτε σπρώχνουν ισχυροί εκδότες, πολυεθνικές δίσκων ή ταινιών και managers του life style.

Δηλαδή όποτε «συγκινείται» ένας δημοσιογράφος, κάποιος μεγαλοπαράγων -όπως λέμε «μεγαλοκοπέλα»- κρατάει την κοιλιά του απ' τα γέλια. Γνωστά πράγματα παλαιόθεν πλην σήμερα ανερυθριάστως ξετσίπωτα. «Πολιτιστικό γεγονός» είναι ό,τι η βιομηχανία του θεάματος και ο κομματικός στρατός υπηρεσίας αποφασίσουν. Οι τίποτε που έτρωγαν επί ΠΑΣΟΚ, βαρυστομαχιάζουν λιπαρείς και επί Ν.Δ. (καλημέρα κ. Ζαχόπουλε). Και να σκεφτεί κανείς ότι ο πρωθυπουργός διετέλεσε και υπουργός Πολιτισμού. Ονειρεύομαι την ώρα που θα υπάρξει το κόμμα της αηδίας. Το οποίο επίκειται!

Είναι χάσιμο χρόνου λοιπόν να συζητάμε για τ' ανύπαρκτα οράματα των πολιτικών. Αυτών που μπερδεύουν τον βορρά με τα Β.Π. Με καίνε όμως οι δημιουργοί και οι απαντοχές τους. Η έλλειψη ηθικής στάσης, θεωρητικής σκέψης και πρότασης. Ολα ή σχεδόν τα βαριά ονόματα στη μουσική, τον λόγο, την εικόνα που διαφυλλάσσουν ως απατηλά αειπάρθενο κόρη την καριερίτσα και δεν εκτέθηκαν ποτέ και για κανένα λόγο σε σχέση με τα όσα θλιβερά συμβαίνουν στον τόπο. Η σιωπή των αμνοεριφίων. Χρόνια τώρα. Ετσι εξηγείται η παρατεταμένη παρακμή μας. Στην διαφήμιση των μετρίων, στην αμετροέπεια των πολλών και τη φίμωση των ολίγων. Στη πολιτική του στρογγυλεύματος. Στο ότι τα ιδιωτικά κανάλια μπερδεύουν τον πολιτισμό με τις συνταγές του στρογγυλούλη κ. Μαμαλάκη. Στο χυδαίο που μας πυροβολεί επαναληπτικά. Σ' όλους όσοι οιστρηλατούνται απ' τον φόβο και καταθέτουν εναντίον συναδέλφου τους συνθέτη που τόλμησε να τα βάλει με το σύστημα.

Σε μια κοινωνία μεταλλαγμένων οι καλλιτέχνες δεν δαγκώνουν αλλά φιλούν το χέρι των πατρόνων τους. Γι' αυτό και λείπει ένας Καρούζος που χλεύαζε μια ζωή τον μαραγκιασμένο πολιτισμό των «επιτυχημένων». Διαβάζω για πολλοστή Παρασκευή τον λαβυρινθώδη ύμνο στην «Καλοσύνη των ξένων» και αισθάνομαι πως προσβάλλει πια και τον ίδιο τον Τατσόπουλο η τόση σπέκουλα. Είδα την «Ηλέκτρα» στο Μέγαρο και απόρησα με την έκσταση των ειδικών.

Οι καλλιτέχνες μας παρουσιάζουν την επόμενη χρονιά όσα αντέγραψαν στο Παρίσι, το Λονδίνο ή τη Ν. Υόρκη, την προηγούμενη. Εισαγόμενη avantgarde, αξιοθρήνητος ακαδημαϊσμός, πρωτογένεια μηδέν. Γιατί έδυσαν ο Θεοφυλακτόπουλος ή ο Λάππας; Τι τυποποίησε τον Ψυχοπαίδη, τον Απ. Γεωργίου, τον Κουμεντάκη; Πριν από δυόμισι δεκαετίες ο Σακαγιάν παρουσίαζε στον Μπαχαριάν μια σειρά μαγικών έργων σε πρόλογο Γ.Π. Σαββίδη. Τι απονεύρωσε σήμερα έναν τέτοιο ζωγράφο; Το περιβάλλον, η έλλειψη ενημέρωσης, οι επαναπαυμένες συνειδήσεις; Συχνά το ενδιαφέρον των εικαστικών εξαντλείται στη συνεργασία με νέα γκαλερί. Ευτυχώς που υπάρχουν ακόμη ως σημεία αναφοράς ο Δανιήλ, ο Χαΐνης, ο Γιάννης Τζερμιάς, η Διολάντη, η Αιμιλία. Αλλά και ο Γ. Τσαγκάρης του πάλαι Τρίτου... Ηθικά μεγέθη μας λείπουν, όχι ταλέντα. Πέρσι συνθέτης αναζητώντας σου-ξυδάκι κυκλοφόρησε μελοποιημένη ποίηση. Ω της αφελείας! Χωρίς καν την αυθόρμητη μελωδικότητα που διέθετε ένας Λοΐζος. Κι όμως! Βομβαρδίστηκα από τόσα ενθουσιώδη δελτία τύπου που νόμιζα ότι αναστήθηκε ο «Μεγάλος Ερωτικός». Κι ο Χ. Βρόντος έχει ακόμη στο συρτάρι τα έργα του επάνω στον Σολωμό, τον Καβάφη, τον Καρούζο. Ενώ αν τον διαφήμιζε κάποιος δημοσιογράφος...

ΥΣ.1 Ο κ. Στ. Κούλογλου διαφημίζει την Lexus. Προφανώς επειδή κι ο ίδιος ασχολείται με λέξεις. Η δημοσιογραφία, τελικά, σε πάει παντού. Χωρίς σύνορα.

ΥΣ.2 Με ζάλισαν με το «Αλάτσι» ποικίλα έντυπα. Πήγα και το βρήκα ακριβό με μέτρια κουζίνα. Πειράζει, κ.κ. διαφημισταί;
7 - 13/05/2007

Το Α της Μεταρρύθμισης

Του ΜΑΝΟΥ ΣΤΕΦΑΝΙΔΗ*
Στο τέλος τα ίδια μας τα όνειρα
θα μας σώσουν.
Ν. Καρούζος

Είναι γνωστή τοις πάσι η αδυναμία που μου έχει ο πρωθυπουργός και πόσο τον επηρεάζω, θέλω δεν θέλω. Για παράδειγμα, μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές του 2004 πίναμε τσίπουρα στη Ραφήνα και χαζεύαμε τη φεγγαράδα. Τη στιγμή που θα μου σέρβιρε το δωδέκατο ποτήρι, αντιστάθηκα λέγοντας: «Σεμνά, σεμνά και ταπεινά, γιατί έχω μετά οδήγημα». Με κοίταξε περίεργα τότε και μου έδωσε μια γκαζόζα. Αργότερα κατάλαβα το γιατί. Μετά μερικές μέρες κι ενώ βλέπαμε Παναθηναϊκό στην τιβί φώναξα εκνευρισμένος με την εκατοστή στραβοκλοτσιά του Βύντρα: «Αυτό το καφενείο χρειάζεται επανίδρυση». Το μάτι του Καραμανλή άστραψε διαβολικά, άφησε την πίτσα που κρατούσε και σημείωσε κάτι σ' ένα χαρτί. Αργότερα συνειδητοποίησα τι, όταν τον άκουσα να παρουσιάζει το πρόγραμμα της Ν.Δ. στη Βουλή.

Επίσης του έχω συστήσει τους περισσότερους συμβούλους του, ακριβώς για να μη μ' ενοχλεί συνεχώς στο κινητό. Βέβαια, έχω υποσχεθεί πως θα βάζω ένα χέρι στους εκάστοτε ανασχηματισμούς. Υπό τον όρο όμως να τους σχεδιάζουμε ήρεμα στο γνωστό μας ψαράδικο, κοντά στο σπίτι του. Με τσίπουρο και τσιπούρα ψητή μπορείς να αξιοποιήσεις από Τσιτουρίδη έως Καμμένο. (Αρκεί να μην έχει καεί από κάποια απροσεξία. Η τσιπούρα.) Είναι αλήθεια πάντως ότι τον τελευταίο χρόνο έχουμε κάπως απομακρυνθεί. Η γυναίκα μου με έβαλε σε αυστηρή δίαιτα και ο γιατρός μού περιόρισε το αλκοόλ. Τ' αποτελέσματα τα βλέπετε. Η κυβέρνηση κάνει κοιλιά, χάσαμε μία ολόκληρη χρονιά συζητώντας για εκείνη τη συνταγματική αναθεώρηση, που όμως δεν θα γίνει, μας έπνιξαν μετά τα ομόλογα και τα δακρυγόνα του Βύρωνα. «Ελα να πιούμε κάνα ποτήρι», μου τηλεφώνησε ο πρόεδρος μ' ένα ύφος που σήμαινε πολλά. «Γκαζόζα έχεις;» του απάντησα βαρύθυμα, με το μυαλό μου να δουλεύει πυρετωδώς. Η μεταρρύθμιση είναι σε κίνδυνο. Επρεπε να δράσω ακαριαία.

Πριν από ένα μήνα τού σύστησα ένα εξαιρετικό παιδί, παλιό στέλεχος της ΟΝΝΕΔ, μέλος της Θύρας 13, δουλευταρά και μ' ένα εξαιρετικό προσόν. Είναι μουγκός! «Κώστα», του λέω, «θα γίνει ο πιο σημαντικός σου σύμβουλος. Θ' ακούει και δεν θα μιλάει. Ο Λούλης θα χάσει τον ύπνο του». Μου χαμογέλασε μ' εκείνο το χαμόγελο που με διαλύει, έριξε μια στην πλάτη του νέου συμβούλου και είπε: «Πάμε, χοντρέ, έχουμε πολλή δουλειά». Αναστέναξα ανακουφισμένος. Τα πράγματα πήγαιναν περίφημα ώς τη στιγμή που ο Αβραμόπουλος ενημέρωσε τον Καραμανλή πως ένας γιατρός Αμερικανός, φίλος της Κοντολίζας, βρίσκεται στην Ελλάδα και εφαρμόζει μια τελευταία μέθοδο που θεραπεύει τη μουγκαμάρα. Ο πρόεδρος συγκινήθηκε, ο σύμβουλος αναθάρρησε και το ραντεβού με το διάσημο γιατρό, ένα μαύρο θηρίο δύο μέτρα, σε απόχρωση Ομπάμα, κλείστηκε. Εμένα κάτι δεν μου άρεσε σ' αυτή την εξέλιξη, αλλά δεν είπα τίποτε. Εν πάση περιπτώσει ο σύμβουλος παρουσιάστηκε αμέσως όλος αγωνία κι ελπίδα στο μάγο εκ Ν. Υόρκης, ο οποίος, συν τοις άλλοις, έμοιαζε και στον Σχορτσιανίτη. Κακός οιωνός. Μαύρος και άραχλος!

Ο γιατρός, που λέτε, υποδέχεται εγκάρδια το μουγκό παρά τω πρωθυπουργώ, του εγγυάται την αποτελεσματικότητα της πρωτοποριακής μεθόδου που εφαρμόζει και του ζητάει να ...γδυθεί και να σκύψει. «Μμμμ;» επιχειρηματολογεί όλος απορία ο ασθενής, αλλά ο γιατρός επιμένει και τον τοποθετεί στο παράθυρο, για να υπάρχει καλύτερο φως. Ενώ λοιπόν έχει σκύψει ο δύστυχος μουγκός, δέχεται την αήθη όσο και αστραπιαία επίθεση του Αμερικανού, που θύμισε το στρατηγό Σβάρτσκοπφ στον πόλεμο του Κουβέιτ. «Αααα!» ανακράζει με σπαραγμό ο δυστυχής σύμβουλος. «Πάμε εξαιρετικά, η μέθοδος αποδίδει! Συγχαρητήρια, αγαπητέ», του λέει ο γιατρός και τον χτυπάει, κι αυτός, καθησυχαστικά στην πλάτη. «Περάστε αύριο την ίδια ώρα για το Βήτα».

Και μένω εγώ τώρα με την υποχρέωση να συνοδεύω τον ασθενούντα συνάδελφο στο γιατρό, αλλά και να μεταφέρω στον πρωθυπουργό πως, παρά τις φιλότιμές μας προσπάθειες, η Μεταρρύθμιση, την οποία μ' όλη μας τη ζέση υποστηρίζουμε και θα τη χρησιμοποιήσουμε ως βασικό μας επιχείρημα στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, βρίσκεται ακόμη στο Αλφα. Τουτέστιν, υπολείπονται ακόμη άλλα 23 γράμματα!

-Μήπως σας βρίσκεται καμιά γκαζόζα;

ΥΓ.: Διαλέξτε μόνοι σας ποια στοιχεία του ανωτέρω κειμένου είναι αληθινά και ποια προϊόν φαντασίας. Μην ξεχνάτε όμως πως αλήθεια είναι εκείνη η έννοια η οποία σταθερά χρήζει αναθεώρησης.


*Ο Μάνος Στεφανίδης είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων
12/05/2007

Κυριακή 6 Μαΐου 2007

Φιλάκια!

Ου φίλημα σοι δώσω καθάπερ ο Ιούδας

(Λειτουργία Ιω. Χρυσοστόμου)


Πολιτισμός είναι η κρέμα που μένει όταν βράζουν, χρόνια και αιώνες, στο ζουμί τους τ' ανθρώπινα σύνολα. Κάθε κοινωνική δράση, θετική ή αρνητική, παράγει ένα πολιτισμικό υπερπροϊόν· δημιουργεί εκείνη την άλω που αργότερα ανθρωπολόγοι και κοινωνιολόγοι θα μελετούν ως τον βασικό συγκολλητικό ιστό της πορείας από τη ζωή του Homo Sapiens στα παιχνίδια του Homo Ludens. Ενώ όμως ο πολιτισμός αφορά τη συντονισμένη ζωή των ομάδων, τους θεσμούς, τις αισθητικές τους επιλογές, τις εκφραστικές εμμονές τους ή το πώς πολεμάνε, αγαπιούνται ή και πεθαίνουν, η τέχνη ακολουθεί έναν πολύ πιο μοναχικό δρόμο. Η τέχνη είναι απότοκος της μοναχικής επιλογής, του τρόπου δηλαδή με τον οποίο το άτομο αποφασίζει να μιλήσει στον εαυτό του -πρωτίστως- για την αγάπη, τον θάνατο, την τρέλα ή την επιθυμία που κατακλύζουν τα υπόλοιπα ανθρώπινα όντα.


Βέβαια, εν αρχή ην ο πολιτισμός, δηλαδή η συνείδηση του ανθρώπου ως προς το ανήκειν σε μια ομάδα. Ηταν τότε που τα πάντα, το κυνήγι, η μάχη, η ταφή των προσφιλών, ο γάμος, η γέννηση, η συλλογή των καρπών, η μετακίνηση των φυλών συνιστούσαν ιεροτελεστίες, εκφράσεις του μεταφυσικού δέους: της χαράς για το υπάρχειν -αρχαϊκό, δηλαδή μειδίαμα- και του ιερού φόβου για το επέκεινα. Ενός φόβου που δεν είχε καθόλου να κάνει με τη σημερινή απόκρυψη του θανάτου, την οφθαλμαπάτη του μη τέλους με την οποία εκπαιδεύονται οι σημερινές κοινωνίες· αυτές που, όπως λέγαμε τις προάλλες, εξορίζουν το πένθος υπέρ μιας διαρκούς, στανικής διασκέδασης μέχρις εσχάτων. Κάτι τέτοιο όμως δεν εξοστρακίζει τον θάνατο. Αντιθέτως... Στις αρχαϊκές κοινωνίες ο θάνατος είναι η φυσική συνέχεια της ζωής. Η Πενθεσίλεια θλίβεται όχι επειδή πεθαίνει αλλά επειδή τη στιγμή του θανάτου της δέχεται κατάστηθα το βλέμμα του έρωτα μέσα από τα μάτια του εκτελεστή της. Πρόκειται για το ανάλογο του «Για δες καιρό που διάλεξε κ.λπ.» της θυσίας στην Αλαμάνα.


- Γιατί δεν μοιρολογούνε πια τους νεκρούς τους οι άνθρωποι; Γιατί δεν τους ξενυχτάνε όπως άλλοτε στα κατάφωτα σαλόνια των σπιτιών τους; Ποιος πολιτισμός τους επιβάλλει να κλείνουν το αγαπημένο σώμα σ' ένα ψυγείο εκείνη την κρίσιμη νύχτα προ της ταφής και οι ίδιοι να καταφεύγουν στα Lexotanil ή τα Landose μήπως και ξεχάσουν, μήπως και κοιμηθούν, μήπως και δεν νιώσουν πόσο δίπλα τους είναι ο θάνατος; Αλίμονο αν θρηνούσε έτσι τον νεκρό Πάτροκλο ο Αχιλλέας ή την κυρά της την Ηγησώ η θλιμμένη θεραπαινίδα, η κόρη του σπαρακτικά συγκρατημένου επιτύμβιου στο Εθνικό Μουσείο (τέλος του Ε' αι.).


Κατά τ' άλλα, σαχλές ευχές που μόνο σαν αποτροπαϊκές καρικατούρες μπορούν ν' ακουστούν του τύπου «να 'στε καλά», «να 'στε πάντα καλά» και... «φιλάκια». Οι πάντες στέλνουν νοερά «φιλάκια» -με γονατίζουν τα συνεχή υποκοριστικά, αφού ούτε καν την ευθύνη ενός πραγματικού φιλιού δεν αναλαμβάνουν οι άνθρωποι-, στο τραμ, στο μετρό, στους δρόμους. Αναρίθμητα κινητά «φιλάκια» βγάζουν τους βιαστικούς «φιλόφρονες» από την ευθύνη ενός αληθινού ασπασμού. Το φιλί λ.χ. στα χείλη του νεκρού συντρόφου, αυτό που έδωσε ο Ιμπραήμ στον Παπαφλέσσα αλλά δεν είδε η κ. Ρεπούση στο πλαίσιο της πολιτικής του συμψηφισμού των συναισθημάτων και της εξίσωσης των φιλιών. Εφόσον λοιπόν η ιστορία γράφεται με αμοιβαίους (;) συμβιβασμούς και προαποφασισμένες υποχωρήσεις, τότε και οι νέες γενιές ακριβοδίκαια διδάσκονται ότι φιλάμε τους ανθρώπους μόνο μέσα από τα κινητά και τους δίνουμε, αποκλειστικά, φιλάκια. Για να 'ναι πάντα καλά!


Ο πολιτισμός (μας) λοιπόν αφορά συλλογικότητες, ενώ η τέχνη ατομικές περιπτώσεις. Αμφότερες βέβαια οι έννοιες συγκροτούν συγκοινωνούντα δοχεία αφού η τέχνη του ενός, υπό περιπτώσεις, επηρεάζει τον πολιτισμό των πολλών και αντίστροφα η ατομική έκφραση διαποτίζεται από την περιρρέουσαν ατμοσφαίραν. Οταν μάλιστα αυτή η ατμοσφαίρα φενακίζεται ή ανατρέπεται, τότε έχουμε avantgarde. Μόνο που για να υπάρξει πρωτοπορία απαιτείται οι άνθρωποι ν' ανταλλάσσουν γροθιές και χαστούκια κι όχι... φιλάκια. Οταν επέστρεψε ο Γιάννης Ψυχάρης στην Ελλάδα, δήλωσε: Θέλω δόξα και γροθιές! Α propos το «Ταξίδι μου» κυκλοφόρησε το 1888, τη χρονιά που ο Νίτσε και ο Χαλεπάς έπαιρναν το δρόμο για το Ψυχιατρείο. Κι ο Βαν Γκογκ καλλιεργούσε τα πιο ομιλητικά και δακρυρροούντα ηλιοτρόπια στην ιστορία της κηπουρικής. Σκεφθείτε: Ο Καντ θεωρούσε την αρχιτεκτονική των κήπων -ένα είδος κηπουρικής χώρων δηλαδή- ανώτερη από τη ζωγραφική! Επειδή βρισκόταν, έλεγε, πολύ κοντά στη δράση της φύσης. Της Natura Naturans. Τι σας λέω τώρα... Και για όποιον δεν κατάλαβε... φιλάκια!


ΥΓ1: Τρελαίνουν επίσης οι τύποι που στέλνουν φιλάκια στο πουθενά φλυαρώντας από ένα μανταλάκι που έχουν στ' αφτί.


ΥΓ2: Κύριε πρωθυπουργέ, υπομονή. Καταφτάνει η Γιουροβίζιον και τελειώνουν τα δεινά σας. Σε λίγο όλοι ομολογουμένως θα ασχολούμεθα με την αισθητική Σαρμπέλ. Εχει προς τούτο βοηθήσει τα μάλα η ΕΡΤ. Η μαλα-τηλεόραση. Κύριε Ρουσόπουλε, πάμε καλά! Εξαποδώ!


06/05/2007



Νάκης Παναγιωτίδης, Giacomo Guidi, Roma 2007. Οπως λέει και ο φίλος μου ο Κώστας, ο ανθοπώλης της Χαρ. Τρικούπη: «Υγεία πάνω απ' όλα. Μόνο ο Θεός δεν παίρνει λεφτά».

Πέμπτη 3 Μαΐου 2007

Σταλαγμίτες

Μνήμη Γιώργου Σισιλιάνου

Ενα μουσείο παντός καιρού, ίδια κιβωτός της εθνικής μνήμης. Μέσα στο ρυθμό της πόλης όμως και πάντα στις ανάγκες τού σήμερα. Με έγνοια για τα πρόσωπα και τις πράξεις τους όσο και για τα γεγονότα ή τις κρίσιμες εκείνες στιγμές που διαμόρφωσαν το βαθύτερο είναι των συγκεκριμένων προσώπων. Ενα μουσείο για την τέχνη και τις ποικίλες της εκφάνσεις, από τη φωτογραφία ώς το design και από τις ληκύθους του 4ου αι. ώς τις μεταβυζαντινές, λαϊκόμορφες Παναγίες. Ενα ίδρυμα που απλώνεται σε δύο κτίρια για να χωρέσει τόσο τις αρχιτεκτονικές ιδέες ενός Βαλσαμάκη ή ενός Τομπάζη όσο και για να δώσει τόπο να σταθεί η μουσική του Σκαλκώτα, του Σισιλιάνου ή τα ποιήματα του Καρυωτάκη και του Λαπαθιώτη. Είναι το μέρος που ο Μαυροΐδης έστησε τους τελευταίους πίνακές του -η Εθνική Πινακοθήκη δεν τον εκθέτει πια στη μόνιμη συλλογή της- που ο Γκίκας άφησε τον κύριο όγκο της δουλειάς του και που ο Κυριάκος Κατζουράκης, ο Δημήτρης Αληθεινός ή η Λήδα Παπακωνσταντίνου μπορούν να δουν τους πειραματισμούς τους συνοψισμένους. Κι επιπλέον, ανάμεσα σε βραδιές μουσικής ή ποίησης, σε ημερίδες ή συνέδρια, ο Βαρώτσος μπορεί να «σχολιάζει» την αποκρυσταλλωμένη (;) εικόνα της Ιστορίας ενθέτοντας στους σταλακτίτες της -δηλαδή στο ορατό της τμήμα- τους δικούς τους διάφανους σταλαγμίτες. Αυτό που είναι έθος στα μεγάλα μουσεία του κόσμου, δηλαδή ένας καταξιωμένος δημιουργός να παρεμβαίνει στα μόνιμα εκθέματα ή ν' «ανακατεύει» τις συλλογές προτείνοντας τη δική του ιδανική εκδοχή, γίνεται πραγματικότητα επιτέλους και στον τόπο μας.


Είδα, επίσης, πιτσιρίκους να φιλιούνται -τι καλύτερο- στον άδειο, έτσι νόμιζαν, μακεδονικό οντά, έντεκα η ώρα της νυκτός, και ημέρα Πέμπτη που το Μουσείο Μπενάκη είναι ανοιχτό ώς τα μεσάνυχτα! Εν αναμονή του Μουσείου Ακρόπολης, στο οποίο γίνεται υποδειγματική δουλειά από τον αεικίνητο καθηγητή Δ. Παντερμαλή, το «σπίτι» του Δεληβορριά αποτελεί τη ναυαρχίδα της μουσειολογικής μας πρακτικής σαρώνοντας, κυριολεκτικά, με τις προτάσεις του τις αντιστάσεις των «αντιπάλων» του φορέων. Πρόκειται για το ίδρυμα που και θεσμικά -συνδυασμός ιδιωτικής πρωτοβουλίας και... διακριτικής, κρατικής υποστήριξης -καλύπτει απολύτως τις σύγχρονες απαιτήσεις. Με εθνολόγους, μουσειολόγους, ιστοριοδίφες και εξειδικευμένους ερευνητές στο προσωπικό του συνεργάζεται πρόθυμα με τα πιο δυναμικά και νεανικά στοιχεία του τόπου, υποδεικνύοντας και στην πολιτεία εμμέσως το... δέον γενέσθαι αλλά και στο νεοσύστατο Συμβούλιο Μουσείων το modus operandi. Τι τα θέλετε, άλλο η θεωρία, άλλο η γραφειοκρατία κι άλλο το έργο το θεμελιωμένο και στη γνώση και στο ταλέντο.


Ομως, εν Ελλάδι, το ταλέντο αν δεν φενακίζεται, αποσιωπάται αιδημόνως από την πανίσχυρη εξουσία των μετρίων και το ντομίνιο των χαφιέδων. Η πληγή του τόπου έγκειται στην παντοδυναμία των κομματικών στρατών αντί των ειδημόνων και των ελευθεροφρόνων. Οι «άρχοντες» ευλογούν τις αυλές μάλλον ή τους Χατζηαβάτες και δεν στέργουν στον πλάγιο λόγο και την κριτική. Κατά τ' άλλα βέβαια οι πάντες ομνύουν στην αξιοκρατία. Κι αυτό ισχύει από τον τρόπο που πλαισιώνονται τ' ασφαλιστικά ταμεία ώς τα μουσεία ή τους πολιτικούς θεσμούς.


Πριν από τρία χρόνια περίπου η Νέα Διακυβέρνηση -από τύψεις, φαντάζομαι, για τον τρόπο που μου είχε φερθεί η προκάτοχός της- με όρισε (αναπληρωματικό, για να μην παίρνω και θάρρος) μέλος στο Δ.Σ. του Ευρωπαϊκού Κέντρου Δελφών. Συμμετείχα, που λέτε, στην πρώτη επίσημη συνεδρία χοροστατούντος του αειμνήστου -με την καλή έννοια- Π. Τατούλη, αλλά επειδή οι απόψεις μου δεν ήρεσαν στην πρόεδρο κ. Αρβελέρ, δεν ξαναπροσκαλέστηκα!


Συμπληρώθηκαν επίσης έξι μήνες από την τοποθέτησή μου ως -αναπληρωματικού, πάλι- μέλους στο προειρηθέν Εθνικό Συμβούλιο Μουσείων. Εκεί δεν πρόλαβα να μιλήσω κατά τις δύο συνεδρίες που προσεκλήθην, έγραψα όμως την άποψή μου σχετικά με την ακολουθητέα πολιτιστική πολιτική. Κάτι μου λέει λοιπόν ότι δεν θα με ξαναφωνάξουν! Θα μου πείτε πώς αποκαλείς κοτζαμάν μινίστρο «Μπομπ Βουλγαράκη» και περιμένεις χαΐρι; Ετσι ακριβώς αγαπητοί. Προσδοκώ μιαν εποχή όπου ο κρινόμενος, έστω, και σκληρά ή άδικα, εφόσον είναι δημόσιο πρόσωπο δεν θ' αποκλείει αυταρχικά, αλλά θα επιζητεί τον διάλογο. Στο κάτω κάτω εμένα μ' ενδιαφέρει ο πολιτισμός περισσότερο από την «καριέρα», ενώ τους τρέχοντες πολιτικούς υπηρεσίας, η επανεκλογή τους. Αποκλειστικά.


Τι τα θέλετε, στην Ελλάδα ο καθένας διεκδικεί την Ιστορία μόνος τους. Οταν δεν την υποδύεται ή δεν την υποκαθιστά (όπως στο βιβλίο της ΣΤ' Δημοτικού). Κατά τ' άλλα δεν υπάρχει παράδεισος της τέχνης για κανέναν αν πρώτα δεν εξαγοραστεί πανάκριβα η κόλασή της. Είπαμε: οι υποψιασμένοι γυρίζουν τις σελίδες της Ιστορίας. Οι άλλοι απλώς τις σαλιώνουν...
29/04/2007


«Στον Εμπεδοκλή, Σικελία 2004». Ο Δ. Αγραφιώτης επισκοπεί στην Αίτνα την κοινή πύλη Παραδείσου και Κόλασης. Κι άλλο παράδειγμα: Ο Πέτρος Λαμπαδάριος (1730-1777), άρχων πρωτοψάλτης των πατριαρχείων και μέλος (!) του Μεγάλου Τεκκέ στο Πέραν. Κατά την ταφή του οι Δερβίσηδες με ειδική άδεια χόρεψαν ιεροπρεπώς και του πρόσφεραν μια φλογέρα. «Ως δώρο από τους ορφανούς μαθητές σου». Αρα, οι διαφορές βρίσκονται μόνο στο μυαλό όσων επωφελούνται απ' αυτές.

Σπαράγματα

Εχω πολλά κοινά με την Αντζελίνα Τζολί.
Κατ' αρχάς είμαστε και οι δύο θνητές.
ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ

Δύο νεαροί αποχαιρετιούνται σπαραξικάρδια σε σταθμό του τραμ. Φιλιά, αγκαλιές, περιπαθή βλέμματα, σκηνοθετημένη απόγνωση. Υποκρίνονται το δράμα όπως και οι πρόγονοί τους, 20.000 χρόνια πριν, στα σπήλαια του Λασκό. Ομοιοπαθητική μαγεία, αναπαράσταση του πόνου μπας και ξεφύγουμε το κακό. Το οποίο όμως ελλοχεύει με σαρδόνιο χαμόγελο στη σκιά. Και θα μας βρει. Αφεύκτως. Η νεαρή κουνάει το χέρι της πίσω από το τζάμι, ο νεαρός τρέχει παράλληλα με το τραμ. Εχουν ξεσηκώσει τη σκηνή από το Χόλιγουντ με την ελπίδα πως έτσι παίζοντας δεν θα πονέσουν αργότερα στ' αλήθεια. Κάποτε βέβαια θα συνειδητοποιήσουν πως τέτοια κόλπα σπάνια επιτυγχάνουν. Ακόμη και η πιο λευκή μαγεία κρύβει πολύ γκρίζο στο βάθος της.

* Ανθρωποι που η μόνη τους τόλμη ήταν να φοβίζουν τη σκιά τους ή τη σκιά ενός ιππόκαμπου και που ζουν χαφιεδίζοντας και τούμπαλιν εγκαλούν ό,τι ζηλεύουν και φαντασιώνονται πως διαθέτουν υπόσταση. Πόση ζέστη όμως μπορεί να δώσει μια κωλοφωτιά; Εχω την τιμή να έχω γράψει τα χειρότερα για τον άρχοντα του δόλιου συγκροτήματος και να έχω υποστεί το ανάλογο κόστος. Θα ήταν όμως αφροσύνη να μην του αναγνωρίσω αξία. Αντίθετα, σιχαίνομαι τους παρατρεχάμενούς του που βασιλικότεροι του βασιλέως προγράφουν αντ' αυτού και αποκλείουν εν αγνοία του σε μιαν απελπισμένη εκτέλεση του χορού της πυγολαμπίδας. (Δες σχετικά το κείμενο του Κώστα Μαυρουδή στο τρέχον, αειθαλές «Δέντρο»). Πρόκειται για φιγούρες που έντρομες από την παντελή έλλειψη όχι ταλέντου αλλά στοιχειώδους δωρεάς γαντζώνουν τα νυχάκια τους στο καθικάκι που κάθονται και το θεωρούν θώκο εξουσίας (λ.χ. όπως οι περίφημες επιτροπές του ΥΠΠΟ. Από εικαστικά έως λογοτεχνία ή ποίηση). Σφίγγονται που λέτε και νομίζουν ότι τιμωρούν. Θα μου πείτε και οι αρουραίοι έχουν όρχεις. Τι μεγέθους όμως!

Το πρόβλημα του τόπου είναι ο καρκίνος των κομματικών στρατών που αποστραγγίζουν την ικμάδα του. Που οι κουμπάροι των κολλητών των παρατρεχάμενων των τρεχόντων ταγών της εξουσίας κάνουν παιχνίδι εν ου παικτοίς από τα ομόλογα ώς τα μουσεία. Ταγκίλα! Τελευταία μόδα των ασπαλάκων είναι να προωθούν σε θώκους ή να απονέμουν βραβεία αποκλειστικά σε Μακεδόνες! Αντιλαμβάνεστε το υπονοούμενο. Φοβούμαι όμως μήπως μέσα στην υπηρεσιακή τους ηλιθιότητα επιλέξουν οι έμφοβοι επίτροποι των επι-ντροπών κανέναν Γκλιγκόροφ.

* Πλάκα πλάκα ο καλύτερος υπουργός της Νέας Διακυβέρνησης αποδεικνύεται ο Μιχάλης Λιάπης, επειδή δουλεύει προσπαθώντας να λύσει κοινά προβλήματα με κοινό νου και δεν πουλάει «επικοινωνιακά πακέτα». Θα μου πείτε κι ο Προκόπης; Ε, αυτός εξελίσσεται σε Ευάγγελο της Ν.Δ. με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει. Κι όταν λέω, «Ευάγγελος» δεν εννοώ βέβαια τον κ. Μεϊμαράκη, τον «πολιτικό» που για προφανείς λόγους διαδέχθηκε τον Σπήλιο Σπηλιωτόπουλο, τον μόνο άνθρωπο που θα μπορούσε να λύσει τον γόρδιο δεσμό της μίζας και των εξοπλισμών. Εφυγε όμως νωρίς γιατί, προφανώς, ενόχλησε πολλούς. Η πολιτική όμως δεν γίνεται με ατάκες αλλά με πράξεις. Το είπε αυτό η Metron Analysis; Οχι, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.

Κοιτώντας το αρνάκι του Πάσχα να με κοιτάει φρίττοντας με γουρλωμένα μάτια και δαγκωμένη γλώσσα μέσα απ' τα κάρβουνα (ξανα)συνειδητοποίησα πως Ανθρωπος είναι εκείνο το σαρκοβόρο που ξέρει. (Ασχετο: Και ο Σαρκοζί φαίνεται να ξέρει πώς παίζεται το παιχνίδι της μικροαστικής ανασφάλειας και της εθνικής μεγαλομανίας. Λέτε να του το δίδαξε ο κ. Βύρων; Πάντως ακόμη και η Δεξιά στη Γαλλία έχει στιλ, ό,τι να λέμε. Σε αντίθεση με εμάς).

* Κάθε Κυριακή, σχεδόν, νιώθω μια ταξική χαρά. Ενας πλούσιος, νέος, ωραίος και πανίσχυρος πρόεδρος ΠΑΕ αισθάνεται δυστυχής και λιώμα σαν τον τελευταίο λούμπεν ρακοσυλλέκτη. Τζίγγερ δεν υπάρχει άλλη λύση. Πρέπει να κατεβείς εσύ να παίξεις μπάλα. Τι ξέρουν τα βουτυρόπαιδα, οι ποδοσφαιριστές από μάχες κι αγώνες;

ΥΓ. Το άθλιο ελληνικό κατεστημένο έκοψε την μπάλα στον Δεληκάρη και το τραγούδι στον Καζαντζίδη. Ευτυχώς που ο Λυμπερόπουλος πήγε στην ΑΕΚ (για να παίζει του χρόνου Champions League).
28/04/2007